Τι Είναι η Αγάπη του Χρήματος;
Ποιος το έχει;· Γιατί είναι επικίνδυνο;
ΚΑΤΩ από το σημερινό οικονομικό σύστημα πόσον καιρό θα μπορούσατε να ζήσετε στον τόπο σας χωρίς χρήματα; Πώς θα μπορούσατε να διαθρέψετε και να ενδύσετε τον εαυτό σας και την οικογένειά σας χωρίς αυτά; Το χρήμα είναι αναγκαίον για οτιδήποτε σχεδόν χρειάζεσθε ή πράττετε. Σ’ αυτό τον κόσμο είναι ουσιώδες για την καθημερινή ζωή. Αλλ’ η ίδια αυτή η χρησιμότης του χρήματος μπορεί να έχη βλαπτικό αποτέλεσμα σ’ εσάς.
Όταν η από μέρους σας επιδίωξις χρήματος για την προμήθεια των αναγκαίων και ανέσεων της ζωής μεταβληθή σε μια αναλωτική επιθυμία να πλουτήσετε, το χρήμα παύει να είναι υπηρέτης σας και γίνεται κύριός σας, θεός σας. Γίνεται το πράγμα, για το οποίον ζήτε. Η απληστία για χρήμα, σαν ένας εκφυλιστικός καρκίνος κατατρώγει τις Χριστιανικές ιδιότητες, βυθίζοντάς σας σε κτηνώδες επίπεδο, όπου ο μόνος σας κώδιξ γίνεται το συμφέρον του εαυτού σας. Μπορεί να σας κάνη να παραβλέπετε τη δικαιοσύνη, την αλήθεια, την εντιμότητα, τη γεναιοφροσύνη και το έλεος. Λόγω της χρησιμότητος του χρήματος, μπορεί ν’ αναπτυχθή υπέρμετρη αγάπη γι’ αυτό. Ο απόστολος Παύλος προειδοποίησε από πολύν καιρό για την κακή αυτή πορεία. Ο Παύλος, γράφοντας από τη Μακεδονία, είπε στον Τιμόθεο, ο οποίος ήταν στην πόλι της Εφέσου, που ήταν ένα μεγάλο εμπορικό κέντρον της εποχής εκείνης: «Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως, και διεπέρασαν εαυτούς με οδύνας πολλάς.»—1 Τιμ. 6:9, 10.
Δεν ήταν το ίδιο το χρήμα εκείνο, για το οποίον ο Παύλος έδωσε προειδοποίησι. Δεν είπε ότι το ίδιο το χρήμα ήταν η ρίζα πάντων των κακών ή η αιτία των βλαβερών επιθυμιών και καταστροφής. Εκείνο, για το οποίον προειδοποίησε ήταν η άπληστη φιλοχρηματία, η φιλάργυρη επιθυμία του πλουτισμού. Η ίδια προειδοποίησις είχε δοθή και πολύ πριν από την εποχή του και ανεγράφη στο βιβλίο των Παροιμιών: «Μη μερίμνα δια να γείνης πλούσιος.» (Παροιμ. 23:4) Αυτή η μέριμνα για πλουτισμό επροξένησε ατέρμονα αθλιότητα, δυστυχία κι αιματοχυσία. Η προειδοποίησις του Παύλου ήταν ειδικά κατάλληλη για τους Χριστιανούς στην εμπορικώς ευημερούσα πόλι της Εφέσου καθώς και για τους Χριστιανούς που κατοικούσαν σε άλλες ευημερούσες πόλεις, όπως ήταν η Λαοδίκεια, που απείχε σαράντα μόνο μίλια ανατολικά της Εφέσου. Μέρη σαν αυτά, όπου εγίνοντο μεγάλες χρηματικές συναλλαγές και πολύ εμπόριο, θα μπορούσαν να είναι ένα υλιστικό τέλμα για τους απρόσεκτους Χριστιανούς.
Προφανώς οι Χριστιανοί της Λαοδικείας παρέλειψαν να λάβουν υπ’ όψι την προειδοποίησι του Παύλου. Στον καιρό, που έγραψε ο Ιωάννης το βιβλίο της Αποκαλύψεως, ύστερ’ από τριάντα και πλέον χρόνια, οι Χριστιανοί, που κατοικούσαν στη Λαοδίκεια, υπέπεσαν στην αγάπη του χρήματος. Ένεκα τούτου, απώλεσαν την πνευματική των ωραιότητα και τα πνευματικά των πλούτη. Το εδάφιο της Αποκαλύψεως 3:17, απευθυνόμενο σ’ αυτούς λέγει: «Λέγεις, Ότι πλούσιος είμαι, και επλούτησα, και δεν έχω χρείαν ουδενός, και δεν εξεύρεις ότι συ είσαι ο ταλαίπωρος, και ελεεινός, και πτωχός, και τυφλός, και γυμνός.» Ήσαν πνευματικώς πτωχοί κι έπεφταν σε πνευματική ερήμωσι, διότι απέδιδαν ανώτερη αξία στον υλικό πλούτο παρά στα πνευματικά πλούτη. Η στάσις των απέναντι του χρήματος έγινε κακή.
Η ΠΕΝΙΑ ΔΕΝ ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ
Σε μερικές μη Χριστιανικές θρησκείες νομίζεται ότι η θρησκευτική αξία επιτυγχάνεται με την επιδίωξι μιας ζωής πτωχείας. Οι Βουδδισταί καλόγηροι, λόγου χάριν, εγκαταλείποντας όλα τα υλικά αγαθά, δαπανούν τη ζωή τους σε μοναστική μελέτη. Τ’ αποκτήματα των αποτελούνται από ένα ένδυμα και μόλις κάτι επί πλέον, ένα πινάκιο επαιτείας, μια βελόνη, ένα κομπολόγι με 108 χάνδρες, ένα ξυράφι κι ένα σουρωτήρι, γι’ απαλλαγή από έντομα του νερού που πίνουν.
Μια ζωή πενίας δεν απαιτείται από τους Χριστιανούς για να λάβουν την επιδοκιμασία του αληθινού Θεού. Ο Θεός ποτέ δεν εδίδαξε τους λάτρεις του να κάνουν ασκητισμό. Ένας Χριστιανός είναι ελεύθερος να κερδίζη χρήματα και ν’ αγοράζη αναγκαία πράγματα, ακόμη και αντικείμενα ανέσεως και πολυτελείας, μ’ αυτό το χρήμα. Δεν του απαγορεύεται ν’ αγοράση τα υλικά πράγματα που μπορεί.
Αν ένας άνθρωπος, εμπορικής ικανότητος ανωτέρας του συνήθους, κατώρθωσε να επιτύχη ένα ουσιώδες οικονομικό εισόδημα χωρίς να υποκύψη στον επικίνδυνο πόθο να πλουτήση, θα ήταν σφάλμα να κατηγορηθή ως φιλοχρήματος. Εκείνο, που δείχνει αν ένας άνθρωπος είναι φιλοχρήματος ή όχι, δεν είναι το ποσόν των χρημάτων που έχει ή ο αριθμός των αποκτημάτων του ή η ποιότης των αποκτημάτων του. Αντ’ αυτών, είναι η στάσις του απέναντι αυτών των πραγμάτων.
ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΣΤΑΣΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι φτωχός κι ωστόσο να είναι φιλοχρήματος λόγω της απλήστου επιθυμίας του να γίνη πλούσιος και να έχη πράγματα που τώρα δεν τα έχει. Ένας άνθρωπος μετρίων μέσων σε άλλη χώρα μπορεί να φαίνεται πλούσιος στα όμματα του φτωχού, κι ωστόσο αυτός ο άνθρωπος μπορεί να μην έχη την εσφαλμένη στάσι του φτωχού ανθρώπου. Όσοι αγαπούν το χρήμα, είτε φτωχοί είναι είτε πλούσιοι, κατακρίνονται από τις Γραφές λόγω της εσφαλμένης των στάσεως.
Στον Ιερεμία 9:23 είναι γραμμένο: «Ας μη καυχάται ο σοφός εις την σοφίαν αυτού, και ας μη καυχάται ο δυνατός εις την δύναμιν αυτού, ας μη καυχάται ο πλούσιος εις τον πλούτον αυτού.» Ο Ιεχωβά δεν λέγει εδώ ότι ένας άνθρωπος δεν πρέπει να είναι σοφός, δυνατός ή πλούσιος, αλλ’ ότι ένας άνθρωπος πρέπει ν’ αποφεύγη την εσφαλμένη στάσι απέναντι αυτών των πραγμάτων με το να καυχάται γι’ αυτά.
Οι Χριστιανοί της Λαοδικείας του πρώτου αιώνος έκαμαν το σφάλμα να εμπιστεύωνται στα πλούτη των κι έτσι ανέπτυξαν μια εσφαλμένη στάσι ως προς αυτά. Ήσαν όπως ο δυνατός άνθρωπος που μνημονεύεται στον Ψαλμό 52:7 «όστις δεν έθεσε τον Θεόν δύναμιν αυτού· αλλ’ ήλπισεν επί το πλήθος του πλούτου αυτού.»
Η μωρία της εμπιστοσύνης σε φθειρόμενα πλούτη τονίζεται κατ’ επανάληψιν στις Γραφές. Μερικοί αφιερωμένοι δούλοι του Θεού, προσπαθώντας με απληστία να πλουτήσουν, όπως λέγει ο Παύλος, «απεπλανήθησαν από της πίστεως.» (1 Τιμ. 6:10) Απέτυχαν να διατηρήσουν τη Χριστιανική των αθωότητα και παρεσύρθησαν στην άνομη πορεία του κόσμου. «Ο πιστός άνθρωπος θέλει έχει πολλήν ευλογίαν· αλλ’ όστις σπεύδει να πλουτήση, δεν θέλει μείνει ατιμώρητος.» (Παροιμ. 28:20) Ο πιστός άνθρωπος είναι εκείνος που σπεύδει να υπηρετήση τον Ιεχωβά και του οποίου οι κόποι είναι κυρίως για πνευματικούς θησαυρούς.
Το να επισωρεύωμε πνευματικούς θησαυρούς είναι πολύ πιο ανταποδοτικό τώρα και στο μέλλον από το να επιζητούμε πειναλέα να σωρεύσωμε υλικά πλούτη ως πηγήν ασφαλείας. Ο Ιησούς το ετόνισε αυτό, όταν είπε: «Μη θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς επί της γης, όπου σκώληξ και σκωρία αφανίζει, και όπου κλέπται διατρυπούσι και κλέπτουσιν· αλλά θησαυρίζετε εις εαυτούς θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σκώληξ ούτε σκωρία αφανίζει, και όπου κλέπται δεν διατρυπούσιν ουδέ κλέπτουσιν.»—Ματθ. 6:19, 20.
Ο Ιησούς δεν κατέκρινε το να είναι κανείς οικονόμος. Εκείνο, που έλεγε στους ακολούθους του, ήταν ότι δεν έπρεπε να σωρεύουν με φιλάργυρο τρόπο υλικά πλούτη και να εναποθέτουν σ’ αυτά την εμπιστοσύνη των. Όχι επίγειοι θησαυροί αλλά ουράνιοι θησαυροί, όπως είναι η επιδοκιμασία του Θεού, φέρνουν αιώνια οφέλη. Ο θάνατος αποχωρίζει τον φιλάργυρο από το χρήμα του, αφήνοντάς το να το χρησιμοποιήση κάποιος άλλος. Το χρήμα δεν μπορεί να τον σώση. «Ούτω θέλει είσθαι όστις θησαυρίζει εις εαυτόν, και δεν πλουτεί εις Θεόν.»—Λουκ. 12:21.
ΟΡΘΗ ΣΤΑΣΙΣ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΟΣ
Ενόσω παραμένει το παρόν σύστημα πραγμάτων, το χρήμα μπορεί να χρησιμοποιήται από τους Χριστιανούς ως ένα χρήσιμο μέσον για τη θεραπεία των αναγκών των, για να τους φέρη μερικές από τις ανέσεις των νεωτέρων χρόνων και για την προαγωγή της διακονίας. Επειδή μπορεί να τους φέρη πολλά πράγματα, πρέπει οι Χριστιανοί να είναι εγκρατείς, φυλάττοντας πάντοτε το χρήμα στη θέσι του ως μέσον και όχι ως ένα αντικείμενον αγάπης.
Ο απόστολος Παύλος ετόνισε την ορθή στάσι απέναντι του χρήματος στην προς Τιμόθεον επιστολή του. Αφού έδωσε προειδοποίησι εναντίον της φιλαργυρίας, ανεγνώρισε ότι μερικοί Χριστιανοί ήσαν πλούσιοι σε υλικά πράγματα, αλλ’ αντί να τους κατακρίνη και να τους υποδείξη ν’ απαλλαγούν από τα πλούτη των και να ζήσουν μια ζωή πτωχείας, τους προέτρεπε να τηρήσουν την ορθή στάσι απέναντι του πλούτου. «Εις τους πλουσίους του κόσμου τούτου παράγγελλε να μη υψηλοφρονώσι, μηδέ να ελπίζωσιν επί την αδηλότητα του πλούτου, αλλ’ επί τον Θεόν τον ζώντα, όστις δίδει εις ημάς πλουσίως πάντα εις απόλαυσιν· να αγαθοεργώσι, να πλουτώσιν εις έργα καλά, να ήναι ευμετάδοτοι, κοινωνικοί, θησαυρίζοντες εις εαυτούς θεμέλιον καλόν εις το μέλλον, δια να απολαύσωσι την αιώνιαν ζωήν.» (1 Τιμ. 6:17-19) Οι Χριστιανοί, που τηρούν την ορθή αυτή στάσι, μολονότι μπορεί να είναι υλικώς πλούσιοι, δεν είναι φιλοχρήματοι. Η εμπιστοσύνη των είναι στον Θεό, όχι στα πλούτη των. Αν είχαν να εκλέξουν μεταξύ των δύο, ευχαρίστως θα εγκατέλειπαν τ’ αποκτήματά των και θα εξέλεγαν την υπηρεσία του Θεού.
Κανένα ποσόν χρημάτων δεν μπορεί να παραβληθή με τον θησαυρό της υπηρεσίας του Ιεχωβά με την πλήρη προσοχή σας, όπως έκανε ο απόστολος Παύλος. Αυτός δεν είχε οικονομικές υποχρεώσεις, που ν’ απαιτούν απ’ αυτόν να διατηρή τακτική εργασία στη σκηνοποιία· εδαπάνησε, λοιπόν, όλον τον χρόνον του στη διακονία. Σαν αυτόν υπάρχουν Χριστιανοί σήμερα που αφιερώνουν όλον τον χρόνον τους στη διακονία ως σκαπανείς ή ειδικοί επίσκοποι στην κοινωνία του Νέου Κόσμου. Έχοντας την ορθή στάσι απέναντι του χρήματος, θεωρούν τις πνευματικές ευλογίες που έχουν ως πάρα πολύ μεγαλύτερης αξίας από τα υλικά αποκτήματα που θα μπορούσαν να έχουν αν διέθεταν τον περισσότερο χρόνον των σε κοσμική εργασία.
Άσχετα αν ένα άτομο έχη σημαντικό εισόδημα, είτε μέτριο εισόδημα, είτε σχεδόν κανένα εισόδημα, ο κανών που πρέπει να διέπη τη στάσι του είναι εκείνος που ετέθη από τον Ιησού Χριστό: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού.» (Ματθ. 6:33) Με την ορθή στάσι, ένας Χριστιανός μπορεί να χρησιμοποιή το χρήμα ως μέσον και ποτέ να μην υποκύπτη στην εκφυλιστική αγάπη του χρήματος, που οδηγεί σε πνευματική ερήμωσι.