-
Πραγματική Μετάνοια—Πώς Μπορούμε να την Προσδιορίσωμε;Η Σκοπιά—1972 | 15 Οκτωβρίου
-
-
για το ότι έχουν ανακαλυφθή ή η αναμονή της ποινής, τους κάνουν να αισθάνονται ‘συντετριμμένοι την καρδίαν’ και ‘ταπεινοί το πνεύμα.’—Ψαλμ. 34:18.
Αλλά η μετάνοια περιλαμβάνει επίσης ‘αλλαγή της σκέψεως’ ή ‘αλλαγή της θελήσεως.’ Για να είναι γνήσια, πρέπει να περιλαμβάνη θετική απόρριψι της κακής πορείας ως αποκρουστικής, ως κάτι μισητού. (Ψαλμ. 97:10· Ρωμ. 12:9) Αυτό εξισούται με την αγάπη για τη δικαιοσύνη η οποία κάνει τον μεταμελημένο Χριστιανό να λάβη σταθερή απόφασι να προσκολληθή στο εξής σε μια δικαία πορεία. Χωρίς αυτό το μίσος για το κακό και την αγάπη για τη δικαιοσύνη δεν μπορεί να υπάρξη πραγματική δύναμις στη μετάνοια μας, καμμιά συνέπεια με αυτό που ο απόστολος Παύλος ονομάζει «έργα άξια της μετανοίας.» (Πράξ. 26:20) Η περίπτωσις του Βασιλέως Ροβοάμ το περιγράφει αυτό. Αφού πρώτα είχε ταπεινωθή κάτω από την οργή του Θεού, επανήλθε στο να πράττη το κακό. Γιατί; Διότι «δεν προσήλωσε την καρδίαν αυτού εις το να εκζητή τον Ιεχωβά.»—2 Χρον. 12:12-14, ΜΝΚ.
Η εκκλησία της Κορίνθου έδειξε αυτή την ‘λύπη κατά Θεόν.’ Όταν τους επέπληξε ο Παύλος διότι είχαν κρατήσει ανάμεσα τους έναν ο οποίος έκαμε κακή πράξι, υπήκουσαν και διόρθωσαν την κατάστασι. Έδειξαν την λύπη τους για το σφάλμα τους όχι μόνο από φόβο αλλά από ειλικρίνεια να καθαρισθούν, εξεδήλωσαν ‘αγανάκτησι [για τη μομφή που είχε επιφέρει η πορεία του παραβάτου],. . . φόβον, πόθον, ζήλον, για επανόρθωσι του κακού.’ (2 Κορ. 7:11, ΜΝΚ). Έτσι, και οι πρεσβύτεροι σήμερα μπορούν ν’ αναζητούν όμοιες ιδιότητες σ’ αυτούς που εκδηλώνουν μετάνοια για κάποια παράβασί τους.
Η ΑΤΕΛΕΙΑ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΞΟΥΔΕΤΕΡΩΝΗ ΤΗ ΧΑΡΑ
Τα αμαρτήματα, φυσικά, μπορεί να διαφέρουν σε σοβαρότητα. Ίσως αντί κάποιου μεγάλου αμαρτήματος, όπως η πορνεία, η μοιχεία, η κλοπή, διαπιστώνομε ότι υπήρξαμε ένοχοι με το να έχωμε «οφθαλμούς υπερήφανους,» ή ‘προσωποληψίαν,’ πράγματα που δυσαρεστούν τον Θεό. (Παροιμ. 6:16, 17· Ιακ. 2:9) Και όταν ερχώμεθα στη χρήσι της γλώσσης, «εις πολλά πταίομεν άπαντες,» με το να λέμε πράγματα που αργότερα αναγνωρίζομε ότι ήσαν άσοφα, άστοργα, χωρίς αγάπη και αντιχριστιανικά. (Ιακ. 3:2, 8-13) Ενδιαφερόμεθα να μη υποστούν βλάβη οι σχέσεις μας με τον Θεό; Τότε είναι ανάγκη να ‘μετανοήσωμε και επιστρέψωμε,’ ζητώντας τη συγχώρησί του.
Αλλά επειδή η ατέλεια μας εκδηλώνεται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο κάθε μέρα, μήπως αυτό σημαίνει ότι πρέπει να βρισκώμεθα συνεχώς σε κατάστασι θλίψεως και να αισθανώμεθα συνεχώς τύψεις; Καθόλου.
Παραθέτοντας τους καρπούς του πνεύματος του Θεού, ο απόστολος κατατάσσει τη «χαρά» αμέσως ύστερ’ από την «αγάπη.» (Γαλ. 5:22) Ο ψαλμωδός λέγει: «Εάν, Ιεχωβά, παρατήρησης ανομίας, Ιεχωβά, τις θέλει δυνηθή να σταθή;» (Ψαλμ. 130:3, ΜΝΚ) Μπορούμε να είμεθα χαρούμενοι, με το να ενθυμούμεθα αντιθέτως ότι «οικτίρμων και ελεήμων είναι ο Ιεχωβά, μακρόθυμος και πολυέλεος. . . . Διότι αυτός γνωρίζει την πλάσιν ημών, ενθυμείται ότι είμεθα χώμα.» (Ψαλμ. 103:8-14, ΜΝΚ) Μολονότι τα σφάλματα μας ορθώς φέρνουν λύπη, δεν είναι ανάγκη ωστόσο να βασανίζωμε τον εαυτό μας με κάθε μικρό σφάλμα ή κάθε απερίσκεπτο λόγο.
Εν τούτοις, η εκ μέρους μας αναγνώρισις αυτών των σφαλμάτων πρέπει να μας κάνη να γινώμεθα ταπεινοί, και να μας βοηθή να παραμένωμε ταπεινοί και συμπονετικοί απέναντι στους άλλους. Τότε, όταν προσευχώμεθα στον Θεό για συγχώρησι των καθημερινών σφαλμάτων μας, θα ευαρεστήται με τις προσευχές μας. Με το να περιπατούμε συνειδητά στις οδούς του και ν’ αναζητούμε συχνά το πρόσωπον του με προσευχή, μπορούμε πράγματι να είμεθα χαρούμενοι και ν’ απολαμβάνωμε καλή σχέσι μαζί του.—Φιλιππ. 4:4-7.
-
-
«Θα σε Κλέψουν, Τυφλέ;»Η Σκοπιά—1972 | 15 Οκτωβρίου
-
-
«Θα σε Κλέψουν, Τυφλέ;»
◆ Αυτό είναι το συμπέρασμα όπου κάθε επιχειρηματίας θα φθάση, λέγει το περιοδικό Ίντουστρυ Ουήκ, όταν οι κλοπές υπαλλήλων το 1971 έφθασαν στο ύψος των 16 δισεκατομμυρίων δολλαρίων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μια μελέτη του Υπουργείου Εμπορίου δείχνει ότι τέτοιες κλοπές αυξάνουν περίπου 20 τοις εκατό κάθε χρόνο. Οι εργάτες με τα «μπλε κολλάρα» λέγεται ότι είναι ασήμαντοι κλέφτες αν συγκριθούν με τους εργάτες με τα «λευκά κολλάρα.»
-