Οι Δέκα Εντολές—Εκ Θεού, Όχι εξ Ανθρώπων
ΟΙ ΔΕΚΑ Εντολές αποτελούν χωρίς αμφιβολία το περισσότερο γνωστό τμήμα των Γραφών. Οι Ιουδαίοι, Καθολικοί και Διαμαρτυρόμενοι είναι εξοικειωμένοι μ’ αυτές. Η δικαιοσύνη και η σοφία που εκδηλώνουν μαρτυρούν ότι είναι υπερανθρωπίνης προελεύσεως. Εύγλωττα προσθέτουν τη μαρτυρία τους ότι η Γραφή αποτελεί Θεία Αποκάλυψι.
«Η συντομία, η περιεκτικότης, η δύναμις . . . των Δέκα Εντολών τις έχει κάμει να εξέχουν απ’ όλες τις άλλες διδασκαλίες.»1 «Κανένα άλλο θρησκευτικό κείμενο δεν έχει εξασκήσει ποτέ μεγαλύτερη επιρροή επί της ηθικής και κοινωνικής ζωής του ανθρώπου, από τον Δεκάλογο.»2 «Οι εντολές . . . αυτές καθ’ εαυτές απευθύνονται σε μας σαν να έρχωνται από υπεράθρωπη θεία πηγή, και κανείς συνειδητός ή λογικός άνθρωπος δεν μπόρεσε ακόμη να βρη σ’ αυτές ένα ελάττωμα. Απολύτως άψογες, αρνητικές σε όρια αλλά θετικές σε σημασία, ευκόλως στέκονται επί κεφαλής ολοκλήρου του ηθικού μας συστήματος και κανένα έθνος ή λαός δεν μπορεί να συνεχίση επί μακρόν μια ευτυχισμένη ύπαρξι αν ευρεθή σε ανοικτή ρήξι μ’ αυτές».3 «Το μέγιστον μέρος των αγγλικών και αμερικανικών νόμων μας μπορούν να περιορισθούν σε μερικές πολύ μεγαλειώδεις αρχές, που αποτελούν τα θεμέλια του συνόλου και οι οποίες εξηγγέλθησαν από τον Μωυσή.» Οι Δέκα Εντολές απεκλήθησαν, επίσης, ως «ο μεγαλύτερος σύντομος ηθικός κώδιξ που διετυπώθη ποτέ» και «το ιδεώδες πρότυπον όλων των νόμων»4.
Είναι ενδιαφέρον ότι η έκφρασις «Δέκα Εντολαί» δεν βρίσκεται στη Γραφή. Αντιθέτως, αυτή μιλεί γι’ αυτές ως «Δέκα Λόγους.» (Έξοδ. 34:28· Δευτ. 4:13· 10:4, Μετάφρασις Εβδομήκοντα) Κι έτσι προήλθε το όνομα «Δεκάλογος» που χρησιμοποιείται για τις δέκα εντολές. Πολύ κατάλληλα υπάρχουν δέκα, που είναι σύμβολο πληρότητος. Και από τις υπόλοιπες Γραφές μαθαίνομε ότι ο Ιεχωβά Θεός εχρησιμοποίησε αγγέλους για να τις διαβιβάση μέσω του Μωυσέως στους υιούς Ισραήλ και ότι ήταν ο ‘δάκτυλος του Θεού’, που έγραψε τις δέκα αυτές εντολές σε δύο λίθινες πλάκες.—Πράξ. 7:53· Γαλ. 3:19· Έξοδ. 31:18.
Οι Δέκα Εντολές υπήρξαν ο στόχος των κριτικών της Γραφής επί πολλά έτη. Ο Τζ. Μπρέστεντ θα ήθελε να πιστεύωμε ότι «οι Αιγύπτιοι κατείχαν ένα πρότυπο ηθικών αρχών πολύ ανώτερο από το του Δεκαλόγου, πάνω από χίλια χρόνια προτού γραφή ο Δεκάλογος.»5 Εν τούτοις, το γεγονός παραμένει ότι οι Αιγύπτιοι «ουδέποτε μπόρεσαν ν’ αποκηρύξουν την λατρεία των ζώων ή να την καθαρίσουν από την αγροίκο μορφή της ή να παύσουν να σύρωνται ενώπιον των βασιλέων των ή να περιφρονούν τη φρίκη του θανάτου ή να νομίζουν ότι έχουν σχέσι στον τάφο με ευχαριστήσεις της σαρκός ή ν’ απορρίψουν την μαγεία.» Και όλα αυτά εξακολούθησαν μέχρι και του τελευταίου αιώνος προ της κοινής μας χρονολογίας.6
Ιδιαίτερα από τον Ιανουάριο του 1902, όταν οι Γάλλοι αρχαιολόγοι συνεπλήρωσαν την ανακάλυψι του κώδικος του Χαμμουραμπί, κριτικοί της Γραφής προσπάθησαν να μειώσουν τον Δεκάλογο με την αξίωσι ότι οι Ισραηλίται τον εδανείσθησαν απ’ αυτόν τον αρχαιότερον Κώδικα, που αποτελείται από τριακοσίους περίπου νόμους και που καλύπτει πράγματι κάθε φάσι της ανθρωπίνης προσπαθείας. Αλλά το πράγμα δεν έχει έτσι. Ακόμη και αν είχε προηγηθή του Δεκαλόγου επί 150 έως 250 έτη, δεν υπάρχει βάσις για συμπέρασμα ότι ο Δεκάλογος εδανείσθη από τον Κώδικα του Χαμμουραμπί.7 Η έμφασις του Δεκαλόγου είναι στο θρησκευτικό μέρος ενώ του Κώδικος είναι στο κοσμικό. Ένας εξέχων αρχαιολόγος λέγει τα εξής: «Μία σύγκρισις του Κώδικος του Χαμμουραμπί ως συνόλου και των νόμων της Πεντατεύχου ως συνόλου, ενώ αποκαλύπτει ωρισμένες ομοιότητες, πείθει τον σπουδαστή ότι οι νόμοι της Παλαιάς Διαθήκης δεν παρουσιάζουν κατά κάποιον ουσιώδη τρόπο εξάρτησι από τους Βαβυλωνιακούς νόμους. Όσες ομοιότητες υπάρχουν, φαίνεται σαφώς, ηγέρθησαν από μια ομοιότητα προηγουμένων και από μια γενική διανοητική άποψι· οι καταπληκτικές διαφορές δείχνουν ότι δεν υπήρξε άμεσος δανεισμός.»8
Ο ΙΕΧΩΒΑ ΘΕΟΣ ΠΡΩΤΟΣ
Οι «Δέκα Λόγοι» διατυπώνονται σε οξεία, σύντομη γλώσσα, αποτελούμενοι, στο Εβραϊκό κείμενο, από 120 μόνον λέξεις.9 Αποκαλύπτουν σοφία και ηθική κατά πολύ υψηλότερες απ’ ό,τι θα μπορούσε να κατορθώση αβοήθητος ο πεπτωκώς άνθρωπος. Λογικά, ο Ιεχωβά Θεός τίθεται πρώτος. Και όμως αυτός είναι ο αντίθετος ακριβώς τρόπος από εκείνον, με τον οποίον θα τον είχαν γράψει οι σοφοί του κόσμου. Σπουδασταί Πανεπιστημίου, κατατάσσοντας τις Εντολές σε τάξι σπουδαιότητος, τοποθετούν το καθήκον του ανθρώπου προς άνθρωπον πρώτο.10 Αλλά η πρώτη είναι η πιο σπουδαία: «Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού.» Ο Ιεχωβά Θεός, ο μόνος που έβγαλε τους Ισραηλίτας έξω από την Αίγυπτο, απέδειξε ότι είναι ο Παντοδύναμος Θεός, ο Ύψιστος, ο Υπέρτατος Κυρίαρχος. Κατά συνέπειαν δεν θα ήταν δυνατόν να έχη αντιπάλους. Η πρώτη εντολή περιελάμβανε το αξίωμά του, την μοναδική του θέσι.—Έξοδ. 20:3.
Η δευτέρα εντολή απηγόρευε την ειδωλολατρία· περιελάμβανε το πρόσωπον του Ιεχωβά, την οντότητά του· το να κάνη κανείς είδωλο ή αναπαράστασι του Ιεχωβά θα ήταν ύβρις προς τη δόξα της Προσωπικότητός του: «Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα είναι εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκυνήσης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός ζηλότυπος [απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν], ανταποδίδων τας αμαρτίας των γονέων επί τα τέκνα, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς των μισούντων με· και κάμνω έλεος εις χιλιάδας γενεών των αγαπώντων με, και φυλαττόντων τα προστάγματά μου.»—Έξοδ. 20:4-6, ΜΝΚ.
Εν όψει της λατρείας πλασμάτων στην Αίγυπτο και της ευρύτατα διαδεδομένης ειδωλολατρίας στη Χαναάν, ο νόμος αυτός ήταν πάρα πολύ ζωτικός. Ο άνθρωπος έχει την τάσι να κατασκευάζη αναπαραστάσεις για να τον βοηθούν στη λατρεία, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν τη λατρεία οι αναπαραστάσεις μάλλον παρά ο Θεός. Η θεία σοφία προείδε αυτή την τάσι. Είναι ενδιαφέρον το ότι οι αρχαιολόγοι δεν βρήκαν ποτέ καμμιά αναπαράστασι του Ιεχωβά στις ανασκαφές τους. Όταν οι Ισραηλίται έπεσαν από την αληθινή λατρεία, έκαμαν είδωλα ειδωλολατρικών θεοτήτων και τα ελάπρευαν.11—Δευτ. 4:15-20.
Δεν θα πρέπει επίσης να παραβλεφθή το θετικό στοιχείο της δευτέρας εντολής: Η χρηστότης του Ιεχωβά είναι προς εκείνους που τον αγαπούν και υπακούουν στις εντολές του. Το να έλθουν οι συνέπειες των αμαρτιών των πατέρων επί των απογόνων των δεν αποτελεί αδικία καθόλου, αλλά λειτουργία απλώς των αδυσωπήτων νόμων της ανταποδόσεως και κληρονομικότητος. Ούτε ο Ιεχωβά είναι «ζηλότυπος» Θεός όπως είναι οι άνθρωποι ζηλότυποι, λόγω ιδιοτελείας και αδυναμίας. Όχι, απαιτεί την «αποκλειστικήν αφοσίωσιν» των πλασμάτων του, επειδή το να του την αποδίδουν αποτελεί προστασία των πλασμάτων του. Αν αστοχούσε να την απαιτήση, αυτό θα ήταν απάρνησις του εαυτού του, ως επίσης εκδήλωσις αδιαφορίας για την ευημερία των πλασμάτων του.
Η τρίτη εντολή λέγει: «Μη λάβης το όνομα Ιεχωβά του Θεού σου επί ματαίω· διότι δεν θέλει αθωώσει ο Ιεχωβά τον λαμβάνοντα επί ματαίω το όνομα αυτού.» (Έξοδ. 20:7, ΜΝΚ) Αναμφιβόλως, ο πρώτιστος σκοπός της εντολής αυτής ήταν να απαγορεύση να χρησιμοποιήται το όνομα του Ιεχωβά με ασεβή, ανίερο ή βλάσφημο τρόπο. Μερικοί που αστοχούν να προσέξουν την περίβλεπτη θέσι, που ο Ιεχωβά δίνει στο όνομά του δια μέσου όλου του λόγου του, ερωτούν γιατί αυτή να είναι μια από τις δέκα εντολές. Κατ’ επέκτασιν η εντολή αυτή θα επέσυρε την προσοχή εναντίον της αποδόσεως προς τον Ιεχωβά υπηρεσίας χειλέων, με το να αξιούν ότι κάποιος είναι εκ του λαού του Ιεχωβά και όμως να μη ζη σύμφωνα με ό,τι απαιτείται απ’ αυτόν. Όταν το έθνος Ισραήλ απεστάτησε, στην πραγματικότητα ελάμβαναν το όνομα του Ιεχωβά εις μάτην.—Ησ. 43:10.
Χωρίς παράλληλο σε οποιονδήποτε άλλον αρχαίο κώδικα νόμων είναι η τετάρτη εντολή: «Ενθυμού την ημέραν του σαββάτου, δια να αγιάζης αυτήν· έξ ημέρας εργάζου, και κάμνε πάντα τα έργα σου· η ημέρα όμως η εβδόμη είναι σάββατον Ιεχωβά του Θεού σου· μη κάμης εν ταύτη ουδέν έργον, μήτε συ, μήτε ο υιός σου, μήτε η θυγάτηρ σου, μήτε ο δούλος σου, μήτε η δούλη σου, μήτε το κτήνος σου, μήτε ο ξένος σου, ο εντός των πυλών σου· διότι εις έξ ημέρας εποίησεν ο Ιεχωβά τον ουρανόν και την γην, την θάλασσαν, και πάντα τα εν αυτοίς· εν δε τη ημέρα τη εβδόμη κατέπαυσε· δια τούτο ευλόγησε Ιεχωβά την ημέραν του σαββάτου, και ηγίασεν αυτήν.»—Έξοδ. 20:8-11, ΜΝΚ.
Ο νόμος αυτός, ενώ υπενθύμιζε στους Ισραηλίτας την καταλληλότητα της εργασίας, ενεργούσε κυρίως ως προληπτικόν μέτρον στο να γίνουν υλισταί. Απεριόριστη μέσα σ’ αυτόν τον νόμο ήταν η αγάπη του Θεού, η υγιής, κατάλληλη αγάπη προς τον εαυτό μας και η αγάπη προς τον πλησίον. Η εβδόμη ημέρα ανήκε στον Θεό· με το να μην εργάζωνται, και αυτό ήταν η απόδειξις, επλήρωναν την οφειλή τους προς τον Ιεχωβά για κάθε τι που μπορούσαν να προμηθευθούν εργαζόμενοι κατά τις έξη ημέρες. Μ’ ένα απτό τρόπο, ανεγνώριζαν έτσι τον Δημιουργό τους, και όχι μόνον με το να μην εργάζωνται αλλ’ επίσης με το να τον λατρεύουν κατά την ημέρα εκείνη: «Εάν αποστρέψης τον πόδα σου από του σαββάτου, από του να κάμνης τα θελήματά σου εν τη αγία μου ημέρα, και ονομάζης το σάββατον τρυφήν, αγίαν ημέραν του Ιεχωβά, έντιμον, και τιμάς αυτό, μη ακολουθών τας οδούς σου, μηδέ ευρίσκων εν αυτώ το θέλημά σου, μηδέ λαλών τους λόγους σου,» τότε ο Ιεχωβά Θεός θα σε ευλογήση.—Ησ. 58:13, ΜΝΚ.
Επί πλέον, ο νόμος αυτός απέβλεπε στην ευημερία όλων των ζώντων πλασμάτων του Ισραήλ. Δεν μπορούσε κανείς να προχωρή ακατάπαυστα, αλλά έπρεπε να αναπαύεται μια ημέρα σε κάθε επτά· επίσης, η οικογένεια, ο δούλος και ο ξένος· ούτε παρεβλέποντο και τα υποζύγια κτήνη. Ο καθένας και όλοι έπρεπε να έχουν μια παύσι από την κουραστική, επίμοχθη και κοπιώδη εργασία μία ημέρα στις επτά. Οι αρχαίοι Ρωμαίοι εχλεύαζαν την απώλεια χρόνου με την ανάπαυσι κάθε εβδόμης ημέρας· οι άθεοι Γάλλοι επαναστάται προσπάθησαν να εισαγάγουν το δεκαδικό σύστημα, μια ημέρα αναπαύσεως κάθε δέκα ημέρες, αλλ’ αυτό απέτυχε. Η αξία της αναπαύσεως την εβδόμη ημέρα εκτιμάται σήμερα από όλους, αν και λίγοι μόνον την χρησιμοποιούν για να τιμήσουν τον Θεό.
ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
Η πρώτη εντολή περιελάμβανε τη θέσι και το αξίωμα του Ιεχωβά Θεού, η δευτέρα την Οντότητά του ή Προσωπικότητά του, η τρίτη το όνομά του, η τετάρτη τα δικαιώματά του και όσα του ανήκαν. Αυτές οι τέσσερες γενικά καταγράφονται ως σχετιζόμενες με τον Θεό και οι υπόλοιπες έξη ως σχετιζόμενες με τον άνθρωπο, τις ανθρώπινες σχέσεις. Η πέμπτη εντολή, εν τούτοις, δύναται να λεχθή ότι περιελάμβανε και τα δύο, κατά το ότι οι γονείς εχρησίμευαν ως αντιπρόσωποι του Θεού, αποδίδοντας δ’ ένας τιμή και υπακοή σ’ αυτούς, θα εκτιμούσε τον Ιεχωβά και θα υπήκουε σ’ αυτόν. Η εντολή απαιτούσε: «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου, δια να γείνης μακροχρόνιος επί της γης, την οποίαν σοι δίδει Ιεχωβά ο Θεός σου.» (Έξοδ. 20:12, ΜΝΚ) Η εντολή αυτή, η μόνη που περιλαμβάνει υπόσχεσι, έφθανε στη ρίζα των ζητημάτων, εμποδίζοντας έτσι τη νεανική εγκληματικότητα. Το συμπέρασμα, βεβαίως, είναι ότι οι γονείς οι ίδιοι, υπήκουαν στον νόμο του Θεού. Άλλα μέρη του νόμου του Μωυσέως έδειχναν ότι ο νόμος αυτός είχε κυρώσεις, δόντια, όπως θα μπορούσε κανείς να πη. Κατάφωροι παραβάται του νόμου ελιθοβολούντο μέχρι θανάτου. (Δευτ. 21:18-21) Τέκνα που τιμούσαν και εσέβοντο τους γονείς των θα έκλιναν στο να σέβωνται όλους τους πρεσβυτέρους των και ως εκ τούτου να ακολουθούν την πορεία εκείνη που θα απεδεικνύετο ως η πιο υγιής γι’ αυτά.
Ερχόμενοι στις επόμενες πέντε εντολές, βρίσκομε ότι στην εβραϊκή διατυπώνονται πολύ απότομα, όπως, επί παραδείγματι, «Μη φονεύσης.» Μόνο σχετικά με το σημείο αυτό μπορεί να γίνη κάποια σύγκρισις μεταξύ του Δεκαλόγου και των κωδίκων άλλων λαών. Αλλ’ αυτό δεν θα απεδεικνύετο κάτι το εκπληκτικόν. Ακόμη και ο Κάιν ανεγνώρισε ότι για το φόνο του αδελφού του Άβελ ήταν άξιος θανάτου. Έτσι, στο Αιγυπτιακό Βιβλίο των Νεκρών, που εγράφη αιώνες προ του Δεκαλόγου, διαβάζομε ότι γίνεται από κάποιον επίκλησις των αρετών ενός που δεν είχε φονεύσει, ούτε κλέψει, ούτε διαπράξει μοιχεία ούτε ψευδομαρτυρήσει.12
Η θέσις των τελευταίων αυτών πέντε εντολών ενέχει μεγαλύτερη σημασία, διότι ακολουθούν μια σειρά από μεγαλύτερη βλάβη προς τη μικρότερη κατά του πλησίον. Έτσι, η έκτη εντολή απαγορεύει την αφαίρεσι της ζωής του πλησίον· η εβδόμη, της συζύγου του· η ογδόη, της περιουσίας του. Μεταβαίνοντας από έργα σε λόγους, η ενάτη απαγορεύει να ομιλή κανείς ψευδώς κατά του πλησίον του, η δε δεκάτη απαγορεύει τις ιδιοτελείς σκέψεις εναντίον του. Ο τελευταίος αυτός νόμος είναι, επίσης, μοναδικός στις Δέκα Εντολές. Κανείς άνθρωπος ή σώμα νομοθετών δεν ωνειρεύθη ποτέ να θεσπίση νόμο κατά της παρανόμου επιθυμίας. Γιατί; Διότι δεν υπάρχει τρόπος ανθρώπινος για να τον επιβάλη. Και όμως ο Ιεχωβά τον κατέστησε μέρος του Δεκαλόγου. Γιατί; Διότι μ’ αυτόν το νόμο έφθανε στην πηγή ή την αιτία παραβάσεως των άλλων εντολών, που περιελάμβαναν τον πλησίον, δηλαδή, στην ιδιοτέλεια. Και ενώ οι άνθρωποι δεν μπορούν να επιβάλουν τέτοιο νόμο, ο Ιεχωβά Θεός με το να τον δώση κατέστησε τον καθένα από τον λαό του πνευματικό ή ηθικό αστυφύλακα για τον εαυτό του, να το πούμε έτσι καθιστούσε τον καθένα υπεύθυνο στον Θεό ότι δεν θα επιθυμούσε κάτι που ανήκε στον πλησίον του.
Αφού οι Δέκα Εντολές, από την αρχή ως το τέλος, με τα όσα καθορίζουν, ως επίσης και με τη σειρά κατατάξεώς των, καθαρά δείχνουν ότι ο Ιεχωβά Θεός μόνος μπορούσε να είναι ο Συγγραφεύς των, σημαίνει αυτό ότι οι Χριστιανοί παραμένουν ακόμη δεσμευμένοι σ’ αυτές; Όχι, δεν μπορεί να είναι το συμπέρασμα αυτό κατ’ ανάγκην. Ο Θεός δύναται τόσο να θεσπίζη όσο και να καταργή τους νόμους του. Ο Δεκάλογος, μαζί με 600 περίπου άλλους νόμους του Μωσαϊκού Κώδικος Νόμων, ως επίσης με τις κυρώσεις λιθοβολισμού, εκαρφώθη επί του ξύλου του μαρτυρίου του Ιησού από τον Ιεχωβά Θεό, απελευθερώνοντας έτσι τους Χριστιανούς από τον Δεκάλογο. Οι Χριστιανοί ‘δεν είναι υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν’. Και αντί του Δεκαλόγου οι Χριστιανοί έχουν το πνεύμα του Θεού και την αγάπη ως δυνάμεις για τη δικαιοσύνη. Οι βασικές αρχές των Δέκα Εντολών, όμως, δεν διεγράφησαν· θα εφαρμόζωνται πάντοτε. Ακριβώς το πώς εμφανίζονται οι αρχές αυτές στις εντολές του Θεού για τους Χριστιανούς θα αφήσωμε να μας το πη το περιοδικό αυτό σ’ ένα μελλοντικό άρθρο του.—Ρωμ. 6:14· 13:8-10· Εφεσ. 2:14-16· Κολ. 2:16, 17.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Εγκυκλοπαιδεία της Θρησκείας και Ηθικής.
2. Η Πεντάτευχος και οι Νόμοι, Εξοδος.
3. Μούουρ κατά Στρίκλινγκ (1899).
4. Ο Βιβλικός Νόμος υπό Κλαρκ.
5. Οι Αρχαίες Αναγραφές της Αιγύπτου—Μπρίστεντ.
6. Το Βιβλίο των Βιβλίων: Μία Εισαγωγή—Σ. Γκόλντμαν.
7. Αρχαιολογία και Βιβλική Ιστορία—Φρη.
8. Αρχαιολογία και η Βίβλος—Μπάρτον.
9. Η Παγκόσμιος Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαιδεία.
10. Θεμέλια για Ανοικοδόμησι—Ε. Τρούμπλουντ.
11. Εφημερίς Μελετών Εγγύς Ανατολής—Τζ. Ε. Ράιτ.
12. Φως από το Αρχαίο Παρελθόν—Φίνεγκαν.