«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
Μπορούν Φαινομενικές Αριθμητικές Αντιφάσεις να Διαλυθούν;
ΔΙΑΒΑΖΟΝΤΑΣ τη Βίβλο, μερικά άτομα έχουν βρει κατά καιρούς φαινομενικές αριθμητικές ασυμφωνίες. Σε τέτοιες περιπτώσεις ασυμφωνιών πρέπει κανείς να συμπεράνη ότι οφείλονται σε λάθη των αντιγραφέων; Ή η σκέψις πρέπει να δοθή στην επίλυσι του προβλήματος με άλλους τρόπους;
Πρέπει κανείς να θυμηθή ότι πολύ μεγάλη προσοχή εδίδετο στην παραγωγή ακριβών αντιγράφων από χειρόγραφα των Εβραϊκών Γραφών. Οι γραφείς μετρούσαν όχι μόνο τις αντιγραφόμενες λέξεις, αλλά και τα γράμματα. Αν ανεκάλυπταν το παραμικρό λάθος, ολόκληρο το τμήμα του ρόλλου όπου ευρίσκετο το λάθος εκόπτετο και αντικαθίστατο από ένα νέο και αλάθητο τμήμα. Οι γραφείς εδιάβαζαν δυνατά κάθε λέξι πριν τη γράψουν. Το να γράψουν ακόμη και μια λέξι από μνήμης εθεωρείτο μεγάλη αμαρτία. Αυτή η προσεκτική προσπάθεια αντιγραφής περιελάμβανε επίσης αριθμούς, οι οποίοι εγράφοντο ολογράφως.
Γι’ αυτό είναι φρόνιμο να μη βιασθή κανείς ν’ αποδώση τη φαινομενική ασυμφωνία σε λάθος αντιγραφής. Οι προσπάθειες θα πρέπει πρώτα να δοθούν στην επίλυσι προβλημάτων που περιλαμβάνουν αριθμούς. Ακόμη και όταν η λύσις δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται αμέσως, αυτό δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι το κείμενο είναι ανακριβές. Μπορεί να περιλαμβάνωνται παράγοντες που δεν αναφέρονται.
Μερικές φορές η διαφορά των αριθμών μπορεί να υπάρχη διότι καθένας τους αναφέρεται σε μια διαφορετική άποψι του ιδίου γεγονότος. Αυτό φαίνεται να είναι η περίπτωσις σχετικά με την είσοδο του Ναβουχοδονόσορ στην Ιερουσαλήμ το 607 π.Χ. Στο 2 Βασ. 25:8 διαβάζομε. «Εν δε τω πέμπτω μηνί, την εβδόμην του μηνός, . . . ήλθεν επί Ιερουσαλήμ Ναβουζαραδάν ο αρχισωματοφύλαξ, ο δούλος του Βασιλέως της Βαβυλώνος.» Όμως ο Ιερεμίας στο 52:12 μας λέγει ότι ο Ναβουζαραδάν «εισήλθε» στην Ιερουσαλήμ την δεκάτην ημέραν του πέμπτου μηνός.
Σχολιάζοντας αυτή τη διαφορά των τριών ημερών, το έργο The Soncino Books of The Bible (τόμος Ιερεμίου, σελίς 353) αναφέρει: «Το διάστημα των τριών ημερών μπορεί να λογισθή ως αναφερόμενο στην ημερομηνία της αφίξεως του Ναβουζαραδάν επί σκηνής και την αρχή των επιχειρήσεων.» Μπορεί να φανή ότι ο Ναβουζαραδάν έφθασε στην Ιερουσαλήμ την εβδόμη ημέρα και επιθεώρησε το στρατόπεδό του έξω από τα τείχη της πόλεως. Τελικά, την δεκάτη ημέρα εισήλθε στην πραγματικότητα στην πόλι.
Ένα περίπου όμοιο παράδειγμα περιλαμβάνεται στην ηλικία όπου οι Λευίται άρχιζαν την υπηρεσία τους στο θυσιαστήριο. Σύμφωνα με τους Αριθμούς 4:3, 30, οι Λευίται άρχιζαν την υπηρεσία τους στην ηλικία των τριάντα ετών. Αλλά στους Αριθμούς 8:24 ως όριον ηλικίας για την αρχή της Λευιτικής υπηρεσίας δίδεται το εικοστόν πέμπτον έτος. Ο λόγος γι’ αυτή τη διαφορά φαίνεται να είναι το ότι δυο κατηγορίες υπηρεσίας πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν. Γι’ αυτό μερικές ραββινικές πηγές έχουν τη γνώμη ότι στην ηλικία των είκοσι πέντε ετών ένας Λευίτης εισήγετο στην υπηρεσία του ναού, αλλά μόνον για να εκτελή ελαφρά καθήκοντα. Έπειτα, στην ηλικία των τριάντα, θα μπορούσε ν’ αναλάβη βαρύτερη εργασία, όπως το να διαλύση, να μεταφέρη τη σκηνή. Αυτό το συμπέρασμα υποστηρίζει και το γεγονός ότι το «να υπηρετώσιν υπηρεσίαν και να βαστάζωσι το φορτίον» αναφέρεται μόνον σε συσχετισμό με τη Λευιτική υπηρεσία που άρχιζε στην ηλικία των τριάντα ετών.—Αριθμ. 4:3, 47.
Υπάρχουν περιπτώσεις που οι φαινομενικές ασυμφωνίες δεν μπορούν τόσο εύκολα να λυθούν. Είναι ειδικώς η περίπτωσις με τους αριθμούς που δίδονται στο βιβλίο του Έσδρα (2:1-67) και Νεεμία (7:6-69). Και τα δυο βιβλία καταγράφουν τον αριθμό των ατόμων από τις διάφορες οικογένειες ή οίκους που επέστρεψαν από τη Βαβυλωνιακή εξορία με τον Ζοροβάβελ. Οι υπολογισμοί καταλήγουν στις 42.360 ως τον συνολικό αριθμό των εξορίστων που επέστρεψαν εκτός των δούλων και ψαλτωδών. (Έσδρας 2:64· Νεεμ. 7:66) Υπάρχουν όμως διαφορές στους αριθμούς που δίδονται για τις οικογένειες ή οίκους ατομικώς. Και στους δυο καταλόγους οι ατομικοί αριθμοί αποδίδουν ένα σύνολο πολύ μικρότερο των 42.360. Πολλοί λόγιοι θα απέδιδαν αυτή τη διαφορά σε λάθη αντιγραφής. Αν και αυτή η άποψις δεν μπορεί τελείως ν’ απορριφθή, υπάρχουν και άλλες πιθανές εξηγήσεις των διαφορών.
Είναι δυνατόν ο Έσδρας και ο Νεεμίας να βάσισαν τις καταγραφές τους σε διαφορετικές πηγές. Επί παραδείγματι, ο Έσδρας μπορεί να χρησιμοποίησε ένα έγγραφο που ανέφερε αυτούς οι οποίοι ενεγράφησαν για να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, ενώ ο Νεεμίας μπορεί να ανέγραψε από ένα αρχείο που ανέφερε αυτούς οι οποίοι πράγματι επέστρεψαν. Εκτός αυτού, υπήρχαν επίσης ιερείς που δεν μπορούσαν ν’ αποδείξουν τη γενεαλογία τους (Έσδρας 2:61-63· Νεεμ. 7:63-65), και άλλοι Ισραηλίται μπορεί να είχαν αντιμετωπίσει το ίδιο πρόβλημα. Αυτοί μπορεί να μη είχαν καταγραφή στις οικογενειακές ομάδες, αλλά να είχαν περιληφθή στο σύνολο. Έτσι τα 42.360 άτομα μπορεί να είναι το συνδυασμένο σύνολο του αριθμού από κάθε οικογένεια συν πολλούς άλλους που δεν μπορούσαν ν’ αποδείξουν την καταγωγή τους. Αργότερα, όμως, μερικοί ίσως μπόρεσαν ν’ αποδείξουν την ορθή τους γενεαλογία. Αυτό μπορεί να εξηγήση πώς η διακύμανσις των αριθμών μπορούσε να δώση πάλι το ίδιο σύνολο.
Συχνά τα συμφραζόμενα δίνουν το κλειδί για τη λύσι φαινομενικών αριθμητικών διαφορών. Μια περίπτωσι σχετική είναι ο αριθμός των Λευιτών που περιελαμβάνοντο στην ανταλλαγή των Ισραηλιτών πρωτοτόκων. Στους Αριθμούς κεφάλαιον 3 ο αριθμός της απογραφής για τις τρεις οικογένειες που αποτελούσαν τη φυλή του Λευί περιλαμβάνει ένα σύνολο 22.300. Αλλά στους Αριθμούς 3:39 φαίνεται ότι ο συνολικός αριθμός των αρρένων Λευιτών ήταν 22.000, δηλαδή, μια διαφορά 300.
Η αιτία αυτής της διαφοράς γίνεται αμέσως φανερή όταν λάβωμε υπ’ όψιν τον σκοπό των αριθμών. Στους Αριθμούς 3:12, 13 διαβάζομε: «Ιδού, εγώ ο Ιεχωβά έλαβον τους Λευίτας εκ μέσου των υιών Ισραήλ, αντί παντός πρωτοτόκου διανοίγοντος μήτραν εκ των υιών Ισραήλ· και θέλουσιν είσθαι οι Λευίται εμού. Διότι παν πρωτότοκον είναι εμού· επειδή καθ’ ην ημέραν επάταξα παν πρωτότοκον εν γη Αιγύπτου, ηγίασα εις εμαυτόν παν πρωτότοκον εν τω Ισραήλ.»
Από αυτά τα εδάφια είναι φανερό ότι όλα τα πρωτότοκα ανήκαν στον Ιεχωβά και έτσι κανονικά θα ήσαν εκείνοι που θα τον υπηρετούσαν στο θυσιαστήριο. Όμως αντί να έχη τα πρωτότοκα να ενεργούν σ’ αυτή την υπηρεσία, ο Ιεχωβά διάλεξε τα αρσενικά της φυλής του Λευί. Αλλ’ όμως μερικοί από τους Λευίτας θα ήσαν πρωτότοκοι. Αυτοί οι Λευίται δεν θα μετρούνταν στην ανταλλαγή. Έτσι, οι 300 Λευίται που δεν μετρούνταν στην ανταλλαγή, πρέπει λογικώς να ήσαν πρωτότοκοι.
Ο αριθμός των πρωτοτόκων της φυλής του Λευί μπορεί να φαίνεται ασυνήθιστα μικρός. Αλλά μπορούμε να θυμηθούμε ότι λόγω της πολυγαμίας ένας άνδρας μπορούσε να έχη πολλούς γυιους, αλλά έναν μόνο πρωτότοκο. Ήταν ο πρωτότοκος γυιος του ανδρός και όχι της γυναικός που εμετράτο. Εφόσον ο πληθυσμός της φυλής του Λευί ήταν μόνο το πέμπτο ή έκτο μιας μέσης φυλής του Ισραήλ, η αναλογία των Λευιτών πρωτοτόκων φαίνεται καλή σε σύγκρισι με την αναλογία των άλλων πρωτοτόκων.
Τα προηγούμενα παραδείγματα δείχνουν ότι οι φαινομενικές αριθμητικές ασυμφωνίες μπορούν συχνά να επιλυθούν. Γι’ αυτό, όταν βρίσκετε τέτοιες ασυμφωνίες, εξετάζετε προσεκτικά τα συμφραζόμενα και ίσως βρήτε μία εύλογη εξήγησι. Αν είναι ανάγκη, ζητήστε τη βοήθεια εκείνων που έχουν πίστι και καλή γνώσι της Βίβλου. Ενεργώντας έτσι, θα διαπιστώσετε ότι, γενικά, δεν είναι ανάγκη να συμπεράνετε ότι οι διαφορές είναι αποτέλεσμα λαθών αντιγραφής.