Η Βάσις για μια Ζωή με Σκοπό
«Ίδετε οποίαν αγάπην έδωκεν εις ημάς ο Πατήρ, ώστε να ονομασθώμεν τέκνα Θεού.»—1 Ιωάν. 3:1
1-3. Ποιοι παράγοντες παρεμποδίζουν την απόλαυσι της ζωής; (Εκκλησ. 1:15· 2:18-21· 4:1-3· 9:11, 12)
ΚΑΘΕ φυσιολογικό άτομο θα ήθελε να επιτύχη κάτι στη ζωή του. Πολλοί όμως παραπονούνται ότι το σύστημα στο οποίο ζούμε δεν προσφέρει σχεδόν τίποτε που να ενθαρρύνη έναν πραγματικό σκοπό.
2 Αυτά τα άτομα τονίζουν το γεγονός ότι ένας άνθρωπος μπορεί να ξεκινήση μ’ ένα σκοπό, να δαπανήση χρόνια για να εκπαιδευθή στον τομέα που εξέλεξε και κατόπιν να διαπιστώση ότι δεν μπορεί να βρη εργασία. Πολλοί απόφοιτοι κολλεγίων αναγκάζονται να δεχθούν μια συνήθη εργασία για να ζήσουν.
3 Αφ’ ετέρου, εκείνοι που κατώρθωσαν να επιτύχουν οικονομικώς γνωρίζουν ότι ένας πόλεμος ή μια άλλη καταστροφή μπορεί γρήγορα ν’ αφανίση όλα όσα έχουν αποκτηθή. Και ο θάνατος ενός προσφιλούς ατόμου μπορεί να τους καταδικάση σε μια ζωή μοναξιάς.
4. (α) Γιατί μερικοί λέγουν, ‘Ο Θεός είναι νεκρός;’ (β) Τι αισθήματα τρέφει ο Ιεχωβά για την ανθρωπότητα; (Ιώβ 14:14, 15· Θρήνοι 3:34-36· Ιωνάς 4:10, 11)
4 Μερικοί που βλέπουν έτσι τα πράγματα, λέγουν, ‘Ο Θεός είναι νεκρός.’ Δηλαδή, ο Θεός δεν ενδιαφέρεται για τις υποθέσεις του ανθρωπίνου γένους. Αλλά ο Θεός, αφού εσχεδίασε και έπλασε το σύμπαν, ενδιαφέρεται έντονα για τη λειτουργία του. Πραγματικά, στη διάνοια του Θεού υπάρχει ένα μέλλον για τον άνθρωπο και ένας σκοπός για κάθε άτομο το οποίο ζη ή έζησε. Επίσης, αυτός ο σκοπός λαμβάνει υπ’ όψιν και τα αισθήματά μας, ώστε η εκπλήρωσις του σκοπού της ζωής μας σημαίνει επίσης την πλήρη ευτυχία και απόλαυσί μας. Αυτό είναι εκείνο που θέλομε, έτσι δεν είναι;
Η ΑΠΕΛΠΙΣΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΙ ΜΑΣ
5. Πώς περιέγραψε ο Μωυσής την κατάστασι του ανθρωπίνου γένους;
5 Πρέπει όμως να ομολογήσωμε ότι η ανθρωπότης δεν έχει τη δύναμι ν’ αλλάξη τα πράγματα. Ο θεόπνευστος ψαλμωδός Μωυσής περιέγραψε την αβοήθητη κατάστασί μας ως εξής: «Αι ημέραι της ζωής ημών είναι καθ’ εαυτάς εβδομήκοντα έτη, και εάν εν ευρωστία, ογδοήκοντα έτη· πλην και το καλήτερον μέρος αυτών είναι κόπος και πόνος, διότι ταχέως παρέρχεται και ημείς πετώμεν.»—Ψαλμ. 90:10.
6. Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να ελευθερωθούν από τη δουλεία στον θάνατο;
6 Το γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν έχει τη δύναμι να ελευθερωθή από τη δουλεία στον θάνατο εκφράζεται στον ψαλμό 49, εδάφια έξη έως εννέα: «Οίτινες ελπίζουσιν εις τα αγαθά αυτών και καυχώνται εις το πλήθος του πλούτου αυτών· ουδείς δύναται ποτέ να εξαγοράση αδελφόν, μηδέ να δώση εις τον Θεόν λύτρον δι’ αυτόν· διότι πολύτιμος είναι η απολύτρωσις της ψυχής αυτών, και ανεύρητος διαπαντός, ώστε να ζη αιωνίως και να μη ίδη διαφθοράν.» Ο συγγραφεύς του ψαλμού εγνώριζε ότι το τίμημα ήταν πολύτιμο, πολύ μεγάλο, πέρα από τη δυνατότητα όλης της ανθρωπότητος. Ως προς την ικανότητα, του ατελούς ανθρώπου τόσο πολύ απείχε η ανακούφισις ώστε ήταν «ανεύρητος διαπαντός,» πραγματικά πέρα από κάθε ελπίδα.
7. Πώς ο Αδάμ επώλησε του απογόνους του, και ποιο τίμημα έλαβε απ’ αυτή την «πώλησι»;
7 Αυτή η θλιβερή, απελπιστική κατάστασις επισκιάζει όλους μας επειδή ο προπάτοράς μας Αδάμ επώλησε τους μελλοντικούς του απογόνους, χωρίς τη θέλησί τους, σε δουλεία στην αμαρτία και στον θάνατο. Το τίμημα που έλαβε για την «πώλησι» ήταν το να μπορή να κάνη ιδιοτελώς ό,τι ήθελε, αποκτώντας ανεξαρτησία και στασιάζοντας κατά του Θεού. Γι’ αυτό και ο καθένας είναι ακριβώς όπως είπε ο απόστολος Παύλος, «πεπωλημένος υπό την αμαρτίαν.»—Ρωμ. 7:14.
8. Ένεκα της δουλείας των, πώς θα μπορούσαν οι ειλικρινείς άνθρωποι να επικαλεσθούν τον Θεό;
8 Αν λοιπόν, ο άνθρωπος επρόκειτο κάποτε να ελευθερωθή, ο Θεός έπρεπε να λάβη κάποια πρόνοια. Οι ειλικρινείς άνθρωποι κράζουν: «Βοήθησον ημάς, Θεέ της σωτηρίας ημών, ένεκεν της δόξης του ονόματός σου.»—Ψαλμ. 79:9.
Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΑΡΑΒΛΕΨΗ ΤΗΝ ΑΜΑΡΤΙΑ
9. Σε ποια κατάστασι περιήλθε η ανθρωπότης ως προς τον Θεό;
9 Εισακούει ο Θεός αυτή την προσευχή; Και αν την εισακούη, μπορεί ν’ απαντήση; Μήπως η ανθρώπινη αδυναμία αποτελεί ένα πρόβλημα που μπορεί ο Θεός να επιλύση; Πρόκειται πράγματι για ένα πρόβλημα. Αυτό το πρόβλημα ανέκυψε πριν από έξη χιλιάδες χρόνια περίπου. Ο πρώτος άνθρωπος, ο Αδάμ, ενώθηκε με τον εχθρό του Θεού, τον Σατανά, για να εισάγη την ανομία στη γη. Έγινε εχθρός του Θεού και τα παιδιά του, που εκληρονόμησαν αμαρτία και ατέλεια απ’ αυτόν, έπραξαν έργα αδικίας. Όπως μας λέγει ο απόστολος Παύλος, ο Αδάμ έφερε την ανθρώπινη φυλή στη θέσι των εχθρών του Θεού.—Ρωμ. 5:10.
10, 11. (α) Γιατί δεν μπορούσε απλώς ο Ιεχωβά να παραβλέψη την αμαρτία που εισήλθε στο σύμπαν; (β) Τι παράδειγμα έχομε που δείχνει ότι η παράβλεψις της ανομίας επιφέρει σοβαρά προβλήματα;
10 Εν τούτοις, ο Ιεχωβά αγαπούσε τα πλάσματά του, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούσαν μόνοι τους να κάνουν κάτι για να βοηθηθούν. Αλλά λόγω της αγάπης του για την ανθρωπότητα, θα μπορούσε να συγχωρήση την ανομία που επέφερε στο σύμπαν ο Σατανάς μαζί με τον Αδάμ; Θα μπορούσε ο Θεός να πη σε οποιοδήποτε πλάσμα που αμαρτάνει, ‘Εγώ σε αγαπώ και θέλω να σου δείξω έλεος, και γι’ αυτό θα παραβλέψω την αμαρτία σου;’ Σε αρμονία με τη δικαιοσύνη του δεν θα μπορούσε ν’ αγνοήση την αμαρτία και να την αφήση ατιμώρητη. Αν θα το έκανε αυτό, θα υπενόμευε το θεμέλιον της κυβερνήσεώς του διότι η Αγία Γραφή λέγει: «Η δικαιοσύνη και η κρίσις είναι η βάσις του θρόνου σου.»—Ψαλμ. 89:15.
11 Έχομε ένα παράδειγμα σε μερικά έθνη της γης σήμερα ως προς τα αποτελέσματα που έχουν με το να είναι ανεκτικά και, στην πραγματικότητα, να συγχωρούν την ανομία. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρξαν χαλαρά και δεν είχαν το ζήλο να ενεργήσουν εναντίον των κακοποιών. Οι εγκληματίες αφέθησαν ελεύθεροι να ενεργούν. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι άνθρωποι χάνουν την εμπιστοσύνη τους στις κυβερνήσεις και όλα τελικά καταρρέουν. Εν τούτοις ο Παγκόσμιος Άρχων δεν θ’ αφήση να γίνη αυτό με τους νόμους που αυτός έθεσε.
Η ΛΥΣΙΣ ΜΕΣΩ ΕΝΟΣ «ΣΠΕΡΜΑΤΟΣ»
12. Μετά την αμαρτία του Αδάμ, πώς απεκάλυψε ο Θεός το μέσον με το οποίο θα διέσωζε την ανθρώπινη φυλή;
12 Από την ανθρώπινη άποψι, δεν υπήρχε λύσις στο πρόβλημα. Αλλά ο Ιεχωβά επεξεργάζεται τα φαινομενικά αδύνατα προβλήματα μ’ ένα θαυμαστό τρόπο, διατηρώντας ωστόσο την αξιοπρέπεια της παγκοσμίου κυριαρχίας του και, συγχρόνως, παρέχοντας έλεος. Βλέποντας την έκβασι των πραγμάτων, υποκινούμεθα να πούμε, ‘Δεν μπορούσε να γίνη με κανένα άλλο τρόπο και έγινε με τόση πληρότητα, δικαιοσύνη και αγαθότητα.’ Όπως τονίζει, λοιπόν, η Γραφή, στον καιρό ακριβώς που απήγγειλε ο Θεός κρίσι κατά του Αδάμ για το αμάρτημά του, απεκάλυψε ότι θα ήρχετο σε βοήθεια της ανθρωπίνης φυλής, όταν ανήγγειλε: «Αυτό το σπέρμα θέλει σου [του Σατανά] συντρίψει την κεφαλήν.» (Γέν. 3:15) Στο πέρασμα του χρόνου, ο Θεός θ’ άφηνε τους ανθρώπους να διακρίνουν την εξέλιξι του σκοπού του.
13. Ποιος απεδείχθη ότι είναι ‘το σπέρμα της γυναικός,’ και γιατί εξέλεξε αυτόν ο Θεός;
13 Ποιος ιδιαίτερα θα προωρίζετο από τον Θεό να είναι το «σπέρμα» που θα συνέτριβε τελικά την κεφαλήν του Σατανά; Ο μονογενής Υιός του Ιεχωβά! Αυτός εξελέγη ως ο πρώτιστος που θα εχρησίμευε για την τακτοποίησι του επιμάχου ζητήματος σχετικά με την αξιότητα και τη δικαιοσύνη της κυβερνήσεως ή κυριαρχίας του Ιεχωβά, η οποία είχε τεθή σε αμφισβήτησι. Γιατί ο Ιεχωβά εξέλεξε αυτή τη μεγάλη Προσωπικότητα που ήταν τόσο κοντά στην καρδιά του; Όταν ο Σατανάς έκαμε την πρόκλησί του έθεσε σε αμφισβήτησι την πιστότητα όλων των πλασμάτων του σύμπαντος, έως και του Υιού του Θεού. Και μάλιστα το ζήτημα της πιστότητος συνεκεντρώνετο περισσότερο σ’ αυτόν παρά σε οποιοδήποτε άλλο από τα πλάσματα του Θεού, διότι αυτός ήταν ο κυριώτερος Υιός του Ιεχωβά, ο δεύτερος μετά απ’ Αυτόν μέσα στο σύμπαν.
14. Τι αισθήματα έτρεφε ο Υιός του Θεού για το ανθρώπινο γένος;
14 Επί πλέον, στις Παροιμίες, κεφάλαιον 8, αυτός ο Υιός, που συμβολίζεται από τη σοφία, λέγει τα εξής σχετικά με το δημιουργικό έργο του Θεού: «Η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων.» (εδάφ. 31) Αυτός αγάπησε βαθιά την ανθρωπότητα. Ευχαρίστως ανέλαβε αυτό το καθήκον για να υπερασπίση τον Πατέρα του, πρώτα από πιστότητα σ’ Αυτόν και, επίσης, από αγάπη που είχε για το ανθρώπινο γένος.
15. Γιατί ο Θεός επέτρεψε να συνεχίζεται η αδικοπραγία;
15 Επειδή επρόκειτο για το παγκόσμιο διαφιλονικούμενο ζήτημα, ο Ιεχωβά, ο Παγκόσμιος Κυρίαρχος, επέτρεψε να υπάρχη η αμαρτία επί ένα χρονικό διάστημα για να τακτοποιήση το ζήτημα της κυριαρχίας του και της πιστότητος της μεγάλης του οικογενείας των νοημόνων πλασμάτων του. Έπρεπε επίσης να διαθέση χρόνο για να θέση το θεμέλιο για την αφαίρεσι της αμαρτίας και, κατόπιν, να δώση στους αμαρτωλούς ανθρώπους την ευκαιρία να μάθουν τις θείες διατάξεις και να εμμένουν σ’ αυτές. Έτσι, για ένα καλό σκοπό και για μια σχετικώς βραχεία περίοδο μέσα στον παγκόσμιο χρόνο, ο Θεός άφησε να υπάρχη η αδικοπραγία. Πραγματικά, ο τρόπος τον οποίο ο Θεός εξέλεξε είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί αποτελεσματικά και γνήσια να βοηθήση το ανθρώπινο γένος.
ΜΙΑ ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΝΑ ΠΟΛΙΤΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑ
16. Γιατί εχρειάζετο μια νομική βάσις για να συναλλάσσεται ο Θεός με την ανθρωπότητα;
16 Τώρα, για να συναλλάσσεται ο Θεός μ’ εκείνους που γεννήθηκαν στην αμαρτία, μολονότι δεν έφταιγαν οι ίδιοι, έπρεπε να έχη κάποια νομική βάσι με την οποία να πολιτεύεται μ’ αυτούς. Αλλιώς, όλοι οι άνθρωποι έπρεπε να πεθάνουν για πάντα, εφόσον ο νόμος του Θεού απαιτούσε να απομακρυνθούν όλοι οι αμαρτωλοί από το σύμπαν. Μόνο η θυσία ενός άλλου ανθρώπου, ενός τελείου ανθρώπου, που θα ήταν το ‘πολύτιμο’ τίμημα που δεν μπορούσε να πληρώση το ανθρώπινο γένος, θα μπορούσε να εξαγοράση ό,τι απώλεσε ο Αδάμ, ακυρώνοντας την κρίσι που είχε εκφέρει το δίκαιο δικαστήριο του Θεού κατά της ανθρωπότητος. Σχετικά μ’ αυτό ο Ιησούς είπε: «Ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε δια να υπηρετηθή, αλλά δια να υπηρετήση και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.»—Ματθ. 20:28.
17, 18. Τι θα κατεδείκνυε ο Θεός παρέχοντας αυτή τη νομική βάσι;
17 Καθορίζοντας αυτή τη νομική βάσι, ο Ιεχωβά θα κατεδείκνυε την ορθότητα της παγκοσμίου κυριαρχίας του. Ταυτόχρονα, θα μπορούσε να παράσχη έλεος στους ανθρώπους. Ο απόστολος Παύλος το εκφράζει αυτό με τον εξής τρόπο:
18 «Επειδή πάντες ήμαρτον και υστερούνται της δόξης του Θεού, δικαιούνται δε δωρεάν με την χάριν αυτού δια της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού, τον οποίον ο Θεός προέθετο μέσον εξιλεώσεως [δηλαδή, δια την κάλυψι των αμαρτιών] δια της πίστεως εν τω αίματι αυτού, προς φανέρωσιν της δικαιοσύνης αυτού . . . εν τω παρόντι καιρώ, δια να ήναι αυτός δίκαιος και να δικαιόνη τον πιστεύοντα εις τον Ιησούν.»—Ρωμ. 3:23-26.
19. Πώς οι άνθρωποι αποκτούν κατάλληλη στάσι ενώπιον του Ιεχωβά Θεού;
19 Ο Θεός, λοιπόν, πολιτεύεται με την ανθρώπινη οικογένεια μέσω του Υιού του, Ιησού Χριστού, ο οποίος ενεργεί ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά σ’ αυτή την υπόθεσι. Η θυσία της ζωής του αντιστάθμισε την καταδίκη, εξαγοράζοντας την ανθρώπινη φυλή. Κατόπιν, εκείνοι που υπακούουν στη διάταξι του Θεού μπορούν να έχουν νομική πρόσοδο ενώπιόν του. Ο απόστολος Παύλος είπε τα εξής για την ελεήμονα ενέργεια από μέρους του Ιεχωβά και του Υιού του: «Διότι είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.»—1 Τιμ. 2:5, 6.
20. Τι έπρεπε να επιτελέση ο Υιός του Θεού ενόσω ήταν στη γη;
20 Ο Θεός, με τη σοφία, του, καθώρισε το μόνο μέσον με το οποίο θα μπορούσε να βοηθήση το ανθρώπινο γένος να λάβη μια δίκαιη στάσι και μια ελπίδα για αιώνιο ζωή ως μέλη της καθαρής, δίκαιας και τελείας παγκοσμίου οικογενείας. Στον ακριβώς κατάλληλο χρόνο του προσδιωρισμένου καιρού του, ο Θεός εξετέλεσε την πράξι της μεγίστης γενναιοδωρίας του. Έστειλε τον Υιό του από τους ουρανούς στη γη, για να γίνη άνθρωπος. Εδώ στη γη αυτός ο Υιός μπορούσε πρώτον και κύριον ν’ αποδείξη ότι οι τέλειοι άνθρωποι, που αγαπούν τον Θεό μπορούν να είναι πιστοί σ’ αυτόν και στην κυριαρχία του κάτω από οποιαδήποτε δοκιμασία ή περίστασι. Η ζωή του επίσης επροσφέρετο ως αντιλυτρωτικό τίμημα για το ανθρώπινο γένος, διότι μεταξύ των ανθρώπων δεν υπήρχε κανένας τέλειος άνθρωπος για να προμηθεύση αυτό το τίμημα. Αυτό βέβαια απαιτούσε και τον θάνατό του.—Τίτον 2:11-14.
ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ ΜΑΣ
21. Σύμφωνα με τα εδάφια 1 Ιωάννου 2:1, 2, η πιστή πορεία ζωής του Ιησού τι τον κατέστησε ικανό να γίνη;
21 Ο Ιησούς, με την πιστή του πορεία, απεδείχθη άξιος να γίνη ο παράκλητος όλων όσοι επιθυμούν να υπηρετούν τον Θεό. Ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Εάν τις αμαρτήση, έχομεν παράκλητον προς τον Πατέρα, τον Ιησούν Χριστόν τον δίκαιον· και αυτός είναι ιλασμός [κάλυμμα] περί των αμαρτιών ημών.»—1 Ιωάν. 2:1, 2.
22. Γιατί οι πιστοί δούλοι του Θεού δεν χάνουν την επιδοκιμασμένη στάσι των όταν υποπίπτουν σε κάποιο σφάλμα;
22 Τώρα, ο Διάβολος προσπάθησε να ενοχοποιήση τους δούλους του Θεού από τον καιρό του Άβελ, γιου του Αδάμ. Πραγματικά, ο Σατανάς αποκαλείται «κατήγορος των αδελφών ημών, ο κατηγορών αυτούς ενώπιον του Θεού ημών ημέραν και νύκτα.» (Αποκάλ. 12:10) Στον ωρισμένο καιρό, λοιπόν, στη διαφιλονεικία για διακράτησι ακεραιότητος, ο Ιησούς Χριστός εμφανίσθηκε ενώπιον του Θεού ως παράκλητος. Αυτός έχει πρόσοδο στον θρόνο του Θεού υπέρ ημών. Όταν πιστοί δούλοι του Θεού έκαμαν κάποιο παράπτωμα, διέπραξαν ένα αμάρτημα και μετενόησαν ειλικρινά και το ωμολόγησαν, ο Ιησούς παρουσίασε την αξία της θυσίας του για να μη υποστούν θάνατο—διότι η εξιλεωτική του θυσία μπορεί να καλύψη τα σφάλματα και τα αμαρτήματά τους.
23. Τι στάσι πρέπει να τηρούμε απέναντι της αμαρτωλής καταστάσεώς μας;
23 Ο απόστολος Παύλος περιγράφει τον αγώνα που διεξήγε, και τον οποίο διεξάγουν και όλοι οι άλλοι Χριστιανοί, και το πώς, παρά τις καλύτερες προσπάθειές των, θα κάνουν σφάλματα, μολονότι όχι σκόπιμα, ή με τρόπο προκλητικό ή εκούσιο. Είπε: «Δεν πράττω το αγαθόν, το οποίον θέλω· αλλά το κακόν, το οποίον δεν θέλω, τούτο πράττω. Εάν δε εγώ πράττω εκείνο το οποίον δεν θέλω, δεν εργάζομαι αυτό πλέον εγώ, αλλ’ η αμαρτία η κατοικούσα εν εμοί.» (Ρωμ. 7:19, 20) Η αξία της εξιλεωτικής θυσίας του Χριστού καθώς εφαρμόζεται για τις αμαρτίες των, τις αμαρτίες εκείνες για τις οποίες τα άτομα μετανοούν και τις οποίες ομολογούν, είναι η βάσις της δικαιώσεώς των.—1 Ιωάν. 1:9.
24. Στη θέσι του ως παρακλήτου, πώς μπόρεσε ο Ιησούς ν’ αποδείξη ότι οι κατηγορίες του Σατανά είναι ψευδείς;
24 Επίσης, στη θέσι του ως παρακλήτου, ο Ιησούς απέδειξε ενώπιον του Θεού ότι οι κατηγορίες του Διαβόλου εναντίον των Χριστιανών είναι συκοφαντικές. Επέστησε την προσοχή στις πράξεις πίστεως των Χριστιανών και στην επίκλησί τους προς τον Θεό με αληθινή μετάνοια όταν διαπράττουν αμαρτήματα. Διότι αυτός γνωρίζει ότι, όπως εκτίθεται στην επιστολή προς Εβραίους 6:10: «Δεν είναι άδικος ο Θεός, ώστε να λησμονήση το έργον σας και τον κόπον της αγάπης, την οποίαν εδείξατε εις το όνομα αυτού, υπηρετήσαντες τους αγίους και υπηρετούντες.» Ο Ιησούς έχει επίσης δείξει ενώπιον του ουρανίου δικαστηρίου ότι οι δούλοι του Θεού στη γη ανεγνώρισαν την ακαταλληλότητά τους και την έλλειψι δικαιοσύνης τους και εζήτησαν έλεος με βάσι τη θυσία του Χριστού—με τον καθορισμένο τρόπο του Θεού.
25. Γιατί εκείνοι που είναι ενωμένοι με τον Χριστό δεν έχουν καταδίκη;
25 Και ο Ιεχωβά Θεός δέχθηκε τη μεσολάβησι του Ιησού υπέρ αυτών. Ο Διάβολος ηττήθη σε κάθε επίθεσι που έκαμε. Έτσι, ο Ιησούς εξετέλεσε πιστά το καθήκον του ως αρχιερεύς, προστατεύοντάς τους από κάθε κατάκρισι, όπως λέγει η Γραφή: «Δεν είναι τώρα λοιπόν ουδεμία κατάκρισις εις τους εν Χριστώ Ιησού . . . Διότι ο νόμος του πνεύματος της ζωής εν Χριστώ Ιησού με ηλευθέρωσεν από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου.»—Ρωμ. 8:1, 2.
26, 27. Πώς μπορούν άτομα να γίνουν τέκνα του Χριστού, με καθαρή υπόστασι ενώπιον του Θεού;
26 Ο προφήτης Ησαΐας μάς βοηθεί επίσης να διακρίνωμε πώς ο Χριστός παρέχει πραγματική ζωή σε όλους όσοι ασκήσουν πίστι σ’ αυτόν. Ο Ησαΐας έγραψε προφητικά για τα παθήματα του Ιησού και είπε, μιλώντας στον Ιεχωβά: «Αφού όμως δώσης την ψυχήν αυτού προσφοράν περί αμαρτίας, θέλει ιδεί έκγονα.» (Ησ. 53:10) Ο Ιησούς δεν αποκτά απογόνους με τον φυσιολογικό τρόπο. Όταν ήταν στη γη είχε τη δύναμι ν’ αποκτήση μια δική του οικογένεια. Αλλά δεν το έκαμε. Αντιθέτως, έχασε αυτή τη δυνατότητα με τη θυσία του. Καθώς είπε: «Ο Υιός του ανθρώπου . . . ήλθε δια να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.»—Ματθ. 20:28.
27 Μετά απ’ αυτό ο Ιησούς έγινε ο «έσχατος Αδάμ.» Ο πρώτος Αδάμ έφερε σε ύπαρξι μια οικογένεια με ατέλεια, με κακά χαρακτηριστικά. Ο Ιησούς Χριστός έφερε σε ύπαρξι μια δίκαια οικογένεια. Άτομα μπορούν να μεταφερθούν από την οικογένεια του Αδάμ και ν’ αναγεννηθούν μέσω της θυσίας της ζωής του Ιησού Χριστού και με το να ενδυθούν τη νέα προσωπικότητα, μπορούν να γίνουν ‘κατ’ εικόνα του.’ Μπορούν να καθαρισθούν με το να γίνουν υιοί του ‘Αιωνίου Πατρός,’ του ‘εσχάτου Αδάμ.’ Ο Ιεχωβά ‘έδωσε την ψυχήν (του Ιησού) ως προσφοράν περί αμαρτίας’ και δέχθηκε αυτή την προσφορά για εξιλέωσι των αμαρτιών όλων των πιστευόντων.—1 Κορ. 15:45· Ησ. 9:6.
28. Για ποιον φέρνει σε ύπαρξι ο Ιησούς Χριστός μια οικογένεια τελείων ανθρώπων;
28 Πραγματικά, εξ αιτίας, των όσων ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός έχουν κάνει για την ανθρωπότητα, η ζωή μας μπορεί να έχη πραγματικό σκοπό. Όλοι όσοι επωφελούνται από τα εξιλεωτικά οφέλη της θυσίας του Ιησού στη διάρκεια της διακυβερνήσεώς του ως Βασιλέως και Ιερέως, μπορούν να γίνουν τέλεια ανθρώπινα τέκνα του Υιού του Θεού. Αυτό οδηγεί επίσης και στο να λογισθούν ως τέκνα του Υψίστου για όλη την αιωνιότητα και να ζουν κάτω από δίκαιες συνθήκες. Πώς θα γίνη αυτό; Επειδή ο Ιησούς δεν δημιουργεί οικογένεια για να την διατηρήση δική του. Αφού φέρει τους ανθρώπους σε τελειότητα, θα παραδώση το εξαγορασμένο και αποκαταστημένο ανθρώπινο γένος στον Ιεχωβά Θεό, «τον Πατέρα . . . εκ του οποίου πάσα πατριά εν ουρανοίς και επί γης ονομάζεται,» για να δοκιμασθή η απαράβατη πιστότης των προς τον Θεόν και το αν αξίζουν να είναι τέκνα του για πάντα.—Εφεσ. 3:14, 15· 1 Κορ. 15:26, 28.