Θα Επιτύχετε να Ζήσετε Επάνω στη Γη για Πάντα;
«Οι ευθείς θέλουσι κατοικήσει την γην, και οι άνθρωποι ακεραιότητος θέλουσιν εναπολειφθή εν αυτή. Οι δε ασεβείς θέλουσιν εκκοπή από της γης, και οι παράνομοι θέλουσιν εκριζωθή απ’ αυτής.»—Παροιμ. 2:21, 22, ΑΣΜ.
1. Με ποιους τρόπους οι άνθρωποι μολύνουν τώρα τη γη;
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ τώρα μολύνουν τη γη. Μέσα στην απληστία τους να πλουτήσουν γρήγορα από τους πόρους της, απογυμνώνουν τους λόφους από τα δάση, και τις πεδιάδες από τις χλόες, το δε πολύτιμο έδαφος της επιφανείας παρασύρεται ή ανατινάσσεται. Άγρια ζώα και πουλιά φονεύονται αχαλίνωτα για χρήματα ή απλώς για διασκέδασι. Ο αέρας που αναπνέομε μολύνεται, χωρίς να υπάρχει ανάγκη, από τον καπνό των εργοστασίων, που πολλοί βιομήχανοι, λόγω της μεγάλης απληστίας των, παραλείπουν να τον περιορίσουν. Επί χιλιάδες χρόνια εθνικοί και διεθνείς πόλεμοι έχυσαν λίμνες αίματος που εμόλυναν τη γη. Τώρα, στην αναζήτησι ταχυτέρων τρόπων φόνου περισσοτέρων ανθρώπων, τα πιο ισχυρά έθνη δηλητηριάζουν την ατμόσφαιρα, τη βλάστησι, τη γη, τη θάλασσα, τα ψάρια—τα πάντα—με ραδιοενεργά στοιχεία. Επιστήμονες ομολογούν ότι η τάσις αυτή θα μπορούσε να οδηγήση στο να γίνη η γη ακατοίκητη. Μερικά μέρη της γης έχουν ήδη γίνει ακατοίκητα. Το Κρόνικλ του Σαν Φραντσίσκο, της 20ής Ιουνίου 1956, λέγει σε κύριο άρθρο του: «ΕΓΙΝΑΝ ΑΚΑΤΟΙΚΗΤΑ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ. Υπάρχει μια συγκαλυμμένη πρόσκλησις για ψυχική διερεύνησι σε εκθέσεις που δείχνουν ότι η δοκιμή των Αμερικανικών πυρηνικών οπλών κατέστησε πιθανώς ακατοίκητες για πάντα δύο από τις νήσους Μάρσαλ και ασφαλώς έπληξε με σοβαρή ασθένεια ακτινοβολίας τον λαό μιας τρίτης. Όχι εκ προθέσεως, φυσικά, αλλά με τις αναπόφευκτες συνέπειες διασπάσεως και συγχωνεύσεως το Μπικίνι και το Ενιβετόκ εσπάρησαν με ακτινοβολία που τα κατέστησε για πάντα «απηγορευμένα» ως τόπους κατοικίας· οι κάτοικοι του Ρόντζελαπ υπέστησαν τόση ακτινοβολία από τον αέρα, το έδαφος και την ίδια την τροφή που έτρωγαν, ώστε κατελήφθησαν από ναυτία, τα μαλλιά τους έπεσαν, εξεδηλώθησαν πληγές στο δέρμα των και παρουσίασαν και άλλα συμπτώματα σοβαράς ασθενείας ακτινοβολίας.»
2. Πώς οι συνθήκες γίνονται χειρότερες, και τι σημαίνει αυτό;
2 Προσθέστε σ’ αυτά τις ευρέως διαδεδομένες αποδείξεις ηθικής χειροτερεύσεως και καταπτώσεως, και είναι προφανές ότι η γη και οι κάτοικοί της υστερούν στον αντικατοπτρισμό της σοφίας και μεγαλοπρεπείας του Δημιουργού των και στην αντανάκλασι του αίνου του, όπως ήταν η θεία πρόθεσις. Και καθώς ο καιρός παρέρχεται, η κατάστασις χειροτερεύει. «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν έλθει καιροί κακοί· διότι θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι, έχοντες μεν μορφήν ευσεβείας, ηρνημένοι δε την δύναμιν αυτής· και τούτους φεύγε.»—2 Τιμ. 3:1-5.
3. Τι πρέπει να κάμουν οι Χριστιανοί για να διαφυλαχθούν όταν ο Ιεχωβά θα ‘διαφθείρη τους διαφθείροντας την γην’;
3 «Και τούτους φεύγε.» Γιατί; Για τον ίδιο λόγο που ο Ισραήλ έπρεπε να είναι χωρισμένος από τους Χαναναίους. Επειδή «φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί», τα σαπρά πράγματα διαφθείρουν τα καλά, τα ακάθαρτα μολύνουν τα καθαρά. Όταν όμιλοι ασκούν ή υποστηρίζουν ή ανέχωνται τους κακούς, υπάρχει ευθύνη κοινότητος γι’ αυτούς τους κακούς, και για ν’ αποφύγουν να έλθουν κάτω απ’ αυτή την ευθύνη κοινότητος τα άτομα πρέπει ν’ αποχωρισθούν, αν όχι φυσικώς, τότε πνευματικώς και ηθικώς και συναισθηματικώς. Όπως ακριβώς στους Ισραηλίτας είχε δοθή νόμος που θα τους επροστάτευε αν τον τηρούσαν, έτσι και οι Χριστιανοί έχουν εντολές που θα τους διαφυλάξουν αν συμμορφωθούν μ’ αυτές. Γνωρίζοντας ότι ο Σατανάς είναι «ο άρχων του κόσμου τούτου», ότι είναι «ο θεός του αιώνος τούτου», ότι «ο κόσμος όλος εν τω πονηρώ κείται», οι Χριστιανοί εκτιμούν τη σοφία της εντολής, η οποία λέγει «μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω», και γνωρίζουν ότι όποιος «θελήση να ήναι φίλος του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται.» Μη θέλοντας να είναι στην εξουσία του Σατανά, αποχωρίζονται από τον κόσμο που είναι τελείως κάτω από την εξουσία του. Μ’ αυτό τον τρόπο δεν έρχονται κάτω από την ευθύνη του κόσμου για όλη την πονηρία του, και έτσι θα διαφύγουν την καταστροφή μαζί του κατά τον πόλεμο του Ιεχωβά στον Αρμαγεδδώνα. Όπως ακριβώς η γη εξήμεσε τους Χαναναίους και τους αποστάτας Ισραηλίτας επειδή την εμόλυναν, στον Αρμαγεδδώνα η γη των ζώντων θα εξεμέση τους κακοποιούς, διότι αυτός είναι ο καιρός του Ιεχωβά για ‘να διαφθείρη τους διαφθείροντας την γην’.—Ιωάν. 12:31· 2 Κορ. 4:4, Κείμενον· 1 Ιωάν. 5:19· 2:15· Ιάκ. 4:4· Αποκάλ. 11:18.
ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΣΚΕΨΙΣ
4. Από ποιες απόψεις θα μας μεταβάλη η μελέτη του λόγου του Θεού;
4 Πώς μπορείτε να φυλαχθήτε από το να σας εξεμέση η γη τότε; Με το να αποχωρισθήτε από τους «διαφθείροντας την γην». Προσαρμοσθήτε στον σκοπό του Θεού για την καθαρισμένη γη με το ν’ αντανακλάτε τον αίνον του Θεού μαζί με τη γη. Αρχίστε να το πράττετε αυτό τώρα. Κάμετέ το, όχι με τον τρόπο που εσείς νομίζετε ότι είναι ορθός, αλλά με τον τρόπο που ο Θεός λέγει ότι είναι ορθός. Μάθετε τον τρόπο του μελετώντας τον λόγον του. Μ’ αυτήν ακριβώς τη μελέτη της Αγίας Γραφής θα πάψετε να «συμμορφόνεσθε με τον αιώνα τούτον, αλλά [θα] μεταμορφόνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας, ώστε να δοκιμάζητε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον». Μ’ αυτή τη μελέτη πρέπει «να απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας· και να ανανεόνησθε εις το πνεύμα του νοός σας, και να ενδυθήτε τον νέον άνθρωπον, τον κτισθέντα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.» Τότε θα ζήτε «ουχί πλέον εν ταις επιθυμίαις των ανθρώπων, αλλ’ εν τω θελήματι του Θεού. Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οινοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις· και δια τούτο παραξενεύονται, ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν· οίτινες θέλουσιν αποδώσει λόγον εις εκείνον όστις είναι έτοιμος να κρίνη ζώντας και νεκρούς.» Οπωσδήποτε, η μελέτη σας και η αλλαγή νοοτροπίας και ενεργείας θα σας ελευθερώση από τις καταστρεπτικές κρίσεις του Ιεχωβά στον Αρμαγεδδώνα.—Ρωμ. 12:2· Εφεσ. 4:22-24· 1 Πέτρ. 4:2-5.
5. Ποια άποψις μελέτης παραμελείται τώρα, αλλά τι λέγει η Γραφή γι’ αυτήν;
5 Μια άποψις μελέτης που θλιβερά παραμελείται σήμερα είναι η σκέψις. Η Γραφή συχνά μας συμβουλεύει να σκεπτώμεθα. Στον Ιησούν του Ναυή ελέχθη να πάρη το βιβλίο του νόμου και να ‘σκέπτεται εις αυτό ημέραν και νύκτα’, ή, με πιο ακριβή έκφρασι, ‘με χαμηλήν φωνήν να αναγινώσκη εις αυτό ημέραν και νύκτα’. Αυτή η ανάγνωσις με χαμηλή φωνή είναι σαν να μιλήτε στον εαυτό σας, ένας ακουστός ρεμβασμός, και αφού αυτό είναι βραδύτερο από το να διαβάζετε, κρατεί την ιδέα στο νου περισσότερον χρόνο για να εμποτίζεται ο νους απ’ αυτήν και να την απορροφά περισσότερο. Επί πλέον, η ιδέα μπαίνει στο νου με δύο τρόπους , και με το μάτι και με το αυτί, πράγμα που την εντυπώνει στο νου με μεγαλύτερη δύναμι. Αναφέρεται για τον μακάριον άνθρωπο: «Εις τον νόμον του Ιεχωβά είναι η ευχαρίστησίς του, και εις τον νόμον του ομιλεί με τον εαυτόν του [μονολογεί, περιθώριον] ημέραν και νύκτα. Και έτσι γίνεται ως δένδρον φυτευμένον παρά τους ρύακας των υδάτων, το οποίον δίδει τον καρπόν του εις τον καιρόν του.» Το να λαμβάνωμε τα ύδατα της αληθείας του Ιεχωβά θα μας καταστήση ικανούς να παραγάγωμε τον Χριστιανικό καρπό. Πρέπει να μιμηθούμε το παράδειγμα αυτό του ψαλμωδού: «Διαλογίζομαι με την καρδίαν μου την νύκτα· σκέπτομαι και διερευνώ το πνεύμα μου.»—Ιησ. Ναυή 1:8, ΜΝΚ· Ψαλμ. 1:2, 3, Ρόδερχαμ· Ψαλμοί 77:6, ΑΣΜ.
6. Τι δείχνει ότι ο Ιησούς εκτιμούσε τη σκέψι και εύρισκε δύσκολο να επιδίδεται σ’ αυτήν από καιρό σε καιρό;
6 Προτού μιλήσωμε στους άλλους είναι πιο καλά να μιλούμε στον εαυτό μας, να μονολογούμε. Αυτό θα εντυπώση τις αλήθειες στη διάνοιά μας για την καθοδηγία της γλώσσης μας. Αυτή η σκέψις και προπαρασκευή εγίνετο από τον Ιησού Χριστό, τον Μεγαλύτερον Δαβίδ: «Περί της ενδόξου μεγαλοπρεπείας της μεγαλειότητός σου και περί των θαυμαστών έργων σου θέλω σκέπτεσθαι», ή «μονολογεί». Στη διάρκεια της τεσσαρακονθήμερης νηστείας και απομονώσεώς του στην έρημο μετά το βάπτισμά του, ο Ιησούς εσκέπτετο, προσπαθώντας να εννοήση την πλήρη σημασία των πραγμάτων που οι ανοιγμένοι ουρανοί είχαν αποκαλύψει σ’ αυτόν. Η σκέψις αυτή τον ενίσχυσε για ό,τι ήταν μπροστά του. Η Γραφή δείχνει ότι από καιρό σε καιρό ο Ιησούς αναζητούσε τη μοναξιά για σκέψι και προσευχή: «Ανέβη εις το όρος κατ’ ιδίαν,» και, «Αυτός δε απεσύρετο εις τας ερήμους και προσηύχετο.» Αλλά ήταν δύσκολο για τον Ιησούν να βρη τη μοναξιά που είχε ανάγκη για σκέψι και προσευχή: «Εξελθών υπήγεν εις έρημον τόπον και οι όχλοι εζήτουν αυτόν, και ήλθον έως αυτού,» και «Το πρωί, ενώ ήτο όρθρος βαθύς, σηκωθείς εξήλθε, και υπήγεν εις έρημον τόπον,» αλλά «έδραμον κατόπιν αυτού . . . οι μετ’ αυτού . . . ευρόντες αυτόν.» Για ν’ αποφύγη τα πλήθη των πόλεων «ήτο έξω εν ερήμοις τόποις, και ήρχοντο προς αυτόν πανταχόθεν.»—Ψαλμ. 145:5, ΑΣΜ· Ρόδ. Ψαλμ.· Ματθ. 14:23· Λουκ. 5:16· 4:42· Μάρκ. 1:35-37, 45.
7. Ποιος καθιστά για μας δύσκολο να σκεπτώμεθα σήμερα, και με ποια μέσα;
7 Οι ακόλουθοι του Ιησού σήμερα, μολονότι δεν ζητούνται από τα πλήθη, όπως εζητείτο εκείνος, πιέζονται σκληρά από τη σύγχρονη ζωή να βρουν μοναξιά για να σκεφθούν. Σε πολλά μέρη του κόσμου η απλότης της ζωής έχει αντικατασταθή από μια περίπλοκη ζωή, με τις ώρες της εγρηγόρσεως παραγεμισμένες από σπουδαίες και ασήμαντες υποθέσεις. Επί πλέον, οι άνθρωποι σήμερα αναπτύσσουν μια αποστροφή προς τη σκέψι. Φοβούνται να είναι μόνοι με τις σκέψεις των. Αν δεν είναι άλλοι άνθρωποι γύρω, γεμίζουν το κενόν με τηλεόρασι, κινηματογράφο, ελαφρά αναγνωστική ύλη, ή αν πηγαίνουν στην ακρογιαλιά ή στο δάσος, παίρνουν μαζί και το φορητό ραδιόφωνο για να μη χρειασθή να βρεθούν με τις δικές των σκέψεις. Η σκέψις των είναι ανάγκη να τεθή σ’ έναν αγωγό, που τον έχουν ετοιμάσει οι πραπαγανδισταί. Τούτο ταιριάζει στον σκοπό του Σατανά. Αυτός πλημμυρίζει τις διάνοιες των μαζών με οτιδήποτε και με κάθε τι εκτός από την αλήθεια του Θεού. Για να εμποδίση τις διάνοιες να κάνουν θεοσεβείς σκέψεις, ο Σατανάς κρατεί τους ανθρώπους απασχολημένους με σκέψεις που είναι είτε ασήμαντες είτε ασεβείς. Είναι σκέψεις κατασκευασμένες από ράπτη, ο δε ράπτης των είναι ο Διάβολος. Οι διάνοιες εργάζονται, αλλά με τον τρόπο που οδηγείται ένα άλογο. Η ανεξάρτητη σκέψις είναι δύσκολη, αντιδημοτική και ακόμη ύποπτη. Η συμφωνία της σκέψεως είναι η επιταγή της εποχής μας. Το να ζητούμε μοναξιά για σκέψι προκαλεί συνοφρύωσι ως κάτι αντικοινωνικό και νευρωτικό.—Αποκάλ. 16:13, 14.
8. Ποιες συνθήκες είναι αναγκαίες για την πιο καλή σκέψι;
8 Ως δούλοι του Ιεχωβά πρέπει να υπακούωμε στην εντολή τού να σκεπτώμεθα. Η φορά των γεγονότων μάς παρασύρει κάποτε σαν μικρό ξυλαράκι στο ποτάμι, και δεν έχομε την ευχέρεια να κατευθύνωμε ή ελέγξωμε την πορεία μας εκτός αν αγωνισθούμε εναντίον του ρεύματος και εισχωρήσωμε σε μια παράπλευρη δίνη ή σε μια ήσυχη μικρή λίμνη για ανάπαυλα και σκέψι. Είμεθα σαν σπουργίτια σε μια βίαιη καταιγίδα, που στροβιλίζονται σε κύκλους κατ’ επανάληψιν στις περιόδους της ημέρας, χωρίς ευκαιρία για ανάπαυσι, εκτός αν μπορούμε μαχητικά να εισχωρήσωμε στον ήσυχον άξονα της ανεμοθυέλλης για να έχωμε τακτικές περιόδους σκέψεως πάνω σε πνευματικά ζητήματα. Για να σκεφθούμε, πρέπει να έχωμε ειρήνη και ησυχία, ν’ αποκλείσωμε τους ήχους που προσβάλλουν το αυτί και να κλείσωμε τα μάτια σε θεάματα που αποσπούν το βλέμμα. Τα όργανα των αισθήσεων πρέπει να κατευνάζωνται ώστε να μην καταλαμβάνουν τη διάνοια με τα μηνύματά τους, ελευθερώνοντάς την έτσι για να σκέπτεται άλλα πράγματα, νέα πράγματα, διαφορετικά πράγματα, ελευθερώνοντάς την για να διερευνά μέσα της αντί να υφίσταται καταιγισμόν απ’ έξω. Αν ένα δωμάτιο είναι πλήρες, δεν μπορούν να μπουν μέσα περισσότερα άτομα. Αν η διάνοια είναι κατειλημμένη, δεν μπορούν να έλθουν νέες σκέψεις. Πρέπει να διαθέτωμε χώρο για να δεχώμεθα νέες έννοιες όταν σκεπτώμεθα. Πρέπει ν’ ανοίγωμε τους κόλπους της διανοίας σε νέες σκέψεις, και να το κάνωμε αυτό απαλλάσσοντας τη διάνοιά μας από τις καθημερινές σκέψεις και απασχολήσεις, κλείνοντας έξω τον καθημερινό κυκεώνα του πολύπλοκου συγχρόνου βίου. Απαιτείται χρόνος και μόνωσις για να εκκενώσωμε και ελευθερώσωμε έτσι τη διάνοιά μας από τον καθημερινό στροβιλιστικό σάλο, αλλ’ αν το κάνωμε αυτό, η διάνοια θα προχωρή βόσκοντας μέσ’ από τις χλοερές βοσκές του λόγου του Θεού και θα ανακουφισθούμε με τα αναπαυτικά ύδατα της αληθείας. Η σκέψις θα σας φέρη νωπές, ευχάριστες, πνευματικές «λιχουδιές»· αν αυτό γίνεται τακτικά, θα σας αναζωογονήση, θα σας ανανεώση και θα σας ανεφοδιάση πνευματικώς. Τότε θα μπορήτε να λέγετε για τον Ιεχωβά: «Εις βοσκάς χλοεράς με ανέπαυσεν εις ύδατα αναπαύσεως με ωδήγησεν. Ηνώρθωσε την ψυχήν μου.» Ή, «Έδωσεν εις εμέ νέαν ζωήν.»—Ψαλμ. 23:2, 3, ΜΑΜ.
9. Από ποιες απόψεις η σκέψις παραβάλλεται μ’ ένα πηγάδι νερού;
9 Αν ένα φρέαρ είναι γεμάτο, πρέπει ν’ αντληθή λίγο νερό προτού εισδύση άλλο. Αν αφαιρεθή γοργά το νερό χωρίς ν’ αφεθή καιρός για την επαναπλήρωσι του φρέατος, τότε το φρέαρ θ’ αποξηρανθή. Αν δεν αντλήτε ποτέ νερό από το φρέαρ, τότε το νερό θα γίνη στάσιμο. Αν ριφθούν σκουπίδια μέσα στο φρέαρ, απομένει λιγώτερος χώρος για νερό. Υπάρχει ωρισμένος μόνο χώρος και η στάθμη του νερού είναι σταθερή. Το ίδιο συμβαίνει και με τη διάνοια. Αυτή μπορεί να είναι ένα φρέαρ σοφίας, γεμάτο από τα ζωοπάροχα ύδατα της αληθείας του Ιεχωβά. «Το στόμα του δικαίου είναι πηγή ζωής.» Λόγια που βγαίνουν από το στόμα, όπως το νερό από το στόμιο του φρέατος, μπορούν ν’ αναψύξουν και να ζωογονήσουν τους ανθρώπους. «Οι λόγοι του στόματος του ανθρώπου είναι ύδατα βαθέα· και η πηγή της σοφίας, χείμαρρος αναπηδών.» Για να είναι οι λόγοι μας ένας αναπηδών χείμαρρος σοφίας, αντί να είναι ένας αναπηδών χείμαρρος μηδαμινοτήτων, πρέπει να σκεπτώμεθα. Πρέπει να κενώνωμε τη διάνοιά μας από παλιές σκέψεις για να κάνωμε χώρο για νέες σκέψεις, και κατόπιν πρέπει να παραχωρούμε χρόνο για να εισχωρήσουν οι νέες σκέψεις με τον στοχασμό. Αν δεν τηρούμε τις σκέψεις μας σε κατάστασι κινήσεως και αλλαγής, θα γίνουν στάσιμες και θα παλιώσουν. Αν αφήνωμε όλα τα κοσμικά σκύβαλα και τη σατανική προπαγάνδα να γεμίζουν τη διάνοιά μας, δεν θα υπάρχη χώρος για θεοσεβή σκέψι. Συμβαίνει με τη διάνοια το ίδιο που συμβαίνει και με το φρέαρ· αν αντλούμε πάντοτε νερό, το φρέαρ αποξηραίνεται, αν δεν αντλούμε ποτέ νερό, το φρέαρ παλιώνει. Υπάρχει καιρός αντλήσεως και καιρός εισροής. Υπάρχει καιρός ομιλίας και καιρός σιωπής, καιρός στοχασμού και καιρός επικοινωνίας, καιρός σκέψεως και καιρός μεταδόσεως της σκέψεως. Για να δώσωμε, πρέπει πρώτα να λάβωμε. Πρέπει να δεχθούμε προτού μπορέσωμε να προσφέρωμε. Πρέπει να γεμίσωμε προτού αδειάσωμε, και πρέπει να αδειάσωμε προτού ξαναγεμίσωμε. Είναι μια διαδικασία του λαμβάνειν και του δίδειν, όχι μόνο το ένα, ή το άλλο. Κάμετε τα ύδατα της αληθείας να εισρέουν διαρκώς στη διάνοιά σας, να ρέουν μέσω της διανοίας σας και να εκρέουν από το στόμα σας. Τότε θα είναι «φρέαρ ύδατος ζώντος».—Παροιμ. 10:11· 18:4· Γέν. 26:19.
10. Τι βελτιώνει τη δύναμι να σκεπτώμεθα καρποφόρα;
10 Η δύναμις της διανοίας να σκέπτεται είναι σαν ένας μυς: βελτιώνεται με τη χρήσι. Το εδάφιο Εβραίους 5:14 λέγει: «Των τελείων όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν.» Όπως ακριβώς δεν μπορούμε να τρώμε όλη την ώρα, αλλά πρέπει να παραχωρούμε χρόνον για τη χώνευσι, έτσι και οι περίοδοι της μελέτης πρέπει να είναι διάσπαρτες από σκέψι για να αφομοιώνωμε ό,τι εδιαβάσαμε. Όπως ένα ζώο που βόσκει πρέπει αργότερα να κάμη την αναμάσησι, έτσι κι εμείς πρέπει να κάμωμε τη διανοητική μας αναμάσησι, να το πούμε έτσι, ύστερ’ από πρόσληψι πνευματικής τροφής. Πρέπει κατά καιρούς να φέρνωμε συνειδητά στη διάνοιά μας γεγονότα ή αλήθειες που εμάθαμε προηγουμένως, για να τα μηρυκάσωμε με τη σκέψι ώσπου να ληφθή όλη η αξία των. Αλλιώς, πάρα πολλά πράγματα παραμένουν στις πτυχές της μη συνειδητότητος, αχρησιμοποίητα. Όσοι παραλείπουν να σκέπτωνται, πραγματικά αγνοούν την ίδια τους διάνοια, τι πραγματικά κείται θαμμένο μέσα σ’ αυτήν. Βαθιές έννοιες είναι μέσα στη διάνοια και πρέπει να εμβαθύνωμε για να τις βγάλωμε. Ο χρόνος και η μόνωσις είναι η σκαπάνη και το φτυάρι για την ανόρυξί των μέσω σκέψεως. Δεν μπορείτε να τηρήτε τη διάνοιά σας στην επιφάνεια και να ελπίζετε ότι θα διακρίνετε τον πυθμένα των βαθέων θεμάτων. Ο Παύλος, αφού εκθέτει τα καλά πράγματα που πρέπει να συλλογιζώμεθα, συμβουλεύει: «Ταύτα συλλογίζεσθε.» Όσο περισσότερο το πράττετε αυτό, τόσο πιο αποδοτική θα γίνη η διάνοιά σας.—Φιλιππησ. 4:8.
ΚΑΜΕΤΕ ΟΝΟΜΑ ΑΞΙΟ ΕΝΘΥΜΗΣΈΩΣ
11. Ποιος είναι ο βασικός λόγος για να σκεπτώμεθα τον λόγον του Θεού, και ποια εδάφια φανερώνουν σκέψι εν σχέσει με τον σκοπόν αυτόν;
11 Αυτός ο στοχασμός είναι για ένα σκοπό, τον ίδιον που εδόθη στον Ιησούν του Ναυή όταν του ελέχθη να διαβάζη στοχαστικά τον νόμον του Θεού με μια χαμηλή φωνή ημέρα και νύχτα: «Δια να προσέχης να κάμνης κατά πάντα όσα είναι γεγραμμένα εν αυτώ.» Πρέπει να «αναφέρωμεν πάντοτε εις τον Θεόν θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού». Πρέπει να θέσωμε τη διάνοιά μας σ’ αυτό πριν έλθη στη γλώσσα μας: «Η καρδία του δικαίου προμελετά δια να αποκριθή.» Ο Παύλος είπε στον Τιμόθεο: «Ταύτα μελέτα, εις ταύτα μένε, δια να ήναι φανερά εις πάντας η προκοπή σου. Πρόσεχε εις σεαυτόν και εις την διδασκαλίαν», και, «Εννόει εκείνα τα οποία λέγω.» Πρέπει, λοιπόν, να μελετούμε κατ’ ιδίαν, να διαβάζωμε τη Γραφή και τα θεοκρατικά Γραφικά βοηθήματα, να σκεπτώμεθα τα όσα διαβάζομε, να τα πράττωμε, να παρευρισκώμεθα στις συναθροίσεις για να οικοδομηθούμε περισσότερο και να παρακινούμε τους άλλους σε αγάπη και καλά έργα, όλοι δε με ενότητα να προχωρούμε αινώντας το όνομα του Ιεχωβά για να ζήσωμε στον νέο κόσμο του Θεού για πάντα.—Ιησ. Ναυή 1:8· Εβρ. 13:15· Παροιμ. 15:28· 1 Τιμ. 4:15, 16· 2 Τιμ. 2:7.
12. Πώς μπορεί να αληθεύη ότι η ημέρα του θανάτου είναι καλύτερη από την ημέρα της γεννήσεως;
12 Το όνομα των ασεβών σήπεται και εξαφανίζεται από τη μνήμη του Θεού, αλλ’ ο Θεός ενθυμείται το καλό όνομα των ευπειθών, είτε για να τους διαφύλαξη μέσα από τον Αρμαγεδδώνα αν ζουν τότε, είτε για να τους αναστήση σε ζωή αν έχουν πεθάνει πρωτύτερα. Επομένως, η δήλωσις που μπορεί στην αρχή να μας εκπλήξη ως παράξενη, είναι ωστόσο αληθινή: «Κάλλιον όνομα καλόν παρά πολύτιμον μύρον· και η ημέρα του θανάτου παρά την ημέραν της γεννήσεως.» Θα μπορούσαμε φυσικά να σκεφθούμε ότι η αρχή της ζωής ενός ατόμου είναι καλύτερη από το τέλος της, αλλ’ εδώ το νόημα είναι ότι, αν κανείς έχη καλό όνομα εν σχέσει με τον Θεό, όταν πεθαίνη, αυτό είναι καλύτερο από τη γέννησί του, οπότε δεν έχει καλό όνομα εν σχέσει με τον Θεό. Όλοι γεννώνται με ανομία και συλλαμβάνονται με αμαρτία, χωρίς το δικαίωμα της ζωής και κάτω από θεία καταδίκη: «Όστις πιστεύει εις τον Υιόν, έχει ζωήν αιώνιον· όστις όμως απειθεί εις τον Υιόν, δεν θέλει ιδεί ζωήν, αλλ’ η οργή του Θεού μένει επάνω αυτού.» Η κληρονομημένη αμαρτία και η καταδίκη, με την οποία αρχίζομε τη ζωή, παραμένει αν δεν δείξωμε πίστι και υπακοή στον Θεό και στον Χριστό. Όταν αρχίζωμε τη ζωή, δεν είναι γνωστό πώς θα την χρησιμοποιήσωμε, επειδή δεν υπάρχει εκ των προτέρων καθωρισμένος προορισμός. Αλλ’ όταν τελειώνωμε τη ζωή μ’ ένα καλό όνομα που έχει οικοδομηθή με ευσεβή έργα, το μέλλον μας στον νέο κόσμο είναι ασφαλές. Αν πεθάνωμε μ’ ένα καλό όνομα, ο Θεός θα μας αναστήση· αν φθάσωμε στον Αρμαγεδδώνα μ’ ένα καλό όνομα, ο Θεός θα μας διαφυλάξη.—Εκκλησ. 7:1· Ιωάν. 3:36.
13. Γιατί είναι πιο ωφέλιμο να πηγαίνωμε σε οίκον πένθους παρά σε οίκον συμποσίου;
13 «Κάλλιον να υπάγη τις εις οίκον πένθους, παρά να υπάγη εις οίκον συμποσίου· διότι τούτο είναι το τέλος παντός ανθρώπου, και ο ζων θέλει βάλει αυτό εις την καρδίαν αυτού», συνεχίζει ο Σολομών. Αυτό δεν είναι σύστασις περισσότερο για λύπη παρά για χαρά. Πώς θα μπορούσε να συμβαίνη αυτό, αφού έχομε έναν μακάριο Θεό, έναν χαρούμενο Χριστό, και μια αποστολή να κάμωμε τους πενθούντας να χαρούν; Αυτό αναφέρεται σ’ έναν ειδικό καιρό, στον καιρό που ένα άτομο έχει πεθάνει και το σπίτι βρίσκεται σε πένθος. Πηγαίνετε μάλλον εκεί για να παρηγορήσετε τους επιζώντας που είναι λυπημένοι, παρά να τους λησμονήσετε σκληρά και να συμποσιάζετε και να διασκεδάζετε. Ήταν μια Ιουδαϊκή συνήθεια το επταήμερο πένθος μετά τον θάνατο ενός στενού συγγενούς, το να γίνεται δε επίσκεψις στους πενθούντας του σπιτιού εθεωρείτο αξιέπαινο. Όχι μόνο παρηγορούσε τους αποστερημένους, αλλά παρακινούσε επίσης τον επισκέπτη να θυμηθή τη βραχύτητα του βίου, να γνωρίζη ότι ο θάνατος, που ήλθε σ’ αυτό το σπίτι, θα έλθη αρκετά γρήγορα σε όλους και ότι εκείνοι που ζουν πρέπει να το έχουν υπ’ όψι. Όταν ζήτε ακόμη, τότε ακριβώς μπορείτε να κάμετε ένα καλό όνομα, όχι όταν πεθαίνετε. Και ένα καλό όνομα είναι το μόνο αξιόλογο πράγμα για κείνους που πεθαίνουν.—Εκκλησ. 7:2· Γεν. 50:10· Ιωάν. 11:31.
14. Γιατί η λύπη είναι καλύτερη από τον γέλωτα, και η επίπληξις του σοφού καλύτερη από το άσμα των αφρόνων;
14 Ο Σολομών συνεχίζει λέγοντας; «Κάλλιον η λύπη παρά τον γέλωτα· διότι εκ της σκυθρωπότητος του προσώπου η καρδία γίνεται καλυτέρα.» Το γέλιο είναι καλό γιατρικό, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις που πρέπει να βλέπωμε σοβαρά τη ζωή μας και τον τρόπο, με τον οποίο τη ζούμε. Αν βλέπωμε ότι σπαταλούμε πάρα πολύν χρόνον σε μηδαμινές ευωχίες και όχι στο να κάμωμε καλό όνομα με το να πράττωμε καλά έργα, θα ήταν καλύτερα να είμεθα λυπημένοι και να μεταβληθούμε· αυτό θα κάμη καλύτερη την καρδιά μας. Θα μας βοηθήση να κάμωμε καλό όνομα έτσι ώστε η ημέρα του θανάτου μας, ή η ημέρα του Αρμαγεδδώνος, θα είναι καλύτερη για μας από την ημέρα της γεννήσεώς μας. «Η καρδία των σοφών είναι εν οίκω πένθους· αλλ’ η καρδία των αφρόνων είναι εν οίκω ευθυμίας. Κάλλιον εις τον άνθρωπον να ακούη επίπληξιν σοφού, παρά να ακούη άσμα αφρόνων.» Η σοφή καρδιά σ’ ένα σπίτι όπου κάποιος πέθανε, συντονίζεται με τη σοβαρότητα που είναι φυσική σ’ ένα σπίτι που υπέστη απώλεια, και αυτό επηρεάζει την καρδιά του σοφού να παρατηρήση πώς ζη τη ζωή του, αλλά η αμέριμνη διάθεσις σ’ έναν τόπο ευωχίας κάνει έκκλησι στη μωρή καρδιά και γίνεται αιτία να αντιμετωπίζεται η ζωή μ’ ένα ρηχό, ξένοιαστο πνεύμα. Αν εκτραπήτε από τον ίσιο δρόμο, η επίπληξις ενός σοφού ανθρώπου θα σας θέση πάλι στην οδό της ζωής διορθώνοντάς σας και καθιστώντας σας ικανόν να κάμετε ένα καλό όνομα για τον εαυτό σας. Αλλά το ν’ ακούετε το άσμα ή ψαλμόν ή αηδή αίνον ενός άφρονος, πώς μπορεί η κενή αυτή κολακεία που αποκρύπτει σφάλματα και μας στερεώνει σ’ αυτά, να είναι υποβοηθητική; Θα μας διατηρούσε στο να κάνωμε ένα κακό όνομα και δεν θα μας διώρθωνε ώστε ν’ ακολουθήσωμε δρόμους που οδηγούν σ’ ένα καλό όνομα εν σχέσει με τον Ιεχωβά.—Εκκλησ. 7:3-5, Μετάφρ. Βασ. Ιακώβου.
15. Γιατί ο φλογώδης τριγμός των ακανθών κάτω από ένα λέβητα είναι όμοιος με τον γέλωτα ενός άφρονος;
15 «Διότι καθώς είναι ο ήχος των ακανθών υποκάτω του λέβητος», λέγει κατόπιν ο Σολομών, «ούτως ο γέλως του άφρονος· και τούτο ματαιότης.» Τα αγκάθια δεν είναι ικανοποιητική καύσιμη ύλη. Αναφλέγονται γρήγορα, αλλά εξίσου γρήγορα καίονται και γίνονται στάχτη. Δεν διαρκούν αρκετά ώστε να τελειώση το μαγείρευμα του φαγητού που βρίσκεται στη χύτρα, και επομένως δεν εκπληρώνουν τον σκοπό για τον οποίον ανάφτηκε η φωτιά. Ο θεαματικός, θορυβώδης, φλογώδης τριγμός των είναι ανωφελής και μάταιος. Και τέτοιοι είναι οι κούφοι γέλωτες και οι ανοησίες του άφρονος. Δεν βοηθούν κανένα να προοδεύση στο σοβαρό έργο του να κάμη καλό όνομα που θα το ενθυμήται ο Θεός, και έτσι να εξασφαλίση ότι η ημέρα του θανάτου θα είναι καλύτερη από την ημέρα της γεννήσεως.—Εκκλησ. 7:6.
16. Αν αυτή η ζωή ήταν όλο εκείνο που υπάρχει για τον άνθρωπο, γιατί θα ήταν πολύ ασήμαντη;
16 Δεν πρέπει να σπαταλούμε αυτή τη ζωή σε ματαιότητες, αλλά να την χρησιμοποιούμε για να εξασφαλίσωμε την είσοδο στη μέλλουσα, πραγματική ζωή του νέου κόσμου. Αν αυτή η ζωή είναι όλο εκείνο που υπάρχει, δεν είναι τίποτε σπουδαίο. Η ζωή αυτή είναι σαν μια σφαίρα που ρίχνεται στον αέρα και γρήγορα πέφτει πάλι στο χώμα. Είναι μια φευγαλέα σκιά, ένα μαραινόμενο άνθος, ένα φύλλο χόρτου που πρόκειται να κοπή και γρήγορα να μαραθή. Ό,τι κάνομε, λέμε ή σκεπτόμεθα, ή απέχομε από το να πράττωμε, να λέμε ή να σκεπτώμεθα, δεν ενδιαφέρει πραγματικά, αν αυτή η ζωή είναι όλο εκείνο που υπάρχει. Στην πλάστιγγα της αιωνιότητος το διάστημα της ζωής μας είναι ένα αμελητέο στίγμα. Στο ρεύμα του χρόνου δεν είναι καν μια ακέραιη σταγόνα. Βέβαια ο Εκκλησιαστής έχει δίκιο όταν ανασκοπή τις πολλές υποθέσεις και προσπάθειες της ανθρωπίνης ζωής και τις διακηρύττει ματαιότητα. Απερχόμεθα τόσο γρήγορα που θα μπορούσαμε άριστα να μην είχαμε ποτέ έλθει ως ένας από τα δισεκατομμύρια που έρχονται και φεύγουν και από τα οποία πολύ ολίγοι εγνώρισαν ποτέ ότι υπήρξαμε καν εδώ. Αυτή η άποψις δεν είναι κυνική ή μελαγχολική ή στρυφνή ή νοσηρή. Είναι η αλήθεια, είναι ένα γεγονός που πρέπει να το αντιμετωπίσωμε, μια πρακτική άποψις, αν αυτή η ζωή είναι όλο εκείνο που υπάρχει.
17. Αλλ’ αφού αυτό δεν είναι όλο ό,τι υπάρχει για τον άνθρωπο, τι πρέπει να κάμη αυτός;
17 Αλλ’ αν αυτό δεν είναι όλο, αν υπάρχη Δημιουργός που μας έδωσε ζωή και που ενέπνευσε ένα βιβλίο για να μας πη πώς να διατηρούμε τη ζωή, τότε θα εκάναμε καλύτερα να δώσωμε προσοχή για να πράξωμε, με κάθε μόριο της ενεργείας μας, εκείνο που λέγει ότι είναι αναγκαίο για να μετατρέψωμε αυτό το προσωρινό φύλλο χλόης σ’ ένα μεγάλο δέντρο που διαμένει, για να κάμωμε αυτή τη φευγαλέα σκιά να σταματήση στην τροχιά της, για να στερεώσωμε τα χρώματα σ’ αυτό το μαραινόμενο άνθος. Δεν υπάρχει τωρινό έργο, δεν υπάρχει απασχόλησις, δεν υπάρχουν σκέψεις, δεν υπάρχουν λόγια πιο σπουδαία—ή έστω καν σπουδαία—από εκείνα που θα κάμουν τη ζωή μας μόνιμη, που θα την κάμουν μόνιμον κολυμβητή στο ρεύμα του χρόνου. Αυτή είναι η πιο πρακτική, η μόνη πρακτική, πορεία σ’ αυτή τη ζωή που είναι ένας απλός κτύπος στο χρόνο. Ο Εκκλησιαστής, λοιπόν, αφού δείχνει όλη τη ματαιότητα αυτής της ζωής και των ανωφελών επιδιώξεων της με τα παράφορα ελαττώματα της ανθρωπότητος, θέτει κατά μέρος όλες τις μάταιες απασχολήσεις και προσπάθειες και αδυναμίες των ανθρώπων για να θέση το δάκτυλό του στο ένα και μόνο πράγμα που έχει κάποια συνέπεια σ’ αυτή τη στιγμιαία ύπαρξι: «Το τέλος της όλης υποθέσεως· Φοβού τον Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν του ανθρώπου.»—Εκκλησ. 12:13.
18. Οι απαντήσεις σε ποιες ερωτήσεις θα καθορίσουν αν θα επιτύχωμε να ζήσωμε επάνω στη γη για πάντα ή όχι;
18 Μπορούμε να κυττάξωμε γύρω μας με τα μάτια μας και να δούμε την απόδειξι της υπάρξεως και δυνάμεως του Δημιουργού μας, της σοφίας του και της μεγαλοπρεπείας του. Μπορούμε να διαβάσωμε τον λόγον του, τη Γραφή, και ν’ ανοίξωμε τον οφθαλμόν της διανοίας μας σε περισσότερη αλήθεια όσον αφορά αυτόν, την γη του, τον σκοπό του για τη γη και τις δυνατότητες που έχομε να ζήσωμε σ’ αυτήν για πάντα. Θα πράξωμε άρα γε ολόκληρο το καθήκον του ανθρώπου: να φοβούμεθα τον Θεόν, να μελετούμε το θέλημά του, να το σκεπτώμεθα, να το πράττωμε, να το λέγωμε στους άλλους, να τους βοηθούμε να το πράττουν; Θ’ αποφεύγωμε αυτόν τον κόσμο που υπόκειται στον Σατανά, τα έργα του, τις βλασφημίες του, την ερήμωσι που επιφέρει στη γη; Θα χρησιμοποιούμε τη γη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, θα την καλλιεργούμε, θα την εξωραΐζωμε, θα φροντίζωμε για την άγρια κτίσι που είναι επάνω σ’ αυτήν, και θα την βοηθούμε ν’ αντανακλά τον αίνον του Ιεχωβά; Ή θα ρυπαίνωμε με φαυλότητες αυτόν τον καθρέφτη του Θεού ώστε να μην αντανακλά λαμπρά τη σοφία του και τη δύναμί του και τον αίνο του; Ο τρόπος με τον οποίον απαντούμε σ’ αυτές τις ερωτήσεις και η ζωή μας σύμφωνα με τις απαντήσεις θα καθορίσουν την απάντησι ως προς το αν θα επιτύχωμε να ζήσωμε επάνω στη γη για πάντα ή όχι: «Οι ευθείς θέλουσι κατοικήσει την γην και οι άνθρωποι ακεραιότητος θέλουσιν εναπολειφθή εν αυτή. Οι δε ασεβείς θέλουσιν εκκοπή από της γης, και οι παράνομοι θέλουσιν εκριζωθή απ’ αυτής.»—Παροιμ. 2:21, 22, ΑΣΜ.