Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Γιατί οι φυλές Εφραΐμ και Δαν δεν εμφανίζονται μεταξύ των φυλών του πνευματικού Ισραήλ όπως δίδονται στην Αποκάλυψι 7:4-8;—Π. Ρ., Η.Π.Α.
Είναι σαφές από τις Γραφές ότι ο Ιεχωβά επροτίθετο ο αριθμός δώδεκα, το πολλαπλάσιον δύο συμβολικώς πλήρων αριθμών, του τρία και του τέσσερα, να αντιπροσωπεύη διοργανωτική πληρότητα. Τούτο φαίνεται όχι μόνο στο ότι υπήρχαν δώδεκα γυιοί του Ιακώβ και δώδεκα φυλές του Ισραήλ, αλλά και στο ότι υπήρχαν οι δώδεκα απόστολοι του Αρνίου.—Αποκάλ. 21:14.
Στην αρχή της οδοιπορίας στην έρημο η φυλή του Λευί ελήφθη αντί όλων των πρωτοτόκων που επέζησαν και που ανήκαν στον Ιεχωβά επειδή τα εφείσθη τη νύχτα του πρώτου Πάσχα. Για να υπάρχουν, λοιπόν, πάλι δώδεκα φυλές, η φυλή του Ιωσήφ διηρέθη σε δύο φυλές, τις φυλές των δύο γυιών του Εφραΐμ και Μανασσή.—Αριθμ. 3:12, 13, 41· 10:14-28.
Έπεται ότι στην καταγραφή των δώδεκα φυλών του πνευματικού Ισραήλ δεν μπορούσαν να εμφανισθούν όλα τα ονόματα των φυλών και να υπάρχη ακόμη μόνο ο συμβολικός αριθμός των δώδεκα. Θα μπορούσε να νομισθή ότι θα κατωνομάζοντο στο βιβλίο της Αποκαλύψεως οι αρχικές δώδεκα φυλές, αλλά δεν έγινε αυτό. Οι φυλές του Εφραΐμ και του Δαν παραλείπονται εκεί επειδή δεν είναι άξιες συμβολικής σημασίας. Γιατί;
Ο Εφραΐμ είχε μια πάρα πολύ ευνοημένη αρχή. Ο Ιεχωβά ο ίδιος είχε ειπεί για τον Εφραΐμ, «Ο Εφραΐμ είναι ο πρωτότοκός μου.» (Ιερεμ. 31:9) Ο Εφραΐμ, αν και ο νεώτερος από τους δύο γυιούς του Ιωσήφ, εκληρονόμησε το δικαίωμα του πρωτοτόκου λόγω της ευλογίας του Ιακώβ σ’ αυτόν.—Γέν. 48:13-20.
Παρά την ευνοημένη αυτή αρχή, η φυλή του Εφραΐμ παρήγαγε ένα διαβοήτως κακό υπόμνημα. Εγόγγυσε για την κληρονομία της στη γη· ‘ελογομάχησε σφόδρα’ με τον Γεδεών· επολέμησε εναντίον του Ιεφθάε· και σχετικά με τούτο διαβάζομε περαιτέρω: «Οι του Εφραΐμ, οίτινες, ωπλισμένοι, βαστάζοντες τόξα, εστράφησαν οπίσω την ημέραν της μάχης.» Δεν είναι παράδοξο ότι ο Ιεχωβά «απέρριψε την σκηνήν Ιωσήφ, και την φυλήν Εφραΐμ δεν έκλεξεν· αλλ’ έκλεξε την φυλήν Ιούδα, το όρος της Σιών, το οποίον ηγάπησε.»—Ιησ. Ναυή 17:14, 15· Κριτ. 8:1· 12:1-6· Ψαλμ. 78:9, 67, 68.
Ο Εφραΐμ έλαβε την ηγεσία στην ανταρσία εναντίον του οίκου Δαβίδ όπως αντιπροσωπεύετο από τον Ιεροβοάμ. Επί πλέον κατεφρόνησε τη διαθήκη για τη βασιλεία, πολεμώντας εναντίον του βασιλείου του Ιούδα, και εξέχυσε περιφρόνησι επάνω στη διαθήκη του Λευί εγκαθιδρύοντας αντίπαλη λατρεία μόσχων σε όλο το δεκάφυλο βασίλειο. Όσον αφορά τον Εφραΐμ, διαβάζομε περαιτέρω: «Δεν εφύλαξαν την διαθήκην του Θεού, και εν τω νόμω αυτού δεν ηθέλησαν να περιπατώσι.» «Τώρα πορνεύεις, Εφραΐμ.» «Ο Εφραΐμ είναι ως εγκρυφίας όστις δεν εστράφη»· πράγμα που σημαίνει ότι απέδιδε με μισή καρδιά την αφοσίωσί του στον Ιεχωβά Θεό.—1 Βασ. 12:25-30· 2 Χρον. 13:3-20· Ψαλμ. 78:10· Ωσηέ 5:3· 7:8.
Εν τούτοις, πρέπει να σημειωθή ότι ο Εφραΐμ πραγματικά αντιπροσωπεύεται στον Ιωσήφ τον πατέρα του, διότι ο άλλος γυιός του Ιωσήφ, ο Μανασσής, λαμβάνει χωριστή ατομική μνεία και θέσι στον κατάλογο.
Η φυλή του Δαν, επίσης, εδημιούργησε κακό όνομα για τον εαυτό της. Οι ίδιοι οι όροι της ευλογίας επάνω σ’ αυτή τη φυλή, όπως διετυπώθησαν από τον Ιακώβ στην επιθανάτιο κλίνη του, υπονοούν ότι η φυλή αυτή θα ελάμβανε δυσμενή πορεία. «Ο Δαν θέλει είσθαι όφις επί της οδού, ασπίς επί της τρίβου, δάκνων τας στέρνας του ίππου, ώστε ο ιππεύς αυτού θέλει πίπτει εις τα οπίσω.—Γέν. 49:17.
Είναι, επίσης, αξιοσημείωτο ότι το μόνο αρχαίο ιστορικό περιστατικό που ειδικά αναφέρεται στους υιούς Δαν μιλεί για κάποιους απ’ αυτούς που αποστατικά έπεσαν στην ειδωλολατρία. Προφανώς ήσαν οι πρώτοι που ενήργησαν έτσι. Για τούτο, στο Ταργκούμ του Ιωνάθαν, «Δαν» είναι ένα παρωνύμιο για την ειδωλολατρία. Όταν ο Ιεροβοάμ εγκατέστησε τη λατρεία μόσχων, το έκαμε αυτό στήνοντας έναν από τους μόσχους στην πρωτεύουσα των υιών Δαν, την πόλιν Δαν: «Οι ομνύοντες εις την αμαρτίαν της Σαμαρείας, και οι λέγοντες, Ζη ο θεός σου, Δαν, . . . και θέλουσι πέσει, και δεν θέλουσι σηκωθή πλέον.» (Κριτ. 18:1-31· Αμώς 8:14) Η θέσις του Δαν κατελήφθη από τον Μανασσή στην Αποκάλυψι 7:6.
Αν έχωμε υπ’ όψι τα προηγούμενα, είναι εύκολο ν’ αντιληφθούμε γιατί τα ονόματα του Εφραΐμ και του Δαν δεν εμφανίζονται μεταξύ των δώδεκα φυλών του πνευματικού Ισραήλ.
● Πώς μπορεί το Δευτερονόμιο 24:16, που λέγει, «Ούτε τα τέκνα θέλουσι θανατόνεσθαι δια τους πατέρας», να εναρμονισθή με το γεγονός ότι ο γόνος της μοιχευτικής σχέσεως μεταξύ Δαβίδ και Βηθ-σαβεέ απέθανε εξαιτίας της αμαρτίας των, όπως δείχνει το 2 Σαμουήλ 12:14;—Ι. Μπ., Η.Π.Α.
Ο νόμος, όπως εκτίθεται στο Δευτερονόμιο 24:16, δείχνει ότι οι πατέρες δεν έπρεπε να θανατώνωνται για τους γυιούς των, ούτε οι γυιοί να θανατώνωνται για τους πατέρες των. Στην απονομή δικαιοσύνης από τον άνθρωπο, ο καθένας έπρεπε να πεθαίνη για τη δική του αμαρτία και να μη συμπαρασύρη αθώους συγγενείς μαζί του. Σ’ αυτή την ιδιαίτερη περίπτωσι του Δαβίδ και της Βηθ-σαβεέ, κανείς απ’ αυτούς δεν είχε δικαίωμα στο παιδί και έτσι δεν ήταν αδικία να το αποστερηθούν. Εκτός τούτου, ως ένα απερίτμητο, δίχως όνομα βρέφος δεν είχε ως τότε αναπτύξει κάποιον τύπο προσωπικότητος ή συνειδητότητα ώστε να εκτιμά τη ζωή. Έπειτα πάλι, η Βηθ-σαβεέ μπορούσε να έχη θανατωθή με λιθοβολισμό για τη μοιχεία της, στην περίπτωσι δε αυτή το αγέννητο τέκνο θα είχε επίσης χαθή. Εν τούτοις, όπως εσημειώθη προηγουμένως στη Σκοπιά, στον Δαβίδ εξεδηλώθη έλεος λόγω της διαθήκης της Βασιλείας, που είχε κάμει ο Ιεχωβά μαζί του. Ο Ιεχωβά, όμως, για να εντυπώση το γεγονός της δυσαρεσκείας του, άφησε το παιδί να πεθάνη, πράγμα που ήταν ένα πολύ σοβαρό πλήγμα για τον Βασιλέα Δαβίδ. Δύο όμοιες περιπτώσεις αναγράφονται στη ζωή του Δαβίδ: Η μία ήταν εν σχέσει με τον θάνατο του Ουζά, ο οποίος προσεπάθησε να στηρίξη την κιβωτό της διαθήκης· η άλλη ήταν η καταστροφή δεκάδων χιλιάδων Ισραηλιτών επειδή ο βασιλεύς Δαβίδ αλαζονικά και υπερήφανα απεφάσισε να απαριθμήση τα πλήθη του Ισραήλ. (1 Χρον. 15:13· 21:1-27) Τέτοιες αναγραφές σαν αυτές μεγαλύνουν την υπεροχή του Ιεχωβά Θεού και υπογραμμίζουν τους λόγους: «Κατά δε την θέλησιν αυτού [ο Θεός] πράττει εις το στράτευμα του ουρανού, και εις τους κατοίκους της γης· και δεν υπάρχει ο εμποδίζων την χείρα αυτού, ή ο λέγων προς αυτόν, Τι έκαμες;»—Δαν. 4:35.