Ο Δρόμος για να Φθάση ο Άνθρωπος σε Τελεία Ακεραιότητα
1. Ποιους περιλαμβάνει η απόκτησις του αποκαταστημένου παραδείσου επάνω στη γη;
ΣΤΟ προηγούμενο άρθρο είδαμε πώς ο άνθρωπος έχασε τον παράδεισο παραβαίνοντας την ακεραιότητά του προς τον Θεό και έτσι παρεκκλίνντας από το στόχο. Τώρα θα μελετήσωμε πώς ο αποκαταστημένος παράδεισος πρόκειται ν’ αποκτηθή από τους απολυτρωμένους απογόνους του αμαρτωλού Αδάμ. Το ότι θ’ αποκτήσουν τον αποκαταστημένο παράδεισο επάνω στη γη δεν σημαίνει μια παγκόσμια επιστροφή και του τελευταίου μέλους της οικογενείας του πρώτου Αδάμ. Μάλλον θα ιδούμε ότι αυτό περιλαμβάνει μόνο εκείνους που έρχονται σε μια νέα οικογενειακή διάταξι κάτω από έναν άλλον Αδάμ ένα ζωοδότην Πατέρα που είναι επί κεφαλής ενός νέου ποιμνίου σαν ένας συνετός ποιμήν.—Ησ. 9:6· Ιωάν. 10:11-16.
2, 3. Γιατί δεν εδόθη νόμος από τον Θεό στον Αδάμ μετά την έξωσί του από την Εδέμ και πότε και σε ποιους εδόθη ένας πλήρης κώδιξ νόμων που ερρύθμιζαν όλες τις σχέσεις της ζωής;
2 Για ν’ αρχίσωμε, ρωτούμε, Επανεξέθεσε μήπως κάποτε ο Ιεχωβά τον στόχο του της τελείας υπακοής στον Αδάμ αφότου αυτός απεπέμφθη από τον παράδεισο της Εδέμ; Δεν υπάρχει απόδειξις ότι ο Θεός μίλησε κάποτε εκ νέου στον στασιαστήν Αδάμ μετά τη δίκη του στον κήπο της Εδέμ. Αφού ο Θεός έδωσε τον νόμο του στον Αδάμ όταν ήταν τέλειος και όμως ο Αδάμ ιδιοτελώς παρέβη τον θείον νόμον, ο Θεός δεν θα έκανε στον ήδη ατελή, στασιαστικόν Αδάμ μια επανέκθεσι του νόμου του ή μιας νέας σειράς νόμων με την ελπίδα να επιτύχη αυτός τον στόχο της τελείας ακεραιότητος προς τον Θεό, τον υπέρτατο Νομοθέτη. Αργότερα ο Ιεχωβά μίλησε στους απογόνους του Αδάμ, όπως στον Άβελ, στον Ενώχ, στον Νώε και στον Αβραάμ δίνοντας σ’ αυτούς τους ατελείς αλλά αγίους άνδρας μερικές αποκαλύψεις των σκοπών Του, και υπάρχει η αναγραφή ότι ο Θεός επέβαλε υποχρεώσεις στον Αβραάμ και του έδωκε εντολές, διατάγματα και νόμους (Γέν. 26:5· 2 Πέτρ. 1:1, 21· 3:2), δεν υπάρχει όμως αναγραφή ότι ένας τέλειος, λεπτομερής κώδιξ νόμων που να ρυθμίζουν όλες τις σχέσεις της ζωής, εδόθη ποτέ σε οποιονδήποτε απ’ αυτούς. Πράγματι, ο Παύλος δείχνει ότι ως την εποχή του Μωυσέως δεν υπήρχε τέτοιος περιληπτικός κώδιξ νόμων δοσμένος από τον Θεό. Εν τούτοις, η αμαρτία και ο σύντροφος της, η ποινή του θανάτου, εξακολούθησε να βασιλεύη, αλλά κανείς άνθρωπος, περιλαμβανομένων του Άβελ, του Ενώχ, του Νώε και του Αβραάμ δεν μπορούσε να καθορίση πόσο εξέκλινε από τον θείον στόχον της ανθρωπίνης τελειότητος. Δεν μπορούσαν να πουν σε ποιο βαθμό υστερούσαν «της δόξης του Θεού». Γιατί; «Διότι μέχρι του νόμου [του μέσω του Μωυσέως] ήτο εν τω κόσμω η αμαρτία· αμαρτία όμως δεν λογίζεται όταν δεν ήναι νόμος. Αλλ’ εβασίλευσεν ο θάνατος από Αδάμ μέχρι Μωυσέως και επί τους μη αμαρτήσαντας κατά την ομοιότητα της παραβάσεως του Αδάμ όστις είναι τύπος του μέλλοντος.» Εδώ ο Παύλος υπαινίσσεται την έλευσι ενός ομοίου με τον Αδάμ ενός δευτέρου Αδάμ.—Ρωμ. 5:13, 14· 1 Κορ. 15:45.
3 Αλλά δεν έδωσε ο Ιεχωβά άλλους νόμους πριν από τον καιρό του Μωυσέως που εστιγμάτιζαν τους παραβάτας; Ναι. Εκτός από εκείνους που εδόθησαν στον Αβραάμ υπήρχαν νόμοι σαν εκείνους που απηγόρευαν τη βρώσι αίματος και απηγόρευαν τον φόνο, όπως αυτοί που εδόθησαν στον Νώε. (Γέν. 9:4-6) Ο Ιωσήφ, ο δισέγγονος του Αβραάμ, μίλησε για αμάρτημα εναντίον του Θεού με το να διαπράξη κανείς μοιχεία με την γυναίκα του κυρίου του. (Γέν. 39:7-9) Ο Ιεχωβά εφύλαξε τον Βασιλέα Αβιμέλεχ από το να αμαρτήση εναντίον του με το να διαπράξη εν αγνοία μοιχεία με την σύζυγο του Αβραάμ. (Γέν. 20:6, 7) Οι ειδικοί αυτοί νόμοι ερρύθμιζαν ωρισμένες ανθρώπινες σχέσεις, αλλά δεν αποτελούσαν ένα πλήρη κώδικα νόμων που να διέπουν ένα έθνος σαν τον Ισραήλ και να καθορίζουν μια ειδική πορεία αγίας αφοσιώσεως σ’ ένα Θεόν Βασιλέα. Ένα τέτοιο σώμα νόμων που να προσδιορίζουν ειδική διαγωγή απέναντι ενός Θεού Άρχοντος σε όλες τις υποθέσεις της ζωής δεν ήλθε σε ύπαρξι παρά μόνον όταν ο Θεός έδωσε τον Νόμον στον Ισραήλ μέσω του μεσίτου Μωυσέως στο 1513 π.Χ.
4, 5. Ποιους εδέσμευε νομικώς η διαθήκη του νόμου, ποια σχέσι καθίδρυε, και πώς περιελάμβανε αγιότητα;
4 Μολονότι η διαθήκη του νόμου ήταν δεσμευτική μόνο στο Ιουδαϊκό έθνος, όμως η διαπαιδαγώγησίς των κάτω από αυτήν και τα μέλλοντα πράγματα που αυτή υπεδείκνυε, επρόκειτο τελικά να ωφελήσουν ανθρώπους όλων των εθνών. Η διαθήκη του νόμου ήταν ένα σώμα νομοθεσίας που απετελείτο από τις Δέκα Εντολές και εξακοσίους περίπου προσθέτους νόμους. Ολόκληρος αυτός ο νομικός κώδιξ εχρησίμευσε ως ένα Σύνταγμα που διωργάνωσε τους Ισραηλίτες σ’ ένα άγιο έθνος με κυβερνητική σχέσι προς τον Θεόν Βασιλέα Ιεχωβά. Σχετικά με τούτο, ο Ιεχωβά είπε στον Ισραήλ: «Τώρα λοιπόν, εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα, και έθνος άγιον.»—Έξοδ. 19:5, 6.
5 Αυτός ο κώδιξ νόμων που εδόθη μέσω του Μωυσέως ήταν τέλειος. Ήταν δίκαιος. Ήταν καλός. Και ήταν άγιος. (Ψαλμ. 19:7· Ρωμ. 7:12· 1 Τιμ. 1:8) Απεκάλυπτε έναν υψηλόν κανόνα αγιότητος. Οι λέξεις «άγιος» και «αγιότης» χρησιμοποιούνται 130 φορές και πλέον εν σχέσει με τη διαθήκη αυτή του νόμου. Ο κώδιξ περιείχε νόμους που προνοούσαν για άγιες ημέρες σαββάτου, για άγια ενδύματα για τους λειτουργούντας ιερείς του, για άγιον τόπον συναντήσεως μεταξύ του Θεού-Βασιλέως και των αγίων δούλων του, για άγιον χριστήριον έλαιον, για αρχιερέα στεφανωμένον με μια επιγραφή «Αγιασμός ανήκει εις τον Ιεχωβά», για άγια αντικείμενα, άγιες συνελεύσεις και άγιες συνεισφορές. Ο Νόμος περαιτέρω διέτασσε να κρατήται ο λαός τελετουργικά καθαρός ενώπιον του αγίου Θεού Βασιλέως του με το να τρώγη καθαρές τροφές, με διάφορα λουτρά του σώματος, με το να κάνη θυσίες για αμαρτίες και με το να απέχη από νεκρά πράγματα.—Έξοδ. 16:23· 28:2· 29:29· 30:25· 39:30, ΜΝΚ· Λευιτ. 5:15· 23:3· Αριθμ. 18:19.
ΠΡΟΔΟΣΙΑ
6, 7. Γιατί η παράβασις της Πρώτης και Δευτέρας Εντολής άξιζε μια τόσο βαριά ποινή;
6 Μερικοί σύγχρονοι επικρίνουν αλαζονικά τον Ζώντα Θεόν επειδή είχε θεσπίσει την ποινή του θανάτου για κείνους που παρέβαιναν την Πρώτη και τη Δευτέρα Εντολή, που οι σύγχρονοι αυτοί ισχυρίζονται ο τι είναι απλώς ηθικοί νόμοι. (Δευτ. 13:6-10· Λευιτ. 20:2) Τα άτομα αυτά αγνοούν το γεγονός ότι οι δύο αυτές εντολές δεν ήσαν μόνο εισαγωγικές σ’ έναν ηθικό κώδικα, αλλ’ αποτελούσαν μέρος των γραπτών κανόνων δικαίου του έθνους, πραγματικά το προοίμιον του Συντάγματός του, και επί πλέον, ερρύθμιζαν την προσωπική υποτέλεια κάθε Ισραηλίτου στον Κυρίαρχον Βασιλέα του Ιεχωβά. Σημειώστε την αποκλειστική υποτέλεια που απαιτείται από τη Δευτέρα Εντολή. «Μη προσκυνήσης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά [τα είδωλα]· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.» (Έξοδ. 20:5· 34:14, ΜΝΚ) Συνεπώς, ένας Ισραηλίτης, με το να αποστατήση από την καθαρή λατρεία για να λατρεύση θεόν άλλον παρά τον Ιεχωβά ή να εγκολπωθή την ειδωλολατρία προσκυνώντας είδωλα, μ’ αυτήν ακριβώς την παράβασι της Πρώτης και Δευτέρας Εντολής, διέπραττε το πιο μεγάλο έγκλημα στη χώρα και ήταν άξιος της πιο βαριάς ποινής.
7 Ακούστε τι έχει να πη επάνω σ’ αυτό το ζήτημα μια Βιβλική αυθεντία, ο Γεώργιος Μπους, στο σύγγραμμα του Σημειώσεις, Κριτικές και Πρακτικές επάνω στην Έξοδο, Τόμος II, σελίς 4: «Η ειδωλολατρία έγινε όχι μόνο η παράβασις ενός ηθικού παραγγέλματος πολύ επιβαρυντικού χαρακτήρος, αλλ’ επίσης μια πράξις προδοσίας εναντίον του κράτους. Ήταν κατ’ ουσίαν μια απόρριψις της εξουσίας του ανεγνωρισμένου των Άρχοντος. Ήταν μια διάρρηξις του αρχικού συμβολαίου των, ένας φανερός στασιασμός εναντίον του Θεού, μια θετική αποβολή ενόρκου υποτελείας, και επομένως, σύμφωνα με τις καθιδρυμένες αρχές όλων των κυβερνήσεων, άξιζε δικαίως την πιο βαριά ποινή.»
8. (α) Πώς θα εθεωρούσαν σήμερα οι νόμοι των εθνών μια ενέργεια εναντίον του αξιώματος του κυριάρχου; (β) Σε τι δίνουν μεγάλη προσοχή οι μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα, και γιατί;
8 Πραγματικά, σύμφωνα με τους νόμους των εθνών σήμερα η παραπάνω ενέργεια εναντίον του αξιώματος της κυριάρχου εξουσίας θα εθεωρείτο μεγάλη προδοσία. Έτσι την ορίζει το Νομικό Λεξικό τον Μπούβιερ (1934) στη σελίδα 689, σχολιάζοντας τον Αγγλικόν νομικόν όρον «λήιζ μάτζεστυ» (lese majesty), που σημαίνει ακριβώς ενέργεια εναντίον της κυριάρχου εξουσίας ή, λεπτομερέστερα, οποιοδήποτε από τα διάφορα αδικήματα που παραβιάζουν το αξίωμα ενός κυριάρχου άρχοντος. Συνεπώς, το αδίκημα που διέπραξε ο Αδάμ στην Εδέμ εναντίον της κυριάρχου μεγαλειότητος του Ιεχωβά και η διάρρηξις από τους πολλούς Ισραηλίτες της υποτελείας των στον Θεόν-Βασιλέα Κυρίαρχον, εξισούτο με τα πολύ αξιόμεμπτα εγκλήματα σύμφωνα ακόμη και με τους σημερινούς νομικούς κανόνας. Επομένως βλέπομε ότι ο Ισραήλ κάτω από ένα νόμον που ώριζε την αμαρτία και υπερήσπιζε την αγιότητα έφερε στον εαυτό του μεγάλες δυνατότητες ευλογιών ή τρομερών συνεπειών λόγω παρεκκλίσεως από το στόχο με παραλείψεις και παραβάσεις του νόμου. (Δευτ. 28:1-68) Οι μικρόψυχοι χλευασταί ας λάβουν υπό σημείωσιν ότι οι σημερινοί μάρτυρες του Ιεχωβά δίδουν ακόμη μεγάλη προσοχή στις αρχές που περιλαμβάνονται στην Πρώτη και στη Δευτέρα Εντολή με το να αρνούνται να αποδώσουν σωτηρία ή να προσκυνήσουν τη σημαία οποιουδήποτε έθνους ή να ασκήσουν ειδωλολατρία, για να παραμείνη η αποκλειστική αφοσίωσίς των στον Ιεχωβά Θεό όσο το δυνατόν καθαρώτερη.
9. Μπορούσαν οι Ιουδαίοι να δικαιωθούν επιτυχώς μέσω του Νόμου; Γιατί απαντάτε έτσι;
9 Ήταν δυνατόν για τους ατελείς Ισραηλίτες να τηρήσουν τελείως αυτόν τον νόμο και έτσι να ανυψωθούν στον υψηλόν, αποκαλυμμένον κανόνα του Θεού, τον κανόνα της αποκλειστικής αγιότητος και δικαιοσύνης; Η απάντησις είναι ένα αποφασιστικό όχι, όπως βρίσκεται στη Βιβλική ιστορία του Ιουδαϊκού έθνους στη διάρκεια των χιλίων πεντακοσίων περίπου ετών της λειτουργίας της διαθήκης του νόμου. Πολλοί αυτοδικαιωνόμενοι Ιουδαίοι ενόμιζαν ότι με τα έργα του νόμου θα μπορούσαν να γίνουν τόσο άγιοι ώστε ν’ ανταποκριθούν στον υψηλόν θείον κανόνα της αγιότητος και ότι ο Θεός θα έπρεπε να τους ανακηρύξη δικαίους ή να τους δικαιώση μέσω του νόμου. Αλλά ο Παύλος εμφατικά δείχνει: «Διότι εξ έργων νόμου δεν θέλει δικαιωθή ουδεμία σαρξ ενώπιον αυτού.»—Ρωμ. 3:9-20.
ΓΙΑΤΙ ΕΔΟΘΗ Η ΔΙΑΘΗΚΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ
10. Από ποια άποψι θα έπρεπε να έχη χρησιμεύσει ο Νόμος στους Ιουδαίους, και τι θα έπρεπε να τους δείξη;
10 Γιατί, λοιπόν, εδόθη ένας τέλειος νόμος αγιότητος στους Ιουδαίους; Υπήρχαν πολλές αιτίες, όπως δείχνουν οι Γραφές. Πρώτον ο νόμιμος κανών της αγιότητος θα έπρεπε να έχη χρησιμεύσει σαν κάτοπτρον στους Ιουδαίους. Κάθε φορά που εκύτταζαν σ’ αυτό το κάτοπτρον εξετάζοντας την πορεία της ζωής των απέναντι των απαιτήσεων του νόμου, θα έπρεπε αυτό να τους δείχνη τι είναι αμαρτία και πόσο υστερούσαν από την τελεία δόξα του Θεού. Ο Παύλος υπεστήριξε ορθά: «Αλλά την αμαρτίαν δεν εγνώρισα, ειμή δια του νόμου.» «Επειδή δια του νόμου γίνεται η γνώρισις της αμαρτίας.» (Ρωμ. 7:7· 3:20) Επίσης κάθε φορά που έβλεπαν στον εαυτό τους την έλλειψι αποκλειστικής αφοσιώσεως και τις αδυναμίες των υπό τον νόμον, οι οποίες απαιτούσαν θυσίες ζώων για να κατευνασθή η δυσμένεια του Θεού-Βασιλέως των, αυτό θα έπρεπε να δημιουργήση μέσα τους μια έντονη συναίσθησι της ανάγκης ενός γνησίου λυτρωτού. Θα έπρεπε να τους οδηγήση στο να επιθυμήσουν τον Χριστόν, στον οποίον θα μπορούσαν να πιστεύσουν. «Πριν δε έλθη η πίστις, εφρουρούμεθα υπό τον νόμον, συγκεκλεισμένοι εις την πίστιν ήτις έμελλε να αποκαλυφθή. Ώστε ο νόμος έγεινε παιδαγωγός ημών εις τον Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως.»—Γαλ. 3:23, 24.
11. Για ποια αιτία ακόμη εδόθη η διαθήκη του νόμου, και τι δείχνουν τα γεγονότα;
11 Πώς θα έπρεπε ακόμη η διαθήκη του νόμου να έχη οδηγήσει τους Ιουδαίους να δεχθούν τον Χριστόν όταν ήλθε; Θα έπρεπε να τους έχη καταστήσει ικανούς ν’ αναγνωρίσουν τον δεύτερον Αδάμ όταν ενεφανίσθη για να εγκαινιάση μια νέα σχέσι με τον Ιεχωβά Θεό. Ήταν γραμμένο στον νόμο, «Θέλετε φυλάττει λοιπόν τα προστάγματά μου, και τας κρίσεις μου· τα οποία κάμνων ο άνθρωπος, θέλει ζήσει δι’ αυτών. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά.» (Λευιτ. 18:5, ΜΝΚ· Ρωμ. 10:5) Με άλλα λόγια, οποιοσδήποτε άνθρωπος που θα τηρούσε πλήρως ολόκληρον τον νόμον, που εχρησίμευε τότε ως θείος κανών αποκλειστικής αγιότητος, θα ήταν ένας αναμάρτητος άνθρωπος, ένας άνθρωπος που θα είχε τη δικαίωσι του Ιεχωβά, η οποία θα του παρείχε το δικαίωμα της τελείας ανθρωπίνης ζωής. Ο άνθρωπος αυτός, επομένως, θ’ αντιστοιχούσε με τον πρώτον τέλειον Αδάμ προτού αμαρτήση. Έτσι η διαθήκη του νόμου θα καθιστούσε ικανούς τους πιστούς Ιουδαίους να είναι άγρυπνοι να προσδιορίσουν την ταυτότητα ενός τέτοιου τελείου ανθρώπου ο οποίος θα είχε τα προσόντα του τελείου λυτρωτού. Αυτή ήταν μια άλλη απαίτησις στην οποίαν ο υποσχεμένος Μεσσίας των ή Χριστός θα έπρεπε ν’ ανταποκριθή. Ανταπεκρίθη άρα γε ο Ιησούς, ο Χριστός, στη ζωτική αυτή απαίτησι τελείας αγιότητος, αναμαρτησίας, με το να είναι αποκλειστικά αφωσιωμένος στον Θεόν Βασιλέα Ιεχωβά και να έχη το δικαίωμα τελείας ανθρωπίνης ζωής; Η απάντησις είναι ένα ηχηρό Ναι. Ο Ιησούς εκράτησε την ακεραιότητά του. Ο Ιησούς ο ίδιος επροκάλεσε τους αυτοδικαιωμένους Φαρισαίους της εποχής του: «Τις από σας με ελέγχει περί αμαρτίας;» (Ιωάν. 8:46) Ο Παύλος προσθέτει τη μαρτυρία του στο σημείο αυτό όσον αφορά τα προσόντα του Ιησού. «Διότι τοιούτος αρχιερεύς έπρεπεν εις ημάς, όσιος, άκακος, αμίαντος, κεχωρισμένος από των αμαρτωλών, και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος.»—Εβρ. 7:26.
12. Γιατί υπήρχε ανάγκη ενός αντιλύτρου, και ποιος το έδωσε;
12 «Διότι είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον [αντίστοιχον λύτρον] υπέρ πάντων.» Το εδάφιο αυτό επιβεβαιώνει ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν ο άνθρωπος που αντιστοιχούσε προς τον πρώτον τέλειον Αδάμ και επομένως έδωκε την ψυχή του ως λυτρωτής του ανθρώπου στη θέσι της ψυχής του Αδάμ που εχάθη λόγω απιστίας. Ο νόμος, του Θεού εξεικόνιζε την απαίτησι αυτή του ομοίου αντί ομοίου, ψυχής αντί ψυχής. Αν όμως συμβή συμφορά, τότε θέλεις δώσει ψυχήν αντί ψυχής.» Ο Ιησούς προσωπικώς επιστοποίησε ότι έδωσε την ψυχήν του ως λύτρον για πολλούς πιστούς από το ανθρώπινο γένος: «Ώσπερ ο Υιός του ανθρώπου ουκ ήλθε διακονηθήναι αλλά διακονήσαι και δούναι την ψυχήν αυτού λύτρον αντί πολλών.»—1 Τιμ. 2:5, 6· Έξοδ. 21:23, ΜΝΚ· Ματθ. 20:28, Κείμενον.
Η ΝΕΑ ΟΔΟΣ
13. Ποια νέα οδός προς όφελος του ανθρώπου ήταν αναγκαία, και γιατί; Μέσω τίνος ήλθε η νέα οδός;
13 Όπως έχομε ήδη παρατηρήσει, η διάταξις της διαθήκης του νόμου δεν ανύψωσε τους ατελείς πεπτωκότας Ιουδαίους στον υψηλόν κανόνα του Θεού, τον κανόνα της τελείας αγιότητος. Έτσι η ανύψωσις του ανθρώπου στην ανθρώπινη τελειότητα ενώπιον του Θεού πρέπει να συμβή με μια διαφορετική διάταξι. «(Επειδή ο νόμος [η διαθήκη του νόμου] ουδέν έφερεν εις το τέλειον,) έγεινε δε επεισαγωγή ελπίδος καλητέρας, δια της οποίας πλησιάζομεν εις τον Θεόν.» Ποια είναι, λοιπόν, η καλύτερη αυτή διάταξις που επιτυγχάνει να φέρη ανθρώπους πλησίον του Θεού και τελικά στη δικαιοσύνη ενώπιον του Θεού; Το σύστημα της διαθήκης του νόμου έλαβε τέλος όταν ο Ιεχωβά το ετερμάτισε νομίμως «προσηλώσας αυτό επί του σταυρού» του Ιησού στο 33 μ.Χ. Έδωσε τόπον στη νέα διάταξι που οδηγεί σε ανύψωσι στη δικαιοσύνη ενώπιον του Θεού, στην οδόν της χάριτος του Θεού που εγκαινιάσθη από τον Ιησούν Χριστόν τον λυτρωτήν. «Διότι η αμαρτία δεν θέλει σας κυριεύσει· επειδή δεν είσθε υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν.» «Ο νόμος εδόθη δια του Μωυσέως· η δε χάρις και η αλήθεια έγεινε δια Ιησού Χριστού.»—Εβρ. 7:19· Κολ. 2:14· Ρωμ. 6:14· Ιωάν. 1:17.
14, 15. (α) Πώς η νέα οδός εγκαινιάσθη θεαματικά, και με ποια αναγγελία από ένα πρόδρομον; (β) Ποιος είναι ο «έσχατος Αδάμ», και γιατί μπορούσε να δώση πρακτικές εξεικονίσεις του νέου προγράμματος της ανθρωπίνης ανυψώσεως;
14 Στη διάρκεια των τριάμισυ ετών της επιγείου διακονίας του ο Ιησούς προετοίμασε πλήρως την νέαν οδόν της ανυψώσεως στην τελειότητα και κατέδειξε πώς αυτή θα απειργάζετο μόνιμο καλό για τους πιστούς του ανθρωπίνου γένους. Στον καιρό του βαπτίσματος του Ιησού στα ύδατα του Ιορδάνου το φθινόπωρο του 29 μ.Χ., ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο πρόδρομος διαγγελεύς του Χριστού, έκαμε την εξής συναρπαστική διακήρυξι: «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου . . . δια να φανερωθή εις τον Ισραήλ, δια τούτο ήλθον εγώ βαπτίζων εν τω ύδατι. . . . Είδον το πνεύμα καταβαίνον ως περιστεράν εξ ουρανού, και έμεινεν επ’ αυτόν. . . . Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» Εδώ μ’ ένα θεαματικό τρόπο, στην ημέρα της αφιερώσεως του Ιησού, η αγία ενεργός δύναμις του Ιεχωβά Θεού, εκδηλωμένη σε μορφή περιστεράς, κατήλθε στον Ιησούν ως μαρτυρία ότι ο ουράνιος Πατήρ απεδέχετο την προσφορά της τελείας ανθρωπίνης ζωής του Ιησού ως απολυτρωτική θυσία για την άρσι της αμαρτίας. Έτσι εγκαινιάσθη το νέο πρόγραμμα της γνησίας αφέσεως αμαρτιών, των θαυματουργικών ιάσεων από τα αποτελέσματα της αμαρτίας και της ελπίδος τελείας αναμάρτητης ζωής για πάντα σ’ ένα νέο κόσμο δικαιοσύνης.—Ιωάν. 1:29-34.
15 Από την ημέρα αυτή της αφιερώσεως και έπειτα, ο Ιησούς ανεγνωρίζετο ενώπιον του Θεού ως νέο πνευματικό κτίσμα με ελπίδες πνευματικής ζωής στον ουρανό. «Ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ “έγεινεν εις ψυχήν ζώσαν·” ο έσχατος Αδάμ [Ιησούς Χριστός] εις πνεύμα ζωοποιούν.» (1 Κορ. 15:45) Μολονότι ακόμη περιπατούσε εν σαρκί ως τέλειος άνθρωπος επί τριάμισυ ακόμη χρόνια ως τη συμπλήρωσι της ανθρωπίνης θυσίας του στο θάνατο επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου, όμως ο Θεός επέτρεψε στον Ιησούν να δώση πρακτικές εξεικονίσεις εδώ επάνω στη γη του πώς θα λειτουργούσε στον ωρισμένο καιρό του Ιεχωβά το νέο αυτό πρόγραμμα της ανθρωπίνης ανυψώσεως.
ΑΝΤΑΜΟΙΒΗ ΝΕΑΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
16, 17. (α) Πώς, σύμφωνα με τη θεία νομική διαδικασία, καθιστά ο Ιεχωβά δυνατόν το πρόγραμμα της ανθρωπίνης ανορθώσεως; (β) Ποια αντιπαραβολή κάνουν οι Γραφές μεταξύ της καταδίκης της ανθρωπίνης οικογενείας και της δικαιώσεως πολλών;
16 Το ότι έγινε «ο έσχατος Αδάμ εις πνεύμα ζωοποιούν» πρέπει να σημαίνη ότι ο Ιησούς Χριστός, ο δεύτερος Αδάμ διαβιβάζει ζωή κάτω από μια νέα οικογενειακή διάταξι. Ο πρώτος Αδάμ ως πατριάρχης ή αρχηγός οικογενείας, έγινε ένας μεγάλος αμαρτωλός προτού διαβιβάση οποιαδήποτε αποτελέσματα ζωής στους απογόνους του. Όταν, λοιπόν, άρχισε να έχη τέκνα, διεβίβασε σ’ αυτά μεγάλη ανικανότητα λόγω αμαρτωλότητος, ασθενείας και θανάτου, την οποίαν οι απόγονοί του ποτέ δεν μπόρεσαν να αποτινάξουν από πάνω τους. Έτσι, στο γηραιό ανθρώπινο γένος είναι προσκολλημένη θλιβερή οικογενειακή καταδίκη λόγω του πρώτου Αδάμ και τιμωρία προς την κατεύθυνσι της ασθενείας και του θανάτου εξακολουθεί να διανύη την πορεία της. Τώρα, αν ο Ιεχωβά Θεός, μέσα στο στοργικό του έλεος, και με αγαθότητα που τα μέλη της παλαιάς Αδαμικής οικογενείας δεν αξίζουν με κανένα τρόπο, προμηθεύη ένα νέον Αδάμ ο οποίος ουδέποτε παρεξέκλινε από το στόχο της ακεραιότητος και ο οποίος έχει την αξία των δικαιωμάτων της ανθρωπίνης ζωής, τι καθιστά αυτό δυνατόν σύμφωνα με τη θεία νομική διαδικασία; Ασφαλώς καθιστά δυνατόν ένα πολύ θαυμαστό πρόγραμμα σωτηρίας και σχηματισμού μιας νέας ανθρωπίνης οικογενείας γύρω από ένα νέον οικογενειακόν αρχηγό. Ένας τέτοιος νέος δίκαιος οικογενειακός αρχηγός θα είχε τη δύναμι νομικά και πραγματικά να διαβιβάση αποτελέσματα ζωής αγαθότητος, θεραπείας και τελικά τελειότητος από την άξια, δίκαιη σταδιοδρομία του σε όλους εκείνους που προσκαλούνται να γίνουν μέλη της νέας οικογενειακής του διατάξεως. Παρατηρήστε πώς ο Παύλος αντιπαραβάλλει την οικογενειακή καταδίκη της παλαιάς Αδαμικής οικογενείας με την ανταμοιβή που έρχεται στους πιστούς μέσω της δικαίας απολυτρωτικής πράξεως του «εσχάτου Αδάμ», του Ιησού Χριστού.
17 «Καθώς λοιπόν δι’ ενός αμαρτήματος [του πρώτου Αδάμ] ήλθε κατάκρισις εις πάντας ανθρώπους [σε ολόκληρη την παλαιά Αδαμική οικογένεια], ούτω και δια μιας δικαιοσύνης [του δευτέρου Αδάμ, Ιησού Χριστού] ήλθεν εις πάντας ανθρώπους [οι οποίοι πιστεύουν και υπακούουν] δικαίωσις εις ζωήν. Διότι καθώς δια της παρακοής του ενός ανθρώπου [του πρώτου Αδάμ] οι πολλοί κατεστάθησαν αμαρτωλοί, ούτω και δια της υπακοής του ενός [του δευτέρου Αδάμ] οι πολλοί θέλουσι κατασταθή δίκαιοι.»—Ρωμ. 5:18, 19.
ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΑΝΟΡΘΩΣΕΩΣ
18. Ποιοι προσεκλήθησαν να γίνουν μαθηταί του Ιησού, να δεχθούν τον ζυγό του και ν’ αποκτήσουν αληθινή ευτυχία;
18 Ας πάμε πίσω στις σκηνές της επιγείου διακονίας του Ιησού για να δούμε πώς αυτός κατέδειξε τα αποτελέσματα, την έκτασι και τον χρόνο της λειτουργίας του προγράμματος της ανορθώσεως όταν οι επίγειοι λάτρεις του Ιεχωβά θα ανυψωθούν στον στόχον της τελειότητος. Πρώτα παρατηρούμε ότι ο Ιησούς προσέφερε την αληθινή ευτυχία σ’ εκείνους που είχαν συναίσθησι της πνευματικής των ενδείας, στους μετανοούντας αμαρτωλούς, στους πράους που αγαπούσαν τον Θεό, σ’ εκείνους που είχαν ειλικρινή καρδιά, σ’ εκείνους που πεινούσαν και διψούσαν για δικαιοσύνη, στους ελεήμονας και στους διωκομένους. Δεν προσεκάλεσε τους υποκριτάς, τους αυτοδικαιωμένους, ούτε πολλούς από τους λεγομένους σοφούς και διανοουμένους να γίνουν μαθηταί του υπό τη νέα κατεύθυνσι της συγχωρήσεως αμαρτιών. «Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι. . . . Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην. . . . απέκρυψας ταύτα από σοφών και συνετών, και απεκάλυψας αυτά εις νήπια. Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε τον ζυγόν μου εφ’ υμάς, και μάθετε απ’ εμού· διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν· και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν.» (Ματθ. 5:3-10· 11:25, 28-30) Πολλοί ήσαν οι ειλικρινείς καλής θελήσεως άνθρωποι που άκουσαν την πρόσκλησι του Ιησού «Έλθετε προς με» και έγιναν οι Χριστιανοί ακόλουθοί του στα ίχνη του. Πολλοί ακούουν σήμερα και ακολουθούν όμοια πορεία.
19. Ποιο υπόδειγμα έδωσε ο Ιησούς έργων που θα επιτελεσθούν στην παλιγγενεσία του ανθρωπίνου γένους;
19 Μεταξύ αυτού του καλής θελήσεως Ιουδαϊκού λαού ο Ιησούς έκαμε περισσότερα από σαράντα εκπληκτικά θαύματα. Όλα αυτά έγιναν επάνω στη βάσι της εκκρεμούς απολυτρωτικής του θυσίας και εξεικόνιζαν τις δυνάμεις που θα είχε στη διάθεσί του για να τις χρησιμοποιήση όταν θα ήρχετο η ημέρα της παλιγγενεσίας του ανθρωπίνου γένους. Εθεράπευσε ένα σεληνιαζόμενο, εξέβαλε πονηρά πνεύματα, εθεράπευσε περιπτώσεις πυρετού, εκαθάρισε από λέπρα, εθεράπευσε έναν παραλυτικό, εγιάτρεψε έναν ανάπηρο επί τριάντα οκτώ χρόνια, αποκατέστησε ένα ξερό χέρι, εθεράπευσε μια γυναίκα που υπέφερε από ρύσιν αίματος επί δώδεκα χρόνια, αποκατέστησε την όρασι τυφλών, έκαμε τον κωφάλαλον να μιλή, ανώρθωσε μια συγκύπτουσα γυναίκα, εθεράπευσε υδρωπικία, επανέφερε στη θέσι του ένα κομμένο αυτί και, τελευταίο και μεγαλύτερο από όλα, έκαμε τρεις αναστάσεις. Τι μακρά σειρά αποκαταστατικών θεραπειών! Ασφαλώς δεν υπάρχει μειονέκτημα που παρήχθη από την αμαρτία ή σημάδι του ανθρωπίνου εκφυλισμού που να βρίσκεται πέρα από τη δύναμι του Ιησού Χριστού να το θεραπεύση μονίμως στην κοινωνία της νέας γης.
20. (α) Πώς ο Ιησούς κατέδειξε ποια είδη ανθρώπων θα θεραπευθούν απ’ αυτόν στο αντιτυπικό σάββατον; (β) Πώς ο Ιησούς έδειξε τον χρόνον που θα συνέβαινε αυτό;
20 Ένα άλλο παρηγορητικό γεγονός που πρέπει να σημειώσουμε στη διακονία του Ιησού είναι ότι αυτός δεν περιώρισε τις θαυματουργικές θεραπείες του στους Ιουδαίους. Υπήρξαν δύο περιπτώσεις που εθεράπευσε μη-Ιουδαίους και μη-Σαμαρείτας, δείχνοντας έτσι ότι στον καιρό της παλιγγενεσίας καλοί άνθρωποι από όλα τα έθνη που προσκαλούνται να είναι υπήκοοί του, θα είναι αποδέκται της μεγάλης αυτής θεραπευτικής υπηρεσίας. (Μάρκ. 7:24-26· Ματθ. 8:5-10) Ομοίως είναι ενδιαφέρον να σημειώσωμε ότι ο Ιησούς εξετέλεσε πάρα πολλά από τα θαύματά του στην ημέρα του σαββάτου. Πράγματι οι Φαρισαίοι κατηγόρησαν τον Ιησούν ότι παρέβαινε το σάββατον με την εκτέλεσι των ισχυρών αυτών έργων. Ο Ιησούς υπεστήριξε ότι ήταν νόμιμο να κάνη το καλό κατά το σάββατον και τελικά εδήλωσε ότι ήταν ο Κύριος του Σαββάτου. Εδώ, επομένως, είναι το κλειδί όσον αφορά τον χρόνον του μονίμου ανορθωτικού του προγράμματος. Στη διάρκεια της διακυβερνήσεως της χιλιετούς Βασιλείας, η οποία είναι ένα χιλιετές σάββατον, στο οποίον ο Χριστός Ιησούς θα κυβερνά ως Κύριος, ο πιστός άνθρωπος πρόκειται να βοηθηθή να επιτύχη τον στόχον της ακεραιότητος.—Ματθ. 12:1-8· 19:28.
ΣΥΓΧΩΡΗΣΙΣ ΑΜΑΡΤΙΩΝ
21. Ποια άλλη εξουσία κατέδειξε ο Ιησούς στην επίνεια διακονία του, και ποια παρηγορία έδωσε αυτή στους Χριστιανούς:
21 Ο Ιησούς είχε, επίσης, την εξουσία να συγχωρή αμαρτίες. Πράγματι, μερικοί γραμματείς κατηγόρησαν τον Ιησούν για βλασφημία επειδή ισχυρίζετο ότι είχε αυτή την εξουσία. Απαντώντας ο Ιησούς έδειξε ότι ήταν εξίσου εύκολο γι’ αυτόν να κάμη ένα θαύμα, όσο το να πη, «συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου.» Το ένα ήταν εξίσου εύκολο με το άλλο και εσχετίζοντο και τα δύο με το πρόγραμμα ανορθώσεως. «Αλλά δια να γνωρίσητε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γης να συγχωρή αμαρτίας, (τότε λέγει προς τον παραλυτικόν,) Εγερθείς, σήκωσον την κλίνην σου, και ύπαγε εις τον οίκόν σου.» (Ματθ. 9:6) Τι μεγάλη ανακούφισις υπήρξε πάντοτε η προμήθεια αυτή στη συνείδησι του αληθινού Χριστιανού, το να γνωρίζη, δηλαδή, ότι καθώς προσεύχεται στον Ιεχωβά τον Πατέρα του εν τω ονόματι του Ιησού για συγχώρησι αμαρτιών ενώ συγχρόνως εκδηλώνει μετάνοια, η συγχώρησις αυτή παρέχεται!—Μάρκ. 11:25.
22. Ποια ευτυχία έχει τώρα ο λαός του Ιεχωβά;
22 «Μακάριοι εκείνοι των οποίων συνεχωρήθησαν αι ανομίαι, και των οποίων εσκεπάσθησαν αι αμαρτίαι. Μακάριος ο άνθρωπος εις τον οποίον ο Ιεχωβά δεν θέλει λογίζεσθαι αμαρτίαν.» (Ρωμ. 4:7, 8, ΜΝΚ) Σήμερα για κείνους που αποτελούν το κεχρισμένο υπόλοιπο, λόγω του ότι εδικαιώθησαν δια πίστεως, έχουν εξαλειφθή οι περασμένες κληρονομημένες αμαρτίες των. Τα άλλα πρόβατα, επίσης, έχουν μια αποδεδειγμένη συγχώρησι. Αυτό, συνδεδεμένο με το γεγονός ότι και οι δύο όμιλοι έτυχον πνευματικής θεραπείας μέσω του Λόγου της αληθείας του Θεού, σημαίνει ότι όλοι οι μάρτυρες του Ιεχωβά απολαμβάνουν ακόμη και τώρα μια κατάστασι μεγάλης ευτυχίας. Αυτοί μεταμορφώνουν τις διάνοιές των και ήδη ανυψώνονται πνευματικώς προς τον υψηλόν αντικειμενικόν σκοπόν της αγιότητος. Ναι, είναι αποφασισμένοι να αποδώσουν αποκλειστική αφοσίωσι στον Ιεχωβά, τον Θεόν-Βασιλέα των, και να διακρατήσουν απόλυτη ακεραιότητα προς αυτόν. Εν τούτοις, γνωρίζομε ότι οι άνθρωποι έχουν ακόμη να διανύσουν μακρόν δρόμο για ν’ ανταποκριθούν στον τέλειον αυτόν κανόνα. Αλλά βήμα προς βήμα επιθυμούμε με φιλοπονία να προχωρήσωμε στον δρόμο που επρομήθευσε ο Ιεχωβά μέσα στην παρ’ αξίαν αγαθότητά του για τη βαθμιαία ανύψωσι του ανθρώπου στην ανθρώπινη τελειότητα κατ’ εικόνα Θεού.
23. Ποιο θα είναι το τελικό κατόρθωμα της ανυψώσεως του ανθρωπίνου γένους από τον Θεό μέσω της χιλιετούς βασιλείας του Ιησού Χριστού;
23 Με συγκίνησι αποβλέπομε σε μια κατάστασι μεγαλύτερης ακόμη ευτυχίας, μετά τον Αρμαγεδδώνα, όταν θ’ αρχίσουν οι φυσικές θεραπείες για τους επιζώντας, για τους απογόνους των και για κείνους που θ’ αναστηθούν. Ενώ το ανθρώπινο γένος ωπισθοχώρησε στην αμαρτία σ’ ένα πολύ χαμηλό επίπεδο από τον αρχικόν στόχον του Θεού στη διάρκεια των περασμένων έξη χιλιάδων χρόνων, όμως, μέσω ενός προγράμματος που θα επιταχυνθή, ο Ιησούς Χριστός θα επιτελέση την ανύψωσι της νέας οικογενείας των ανθρώπων μέσα σε χίλια χρόνια. Θα τους ανορθώση πλήρως σε πλήρη τελειότητα σαρκός και διανοίας έτσι ώστε να μπορούν εύκολα ν’ ανταποκριθούν στους εκ νέου τεθειμένους όρους του Ιεχωβά, τους όρους της τελειότητος και ακεραιότητος. Θα λησμονηθούν τότε οι πόνοι, οι φροντίδες, τα σφάλματα, τα λάθη, οι αδυναμίες, οι λύπες, οι θλίψεις, οι δυσμορφίες, τα μειονεκτήματα, οι ασθένειες και οι απροσεξίες τών ημερών της σκληρής διακυβερνήσεως της αμαρτίας και του βασιλέως θανάτου. Τότε, επίσης, στη διάρκεια του πρώτου μέρους των χιλίων εκείνων ετών της παλιγγενεσίας, ως ένα παράλληλο σχέδιο, ολόκληρη η γη θα γίνη Εδεμικός παράδεισος. Στο τέλος των χιλίων ετών, αφού τα ανυψωμένα πλήθη του ανθρωπίνου γένους αντιμετωπίσουν την τελική των δοκιμασία για να καθορισθή αν είναι άξια του δώρου μιας ατελεύτητης ζωής, το ακτινοβόλο και γεμάτο ζωή ανθρώπινο γένος, τότε άγιο, τελειοποιημένο και αληθινά νομοταγές, θα στέκη στον παράδεισο στην ακτή των επερχομένων αιώνων. Καθώς θα χρησιμοποιούν τις δυνάμεις των ελευθέρας θελήσεως για να υποστηρίξουν τη δόξα του Αγίου των Θεού, οι λαμπροί υπήκοοι της γης θα περνούν από το ένα ευφραντικό ανδραγάθημα στο άλλο και από τη μία κατάστασι τελείας ευτυχίας στην άλλη αιωνίως. (Εφεσ. 1:21) Για πάντα θα διακρατούν την ακεραιότητά των προς τον Ιεχωβά Θεό προς διεκδίκησίν του.