Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Γιατί ο νόμος που εδόθη στον Μωυσή απαιτούσε να τίθεται πρώτο το χέρι των μαρτύρων πάνω στο άτομο που κατεδικάσθη σε θάνατο, κι έχει αυτό κάποια εφαρμογή ή κάποιο μάθημα για μας σήμερα;
Για κείνους που κατεδικάζοντο σε θάνατο από το δικαστήριο του Ισραήλ, το Δευτερονόμιο 17:5-7 λέγει: « . . . και θέλεις λιθοβολήσει αυτούς με λίθους, και θέλουσιν αποθάνει. Επί στόματος δύο μαρτύρων, ή τριών μαρτύρων, θέλει θανατώνεσθαι ο άξιος θανάτου. . . . Αι χείρες των μαρτύρων θέλουσιν είσθαι αι πρώται επ’ αυτόν, εις το να θανατώνωσιν αυτόν, και έπειτα αι χείρες παντός του λαού. Ούτω θέλεις εκβάλει το κακόν εκ μέσου σου».
Όχι μόνο οι δικασταί και οι πρεσβύτεροι του έθνους ήσαν υπεύθυνοι να καθαρίσουν ό,τι ήταν κακό, αλλά και όλοι στον Ισραήλ έπρεπε να είναι ζηλωταί υπέρ της αληθινής λατρείας, πρόθυμοι να προσέχουν ώστε να μην επέρχεται μομφή στο όνομα του Θεού, να παραμένη καθαρή η οργάνωσις, αποφεύγοντας την κοινή κατάκρισι. Οι μάρτυρες έπρεπε να δείχνουν τον ζήλο τους, αναλαμβάνοντας την ηγεσία στην εκτέλεσι της καταδίκης. Τέτοιος ζήλος εδείχθη από τους Λευίτας όταν ενήργησαν εναντίον των Ισραηλιτών αδελφών των, που ήσκησαν τη λατρεία του μόσχου στο Σινά· από τον Φινεές τον Λευίτη στην εκτέλεσι του Συμεωνίτου Ζιμβρί, όταν πέθαναν 24.000 Ισραηλίται λόγω ανηθικότητος εν σχέσει με τον Βέελ-φεγώρ. (Έξοδ. 32:25-29· Αριθμ. 25:6-9) Οι γονείς υπεχρεούντο να φέρουν τον πείσμονα, αδιόρθωτο γυιό τους στους κριτάς, χωρίς να τον προασπίζουν από τη θανατική καταδίκη. Αν ένας εγίνετο ψευδοπροφήτης ή αποστάτης, η αγάπη του Ιεχωβά Θεού και η πιστότης σ’ αυτόν και στην οργάνωσί του προηγείτο κι απ’ τους στενωτέρους ακόμη φυσικούς δεσμούς, όπως οι του γυιού ή της θυγατρός.—Δευτ. 21:18-21· 13:6-11.
Μια άλλη αρχή περιελαμβάνετο. Άλλο πράγμα είναι να καταμαρτυρή κάποιος εναντίον ενός ατόμου ενώπιον δικαστηρίου, αλλ’ είναι εντελώς άλλο πράγμα το να είναι κι ο εκτελεστής, χύνοντας πραγματικά το αίμα του ατόμου. Αυτό θα έκανε ένα μάρτυρα να σκεφθή πολύ προσεκτικά δίνοντας απόδειξι. Θα ήταν ένας πολύ σκληρός μάρτυς όποιος θα ψευδομαρτυρούσε, γνωρίζοντας ότι αυτός θα ήταν και ο πρώτος που θα ενεργούσε για τη θανάτωσι του ανδρός ή της γυναικός.
Έτσι και σήμερα, αν διαπράττεται ανομία από οποιονδήποτε μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, η δικαστική επιτροπή της εκκλησίας έχει ευθύνη να ερευνήση και να προβή σε αποκοπή από την επικοινωνία, για να ξεκαθαρίση ό,τι είναι κακό. Αλλ’ ο καθένας μέσα στην εκκλησία πρέπει να είναι εξίσου ζηλωτής για την καθαρότητα της εκκλησίας και την καλή κατάστασί της ενώπιον του Ιεχωβά, έστω κι αν ο ένοχος μπορή να είναι ακόμη κι ένας γυιός ή μια θυγατέρα. Ο καθένας πρέπει να έχη τον ζήλο να μαρτυρή ό,τι γνωρίζει για την υπόθεσι, χωρίς να κατακρατή πληροφορίες ή αποδείξεις ένεκα στενών οικογενειακών ή φιλικών δεσμών. Πρέπει να παραδέχεται την κρίσι της επιτροπής και να υποστηρίζη την ενέργειά της.—Ζαχ. 13:3.
Επίσης, υπάρχει κι άλλο μάθημα για μας. Πρέπει πολύ να προσέχωμε να δίνωμε αληθινή, όχι ψευδή ή αμφισβητήσιμη μαρτυρία. Δεν πρέπει ν’ αφήνωμε την προκατάληψι ή μια προκατειλημμένη γνώμη να μας κάνουν να δίνωμε ψευδή, βεβιασμένη, απρόσεκτη ή ανακριβή μαρτυρία. Στέκομε υπόλογοι στον μεγάλο Κριτή, στον Ιεχωβά Θεό. Διότι πρέπει να ενθυμούμεθα ότι στον νόμο του Θεού προς τον Ισραήλ για ψευδή μαρτυρία επεβάλλετο η ποινή, που υπήρχε πρόθεσις να επιβληθή σε κείνον, κατά του οποίου εγίνετο η ψευδομαρτυρία.—Δευτ. 19:18-20.
Έτσι, απ’ αυτόν τον νόμο, που είχε δοθή στον Ισραήλ, μπορούμε να εφαρμόσωμε στη σύγχρονη εποχή την αρχή του να είμεθα ζηλωταί για το δίκαιον, για την αγνή, την καθαρή λατρεία του Ιεχωβά, καθώς και την αρχή τού να είμεθα φιλαλήθεις, πολύ προσεκτικοί, όταν καταθέτωμε ως μάρτυρες, γνωρίζοντας ότι είμεθα ενώπιον του μεγάλου Κριτού, του Ιεχωβά, που μας κρίνει από τα λόγια που λέγομε σε μια τέτοια περίπτωσι.—Ματθ. 12:36, 37.
● Είναι κατάλληλο για ένα Χριστιανό να έχη ως προσφιλή ενασχόλησι μαγικά τεχνάσματα απλώς για διασκέδασί του;
Πιθανώς ένα άτομο να έχη ως προσφιλή ενασχόλησι το να κάνη τεχνάσματα, που δεν έχουν καμμιά σχέσι με την πραγματική μαγεία ή τον δαιμονισμό. Πιθανόν ένας να χρησιμοποιή απλώς ταχυδακτυλουργίες ή τεχνάσματα που περιέχουν αυταπάτες. Αν, λοιπόν, ένας επιδεικνύη απλώς πόσο επιδέξιος μπορεί να είναι με τα χέρια του, χωρίς την πρόθεσι να κάμη κάτι μαγικό, δεν μπορεί να υπάρξη αντίρρησις σε μια τέτοια ψυχαγωγία. Εν τούτοις, το αν ένας Χριστιανός θ’ αναμιχθή ή όχι σε τέτοιας φύσεως πράγματα, αυτό είναι κάτι που πρέπει να εξετασθή με περίσκεψι. Ένας μπορεί ν’ αρχίση εκτελώντας απλά τεχνάσματα, αλλ’ αυτό θα μπορούσε να οδηγήση σε πράξεις που, εν γνώσει ή εν αγνοία, μιμούνται τις μαγικές τέχνες. Ένας θα ήταν δυνατόν να μιμηθή με τέχνασμα πραγματικά μαγικά έργα, που εκτελούνται από δαίμονας, όπως είναι η αιώρησις στο κενόν, οι μυστηριώδεις μετακινήσεις αντικειμένων, οι εκτοπλασμικές υλοποιήσεις, και λοιπά. Αυτά θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εμπλοκή με πονηρές πνευματικές δυνάμεις, διότι αυτό είναι ενασχόλησις σε ό,τι πραγματικά πράττουν οι δαίμονες.
Χαρακτηριστική του κινδύνου του να παίζη κανείς με οτιδήποτε που μοιάζει με δαιμονική ενέργεια είναι η πείρα μιας γυναίκας στο Λονδίνο. Η πείρα της περιγράφεται από τον Νάντορ Φόντορ στο βιβλίο Ο Στοιχειωμένος Νους. Αυτή η γυναίκα ήταν γοητευμένη από τη μαγεία και τον υπνωτισμό, και είχε μια εκτεταμένη βιβλιοθήκη περί μαγικών τεχνών. Η αφήγησις λέγει:
«Είχα ένα νεαρό παιδί που έμενε μαζί μου και υπεβάλλετο εύκολα στον υπνωτισμό. Εσχημάτισα ένα μαγικό κύκλο, έβαλα το παιδί μέσα και το υπνώτισα. Κατόπιν το διέταξα ν’ ανεβάση τον Διάβολο! Το παιδί κουλουριάσθηκε κι εκραύγαζε. Φοβήθηκε. . . . Τίποτα δεν συνέβη στις πρώτες πέντε υπνωτικές συνεδριάσεις. Αλλά την έκτη φορά κάτι έγινε, αυτό δε μ’ ετρόμαξε μέχρις αναισθησίας. Στον μαγικό κύκλο ενεφανίσθη ένα φως. Από μια φωτεινή ομίχλη δύο μάτια—που είχαν το μέγεθος αυγών—μ’ εκύτταζαν μ’ ένα φοβερό, διαπεραστικό βλέμμα, μια τρομερή έκφρασις. Ερώτησα βραχνά τι ήταν αυτό. Το παιδί απήντησε—με μια εντελώς διαφορετική φωνή—‘ο Δαίμων τον οποίον εξώρκισες σου μιλεί’. . . . Τόσο πολύ φοβήθηκα ώστε εκραύγασα, ‘Πίσω, μη ξανάρθης ποτέ! Δεν θα σ’ αφήσω, δεν σε θέλω!’ Το φως εξηφανίσθη με συρίζοντα ήχο και τα πράγματα επανήλθαν στην ομαλότητα. Αλλ’ εγώ ήμουν άσπρη σαν κιμωλία κι επί μέρες από τότε αισθανόμουν ως να μ’ εγκατέλειψε όλη η δύναμίς μου. Το παιδί ησθάνετο τα ίδια. Τέσσερες ή πέντε φορές ησθάνθη ότι μια δύναμις προσπάθησε να το κατακτήση.»
Το να παίζη κανείς με μαγικές επιδόσεις, έστω και αν τις ξεγελά, είναι άκρως επικίνδυνο, και είναι μια πρόσκλησις στους δαίμονας να κάμουν πραγματικά την εμφάνισί τους, όπως έκαμαν στην περίπτωσι ενός ανθρώπου, που δημιουργούσε πνευματιστικές συναθροίσεις, μόνο για να διαπιστώση ότι ενίοτε έκανε πραγματικά μεσαζοντικά φαινόμενα.—Ωρολόγιον Χωρίς Δείκτας.
Ενίοτε εκείνοι που κάνουν τεχνάσματα προσπαθούν να κάμουν τους άλλους να πιστέψουν ότι κάνουν κάτι το υπερφυσικό, το μαγικό. Έτσι μπορεί, πραγματικά, ν’ αφήσουν τους εαυτούς των εκτεθειμένους σε πραγματικά δύσκολη θέσι με τους δαίμονας. Ασφαλώς κανένας Χριστιανός δεν θα ήθελε ν’ αξιώση ότι έχει υπερφυσικές δυνάμεις ή ν’ αφήση κάποια εντύπωσι ότι ασκεί Βαβυλωνιακή μαγεία, που καταδικάζεται από τον Θεό. (Δευτ. 18:10, 14) Ένας Χριστιανός πρέπει, επίσης, να έχη υπ’ όψιν ότι εκείνοι που τον γνωρίζουν ότι αυτός είναι ένας διάκονος του Θεού μπορεί να προσβλέπουν δυσμενώς στα όμοια με μαγικές ενέργειες τεχνάσματα· μερικοί μπορεί να προσκόψουν. Ένας Χριστιανός, λοιπόν, μπορεί εύκολα να διακρίνη ότι η επιδίωξις προσφιλούς ενασχολήσεως στα λεγόμενα «μαγικά» τεχνάσματα δεν είναι επωφελής.—Φιλιππησ. 1:10· 1 Κορ. 6:12.
● Μήπως ο όφις απώλεσε μηρούς ή πόδια ως μέσα κινήσεως ως αποτέλεσμα της θείας κατάρας που αναγράφεται στη Γένεσι 3:14;
Στη Γένεσι 3:14 (ΜΝΚ) λέγει: «Και είπεν Ιεχωβά ο Θεός προς τον όφιν, Επειδή έκαμες τούτο, επικατάρατος να ήσαι μεταξύ πάντων των κτηνών, και πάντων των ζώων του αγρού· επί της κοιλίας σου θέλεις περιπατεί, και χώμα θέλεις τρώγει, πάσας τας ημέρας της ζωής σου.» Αυτό είναι το μόνο μέρος της Γραφής, όπου δίδεται κάποια ένδειξις ότι ο όφις άλλοτε δεν περιπατούσε με την κοιλιά του.
Ό,τι λέγεται ενταύθα απευθύνεται, φυσικά, κυρίως στο αόρατο πνευματικό πλάσμα, που εχρησιμοποίησε τον κατά γράμμα όφιν ως όργανόν του. Προλέγει την ταπείνωσί του. Αλλά για να έχη κάποια ισχύ η συμβολική εφαρμογή της κρίσεως αυτής στο πονηρό πνευματικό πλάσμα που έγινε Σατανάς, πρέπει να υπάρχη εκπλήρωσίς της στον κατά γράμμα όφιν, ο οποίος εσυμβόλιζε τον Σατανάν. Είναι, επομένως, λογικό να συμπεράνωμε ότι προτού ο Θεός καταρασθή τον όφιν, αυτός είχε πόδια που τον ανύψωναν υπεράνω του εδάφους. Αφού ο Θεός είχε τη δύναμι να δημιουργήση εν πρώτοις τον όφιν, είχε και τη δύναμι να μεταβάλη το σώμα του έτσι ώστε να παύση να έχη πόδια και μπορούσε να περιφέρεται συρόμενος πάνω στην κοιλιά του.