Η Οδός της Επανόδου στην Ειρήνη του Παραδείσου
1, 2. (α) Ποιες είναι, μερικές αυθόρμητες αντιδράσεις στην επίγεια δημιουργία του Θεού που μας κάνουν να ερωτούμε, Γιατί; (β) Γιατί έχομε τόση εκτίμησι σ’ αυτά τα επίγεια δημιουργήματα;
ΓΙΑΤΙ συμβαίνει να αισθάνεστε ευχαρίστησι, όταν πηγαίνετε στον κήπο του σπιτιού σας ή στο πάρκο της πόλεως; Γιατί σας αρέσει να βγαίνετε έξω από την πόλι και να μεταβαίνετε στο ύπαιθρο; Γιατί τρέφετε εκτίμησι στις ομορφιές των τοπίων της φύσεως; Γιατί αισθάνεσθε τόση ευχαρίστησι ατενίζοντας τον ποταμό που κυλά με μεγαλοπρέπεια ειρηνικά μέσ’ από την κοιλάδα; Γιατί αισθάνεσθε να μεταφέρεσθε μακριά με ευχαρίστησι, όταν βλέπετε τις απαλά γυρτές πλαγιές των λόφων στολισμένες με μεγαλοπρεπή δένδρα και θάμνους και λουλούδια; Γιατί στέκεσθε με δέος μπροστά στα ανώτερα υψώματα, στα βουνά που ορθώνονται ψηλά στους γαλάζιους ουρανούς και με τα ακτινοβόλα σύννεφα που φωλιάζουν κοντά στις κορυφές των ή αργοπλέουν ήρεμα γύρω των;
2 Γιατί σταματάτε συνεπαρμένος από τη μουσική του πουλιού που κελαηδεί το χαρούμενο τραγούδι του στην κορυφή του δένδρου; Γιατί αισθάνεσθε ένα ευχάριστο αίσθημα συγκινήσεως, όταν βλέπετε την άγρια ζωή του δάσους ή της πεδιάδος που ξαφνικά εμφανίζεται, ελεύθερη στη φυσική της κατάστασι και ακολουθώντας τα ένστικτά της—το γεμάτο χάρι ελάφι να περιφέρεται σκιρτώντας, το καγκουρώ να χοροπηδά γύρω, το κασουάριο πουλί να πηδά γοργά επάνω από το έδαφος με μεγάλους δρασκελισμούς—ή και ένα κοπάδι από πρόβατα στον αγρό; Γιατί όλες οι δόξες που υπάρχουν γύρω σας, στον ουρανό, στη γη και στις ρεματιές, σας γεμίζουν με το θελκτικό αίσθημα του ότι είσθε ζων ως ένα νοήμον πλάσμα; Διότι έχετε πλασθή για να ζήτε μέσα σ’ ένα παράδεισο!
3. Από ποιον έχομε λάβει την εκτίμησί μας για παράδεισο;
3 Όχι! σεις δεν υπήρξατε ποτέ μέσα σε παράδεισο, αλλά το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος, οι πρώτοι μας ανθρώπινοι γονείς, πατέρας και μητέρα, ήσαν μέσα σε παράδεισο στην αρχή. Την εκτίμησι του τι σημαίνει παράδεισος την απεκτήσατε απ’ αυτούς! Εκείνοι απέκτησαν εκτίμησι του παραδείσου από τον Δημιουργό των, τον οποίον ανεγνώριζαν ως Θεό των. Αυτός τους είχε πλάσει έτσι, διότι αυτός ο ίδιος έχει μια τελεία αίσθησι της ωραιότητος και της ειρηνικής αρμονίας. Αυτός έκαμε τον επίγειο Παράδεισο ειδικά γι’ αυτούς, διότι αυτός είναι ο μέγιστος Κηπουρός που υπάρχει, ο μέγιστος Συντηρητής Πάρκων, ο μέγιστος Δασονόμος. Αυτός επιθυμούσε να ευφραίνωνται με την Παραδείσια κατοικία των, και γι’ αυτό έθεσε μέσα των τις θεοειδείς ιδιότητες με τις οποίες μπορούσαν ν’ απολαμβάνουν τον παράδεισο και ποτέ να μην κουρασθούν από το περιβάλλον αυτό. Τους έπλασε με τέτοιο τρόπο, ώστε να μπορούν να μεταβιβάσουν το ίδιο ενδιαφέρον για τον παράδεισο και τη χαρωπή εκτίμησι γι’ αυτόν που αυτοί ως γονείς είχαν. Εμείς εκληρονομήσαμε αυτό το ευγενές χαρακτηριστικό από εκείνους. Θα εχαιρόμεθα συνεπώς να επιστρέψωμε στον παράδεισο, αν αυτό ήταν θέλημα και διευθέτησις του Δημιουργού; Ασφαλέστατα θα εχαιρόμεθα!
4. Με ποιες ιδιότητες επροίκισε αρχικά ο Ιεχωβά τον άνθρωπο, που δείχνουν τι όσον αφορά την ανθρωπίνη δημιουργία του;
4 Πόσο ήταν καλό από μέρους του ουρανίου Δημιουργού να δώση αρχή στην ανθρωπίνη οικογένεια μέσα σε μια Παραδεισιακή κατοικία! Πόσο προσιδίαζε ο Θεός να κάμη ένα τέτοιο πράγμα! Επειδή απλώς είμεθα άνθρωποι και καμωμένοι από το χώμα της γης, δεν μας υπεβίβασε. Μας απέδωσε αξία, μας απέδωσε την υψίστη τιμή στη γη, με το να δημιουργήση τους πρώτους γονείς μας τέλεια ανθρώπινα πλάσματα, τα πιο ωραία ζώντα πλάσματα στη γη, με θεοειδείς ιδιότητες διότι οι πρώτοι ανθρώπινοι γονείς μας είχαν πλασθή κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού. Δεν επαισχύνετο να τους ονομάζη τέκνα του, αν και ήσαν κάπως κατώτεροι από τους αγγέλους του ουρανού. Σε τελεία αρμονία με την έξοχη ευαισθησία των και τα υγιή, τέλεια, ωραία σώματά των, τους έθεσε μέσα σ’ ένα οίκο που ν’ ανταποκρίνεται στις ικανότητές των, σ’ ένα επίγειο παράδεισο που μόνο ο Παντοδύναμος Θεός μπορούσε να σχεδιάση. Για να μας πη με τι ήταν όμοιος, ο γραπτός του λόγος, η Αγία Γραφή, τον ονομάζει «κήπον της Εδέμ,» το δε όνομα «Εδέμ» σημαίνει «Τέρψις.»—Γεν. 1:26-28· 2:7-14, ΜΝΚ.
5. Πώς γνωρίζομε ότι ο Κήπος της Εδέμ δεν ήταν απλώς ένα μικρό ωραίο πάρκο;
5 Αυτός ο Κήπος της Εδέμ, αυτός ο Παράδεισος Τρυφής, δεν ήταν μια μικρή περιοχή, όπως ένα πάρκο πόλεως. Εκτός από άλλα είδη βλαστήσεως, είχε κάθε είδους δένδρο, δένδρα ωραία στην όψη και δένδρα που έκαμαν καρπούς για τροφή. Ήταν γεμάτος από πουλιά και ζώα. Αλλά για να δοθή μια ιδέα του μεγέθους του, υπήρχε ένας ποταμός που επήγαζε μέσ’ απ’ αυτόν τον παράδεισο και μετέφερε τόσο πολύ πόσιμο νερό ώστε μπορούσε να διαιρεθή σε τέσσερες κύριες διακλαδώσεις, οι οποίες με τη σειρά των κατέληγαν σε ποταμούς. Τα ψάρια ήσαν άφθονα μέσα σ’ αυτά τα νερά, μολονότι η ανοικτή θάλασσα και οι ωκεανοί μπορεί ν’ απείχαν πολύ. Χωρίς αμφιβολία υπήρχαν λόφοι και πεδιάδες σ’ αυτό το εκλεκτό παραδεισιακό σημείο επάνω στην γη, την πρώτη κατοικία του ανθρώπου.
6. Γιατί συμβαίνει ώστε τα ανθρώπινο γένος να μη έχη γεννηθή στον Παράδεισο;
6 Σήμερα, ύστερ’ από έξη χιλιάδες περίπου χρόνια από αυτή την έναρξι της ζωής στον Παράδεισο, η γη ασφαλώς δεν είναι παράδεισος, ούτε ένας ειρηνικός Κήπος της Εδέμ. Τι συνέβη σ’ εκείνον τον Παράδεισο του πρώτου ανθρωπίνου ζεύγους εκεί στη νοτιοδυτική Ασία; Γιατί όλοι εμείς δεν έχομε γεννηθή σε Παράδεισο; Διότι οι πρώτοι ανθρώπινοι γονείς μας, προτού αποκτήσουν τέκνα, εξεδιώχθησαν από τον Κήπο της Εδέμ. Κατόπιν, ύστερ’ από χίλια εξακόσια και πλέον χρόνια, ένας κατακλυσμός, ο οποίος εκάλυψε όλη τη γη, κατέστρεψε τον εγκαταλελειμμένο Κήπο. Αλλά ο Ευφράτης Ποταμός και ο Τίγρης Ποταμός, οι οποίοι κάποτε επήγαζαν απ’ αυτόν τον Παράδεισο, εξακολουθούν να κυλούν, ως μία αδιάψευστη μαρτυρία της αληθινότητος αυτού του ζητήματος. Αυτό δεν είναι μύθος δεισιδαιμονικών ανθρώπων. Το όνομα εκείνου του πρώτου ανθρώπου ήταν Αδάμ και σημαίνει «Από τη Γη.» Το όνομα της συζύγου του ήταν Εύα και σημαίνει «Ζώσα,» επειδή έγινε η μητέρα όλων των άλλων ανθρωπίνων πλασμάτων. Όλ’ αυτά τα πλάσματα, που περιλαμβάνουν κι’ εμάς σήμερα, άρχισαν να γεννώνται όταν αυτοί εξεδιώχθησαν από τον παραδεισιακό Κήπο της Εδέμ.
7. (α) Ποιος είναι ο αναλλοίωτος σκοπός του Θεού γι’ αυτή τη γη; (β) Πώς έδειξε ο Κύριος Ιησούς Χριστός την πίστι του στον Λόγο του Θεού, δίνοντάς μας πεποίθησι για την αληθινότητά του;
7 Ποιος, όμως, είχε το δικαίωμα να εκδιώξη τον Αδάμ και την Εύα απ’ εκείνο τον Παράδεισο; Ποιος είχε το δικαίωμα να καταστρέψη εκείνο τον Παράδεισο και να μας κρατήση έξω απ’ αυτόν; Ο Θεός ήταν αυτός, ο Δημιουργός του παραδείσου, καθώς και του Αδάμ και της Εύας. Αυτός έχει, επίσης, το δικαίωμα να μας υποσχεθή ότι θα φυτεύση και πάλι τον Παράδεισο στη γη. Πράγματι, μας έχει δώσει αυτή την υπόσχεσι, κι’ έκαμε να καταγραφή η υπόσχεσις αυτή στον εμπνευσμένο Λόγο του, την Αγία Γραφή. Όταν για πρώτη φορά εφύτευσε τον παραδεισιακό Κήπο της Εδέμ στην νοτιοδυτική Ασία, ο αναλλοίωτος σκοπός του ήταν να επεκταθή εκείνος ο Παράδεισος σ’ όλη τη γη, σ’ όλη την Ασία, την Ευρώπη, την Αφρική, την Αυστραλία, την Ανταρκτική, την Βόρειο και Νότιο Αμερική, και τις νήσους των επτά θαλασσών. Τον στοργικό του σκοπό σχετικά μ’ αυτό δεν τον έχει αλλάξει. Δεν ματαιώθηκε ο αρχικός του σκοπός. Δεν εγκαταλείπει τις υποσχέσεις του. Εξακολουθεί να παραμένη σταθερός στον αρχικό του σκοπό. Προς απόδειξιν αυτού του ευτυχούς γεγονότος έχει προμηθεύσει για την ανθρωπίνη οικογένεια την οδόν της επανόδου σε Παράδεισο, σ’ ένα Παράδεισο τόσο μεγάλο όσος ήταν ο αρχικός του σκοπός να γίνη, σ’ ένα παγγήινο Παράδεισο αιωνίας ειρήνης. Τελικά θα κάμη αυτή τη γη ακόμη πιο ωραία απ’ όσο εφαίνετο από το εξωτερικό διάστημα σ’ εκείνους τους αστροναύτες, όταν περιεστρέφοντο γύρω από τη σελήνη με το ανθρωποποίητο διαστημόπλοιό των. Αυτό δεν είναι ένας θρησκευτικός μύθος. Αν ήταν μύθος, τότε ο Θεός, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη συγγραφή της Αγίας Γραφής, θα έκανε τον εαυτό του αντικείμενο γέλωτος. Σ’ αυτή την περίπτωσι, οι θρησκευτικοί κληρικοί του «Χριστιανικού κόσμου» καθώς και οι σύγχρονοι επιστήμονες θα ήσαν δικαιολογημένοι να γελάσουν μαζί Του και να ειρωνεύονται την Βίβλο του. Αλλά ένας άνθρωπος, ο οποίος ήταν μεγαλύτερος απ’ όλους αυτούς τους κληρικούς και τους επιστήμονας μαζί ωμίλησε πολύ σοβαρά για τους πρώτους ανθρωπίνους γονείς μας. Σε μια συζήτησι, όταν ερωτήθηκε για το ζήτημα του γάμου και του διαζυγίου, είπε: «Δεν ανεγνώσατε ότι ο πλάσας απ’ αρχής άρσεν και θήλυ έπλασεν αυτούς; Και είπεν, «ένεκεν τούτουν θέλει αφήσει άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα, και θέλει προσκολληθή εις την γυναίκα αυτού, και θέλουσιν είσθαι οι δύο εις σάρκα μίαν»; Ώστε δεν είναι πλέον δύο, αλλά μία σαρξ. Εκείνο λοιπόν το οποίον ο Θεός συνέζευξεν, άνθρωπος ας μη χωρίζη.» (Ματθ. 19:3-6) Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο Ιησούς Χριστός, και παρέθετε εκεί από το πρώτο και το δεύτερο κεφάλαιο της Αγίας Γραφής.—Γέν. 1:27· 2:24.
8, 9. Γιατί μπορούσε ο Ιησούς να ομιλή με εξουσία για τη δημιουργία και για το μέλλον του ανθρώπου;
8 Προτού καταβή από τον ουρανό στη γη για να γεννηθή ως ένας τέλειος άνθρωπος, αυτός ο Ιησούς Χριστός ήταν εκείνος στον οποίον ο Θεός στον ουρανό είπε την έκτη ημέρα της δημιουργίας: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών, καθ’ ομοίωσιν ημών· και ας εξουσιάζη επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί των κτηνών, και επί πάσης της γης, και επί παντός ερπετού, έρποντος επί της γης.» (Γεν. 1:26) Επομένως, ο Ιησούς Χριστός μπορούσε να ομιλήση μ’ εξουσία για τη δημιουργία του Αδάμ και της Εύας και για την Παραδεισιακή των κατοικία.
9 Μ’ αυτή την πρόσκλησι του Θεού, ο Ιησούς Χριστός στην προανθρωπίνη του ύπαρξι συνεργάσθηκε με τον Θεό για την δημιουργία του Αδάμ και της Εύας, και του Παραδείσου των. Ήταν εκεί στον ουρανό και άκουσε τον Θεό να ευλογή τον Αδάμ και την Εύα και να τους λέγη: «Αυξάνεσθε και πληθύνεσθε, και γεμίσατε την γην, και κυριεύσατε αυτήν, και εξουσιάζετε επί των ιχθύων της θαλάσσης, και επί των πετεινών του ουρανού, και επί παντός ζώου κινουμένου επί της γης.» (Γεν. 1:27, 28) Ο Ιησούς Χριστός εγνώριζε με άμεσο τρόπο από τα λόγια αυτά ότι σκοπός του Θεού ήταν να κατακυριευθή όλη η γη και να καλλιεργηθή για να φθάση σε Παραδεισιακή κατάστασι και να γεμίση με τα τέκνα του Αδάμ και της Εύας, που όλα θα ήσαν κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού έχοντας σε υποταγή όλους τους ιχθείς, τα πουλιά και τα κατοικίδια ζώα και τα άγρια θηρία, και όχι λατρεύοντας αυτά τα κατώτερα ζώα ως θεούς και θεές. Τι ωραίος, ένδοξος τόπος θα γίνη αυτή η γη, όταν ο Παντοδύναμος Θεός θα φέρη σε πλήρη πραγματοποίησι αυτόν τον σκοπό του, διότι ο Θεός δεν άλλαξε την πρόθεσί του σχετικά μ’ αυτό.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΤΩΣΙΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ
10. Πώς το δεύτερο κεφάλαιο της Γενέσεως περιγράφει τη δημιουργία του ανθρώπου;
10 Το δεύτερο κεφάλαιο της Αγίας Γραφής λέγει πώς ο Θεός εδημιούργησε τον Αδάμ πρώτα, για ν’ ακολουθήση σε λίγο η δημιουργία της συζύγου του Εύας, και κατόπιν ο γάμος των. Παραθέτομε τώρα εδώ εκείνο που μας λέγει το δεύτερο κεφάλαιο από τη Ρωμαιοκαθολική Μετάφρασι Ντουαί της Αγίας Γραφής η οποία λέγει: «Και έπλασε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον από πηλόν εκ της γης· και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού την πνοήν της ζωής· και έγεινεν ο άνθρωπος μία ψυχή ζώσα. Και Κύριος ο Θεός είχε φυτεύσει απ’ αρχής παράδεισον τρυφής· όπου έθεσε τον άνθρωπον τον οποίον έπλασε.»—Γεν. 2:7, 8.
11, 12. Προτού ο Θεός δημιουργήση την Εύα, τι είχε ειπεί στον Αδάμ να κάμη, και ποια εντολή του έδωσε;
11 Αλλά προτού ο Θεός δημιουργήση την γυναίκα Εύαν, είχε ειπεί στον Αδάμ να ονομάση τα πετεινά του ουρανού και τα χερσαία ζώα, κι’ έδωσε, επίσης, εντολή στον Αδάμ να μη φάγη από ένα ωρισμένο δένδρο, δηλαδή, το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού. Διαβάζομε:
12 «Και έλαβε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, και έθεσεν αυτόν εις τον παράδεισον της τρυφής, διά να τον καλλωπίζη και να τον φυλάττη. Και προσέταξε εις αυτόν, λέγων: Από παντός δένδρου του παραδείσου θέλεις τρώγει, από δε του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού, δεν θέλεις φάγει. Διότι καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού, θέλεις αποθάνει τον θάνατον.»—Γεν. 2:15-17, ΚΜΝ.
13. (α) Εφόσον το ανθρώπινο γένος αποθνήσκει, τι καθίσταται αμέσως σαφές όσον αφορά την υπακοή του Αδάμ; (β) Τι είπε ο Ιησούς σχετικά με την υπακοή σε μικρά πράγματα;
13 Εκεί Κύριος ο Θεός έθεσε μπροστά στον πρώτο ανθρώπινο πατέρα μας την εκλογή μεταξύ αιωνίας ζωής στον παράδεισο της τρυφής και αιωνίου θανάτου. Αμέσως μπορούμε να υποπτευθούμε ότι με την πάροδο του χρόνου ο Αδάμ έφαγε από τον απηγορευμένο καρπό και κατεδικάσθη σε θάνατο από Εκείνον του οποίου παρέβη τον νόμο. Διαφορετικά, πώς συμβαίνει ώστε όλοι εμείς οι οποίοι είμεθα απόγονοι του Αδάμ ν’ αποθνήσκωμε; Αυτό το συμπέρασμα είναι ορθό. Αλλά τι παρεκίνησε τον Αδάμ να παραβή αυτόν τον νόμο παρά την ποινή του θανάτου; Δεν ήταν παρά ένα μικρό πράγμα που τον διέταξε ο Θεός να μη κάμη, αλλά, επειδή ήταν ένα τόσο μικρό πράγμα, έθεσε σε δοκιμασία την τελειότητα της υπακοής του Αδάμ. Μια μικρή μόνο αρχή του κακού χρειάσθηκε για να καταστρέψη την Θεοειδή τελειότητα του Αδάμ και να τον κάμη κακό άνθρωπο. Ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος διετήρησε την τελειότητά του παρά τον μεγάλο πειρασμό και τις δοκιμασίες, είπε: «Ο εν τω ελαχίστω πιστός, και εν τω πολλώ πιστός είναι· και ο εν τω ελαχίστω άδικος, και εν τω πολλώ άδικος είναι.» (Λουκ. 16:10) Από το μικρό αμάρτημα που διέπραξε ο τέλειος άνθρωπος Αδάμ, ανεπτύχθη όλη η αδικία του ανθρωπίνου γένους σήμερα. Ώστε γιατί αμάρτησε ο Αδάμ; Η Βίβλος μάς το λέγει.
14. Τι απήντησε η Εύα στην ερώτησι για το απαγορευμένο δένδρο, και ποιος έκαμε την ερώτησι;
14 Όταν ο Θεός εδημιούργησε την γυναίκα Εύα και την παρουσίασε στον Αδάμ ως σύζυγό του, ο Αδάμ της είπε για την εντολή του Θεού εναντίον της βρώσεως από το δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού και για την ποινή του θανάτου σε περίπτωσι που θα έτρωγαν απ’ αυτό δείχνοντας ανυπακοή. Αργότερα, όταν η Εύα ερωτήθηκε γι’ αυτό το απαγορευμένο δένδρο, είπε σ’ αυτόν που ερώτησε: «Από του καρπού των δένδρων του παραδείσου τρώγομεν: από δε του καρπού του δένδρου, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου, ο Θεός προσέταξεν εις ημάς να μη φάγωμεν· και ότι δεν πρέπει να εγγίσωμεν αυτόν, άλλως ίσως αποθάνωμεν.» (Γεν. 3:2, 3, ΚΜΝ) Ποιος, τώρα, ήταν εκείνος ο οποίος ερωτούσε γι’ αυτό το απαγορευμένο δένδρο; Όπως φαίνεται ήταν ένας όφις, ένα φίδι. Αλλά τα φίδια δεν ομιλούν τη γλώσσα των ανθρώπων. Επομένως, η φωνή πρέπει να είχε έλθει από κάποιο αόρατο πρόσωπο, το οποίο χρησιμοποιούσε τον όφιν όπως ένας εγγαστρίμυθος χρησιμοποιεί ένα ανδρείκελο. Έτσι η Εύα δεν υπωπτεύθηκε ότι εκείνος που ερωτούσε ήταν πράγματι ένα αόρατο πνευματικό πρόσωπο που ήταν αποφασισμένο να την παροδηγήση ώστε να παραβή την εντολή του Θεού κι’ έτσι ν’ αμαρτήση. Έτσι αργότερα η Εύα είπε ως εξήγησι: «Ο όφις με ηπάτησε, και έφαγον.»—Γεν. 3:13.
15. Πώς συκοφάντησε ο όφις τον Θεό ομιλώντας στην Εύα, κι’ έτσι γιατί ο τίτλος «Διάβολος» είναι κατάλληλος γι’ αυτό το αόρατο πνευματικό πλάσμα που μίλησε πρώτο στην Εύα;
15 Εδώ ελέχθη το πρώτο ψεύδος, διότι το αόρατο πλάσμα ομιλώντας στην Εύα τώρα είπε λόγια αντίθετα από εκείνα που είπε ο Θεός στην προειδοποίησί του. Έγινε μόνος του ψεύστης, αλλά προσπάθησε ν’ αποδείξη ότι ο Θεός είχε ψευσθή στον Αδάμ και ήταν ο ψεύστης. Διαβάζομε: «Και είπεν ο όφις προς την γυναίκα, Δεν θέλετε βεβαίως αποθάνει· αλλ’ εξεύρει ο Θεός, ότι καθ’ ην ημέραν φάγητε απ’ αυτού, θέλουσιν ανοιχθή οι οφθαλμοί σας, και θέλετε είσθαι ως Θεοί, γνωρίζοντες το καλόν και το κακόν.» (Γεν. 3:1-5) Όλοι εμείς σήμερα γνωρίζομε ότι αυτό ήταν ψεύδος, διότι όλοι μας πεθαίνομε και έχομε κληρονομήσει θάνατο. Ο Θεός δεν ήταν ο ψεύστης, αλλ’ εκείνος που χρησιμοποίησε τον όφι ήταν ο ψεύστης. Ποιος ήταν αυτός προσωπικώς; Ο Ιησούς Χριστός είπε ότι αυτός ήταν «ο διάβολος» και προσέθεσε: «Εκείνος ήτο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος, και δεν μένει εν τη αληθεία· διότι αλήθεια δεν υπάρχει εν αυτώ. Όταν λαλή το ψεύδος, εκ των ιδίων λαλεί· διότι είναι ψεύστης, και ο πατήρ αυτού του ψεύδους.» (Ιωάν. 8:44) Πόσο κατάλληλο ήταν ότι ο Ιησούς Χριστός τον ωνόμασε διάβολο, διότι «Διάβολος» σημαίνει «Συκοφάντης,» και αυτός είχε συκοφαντήσει τον Θεόν. Με θανατηφόρο τρόπο παρωδήγησε την Εύα στην οδόν του θανάτου.
16. (α) Ποιες σκέψεις άρχισαν τώρα να περνούν από το νουν της Εύας; (β) Τι έκαμε αυτή και κατόπιν έπεισε και τον σύζυγό της να κάμη;
16 Η Εύα επέτρεψε να παραμείνη το ψεύδος στο κεφάλι της. Άρχισε να δυσπιστή στον Θεό τον Δημιουργό και Πατέρα της. Το απαγορευμένο δένδρο άρχισε τώρα να φαίνεται ως κάτι επιθυμητό αντί να φαίνεται ως κάτι που έπρεπε ν’ αποφεύγεται, όπως η πληγή του θανάτου. Στην καρδιά της άρχισε τώρα να γεννάται η επιθυμία για τον καρπό του απαγορευμένου δένδρου. Δεν άφησε να είναι ο Θεός αληθής, αλλ’ επέτρεψε να υπερισχύση η αυξανομένη επιθυμία της και να την ωθήση να φάγη τον απαγορευμένο καρπό. Είχε παραβή το νόμο του Θεού και αμάρτησε με την πρώτη ανθρωπινή αμαρτία. Αλλά δεν έπεσε αμέσως νεκρή, δείχνοντας έτσι φαινομενικά ότι ο όφις που εχρησιμοποιήθη από τον Διάβολο είχε δίκηο, για λίγο. Κατόπιν, όταν ο σύζυγός της Αδάμ ήλθε και την βρήκε να ζη ακόμη, εκείνη τον έπεισε να δεχθή λίγο από τον απαγορευμένο καρπό που κρατούσε στο χέρι της. Εκείνος εγνώριζε την πλήρη ποινή αυτής της πράξεως, τον θάνατο αλλά με ιδιοτελή τρόπο προτίμησε μάλλον να πεθάνη μαζί της από το χέρι του Θεού παρά να ζη στον Παράδεισο χωρίς αυτήν. Αμέσως έχασαν την ειρήνη της καρδιάς και της διανοίας των. Οι συνειδήσεις των τους ενοχλούσαν. Είχαν χάσει την τελεία αθωότητά των· εφαίνοντο ακάθαρτοι στους εαυτούς των. Έχασαν, επίσης, την ειρήνη των με τον Θεό. Έφυγαν και εκρύπτοντο με μόνο τον ήχο της αοράτου προσεγγίσεως του Θεού.—Γεν. 3:6-10.
17. Πώς ο Διάβολος απεδείχθη ψεύστης, και τι συνέβη πράγματι στον Αδάμ και την Εύα;
17 Απαντώντας σ’ ερώτησι του Θεού, η Εύα και ο Αδάμ ωμολόγησαν το εκούσιο αμάρτημά των. Δεν είχαν καμμία βάσι για να ζητήσουν την συγχώρησί Του και δεν την εζήτησαν, διότι αυτό θα εσήμαινε να θέση ο Θεός κατά μέρος τον ίδιο το νόμο του. Αντίθετα με ό,τι είχε ειπεί ο Διάβολος μέσω του όφεως, ο Θεός δικαίως παρέμεινε στο νόμο του και κατεδίκασε τον Αδάμ και την Εύα σε θάνατο. Δεν τους κατεδίκασε σε αιώνια ζωή σ’ ένα τόπο πύρινου βασανισμού· τους κατεδίκασε σ’ αυτό που είχε καθορίσει ο νόμος του—σε θάνατο. Αυτό εσήμαινε ότι έπρεπε να επιστρέψουν στον τόπο απ’ όπου είχε ληφθή ο Αδάμ, στο χώμα της γης, δηλαδή, σε κατάστασι ανυπαρξίας. Το να σταλή ένα άτομο σε ανυπαρξία δεν είναι αμοιβή για προσωπική αξία, όπως διδάσκεται στη θρησκευτική διδασκαλία της Νιρβάνα. Είναι τιμωρία για εκουσία ανυπακοή στο νόμο του Θεού, εκουσία αμαρτία. Ο Χριστιανός απόστολος Παύλος έγραψε: «Ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος· το δε χάρισμα του Θεού, ζωή αιώνιος διά Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.»—Ρωμ. 6:23.
18. Με την πορεία των ενεργείας τι είχαν αποφασίσει να κάμουν ο Αδάμ και η Εύα, κι’ επομένως ποια ενέργεια ανέλαβε τώρα ο Θεός;
18 Πώς εξετέλεσε ο Θεός την καταδίκη; Με το να φάγουν από το απαγορευμένο δένδρο της γνώσεως του καλού και του κακού, ο Αδάμ και η Εύα είχαν αποφασίσει να γίνουν ως θεοί όσον αφορά το ν’ αποφασίζουν μόνοι των τι είναι καλό και τι είναι κακό. Επομένως το υπόμνημα του Θεού, στα εδάφια Γένεσις 3:22-24 (ΚΜΝ), λέγει: «Και είπε: Ιδού έγεινεν ο Αδάμ ως εις εξ ημών, εις το γινώσκειν το καλόν και το κακόν· και τώρα μήπως εκτείνη την χείρα αυτού, και λάβη και από του δένδρου της ζωής, και φάγη, και ζήση αιωνίως. Όθεν Κύριος ο Θεός εξαπέστειλεν αυτόν εκ του παραδείσου της τέρψεως, διά να εργάζηται την γην εκ της οποίας ελήφθη. Και εξεδίωξε τον Αδάμ· και έθεσε έμπροσθεν του παραδείσου της τέρψεως χερουβείμ, και την ρομφαίαν την φλογίνην, την περιστρεφομένην, διά να φυλάττωσι την οδόν του δένδρου της ζωής.» Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι η σύζυγος του Αδάμ Εύα εξεδιώχθη μαζί του. Το αμάρτημα του Αδάμ επηρέασε τόσο λίγο τη σωματική του τελειότητα ώστε, έξω από τον παράδεισο της τέρψεως, έζησε ωσότου έγινε ηλικίας εννεακοσίων τριάντα ετών, πράγμα που επέτρεψε σ’ αυτόν να γίνη πατέρας πολλών υιών και θυγατέρων. (Γεν. 5:1-5) Αν παρέμενε πιστός μέσα στον Παράδεισο, ο Αδάμ θα μπορούσε να ζη για πάντα και θα μπορούσε να είχε γίνει πατέρας όλων των υιών και θυγατέρων του σε ανθρωπίνη τελειότητα.
19. Πώς η οδός επανόδου στον Παράδεισο είχε κλείσει την εποχή εκείνη για το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος και για τους απογόνους των, και τι συνέβη τελικά σ’ εκείνο τον Παράδεισο της Εδέμ;
19 Αυτή ήταν η οδός της απομακρύνσεως από τον Παράδεισο και της απομακρύνσεως από την ειρήνη με τον Θεό, την ειρήνη του ανδρός με τη γυναίκα και την ειρήνη του ανθρώπου με τα ζώα, τα πουλιά και τα ψάρια. Ο δρόμος για την επιστροφή είχε κλείσει με την παρουσία των χερουβείμ φρουρών, υπερανθρώπων πλασμάτων του Θεού, και με τη φλογίνη ρομφαία η οποία περιεστρέφετο προς όλες τις κατευθύνσεις. Επί χίλια εξακόσια πενήντα έξη χρόνια ο άνθρωπος δεν μπόρεσε να επανέλθη στον Παράδεισο και στο δένδρο του της ζωής, ούτε ακόμη και ευσεβείς άνθρωποι όπως ο Άβελ, ο Ενώχ και ο Νώε έγιναν δεκτοί να επιστρέψουν. Τότε επήλθε ο κατακλυσμός των ημερών του Νώε που περιέβαλε τη γήινη σφαίρα κι’ εσάρωσε τον Παράδεισο. (Εβρ. 11:1-7· Γεν. 6:5 έως 8:22) Δεν έχει ανακαλυφθή από τότε.
20. (α) Μετετράπη η γη μας από την εποχή του Κατακλυσμού σε παράδεισο, και τι απειλεί τώρα αυτή τη σφαίρα; (β) Γιατί δεν μπορεί ο άνθρωπος να κάμη αυτή τη γη παράδεισο;
20 Από την εποχή εκείνου του Κατακλυσμού που έγινε πριν από σαράντα τρεις αιώνες και πλέον, το ανθρώπινο γένος δεν μπόρεσε να μετατρέψη ολόκληρη αυτή τη γη σε παράδεισο, μολονότι το ανθρώπινο γένος έχει αυξηθή σε περισσοτέρους από τρεις χιλιάδες τετρακόσια εκατομμύρια ανθρώπους και διανύομε αυτό που ονομάζεται «πληθυσμιακή έκρηξις.» Ένας άλλος παγκόσμιος πόλεμος, αυτή τη φορά με πυρηνικά όπλα, χημικά και βιολογικά όπλα και ραδιολογικά όπλα απειλεί να κάμη αυτή τη γη ένα ακατοίκητο πλανήτη, εγκαταλελειμμένο στην αγρία βλάστησι και ακαλλιέργητο μολυσμένο από τη μία άκρη ως την άλλη. Τα γεγονότα ομιλούν μόνα των: ο άνθρωπος δεν μπορεί στην παρούσα κατάστασί του να μεταμορφώση αυτό τον πλανήτη γη σε παράδεισο που να μπορή να παραβληθή με τον αρχικό Κήπο της Εδέμ ή Παράδεισο Τρυφής. Γιατί όχι; Διότι ο άνθρωπος δεν βρίσκεται σε ειρήνη με τον Θεό, τον Δημιουργό του Παραδείσου. Ο άνθρωπος δεν μπορεί πια να έχη καθόλου αξιώσεις τελειότητος σώματος και διανοίας, ή τελειότητος όσον αφορά την αθωότητα, ή την τελεία ηθική. Είναι ακριβώς αυτό που τον ονομάζει η Αγία Γραφή, αμαρτωλός. Γι’ αυτό τον λόγο ο άνθρωπος βρίσκεται κάτω από την καταδίκη του Θεού και υπόκειται σε θάνατο.
Η ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΟΔΟΥ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΖΕΤΑΙ
21, 22. Μήπως η ανυπακοή του Αδάμ και της Εύας εματαίωσε για πάντα τον σκοπό του Θεού να κάμη αυτή τη γη παράδεισο, και πώς το γνωρίζομε;
21 Είναι, λοιπόν, η κατάστασις απελπιστική; Είναι κλειστή κάθε οδός επιστροφής στην ειρήνη του Παραδείσου; Με τις προσπάθειες του ανθρώπου, Ναι! Αλλά με τον Θεό, Όχι! Απ’ αυτή την πρώτη ημέρα της δημιουργίας, όταν ο Θεός είπε, «Γενηθήτω φως,» είχε υπ’ όψιν του να γίνη αυτή η γη ένας παγγήινος παράδεισος. Στο τέλος της έκτης δημιουργικής ημέρας Αυτός έκαμε γνωστό στον Αδάμ και την Εύα, που μόλις είχε δημιουργήσει, ότι αυτός ήταν ο σκοπός του και ανέθεσε σ’ αυτούς το μέρος των στην εκπλήρωσι του θείου σκοπού του. (Γεν. 1:3, 28) Η διάπραξις της αμαρτίας από την Εύα και τον Αδάμ εσταμάτησε την επέκτασι του παραδείσου στα πέρατα της γης. Αλλά ο Παντοκράτωρ Θεός δεν είναι Εκείνος που πρόκειται να νικηθή στον στοργικό του σκοπό από τον Διάβολο, που εχρησιμοποίησε τον όφι. Προτού εκδιώξη τους αμαρτωλούς Αδάμ και Εύα από τον Κήπο της Εδέμ, ο Θεός έκαμε γνωστό και στους δύο καθώς και στον Διάβολο ότι Αυτός παρέμενε στον σκοπό Του και υπέδειξε ότι θ’ αποκαθιστούσε το ανθρώπινο γένος σε Παράδεισο. Πώς το έδειξε αυτό ο Θεός; Μ’ αυτά που είπε στον Διάβολο. Διαβάζομε, σύμφωνα με την Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφρασι της Βίβλου:
22 «Και είπεν Ιεχωβά ο Θεός προς τον όφιν, επειδή έκαμες τούτο, επικατάρατος να ήσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού· επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου· και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτός θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις συντρίψει την πτέρναν αυτού.»—Γεν. 3:14, 15, ΜΝΚ.
23. (α) Ποιοι είναι ο συμβολικός όφις και η συμβολική γυνή που αναφέρονται στα εδάφια Γένεσις 3:14, 15; (β) Τι θα εσήμαινε για το ανθρώπινο γένος τελικά η συντριβή της κεφαλής του όφεως;
23 Η κατάρα κατά του όφεως ήταν πράγματι κατάρα του Θεού κατά του Διαβόλου, που εχρησιμοποίησε τον όφι. Ο όφις έγινε σύμβολο του Διαβόλου. (Αποκάλ. 12:9· 20:2) Αν το σύμβολον, ο κατά γράμμα όφις, εξέπιπτε, και ο Διάβολος, επίσης, πρέπει να εκπέση. Το ότι ο Θεός ονομάζει τον Διάβολο ‘όφιν τον αρχαίον’ δείχνει αυτή την κατάπτωσι. Επομένως, το σπέρμα ή τα τέκνα του όφεως έγιναν σύμβολο του σπέρματος ή των τέκνων του Διαβόλου. Το σπέρμα ή τα τέκνα της γυναικός έγιναν σύμβολο του σπέρματος ή των τέκνων της συμβολικής «γυναικός» του Θεού, δηλαδή, της αγίας του, πιστής ουρανίας οργανώσεως πιστών πλασμάτων. Η συντριβή της κεφαλής του όφεως από το σπέρμα της γυναικός εσήμαινε τη συντριβή της κεφαλής του Διαβόλου, μια πληγή που εσήμαινε θάνατο και καταστροφή γι’ αυτόν. Αλλά δεν επρόκειτο να είναι αυτή μόνο η τιμωρία του Διαβόλου, ‘του αρχαίου όφεως,’ αλλά επίσης και καταστροφή του πονηρού του έργου. Αυτό έπρεπε να περιλαμβάνη την αποκατάστασι του ανθρωπίνου γένους σ’ ένα επίγειο παράδεισο.
24. Ποια ευλογία ωφείλετο στο σπέρμα της «γυναικός» του Θεού για την καταπολέμησι του «όφεως» και του σπέρματός του, και που μπορούμε να διαπιστώσωμε την ταυτότητα του σπέρματος της «γυναικός» του Θεού;
24 Η συντριβή της πτέρνας δεν θα ήταν κάτι ασήμαντο. Για τη συντριβή του το σπέρμα της γυναικός επρόκειτο να λάβη ανταμοιβή, διότι η συντριβή του αυτή προήλθε από τη μάχη στο πλευρό του Ιεχωβά Θεού στον πόλεμο που προκύπτει από την έχθρα που έχει θέσει ο Θεός μεταξύ του όφεως και της γυναικός και μεταξύ του σπέρματος του όφεως και του σπέρματος της γυναικός. Η συντριβή του επρόκειτο ν’ αμειφθή με την τιμή και τη δόξα της εκτελέσεως της βουλής του Ιεχωβά και της συντριβής της κεφαλής του μεγάλου Όφεως, της καταστροφής αυτού του πρωτίστου εναντιουμένου του Θεού. Ευρισκόμεθα πολύ πλησίον στον καιρό που το σπέρμα της «γυναικός» του Θεού θα λάβη αιωνία δόξα με τη συντριβή της κεφαλής του μεγάλου Όφεως. Όλο το ανθρώπινο γένος που θα ζη θα είναι υπόχρεον σ’ αυτό το ένδοξο Σπέρμα γι’ αυτή την πράξι της απελευθερώσεώς των απ’ αυτόν τον πρώτιστο εχθρό των, τον Διάβολο. Αλλά γνωρίζομε ποιος είναι αυτό το σπέρμα της «γυναικός» του Θεού; Η ιστορία μάς κάνει γνωστή την ταυτότητά του, και αυτή η αναμφισβήτητη ιστορία βρίσκεται μέσα στις σελίδες του Βιβλίου που μας λέγει επίσης για την επερχόμενη αναφύτευσι του Παραδείσου για το ανθρώπινο γένος, δηλαδή, της Αγίας Γραφής. Ας παρακολουθήσωμε γοργά το νήμα της διαπιστώσεως της ταυτότητος.
25, 26. Χαράξτε τη γραμμή της ιστορίας, αρχίζοντας από τον Σημ, που θα μας οδηγήση στο σπέρμα της «γυναικός» του Θεού.
25 Δεν λαμβάνομε αυτή την πληροφορία από κοσμικούς ιστορικούς. Η κοσμική ιστορία γενικά παραβλέπει, παραλείπει και αφήνει έξω τα ιστορικά γεγονότα που πράγματι αξίζουν. Στη Βίβλο απευθυνόμεθα για να μάθωμε ότι ο γυιος του Νώε Σημ είχε εκλεγή ειδικά όταν ο Νώε ευλόγησε τον Σημ και είπε: «Ευλογητός Ιεχωβά ο Θεός του Σημ· και ο Χαναάν θέλει είσθαι δούλος εις αυτόν· ο Θεός θέλει πλατύνει τον Ιάφεθ, και θέλει κατοικήσει εν ταις σκηναίς του Σημ.» (Γεν. 9:24-27, ΜΝΚ) Παρατρέχοντας τώρα εννέα γενεές μετά τον Σημ, φθάνομε στον απόγονο του Σημ Άβραμ (ή Αβραάμ) στη γη της Μεσοποταμίας. Ο Θεός του Σημ, ο Ιεχωβά, απεκαλύφθη στον Αβραάμ και είπε: «Έξελθε εκ της γης σου, και εκ της συγγενείας σου, και εκ του οίκου του πατρός σου, εις την γην την οποίαν θέλω σοι δείξει· και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν· και θέλω ευλογήσει τους ευλογούντας σε, και τους καταρωμένους σε θέλω καταρασθή· και θέλουσι ευλογηθή εν σοι πάσαι αι φυλαί της γης.» (Γεν. 12:1-3) Ο Αβραάμ υπήκουσε στον Θεό κι’ έλαβε την ευλογία του.
26 Ο Αβραάμ απεδείχθη ευλογία για όλες τις φυλές της γης, όχι μέσω του πρώτου γυιου του Ισμαήλ, αλλά μέσω του δευτέρου γυιου του Ισαάκ. Όταν ο Αβραάμ απέδειξε ότι ήταν ευπειθής στον Ιεχωβά Θεό ακόμη και ως το σημείο να θυσιάση τον αγαπητό του γυιο Ισαάκ μ’ εντολή του Θεού, ο Θεός είπε στον Αβραάμ όταν ήταν στο θυσιαστήριο για να προσφέρη τη θυσία: «Ευλογών θέλω σε ευλογήσει, και πληθύνων θέλω πληθύνει το σπέρμα σου ως τα άστρα του ουρανού, και ως την άμμον την παρά το χείλος της θαλάσσης· και το σπέρμα σου θέλει κυριεύσει τας πύλας των εχθρών αυτού· και εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης· διότι υπήκουσας εις την φωνήν μου.» (Γεν. 22:15-18) Η υπόσχεσις του Θεού εδώ έδειχνε ότι το σπέρμα της «γυναικός» του επρόκειτο να ταυτισθή με το σπέρμα του Αβραάμ για την ευλογία όλων των εθνών της γης.
27, 28. (α) Μέσω τίνος συνεχίσθη αυτή η γενεαλογική γραμμή έως το Σπέρμα ύστερ’ από τον Ισαάκ; (β) Τι δείχνει το Βιβλικό υπόμνημα όσον αφορά την ευλογία των δώδεκα υιών του Ισραήλ;
27 Ο Ιεχωβά Θεός επανέλαβε την υπόσχεσί του για ευλογία στον γυιο του Αβραάμ Ισαάκ. Αλλά ο Ισαάκ απέκτησε διδύμους γυιους, τον Ησαύ και τον Ιακώβ. Ο Θεός εξέλεξε τον δεύτερο γυιο, τον Ιακώβ, κι’ επανέλαβε την υπόσχεσί του για ευλογία σ’ αυτόν. Επίσης, άλλαξε το όνομα του Ιακώβ σε Ισραήλ. Οι σημερινοί Ισραηλίται είναι απόγονοι του Ιακώβ ή Ισραήλ, κι’ εν τούτοις, σήμερα, όλα τα έθνη της γης απέχουν πολύ από το να επιθυμούν να ευλογηθούν μέσω αυτών των κατά σάρκα απογόνων του Ιακώβ ή Ισραήλ. Γιατί συμβαίνει αυτό; Η Βιβλική ιστορία καθιστά σαφή για μας την αιτία. Παρακολουθώντας το υπόμνημά της, σημειώνομε ότι ο Ιακώβ απέκτησε δώδεκα γυιους, οι οποίοι επρόκειτο να γίνουν οι πατριαρχικοί ηγέται των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, ένα οικογενειακό έθνος. Μέσω τίνος απ’ αυτούς τους δώδεκα γυιους ιδιαιτέρως θα ήρχετο το σπέρμα της «γυναικός» του Θεού για να συντρίψη την κεφαλή του μεγάλου Όφεως και να ευλογήση όλα τα έθνη της γης χωρίς καμμιά μεροληψία; Ο Ιακώβ στην επιθανάτιο κλίνη του κάτω στην Αίγυπτο υπέδειξε ποιος θα ήταν αυτός. Δίνοντας τις προφητικές του ευλογίες σ’ όλους τους δώδεκα γυιους, είπε στον τέταρτο γυιο του, τον Ιούδα:
28 «Ιούδα, εσέ θέλουσιν επαινέσει οι αδελφοί σου. . . . Σκύμνος λέοντος είναι ο Ιούδας . . . Δεν θέλει εκλείψει το σκήπτρον εκ του Ιούδα, ουδέ νομοθέτης εκ μέσου των ποδών αυτού, εωσού έλθη ο Σηλώ· και εις αυτόν θέλει είσθαι η υπακοή των λαών.»
29. Ποια γεγονότα κατέχομε τώρα γι’ αυτό το σπέρμα της «γυναικός» του Θεού;
29 Αυτά τα λόγια, που διεφυλάχθησαν για μας στα εδάφια Γένεσις 49:8-10, καθιστούν σαφές ότι εκείνος, που θα συνέτριβε τον μεγάλον Όφιν και θα ευλογούσε όλους τους ευπειθείς ανθρώπους, επρόκειτο να είναι ένας Ιουδαίος. Αυτός επρόκειτο να κρατή το βασιλικό σκήπτρον, και η ράβδος του δικαιωματικού άρχοντος επρόκειτο να επαναπαύεται μεταξύ των ποδών του ή ανάμεσα στα γόνατά του. Αυτός επρόκειτο να είναι Εκείνος στον οποίον ανήκει το όνομα ή ο τίτλος «Σηλώ,» τίτλος ο οποίος σημαίνει «Εκείνος εις τον Οποίον Ανήκει.» Ως ο διωρισμένος από τον Ιεχωβά Θεό Άρχων θα είχε το δικαίωμα της υπακοής σ’ αυτόν όλων των ανθρώπων οι οποίοι ζητούν την ευλογία από το Σπέρμα του Αβραάμ.
30. Πώς γνωρίζομε ότι ο Δαβίδ και ο Σολομών, απόγονοι του Ιούδα, δεν ήσαν κατάλληλοι ως το σπέρμα εκείνο της «γυναικός» του Θεού;
30 Ύστερ’ από εξακόσια σαράντα ένα χρόνια, ή το 1070 π.Χ., ένας απόγονος του πατριάρχου Ιούδα έγινε βασιλεύς ενός έθνους, δηλαδή, ο Δαβίδ ο υιός του Ιεσσαί από την πόλι Βηθλεέμ. Ως βασιλεύς στην Ιερουσαλήμ, αυτός απελάμβανε την υπακοή όλων των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Ετελείωσε την κατάκτησι όλης της γης που ο Θεός είχε υποσχεθή να δώση στον Αβραάμ στη Μέση Ανατολή, και οι λαοί σ’ εκείνες τις κατακτημένες περιοχές ώφειλαν υπακοή στον Βασιλέα Δαβίδ. Αλλά ούτε ο Δαβίδ ούτε ο γυιος του και κληρονόμος του θρόνου, ο Σολομών, απελάμβαναν την υπακοή των λαών σ’ όλη τη γήινη σφαίρα. Η διακυβέρνησις του κόσμου, όμως, επρόκειτο να δοθή σ’ ένα από τους βασιλικούς απογόνους του Δαβίδ στον οποίο ο Θεός θα έδινε μια αιωνία βασιλεία. Ο Θεός τον υπέδειξε αυτόν στον Βασιλέα Δαβίδ με την υπόσχεσι της διαθήκης που έκαμε ο Θεός μαζί του. (2 Σαμ. 7:4-17) Κάτω από την ειρηνική διακυβέρνησι του γυιου του Δαβίδ, του Σολομώντος, ένα μεγάλο τμήμα της γης του Ισραήλ είχε φερθή σε κατάστασι πολύ ομοία με του Παραδείσου.—1 Βασ. 4:20-25.