Ποιο Είναι το Τέλος των Ασεβών;
ΠΟΙΟ είναι το τέλος των ασεβών; Αυτό είναι ένα ερώτημα που ασφαλώς το έθεσαν πολλοί όταν έμαθαν για τη σύλληψι του Εθνικοσοσιαλιστού εγκληματίου, ενός ονόματι Άιχμαν, ο οποίος υπήρξε υπεύθυνος για τον θάνατο εκατομμυρίων Ιουδαίων κι ο οποίος εκαυχήθη ότι δεν ησθάνετο καμμιά λύπη. Θα υποφέρη ένας τέτοιος άνθρωπος, μετά την εκτέλεσί του, αιώνια βάσανα μέσα σ’ έναν φλεγόμενον άδη; Ή μήπως ο θάνατος τερματίζει τα πάντα; Ποιο τέλος ορίζει η Θεία δικαιοσύνη για τέτοιους ανθρώπους;
Για το εξής πράγμα μπορούμε να είμεθα βέβαιοι: η δικαιοσύνη θ’ αποδοθή. Γιατί; Διότι ο Θεός υπάρχει, και γι’ αυτόν είναι γραμμένο: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά, ο αγαπών δικαιοσύνην.» Επομένως, ισχύει η Γραφική αρχή: «Ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει.»—Ησ. 61:8, ΜΝΚ· Γαλ. 6:7.
Έτσι, ο λόγος τον Θεού μάς διαβεβαιώνει ότι «οι δίκαιοι θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα.» Αλλ’ «οι ασεβείς θέλουσιν επιστραφή εις τον άδην· πάντα τα έθνη τα λησμονούντα τον Θεόν.»—Ψαλμ. 37:29· 9:17.
Αυτό, όμως, εγείρει το ερώτημα, τι ακριβώς είναι αυτός ο άδης, στον οποίον επιστρέφουν οι ασεβείς; Κατά τον άλλοτε Πάπαν Πίον ΙΒ΄, ο άδης είναι ένας πραγματικός τόπος αιωνίων βασάνων. Ένα λαϊκό Ρωμαιοκαθολικό βιβλίο, διευκρινίζοντας τις παρατηρήσεις του για μας, λέγει: «Δεν υπάρχει τίποτα το αμφίβολο στα λόγια του Χριστού, του Υιού του Θεού, περί της πραγματικότητος του άδου. Αυτός είπε καθαρά ότι είναι ο τόπος, στον οποίον οι αμετανόητοι αμαρτωλοί θα καταδικασθούν για πάντα, ότι εκεί, ‘ο σκώληξ αυτών δεν τελευτά, και το πυρ δεν σβύνεται,’ και ότι ‘καλήτερόν σοι είναι να εισέλθης εις τον ουρανόν τυφλός, κουλλός ή χωλός παρά έχων δύο οφθαλμούς και δύο χείρας και δύο πόδας να ριφθής εις τα βάθη του άδου.’ . . . Ούτε έδωσε καθησυχαστική διαβεβαίωσι ότι πολύ λίγοι μόνο θα κατεδικάζοντο να παν στον άδη· μάλλον ωμίλησε περί του πλήθους στο οποίον επρόκειτο να πη: ‘Υπάγετε απ’ εμού, οι κατηραμένοι, εις το πύρ το αιώνιον’.» Η άποψις αυτή, θα μπορούσε να προστεθή, ότι διακρατείται, επίσης, κι από πολλούς Διαμαρτυρομένους.—Μάρκ. 9:43-48· Ματθ. 25:41.
Μπορεί, όμως, ο βασανισμός τόσων ανθρώπων σε όλη την αιωνιότητα να εναρμονισθή με ό,τι λέγει η Αγ. Γραφή περί του ουρανίου Πατρός μας ότι είναι δίκαιος, εύσπλαγχνος και φιλάγαθος; Ακόμη και οι νόμοι των ατελών ανθρώπων απαγορεύουν τη σκληρή και ασυνήθη τιμωρία. Μήπως ο Θεός είναι λιγώτερο δίκαιος και φιλάγαθος από τα ατελή και αμαρτωλά πλάσματά του;—Έξοδ. 34:6,7· 1 Ιωάν. 4:8.
Επίσης, αν οι λόγοι του Ιησού περί του τέλους των ασεβών πρέπει να νοηθούν κατά γράμμα, δεν είναι παράξενο το ότι, ενώ η Γραφή μάς λέγει ότι ο Θεός εδημιούργησε τον ουρανό και τη γη, δεν λέγει τίποτα περί του ότι εδημιούργησε έναν τόπο αιωνίων βασάνων, ούτε για ένα καθαρτήριο, γι’ αυτό το ζήτημα; Πότε εδημιουργήθη ο άδης; Προτού αμαρτήση οποιοδήποτε από τα πλάσματα του Θεού, ή μόνο μετά; Και πού είναι;
Εγείρεται, επίσης, το ερώτημα περί του τι είναι αυτό που πηγαίνει στον άδη. Ασφαλώς όχι το φυσικό σώμα, διότι αυτό επιστρέφει στη γη. Η ψυχή, μήπως; Αλλά τι είναι ψυχή; Μήπως είναι, όπως ισχυρίζεται ο Αυγουστίνος, μια αθάνατη πνευματική ύπαρξις, δημιουργημένη από τον Θεό την ώρα της συλλήψεως ενός ανθρώπου, και η οποία στον θάνατο μεταβαίνει στον ουρανό, στο καθαρτήριο ή στον άδη;
Όχι, σύμφωνα με τον λόγον του Θεού. Εκεί μας λέγεται ότι όταν ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο, «έγεινεν ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν,» και ότι ένεκα της αμαρτίας κανείς δεν μπορεί να ‘λυτρώση την ψυχήν αυτού εκ της χειρός του τάφου.’ Έτσι, και ο Σαμψών επίσης προσηυχήθη: «Αποθανέτω η ψυχή μου μετά των Φιλισταίων.» Ναι, αναγινώσκομε καθαρά: «Η ψυχή η αμαρτάνουσα, αυτή θέλει αποθάνει.»—Γέν. 2:7· Ψαλμ. 89:48, ΚΕΜ· Κριτ. 16:30· Ιεζ. 18:20.
Εκείνο που γενικά παραβλέπεται είναι ότι εκείνο που έθεσε ο Θεός ενώπιον του Αδάμ δεν ήταν το ενδεχόμενο ζωής στον ουρανό και ζωής σε αιώνια βάσανα, αλλά ζωή (ύπαρξις) και θάνατος (ανυπαρξία). Ο Θεός δεν είχε πει τίποτα περί μεταβάσεως του Αδάμ στον ουρανό, αλλά μόνον ότι «καθ’ ην ημέραν φάγης απ’ αυτού [του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού], θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» Έτσι, λοιπόν, όταν ο Αδάμ και η Εύα παρήκουσαν, ο Θεός δεν τους κατεδίκασε σε μια αιωνιότητα βασανισμού, αλλά σε ανυπαρξία: «Γη είσαι, και εις γην θέλεις επιστρέψει.» Ο Θεός εχρησιμοποίησε τον Μωυσή για να θέση τα ίδια ερωτήματα ενώπιον του λαού του: «Έθεσα ενώπιόν σας την ζωήν και τον θάνατον.» Γι’ αυτό και αναγινώσκομε, επίσης, ότι «ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος· το δε χάρισμα του Θεού, ζωή αιώνιος.»—Γέν. 2:17· 3:19· Δευτ. 30:19· Ρωμ. 6:23.
Αυτό είναι λογικό, εύλογο και δίκαιο. Αν η ζωή είναι ένα δώρο, όπως λέγουν οι Γραφές, μπορεί να μη γίνη δεκτό. Αν ο άνθρωπος εγεννάτο με μια αθάνατη ψυχή, θα του ήταν επιβεβλημένη μια αιωνιότης μ’ ένα τελεσίγραφον υπακοής ή αιωνίου βασανισμού. Αυτό θα έδειχνε περίπου τόση αγάπη όση θα εδείχνετο από ένα νεανίαν, ο οποίος θα προσέφερε σε μια νεάνιδα ένα δακτύλιον αρραβώνα, καλώντας την να εκλέξη ή να τον δεχθή ή να της τινάξη τα μυαλά στον αέρα.
Τότε, λοιπόν, πώς πρέπει να νοήσωμε τα λόγια του Ιησού που παρατίθενται ανωτέρω προς υποστήριξιν του αιωνίου βασανισμού των ασεβών; Ως σχήματα λόγου, όπως πρέπει πράγματι να είναι ένεκα των συμφραζομένων. Όταν ο Ιησούς μιλούσε για την εξόρυξι ενός οφθαλμού ή την αποκοπή ενός ποδιού ή χεριού, μήπως εννοούσε το να κάνωμε κατά γράμμα ακρωτηριασμούς στον εαυτό μας, και θα κατοικούσαμε τότε σε όλη την αιωνιότητα στον ουρανό με ένα μόνο μάτι, ένα χέρι, ένα πόδι; Ασφαλώς όχι! Εφόσον αυτά τα λόγια πρέπει να νοηθούν μεταφορικώς, ή ως σύμβολα, έτσι πρέπει να νοηθούν και τα αναφερθέντα από τον Ιησούν για τον σκώληκα που δεν πεθαίνει και το πυρ που δεν σβήνεται. Το ίδιο αληθεύει και για την παραβολή του περί προβάτων και εριφίων. Όπως δεν ανεφέρετο σε κατά γράμμα πρόβατα και ερίφια, αλλά σε «προβατοειδείς» και «εριφοειδείς» ανθρώπους, έτσι επίσης δεν ανεφέρετο σε κατά γράμμα πυρ, αλλά σε πλήρη καταστροφή σαν με πυρ.
Η ψευδής θρησκευτική διδασκαλία ότι αιώνια βάσανα είναι το τέλος των ασεβών αποτελεί βλασφημία κατά του Θεού και απομακρύνει απ’ αυτόν τα ειλικρινή άτομα. Αλλ’ η αλήθεια τον τιμά και δείχνει ότι είναι σοφός, δίκαιος και στοργικός. Εκείνοι, που αγαπούν τον Θεό και υπακούουν σ’ αυτόν, θα λάβουν τα δώρα του, των οποίων το πρώτο είναι η ζωή. Εκείνοι, που δεν τον αγαπούν και δεν υπακούουν σ’ αυτόν, οι ασεβείς, θα εξαφανισθούν, θα χάσουν τη ζωή.
Στον παρόντα αιώνα του διαστήματος ο Θεός θέτει και πάλιν ενώπιον όλης της ανθρωπότητος τα ερωτήματα ζωής και θανάτου. Η εκπλήρωσις της Βιβλικής προφητείας καταδεικνύει ότι ζούμε στις ημέρες που παρωμοίασε ο Ιησούς με τις ημέρες του Νώε. Όπως ο Νώε κι η οικογένειά του επέζησαν από τον Κατακλυσμό διότι εγνώριζαν κι έπρατταν το θέλημα του Θεού, έτσι και σήμερα μόνον εκείνοι που γνωρίζουν και πράττουν το θέλημα του Θεού θα επιζήσουν από την επικείμενη καταστροφή του Αρμαγεδδώνος. Το να σας παρασχεθή βοήθεια προς την κατεύθυνσι αυτή, αποτελεί έναν από τους σκοπούς του παρόντος περιοδικού.—Ματθ. 24:37-39.