«Ο Φόβος του Ανθρώπου Στήνει Παγίδα»
Ο ΤΖΩΝ και η Έλεν έδειξαν ενδιαφέρον για τις πληροφορίες που τους παρουσίασαν οι Μάρτυρες στην πόρτα τους ένα Κυριακάτικο πρωινό. Συγκινήθηκαν όταν διάβασαν τα εξής λόγια στην Αποκάλυψι 21:4 από τη δική τους Αγία Γραφή: «Θέλει εξαλείψει ο Θεός [ο Ιεχωβά] παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον διότι τα πρώτα παρήλθον.» Επειδή ήσαν άτομα που αγαπούσαν την ειρήνη, ήθελαν να γνωρίσουν πώς θα μπορούσαν ν’ απολαύσουν ζωή κάτω απ’ αυτές τις θαυμάσιες συνθήκες. Αμέσως, διευθετήθηκε μια Γραφική μελέτη.
Στη διάρκεια των τριών κατά σειρά μελετών που εγίνοντο Τετάρτη βράδυ, ήταν χαρά να βλέπη κανείς το νεαρό ζευγάρι να ρωτά και ν’ απαντά σε ερωτήσεις καθώς διεξήγετο η Γραφική μελέτη στο σπίτι τους. Δυστυχώς, αυτή η ευτυχία διήρκεσε ακριβώς τρεις βδομάδες! Την τέταρτη βδομάδα, η πόρτα τους δεν άνοιξε όταν χτύπησε ο Μάρτυς. Ο Τζων και η Έλεν είχαν αποφασίσει να σταματήσουν τη Γραφική τους μελέτη. Γιατί; Μήπως επειδή είχαν χάσει την πίστι τους στη δύναμι του Θεού; Μήπως είχαν αρχίσει να αμφιβάλλουν για την αυθεντικότητα και αληθινότητα της Αγίας Γραφής; Μήπως δεν ενδιαφέρονταν πια να ζήσουν κάτω από καλύτερες συνθήκες; Όχι. Δεν ήσαν αυτοί οι λόγοι. Σταμάτησαν τη μελέτη τους επειδή φοβήθηκαν ανθρώπους. Ναι, παγιδεύτηκαν από το φόβο. Πριν από πολλούς αιώνες, ο θεόπνευστος σοφός άνδρας προειδοποίησε εναντίον αυτού του φόβου, λέγοντας: «Ο φόβος του ανθρώπου στήνει παγίδα.»—Παρ. 29:25.
Είναι αλήθεια ότι όλοι μας έχομε μια φυσική επιθυμία να μας συμπαθούν οι άλλοι, να έχωμε καλή φήμη στους γείτονες, φίλους και συγγενείς μας. Ωστόσο, το ν’ αφήσωμε τους κανόνες των άλλων να επηρεάσουν τις πιο σημαντικές αποφάσεις στη ζωή μας, είναι πολύ επικίνδυνο. Αν ένα άτομο φρονή ότι πρέπει να ζη σύμφωνα με τις προσδοκίες και τους κανόνες της κοινότητος του σε όλες τις απόψεις, θα γίνη δούλος του κομφορμισμού. Και η σφοδρή επιθυμία ν’ αποκτήση την επιδοκιμασία άλλων, μπορεί να γίνει πραγματικό εμπόδιο στο να κάνη θετικά βήματα ένα άτομο για να γίνη δούλος του Θεού.
Πολλοί άνθρωποι σήμερα δεν αγαπούν, δεν σέβονται ούτε φοβούνται τον Θεό. Είτε δεν επιθυμούν να μάθουν γι’ αυτόν, ή αμφιβάλλουν και για την ύπαρξί του ακόμη. Έτσι, ένα άτομο, λόγω του ενδιαφέροντος που δείχνει για την Αγία Γραφή, μπορεί να γίνη αντικείμενο χλευασμού και να χάση την εκτίμησι των άλλων. Προφανώς, εν όψει μιας τέτοιας πιέσεως, ο φόβος των ανθρώπων θα δυσκόλευε πολύ ένα άτομο να συνεχίση να προοδεύη πνευματικά.
Οι σοβαρές συνέπειες του να ενδώση κανείς στο φόβο του ανθρώπου, παρουσιάζονται ωραία στην περίπτωσι του Βασιλέως Σαούλ τον αρχαίου Ισραήλ. Όταν ο προφήτης Σαμουήλ τον ήλεγξε σχετικά με την αποτυχία του να εκτελέση τις θείες οδηγίες σε μια εκστρατεία εναντίον των Αμαληκιτών, ο Σαούλ παραδέχτηκε τα εξής: «Ημάρτησα. . . . φοβηθείς τον λαόν και υπακούσας εις την φωνήν αυτών.» Ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της πορείας; Του ελέχθη : «Απέρριψας τον λόγον του Κυρίου και ο Κύριος απέρριψε σε από του να ήσαι βασιλεύς επί τον Ισραήλ.»—1 Σαμ. 15:24, 26,
Αν δεν θέλωμε να μας απορρίψη ο Παντοδύναμος, είναι ζωτικό να προσπαθούμε να ενδιαφερώμαστε περισσότερο για τη θέσι μας ενώπιον εκείνου παρά ενώπιον των ανθρώπων. Η Αγία Γραφή λέγει: «Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου.» (Ψαλμ. 111:10) Ένας τέτοιος φόβος είναι υγιής και πηγάζει από μια εγκάρδια επιθυμία να μη δυσαρεστήσωμε τον Ύψιστο, Μπορεί να συγκριθή με τη στάσι ενός ευπειθούς γιου προς ένα στοργικό πατέρα. Ο γιος δεν θέλει να κάνη τίποτα που μπορεί να στενοχωρήση τον πατέρα του ή που μπορεί να φέρη μομφή στο καλό του όνομα. Ορθά λοιπόν, ο φόβος του Θεού περιλαμβάνει το να μισή κανείς ό,τι εκείνος μισεί, και ν’ αγαπά ό,τι εκείνος αγαπά.—Παρ. 8:13.
Για να έχη κανείς κατάλληλο φόβο Θεού, πρέπει να θυμάται ότι κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να του δώση αιώνια ζωή και να φροντίζη γι’ αυτόν πάντοτε και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες. Ο θεόπνευστος ψαλμωδός έθεσε αυτό το ζήτημα από τη σωστή άποψι όταν έγραψε: «Μη φοβού όταν πλουτήση άνθρωπος, όταν αυξήση η δόξα της οικίας αυτού· διότι εν τω θανάτω αυτού δεν θέλει συμπαραλάβει ουδέν, ουδέ θέλει καταβή κατόπιν αυτού η δόξα αυτού.» (Ψαλμ. 49:16, 17) «Οίτινες ελπίζουσιν εις τα αγαθά αυτών και καυχώνται εις το πλήθος του πλούτου αυτών· ουδείς δύναται ποτέ να εξαγοράση αδελφόν, μηδέ να δώση εις τον Θεόν λύτρον δι’ αυτόν.» (Ψαλμ. 49:6, 7) Ο Υπέρτατος Κυρίαρχος, όμως, μπορεί να διατηρήση ένα άτομο μέσα από πολύ δύσκολες καταστάσεις και να τον διαφυλάξη ακόμη και από τον θάνατο. (Ψαλμ. 49:15) Πράγματι, ο Θεός μάς δίνει την εξής διαβεβαίωσι: «Δεν θέλω σε αφήσει ουδέ σε εγκαταλείψει.»—Εβρ. 13:5.
Ακόμη και αν οι άνθρωποι επρόκειτο να μας θανατώσουν, δεν θα μπορούσαν να μας εμποδίσουν από το ν’ αναστηθούμε από τους νεκρούς. Δεν μπορούν να μας αφαιρέσουν το δικαίωμα ή τον τίτλο του να είμαστε ζώντα άτομα. Μόνο ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί να το κάνη αυτό. Γι’ αυτό το λόγο, ο Ιησούς Χριστός είπε στους μαθητές του: «Μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων να αποκτείνωσι φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα να απολέση εν τη γεέννη.»—Ματθ. 10:28
Ασφαλώς λοιπόν, δεν έχομε ούτε την παραμικρή αιτία να φοβώμαστε τις επικρίσεις ή τις ειρωνείες των θνητών ανθρώπων. Ο λόγος του Ιεχωβά μέσω του Ησαΐα παρέχει ισχυρή ενθάρρυνσι προς αυτή την κατεύθυνσι. Διαβάζομε: «Ακούσατε μου, σεις οι γνωρίζοντες δικαιοσύνην λαέ, εν τη καρδία του οποίου είναι ο νόμος μου· μη φοβείσθε τον ονειδισμόν των ανθρώπων μηδέ ταράττεσθε εις τας ύβρεις αυτών. Διότι ως ιμάτιον θέλει καταφάγει αυτούς ο σκώληξ και ως μαλλίον θέλει καταφάγει αυτούς ο σκώρος.»—Ησ. 51:7, 8.
Όταν συλλογιζόμεθα τη μεγαλωσύνη του Δημιουργού και την αντιπαραβάλλωμε με τη μικρότητα του ανθρώπου, βοηθούμεθα να ελευθερωθούμε από τον φόβο των ανθρώπων. Στα μάτια του Ιεχωβά Θεού, όλα τα έθνη δεν είναι παρά μια μικροσκοπική σταγόνα νερού σ’ έναν κάδο ή μια λεπτή σκόνη στην πλάστιγγα, (Ησ. 40:11-15) Πόσο παράλογο θα ήταν να φοβώμαστε ένα μικροσκοπικό μόριο νερού ή σκόνης περισσότερο από τον Κατασκευαστή του μεγαλόπρεπους σύμπαντος!
Μπορούμε επίσης να ενθαρρυνθούμε από το γεγονός ότι και άλλοι αντιστάθηκαν με επιτυχία στον φόβο ανθρώπων. Ο Χριστιανός απόστολος Πέτρος υπενθύμισε στους ομοπίστους του ότι «τα αυτά παθήματα γίνονται εις τους αδελφούς σας τους εν τω κόσμω.» (1 Πέτρ. 5:9) Πράγματι, δεν είμεθα οι μόνοι που εμμένομε σταθερά υπέρ του Ιεχωβά Θεού εν όψει των πιέσεων που δημιουργούν οι άνθρωποι.
Θα ήταν πράγματι μεγάλη ανοησία να φοβώμαστε ανθρώπους, να προσπαθούμε να ευαρεστήσωμε ανθρώπους δυσαρεστώντας παράλληλα τον Παντοδύναμο Δημιουργό. Επειδή ο Τζων και η Έλεν δεν εμπιστεύθηκαν στον Ιεχωβά, έχασαν την ευτυχία τους. Ελπίζομε ότι κάποια μέρα προτού έλθη η «μεγάλη θλίψις», αυτοί και άλλοι σαν κι αυτούς, θ’ αποκτήσουν ισχυρή πεποίθησι για τον Ύψιστο και θα εκφρασθούν όπως ο ψαλμωδός, ο οποίος είπε: «Ο Ιεχωβά είναι φως μου και σωτηρία μου· τίνα θέλω φοβηθή; Ο Ιεχωβά είναι δύναμις της ζωής μου· από τίνος θέλω δειλιάσει;»—Ψαλμ. 27:1, ΜΝΚ.
[Εικόνα στη σελίδα 27]
Θα σταματήση η κοροϊδία αυτή τη μελέτη από την Αγία Γραφή;