Φρόνιμοι ως Όφεις Μεταξύ Λύκων
«Ιδού, εγώ σας αποστέλλω ως πρόβατα εν μέσω λύκων· γίνεσθε λοιπόν φρόνιμοι ως οι όφεις, και απλοί ως αι περιστεραί. Προσέχετε δε από των ανθρώπων.»—Ματθ. 10:16, 17· Λουκ. 10:3.
1. Σε ποιον πρέπει να βασίζεται ένα πρόβατο που κινδυνεύει από λύκους, και γιατί;
ΕΝΑ πρόβατο μεταξύ λύκων έχει ολίγη μόνο δική του δύναμι για να προστατεύση τον εαυτό του από το να καταβροχθισθή. Συνεπώς, ένα πρόβατο πρέπει να βασίζεται στον ποιμένα του ότι θα το προστατεύση από τους λύκους. Αυτό θέλει να εξυπηρετήση τους καλούς σκοπούς του ποιμένος του και όχι να καταβροχθισθή από αρπακτικούς λύκους. Υπακούει, λοιπόν, στη φωνή του ποιμένος του.
2. Με ποιο ζώο παρωμοίασε ο Ιησούς του αληθινούς ακολούθους του, και για ποιους τους προειδοποίησε;
2 Διάθεσις λύκων εκδηλώνεται από πολλούς εξέχοντας ανθρώπους, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι όμοιοι με πρόβατα επειδή ισχυρίζονται ότι είναι Χριστιανοί. Αν ένας άνθρωπος ισχυρίζεσαι ότι είναι Χριστιανός, είναι υποκριτής αν στην πραγματικότητα είναι ένας λύκος με ένδυμα προβάτου, μεταμφιεσμένος για να επωφεληθή από τα προβατοειδή άτομα. Ο Ιησούς Χριστός παρωμοίασε τους αληθινούς ακολούθους του με πρόβατα και τον εαυτό του με ποιμένα που τα προστατεύει από αδηφάγους λύκους. Τους προστατεύει για να εξυπηρετήσουν τους καλούς του σκοπούς και πρέπει να υπακούουν στη φωνή του για ν’ απολαμβάνουν την προστασία του, την πρόνοιά του και την υπηρεσία του. Στους δώδεκα ειδικούς αντιπροσώπους του, τους δώδεκα αποστόλους του, είπε: «Ιδού, εγώ σας αποστέλλω ως πρόβατα εν μέσω λύκων.» Και σε εβδομήντα άλλους εκτός των αποστόλων αυτών, είπε ομοίως: «Ιδού, εγώ σας αποστέλλω ως αρνία εν μέσω λύκων.»—Ματθ. 10:16 και Λουκ. 10:3.
3. Ποιο άγγελμα απεστέλλοντο να κηρύξουν, και όμως σε ποιων το σκληρό έλεος θα τους παρέδιδε τούτο φαινομενικά
3 Ο Ιησούς τούς απέστελλε να κηρύξουν αγαθά νέα, άγγελμα που έπρεπε να γίνη πρόθυμα δεκτό από ανθρώπους που είχαν αηδιάσει με τις ανθρώπινες κυβερνήσεις: «Υπάγοντες κηρύττετε λέγοντες, Ότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» «Και εις ήντινα πόλιν εισέρχησθε, και σας δέχωνται, τρώγετε τα παρατιθέμενα εις εσάς, και θεραπεύετε τους εν αυτή ασθενείς, και λέγετε προς αυτούς, Επλησίασεν εις εσάς η βασιλεία του Θεού.» (Ματθ. 10:7 και Λουκ. 10:8, 9) Και όμως η αποστολή των να κηρύξουν ένα τέτοιο ελκυστικό άγγελμα, θα τους παρέδιδε φαινομενικά στο σκληρό έλεος των λύκων. Ποιοι, λοιπόν, ήσαν οι λύκοι;
4. Ποιοι ήσαν οι «λύκοι» για τους οποίους μιλούσε τότε ο Ιησούς;
4 Ένας λύκος ή όμοιο με λύκο άτομο είναι ένας εχθρός όχι μόνο των προβάτων αλλά και του Καλού των Ποιμένος. Ο λύκος δεν συνάγει τα πρόβατα με τον ποιμένα, αλλά τα διασκορπίζει· δεν είναι υπέρ του Καλού Ποιμένος Ιησού, αλλ’ εναντίον του. (Λουκ. 11:23) Ο λύκος δεν πιστεύει στην ενότητα του Χριστιανικού ποιμνίου, αλλά το διασκορπίζει για ν’ αρπάξη τα πρόβατα ένα-ένα χωριστά και να τα καταβροχθίση για να ικανοποιήση τη λαιμαργία του. Εφόσον ο Ιησούς απέστελλε τότε τους κήρυκας της Βασιλείας μεταξύ του Ιουδαϊκού λαού αποκλειστικά, οι λύκοι αυτοί έπρεπε να βρεθούν μεταξύ των Ιουδαίων οι οποίοι ισχυρίζοντο ότι ήσαν λαός του Θεού, ο πιο θρησκευτικός λαός τότε επάνω στη γη. Ήσαν θρησκευτικοί λύκοι, οι οποίοι διήρπαζαν τα «πρόβατα τα απολωλότα του οίκου Ισραήλ.»—Ματθ. 10:6.
5. Με ποιές προειδοποιήσεις έδειξε ο Ιησούς ότι οι «λύκοι» περιελάμβαναν θρησκευτικά άτομα, και τι έκαμαν αυτοί πριν από το 70 μ.Χ. στα πρόβατα;
5 Ότι οι λύκοι στην εποχή του περιελάμβαναν θρησκευτικά άτομα που ηναντιώνοντο στο κήρυγμα του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού και κατεδίωκαν τους προβατοειδείς ακολούθους του επειδή το εκήρυτταν, ο Ιησούς το έδειξε στα περαιτέρω λόγια του προς εκείνους τους οποίους απέστελλε: «Προσέχετε δε από των ανθρώπων· διότι θέλουσι σας παραδώσει εις συνέδρια, και εν ταις συναγωγαίς αυτών θέλουσι σας μαστιγώσει· και ενώπιον έτι ηγεμόνων και βασιλέων θέλετε φερθή ένεκεν εμού, προς μαρτυρίαν εις αυτούς, και εις τα έθνη. Όταν δε σας διώκωσιν εν τη πόλει ταύτη, φεύγετε εις την άλλην·. . . Και μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα, την δε ψυχήν μη δυναμένων να αποκτείνωσι· φοβήθητε δε μάλλον τον δυνάμενον και ψυχήν και σώμα να απολέση εν τη γεέννη.» (Ματθ. 10:17, 18, 23, 28) Όταν ο Ιησούς επληροφορήθη ότι ο Βασιλεύς Ηρώδης Αντίπας ήθελε να τον φονεύση, τον απεκάλεσε «αλώπεκα». (Λουκ. 13:31, 32) Προτού καταστροφή η Ιερουσαλήμ στο 70 (μ.Χ.), οι λύκοι επετέθησαν στα πρόβατα του Ιησού, εφόνευσαν πολλά απ’ αυτά και τα διεσκόρπισαν με μεγάλον διωγμό. Αλλά οπουδήποτε διεσκορπίζοντο τα πρόβατα, εκήρυτταν το άγγελμα του Θεού. Έτσι ο διωγμός συνέβαλε στη διάδοσι του ευαγγελίου αντί να το εξαλείψη. Τα πρόβατα έμαθαν πώς ν’ αντιμετωπίζουν τις επιθέσεις που έκαναν οι αγέλες των λύκων.—Πράξ. 8:1-5.
6. Γιατί τα λόγια του Ιησού εις Ματθαίον 10:16 περιλαμβάνουν όλη τη γη σήμερα;
6 Σήμερα τα λόγια του Ιησού, «Ιδού, εγώ σας αποστέλλω ως πρόβατα εν μέσω λύκων,» περιλαμβάνουν επίσης όλη τη γη έξω από τη χώρα του Ισραήλ. Από το 1914 μ.Χ., οπότε εξερράγη ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος, εφαρμόζεται η εντολή του Ιησού στους προβατοειδείς ακολούθους του: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθ. 24:14) Η βασιλεία του Θεού, η βασιλεία των ουρανών, έχει πλησιάσει πληρέστερα τώρα παρά όταν ο Ιησούς απέστειλε τους δώδεκα αποστόλους να κηρύξουν, επειδή στο 1914 ο Ιεχωβά Θεός ανέλαβε τη μεγάλη του δύναμι και εγκατέστησε τον Υιό του Ιησού Χριστό επάνω στον θρόνο για να άρχη ως βασιλεύς εν μέσω των εχθρών του, έτσι δε η βασιλεία του Θεού ιδρύθη εν δυνάμει στους ουρανούς. Επάνω στη γη εξερράγη πόλεμος μεταξύ των εθνών για το επίμαχο ζήτημα της παγκοσμίου κυριαρχίας και στους αοράτους ουρανούς επίσης εξερράγη πόλεμος, αλλ’ η νεογέννητη βασιλεία εθριάμβευσε και ο Σατανάς ή Διάβολος και οι δαίμονες του εξεσφενδονίσθησαν στη γη, για να περιμένουν το πλήρες τέλος του κόσμου των στη μάχη του Αρμαγεδδώνος. Ιδιαίτερα μετά τη λήξι του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο 1918 ήλθε ο κατάλληλος καιρός για να κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της νεογέννητης βασιλείας σε όλη την οικουμένη. Κατέστη αναγκαίον όπως ο Ιησούς Χριστός, ενθρονισμένος τώρα εν δυνάμει, ενεργήση σύμφωνα με τη δική του ακριβώς προφητεία και αποστείλη κήρυκας τούτου του ευαγγελίου της Βασιλείας. Μια φορά ακόμη έπρεπε να αποστείλη τους πιστούς ακολούθους του ως πρόβατα εν μέσω λύκων. Οι χειρότεροι λύκοι και οι περισσότεροι λύκοι απεδείχθη ότι είναι στη θρησκευτική επικράτεια του «Χριστιανικού κόσμου». Αυτή απεδείχθη ότι είναι φωλεά λύκων όσον αφορά τους προβατοειδείς κήρυκας της βασιλείας του Θεού. Ρωτήστε τους μόνους που κηρύττουν τούτο το ευαγγέλιον της νεογέννητης βασιλείας, τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Αυτοί γνωρίζουν. Και σεις, επίσης, γνωρίζετε για τις πείρες των με τους λύκους.
ΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΟΜΟΙΟΙ ΜΕ ΟΦΕΙΣ
7. Πώς πρόκειται να επιζήσουν εν μέσω λύκων οι κήρυκες της Βασιλείας και να παραμείνουν ακόμη προβατοειδείς;
7 Πώς πρόκειται οι κήρυκες της Βασιλείας να επιζήσουν εν μέσω λύκων και να παραμείνουν ακόμη προβατοειδείς, αβλαβείς, ευπειθείς στη φωνή του Ποιμένος των; Ο Ποιμήν μας μάς έχει ειπεί πώς. Αφού προειδοποίησε τους μαθητάς του για τους ολόγυρα λύκους, είπε: «Γίνεσθε λοιπόν φρόνιμοι ως οι όφεις, και απλοί ως αι περιστεραί. Προσέχετε δε από των ανθρώπων.» (Ματθ. 10:16, 17) «Πρέπει, λοιπόν, να είσθε προφυλακτικοί ως όφεις.» (Ρ. Νοξ) «Γίνεσθε λοιπόν πανούργοι [οξείς] ως όφεις.»—Βιβλική Σχολή της Ιερουσαλήμ, Γαλλική.
8. (α) Πώς ενήργησε ο όφις στην Εδέμ, και γιατί; (β) Ποια ερώτησις, λοιπόν, εγείρεται;
8 Πριν από έξη χιλιάδες χρόνια ο όφις που αναφέρεται ότι ήταν στην Εδέμ δεν είχε να πολεμήση εναντίον ενός αδηφάγου λύκου. Βρήκε να τον παρατηρή μια αθώα, ανύποπτη γυναίκα. Η αφήγησις λέγει: «Ο δε όφις ήτο το φρονιμώτερον πάντων των ζώων του αγρού, τα οποία έκαμεν Ιεχωβά ο Θεός· και είπεν ο όφις προς την γυναίκα, Τω όντι είπεν ο Θεός, Μη φάγητε από παντός δένδρου του παραδείσου;» (Γεν. 3:1, ΜΝΚ) Ο όφις δεν είχε ανάγκη να προστατεύση τον εαυτό του από ένα λύκο. Συνεπώς δεν απεσύρθη προφυλακτικά, αλλά προσήλωσε την προσοχή του επάνω στη γυναίκα Εύα. Γιατί; Για να απατήση. Ο απόστολος Παύλος λέγει: «Ο όφις εξηπάτησε την Εύαν δια της πανουργίας αυτού.» «Η γυνή απατηθείσα έγεινε παραβάτις.» (2 Κορ. 11:3 και 1 Τιμ. 2:14) Πίσω από τη σκηνή ο Διάβολος διηύθυνε στρατηγικώς τον όφιν στις απατηλές του ενέργειες και λόγους, κάνοντάς τον να ενεργή με πανουργία, με την πρόθεσι να βλάψη. Το ψεύδος του παρεκίνησε στην ανθρώπινη παρακοή. Επηκολούθησε θάνατος στο ανθρώπινο γένος. Με το να είμεθα φρόνιμοι ως όφεις, μπορούμε άρα γε να χρησιμοποιήσωμε τέτοια πανουργία απέναντι των λύκων;
ΜΗΠΩΣ Η ΦΡΟΝΙΜΑΔΑ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙ ΜΕΤΑΜΦΙΕΣΙ;
9. Στις Εβραϊκές Γραφές μεταξύ ποίων βρίσκομε παραδείγματα προφυλάξεως, και ποιο ερώτημα προβάλλομε όσον αφορά αυτούς;
9 Στις αρχαίες Εβραϊκές Γραφές βρίσκομε πολλά παραδείγματα του πώς οι δούλοι του Ιεχωβά χρησιμοποίησαν φρονιμάδα ή προφύλαξι—μεταξύ αυτών τον Αβραάμ, τη Σάρρα, τον Ισαάκ, τον Δαβίδ και τον Ιωνάθαν. Μήπως αυτοί κατησχύνθησαν ως ψεύσται ενεργώντας έτσι; Ας εξετάσωμε το «φόντο» των ενεργειών τους.
10. Ποια πείρα είχε ο Αβραάμ με τον Φαραώ της Αιγύπτου εξαιτίας της Σάρρας;
10 Ο Αβραάμ, για να διαφύγη μια βαριά πείνα στην Παλαιστίνη, δεν επέστρεψε στην Ουρ των Χαλδαίων—είχε εγκαταλείψει την Ουρ για πάντα κατ’ εντολήν του Θεού—αλλά επήγε στην Αίγυπτο. Ο Αβραάμ πιθανόν να είχε ακούσει για το περιστατικό, που τώρα βρέθηκε γραμμένο επάνω σ’ έναν πάπυρο, του πώς ένας Αιγύπτιος Φαραώ, επηρεασμένος από τους μεγιστάνας του, έστειλε στρατεύματα και πήρε την ωραία σύζυγο ενός άλλου ανδρός για το δικό του χαρέμι. Κοντά στην Αίγυπτο ο Αβραάμ είπε στη Σάρρα ν’ αποκρύψη το γεγονός ότι ήταν γυναίκα του: «Θέλουσι φονεύσει εμέ, σε δε θέλουσι φυλάξει ζώσαν· ειπέ λοιπόν, ότι είσαι αδελφή μου, δια να γείνη καλόν εις εμέ εξ αιτίας σου, και να φυλαχθή η ζωή μου δια σε.» Ο Φαραώ επήρε τη Σάρρα για να την κάμη σύζυγό του αλλ’ ο Ιεχωβά επέφερε πληγές στον Φαραώ και στον οίκον του, ειδοποιώντας τον ότι η Σάρρα ήταν σύζυγος του Αβραάμ. Ο Φαραώ, λοιπόν, την επέστρεψε, αλλά παρεπονέθη στον Αβραάμ επειδή δεν του είπε με πλήρη ακρίβεια τα γεγονότα, πράγμα που θα μπορούσε να είχε εμποδίσει την ενέργειά του αυτή.—Γέν. 12:10-20.
11, 12. Ποια πείρα είχε ο Αβραάμ με τον Αβιμέλεχ βασιλέα των Γεράρων εξαιτίας της Σάρρας;
11 Έπειτα από χρόνια ο Αβραάμ ήταν στη χώρα των Φιλισταίων στα Γέραρα. «Και είπεν ο Αβραάμ περί Σάρρας της γυναικός αυτού, Αδελφή μου είναι.» Γιατί; Όπως ο Αβραάμ εξήγησε αργότερα στον Αβιμέλεχ βασιλέα των Γεράρων ο οποίος είχε πάρει τη Σάρρα: «Επειδή εγώ είπον, Βέβαια δεν είναι φόβος Θεού εν τω τόπω τούτω· και θέλουσι με φονεύσει δια την γυναίκά μου· και όμως αληθώς αδελφή μου είναι, θυγάτηρ του πατρός μου, αλλ’ ουχί θυγάτηρ της μητρός μου· και έγεινε γυνή μου· και ότε με έκαμεν ο Θεός να εξέλθω εκ του οίκου του πατρός μου, είπον προς αυτήν, Ταύτην την χάριν θέλεις κάμει εις εμέ· εις πάντα τόπον όπου αν υπάγωμεν, λέγε περί εμού, Ούτος είναι αδελφός μου.» Πολύ πιθανώς η Σάρρα ήταν τότε έγκυος στον μόνο της γυιο Ισαάκ. Ο Παντοδύναμος Θεός ενήργησε για να εμποδίση τον Αβιμέλεχ να μολύνη τη Σάρρα, προειδοποιώντας τον σ’ ένα όνειρο και λέγοντας: «Τώρα λοιπόν απόδος την γυναίκα προς τον άνθρωπον, διότι είναι προφήτης· και θέλει προσευχηθή υπέρ σου, και θέλεις ζήσει.» Όταν επέστρεψε τη Σάρρα ο Βασιλεύς Αβιμέλεχ έδωσε στον Αβραάμ «χίλια αργύρια» και είπε στη Σάρρα: «Ιδού, αυτός είναι δια σε σκέπη των οφθαλμών προς πάντας τους μετά σου και προς πάντας τους άλλους, και είσαι καθαρισμένη από όνειδος.» Με την προσευχή του Αβραάμ ο Θεός εθεράπευσε τον Αβιμέλεχ και την γυναίκα του και τις θεράπαινές του έτσι ώστε άνοιξαν πάλι οι μήτρες των για να φέρουν τέκνα.—Γέν. 20:1-18, ΜΝΚ.
12 Αν αποκαλέσωμε τον Αβραάμ στις δύο παραπάνω περιπτώσεις ψεύστην και στρεψόδικον, είμεθα υποχρεωμένοι να ερωτήσωμε, Εχρησιμοποίησε ο Ιεχωβά Θεός έναν ψεύστη και έναν άπιστο δειλό για να προσευχηθή σ’ αυτόν να θεραπεύση τον Αβιμέλεχ ο οποίος είχε ενεργήσει με αθωότητα; Για να κατανοήσωμε την ενέργεια του Θεού προς τον προφήτην του Αβραάμ πρέπει να σκεφθούμε όχι απλώς για την πιστότητα του Θεού στη διαθήκη του με τον Αβραάμ, αλλά και για τις συνθήκες που επικρατούσαν τότε.
13. Σε τι έδαφος βρισκόταν ο Αβραάμ, και ποιες σχέσεις ήταν διατεθειμένος να διατηρήση με τους κατοίκους του;
13 Είτε στην Αίγυπτο είτε στην Παλαιστίνη, ο Αβραάμ ήταν σε εχθρικό έδαφος και είχε ανάγκη να είναι προφυλακτικός. Ήθελε να ζήση για να εκτελέση τον σκοπό του Θεού γι’ αυτόν. Εθεώρησε καλόν να χρησιμοποιήση στρατηγική απέναντι εκείνων που θα μπορούσε να προκληθούν για να τον βλάψουν ή να τον φονεύσουν στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Θα μπορούσε να εμπλακή σε πόλεμο μαζί τους· με 318 από τους οικιακούς δούλους του είχε κάποτε κατατροπώσει τις στρατιές τεσσάρων βασιλέων της Μεσοποταμίας που είχαν εισβάλει στην Παλαιστίνη και είχαν απαγάγει τον ανεψιό του Λωτ και την οικογένειά του. Αλλ’ ο Αβραάμ επροτίμησε να διατηρήση ειρηνικές σχέσεις με τους κατοίκους των χωρών στις οποίες παροικούσε. Δεν ήταν διατεθειμένος να εμπλακή σε πόλεμο μαζί τους για τη γυναίκα του.
14. Ποιές δύο περιπτώσεις δείχνουν ότι οι γυναίκες μπορούσαν να παραδίδωνται στις αρχαίες εκείνες ημέρες, και τι επομένως, ήταν πρόθυμη να κάμη η Σάρρα για να διαφυλάξη τη ζωή του Αβραάμ;
14 Στις ημέρες εκείνες προτού ο Ιεχωβά συνάψη την διαθήκη του νόμου του με τους απογόνους του Αβραάμ δια του μεσίτου Μωυσέως, οι γυναίκες μπορούσαν να παραδίδωνται. Θυμηθήτε πώς ο Λωτ προσεφέρθη ν’ αφήση στον ωρυόμενον όχλον των Σοδομιτών τις δύο κατάλληλες για γάμον ή μνηστευμένες θυγατέρες του για να ασελγήση επάνω τους με σκοπό να προστατεύση τη ζωή των δύο ανδρών που φιλοξενούσε στο σπίτι του. (Γέν. 19:1-8) Θυμηθήτε πώς ο γέρων της Γαβαά προσέφερε την παρθένο θυγατέρα του και την παλλακή του επισκέπτου του σ’ έναν όμοιον όχλον Βενιαμιτών για να προστατεύση τον θρησκευτικόν Λευίτην που φιλοξενούσε. Τελικά, ο Λευίτης ο ίδιος επήρε την παλλακή σύζυγό του, που την έφερνε πάλι στην κατοικία του, και την εξέβαλε από το σπίτι παραδίδοντας την στο έλεος του όχλου, ώσπου πέθανε. (Κριτ. 19:1-3, 10-28) Έτσι και ο Αβραάμ παρουσίαζε τη Σάρρα ως αδελφή του για να εμποδίση βίαιη συζήτησι για τη γυναίκα του. Η Σάρρα ανεγνώριζε τον Αβραάμ ως κύριόν της και συνεφώνησε με τη διευθέτησι αυτή, πρόθυμη να υποστή τις συνέπειες της διευθετήσεως. Ήταν πρόθυμη να κάμη το μέρος της για να διαφυλάξη τη ζωή του προφήτου του Ιεχωβά, με τον οποίον ο Θεός είχε κάμει τη διαθήκη του. Ο Αβραάμ το θεωρούσε αυτό σαν μια εκδήλωσι της στοργής της γι’ αυτόν, και η Σάρρα το έβλεπε με τον ίδιο τρόπο.—1 Πέτρ. 3:5, 6.
15. Ποια εικόνα μπορούμε να ιδούμε στη στρατηγική συμπεριφορά του Αβραάμ, και γιατί;
15 Αλλά οι κριτικοί δεν το βλέπουν έτσι. Βλέπουν τον Αβραάμ εντελώς σαν ένα ψευδόμενο, στρεψόδικο, άνανδρο και ασθενικό πλάσμα, και όχι σαν έναν που ασκεί φρόνιμη στρατηγική σε μια εχθρική χώρα γεμάτη από λύκους. Αφού ο Θεός εθεώρησε καλό να κρατήση τον Αβραάμ στη διαθήκη του και να προστατεύση τη Σάρρα ώστε να μείνη αμόλυντη για τον σύζυγο της, μπορούμε άρα γε να δούμε σ’ αυτή τη στρατηγική συμπεριφορά μια εικόνα; Ο Αβραάμ χρησιμοποιείται αλλού για να εξεικονίση τον Ιεχωβά Θεό και η Σάρρα χρησιμοποιείται για να εξεικονίση την ουράνια όμοια με γυναίκα οργάνωσι του Ιεχωβά, η οποία παράγει το υποσχεμένο Σπέρμα, τον Χριστό. Μπορούμε, λοιπόν, να δούμε στη διαγωγή του Αβραάμ πώς, δια μέσου των αιώνων, ο Ιεχωβά εφάνη ότι απεκήρυσσε την οργάνωσι—σύζυγό του ή απέκρυπτε την συζυγική της σχέσι προς αυτόν. Κατεκράτησε απ’ αυτήν το υποσχεμένο Σπέρμα επί πολύν καιρό και αφήνει επίσης εκείνους που είναι πνευματικά της τέκνα επάνω στη γη να υποφέρουν στα χέρια ανθρώπων και διαβόλων, φαινομενικά χωρίς θεία προστασία. Όλα αυτά έδωσαν στον εχθρό μια εσφαλμένη εντύπωσι και αισθάνθηκε τον εαυτό του ελεύθερον να προσπαθήση να μολύνη τους αντιπροσώπους της ομοίας με γυναίκα οργανώσεως του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά, όμως, εις εκπλήρωσιν της διαθήκης του όσον αφορά τον Χριστόν, τους επροστάτευσε μέσα στη δοκιμαστική τους κατάστασι και τους απηλευθέρωσε μέσα στην ακεραιότητά τους.—Γαλ. 4:21-31· Ησ. 54:5-8.
16. Πώς ο Ισαάκ εμιμήθη τον πατέρα του σ’ αυτό, και ποια εκδήλωσι έκαμε ο Ιεχωβά Θεός έπειτα απ’ αυτό;
16 Ακολουθώντας το παράδειγμα του πατρός του Αβραάμ, ο Ισαάκ μίλησε ομοίως για τη γυναίκα του Ρεβέκκα ως αδελφή του στους ανθρώπους της ίδιας πόλεως των Γεράρων. Η αληθινή της σχέσις με τον Ισαάκ ανεκαλύφθη από τον Βασιλέα Αβιμέλεχ, ο οποίος τότε είπε στον Ισαάκ: «Παρ’ ολίγον ήθελε κοιμηθή τις εκ του λαού μετά της γυναικός σου, και ήθελες φέρει εφ’ ημάς ανομίαν.» Ο Βασιλεύς Αβιμέλεχ θα έπρεπε να είχε προσθέσει: «Αν ο Ιεχωβά το επέτρεπε!» Ο ειρηνικός Ισαάκ εξήγησε τη στρατηγική του, λέγοντας: «Είπον [ότι είναι αδελφή μου], Μήπως αποθάνω εξ αίτιας αυτής.» Έπειτα απ’ αυτή την αψιμαχία με τον Βασιλέα Αβιμέλεχ σχετικά με τη Ρεβέκκα, ο Ιεχωβά εξακολούθησε να ευλογή τον Ισαάκ σε τέτοιο βαθμό που οι Φιλισταίοι τον εφθόνησαν.—Γέν. 26:1-11.
17. Μολονότι είχαν κάποιο φόβο, τι δεν έκαμαν ο Αβραάμ και ο Ισαάκ, και πώς επομένως, ενήργησε γι’ αυτούς ο Ιεχωβά;
17 Μπορούμε να δούμε τον τρόπο με τον οποίον ο Ισαάκ εχειρίσθη το ζήτημα με τη σύζυγό του Ρεβέκκα, από την ίδια άποψι που είδαμε τα πράγματα εν σχέσει με τον Αβραάμ και τη Σάρρα. Ο Αβραάμ και ο Ισαάκ μπορεί να είχαν κάποιον φόβο, αλλά δεν έκαμαν μέσα στον φόβο τους κάποια ασεβή συμμαχία με τους ειδωλολάτρας βασιλείς για αυτοπροστασία. Δεν μπορούμε, επομένως να εφαρμόσωμε σ’ αυτούς τη δηκτική επιτίμησι του Ησαΐας 57:11-13: «Τίνα επτοήθης, ή εφοβήθης ώστε να ψευσθής [να παίξης ρόλον προδότου, ΜΑΜ], και να μη με ενθυμηθής, μηδέ να θέσης τούτο εν τη καρδία σου; δεν είναι, διότι εγώ εσιώπησα μάλιστα προ πολλού, δια τούτο συ δεν με εφοβήθης; Εγώ θέλω απαγγείλει την δικαιοσύνην σου [αυτοδικαίωσιν] και τα έργα σου· όμως δεν θέλουσι σε ωφελήσει. Όταν αναβοήσης, ας σε ελευθερώσωσιν οι συνηγμένοι σου.» Ο Ιεχωβά πάντοτε απηλευθέρωνε τον Αβραάμ και τον Ισαάκ επειδή απέφευγαν τον κόσμο.
18. Γιατί γενικά η Ραάβ καταδικάζεται ως απατεών;
18 Η Ραάβ η πόρνη, που είχε πανδοχείον στην Ιεριχώ, καταδικάζεται γενικά ως απατεών. Αυτή επήρε τους δύο κατασκόπους από το εκεί πλησίον στρατόπεδο του Ισραήλ στο σπίτι της, επειδή εφοβείτο τον Θεόν των Ιεχωβά. Όταν ο βασιλεύς της Ιεριχούς έστειλε ανθρώπους και απήτησε απ’ αυτήν να παραδώση τους δύο κατασκόπους, έπρεπε μήπως αυτή να οδηγήση τους αξιωματούχους του βασιλέως επάνω στο δώμα και να αφαιρέση την λινοκαλάμη που είχε στοιβαγμένη επάνω από τους ανθρώπους, αποκαλύπτοντας έτσι την απόκρυψί τους και παραδίδοντας τους να υποστούν την τύχη των κατασκόπων; Θα ήταν αυτό εμπιστοσύνη στον Θεόν των ότι θα τους επροστάτευε; Θα ευαρεστούσε αυτό στον Ιεχωβά και θα έδειχνε ότι αυτή είχε πίστι σ’ αυτόν και είχε υιοθετήσει την υπόθεσί του; Δεν απαιτούσε δύναμι πίστεως στον Ιεχωβά το ν’ αρνηθή την απαίτησι του βασιλέως και ν’ απομακρύνη τους αξιωματούχους του παροδηγώντας τους; Αυτή είπε: «Ναι μεν, εισήλθον προς εμέ οι άνδρες, και δεν εξεύρω πόθεν ήσαν· ενώ δε έμελλε να κλεισθή η πύλη, ότε εσκότασεν, οι άνδρες εξήλθον· δεν εξεύρω πού υπήγον οι άνδρες· τρέξατε ταχέως κατόπιν αυτών, διότι θέλετε προφθάσει αυτούς.» Εψεύδετο μήπως ανήθικα η Ραάβ σ’ αυτή την περίπτωσι;
19. Πώς γνωρίζομε αν η Ραάβ εψεύδετο ανήθικα σ’ αυτή την περίπτωσι ή όχι;
19 Θυμηθήτε ότι διεξήγετο πόλεμος τότε. Οι εχθροί δεν άξιζε να μάθουν την αλήθεια προς βλάβην ή κίνδυνον των δούλων του Ιεχωβά. Σε καιρό πολέμου είναι κατάλληλο να παροδηγηθή ο όμοιος με λύκο εχθρός. Καθ’ ον χρόνον οι παρωδηγημένοι άνδρες του βασιλέως έσπευδαν σε μάταιη καταδίωξι, η Ραάβ εβοήθησε τους δύο κατασκόπους να διαφύγουν πάνω από το τείχος της πόλεως. Ο Λόγος του Θεού επαινεί την ενέργειά της ως έμπρακτη απόδειξι της πίστεώς της: «Ομοίως δε και Ραάβ η πόρνη δεν εδικαιώθη εξ έργων, ότε υπεδέχθη τους απεσταλμένους, και εξέβαλεν αυτούς δι’ άλλης οδού;» Έτσι η ζωή της Ραάβ και των συγγενών της διεφυλάχθη όταν τα τείχη της Ιεριχούς έπεσαν και όλος ο άλλος λαός της πόλεως εξηλείφθη.—Ιησ. Ναυή 2:1-24· 6:17-23 και Ιάκ. 2:25.
20. Πώς ο Δαβίδ, η σύζυγός του Μιχάλ και ο γυναίκαδελφός του Ιωνάθαν εχρησιμοποίησαν προφυλακτική μέθοδο απέναντι του Βασιλέως Σαούλ, και γιατί;
20 Ο Δαβίδ, ο φονεύς του Φιλισταίου γίγαντος Γολιάθ, ήταν φρόνιμος ως όφις απέναντι του ομοίου με λύκον Βασιλέως Σαούλ και άλλων. Ο Δαβίδ απεσύρθη από τον φθονερόν, γεμάτον από φονικό πνεύμα Βασιλέα Σαούλ σε καιρό κινδύνου και ούτε μια φορά δεν προσπάθησε να του ανταποδώση βλάβη. Οι φίλοι του Δαβίδ, βλέποντας ότι ο Σαούλ είχε κηρύξει πόλεμο εναντίον του αθώου Δαβίδ, εχρησιμοποίησαν στρατηγική πολέμου για να τον προστατεύσουν. Η Μιχάλ, η θυγατέρα του Σαούλ, εβοήθησε τον σύζυγό της Δαβίδ να διαφύγη από ένα παράθυρο. Ανεχαίτισε τους αξιωματούχους του Σαούλ με την αναγγελία, «Άρρωστος είναι.» Έβαλε ένα ομοίωμα του Δαβίδ στην κλίνη του και, όταν το κρεββάτι με το ομοίωμα φέρθηκε στον Βασιλέα Σαούλ και εξετέθη το έργο της Μιχάλ για τη διαφυγή του Δαβίδ, αυτή είπε στον αγανακτημένο πατέρα της: «Αυτός είπε προς εμέ, Άφες με να φύγω· δια τι να σε θανατώσω;» Ο Βασιλεύς Σαούλ το ωνόμασε αυτό απατηλό τέχνασμα. Ήταν πράγματι πολεμικό στρατήγημα για να προστατευθή ο αθώος. Ο αδελφός της Μιχάλ, Ιωνάθαν, ο οποίος αγαπούσε τον Δαβίδ, εχρησιμοποίησε επίσης στρατηγική για ν’ απομακρύνη από τα ίχνη του Δαβίδ τον μέχρι παραφροσύνης φθονερόν πατέρα του.—1 Σαμ. 19:9-17· 20:17-42.
21. Πώς ο Δαβίδ επροφύλαξε τον αρχιερέα Αχιμέλεχ να αισθάνεται υποχρέωσι απέναντι του Βασιλέως Σαούλ, και πώς αντημείφθη ο Δωήκ επειδή ενήργησε ως πληροφοριοδότης εναντίον του Δαβίδ;
21 Ο Δαβίδ, φεύγοντας, ήλθε στον αρχιερέα Αχιμέλεχ στη Νωβ. Όταν αυτός τον ερώτησε γιατί ήλθε μόνος, ο Δαβίδ απέκρυψε τις μετακινήσεις του, λέγοντας: «Ο βασιλεύς προσέταξεν εις εμέ υπόθεσιν τινά, και μοι είπεν, Ας μη εξεύρη μηδείς μηδέν περί της υποθέσεως δια την οποίαν εγώ σε αποστέλλω, μηδέ τι προσέταξα εις εσέ.» (1 Σαμ. 21:1, 2) Αυτό επροφύλαξε τον αρχιερέα από το να αισθάνεται κάποια πίεσι να προδώση στον Βασιλέα Σαούλ το μέρος όπου βρισκόταν ο Δαβίδ. Ο Δωήκ ο Ιδουμαίος, ο αρχιποιμήν του Σαούλ, ήταν εκεί τότε. Όταν το ανέφερε αυτό στον Σαούλ, ο Δωήκ αντημείφθη από τον Σαούλ με τη διαταγή να φονεύση τον αρχιερέα και ογδόντα τέσσερες από τους υφιερείς του. Ο Θεός αντήμειψε τον Δωήκ διαφορετικά. Ενέπνευσε τον Δαβίδ να συντάξη τον Ψαλμό 52 εναντίον του μοχθηρού Εδωμίτου πληροφοριοδότου, όπως δείχνει η επιγραφή του ψαλμού.—1 Σαμ. 21:1-7· 22:6-19.
22. Πώς ο Δαβίδ χρησιμοποίησε προφυλακτική μέθοδο απέναντι του Αγχούς, του βασιλέως της Γαθ, και έγινε αυτό με κάποια έννοια αυτοκαταδίκης;
22 Ο Δαβίδ κατέφυγε στη γη των Φιλισταίων προς τον Αγχούς τον βασιλέα της Γαθ. Όταν οι Φιλισταίοι ανεκάλυψαν ποιος ήταν και εισηγήθησαν στον βασιλέα ότι ο Δαβίδ αποτελούσε κίνδυνον της ασφαλείας της χώρας, ο Δαβίδ εφοβήθη τους λύκους. «Και ήλλαξε τον τρόπον αυτού έμπροσθεν αυτών, και προσεποιήθη τον τρελόν μεταξύ των χειρών αυτών, και έξυεν επάνω των θυρών της πύλης, και άφινε τον σίελον αυτού να καταπίπτη εις το γένειον αυτού.» Ο Βασιλεύς Αγχούς αρνήθηκε να τον έχη γύρω του και τον άφησε να φύγη ζωντανός σαν να ήταν ένας αβλαβής ηλίθιος. Έτσι ο Δαβίδ μπόρεσε να διασώση τη ζωή του και να καταφύγη στο σπήλαιο Οδολλάμ. Οσοδήποτε και αν η δήθεν παραφροσύνη του ενώπιον του Βασιλέως Αγχούς συνέβαλε στη διαφυγή του, όμως ο Δαβίδ ενεπνεύσθη να γράψη τον Ψαλμό 34 και να ευχαριστήση τον Ιεχωβά επειδή ευλόγησε το στρατήγημά του και του έδωσε απελευθέρωσι από τον Βασιλέα Αγχούς. Στα εδάφια 12 και 13 ο Δαβίδ λέγει: «Τις είναι ο άνθρωπος όστις θέλει ζωήν, αγαπά ημέρας, δια να ίδη καλόν; φύλαττε την γλώσσαν σου από κακού, και τα χείλη σου από του να λαλώσι δόλον.» Έτσι ο Ψαλμός 34 δεν εκφράζει καμμιά έννοια αμαρτίας και αδικοπραγίας εν σχέσει με τον Δαβίδ επειδή έδωσε στον Βασιλέα Αγχούς πλαστή εντύπωσι για να επιτύχη τη διαφυγή του. (1 Σαμ. 21:8 έως 22:1) Αργότερα ο Δαβίδ επέστρεψε υπό διαφορετικές συνθήκες και του επετράπη από τον Βασιλέα Αγχούς να ζη στη Σικλάγ. Πάλιν ο Δαβίδ εχρησιμοποίησε στρατηγική πολέμου απέναντι αυτού του εχθρού τού λαού του Δαβίδ, του Ισραήλ, και απέκρυψε απ’ αυτόν τις αληθινές μετακινήσεις του. Έτσι ο Αγχούς δεν ενώχλησε τον Δαβίδ και τους ανθρώπους του.—1 Σαμ. 27:2 έως 28:2· 29:3-11.
23, 24. (α) Όταν έφευγε ο Δαβίδ από τον Αβεσσαλώμ, ποιες οδηγίες έδωσε στον Χουσαΐ, και πώς ενήργησε σχετικά με τούτο ο Ιεχωβά; (β) Πώς μια γυναίκα απεδείχθη όμοια με τη Ραάβ απέναντι των δύο πληροφοριοδοτών του Δαβίδ;
23 Ήλθε καιρός που ο Δαβίδ έγινε βασιλεύς του Ισραήλ στην Ιερουσαλήμ. Όταν ο υιός του Αβεσσαλώμ συνώμοσε εναντίον του για να καταλάβη το θρόνο, ο πιο έμπιστος σύμβουλος του Δαβίδ, ο Αχιτόφελ, έγινε προδότης εναντίον του και ενώθηκε στη συνωμοσία. Όταν έφευγε από την Ιερουσαλήμ ο Δαβίδ έμαθε για την προδοσία του Αχιτόφελ. «Και είπεν ο Δαβίδ, Ιεχωβά, δέομαί σου, διασκέδασον την βουλήν του Αχιτόφελ.» Πώς ενήργησε ο Δαβίδ σύμφωνα μ’ αυτή την προσευχή; Όταν ο Χουσαΐ ο Αρχίτης θέλησε να ενωθή μαζί του στη φυγή, ο Δαβίδ τον έστειλε πάλι στην Ιερουσαλήμ, λέγοντας: «Εάν όμως επιστρέψης εις την πόλιν, και είπης προς τον Αβεσσαλώμ, Θέλω είσθαι δούλός σου, βασιλεύ· καθώς εστάθην δούλος του πατρός σου μέχρι τούδε, ούτω θέλω είσθαι τώρα δούλός σου· τότε δύνασαι υπέρ εμού να ανατρέψης την βουλήν του Αχιτόφελ.» Εδίδασκε ο Δαβίδ τον Χουσαΐ να ψευσθή; Ο Χουσαΐ επέστρεψε και ωμολόγησε ότι έγινε δούλος του Αβεσσαλώμ. Σε μια εκλογή μεταξύ της συμβουλής του Αχιτόφελ και της συμβουλής του Χουσαΐ, ο Αβεσσαλώμ και οι άνθρωποί του επροτίμησαν τη συμβουλή του Χουσαΐ. Βλέποντας ότι εματαιώθη η βουλή του, ο Αχιτόφελ επήγε στο σπίτι του και εκρεμάσθη σαν τον Ιούδα. Η συμβουλή του Χουσαΐ επέτρεψε να διαφύγη ο Δαβίδ σε ασφαλή τόπο και να προετοιμασθή για τη μάχη προς ανάκτησιν του θρόνου του. Ο Ιεχωβά ευλόγησε το στρατήγημα του Χουσαΐ που έγινε σύμφωνα με τις οδηγίες του Δαβίδ και εματαίωσε τη βουλή του Αχιτόφελ απαντώντας στην προσευχή του Δαβίδ.
24 Όταν δύο άνδρες ανεκαλύφθησαν ότι έφερναν μήνυμα από τον Χουσαΐ στον Δαβίδ στην έρημο, μια γυναίκα σαν τη Ραάβ ήταν εκεί πλησίον. Οι δύο άνδρες εκρύφτηκαν στο πηγάδι της αυλής του συζύγου της. Η γυναίκα άπλωσε ένα κάλυμμα επάνω στο στόμιο του πηγαδιού και έχυσε επάνω του κοπανισμένο σιτάρι. Όταν ήλθαν οι δούλοι του Αβεσσαλώμ και ερώτησαν για τους δύο μηνυτάς, «η γυνή είπε προς αυτούς, Διέβησαν το ρυάκιον του ύδατος.» Αφού έφυγαν οι δούλοι του Αβεσσαλώμ για μια μάταιη καταδίωξι, οι δύο άνδρες εβγήκαν από το πηγάδι και επήγαν στον Δαβίδ. Όλο αυτό το πολεμικό στρατήγημα εματαίωσε τη βουλή του εχθρού, αλλά συνέβαλε στην επιτυχία του Δαβίδ στη μάχη εναντίον του Αβεσσαλώμ και στην αποκατάστασί του στον θρόνον του Ισραήλ.—2 Σαμ. 15:31-34· 16:16-19· 17:18-23, ΜΝΚ.
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΩΝ ΠΡΟΦΗΤΩΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
25, 26. (α) Ποιο ερώτημα εγείρεται εν σχέσει με τους προφήτας του «Θεού της αληθείας»; (β) Πώς ο Ιεχωβά εδικαίωσε τον Ελισσαιέ από την κατηγορία ότι είναι ψεύστης και κατηραμένος αποπλανητής του τυφλού;
25 Σε μια αληθινή εξομολόγησι ο Δαβίδ προσευχήθηκε: «Συ με ελύτρωσας, Ιεχωβά ο Θεός της αληθείας.» (Ψαλμ. 31:5, ΑΣ) Αφού ο Ιεχωβά είναι ο Θεός της αληθείας, μπορούμε να βρούμε ψεύδη στα στόματα των προφητών του; Πάρτε την περίπτωσι του επιδοκιμασμένου προφήτου του Ελισσαιέ. Επειδή επανειλημμένως ο Ελισσαιέ εξέθεσε στον βασιλέα του Ισραήλ τις ενέδρες των Συριακών στρατευμάτων, ο εξωργισμένος βασιλεύς της Συρίας απέστειλε μια μεγάλη στρατιωτική δύναμι και περιεκύκλωσε την πόλι Δωθάν για να συλλάβη τον Ελισσαιέ. Όταν η στρατιωτική δύναμις άρχισε την επίθεσί της εναντίον της πόλεως, ο Ελισσαιέ προσηυχήθη στον Ιεχωβά: «Πάταξον, δέομαι, τον λαόν τούτον με αορασίαν.» Ο Ιεχωβά απήντησε. «Και επάταξεν αυτούς με αορασίαν, κατά τον λόγον του Ελισσαιέ.»
26 Μήπως τώρα ο Ελισσαιέ έγινε ψεύστης σ’ αυτούς τους τυφλούς Συρίους και έφερε στον εαυτό του την κατάρα: «Επικατάρατος όστις αποπλανήση τον τυφλόν εν τη οδώ»; (Δευτ. 27:18) Διότι διαβάζομε: «Και είπε προς αυτούς ο Ελισσαιέ, Δεν είναι αύτη η οδός, ουδέ αύτη η πόλις· έλθετε κατόπιν μου, και θέλω σας φέρει προς τον άνθρωπον, τον οποίον ζητείτε. Και έφερεν αυτούς εις την Σαμάρειαν.» Αντί να παραδοθή σ’ αυτούς ως ο άνθρωπος που ζητούσαν στη Δωθάν, τους ωδήγησε μακριά από τη Δωθάν στη Σαμάρεια προς τον βασιλέα του Ισραήλ. Αλλά δεν το έκαμε αυτό προς βλάβην των· το έκαμε για να μεγαλύνη τη δύναμι, την υπεροχή και το έλεος του Ιεχωβά ενώπιον όλων των Συρίων. Διαβάζομε: «Και ότε ήλθον εις την Σαμάρειαν, είπεν ο Ελισσαιέ, Άνοιξον, Ιεχωβά, τους οφθαλμούς τούτων, δια να βλέπωσι. Και ήνοιξεν ο Ιεχωβά τους οφθαλμούς αυτών, και είδον· και ιδού, ήσαν εν τω μέσω της Σαμαρείας.» Είδαν ότι είχαν αποπλανηθή με τα μάτια των διάπλατα ανοιχτά και από τον ίδιο τον άνθρωπο που ζητούσαν. Πρέπει να ετρόμαξαν και να εξεπλάγησαν πολύ. Αλλ’ ο Ελισσαιέ έδειξε ότι δεν εσκόπευε να τους βλάψη. Εμπόδισε τον βασιλέα του Ισραήλ να τους πατάξη και τον προέτρεψε να παραθέση συμπόσιο γι’ αυτούς, σωρεύοντας έτσι ‘άνθρακας πυρός επί της κεφαλής των’. Κατόπιν τους έστειλε πάλι αβλαβείς στη Συρία. Αντί να κάμη τον εαυτό του ένα ένοχον ψεύστην εδώ, ο Ελισσαιέ εχρησιμοποίησε στρατηγική πολέμου για να εκτρέψη τους Συρίους από τον κακό τους σκοπό, ο δε Ιεχωβά Θεός συνειργάσθη με τον Ελισσαιέ σ’ αυτό το στρατήγημα. Έτσι ο Ιεχωβά δικαιώνει τον Ελισσαιέ από την εναντίον του κατακραυγή ως «Ψεύστου»!—2 Βασ. 6:8-23, ΜΝΚ.
27. Πώς ένας αρχαιότερος προφήτης ανέλαβε μια εμφάνισι εξαπάτης και ψεύδους απέναντι του Βασιλέως Αχαάβ αφού αυτός άφησε τον Βεν-αδάδ να φύγη;
27 Η περίπτωσις ενός αρχαιοτέρου προφήτου προσφέρεται επίσης ως παράδειγμα. Χάριν του ιδίου του ονόματος ο Ιεχωβά είχε καταξιώσει τον Αχαάβ, τον βασιλέα του Ισραήλ, να κερδίση μια δεύτερη νίκη κατά των Συρίων και να συλλάβη ακόμη και αυτόν τον Βασιλέα Βεν-αδάδ. Ο Βασιλεύς Αχαάβ, δυσαρεστώντας τον Ιεχωβά, ο οποίος είχε παραδώσει τον εχθρόν Βεν-αδάδ στα χέρια του για θάνατο, τον άφησε να φύγη, με μια συνθήκη ή συμφωνία μεταξύ των όσον αφορά αυτό. Ο προφήτης, λοιπόν, του Ιεχωβά είπε σ’ έναν άνθρωπο να τον κτυπήση και να τον πληγώση, πράγμα που έγινε. Τώρα, πώς ο προφήτης αυτός ειδοποίησε τον Αχαάβ για την αμαρτία του και τις συνέπειές της; Διαβάζομε: «Τότε ανεχώρησεν ο προφήτης, και εστάθη επί της οδού δια τον βασιλέα, μεταμεμορφωμένος με κάλυμμα επί τους οφθαλμούς αυτού.» Ήταν αυτή η μεταμόρφωσις μια παραπλανητική απάτη που εγίνετο σ’ έναν αθώο, ανύποπτο άνθρωπο; Αλλά η μεταμόρφωσις αυτή δεν ήταν όλο εκείνο που έγινε. Διότι καθώς περνούσε απ’ εκεί ο βασιλεύς, ο προφήτης ανέκραξε και είπε στον βασιλέα: «Ο δούλος σου εξήλθεν εις το μέσον της μάχης· και ιδού, άνθρωπος στραφείς κατά μέρος έφερε τινά προς εμέ, και είπε, Φύλαττε τον άνθρωπον τούτον· εάν ποτέ φύγη, τότε η ζωή σου θέλει είσθαι αντί της ζωής αυτού, ή θέλεις πληρώσει εν τάλαντον αργυρίου· και ενώ ο δούλός σου ησχολείτο εδώ και εκεί, αυτός έφυγε.»
28. Γιατί αυτός ο υιός των προφητών μνημονεύεται στη Βιβλική ιστορία ως ένας που χρησιμοποίησε στρατήγημα και όχι ως ψεύστης;
28 Υπήρχε κάποια αλήθεια σ’ αυτό; Θα το ονομάσετε ψεύδος. Γιατί, λοιπόν, εψεύσθη ο προφήτης του Ιεχωβά; Αυτό ήταν πραγματικά μια εξεικόνισις του τι είχε κάμει ο Βασιλεύς Αχαάβ, ή εβασίζετο στην ίδια αρχή· μόνο που ο προφήτης δεν έκαμε τον Αχαάβ πταίστην στην εξεικόνισι, αλλά έκαμε τον εαυτό του πταίστην. Έτσι ο Αχαάβ μπορούσε να αισθάνεται τον εαυτό του ελεύθερον να απαγγείλη μια αμερόληπτη κρίσι σύμφωνα με την αρχή που ισχύει για ένα τέτοιο είδος συμπεριφοράς, επειδή η κρίσις του θα ήταν εναντίον ενός άλλου ανθρώπου που δεν είχε αναγνωρισθή ως προφήτης. Γι’ αυτό ακριβώς ο προφήτης είπε εκείνο που οι κριτικοί θα ωνόμαζαν ψεύδος. Αλλ’ αυτό έσυρε τον ασεβή Βασιλέα Αχαάβ σε μια αμερόληπτη έκφρασι κρίσεως: «Και είπε προς αυτόν ο βασιλεύς του Ισραήλ, Αύτη είναι κρίσις σου· αυτός συ απεφάσισας αυτήν.» Αλλ’ ο βασιλεύς του Ισραήλ είχε πραγματικά εκφέρει κρίσι εναντίον του ιδίου του εαυτού του· είχε αποφασίσει εναντίον του εαυτού του, διότι ο προφήτης τώρα αφήρεσε το κάλυμμά του και είπε στον Αχαάβ: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Επειδή συ εξαπέστειλας από της χειρός σου άνθρωπον, τον οποίον εγώ είχον αποφασίσει εις όλεθρον, δια τούτο η ζωή σου θέλει είσθαι αντί της ζωής αυτού, και ο λαός σου αντί του λαού αυτού.» (1 Βασ. 20:35-42, ΜΝΚ) Αυτός ο υιός των προφητών μνημονεύεται στη Βιβλική ιστορία, όχι ως ψεύστης, αλλ’ ως ένας που εχρησιμοποίησε στρατήγημα, προς δικαίωσίν του δε επηλήθευσε η προφητεία του εναντίον του Αχαάβ.
29, 30. (α) Πώς ο Βασιλεύς Αχαάβ επέφερε περαιτέρω απαγγελία θανατικής καταδίκης εναντίον του, με πρόσθετα χαρακτηριστικά, και πώς ψεύδη ωδήγησαν στην πορεία του θανάτου του και ενέπλεξαν τον Ιεχωβά; (β) Με ποια όρασι ο Μιχαΐας εφανέρωσε τους προφήτας του Αχαάβ ως ψεύστας;
29 Ο Βασιλεύς Αχαάβ επήγε στην κατοικία του αφού εκρίθη άξιος θανάτου σύμφωνα με τη δική του κρίσι. Αργότερα κατέλαβε τον αμπελώνα του Ναβουθαί μετά τον φόνο αυτού του ανθρώπου που εβασίσθη στην κατάθεσι δύο ψευδομαρτύρων σύμφωνα με τις διαταγές της Βασιλίσσης Ιεζάβελ. Αυτό επέφερε την περαιτέρω απαγγελία θανατικής καταδίκης από τον Ιεχωβά εναντίον του Αχαάβ. Επί πλέον, οι καταφρονημένοι κύνες επρόκειτο να γλείψουν το βασιλικό του αίμα, η βασίλισσά του επρόκειτο να καταφαγωθή από κύνας και όλοι όσοι ήσαν από τον οίκον Αχαάβ επρόκειτο να πέσουν για να καταφαγωθούν από κύνας και πτηνά σαν άφθονες θνησιμαίες σάρκες. (1 Βασ. 21:20-24) Ήλθε καιρός για να βαδίση ο Αχαάβ προς την εκτέλεσί του, και τα ψεύδη έπαιξαν ένα σπουδαίο μέρος στην πορεία του θανάτου και ακόμη ενέπλεξαν τον Θεό. Πώς; Ο Αχαάβ επέτυχε ώστε ο Ιωσαφάτ, ο βασιλεύς του Ιούδα, να συμμαχήση μαζί του σε πόλεμο εναντίον της Ραμώθ-γαλαάδ που κατείχετο τότε από τους Συρίους. Για να εξετάση το μέλλον ο Βασιλεύς Αχαάβ συνεβουλεύθη θρησκευτικά τους ψευδοπροφήτας του, τετρακοσίους περίπου απ’ αυτούς. Αυτοί επροφήτευσαν ευνοϊκά, λέγοντας: «Ανάβα, και ο Ιεχωβά θέλει παραδώσει αυτήν εις την χείρα του βασιλέως.» Έτσι συνέδεσαν τον Ιεχωβά με το ψεύδος των. Όταν ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ εζήτησε ένα αναγνωρισμένον προφήτην του Ιεχωβά, ο Βασιλεύς Αχαάβ διέταξε και έφεραν ενώπιον των τον Μιχαΐαν που αυτός εμισούσε. Όταν ο Μιχαΐας σαρκαστικά εμιμήθη τους ψευδομένους προφήτας του Αχαάβ, ο Αχαάβ ώρκισε τον Μιχαΐα να πη την αλήθεια. Ο Μιχαΐας το έπραξε αυτό, προβλέποντας ότι οι στρατιές του Αχαάβ θα διεσκορπίζοντο σαν πρόβατα χωρίς ποιμένα. Κατόπιν, για να φανερώση τους ψεύστας, ο Μιχαΐας προσέθεσε:
30 «Άκουσον λοιπόν τον λόγον του Ιεχωβά. Είδον τον Ιεχωβά καθήμενον επί του θρόνου αυτού, και πάσαν την στρατιάν του ουρανού παρισταμένην περί αυτόν, εκ δεξιών αυτού, και εξ αριστερών αυτού. Και είπεν ο Ιεχωβά, Τις θέλει απατήσει τον Αχαάβ, ώστε να αναβή και να πέση εν Ραμώθ-γαλαάδ; Και ο μεν είπεν ούτως, ο δε είπεν ούτως. Και εξήλθεν έν πνεύμα, και εστάθη ενώπιον του Ιεχωβά, και είπεν, Εγώ θέλω απατήσει αυτόν. Και είπεν ο Ιεχωβά προς αυτό, Τίνι τρόπω; Και είπε, Θέλω εξέλθει, και θέλω είσθαι πνεύμα ψεύδους εν τω στόματι πάντων των προφητών αυτού. Και είπεν ο Ιεχωβά, Θέλεις απατήσει, και έτι θέλεις κατορθώσει· έξελθε, και κάμε ούτω. Τώρα λοιπόν, ιδού, ο Ιεχωβά έβαλε πνεύμα ψεύδους εν τω στόματι πάντων τούτων των προφητών σου, και ο Ιεχωβά ελάλησε κακόν επί σε.»
31. Πώς κατεδείχθη ότι ο Σεδεκίας ήταν ψευδής προφήτης και ότι ο Ιεχωβά είχε μιλήσει μέσω του Μιχαΐα;
31 Για τούτο ο ψευδοπροφήτης Σεδεκίας ερράπισε στην σιαγόνα τον Μιχαΐα με μια παρατήρησι που εσήμαινε ότι αυτός, και όχι ο Μιχαΐας, είχε το πνεύμα του Ιεχωβά ή ότι το πνεύμα του Ιεχωβά είχε μιλήσει την αλήθεια μέσω αυτού, το δε ψευδόμενο πνεύμα είχε περάσει στον Μιχαΐα. Για να κρατήση σε ευθύτητα τα πρακτικά του δικαστηρίου, ο Μιχαΐας είπε ότι ο Σεδεκίας θα έβλεπε μια μέρα αν αυτό ήταν αληθινό. Όταν ο Βασιλεύς Αχαάβ έστειλε τον Μιχαΐα στη φυλακή για μια δίαιτα άρτου και ύδατος μέχρι της νικηφόρου επιστροφής του, ο Μιχαΐας είπε: «Εάν τωόντι επιστρέψης εν ειρήνη, ο Ιεχωβά δεν ελάλησε δι’ εμού.» (1 Βασ. 22:1-28, ΜΝΚ) Ο θάνατος του Αχαάβ στη μάχη παρά τη μεταμφίεσί του στη Ραμώθ-γαλαάδ, τον οποίον θάνατον ακολούθησε το γλείψιμο από τους κύνας του αίματός του που είχε χυθή στην άμαξά του, αποδεικνύει ότι ο Ιεχωβά, και όχι ένα απατηλό πνεύμα, είχε μιλήσει μέσω του Μιχαΐα.
32. Γιατί ένα από τα πνευματικά πλάσματα του Ιεχωβά επροθυμοποιήθη να απατήση τον Βασιλέα Αχαάβ, και έγινε αυτό υπεύθυνο για τα ψεύδη των προφητών του Αχαάβ;
32 Αλλά πώς ένα από τα πνευματικά πλάσματα του Ιεχωβά είχε γίνει ένα ψευδόμενο ή απατηλό πνεύμα και πώς μπορούσε ο Θεός της αληθείας να το εξουσιοδοτήση να γίνη «πνεύμα ψεύδους εν τω στόματι πάντων των προφητών [του Αχαάβ]»; Με τον εξής τρόπο: Ο Αχαάβ ήθελε να ενθαρρυνθή από ψευδομένους προφήτας σ’ ένα σχέδιο δράσεως που ήταν σχέδιο αυτοκτονίας. Το έδειξε αυτό όταν εφυλάκισε τον Μιχαΐα επειδή είπε τη δυσάρεστη αλήθεια. Ψεύδη ήταν εκείνο που ήθελε ν’ ακούση ο Αχαάβ προς θάνατόν του· ο Ιεχωβά, λοιπόν, ήταν σύμφωνος ν’ ακούση ο Αχαάβ ψεύδη τότε, επειδή ο Αχαάβ ήταν καταδικασμένος σε θάνατο και ο καιρός της εκτελέσεώς του ήταν πλησίον. Ο Ιεχωβά δεν παρενέβη εξασκώντας το πνεύμα του επάνω στους προφήτας του Αχαάβ για να τους κάμη να πουν την αλήθεια, όπως όταν ένας από τους αγγέλους του μετέστρεψε την κατάρα του προφήτου Βαλαάμ σε ευλογία επί του Ισραήλ. Ένα από τα πνευματικά πλάσματα του Ιεχωβά είδε την ανάγκη της επικρατήσεως του ψεύδους για να παρακινηθή ο Αχαάβ να προχωρήση στην εκτέλεσί του, με το να υπερτερήσουν σε αριθμό οι ψεύσται από τον Μιχαΐα που έλεγε την αλήθεια. Ένα πνευματικό πλάσμα του Ιεχωβά Θεού έχει τη δύναμι να κάνη ένα πλάσμα να μιλή, ακόμη και ένα άλαλο κτήνος σαν την όνον του Βαλαάμ. Προσεφέρθη, λοιπόν, το πνευματικό αυτό πλάσμα να εξασκήση τη δύναμί του επάνω στους προφήτας του Αχαάβ για να μιλήσουν, απλώς να μιλήσουν, αφήνοντάς τους να πουν από την καρδιά τους εκείνο που ήθελαν να πουν για ν’ αρέσουν σ’ εκείνον που τους συντηρούσε, στον βασιλέα των. Έτσι το πνευματικό πλάσμα ή άγγελος ήταν υπεύθυνο, όχι για τα ψεύδη των, αλλ’ απλώς για την ομιλία των.
33. Γιατί ο Ιεχωβά εξουσιοδότησε το πνευματικό πλάσμα να απατήση τον Αχαάβ, και πώς αυτός «εδικαιώθη» από ψεύδη;
33 Ο Ιεχωβά ήταν σύμφωνος με την πράξι αυτή του αγγέλου, επειδή ήθελε να δείξη ότι είναι ολέθριο το να βασίζεται κανείς σε ψευδείς προφήτας και επίσης επειδή ήταν καιρός να εκτελεσθή η εις θάνατον καταδικαστική του απόφασις εναντίον του Αχαάβ. Εγνώριζε ότι ο Αχαάβ επιθυμούσε να απατηθή από το ψεύδος, ιδιαίτερα αφού οι ψεύσται ήσαν τόσο πολλοί. Συνεπώς ο Ιεχωβά είπε στο πνευματικό πλάσμα ότι η επενέργεια της δυνάμεώς του στους προφήτας του Αχαάβ θα άνοιγε γι’ αυτούς το δρόμο να εκφέρουν το θανατηφόρο ψεύδος και αυτό θα υπερνικούσε την πιστή προειδοποίησι του προφήτου του Ιεχωβά Μιχαΐα. Αυτό έγινε, και ο Αχαάβ έχυσε το αίμα του σαν ένας εκτελεσμένος εγκληματίας για να το γλείψουν οι κύνες, ο δε Ιεχωβά ο Θεός της αληθείας στάθηκε δικαιωμένος από ψεύδη.—1 Βασ. 22:29-38· 2 Χρον. 18:1-34.
34. Γιατί δεν χρειάζεται να κυττάξωμε στο αρχαίο παρελθόν για να δούμε σε εφαρμογή αυτόν τον τρόπο της θείας ενεργείας και γιατί οι λαοί πρόκειται ν’ απολεσθούν σε αριθμούς που προκαλούν φρίκη;
34 Μήπως χρειάζεται να στραφούμε στο αρχαίο παρελθόν για να δούμε σε εφαρμογή αυτόν τον τρόπο της θείας ενεργείας; Όχι! Βλέπομε τον Ιεχωβά να ενεργή σύμφωνα με αυτόν τον ίδιον κανόνα σήμερα στον εικοστόν αυτόν αιώνα, για να εκπληρώση την προειδοποιητική προφητεία του. Η προφητεία του, γραμμένη μέσω του αποστόλου Παύλου, λέγει: «Όστις [άνομος] θέλει ελθεί κατ’ ενέργειαν του Σατανά εν πάση δυνάμει και σημείοις και τέρασι ψεύδους, και εν πάση απάτη της αδικίας, μεταξύ των απολλυμένων· διότι δεν εδέχθησαν την αγάπην της αληθείας δια να σωθώσι. Και δια τούτο θέλει πέμψει επ’ αυτούς ο Θεός ενέργειαν πλάνης, ώστε να πιστεύσωσιν εις το ψεύδος· δια να κατακριθώσι πάντες οι μη πιστεύσαντες εις την αλήθειαν, αλλ’ ευαρεστηθέντες εις την αδικίαν.» (2 Θεσ. 2:9-12) Οι λαοί του κόσμου τούτου τώρα αντιμετωπίζουν τον Αρμαγεδδώνα και πρόκειται να απολεσθούν εκεί σε αριθμούς που προκαλούν φρίκη. Γιατί; Επειδή η αλήθεια δεν είναι προσιτή σ’ αυτούς; Όχι· διότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά κηρύττουν το ευαγγέλιον της θριαμβευούσης βασιλείας του σε όλη την οικουμένη προς μαρτυρία σε όλα τα έθνη. Αυτό συμβαίνει πραγματικά επειδή οι άνθρωποι—όπως απεδείχθη κατά τα έτη αυτής της διακηρύξεως της Βασιλείας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά σε ολοένα περισσότερες χώρες—αρνούνται ν’ αγαπήσουν την αλήθεια και έτσι να σωθούν από καταστροφή στον Αρμαγεδδώνα. Προτιμούν την πονηρή απάτη που συνοδεύει την ενέργεια του Σατανά αφότου εξεβλήθη από τον ουρανό, και προτιμούν την απάτη επειδή ευαρεστούνται εις την αδικίαν’.
35. Γιατί ο Ιεχωβά δεν είναι η πηγή ‘ισχυράς απάτης’ ή ‘ενεργείας πλάνης’;
35 Η Αναθεωρημένη Στερεότυπη Μετάφρασις (στην Αγγλική) λέγει, «Ο Θεός πέμπει εις αυτούς, ισχυράν απάτην, δια να τους κάμη να πιστεύσουν ό,τι είναι ψευδές.» Η Νεοελληνική μετάφρασις, που παρεθέσαμε πιο πάνω, λέγει; «Θέλει πέμψει επ’ αυτούς ο Θεός ενέργειαν πλάνης, ώστε να πιστεύσωσιν εις το ψεύδος.» Πρέπει, λοιπόν, να εννοήσωμε ότι από τον Θεό προέρχεται η ισχυρή απάτη ή ενέργεια πλάνης για να τους κάμη να πιστεύσουν στο ψεύδος; Όχι· αυτός δεν είναι η πηγή κανενός ψεύδους. Ο Λόγος του, αναφερόμενος στην προφητεία του και στη διαθήκη του, λέγει: «Ο Θεός δεν είναι άνθρωπος να ψευσθή, ούτε υιός ανθρώπου να μεταμεληθή. Αυτός είπε, και δεν θέλει εκτελέσει; ή ελάλησε, και δεν θέλει εμμείνει;» «Η Εξοχότης του Ισραήλ δεν θέλει απατήσει.» (Αριθμ. 23:19· 1 Σαμ. 15:29, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά, λοιπόν, δεν είναι η πηγή της ‘ισχυράς απάτης’ ή ‘ενεργείας πλάνης’.
36. Πώς, λοιπόν, ο Ιεχωβά πέμπει σ’ αυτούς την ‘ενέργειαν πλάνης’ χωρίς να γίνεται υπεύθυνος για την απώλειά των;
36 Πώς, λοιπόν, την «πέμπει» σ’ αυτούς; Κατά το ότι δεν την εμποδίζει, αλλά επιτρέπει να πάη σ’ αυτούς, όπως ακριβώς έκαμε και στην περίπτωσι του Βασιλέως Αχαάβ. Στις Γραφές το Εβραϊκό ρήμα που σημαίνει «πέμπω» ή «στέλλω» μεταφράζεται πολλές φορές «αφήνω να υπάγη», όπως όταν ο Ιεχωβά είπε στον Φαραώ: «Εξαπόστειλον τον λαόν μου» (ΜΝΚ· ΜΡΓ)· ή «Άφησε τον λαόν μου να υπάγη.» (ΑΣΜ· ΑΣ· εις Έξοδ. 5:1· 7:16· 8:1, 20· 9:1, 13· 10:3) Για τούτο η Μετάφρασις Νέου Κόσμου υπερασπίζει τον Ιεχωβά Θεό αποδίδοντας το 2 Θεσσαλονικείς 2:11 ως εξής: «Δια τούτο ο Θεός αφήνει να υπάγη ενέργεια πλάνης εις αυτούς δια να πιστεύσουν εις το ψεύδος.» Ο Θεός δεν τους κάνει να πιστέψουν στο ψεύδος όπως και δεν γεννά αυτός ψεύδος, αλλά το αφήνει να πάη σ’ αυτούς επειδή προτιμούν την ενέργεια της πλάνης. Τους αφήνει, λοιπόν, να χρησιμοποιήσουν τη δική τους ελευθέρα θέλησι και να γίνουν υπεύθυνοι για να καταστραφούν στον Αρμαγεδδώνα. Αλλά πρώτα σε έλεος τους δίνει πλήρη προειδοποίησι μέσω των μαρτύρων του. Στην προειδοποίησι δίνουν προσοχή εκείνοι που «εδέχθησαν την αγάπην της αληθείας δια να σωθώσι.»
ΜΗ «ΨΕΥΔΟΜΕΝΟΙ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ»
37. Γιατί ο Ιησούς ήταν σε αρμονία με τη πνεύμα τον Ιεχωβά διδάσκοντας τους μαθητάς του να είναι φρόνιμοι ως όφεις μεταξύ λύκων;
37 Εν όψει των Γραφικών παραδειγμάτων που εδόθησαν πιο πάνω, ο Ιησούς ήταν σε αρμονία με το πνεύμα του Ιεχωβά Θεού διδάσκοντας τους αποστόλους του όταν τους απέστελλε ως πρόβατα μεταξύ λύκων: «Γίνεσθε λοιπόν φρόνιμοι ως οι όφεις, και απλοί ως αι περιστεραί.» Αφού οι αντιχριστιανικοί λύκοι κηρύττουν πόλεμον εναντίον των προβάτων και εκλέγουν να γίνουν στην πραγματικότητα «θεομάχοι», είναι κατάλληλο τα άκακα «πρόβατα» να χρησιμοποιήσουν στρατηγική πολέμου απέναντι των λύκων χάριν των συμφερόντων του έργου του Θεού. Κανείς εναντίον του οποίου χρησιμοποιείται η στρατηγική αυτή δεν βλάπτεται άδικα εξαιτίας της, ενώ προστατεύονται τα «πρόβατα» ή τα συμφέροντα εκείνα που αξίζει να προστατευθούν. Ο Θεός δεν μας υποχρεώνει να δείξωμε τη βλακεία προβάτων και να γίνωμε παίγνιο στα χέρια του εχθρού που μας πολεμά. Πρέπει ν’ αντιμετωπίσωμε το σπέρμα του Όφεως, τα «γεννήματα εχιδνών», με την προφυλακτικότητα όφεων. Προβλέποντας κίνδυνο, πρέπει να καλυφθούμε απέναντι των λύκων που ζητούν να διαρπάσουν το ποίμνιο του Ιεχωβά. Ο Παύλος λέγει: «Θελουσιν εισέλθει εις εσάς λύκοι βαρείς, μη φειδόμενοι του ποιμνίου· . . . Δια τούτο αγρυπνείτε.» (Πράξ. 20:28-31) «Ο φρόνιμος προβλέπει το κακόν, και κρύπτεται.»—Παροιμ. 22:3.
38. Αν οι όμοιοι με λύκους εχθροί συνάγουν εσφαλμένα συμπεράσματα από τους ελιγμούς μας, γιατί τα πρόβατα είναι εν τούτοις αθώα και αβλαβή;
38 Είναι κατάλληλο να καλύπτωμε τις διευθετήσεις μας για το έργον που ο Θεός μας διατάσσει να εκτελέσωμε. Αν οι όμοιοι με λύκους εχθροί συνάγουν εσφαλμένα συμπεράσματα από τις στρατηγικές μας κινήσεις για τη ματαίωσι των προσπαθειών των εναντίον μας, καμμιά βλάβη δεν γίνεται σ’ αυτούς από τα αβλαβή πρόβατα, που είναι αθώα στο ελατήριό των ως περιστεραί. Η ενέργεια δεν προέρχεται από το μίσος ενός ψεύστου. «Όστις καλύπτει μίσος υπό χείλη ψευδή, και όστις προφέρει συκοφαντίαν, είναι άφρων. Η ψευδής γλώσσα μισεί τους υπ’ αυτής καταθλιβομένους.»—Παροιμ. 10:18· 26:28.
39. Ποιές περιπτώσεις περιγράφονται σύντομα που δεν θα μπορούσε να αποκληθούν «περιπτώσεις ψευστών ή απατεώνων;
39 Δεν μπορούμε να καταδικάσωμε ως ψεύστρια και απατεώνα την μάρτυρα του Ιεχωβά που επρόκειτο να διαβή τη συνοριακή γραμμή επιστρέφοντας στη Ναζιστική Γερμανία και που πήρε Βιβλικά έντυπα μαζί της με κίνδυνο της ελευθερίας της. Έβαλε τα έντυπα στο καρροτσάκι του μωρού, στα πόδια του μωρού της, και τα εσκέπασε με άπλυτα εσώρρουχα του μωρού. Όταν ο αξιωματούχος των Ναζί επεθεώρησε το καρροτσάκι της, ανασκάλεψε το περιεχόμενο του και έφερε το χέρι του σε επαφή με τα υγρά, ακάθαρτα εσώρρουχα, γρήγορα το απέσυρε με αηδία. Της επέτρεψε να περάση τα σύνορα, και μαζί της εμπήκαν τα έντυπα για να θρέψουν πολλά από τα καταδυναστευμένα πρόβατα που ετύγχαναν κτηνώδους μεταχειρίσεως κάτω από το καθεστώς του Χίτλερ. Κατόπιν είναι η μάρτυς που ειργάζετο από σπίτι σε σπίτι μ’ ένα καλάθι εντύπων. Εχθροί την ανέφεραν στην αστυνομία ως μια γυναίκα μ’ ένα «μπλουζάκι» ωρισμένου χρώματος. Πίσω, λοιπόν, από μια γωνιά αυτή επήρε ένα «μπλουζάκι» άλλου χρώματος και έκαμε αλλαγή, κατόπιν εβάδισε πάλι προς τον ίδιο δρόμο και προσπέρασε τον αστυνομικό που αναζητούσε τα ίχνη της, έτσι δε διέφυγε το ν’ αναγνωρισθή. Είναι, επίσης, ο αδελφός που είχε καταδικασθή να εργάζεται στα λατομεία, εργασία από την οποία κανείς δεν εγνώσθη ότι βγήκε ζωντανός. Ως μουσικός εξηρέθη από το φονικό έργο του λατομείου, αλλά δεν εφρόντισε μόνο για τη δική του ζωή. Διακινδυνεύοντας το προνόμιο του ως μουσικού διασκεδαστού του αξιωματικού του στρατοπέδου, εισήγε λαθραίως μερίδες τροφής στους υποσιτιζομένους αδελφούς του που είχαν καταδικασθή στο καταθλιπτικό έργο του λατομείου και μπόρεσε να τους κρατήση ζωντανούς. Όταν ήλθε τέλος η απελευθέρωσις, όχι μόνο αυτός αλλά και εκείνοι τους οποίους είχε θρέψει αντίθετα προς τους κανονισμούς των Ναζί, ανεδύθησαν μαζί του από τον τόπο της καταδίκης.
40. Γιατί η εξουδετέρωσις των προσπαθειών των καταδυναστών των προβάτων δεν είναι παράλειψις αποδόσεως των του Καίσαρος εις τον Καίσαρα;
40 Έως την ημέρα αυτή η ιστορία των μαρτύρων του Ιεχωβά παρουσιάζει νέες πάντοτε όμοιες περιπτώσεις εξουδετερώσεως των προσπαθειών των λύκων με την εξάσκησι από τους μάρτυρας κατάλληλης προφυλακτικότητος εν όψει του κινδύνου, ενώ ενασχολούνται σ’ ένα καλό, φιλάγαθο έργο σύμφωνα με το θέλημα και την εντολή του Θεού. Αυτή η εξουδετέρωσις προσπαθειών των καταδυναστών των προβάτων δεν είναι παράλειψις συμμορφώσεως προς την εντολή «απόδοτε λοιπόν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα»· είναι ένας θαρραλέος, συνετός τρόπος με τον οποίον αποδίδουν πρώτα «τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Ματθ. 22:21) Αν ο όμοιος με λύκο εχθρός ωθή τον λαό του Ιεχωβά κάτω από την επιφάνεια όπως ώθησε τον Δαβίδ ο Σαούλ στο σπήλαιο Οδολλάμ και σε άλλα σπήλαια, τότε η συγκεκαλυμμένη λατρεία των δεν είναι έργον απάτης και ψευδών επειδή δεν γίνεται απροκάλυπτα κάτω από τα άπληστα μάτια των λύκων. (2 Σαμ. 23:13· 1 Σαμ. 22:1· 24:3-10· 1 Βασ. 18:4, 13) Η υποκρισία και η απάτη βρίσκεται στους λύκους που φανερά κάνουν τον οίκον του Θεού «σπήλαιον ληστών».—Μάρκ. 11:15-17.
41. Μεταξύ ποίων δεν πρέπει να εξασκήται τέτοια προφυλακτικότης ομοία με όφεων, και πώς το δείχνει αυτό ο Παύλος;
41 Φρόνησις ή προφυλακτικότης ομοία με των όφεων πρέπει να εξασκήται μόνο όταν τα πρόβατα είναι μεταξύ λύκων ή σε επαφή αυτούς. Ο Ιησούς δεν την συνέστησε αυτήν ανάμεσα στην εκκλησία του λαού του Ιεχωβά, διότι όλοι εκεί είναι πρόβατα. Επομένως είναι εξίσου κανών για τον σημερινό πνευματικόν Ισραήλ όπως ήταν και για τον αρχαίον φυσικόν Ισραήλ η περικοπή αυτή του Λόγου του Θεού: «Δεν θέλετε κλέπτει, ουδέ θέλετε ψεύδεσθαι, ουδέ θέλετε απατήσει έκαστος τον πλησίον αυτού. Και δεν θέλετε ομνύει εις το όνομά μου ψευδώς, και δεν θέλεις βεβηλόνει το όνομα του Θεού σου. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά.» (Λευιτ. 19:11, 12, ΜΝΚ) Σ’ αυτές τις ημέρες από το 1919 μ.Χ. οπότε ο Ιεχωβά αποκατέστησε το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ και τους αφιερωμένους συντρόφους των στην καθαρή του λατρεία, οι προφητικές του οδηγίες είναι: «Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους θέλετε κάμει· Λαλείτε έκαστος την αλήθειαν προς τον πλησίον αυτού· αλήθειαν και κρίσιν ειρήνης κρίνετε εν ταις πύλαις σας. Και μη βουλεύεσθε κακόν εν ταις καρδίαις σας έκαστος κατά του πλησίον αυτού, και όρκον ψευδή μη αγαπάτε· διότι πάντα ταύτα είναι εκείνα τα οποία μισώ, λέγει ο Ιεχωβά.» (Ζαχ. 8:3, 16, 17, ΑΣ) Ο ίδιος ο απόστολος Παύλος εφαρμόζει αυτά τα λόγια στους αγιασμένους Χριστιανούς, τον Ισραήλ του Θεού».—Εφεσ. 4:25· Γαλ. 6:16.
42. Έχομε μήπως ανάγκη να χρησιμοποιήσωμε μια πρόφασι ενώπιον των αδελφών μας για να συγκαλύψωμε κατάλληλη διαγωγή, και πώς ο Παύλος έδειξε αν υπάρχη τέτοια ανάγκη ή όχι;
42 Επειδή δεν έχομε ανάγκη να ενεργήσωμε προφυλακτικά ή να χρησιμοποιήσουμε στρατηγική απέναντι των προβατοειδών αδελφών μας για να τους οδηγήσωμε έξω από τα ίχνη μας, δεν χρειάζεται να χρησιμοποιήσωμε μια πρόφασι για να καλύψωμε την κατάλληλη διαγωγή. Ο Πέτρος (Κηφάς) κάποτε «υπεκρίθη» ενώπιον των αδελφών της Αντιοχείας της Συρίας. Κατ’ ιδίαν ζούσε όμοια με οποιονδήποτε μη Ιουδαίον Χριστιανόν, αλλά δημοσία ενεργούσε σαν Χριστιανός «Ιουδαΐζων» από φόβο να μην επικριθή από Χριστιανούς επισκέπτας από την Ιερουσαλήμ. Ο απόστολος Παύλος τον επέπληξε επειδή δεν ενεργούσε με φιλαλήθεια, αλλά ενεργούσε εξωτερικά προς υποστήριξιν εσφαλμένης διδασκαλίας και συνήθειας.—Γαλ. 2:11-14.
43. Απέναντι τίνος δεν τολμούμε να ψευσθούμε, και πώς αυτό κατεδείχθη στην περίπτωσι του Ανανία και της Σαπφείρας;
43 Δεν έχομε κάτι κακό να συγκαλύψωμε από τους ομοίους με λύκους εχθρούς μας, αλλ’ αν υπάρχη κάτι κακό, δεν μπορούμε να το καλύψωμε από τον Ιεχωβά. Δεν τολμούμε να ψευσθούμε απέναντί του. Ο Ανανίας και η σύζυγος του Σαπφείρα επεχείρησαν να ψευσθούν στον Θεό για να κάμουν μια πλήρη εμφάνισι γενναιοδωρίας ενώπιον των αποστόλων και των λοιπών της εκκλησίας της Ιερουσαλήμ. Ο Πέτρος ερώτησε τον Ανανία: «Δια τι εγέμισεν ο Σατανάς την καρδίαν σου, ώστε να ψευσθής εις το πνεύμα το άγιον . . . ; . . . δεν εψεύσθης εις ανθρώπους, αλλ’ εις τον Θεόν. Το άγιο πνεύμα μέσα στον Πέτρο ώξυνε την αντίληψί του για να δη ότι ο Ανανίας προσπαθούσε να ψευσθή στον Θεό, και το πνεύμα αμέσως εθανάτωσε τον Ανανία. Αφού έπεσε νεκρός και απεκομίσθη, η σύζυγος του εισήλθε και έθεσε σε δοκιμή το πνεύμα μέσα στον Πέτρο, προσπαθώντας να συνεχίση την πρόφασι. Ο Πέτρος ερώτησε: «Δια τι συνεφωνήσατε να πειράξητε το πνεύμα του Ιεχωβά;» Αμέσως έπεσε νεκρή.—Πράξ. 5:1-10, ΜΝΚ.
44. Πώς ο Αχάν επεχείρησε να ενεργήση ψευδώς; και πώς εξετέθη η απόπειρα του Βασιλέως Σαούλ να ψευσθή στον Θεό;
44 Ομοίως, κατά την πτώσι της Ιεριχούς ο Αχάν επεχείρησε να ενεργήση ψευδώς ενώπιον των αδελφών του Ισραηλιτών και να εκπειράση την αποκαλυπτική δύναμι του πνεύματος του Θεού. Αντίθετα προς τις αυστηρές διαταγές του Θεού, επήρε μερικά από τα απαγορευμένα λάφυρα της αναθεματισμένης πόλεως Ιεριχούς και τα έκρυψε κάτω από το έδαφος της σκηνής του. Το απατηλό έργο δεν διέφυγε την προσοχή του Ιεχωβά, και το πνεύμα του εξέθεσε τον Αχάν ως τον άπληστον ταραχοποιόν για τον Ισραήλ. Αυτός και η οικογένειά του ελιθοβολήθησαν μέχρι θανάτου λαμβάνοντας έτσι τη δέουσα τιμωρία. (Ιησ. Ναυή 7:1, 10-26) Αργότερα ο Βασιλεύς Σαούλ επεχείρησε να ψευσθή στον Θεό και στο πνεύμα του που ήταν μέσα στον προφήτη Σαμουήλ. Προτού ακόμη ο Σαούλ κάμη αναφορά στον Σαμουήλ, ο Ιεχωβά τον επληροφόρησε για την απείθεια του Σαούλ κατά το ότι δεν παρέδωσε όλα τα υπάρχοντα των Αμαληκιτών σε καταστροφή. Ο Σαούλ προσπάθησε να δώση ένα θρησκευτικό τόνο στην κατακράτησι από μέρους του των καλυτέρων από τα λάφυρα και τη διατήρησι του Βασιλέως Αγάγ του ίδιου ζωντανού, αλλ’ ο Σαμουήλ εξέθεσε τη στασιαστική, αυθάδη υποκρισία, λέγοντας: «Η υποταγή είναι καλητέρα παρά την θυσίαν· η υπακοή, παρά το πάχος των κριών.» (1 Σαμ. 15:22) Το να ψευσθή κανείς στον Θεό ποτέ δεν επιτυγχάνει.
45. Πώς μπορούμε να ψευσθούμε εναντίον του Λόγου του Θεού και να παρουσιάσωμε τον Θεό ως ψεύστη, και ποιο τέλος θα επιφέρωμε έτσι στον εαυτό μας;
45 Δεν τολμούμε να ψευσθούμε εναντίον του Λόγου του Θεού με το να προσθέτωμε σ’ αυτόν ή να αφαιρούμε απ’ αυτόν, με το να διαβάζωμε μέσα σ’ αυτόν εκείνο που δεν λέγει και ν’ αρνούμεθα, να παραμελούμε ή να παρερμηνεύωμε εκείνο που αληθινά λέγει. «Πας λόγος Θεού είναι δεδοκιμασμένος· . . . Μη προσθέσης εις τους λόγους αυτού· μήποτε σε εξελέγξη, και ευρεθής ψεύστης.» (Παροιμ. 30:5, 6) Δεν μπορούμε να λέμε αναληθή πράγματα εν ονόματί του, διότι αυτό παρουσιάζει τον Θεό ως ψεύστη. «Έστω ο Θεός αληθής, πας δε άνθρωπος ψεύστης.» (Ρωμ. 3:4) Στην εποχή του Ιερεμία οι ψευδοπροφήτες επροφήτευαν ψεύδη εν ονόματι του Ιεχωβά και εψεύδοντο εναντίον του σκοπού του, προλέγοντας εν ονόματί του εκείνο που αυτός δεν είχε προείπει. Για τούτο ο Ιεχωβά ήταν εναντίον των. Εξετέλεσε κρίσι εναντίον των κατά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ στο 607 π.Χ. (Ιερεμ. 23:25· 27:15) Οι σημερινοί θρησκευτικοί ψεύσται που είναι όμοιοι μ’ αυτούς, δεν μπορούν να διαφύγουν μια όμοια κρίσι, αλλά θ’ αντιμετωπίσουν όμοιο τέλος στον Αρμαγεδδώνα.
46. Γιατί δεν πρέπει να ορκιζώμεθα ψευδώς στο όνομα του Ιεχωβά, και πώς δείχνομε ότι δεν αγαπούμε ψευδή όρκο;
46 Ποτέ μην ορκίζεσθε ψευδώς στο όνομα του Ιεχωβά. Ο Ιεχωβά διακηρύττει ότι στον ναό του θα είναι «μάρτυς σπεύδων εναντίον . . . των επιόρκων. (Μαλαχ. 3:5) Ποτέ μην ορκίζεσθε στο όνομά του και κατόπιν να λέτε ψεύδη ως μάρτυς που ωρκίσθη. Η Ραάβ στην Ιεριχώ δεν ήταν δεσμευμένη με όρκο στο όνομα του Ιεχωβά να πη τα πραγματικά γεγονότα στους αξιωματούχους του βασιλέως και επομένως δεν ήταν επίορκος ή ψευδής μάρτυς. «Ο αληθής μάρτυς δεν θέλει ψεύδεσθαι· ο δε ψευδής μάρτυς εκχέει ψεύδη.» (Παροιμ. 14:5) Ένας πιστός μάρτυς δεν αγαπά ψευδή όρκον. Λέγει, λοιπόν, την αλήθεια όπως ωρκίσθη να πράξη. Ό,τι ομιλεί θα είναι η αλήθεια. Αν πη κάτι, θα πη την αλήθεια. Στο βαθμό που προτιμά να μιλήση, θα εκθέση την αλήθεια. Αν για λόγους συνειδήσεως αρνήται να πη κάτι, θα είναι πρόθυμος να υποστή τις συνέπειες αν κριθή ότι είναι άξιος ποινής. Αρνείται να τα πη όλα, όχι για να διαφύγη τιμωρία, αλλ’ αντιμετωπίζοντας τιμωρία για λόγους συνειδήσεως. Ακόμη και ο Ιησούς παρέμεινε σιωπηλός ενώπιον του Πιλάτου, αρνούμενος να απαντήση μολονότι εγνώριζε την εξουσία του Πιλάτου.—Ιωάν. 19:8-11.
47. Τι σημαίνει το να ορκισθή κανείς να πράξη κάτι και έπειτα να μην το πράξη, και πώς ο Σιμεΐ, που κατηράσθη κάποτε τον Δαβίδ, απετέλεσε παράδειγμα των συνεπειών τούτου;
47 Ποτέ μην ορκίζεσθε να κάμετε κάτι και κατόπιν ν’ αποδεικνύεσθε ψευδής σ’ αυτό παραλείποντας να πράξετε ό,τι ωρκισθήκατε να πράξετε. Αυτό σημαίνει ότι αποδεικνύεσθε ψευδής στον «όρκον του Ιεχωβά». Σημαίνει ότι ‘ομνύετε ψευδώς ενώ εκάμετε συνθήκην’. (Ωσηέ 10:4) Ο Σιμεΐ, ο οποίος κατηράσθη τον φεύγοντα Βασιλέα Δαβίδ, ωρκίσθη στο όνομα του Ιεχωβά προς τον Σολομώντα ότι δεν θα μετεκινείτο από την Ιερουσαλήμ στο υπόλοιπο των ημερών του. Όταν απεδείχθη ψευδής στον όρκο του εγκαταλείποντας την Ιερουσαλήμ για να επανεύρη τους δύο δούλους του που είχαν δραπετεύσει, ο Βασιλεύς Σολομών τού είπε όταν επέστρεψε: «Δια τι λοιπόν δεν εφύλαξας τον όρκον του Ιεχωβά, και την προσταγήν την οποίαν προσέταξα εις σε;» Επειδή απεδείχθη ψευδής στον όρκον του Ιεχωβά, ο Σιμεΐ απέθανε ‘με το αίμα του επί την κεφαλήν του’. (1 Βασ. 2:36-46, ΜΝΚ) Ομοίως ο Σεδεκίας, ο τελευταίος βασιλεύς της γραμμής του Δαβίδ, ενήργησε ψευδώς εναντίον του όρκου του Ιεχωβά.
48. Πώς ο Βασιλεύς Σεδεκίας διέπραξε ψεύδος εναντίον του όρκου του Ιεχωβά, και πώς αισθάνθηκε το μίσος του Ιεχωβά εναντίον των ψευδών όρκων και των επιόρκων;
48 Αυτόν τον όρκον στο όνομα του Ιεχωβά, τον έκαμε ο Βασιλεύς Σεδεκίας ενώπιον του Ναβουχοδονόσορος, του βασιλέως της Βαβυλώνος, για να εγγυηθή ότι θα υπετάσσετο ευπειθώς στη Βαβυλωνιακή κυριαρχία του. Μετά οκτώ έτη τηρήσεως αυτής της διαθήκης, απέβλεψε στην Αίγυπτο για βοήθεια και εστασίασε εναντίον του Ναβουχοδονόσορος, περιφρονώντας έτσι τον «όρκον του Ιεχωβά» και υπαινισσόμενος ότι τίποτε δεν μπορούσε να εγγυηθή το όνομα του Ιεχωβά. «Δια τούτο ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Ζω εγώ, βεβαίως τον όρκον μου τον οποίον κατεφρόνησε, και την συνθήκην μου την οποίαν παρέβη, κατά της κεφαλής αυτού θέλω ανταποδώσει αυτά.» (Ιεζ. 17:13, 16-21, ΑΣ· 2 Χρον. 36:13) Ο Σεδεκίας αισθάνθηκε πόσο ο Ιεχωβά μισούσε τους ψευδείς όρκους και τους επιόρκους, όταν η πόλις του έπεσε, οι γυιοι του εθανατώθησαν μπροστά στα μάτια του, εξωρύχθησαν έπειτα οι οφθαλμοί του και μετεφέρθη αιχμάλωτος για να πεθάνη στη Βαβυλώνα.
49. Πώς το έθνος Ισραήλ, όπως και ο Σιμεΐ και ο Σεδεκίας, αποτελεί προειδοποιητικό παράδειγμα για μας, και σε ποιες δύο εντολές του Θεού και του Βασιλέως έχομε ορκισθή να υπακούσωμε;
49 Το έθνος Ισραήλ (εκτός από ένα πιστό υπόλοιπο) ήταν ένα σε μεγάλη κλίμακα παράδειγμα ανθρώπων που απεδείχθησαν ψευδείς στον «όρκον του Ιεχωβά», που συνήψαν διαθήκη μαζί του με όρκο και στασιαστικά παρέλειψαν να εκτελέσουν αυτή τη διαθήκη. (Δαν. 9:11· Ιεζ. 16:59· Δευτ. 29:12-14) Το έθνος Ισραήλ και ο Σιμεΐ και ο Σεδεκίας είναι παραδείγματα προειδοποιήσεως σ’ εμάς να μην παίρνωμε στα ελαφρά τον όρκον μας προς τον Ιεχωβά με το να αφιερωνώμεθα σ’ αυτόν μέσω του Χριστού και κατόπιν να μην εκτελούμε την αφιέρωσι αυτή πιστά, με πλήρη υπακοή στο θέλημά του. Η εντολή του σ’ εμάς είναι: «Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει ο Ιεχωβά.» (Ησ. 43:10, 12, ΑΣ) Ο Βασιλεύς του Ιησούς Χριστός βασιλεύει από το 1914 και η εντολή του Βασιλέως σ’ εμάς είναι: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη.» (Ματθ. 24:14) Είμεθα «ορκισμένοι στο όνομα του Ιεχωβά να υπακούσωμε σ’ αυτές τις εντολές. Ο λόγος του θεοπνεύστου σοφού για μας είναι: «Να φυλάττης την προσταγήν του βασιλέως, και [τούτο] δια τον όρκον του Θεού.» (Εκκλησ. 8:2) Τούτο θα το πράξωμε αποφασιστικά.
50. Τι, λοιπόν, θα πράξωμε ως προς τους λύκους και όσον αφορά τον Θεό και τα πρόβατα του;
50 Εκτελώντας τις οδηγίες του Βασιλέως μας για κήρυγμα στον αγρό, θ’ ακολουθήσωμε τη συμβουλή του να είμεθα «φρόνιμοι ως οι όφεις και απλοί ως αι περιστεραί» μεταξύ των λύκων. Θα είμεθα αληθινοί στον σκοπό του Θεού, διακηρύττοντάς τον και εργαζόμενοι σύμφωνα μ’ αυτόν. Θα είμεθα αληθινοί στον Λόγον του, διαγγέλλοντάς τον στην αγνότητά του και μη κηρύττοντας ψεύδη εν ονόματι του. Θα είμεθα αληθινοί στο πνεύμα του, μη εκπειράζοντάς το ποτέ με ψευδή, υποκριτική διαγωγή μέσα στην οργάνωσί του, αλλ’ αφήνοντας το πνεύμα του να μας κινή σε μια γεμάτη από αλήθεια πορεία διαγωγής ενώπιον όλων των προβάτων του. Σ’ αυτά θα μιλούμε την αλήθεια για την οικοδομή τους και την προστασία τους, μη παραδίδοντάς τα ποτέ στα δόντια των λύκων. Ως πρόβατα μεταξύ λύκων θα εξακολουθήσουμε να κηρύττουμε υπό την φροντίδα του Ποιμένος μας ώσπου όλοι οι λύκοι να καταστραφούν και όλα τα πρόβατα του να είναι ασφαλή επάνω στις πράσινες βοσκές και κοντά στα ήσυχα νερά του νέου του κόσμου.