Ψαλμοί
Πού Ατενίζουν οι Οφθαλμοί Σας;
ΣΥΧΝΑ οι δούλοι του Θεοί αντιμετωπίζουν προβλήματα και δύσκολες καταστάσεις. Σε τέτοιους καιρούς χρειάζεται κανείς τη βοήθεια του Υψίστου. Ζητάτε τότε ζωηρά από τον Ιεχωβά Θεό να σας βοηθήση, αποβλέποντας σ’ αυτόν για καθοδηγία;
Αυτή είναι η ενθάρρυνσις που αντλούμε από τον Ψαλμό 123. Διαβάζομε τα εξής: «Ύψωσα τους οφθαλμούς μου προς σε τον κατοικούντα εν ουρανοίς.» (Ψαλμ. 123:1) Επειδή ο Παντοδύναμος Θεός κατοικεί στους υψηλότατους ουρανούς, θα ήταν πολύ φυσικό από μέρους του ψαλμωδού να λέη ότι ύψωσε τους οφθαλμούς του προς τα πάνω, όταν παρακαλούσε το Δημιουργό για εύνοια. Δείχνοντας την αιτία για την οποία απέβλεπε στον Ιεχωβά, συνεχίζει: «Ιδού, καθώς οι οφθαλμοί των δούλων ατενίζουσιν εις την χείρα των κυρίων αυτών, καθώς οι οφθαλμοί της δούλης εις την χείρα της κυρίας αυτής, ούτως οι οφθαλμοί ημών προς Κύριον τον Θεόν ημών, εωσού ελεήση ημάς. Ελέησον ημάς, Κύριε, ελέησον ημάς διότι εχορτάσθημεν σφόδρα από εξουδενώσεως. Καθ’ υπερβολήν εχορτάσθη η ψυχή ημών από της ύβρεως των τρυφώντων, από της εξουδενώσεως των υπερηφάνων.»—Ψαλμ. 123:2-4.
Οι δούλοι και οι δούλες παρακολουθούν προσεκτικά τα χέρια του κυρίου και της κυρίας τους, για να διακρίνουν ποια μπορεί να είναι η επιθυμία ή θέλησίς τους. Τα χέρια του κυρίου ή της κυρίας μπορούν, επίσης, να προμηθεύσουν τα αναγκαία για τη ζωή, καθώς επίσης και προστασία για τους υπηρέτες. Με όμοιο τρόπο, οι δούλοι του Θεού αποβλέπουν σ’ αυτόν, επειδή θέλουν να γνωρίζουν το θέλημά του σε διάφορα ζητήματα και επειδή επιθυμούν να έχουν την προστασία, την εύνοια και την ευλογία του.
Ο ψαλμωδός και οι συμπατριώτες του Ισραηλίτες χλευάζονταν. Λόγω του υποβιβαστικού τρόπου με τον οποίο τους έβλεπαν οι εχθροί τους, ήταν πολύ κατάλληλο από μέρους τους να παρακαλέσουν τον Ιεχωβά να τους δείξη εύνοια. Η εξουθένωσις ή περιφρόνησις που είχε σωρευθή πάνω τους δεν ήταν κάτι σπάνιο, αλλά κάτι συνηθισμένο. Γινόταν «καθ’ υπερβολήν.» Οι ‘υπερήφανοι’ που ήσαν υπαίτιοι γι’ αυτό, ήσαν ‘τρυφώντες,’ δηλαδή, φαίνονταν ασφαλείς.
Αυτή ήταν η κατάστασις όταν ανοικοδομούντο τα τείχη της Ιερουσαλήμ, κάτω από την κατεύθυνσι του Νεεμία. Σχετικά μ’ αυτά που έλεγαν οι εχθροί, η Αγία Γραφή αναφέρει: «Ότε δε ήκουσεν ο Σαναβαλλάτ ότι ημείς οικοδομούμεν το τείχος, ωργίσθη και ηγανάκτησε πολύ και περιεγέλασε τους Ιουδαίους. Και ελάλησεν ενώπιον των αδελφών αυτού και του στρατεύματος της Σαμαρείας και είπε, Τι κάμνουσιν οι άθλιοι ούτοι Ιουδαίοι; θέλουσιν αφήσει αυτούς; θέλουσι θυσιάσει; θέλουσι τελειώσει εν μια ημέρα; θέλουσιν αναζωοποιήσει εκ των σωρών του χώματος τους λίθους, και τούτους κεκαυμένους; Πλησίον δε αυτού ήτο Τωβίας ο Αμμωνίτης· και είπε, Και αν κτίσωσιν, αλώπηξ αναβαίνουσα θέλει καθαιρέσει το λίθινον αυτών τείχος.»—Νεεμ. 4:1-3.
Αξίζει να σημειωθή ότι, παρά την έντονη αντίδρασι και το χλευασμό των εχθρών, τα τείχη της Ιερουσαλήμ ανοικοδομήθηκαν. Η κύρια αιτία γι’ αυτό ήταν το γεγονός ότι ο Νεεμίας και οι συνεργάτες του απέβλεπαν στον Ιεχωβά για βοήθεια. (Νεεμ. 4:4, 5) Αν κι’ εμείς, με όμοιο τρόπο, εξακολουθούμε ν’ αποβλέπωμε στον Ιεχωβά για την εύνοια και την ευλογία του, δεν θα απογοητευθούμε ποτέ. Εκείνος θα εκπληρώση τα αιτήματά μας.—1 Ιωάν. 3:21, 22.