Η Πίστις του Αβραάμ
«ΕΧΕΤΕ πίστιν Θεού», είπε κάποτε ο Ιησούς. Γιατί πρέπει να έχωμε πίστι; Διότι με πίστι όλα είναι δυνατά· δηλαδή, όλα εκείνα που απαιτεί ο Θεός από ένα Χριστιανό. Όλα είναι δυνατά διότι «ο Θεός είναι αγάπη», είναι δε και πάνσοφος και παντοδύναμος. Θα ήταν, λοιπόν, δύσκολο να εξαίρεται η δύναμις της πίστεως ή η σπουδαιότης της.—Μάρκ. 11:22.
Τι είναι πίστις; «Είναι δε η πίστις, ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων.» Ναι, σύμφωνα με τον λόγον του Θεού πίστις ασκείται σε πράγματα μέλλοντα να έλθουν κι επομένως ελπιζόμενα, όπως είναι η αποκατάστασις παραδείσου στη γη μέσω της βασιλείας του Θεού. Πίστις ασκείται, επίσης, εν σχέσει με πραγματικότητες που δεν βλέπονται, όπως είναι το ουράνιο βασίλειο κι όσοι διαμένουν σ’ αυτό.—Εβρ. 11:1.
Όπως καλώς παρετηρήθη, η πίστις πρέπει να έχη επαρκή βάσι, διότι άλλως είναι απλή δεισιδαιμονία ή ευπιστία. Ο λόγος του Θεού παρέχει επαρκή βάσι για πίστι. Έχει τον γνήσιο ήχο της αληθείας. Οι συγγραφείς του έγραψαν με προφανή ειλικρίνεια και συμφωνούν μεταξύ των παρά τον αριθμό των και τις διαφορετικές περιστάσεις, κάτω από τις οποίες έγραψαν. Οι ιστορήσεις έχουν επιβεβαιωθή από αρχαιολογικές ανακαλύψεις πολλές φορές, και κυριολεκτικά εκατοντάδες από τις προφητείες του έχουν εκπληρωθή ή είναι εν προόδω εκπληρώσεως.
Σήμερα πολλά άτομα ισχυρίζονται ότι έχουν πίστι στον Θεό, αλλ’ η θρησκευτική των αμάθεια, καθώς και η καθημερινή διαγωγή των, διαψεύδει αυτόν τον ισχυρισμό. Όπως καλά παρατηρεί ο μαθητής Ιάκωβος: «Συ πιστεύεις ότι ο Θεός είναι είς· καλώς ποιείς· και τα δαιμόνια πιστεύουσι, και φρίττουσι. Θέλεις όμως να γνωρίσης, ω άνθρωπε μάταιε», ότι ακριβώς «καθώς το σώμα χωρίς πνεύματος είναι νεκρόν, ούτω και η πίστις χωρίς των έργων είναι νεκρά»;—Ιάκ. 2:19, 20, 26.
Ναι, εκείνος, που έχει αληθινά πίστι, θα τη δείξη με τα έργα του. Ο πατριάρχης Αβραάμ, ο «φίλος του Ιεχωβά», είχε αυτό το είδος πίστεως. Αρκετά δικαιολογημένα εχαρακτηρίσθη ως «πατήρ πάντων των πιστευόντων». Η όλη ζωή του, όπως ιστορείται στις Γραφές, ήταν μια εκδήλωσις πίστεως, μολονότι μερικά γεγονότα προεξέχουν περισσότερο από άλλα.—Ιάκ. 2:23, ΜΝΚ· Ρωμ. 4:11.
Ο Αβραάμ πρώτ’ απ’ όλα απέδειξε την πίστι του με τα έργα του, όταν έδωσε προσοχή στην εντολή του Θεού να εγκαταλείψη τη χώρα του, τη Μεσοποταμία, τους συγγενείς του και τον οίκον του πατρός του και να πάη σε ξένη γη. Μετά από μια αρχική μετάβασι στη Χαρράν, όταν πέθανε ο πατέρας του, μετώκησε στη Χαναάν. Πόση εργασία, διακοπή δεσμών και οικονομική απώλεια πρέπει να του εστοίχισε αυτή η ενέργεια, ιδίως ένεκα των πολλών αποκτημάτων του Αβραάμ! Μήπως εδίστασε; Όχι, διόλου, διότι διαβάζομε: «Και υπήγεν ο Άβραμ, καθώς είπε προς αυτόν ο Ιεχωβά». Και όχι μόνον ο Αβραάμ μετώκησε στη Χαναάν, όταν ήταν προχωρημένος στα χρόνια, εβδομήντα πέντε ετών, αλλά κι εξακολουθούσε να περιπλανάται, υπακούοντας στην εντολή του Ιεχωβά, ως ξένος και πάροικος στην Παλαιστίνη επί εκατό χρόνια!—Γέν. 12:1-4, ΜΝΚ· 13:2· 25:7.
Επομένως, το να έχη κανείς σήμερα την πίστι του Αβραάμ σημαίνει να θέτη το θέλημα του Θεού υπεράνω της προσωπικής ωφελείας, να το προτάσση από τις υλιστικές σκέψεις. Όλοι, όσοι θέτουν τον Θεό πρώτα στη ζωή τους, έχουν αυτή την πίστι, ιδιαίτερα δε εκείνοι οι Χριστιανοί διάκονοι σήμερα που υπηρετούν ως ιεραπόστολοι σε μακρινές χώρες ή οι οποίοι, όπως ο Αβραάμ, εγκατέλειψαν τον τόπο διαμονής των για να υπηρετήσουν εκεί όπου η ανάγκη Χριστιανών διακόνων είναι μεγαλύτερη.
Οι ίδιες οι σχέσεις του Αβραάμ με τον ανεψιό του Λωτ μαρτυρούν την πίστι του, την πίστι που είχε στην πρόνοια του Θεού. Ο Αβραάμ με γενναιοδωρία άφησε τον Λωτ να εκλέξη όποιον τόπο ήθελε για τα ποίμνιά του, ο δε Αβραάμ ηρκέσθη σε ό,τι απέμεινε. Στη γενναιόδωρη εκείνη χειρονομία ενυπήρχε μια διαρκής πίστις στον Ιεχωβά Θεό, ότι Αυτός θα επρομήθευε στον Αβραάμ ό,τι εχρειάζετο. Ναι, ανάλογα με τον βαθμό, που πιστεύει κανείς στον Θεό, θα επιτρέψη στον εαυτό του την ευτυχία του να δίνη, ανάλογα με τις περιστάσεις του.—Γέν. 13:5-12· Πράξ. 20:35.
Ένα άλλο γεγονός, που απετέλεσε επίσης παράδειγμα πίστεως, αναφέρεται στον καιρό, που είπε ο Ιεχωβά στον Αβραάμ τον σκοπό Του να καταστρέψη τα Σόδομα και τα Γόμορρα. Τι πίστις στη δικαιοσύνη του Ιεχωβά απητείτο για να κάμη ο Αβραάμ τη δήλωσι αυτή: «Ο κρίνων πάσαν την γην δεν θέλει κάμει κρίσιν;» Πραγματικά, εξακολούθησε και να συνομιλή με τον Ιεχωβά. Όταν ο Θεός είπε, πράγματι, ‘Θα φεισθώ των πόλεων εκείνων αν μπορής να εύρης σ’ αυτές πενήντα δικαίους,’ ο Αβραάμ ανέλαβε θάρρος να ρωτήση, ‘Κι αν λείπουν πέντε; ή αν υπάρχουν μόνο σαράντα; ή τριάντα; ή είκοσι; Κι αν υποτεθή ότι υπάρχουν μόνο δέκα;’ Απητείτο μεγάλη πίστις στη δικαιοσύνη του Ιεχωβά Θεού για να ομιλήση σ’ αυτόν έτσι ο Αβραάμ!—Γέν. 18:23-33.
Και τι μπορούν να μάθουν οι Χριστιανοί απ’ αυτό το παράδειγμα πίστεως; Το ίδιο μάθημα που εδίδαξε ο Ιησούς με το παράδειγμα της οχληρής χήρας, δηλαδή, ότι πρέπει να έχωμε πίστι στη δικαιοσύνη και στο έλεος του Θεού και να μην αποθαρρυνώμεθα εύκολα αλλά να εμμένωμε στις προσευχές μας προς αυτόν.—Λουκ. 18:1-8.
Αναμφιβόλως, ο Αβραάμ έδωσε το πιο ζωηρό παράδειγμα πίστεώς του όταν υπήκουσε στην εντολή του Θεού, «Λάβε τώρα τον υιόν σου τον μονογενή, τον οποίον ηγάπησας, τον Ισαάκ, και . . . πρόσφερε αυτόν εκεί ως ολοκαύτωμα». Με τι βαριά καρδιά πρέπει να είχε πάρει ο Αβραάμ τον γυιό του Ισαάκ, για τον οποίον λαχταρούσε κι ανέμενε τόσα χρόνια, κι εξεκίνησε για κείνο το ταξίδι! Με τι τρεμάμενο χέρι πρέπει να είχε δέσει τον Ισαάκ και θέσει αυτόν επάνω στο θυσιαστήριο! Εγέμισαν τα μάτια του από δάκρυα όταν πήρε το μαχαίρι για να σφάξη τον γυιό του ως θυσία στον Ιεχωβά; Καμμιά αμφιβολία γι’ αυτό! Κι ωστόσο προέβη, χωρίς διόλου να ελπίση ότι ο Θεός θα εμπόδιζε τη θυσία αλλ’ έχοντας πιστι ότι ‘ο Θεός μπορούσε να εγείρη τον Ισαάκ από τους νεκρούς’.—Γέν. 22:1-14· Εβρ. 11:17-19.
Σήμερα ο Θεός δεν απαιτεί από τους δούλους του να θυσιάσουν κατά γράμμα τους γυιούς των επάνω σε λίθινα θυσιαστήρια. Αλλά μπορεί κατ’ επανάληψιν να είναι θέλημά του να προσκομίσουν για την υπόθεσί του κάτι, το οποίον είναι δυνατόν να τους είναι τόσο προσφιλές όσο ένας μονογενής γυιός, πραγματικά, μπορεί να είναι ακριβώς αυτό, δηλαδή, ένας μονογενής γυιός. Η Γραφή τονίζει ότι ο Θεός αντήμειψε πλούσια τον Αβραάμ για την εκδήλωσι πίστεως. Έτσι, θ’ ανταμείψη πλούσια κι όλους όσοι ακολουθούν το παράδειγμα του Αβραάμ, σύμφωνα με την αρχή που ανήγγειλε ο Ιησούς: «Αληθώς σας λέγω, δεν είναι ουδείς όστις, αφήσας» όλα «ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, δεν θέλει λάβει εκατονταπλασίονα τώρα . . . και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.» Να είσθε λοιπόν σοφοί, να έχετε την πίστιν του Αβραάμ. Πιστεύετε στον Θεό και στον λόγον του και αποδεικνύετε αυτό με τα έργα σας!—Μάρκ. 10:29, 30.