Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Μήπως η κατασκευή των δώδεκα χαλκίνων βοών ως βάσεως για τη χυτή θάλασσα στην αυλή του ναού στην Ιερουσαλήμ, όπως αναγράφεται εις 2 Χρονικών 4:4, αποτελούσε παράβασι της Δευτέρας Εντολής, η οποία απηγόρευε την κατασκευή εικόνων;
Πολλά άτομα προφανώς παρερμηνεύουν τη Δευτέρα Εντολή, διότι η εντολή εκείνη δεν απηγόρευε κάθε κατασκευή εικόνων ή αναπαραστάσεων, αλλά μόνο την κατασκευή των ως αντικειμένων λατρείας, όπως ακριβώς η πλήρης έκθεσις της εντολής δείχνει: «Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμα τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, ή όσα εν τη γη κάτω, ή όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης· μη προσκυνήσης αυτά, μηδέ λατρεύσης αυτά· διότι εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.» Μεταξύ εκείνων, οι οποίοι παρερμηνεύουν αυτή την εντολή είναι οι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι, ως αποτέλεσμα τούτου, χρησιμοποιούν μόνο γεωμετρικά σχέδια στις τέχνες των από φόβο μήπως παραβούν αυτή την εντολή.—Έξοδ. 20:4, 5, ΜΝΚ.
Το ότι ο Ιεχωβά δεν απηγόρευε κάθε κατασκευή αγαλμάτων ή εικόνων γίνεται καταφανές από μεταγενέστερες εντολές του να τα κατασκευάζουν. Έτσι ο Μωυσής είχε λάβει εντολή να κατασκευάση δύο χερουβείμ για την κιβωτό του μαρτυρίου, καθώς, επίσης, να κεντήση χερουβείμ στα παραπετάσματα που εχρησιμοποιούντο στη σκηνή. Αργότερα, ο Μωυσής έλαβε εντολή να κατασκευάση ένα χάλκινον όφι, προς τον οποίο όλοι οι Ισραηλίται, που είχαν δαγκωθή από όφεις, έπρεπε ν’ ατενίζουν για να θεραπευθούν. Σχετικά με τον ναό, εκτός από τους μεγάλους βόας που αναφέρονται, ο Ιεχωβά έδωσε οδηγίες, επίσης, για την κατασκευή δύο πολύ μεγάλων χερουβείμ για να τοποθετηθούν στα Άγια των Αγίων. Κανένα από αυτά, εν τούτοις, δεν επρόκειτο να γίνη αντικείμενο λατρείας, και όταν ο χάλκινος όφις έγινε ένα αντικείμενο λατρείας, ο πιστός Βασιλεύς Εζεκίας τον συνέτριψε σε κομμάτια.—Έξοδ. 25:18-22· 26:1· Αριθμ. 21:8, 9· 2 Βασιλ. 18:4.
Οι βόες, που εχρησιμοποιήθησαν για την υποστήριξι της χυτής θαλάσσης, εξυπηρέτησαν ένα πολύ πρακτικό σκοπό και ήσαν μια πολύ κατάλληλη εκλογή λόγω του τεραστίου μεγέθους της «θαλάσσης».a Το χείλος είχε μία διάμετρο τριάντα περίπου ποδών, η δε θάλασσα πρέπει να προεξείχε πολύ στη μέση, εφόσον αναφέρεται ότι μπορούσε να περιλάβη 29.400 γαλλόνια νερό, ή 117 περίπου τόννους! Πράγματι, ο βους στις Γραφές χρησιμοποιείται ως ένα σύμβολο δυνάμεως, διότι διαβάζομε για «την δύναμιν του μόσχου», και ασφαλώς ήταν το πιο ρωμαλέο από τα κατοικίδια ζώα που είχαν οι Ισραηλίται. Καττάλληλα, βλέπομε να φαίνωνται στην όρασι του Ιεζεκιήλ για τον θρόνο του Ιεχωβά και το περιβάλλον του, και στην όρασι του Ιωάννου για το ίδιο θέμα, ζώντα πλάσματα που έχουν εμφάνισι μόσχων. (Ιεζ. 1:6, 7, 10· Αποκάλ. 4:7) Ο μόσχος σ’ αυτόν τον συμβολισμό φαίνεται να δείχνη την ιδιότητα της δυνάμεως του Ιεχωβά. Εφόσον, στους Βιβλικούς συμβολισμούς, το ύδωρ συνήθως παριστά τον λόγο της αληθείας (Εφεσ. 5:26), μπορούμε να ιδούμε σ’ αυτή τη μεγάλη χάλκινη ‘χυτήν θάλασσαν’ και την ισχυρή βάσι της την απεριόριστη δύναμι του Ιεχωβά να πραγματοποιήση όλον τον καλό του λόγο. Δεν υπάρχει αντίρρησις γι’ αυτό: «Ούτω θέλει είσθαι ο λόγος μου ο εξερχόμενος εκ του στόματός μου· δεν θέλει επιστρέψει εις εμέ κενός, αλλά θέλει εκτελέσει το θέλημά μου, και θέλει ευοδωθή εις ό,τι αυτόν αποστέλλω.»—Ησ. 55:11.
Έτσι, στη χρήσι των βοών σχετικά με την χυτή θάλασσα του ναού του Σολομώντος, δεν βλέπομε παράβασι του νόμου του Ιεχωβά εναντίον της κατασκευής εικόνων για λατρεία, αλλά, μάλλον, ένα πολύ κατάλληλο και πρακτικό αρχιτεκτονικό σχέδιο.
● Αν οι αναστημένοι πρόκειται να κριθούν με βάσι τα μετά την ανάστασί των έργα, γιατί ο Ιησούς εχρησιμοποίησε τον αόριστο χρόνο ρήματος [πράξαντες], όταν συζητούσε για το θέμα αυτό στο κατά Ιωάννην 5:28, 29;—Χ. Μ. Παπούα, Νέα Γουϊνέα.
Τα εδάφια αυτά λέγουν: «Μη θαυμάζετε τούτο· διότι έρχεται ώρα, καθ’ ην πάντες οι εν τοις μνημείοις θέλουσιν ακούσει την φωνήν αυτού· και θέλουσιν εξέλθει οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάσταστν ζωής· οι δε πράξαντες τα φαύλα, εις ανάστασιν κρίσεως».
Ο Ιησούς προφανώς διετύπωσε το πράγμα έτσι διότι με αυτόν τον τρόπο θα εκάλυπτε τις περιπτώσεις ‘όλων των εν τοις μνημείοις.’
Εκείνοι, που αποκτούν ουράνια ζωή με τον Χριστό, κρίνονται με βάσι τα έργα που πράττουν στην παρούσα ζωή. (2 Κορ. 5:10) Όταν ανασταίνωνται σε πνευματική ζωή, λαμβάνουν αθανασία. (1 Κορ. 15:53· Ρωμ. 6:5) Τότε αυτοί δεν τίθενται υπό κρίσιν, αλλ’ είναι εξουσιοδοτημένοι οι ίδιοι να ενεργήσουν ως κριταί με τον Χριστό. (Αποκάλ. 20:4) Η ανάστασίς των είναι ‘ανάστασις ζωής,’ και τα «αγαθά» που αναφέρονται στην περίπτωσί των είναι εκείνα που έπραξαν προτού πεθάνουν.
Αλλά τι θα γίνουν «οι εν τοις μνημείοις», που ανασταίνονται ως άνθρωποι πάνω στη γη; Θα καθορισθή αμέσως μετά την ανάστασί των ότι εγείρονται «εις ανάστασιν ζωής» ή «ανάστασιν [καταδικαστικής] κρίσεως»; (Παραβάλετε το εδάφιο Ιωάν. 5:24 με το 29.) Ποιος καλός σκοπός θα εξυπηρετείτο με το να εγερθούν από τους νεκρούς εκατομμύρια ατόμων, των οποίων η πρότερη ζωή ήταν γεμάτη από φαύλα έργα, μόνο για να τους λεχθή ότι υπήρξαν φαύλοι και κατόπιν να εκτελεσθούν; Οι Γραφές δείχνουν ότι, όταν ο Άδης αποδώση τους νεκρούς, που βρίσκονται σ’ αυτόν, αυτοί θα κριθούν ‘έκαστος κατά τα έργα’, που πράττουν μετά την ανάστασί των. (Αποκάλ. 20:13) Η ανάστασις θα τους παράσχη την ευκαιρία να ζήσουν.
Όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος στην επιστολή προς Εβραίους 9:27, 28, «είναι αποφασισμένον εις τους ανθρώπους άπαξ να αποθάνωσι», λόγω της Αδαμιαίας αμαρτίας, «μετά δε τούτο είναι κρίσις», πράγμα, το οποίον καθίσταται δυνατόν λόγω της λυτρωτικής θυσίας του Ιησού Χριστού και το οποίον παρέχει στους ανθρώπους την ευκαιρία για «σωτηρία». Εκείνοι, που έπραξαν προηγουμένως τα αγαθά, θα είναι αναμφιβόλως πολύ ευκολώτερο να συνεχίσουν αυτή την πορεία, και, αν εξακολουθήσουν να πράττουν τ’ αγαθά σε όλο το διάστημα της τελικής δοκιμασίας που επακολουθεί τη χιλιετή διακυβέρνησι του Χριστού, θα καταδειχθή ότι η ανάστασίς των ήταν ‘ανάστασις ζωής.’ Εκείνοι που έκαμαν προηγουμένως τα φαύλα, θα έχουν την ευκαιρία ν’ αλλάξουν την πορεία τους και ν’ αποκτήσουν σωτηρία, αλλά στην περίπτωσί εκείνων, που δεν αλλάσσουν πορεία, θα καταστή εμφανές, στην τελική εκείνη δοκιμασία το αργότερο, ότι η ανάστασίς των ήταν ‘ανάστασις καταδικαστικής κρίσεως’.
Τώρα, τι θα προέκυπτε, αν ο Ιησούς διετύπωνε διαφορετικά τη δήλωσί του, λέγοντας πολύ σαφώς ότι τα έργα, για τα οποία θα εκρίνετο έκαστος, θα ήσαν όλα εκείνα που θα επράττοντο μετά την ανάστασί των; Αν το έκανε αυτό, θα παρέλειπε εκείνους, που θ’ αποκτούσαν ουρανία ζωή μαζί με αυτόν. Αντί τούτου, χρησιμοποιώντας μια έκφρασι, που παρέλειπε μερικά σημεία, συμπεριέλαβε ‘πάντας τους εν τοις μνημείοις.’ Αφού ανεφέρθη πρώτα στην ανάστασι ως ένα γενικής φύσεως γεγονός, προφανώς αφαιρεί όλες τις ενδιάμεσες λεπτομέρειες, λαμβάνει μια μελλοντική άποψι του θέματος, όταν πρέπει να κριθή δικαστικώς εξεταζόμενο το παρελθόν εκάστου στη διάρκεια της χιλιετηρίδος, κι εκθέτει την κατάστασι όπως θα υπάρχη στον καιρό της αποδόσεως της τελικής αμοιβής σ’ εκείνους που ανασταίνονται, δηλαδή: «οι πράξαντες τα αγαθά εις ανάστασιν ζωής· οι δε πράξαντες τα φαύλα, εις ανάστασιν κρίσεως.»
[Υποσημειώσεις]
a Στο ναό του Ηρώδου η θάλασσα υπεβαστάζετο από δώδεκα λέοντες, για τους οποίους, όμως, δεν υπήρχε Γραφική δικαιολογία.