Ιστορία Επιβεβαιωτική της Αφιερώσεως
«Φοβήθητε τον Ιεχωβά, και λατρεύσατε αυτόν εν ακεραιότητι και αληθεία . . . εγώ όμως και ο οίκός μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.»—Ιησ. Ναυή 24:14, 15, ΜΝΚ.
1. Γιατί η λατρεία του Ιεχωβά ζητεί αφιέρωσι σ’ αυτόν, και πώς καταδεικνύεται αυτό στην περίπτωσι του Ισραήλ στην Αίγυπτο;
ΛΑΤΡΕΙΑ σημαίνει μεταχείρισις με σεβασμό λόγω αξίας ή αξιότητος που οφείλεται στην ιδιότητα ή στο άθροισμα των ιδιοτήτων τού αντικειμένου της λατρείας. Για τούτο η λατρεία του Ιεχωβά Θεού ζητεί αφιέρωσι σ’ αυτόν λόγω των τελείως αξίων ιδιοτήτων του. Στην Αίγυπτο, ο Μωυσής και οι ομοεθνείς του Ισραηλίτες ελάτρευαν τον Ιεχωβά, αποφεύγοντας να αντιταχθούν στους νόμους του. (Έξοδ. 1:17, 21· Εβρ. 11:23-29) Ο Ιεχωβά ανεγνώριζε τον Ισραήλ ως λαόν του: «Είδον, είδον την ταλαιπωρίαν του λαού μου του εν Αιγύπτω . . . και κατέβην δια να ελευθερώσω αυτούς εκ της χειρός των Αιγυπτίων . . . ελθέ λοιπόν τώρα, και θέλω σε αποστείλει προς τον Φαραώ, και θέλεις εξαγάγει τον λαόν μου τους υιούς Ισραήλ εξ Αιγύπτου.» (Έξοδ. 3:7-10) Έχοντας υπ’ όψι τους σκοπούς του που διετυπώθησαν στη διαθήκη του η οποία συνήφθη με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, και αποβλέποντας στην τελική προμήθεια του Σπέρματος της απολυτρώσεως, ο Ιεχωβά ‘ενεθυμήθη την διαθήκην του’. (Έξοδ. 6:5) Οι λόγοι του που έπρεπε να μεταδοθούν από τον Μωυσή στους υιούς Ισραήλ ήσαν: «Και θέλω σας λάβει εις εμαυτόν δια λαόν μου, και θέλω είσθαι Θεός υμών· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός υμών, όστις σας εκβάλλω υποκάτωθεν των φορτίων των Αιγυπτίων· και θέλω σας φέρει εις την γην, περί της οποίας ύψωσα την χείρά μου, ότι θέλω δώσει αυτήν εις τον Αβραάμ, εις τον Ισαάκ, και εις τον Ιακώβ· και θέλω σας δώσει αυτήν εις κληρονομίαν. Εγώ ο Ιεχωβά.»—Έξοδ. 6:7, 8, ΜΝΚ.
2. Πώς φανερώνεται ο σκοπός της απελευθερώσεως του Ισραήλ από την Αίγυπτο;
2 Κατ’ επανάληψιν διευκρινίσθη σ’ αυτή την περίπτωσι της μεγάλης απελευθερώσεως από την Αίγυπτο ότι ο σκοπός που ελαμβάνετο ο Ισραήλ έξω από τη χώρα αυτή ήταν να μπορέση να λατρεύση ή υπηρετήση τον Ιεχωβά ως λαός του. Ο Ισραήλ απεφάσισε να πράττη εκείνο που ο Ιεχωβά ήθελε να πράττουν, έστω και αν τότε δεν εγνώριζαν τι ακριβώς θα περιελαμβάνετο στο θέλημα του Θεού μετά την απελευθέρωσί των από την Αίγυπτο. (Έξοδ. 10:26) Όσον αφορά τον λαόν αυτόν ο Ιεχωβά είχε ειπεί στον Μωυσή: «Και θέλεις ειπεί προς τον Φαραώ, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Υιός μου είναι, πρωτότοκός μου, ο Ισραήλ· και προς σε λέγω, Εξαπόστειλον τον υιόν μου, δια να με λατρεύση· και εάν δεν θέλης να εξαποστείλης αυτόν, ιδού, εγώ θέλω θανατώσει τον υιόν σου, τον πρωτότοκόν σου.»—Έξοδ. 4:22, 23, ΜΝΚ.
3. Αναφέρατε γεγονότα που δείχνουν βήματα προς την αφιέρωσι του Ισραήλ.
3 Με τη δύναμί του ο Ιεχωβά εξεπλήρωσε αυτόν τον λόγον του, καταστρέφοντας την ισχύν της Αιγύπτου και απελευθερώνοντας τον λαό του Ισραήλ. Ο απελευθερωμένος αυτός λαός, αφοσιωμένος στον Ιεχωβά, ήταν δικός του και υπό την προσταγή του, όπως τονίζεται όταν «ελάλησεν ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν, λέγων, Καθιέρωσον εις εμέ παν πρωτότοκον, διανοίγον πάσαν μήτραν μεταξύ των υιών Ισραήλ, από ανθρώπου έως κτήνους· ιδικόν μου είναι τούτο.» (Έξοδ. 13:1, 2) Κατά τον καιρό της απελευθερώσεως από την Αίγυπτο, και κατόπιν, ετέθησαν ενώπιον του αφωσιωμένου αυτού λαού λεπτομέρειες λατρείας. Στο Όρος Σινά μέσω μας διατάξεως διαθήκης ο Ιεχωβά ετόνισε στο έθνος Ισραήλ την ειδική σχέσι στην οποία βρισκόταν μαζί του, και εκεί ο Ισραήλ ως έθνος, όλος ο λαός, διεκήρυξαν τη συμφωνία των στην αφιέρωσί των. Ο Ιεχωβά είπε: «Τώρα λοιπόν, εάν τωόντι υπακούσητε εις την φωνήν μου, και φυλάξητε την διαθήκην μου, θέλετε είσθαι εις εμέ ο εκλεκτός από πάντων των λαών· διότι ιδική μου είναι πάσα η γη· και σεις θέλετε είσθαι εις εμέ βασίλειον ιεράτευμα και έθνος άγιον.» «Και απεκρίθη ομοφώνως πας ο λαός, λέγων, Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει.»—Έξοδ. 19:5, 6, 8, ΜΝΚ.
4. Εξηγήστε την οδόν της ζωής στην οποίαν εισήχθη ο Ισραήλ, αναφέροντας τα πολλά γεγονότα που έδειχναν τι απαιτούσε ο Ιεχωβά.
4 Σ’ ένα πρόθυμο, λοιπόν, έθνος απελευθερωμένων ατόμων, σ’ ένα λαό τον οποίον κατείχε ως ιδιάζον απόκτημά του «ελάλησεν ο Θεός πάντας τους λόγους τούτους, λέγων, Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας. Μη έχης άλλους θεούς πλην εμού.» (Έξοδ. 20:1-3, ΜΝΚ) Διαβάστε τα δεκαεπτά πρώτα εδάφια του κεφαλαίου 20 της Εξόδου, σημειώνοντας ιδιαίτερα ότι στο εδάφιο 5 αναφέρεται, «Εγώ Ιεχωβά ο Θεός σου είμαι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν.» (ΜΝΚ) Τα επόμενα κεφάλαια εκθέτουν λεπτομερείς όρους της διαθήκης που επροτάθη εκεί, και τελειώνουν με τα εξής λόγια: «Δεν θέλεις κάμει μετ’ αυτών, ουδέ μετά των θεών αυτών, συνθήκην· δεν θέλουσι κατοικεί εν τη γη σου, δια να μη σε κάμωσι να αμαρτήσης εις εμέ· διότι, αν λατρεύσης τους θεούς αυτών, τούτο θέλει εξάπαντος είσθαι παγίς εις σε.» (Έξοδ. 23:32, 33) Μέσω της απελευθερώσεώς του από την Αίγυπτο και της διοργανώσεώς του υπό τον νόμον του Ιεχωβά Θεού που του εδόθη μέσω του Μωυσέως, το έθνος Ισραήλ εισήχθη σε μιαν οδόν ζωής που ήταν συγκεντρωμένη γύρω στη λατρεία του Θεού, ο οποίος ήταν ο Άρχων των, ο Νομοθέτης, ο Κριτής των και το αντικείμενον της λατρείας των. Το ανεγνώρισαν αυτό, λέγοντας σε αφιέρωσι: «Πάντα, όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά, θέλομεν κάμνει, και θέλομεν υπακούει.» (Έξοδ. 24:7, ΜΝΚ) Ακολούθως ο Ιεχωβά, δείχνοντας πάλι την κατάλληλη από μέρους του διεύθυνσι των υποθέσεων του λαού του, είπε: «Λάβε τους Λευίτας αντί πάντων των πρωτοτόκων των υιών Ισραήλ, και τα κτήνη των Λευιτών αντί των κτηνών αυτών· και οι Λευίται θέλουσιν είσθαι εμού. Εγώ είμαι ο Ιεχωβά.» (Αριθμ. 3:45, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά κατηύθυνε να οργανωθή περαιτέρω το έθνος για την κατάλληλη εκτέλεσι όλων όσα εσχετίζοντο με τη λατρεία του, τελετουργικών και κυβερνητικών πραγμάτων, επειδή ήταν ο Βασιλεύς των και Άρχων των.
5. Αφηγηθήτε τα ιστορικά συμβάντα που απαριθμούνται εδώ και δείξτε πώς βεβαιώνουν ότι η αφιέρωσις είναι ένα σοβαρό προσωπικό βήμα.
5 Στη διάρκεια της ιστορίας του Ισραήλ, του λαού του Θεού, υπήρξαν πολλές φορές που άτομα αφιέρωσαν πράγματα ή πρόσωπα. Στο κεφάλαιο 20 του Δευτερονομίου έχομε την αφήγησι της πορείας που ηκολουθείτο όταν ένας άνθρωπος που εκαλείτο στον πόλεμο είχε σπίτι που δεν το είχε ακόμη εγκαινιάσει ή αφιερώσει. Εις 2 Σαμουήλ 8:11 αναφέρεται ότι ο Δαβίδ «αφιέρωσε» σκεύη. Η λέξις «αφιέρωσε» που υπάρχει εδώ έχει τη σημασία του ότι καθίσταται ένα πράγμα ιερόν. Εις 1 Βασιλέων 7:51 ο Σολομών φέρνει στο ναό τα αντικείμενα που ο Δαβίδ είχε προηγουμένως αφιερώσει στη χρήσι του Ιεχωβά. Εις 1 Βασιλέων 8:63 ο βασιλεύς και όλος ο λαός αποκαλύπτονται εγκαινιάζοντας τον οίκον του Ιεχωβά, εισάγοντάς τον στην κατάλληλη χρήσι του στη λατρεία του Ιεχωβά. Η καλή γυναίκα Άννα ευχήθηκε ν’ αφιερώση το βρέφος της στον Ιεχωβά προτού αυτό συλληφθή, το δε τέκνο της Σαμουήλ υπηρέτησε πιστά στη λατρεία του Ιεχωβά Θεού. (1 Σαμ. 1:11) Ο Σαμουήλ ανέλαβε προσωπική δράσι εν σχέσει με την αφιερωμένη του υπηρεσία, όπως βλέπομε εις 1 Σαμουήλ 3:10: «Τότε ο Σαμουήλ απεκρίθη, Λάλησον, διότι ο δούλός σου ακούει.» Η συνεχής υπακοή του καταδεικνύεται σε όλη την αφήγησι της διακονίας του, περιλαμβανομένου και του 1 Σαμουήλ 3:19, 20 (ΑΣ) που λέγει: «Και εμεγάλονεν ο Σαμουήλ· και ο Ιεχωβά ήτο μετ’ αυτού, και δεν άφινε να πίπτη ουδείς εκ των λόγων αυτού εις την γην. Και πας ο Ισραήλ, από Δαν έως Βηρ-σαβεέ, εγνώρισεν ότι ο Σαμουήλ ήτο διωρισμένος εις το να ήναι προφήτης του Ιεχωβά.» Ο προφήτης Ησαΐας έκαμε εκούσιο βήμα στην υπηρεσία του Θεού: «Και ήκουσα την φωνήν του Κυρίου, λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει δια ημάς; Τότε είπα, Ιδού εγώ, απόστειλόν με. Και είπεν, Ύπαγε, και ειπέ προς του τον τον λαόν.» (Ησ. 6:8, 9) Η μαρτυρία της αφηγήσεως περί της αληθινής λατρείας σε όλους τους αιώνας είναι ομοιόμορφη δείχνοντας ότι η αφιέρωσις ήταν ένα σοβαρό προσωπικό βήμα προς την ορθή κατεύθυνσι που το έκαμαν όλοι όσοι ελάτρευσαν τον Ιεχωβά Θεό και έλαβαν την επιδοκιμασία του.
Η ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ ΤΟΥ ΥΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
6. Στην περίπτωσι του Ιησού, γιατί ήταν εν τάξει η προσωπική του αφιέρωσις και γιατί ήταν σπουδαία;
6 Από όλα τα παραδείγματα αφιερώσεως στον Ιεχωβά Θεό, το εξέχον είναι το παράδειγμα του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς ήταν αφιερωμένος στον Θεό του. Ετήρησε τον νόμον των Ιουδαίων. Υπό τον νόμον αυτόν ο Ιησούς ενηλικιώθη στα τριάντα χρόνια και αντιμετώπισε το ζήτημα πώς θα διέθετε τη ζωή του. Θα έπραττε το θέλημα του Θεού; Ήταν θέλημα του Θεού να εξακολουθήση να είναι ξυλουργός και να συμμορφώνεται απλώς προς τον Μωσαϊκό νόμο; Όχι, η λατρεία του Ιεχωβά έπρεπε να προαχθή και έπρεπε να γίνουν μεγάλα βήματα προς τα εμπρός όσον αφορά την εκτέλεσι των σκοπών του που περιελάμβαναν την ίδρυσι μιας νέας θεοκρατικής οργανώσεως, της Χριστιανικής εκκλησίας, τη σύναξι των μελών της, και τελικά κατόπιν την ίδρυσι της αντιτυπικής θεοκρατικής κυβερνήσεως, της βασιλείας των ουρανών, και του νέου κόσμου της δικαιοσύνης. Ο Ιησούς εγνώριζε τον Πατέρα του και τον λόγον του Πατρός του που περιελαμβάνετο στις Εβραϊκές Γραφές. Εγνώριζε την αξιότητα του Ιεχωβά και δεν ήταν ικανοποιημένος με το να είναι ξυλουργός ούτε θα παρεξέκλινε ιδιοτελώς από μια επιδίωξι του θελήματος του Πατρός του. Έλαβε μια απόφασι. Καθώρισε τι έπρεπε να κάμη. Εσχεδίασε μια πορεία ενεργείας για το υπόλοιπο της ζωής του. Εξεπλήρωσε την προφητεία του Ψαλμού 40, ο οποίος, μεταξύ άλλων, λέγει τα εξής: «Θυσίαν και προσφοράν δεν ηθέλησας· διήνοιξας εν εμοί ώτα· ολοκαύτωμα και προσφοράν περί αμαρτίας δεν εζήτησας. Τότε είπα, Ιδού, έρχομαι· εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού· χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.» (Ψαλμ. 40:6-8) Στο δέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής ο απόστολος Παύλος παραθέτει από αυτή την προφητεία, αναφέροντας ότι εφηρμόζετο στον Ιησού Χριστό κατά την αφιέρωσί του. Βλέπομε, λοιπόν, ότι ο αφωσιωμένος αυτός Υιός του Θεού έκαμε μια προσωπική, επίσημη αφιέρωσι του εαυτού του στον Θεό του, να πράττη το θέλημά του και ν’ ακολουθή τον νόμον του Θεού, ο οποίος εκρατείτο στην καρδιά του αφιερωμένου αυτού δούλου. Από αυτή την πορεία της ενεργείας, την οποίαν άρχισε εκεί, δεν παρεξέκλινε ποτέ. Η απόφασις αυτή ήταν σπουδαία για τον Ιησούν. Μια όμοια απόφασις είναι σπουδαία για σας.
7. (α) Τι οδηγεί σε αφιέρωσι; (β) Είναι οι επίσημες διατυπώσεις κατάλληλες; Γιατί;
7 Τι ωδήγησε στην αφιέρωσι του Ιησού; Η γνώσις που είχε για τον Θεό, η αγάπη για τον ουράνιο Πατέρα του και η ένθερμη επιθυμία να προοωθήση την υπόθεσι της αγνής λατρείας προς προαγωγήν των σκοπών του Ιεχωβά για την υπεράσπισι του ονόματός του. Τι οδηγεί έναν άνθρωπο στο ν’ αφιερωθή στον Ιεχωβά σήμερα; Γνώσις της αληθείας, κατανόησις των σκοπών του Ιεχωβά, οι πιθανότητες ζωής που τίθενται ενώπιον των ανθρώπων μέσω του Ιησού Χριστού, εκτίμησις των προμηθειών του Θεού μέσω του Υιού του, αγάπη που αναπτύσσεται στην καρδιά του ατόμου και απόφασις ν’ ακολουθήση, όχι τις συνήθειες και τους κανόνας του ασεβούς παλαιού κόσμου που κυβερνάται από τον Διάβολον, αλλά το θέλημα του Θεού προς διεκδίκησιν του ονόματός του. Είναι αφιέρωσις στον Υπέρτατον. Γιατί ο Ιησούς δεν ασχολήθηκε απλώς στο έργο του, αναλαμβάνοντάς το και πράττοντας ό,τι μπορούσε για την προαγωγή της διακονίας του; Γιατί έπρεπε ν’ αφιερωθή; Για τον λόγον ότι η εκτέλεσις του θελήματος του Θεού, η επιτέλεσις της λατρείας του, δεν είναι μια τυχαία υπόθεσις. Δεν είναι κάτι που είσθε εν τάξει αν το πράξετε και εν τάξει αν δεν το πράξετε. Η αφιέρωσις στον Ιεχωβά απαιτεί ειδικές ιεροπρεπείς διατυπώσεις, τη σύναψι ενός συμβολαίου, μιας επίσημης συμφωνίας η οποία, όταν γίνη φανερή, δίνει ειδοποίησι σε όλους όσοι ενδιαφέρονται και σε όλους όσοι παρατηρούν, για το τι πρέπει να περιμένουν στο εξής από το άτομο αυτό. Η αφιέρωσις απαιτεί ακρίβεια συμπεριφοράς, ευταξία.
8. (α) Κατά την αφιέρωσι τι λέγεται κατ’ ουσίαν στον Ιεχωβά; (β) Γιατί δεν είναι καλύτερα να απέχη κανείς από την αφιέρωσι για ν’ αποφύγη την ευθύνη;
8 Δεν είναι ζήτημα του να έχη κανείς μόνο εξωτερική εμφάνισι τυπικότητος μ’ ένα υπόστρωμα ιδιοτελούς επιδιώξεως. Είναι ακριβώς το αντίθετον. Είναι μια ήσυχη, μελετημένη απόφασις να πράττη κανείς το θέλημα του Θεού, λέγοντας με τιμιότατα στον Ιεχωβά: «Έρχομαι να πράξω το θέλημά σου. Είμαι αφωσιωμένος σ’ εσέ. Αφιερώθηκα σ’ εσέ. Ιδού εγώ. Απόστειλόν με. Οτιδήποτε ειπής, θα το πράξω. Δίδαξέ με από τον λόγον σου, μέσα από τον νόμον σου. Χρησιμοποίησέ με στον αίνον σου.» Κάποιος θα μπορούσε να πη, «Αλλά η αφιέρωσις συνεπάγεται μεγάλη ευθύνη!» Είναι αλήθεια ότι συνεπάγεται. Αν δεν υπάρχη αφιέρωσις, μπορεί να υπάρχη ευθύνη; Αν δεν υπάρχη συμβόλαιον, δεν υπάρχει ευθύνη ή υποχρέωσις να εκτελέση κανείς τους όρους ενός συμβολαίου. Έτσι, αν δεν υπάρχη αφιέρωσις, το μη αφιερωμένο πρόσωπο δεν αναμένεται να ζη σύμφωνα με τους όρους αφιερώσεως που δεν έγινε ποτέ. Δεν θα ήταν, λοιπόν, καλύτερα για ένα άτομο να απέχη από το ν’ αφιερωθή στον Θεό και έτσι ν’ αποφύγη την ευθύνη; Όχι, θα ήταν ένα θανάσιμο σφάλμα σ’ αυτή την ημέρα της κρίσεως. Γιατί; Επειδή εκείνο που εμποδίζει ένα άτομο να αφιερωθή είναι έλλειψις γνώσεως και μιμήσεως ή άλλη ιδιοτέλεια. Ο Ιεχωβά Θεός δεν δίδει ζωή σε άτομα που δεν την εκτιμούν, που είναι ιδιοτελή ή άπιστα. Αν έχωμε πίστι στον Θεό που είναι υγιής και πραγματική, θ’ αφιερωθούμε σ’ αυτόν. Αν δεν αφιερωνώμεθα σ’ αυτόν, είτε δεν πιστεύομε εκείνο που λέγει, είτε δεν ενδιαφερόμεθα γι’ αυτόν, και δεν θα λάβωμε ζωή απ’ αυτόν ούτε στη μία ούτε στην άλλη περίπτωσι. Ο Ιεχωβά Θεός δεν είναι υποχρεωμένος να χορηγήση ζωή σε άνδρες και γυναίκες οι οποίοι, σαν βδέλλες που απομυζούν αίμα, είναι αποφασισμένοι ν’ αντλούν και απορροφούν όλες τις προμήθειες που έκαμε ο Ιεχωβά, λαμβάνοντας τα πάντα για τον εαυτό τους και μη δίνοντας τίποτε ως ανταπόδοσιν προς την κατεύθυνσι της αφοσιώσεως της καρδιάς, της εκτιμήσεως, της αγάπης, της ευγνωμοσύνης, της ακεραιότητος, της ευθύτητος και του αγώνος για τα πράματα εκείνα που είναι θεάρεστα.
9. Τονίστε την κατάλληλη στάσι και βάσι όσον αφορά την αφιέρωσι.
9 Μη φοβείσθε, λοιπόν, την αφιέρωσι. Μάλλον να είσθε ανυπόμονοι γι’ αυτήν. Αποκτήσατε πληροφορία. Μάθετε την αλήθεια. Γνωρίσατε τις προμήθειες του Ιεχωβά που εκφράζονται στον Λόγον του και κατόπιν, από αγάπη που η αλήθεια γεννά στην καρδιά σας, αφιερωθήτε στο να πράττετε το θέλημα του Ιεχωβά. Αφιερωθήτε στον Ιεχωβά Θεό. Ο Ιησούς δεν είπε: ‘Μισώ να πράττω το θέλημά του, αλλά οφείλω. Είμαι υποχρεωμένος να το πράττω.’ Η προφητεία τον δείχνει να λέγη: «Χαίρω, Θεέ μου, να πράττω το θέλημά σου.» Στην αφιέρωσι το άτομο εξασκεί την ελευθέρα του θέλησι. Δεν είναι ζήτημα του να είναι κανείς δίχως σπονδυλική στήλη, ασθενούς θελήσεως. Είναι ζήτημα του να είναι αποφασιστικός, ισχυράς θελήσεως· ζήτημα του να υπαγάγη την ισχυρή αυτή θέλησι στο θέλημα του Ιεχωβά Θεού, να είναι αποφασισμένος να υπακούη στις εντολές του, όχι στις εντολές ανθρώπων ή σε φανερή ιδιοτέλεια όταν αυτές συγκρούονται με το θέλημα του Θεού όπως εκφράζεται στον Λόγον του. Εκείνος που αφιερώνεται στον Ιεχωβά βρίσκεται σε μια προσωπική σχέσι μ’ αυτόν μέσω του βήματος της αφιερώσεως, μέσω της συμφωνίας να πράττη το θέλημά του. Η αφιέρωσις βασίζεται στην αγάπη για τον Θεό και στην πίστι για τις προμήθειές του μέσω του Ιησού Χριστού ως του μέσου με το οποίον είναι δυνατόν να έχωμε μια στάσι απέναντι του Ιεχωβά οφειλόμενη στην αξία τού αντιλύτρου του που τελικά θα εφαρμοσθή προς όφελός μας.
10. Αναφέρατε τα αποτελέσματα της αφιερώσεως που αποδεικνύουν ότι είναι πρακτική, σκόπιμη, αξιοσύστατη και ουσιώδης
10 Η αφιέρωσις, λοιπόν, αντί να είναι ένα μη πρακτικό, φαντασιώδες, άχρηστο πράγμα, κάτι που ανήκει στην ψευδή θρησκεία και μια έκφρασις χωρίς σημασία, βρίσκομε ότι είναι πρακτική, σκόπιμη, αξιοσύστατη, ουσιώδης. Το έθνος Ισραήλ, επειδή ήσαν ο εκλεκτός λαός του Θεού, απέκτησαν ελευθερία από τον κόσμο της Αιγύπτου. Η αφιέρωσις στον Ιεχωβά μπορεί επίσης να μας φέρη ελευθερία επειδή μας δίνει μια αλλαγή απόψεως και βλέπομε τα πράγματα με τα μάτια του Λόγου του, τα μάτια της κατανοήσεως από μέρους μας των σκοπών του. Έχοντας εμπιστοσύνη και πεποίθησι σ’ αυτόν, δεν είμεθα πια υποδουλωμένοι στον παλαιό κόσμο, στην οργάνωσί του, στους κανόνας του και στις συνήθειες του ή στη διαβολική του θρησκεία. Δεν συνεπιφέρει η αφιέρωσις δουλεία στον Ιεχωβά; Βέβαια συνεπιφέρει. Αυτός είναι ένας από τους αντικειμενικούς της σκοπούς. Βρισκόμαστε εδώ στη γη του Θεού όχι με δική μας θέλησι, όχι με δικές μας προμήθειες. Πρέπει να είμεθα δούλοι ή υπηρέται τού ενός πράγματος ή του άλλου, είτε της δικαιοσύνης είτε της αδικίας. Αν αφιερωθούμε στον Ιεχωβά Θεό και εκλέξωμε να είμεθα δούλοι του, κάνομε την ορθή εκλογή. Αυτήν έκαμε και ο Ιησούς. Η αφιέρωσίς του καταδεικνύεται με το γεγονός ακριβώς ότι ενήργησε από αγάπη και ζήλο για τον ουράνιο Πατέρα του.
11. Στην πείρα του Ιησού του Ναυή, που αναγράφεται στο κεφάλαιο 24 του ομωνύμου βιβλίου, ποιες καλές αποφάσεις έγιναν;
11 Το ζήτημα μας υπενθυμίζει εκείνο που αντιμετωπίσθη στην εποχή του Ιησού του Ναυή όταν είπε: «Τώρα λοιπόν φοβήθητε τον Ιεχωβά, και λατρεύσατε αυτόν εν ακεραιότητι, και αλήθεια· και αποβάλετε τους θεούς, τους οποίους ελάτρευσαν οι πατέρες σας πέραν του ποταμού, και εν τη Αιγύπτω, και λατρεύσατε τον Ιεχωβά. Αλλ’ εάν δεν αρέσκη εις εσάς να λατρεύητε τον Ιεχωβά, εκλέξατε σήμερον ποίον θέλετε να λατρεύητε· ή τους θεούς, τους οποίους ελάτρευσαν οι πατέρες σας πέραν του ποταμού, ή τους θεούς των Αμορραίων, εις των οποίων την γην κατοικείτε· εγώ όμως και ο οίκός μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.» (Ιησ. Ναυή 24:14, 15, ΜΝΚ) Η απάντησις που έδωσε ο λαός στον Ιησού ν σ’ αυτή την περίπτωσι έδειχνε μια πολύ συνετή εκλογή από μέρους των. «Και απεκρίθη ο λαός, λέγων, Μη γένοιτο να αφήσωμεν τον Ιεχωβά, δια να λατρεύσωμεν άλλους θεούς! διότι Ιεχωβά ο Θεός ημών, αυτός ανεβίβασεν ημάς και τους πατέρας ημών εκ γης Αιγύπτου, . . . και ημείς θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά· διότι αυτός είναι Θεός ημών.» (Ιησ. Ναυή 24:16-18, ΜΝΚ) Αφιερώνοντο εκεί τα άτομα αυτά στον Ιεχωβά; Όχι, επεβεβαίωναν την αφιέρωσι τους σ’ αυτόν ή την ετόνιζαν εκ νέου. Σημειώστε πώς συνεχίζεται η αφήγησις: «Και είπεν ο Ιησούς προς τον λαόν, Δεν θέλετε δυνηθή να λατρεύητε τον Ιεχωβά· διότι αυτός είναι Θεός άγιος· είναι Θεός απαιτών αποκλειστικήν αφοσίωσιν εις αυτόν· δεν θέλει συγχωρήσει τας ανομίας σας και τας αμαρτίας σας· διότι θέλετε εγκαταλείψει τον Ιεχωβά, και λατρεύσει ξένους θεούς· τότε στραφείς θέλει σας κακώσει, και θέλει σας εξολοθρεύσει, αφού σας ηγαθοποίησε. Και είπεν ο λαός εις τον Ιησούν, Ουχί· αλλά τον Ιεχωβά θέλομεν λατρεύει. Και είπεν ο Ιησούς προς τον λαόν, Σεις είσθε μάρτυρες εις εαυτούς ότι σεις εξελέξατε εις εαυτούς τον Ιεχωβά, δια να λατρεύητε αυτόν. Και εκείνοι είπον, Μάρτυρες. Τώρα λοιπόν αποβάλετε τους ξένους θεούς, τους εν τω μέσω υμών, και κλίνατε την καρδίαν υμών προς Ιεχωβά τον Θεόν του Ισραήλ. Και είπεν ο λαός προς τον Ιησούν, Ιεχωβά τον Θεόν ημών θέλομεν λατρεύει και εις την φωνήν αυτού θέλομεν υπακούει. Και έκαμεν ο Ιησούς διαθήκην προς τον λαόν εν τη ημέρα εκείνη, και έθεσεν εις αυτούς νόμον και κρίσιν εν Συχέμ.»—Ιησ. Ναυή 24:19-25, ΜΝΚ.
12. Η ευλογία της ζωής είναι σκοπός ποιας πορείας;
12 Η πορεία της αφιερώσεως είναι μια πολύ ευλογημένη πορεία και απαιτείται από όλους όσοι θέλουν να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά Θεό. Οδηγεί σε αιώνια ζωή. Τα λόγια του Ιησού στο κατά Λουκάν 14:27 δείχνουν την αναγκαιότητά της, τονίζοντας: «Όστις δεν βαστάζει τον σταυρόν αυτού, και έρχεται οπίσω μου, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου.» Σωτηρία σε ζωή μέσω αφοσιώσεως στον Υπέρτατον Άρχοντα Ιεχωβά δια του αντιπροσώπου του Ιησού Χριστού φανερώνεται στα λόγια εκείνων που αντιμετώπιζαν λιμοκτονία στην Αίγυπτο όταν ο δίκαιος Ιωσήφ είχε αναλάβει τις υποθέσεις του έθνους εκείνου: «Αγόρασον ημάς και την γην ημών δια άρτον· και θέλομεν είσθαι, ημείς και η γη ημών, δούλοι εις τον Φαραώ· και δος εις ημάς σπόρον, δια να ζήσωμεν, και να μη αποθάνωμεν, και η γη να μη ερημωθή.» «Και ηγόρασεν ο Ιωσήφ πάσαν την γην Αιγύπτου δια τον Φαραώ· . . . Οι δε είπον, Συ έσωσας την ζωήν ημών.»—Γεν. 47:19, 20, 25.
Η ΑΠΟΦΑΣΙΣ
13. Τι μέρος έχει η πίστις στην απόφασι που οδηγεί σε αφιέρωσι; Η ταπεινοφροσύνη; Η μετάνοια;
13 Προηγουμένως εδώ εμνημονεύθη η σπουδαιότης της πίστεως εν σχέσει με την αφιέρωσι. Πρέπει κανείς να ελκυσθή προς τον Θεό με πίστι που βασίζεται σε γνώσι αυτού και των σκοπών του, η οποία γνώσις αποκτάται από τον λόγον της αληθείας του, τη Γραφή. Κατάλληλα, επομένως, είναι τα λόγια του Ιησού: «Εγώ είμαι η οδός, και η αλήθεια, και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ειμή δι’ εμού.» (Ιωάν. 14:6) Το ίδιο γεγονός καταδεικνύεται στη δήλωσι του Ιησού που αναγράφεται στο κατά Ιωάννην 6:44: «Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με· και εγώ θέλω αναστήσει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα.» Προς την ίδια κατεύθυνσι ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Εβραίους: «Χωρίς δε πίστεως αδύνατον είναι να ευαρεστήση τις εις αυτόν· διότι ο προσερχόμενος εις τον Θεόν, πρέπει να πιστεύση, ότι είναι, και γίνεται μισθαποδότης εις τους εκζητούντας αυτόν.» (Εβρ. 11:6) Απαιτείται ταπεινοφροσύνη. Χρειάζεται ένα άτομο να είναι ταπεινό και να έχη συναίσθησι των πνευματικών του αναγκών για προσέλθη στον Ιεχωβά με αφιέρωσι. Απαιτείται ταπεινή αναγνώρισις της κληρονομημένης αμαρτίας και των αδυναμιών μας και μια ειλικρινής μετάνοια. Αυτά τα ουσιώδη στοιχεία ήσαν φανερά στην πορεία των πρώτων προσηλύτων στη Χριστιανοσύνη. «Αφού δε ήκουσαν ταύτα, ήλθεν εις κατάνυξιν η καρδία αυτών, και είπον προς τον Πέτρον και τους λοιπούς αποστόλους, Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί; Εκείνοι λοιπόν μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού, εβαπτίσθησαν, και προσετέθησαν εν εκείνη τη ημέρα έως τρεις χιλιάδες ψυχαί.» (Πραξ. 2:37, 41) Περαιτέρω συμβουλή για μετάνοια εδόθη από τον Πέτρο, όπως αναφέρεται στα επόμενα κεφάλαια των Πράξεων: «Μετανοήσατε λοιπόν και επιστρέψατε, δια να εξαλειφθώσιν αι αμαρτίαι σας δια να έλθωσι καιροί αναψυχής από προσώπου του Ιεχωβά, και αποστείλη τον προκεκηρυγμένον εις εσάς Ιησούν Χριστόν.»—Πράξ. 3:19, 20, ΜΝΚ.
14, 15. Όσον αφορά την αφιέρωσι, τι δείχνουν τα λόγια του Ιησού στο κατά Λουκάν 14:28-33.
14 Η συνετή απόφασις της αφιερώσεως λαμβάνεται με πλήρη κατανόησι της ευθύνης που είναι ενώπιον του καθενός, δηλαδή, της ευθύνης που παραμένει σ’ εκείνον που δεν αφιερώνεται και της ευθύνης που αναλαμβάνει το άτομο που κάνει αφιέρωσι στον Ιεχωβά Θεό. Η αφιέρωσις είναι ένα υπολογισμένο βήμα με εκτίμησι του τι περιλαμβάνει. Αυτό φανερώνεται καλά από όσα είπε ο Ιησούς όσον αφορά τον υπολογισμό της δαπάνης προτού αναληφθή ένα σχέδιο: «Διότι τις εξ υμών, θέλων να οικοδομήση πύργον, δεν κάθηται πρώτον και λογαριάζει την δαπάνην, αν έχη τα αναγκαία δια να τελειώση αυτόν; μήποτε αφού βάλη θεμέλιον, και δεν δύνηται να τελειώση αυτόν, αρχίσωσι πάντες οι βλέποντες να εμπαίζωσιν αυτόν, λέγοντες, Ότι ούτος ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή, και δεν ηδυνήθη να τελειώση. Ή τις βασιλεύς υπάγων να πολεμήση άλλον βασιλέα, δεν κάθηται πρότερον και σκέπτεται, αν ήναι δυνατός με δέκα χιλιάδας να απαντήση τον ερχόμενον κατ’ αυτού με είκοσι χιλιάδας; Ει δε μη, ενώ αυτός είναι έτι μακράν, αποστέλλει πρέσβεις και ζητεί ειρήνην. Ούτω λοιπόν πας όστις εξ υμών δεν απαρνείται πάντα τα εαυτού υπάρχοντα, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου.»—Λουκ. 14:28-33.
15 Ο Ιησούς εδώ δεν έλεγε ότι, όσον αφορά την αφιέρωσι, υπάρχει εκλογή κατευθύνσεων που ανοίγονται στο άτομο, οι οποίες κατευθύνσεις είναι και οι δύο εξίσου κατάλληλες και συνετές. Εκείνο που τονίζει είναι το γεγονός, ότι κανείς από μας που δεν «απαρνείται» όλα του τα υπάρχοντα δεν μπορεί να είναι μαθητής του Ιησού και δεν μπορεί να προσέλθη επιτυχώς στον Ιεχωβά Θεό μέσω του Ιησού Χριστού σε αφιέρωσι, ακολουθώντας την πορεία του Ιησού. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμεθα άποροι. Σημαίνει ότι η αφιέρωσις είναι μια πραγματική υπόθεσις που περιλαμβάνει τα πάντα, τον εαυτό μας, τη ζωή μας, τους πόρους μας, αφωσιωμένα στον αίνον του Ιεχωβά με την εκτέλεσι του θελήματός του και την τήρησι των εντολών του όσο μπορούμε καλύτερα. Θέλομε να το πράξωμε αυτό; Όταν το λογαριάζωμε, έχομε αυτή την κλίσι; Πρέπει να την έχωμε. Η αφιέρωσις, επομένως, δεν είναι ζήτημα συγκινήσεων, «μεταστροφή» υπό πίεσιν και έξαψιν μιας θρησκευτικής αναζωπυρώσεως. Είναι ένα με ηρεμία μελετημένο ζήτημα υπό το φως γεγονότων και περιλαμβάνει τα εξής:
16. Ποια γεγονότα εξετάζει με ηρεμία ένας που αφιερώνεται στον Ιεχωβά;
16 Ένας που αφιερώνεται στον Ιεχωβά πρέπει να τον αναγνωρίζη ως τον Υπέρτατον Κυρίαρχον, τον μέγαν Δοτήρα ζωής, και πρέπει ν’ αναγνωρίζη τον Ιησούν Χριστόν ως Σωτήρα του, ως Βασιλέα, και πρέπει επίσης να βλέπη και κατανοή το γεγονός ότι το άγιο πνεύμα του Θεού είναι η ενεργός δύναμις του Θεού και έχει τη θέσι του στη ζωή των αφιερωμένων Χριστιανών. Τα πράγματα αυτά είναι στοιχεία της πιστεώς μας, ότι δε σχετίζονται άμεσα με την αφιέρωσί μας καταδεικνύεται από ό,τι είπε ο Ιησούς: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.» (Ματθ. 28:19) Πολύν καιρό πρωτύτερα, ο ψαλμωδός προσηυχήθη: «Ας γνωρίσωσιν ότι συ, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά, είσαι ο μόνος Ύψιστος επί πάσαν την γην.» (Ψαλμ. 83:18, ΑΣ) Και πάλιν, «Διότι μετά σου είναι η πηγή της ζωής.» (Ψαλμ. 36:9) Ο απόστολος Παύλος έγραψε στην εκκλησία των Φιλίππων που είχε το προνόμιο να την οργανώση: «Δια τούτο και ο Θεός υπερύψωσεν αυτόν [τον Ιησούν Χριστόν], και εχάρισεν εις αυτόν όνομα το υπέρ παν όνομα· δια να κλίνη εις το όνομα του Ιησού παν γόνυ . . . και πάσα γλώσσα να ομολογήση ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Κύριος, εις δόξαν Θεού Πατρός.» (Φιλιππησ. 2:9-11) Η αφιέρωσις είναι μια εκλογή, μια υπολογισμένη, ήρεμη απόφασις. «Διότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού, θέλει θερίσει εκ της σαρκός φθοράν· αλλ’ ο σπείρων εις το Πνεύμα, θέλει θερίσει εκ του Πνεύματος ζωήν αιώνιον.» (Γαλ. 6:8) «Πληρούσθε δια του Πνεύματος.»—Εφεσ. 5:18.
17. Πώς μπορεί να ξέρη κανείς αν η αφιέρωσίς του είναι ευπρόσδεκτη στον Ιεχωβά, και ποια ενθάρρυνσις δίδεται από αυτή την άποψι;
17 Πώς μπορούμε να ξέρωμε αν η αφιέρωσις μας είναι δεκτή από τον Ιεχωβά Θεό; Ξέρομε ότι είναι δεκτή αν είναι ειλικρινής. Μια ειλικρινής, με προσευχή αφιέρωσις είναι δεκτή από τον Ιεχωβά και τον ευαρεστεί. Αυτό πρέπει να βοηθήση εκείνους που είναι δειλοί και αισθάνονται κατωτερότητα ως το βαθμό που να λέγουν κατ’ ουσίαν, «Ποτέ δεν θα μπορούσα να υπηρετήσω τον Θεό. Ποτέ δεν θα μπορούσα να έχω την επιδοκιμασία του. Ποτέ δεν θα μπορούσα ν’ αφιερωθώ στον Ιεχωβά. Ποτέ δεν θα μπορούσα να είμαι ένας από τους μάρτυράς του.» Μας δίδεται ενθάρρυνσις στην αφήγησι που αφορά τον Κορνήλιο, όπου διαβάζομε: «Ούτος είδε φανερά δι’ οράματος, περί την ενάτην ώραν της ημέρας, άγγελον του Θεού, ότι εισήλθε προς αυτόν, και είπε προς αυτόν, Κορνήλιε. Ο δε ατενίσας εις αυτόν, και έμφοβος γενόμενος, είπε, Τι είναι, Κύριε; Και είπε προς αυτόν, Αι προσευχαί σου και αι ελεημοσύναι σου ανέβησαν εις μνημόσυνόν σου ενώπιον του Θεού. Και τώρα πέμψον εις Ιόππην ανθρώπους, και προσκάλεσον, τον Σίμωνα όστις επονομάζεται Πέτρος. Και ο Κορνήλιος είπε [στον Πέτρο], Από τεσσάρων ημερών ήμην νηστεύων μέχρι της ώρας ταύτης, και την ενάτην ώραν προσηυχόμην εν τω οίκω μου· και ιδού, εστάθη ενώπιον μου ανήρ με ενδύματα λαμπρά, και λέγει, Κορνήλιε, εισηκούσθη η προσευχή σου, και αι ελεημοσύναι σου εμνημονεύθησαν ενώπιον του Θεού. Ενώ έτι ελάλει ο Πέτρος τους λόγους τούτους, επήλθε το Πνεύμα το Άγιον επί πάντας τους ακούοντας τον λόγον.»—Πράξ. 10:3-5, 30, 31, 44.
18. Σε ποιους είναι προσιτό το προνόμιο της αφιερώσεως;
18 Οποιαδήποτε και αν είναι η εθνικότης σας, η καταγωγή σας, η βιοτική σας κατάστασις, ο βαθμός της κληρονομημένης ανικανότητος, είναι ανοιχτός για σας ο δρόμος προς τη θεία επιδοκιμασία μέσω αφιερώσεως και πιστής υπηρεσίας. Μπορεί ν’ ακολουθήσετε με εμπιστοσύνη τον δρόμον αυτόν, και πρέπει να τον ακολουθήσετε. Σημειώστε τι ελέχθη σχετικώς κατά τον καιρό της εγκαινιάσεως του ενδόξου ναού που εκτίσθη υπό την διεύθυνσι του Σολομώντος. Η προσευχή της εγκαινιάσεως έλεγε μεταξύ άλλων τα εξής: «Και τον ξένον έτι, όστις δεν είναι εκ του λαού σου Ισραήλ, αλλ’ έρχεται από γης μακράς δια το όνομά σου, διότι θέλουσιν ακούσει το όνομά σου το μέγα, και την χείρά σου την κραταιάν, και τον βραχίονά σου τον εξηπλωμένον, όταν έλθη και προσευχηθή προς τον οίκον τούτον, συ επάκουσον εκ του ουρανού, του τόπου της κατοικήσεώς σου, και ενέργησον κατά πάντα περί όσων ο ξένος σε επικαλεσθή· δια να γνωρίσωσι πάντες οι λαοί της γης το όνομά σου, να σε φοβώνται, καθώς ο λαός σου Ισραήλ· και δια να γνωρίσωσιν ότι το όνομά σου εκλήθη επί τον οίκον τούτον, τον οποίον ωκοδόμησα.»—1 Βασ. 8:41-43.
19. Σε ποια άλλα σημεία είναι αναγκαία η κατανόησις;
19 Όπως εξητάσθη σε άλλα άρθρα της Σκοπιάς, Γραφικώς υπάρχει διαφορά μεταξύ καθιερώσεως και αφιερώσεως. Η καθιέρωσις, όπως χρησιμοποιείται ο όρος αυτός στις Γραφές, αναφέρεται στην πράξι με την οποία ο Θεός εγκαθιστά τους ιερείς που είναι συνδεδεμένοι με τον Χριστό Ιησού και εφαρμόζεται μόνο στον Χριστό και τα κεχρισμένα και αποκυημένα από το πνεύμα μέλη του σώματός του, η πράξις δε αυτή, φυσικά, ακολουθεί ή έρχεται μετά την ατομική αφιέρωσι των Χριστιανών εκείνων που τελικά καλούνται να είναι μέλη του σώματος του Χριστού. Οι ελπίδες αυτών είναι ουράνιες και δεν είναι οι επίγειες ελπίδες των «άλλων προβάτων» του Ιεχωβά. Ένα άτομο αφιερώνεται στον Ιεχωβά Θεό· τι ακολουθεί κατόπιν; Τι πρέπει να κάμη ένα αφιερωμένο άτομο για να λάβη και να διατηρήση τη διαρκή επιδοκιμασία του Ιεχωβά και να έχη επιτυχία στη σταδιοδρομία του ως αφιερωμένου Χριστιανού; Τι καθήκοντα επιβάλουν οι Γραφές στον αφιερωμένο Χριστιανό; Τις ερωτήσεις αυτές θα τις εξετάσωμε στο επόμενο τεύχος μας.