Διατήρησις Αγιασμού
«Επειδή τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, . . . να εξεύρη έκαστος υμών να κρατή το εαυτού σκεύος εν αγιασμώ και τιμή.»—1 Θεσ. 4:3, 4.
1. Πόσο πολύτιμος είναι ο Λόγος του Θεού;
Ο ΛΟΓΟΣ του Ιεχωβά φθάνει έως εμάς με το βιβλίο που ονομάζομε Γραφή, και που αποτελείται από πολλά μικρότερα βιβλία, όλα εμπνευσμένα από τον μέγαν Συγγραφέα που εχρησιμοποίησε πιστούς ανθρωπίνους συγγραφείς για ν’ αποκαλύψη έτσι τις σκέψεις του επάνω στα ζητήματα που πραγματεύεται η Βίβλος. Αυτός ο Λόγος του Θεού είναι δοκιμασμένος και αποδεδειγμένος, και είναι καθαρός. (Παροιμ. 30:5) Δια μέσου των αιώνων έχει διαφυλαχθή για να στέκη λαμπρός και καθαρός τώρα ανάμεσα σ’ ένα διεφθαρμένο και παρακμασμένο σύστημα πραγμάτων. Επειδή η μεγάλη Πηγή του είναι τελεία, δικαία και αγία, ο Λόγος αυτός είναι επαρκής και δεν υπόκειται σε προσθήκες ή αφαιρέσεις. (Δευτ. 4:2· Αποκάλ. 22:18, 19) Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα άτομα που αγαπούν τη δικαιοσύνη και κάθε τι που αυτή συνεπάγεται πρέπει να στραφούν σ’ αυτόν τον άγιον Λόγον του Θεού διότι εκεί και μόνο βρίσκεται καθοδηγία με ευθύτητα. Τόσο καθαρός, άγιος και πολύτιμος είναι αυτός, και τόσο ωραία τα συστατικά του μέρη, ώστε ο λόγος ‘εν καιρώ’ παραβάλλεται με χρυσά μήλα σε αργυρές θήκες. «Λόγος λαληθείς πρεπόντως είναι μήλα χρυσά εις ποικίλματα αργυρά.» «Ως μήλα χρυσά εις βάσιν χαραγμένου αργύρου είναι ο λόγος που ελαλήθη κατάλληλα.» «Χρυσός καρπός εις διακοσμημένα αργυρά κάνιστρα είναι ο λόγος που ελαλήθη εις κατάλληλον περίπτωσιν.»—Παροιμ. 25:11, ΜΑΜ· ΜΙΡ.
2. Ποια αλήθεια βρίσκεται στα περιεχόμενα του Λόγου του Θεού, και ποιες διαθέσεις υπάρχουν απέναντι της από μέρους των ανθρώπων;
2 Μολονότι ένα αποθησαυρισμένο κόσμημα ή σκεύος μπορεί να είναι από καθαρό χρυσάφι ή ασήμι, αν το πιάσουν ακάθαρτα ή απρόσεκτα χέρια, μπορεί να το κακομεταχειρισθούν πολύ, να το αναποδογυρίσουν και να το κενώσουν από τα πολύτιμα περιεχόμενά του. Αυτό έγινε από ασεβείς ανθρώπους που κακομεταχειρίστηκαν τον Λόγον της αληθείας του Θεού. Μέσα στα ωραία και ζωτικά περιεχόμενα της Βίβλου υπάρχει η αλήθεια περί αγιασμού, και όμως, ποια κατανόησι και εκτίμησι του αγιασμού έχουν σήμερα οι άνθρωποι και αυτού του λεγομένου «Χριστιανικού» κόσμου; Γνωρίζουν την υποκριτική ευσέβεια σε όλη την απεχθή της σημασία. Η ευσεβοφάνεια, η υποκρισία, εκτείνει ένα ευτελές επίχρισμα επάνω σε ολόκληρη τη διάρθρωσι του παλαιού κόσμου με μια μάταιη προσπάθεια ν’ αποκρυβή η διαφθορά που βρίσκεται κάτω από κάθε μέρος του παλαιού συστήματος πραγμάτων. Λόγω της αδυσώπητης προσπαθείας των να δικαιώσουν την ασεβή πορεία της ενεργείας των με την κακή εφαρμογή των Γραφών, οι οδηγοί της δημοσίας γνώμης, και ιδιαίτερα οι θρησκευτικοί διδάσκαλοι ολοκλήρου του «Χριστιανικού κόσμου», απεστέρησαν τους ανθρώπους από την εκτίμησι του γνησίου αγιασμού όπως παρουσιάζεται στον Λόγον του Θεού. Οι Καθολικοί, Διαμαρτυρόμενοι, Ιουδαίοι και άλλοι λειτουργοί της θρησκείας γενικά τροφοδοτούν τα πλήθη με ό,τι ικανοποιεί τις ορέξεις των, και αυτοί οι ίδιοι επιδίδονται σε πράξεις που ατιμάζουν τον Θεό, αυτό δε έχει ως αποτέλεσμα τη διαστροφή της εννοίας των αξιών του ανθρωπίνου γένους σε τέτοιο βαθμό ώστε το άτομο που ειλικρινώς λυπείται γι’ αυτά τα πράγματα που είναι βδέλυγμα στον Θεό, αποτελεί αληθινά μια εξαίρεσι. (Ιεζ. 9:4) Και όμως υπάρχουν πολλές τέτοιες εξαιρέσεις, ειλικρινή άτομα που αγαπούν τη δικαιοσύνη. Αυτά ας γνωρίζουν με βεβαιότητα ότι παρά την υποκριτική ευσεβοφάνεια που ασκείται εν ονόματι του Θεού, ο αληθινός αγιασμός, τώρα όπως πάντοτε, είναι η σοφή πορεία που πρέπει να επιδιώξουν οι Χριστιανοί. Ας προσβλέψουν στην αγιότητα του μεγάλου Δημιουργού, στην αγιότητα του Λόγου της αληθείας του και στην ιερότητα των αδιαφθόρων διδασκαλιών του.
3. Αναφέρατε τη σχέσι του αποστόλου Παύλου προς την εκκλησία της Θεσσαλονίκης και την ενθάρρυνσι που έδωσε σ’ εκείνους και σ’ εμάς όσον αφορά τον αγιασμό.
3 Γύρω, πιθανώς, στο 49 ή 50 μ.Χ. ο απόστολος Παύλος, όταν έκανε τη δευτέρα του περιοδεία κηρύγματος, ίδρυσε τη Χριστιανική εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Οι Χριστιανοί αυτοί από την αρχή υπέστησαν δριμύν θρησκευτικόν διωγμόν λόγω της πίστεώς των. Η υπομονή των ήταν χαρά για τον πρεσβύτερο αδελφό των Παύλο, και γράφοντας σ’ αυτούς τους επήνεσε λόγω της πίστεώς των και τους ενεθάρρυνε με μεγάλη έμφασι να διατηρήσουν τον αγιασμό των, συνεχίζοντας την πορεία της δικαιοσύνης στην οποίαν είχαν θέσει τα πόδια τους. Ήταν καλό ότι ο Παύλος τούς έγραψε όσα τους έγραψε στην πρώτη προς Θεσσαλονικείς επιστολή του, και αν οι Χριστιανοί σήμερα τα εγκολπωθούν, τα ίδια αυτά λόγια του Παύλου μπορούν να βοηθήσουν εκείνους που αγαπούν τον Ιεχωβά Θεό τώρα να διατηρήσουν τον αγιασμό των.
4. Ποια είναι η πηγή του αγιασμού των Χριστιανών;
4 Ο αγιασμός της Χριστιανικής εκκλησίας δεν άρχισε με τον απόστολο Παύλο. Ο Πρωτουργός και Προμηθευτής της είναι ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος. Μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού αυτή η σχέσις προς τον Θεό ανοίχθηκε και έγινε προσιτή, ο δε Ιησούς Χριστός ο ίδιος αναφέρθηκε κατ’ επανάληψιν στον αγιασμό. Ο Παύλος δείχνει ότι ο αγιασμός ήταν θέλημα του Ιεχωβά για τα μέλη του σώματος του Χριστού, της κεχρισμένης Χριστιανικής εκκλησίας, της οποίας οι Χριστιανοί της Θεσσαλονίκης αποτελούσαν μέρος.
5. Δώστε Γραφική μαρτυρία όσον αφορά το θέλημα του Θεού για τους Χριστιανούς.
5 Στο εδάφιο που αναφέρεται κάτω από τον τίτλο του άρθρου αυτού, ο Παύλος τονίζει «τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας.» (1 Θεσ. 4:3) Δείχνοντας περαιτέρω ότι ο αγιασμός είναι το θέλημα του Ιεχωβά για τους Χριστιανούς, ο Παύλος εξεφράσθη με όμοιο τρόπο στο δέκατο κεφάλαιο της προς Εβραίους επιστολής, εξετάζοντας την υπηρεσία του Ιησού Χριστού και το ιερατικό του έργον υπέρ του σώματός του, της πνευματικής εκκλησίας του. Στον Ιησού Χριστό ο Παύλος εφαρμόζει την προφητεία του Ψαλμού 40:8, ο οποίος λέγει: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου· και ο νόμος σου είναι εν τω μέσω της καρδίας μου.» Ο Παύλος το εκθέτει με τον εξής τρόπο: «Δια τούτο εισερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, . . .“Ιδού, έρχομαι, (εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού,) δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου.” Με το οποίον θέλημα είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης.» (Εβρ. 10:5, 7, 10) Όσο, λοιπόν, βέβαιο ήταν το θέλημα του Ιεχωβά Θεού που επετέλεσε ο Ιησούς, άλλο τόσο βέβαιο είναι το θέλημά Του να αγιασθούν οι Χριστιανοί, οτιδήποτε και αν είναι ο αγιασμός.
6. Δείξτε τι εννοούμε με τον τίτλο αυτού του άρθρου, και αναφέρατε τρία πράγματα που θ’ αποδειχθούν υποβοηθητικά σ’ εμάς.
6 Όταν μιλούμε για διατήρησι αγιασμού εννοούμε ότι ο αγιασμός είναι κάτι που δεν διατηρείται αυτομάτως, αλλά πρέπει να επιδιώκεται συνεχώς. Και έτσι έχει το πράγμα. Τι ενθάρρυνσις από αυτή την άποψι πρέπει να υπήρξε για τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς το ότι έλαβαν την επιστολή του Παύλου! Η απόφασις να συνεχίσουν στο δρόμο που είχαν ξεκινήσει, πιστοί στον Θεό των, πρέπει να δυνάμωσε μέσα τους όταν εδιάβασαν: «Του λοιπού, αδελφοί, σας παρακαλούμεν και σας προτρέπομεν δια του Κυρίου Ιησού, καθώς παρελάβετε παρ’ ημών το πώς πρέπει να περιπατήτε και να αρέσκητε εις τον Θεόν, ούτω να περισσεύητε εις το μάλλον. . . . Επειδή τούτο είναι το θέλημα του Θεού, ο αγιασμός σας, να απέχησθε από της πορνείας· να εξεύρη έκαστος υμών να κρατή το εαυτού σκεύος εν αγιασμώ και τιμή.» (1 Θεσ. 4:1-4) Για να διατηρήσωμε εμείς αγιασμό, πρέπει, βέβαια, να γνωρίζουμε τι είναι αγιασμός, πώς αποκτάται και πώς μπορεί να διατηρηθή.
ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΣ;
7. Δώστε τον ορισμό του «αγιασμού» δείχνοντας πώς δικαιολογείται και ποια αντίθεσι αυτός τονίζει.
7 Αγιασμός σημαίνει το να είναι κανείς σε συμφωνία με τον Ιεχωβά Θεό, ο οποίος ποτέ δεν εκπίπτει από την αγιότητά του και τη δικαιοσύνη του, ποτέ δεν μεταβάλλεται. Η δικαιοσύνη του Ιεχωβά δικαιολογεί πλήρως τα πλάσματά του ν’ αφοσιωθούν σ’ αυτόν. Πράγματι, του αγιασμού προηγείται η προσωπική αφιέρωσις να πράξη κανείς το θέλημα του Θεού, αυτό δε το βήμα του ατόμου, καθώς και η πορεία της ενεργείας του που επακολουθεί και είναι συνεπής μ’ αυτό, γίνεται επειδή λατρεύει τον Ιεχωβά Θεό. Αυτό βέβαια τονίζει την άκρα αντίθεσι μεταξύ της ηθικότητος του Ιεχωβά από κάθε άποψι και της ανηθικότητος του σημερινού πολιτισμού από κάθε άποψι. Αυτή η αγιότης του Θεού υποκινεί τις πράξεις του καθώς και τις δίκαιες πράξεις των πλασμάτων του με υπακοή και λατρεία σ’ αυτόν· και γι’ αυτό είναι κατάλληλα τα λόγια του στον Ισραήλ που ήταν ήδη υπό την διαθήκη του νόμου μαζί του: «Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός σας· θέλετε λοιπόν αγιασθή, και θέλετε είσθαι άγιοι, διότι άγιος είμαι εγώ· και δεν θέλετε μιάνει τας ψυχάς σας . . . Διότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά, όστις σας ανεβίβασα εκ γης Αιγύπτου, δια να ήμαι Θεός σας· θέλετε λοιπόν είσθαι άγιοι, διότι άγιος είμαι εγώ.»—Λευιτ. 11:44, 45, ΑΣ.
8. Ποια εφαρμογή έχει το Λευιτικόν 11:44, 45 σ’ εκείνους που ανήκουν στη Χριστιανική εκκλησία;
8 Ο αγιασμός αυτός λόγω της αγιότητος του Ιεχωβά δεν ετελείωσε με το έθνος Ισραήλ. Μάλλον, εξετάθη ως αρχή στη Χριστιανική εκκλησία των κεχρισμένων ακολούθων του Ιησού Χριστού με περισσότερο ωθητική δύναμι έτσι ώστε ο απόστολος Πέτρος και τον εξήσκησε και τον εκήρυξε. Ενεργώντας έτσι ο Πέτρος ετόνισε στους άλλους Χριστιανούς την ανάγκη διατηρήσεως του αγιασμού των, λέγοντας: «Αναζωσθέντες τας οσφύας της διανοίας σας, εγκρατεύεσθε, και έχετε τελείαν ελπίδα εις την χάριν την ερχομένην εις εσάς όταν αποκαλυφθή ο Ιησούς Χριστός· ως τέκνα υπακοής, μη συμμορφούμενοι με τας προτέρας επιθυμίας τας οποίας είχετε εν αγνοία υμών· αλλά καθώς είναι άγιος εκείνος, όστις σας εκάλεσεν, ούτω και σεις γίνεσθε άγιοι εν πάση διαγωγή· διότι είναι γεγραμμένον, “Άγιοι γίνεσθε, διότι εγώ είμαι άγιος”.»—1 Πέτρ. 1:13-16.
9. Εκθέσατε το προειδοποιητικό παράδειγμα του Ισραήλ.
9 Ο Ισραήλ ως έθνος απέτυχε να διατηρήση τον αγιασμό του, και για τούτο έχασε την επιδοκιμασία και ευλογία του Θεού. Οι Χριστιανοί πρέπει να λάβουν προειδοποίησι απ’ αυτό.—1 Κορ. 10:6-11.
10. Συνεχίστε τον ισχυρό ορισμό του «αγιασμού».
10 Η λέξις «αγιάζω» σημαίνει καθιστώ ιερό ή άγιο, αποχωρίζω σε μια ιερή υπηρεσία. Αυτός είναι ο γενικά αναγνωριζόμενος ορισμός της λέξεως αυτής, η οποία έχει επίσης τη σημασία τού ελευθερώνω από την αμαρτία, καθαρίζω από ηθική διαφθορά. Είναι βέβαια μια ισχυρή έκφρασις και ενσωματώνει πολλά στη σημασία της.
ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ; ΔΥΝΑΤΟΣ;
11. Είναι ο αγιασμός μια πραγματικότης, και γιατί απαντάτε έτσι;
11 Τι θα πούμε; Είναι ο αγιασμός πραγματικός για τους Χριστιανούς άνδρες και γυναίκες που βρίσκονται τώρα επάνω στη γη, ή είναι απλώς μια έκφρασις που οι θρησκευτικές οργανώσεις ενσωματώνουν στα δόγματά των και στις διδασκαλίες των και η οποία δεν αποτελεί πραγματικότητα και δεν έχει πρακτική εφαρμογή; Ο αγιασμός είναι πραγματικός, όπως ακριβώς και ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός αποτελεί μια πραγματικότητα και είναι άγιος. Αν πιστεύωμε τη σαφή δήλωσι του Λόγου του Θεού που παρετέθη προηγουμένως, γνωρίζομε ότι η αγιότης του Ιεχωβά είναι κάτι το πραγματικό, χωρίς τίποτε το πλαστό όσον αφορά αυτήν. Ο Υιός του Θεού Ιησούς Χριστός δεν παρίστανε κακώς τα πράγματα όταν στην προσευχή προς τον ουράνιο Πατέρα του λίγο πριν από το θάνατό του είπε: «Εφανέρωσα το όνομά σου εις τους ανθρώπους τους οποίους μοι έδωκας εκ του κόσμου. . . . Εγώ περί αυτών παρακαλώ· δεν παρακαλώ περί του κόσμου, αλλά περί εκείνων τους οποίους μοι έδωκας, . . . Πάτερ άγιε, φύλαξον αυτούς εν τω ονόματί σου, τους οποίους μοι έδωκας, δια να ήναι έν καθώς ημείς. . . . Εγώ έδωκα εις αυτούς τον λόγον σου· και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς, διότι δεν είναι εκ του κόσμου, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου. . . . Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου· ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια. . . . Και υπέρ αυτών εγώ αγιάζω εμαυτόν, δια να ήναι και αυτοί ηγιασμένοι εν τη αληθεία.—Ιωάν. 17:6-19.
12. Ποια αντίθεσι εξαίρει, η θέσις του Ιησού όταν έλεγε όσα αναφέρονται εις Ιωάννην 17:6-19;
12 Πόσο ευτελές είναι το ψευδές θρησκευτικό επίχρισμα υποκριτικής λατρείας παράπλευρα στους υγιείς λόγους του Διδασκάλου που ελέχθησαν από το περίσσευμα της καρδιάς ενός που αντιμετώπιζε θάνατο επάνω σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου! Όσο βέβαιο είναι ότι ο Ιησούς έζησε και πέθανε λόγω του ότι ελάτρευε τον Ιεχωβά Θεό, άλλο τόσο βέβαιη είναι η πραγματικότης του αγιασμού του για τον οποίο μίλησε εδώ, καθώς επίσης του αγιασμού των συντρόφων του, ή μελών του σώματός του, τους οποίους επίσης ανέφερε εδώ.
13. Τι δείχνουν ο Παύλος και ο Πέτρος ότι είναι ο αγιασμός;
13 Ήταν πραγματικός ο αγιασμός για τους Θεσσαλονικείς, σύμφωνα με τον Παύλο, επειδή σ’ αυτούς είπε, «Καθώς και περιπατείτε, ίνα περισσεύητε μάλλον.» (1 Θεσ. 4:1, Κριτ. Έκδ. Κειμ.) Και ο Πέτρος, δίνοντάς μας την προηγούμενη προτροπή του για αγιότητα, δεν μας παρωδηγούσε όσον αφορά την πραγματικότητα του αγιασμού. Το σημείο, λοιπόν, που εξαίρεται εδώ είναι ότι ο αγιασμός είναι γνήσιος, δεν είναι μια κενή φράσις για να λέγεται απλώς, αλλά είναι ένας πρακτικός Χριστιανικός τρόπος ζωής, το θέλημα του Θεού για τον λαό του και μια πραγματικότης.
14. Αναφέρατε τα γεγονότα τα σχετικά με τους ατελείς ανθρώπους και το ερώτημα που αυτά επιτρέπουν.
14 Αλλά κάποιος με κάθε ειλικρίνεια μπορεί να υποθέση: Είμεθα ασθενή και ατελή πλάσματα και είμεθα αμαρτωλοί εκ κληρονομικότητος, ώστε και αν ακόμη ο αγιασμός είναι το θέλημα του Θεού για τους Χριστιανούς και αν τον θεωρή ακόμη ο Θεός ως κάτι το πραγματικό ενώπιόν του, πώς είναι δυνατόν εμείς να είμεθα αγιασμένοι, όσιοι, αφωσιωμένοι στη δικαιοσύνη ή αποχωρισμένοι σε ιερή υπηρεσία; Σε τούτο, από τις Γραφές απαντούμε ότι ο αγιασμός είναι δυνατόν να επιτευχθή.
15, 16. Εξετάστε το ζήτημα της δυνατότητος του αγιασμού από την άποψι του Ιεχωβά, του Ιησού Χριστού και της πρώτης Ρωμαϊκής εκκλησίας.
15 Κανείς δεν γνωρίζει τις ανθρώπινες αδυναμίες, που τις έχομε όλοι μας, καλύτερα από τον Ιεχωβά Θεό τον ίδιο. Ο Ιησούς Χριστός ήταν και είναι τελείως ενήμερος της καταστάσεώς μας, εκτιμώντας την αιτία της και το μέσον της θεραπείας της περισσότερο κι από μας τους ίδιους, και όμως έχομε τα προηγούμενα βεβαιωτικά του λόγια. Επίσης, ο απόστολος Παύλος έγραψε σε μια άλλη εκκλησία για τον αγιασμό, και η εκκλησία αυτή απετελείτο και από Ιουδαίους και από μη Ιουδαίους, βρισκόταν δε στην πόλι που ήταν πιθανώς στην εποχή της η πιο διεφθαρμένη πόλις επάνω στη γη: στην πόλι της ειδωλολατρικής Ρώμης, στην πρωτεύουσα της ειδωλολατρικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Η Ρώμη έχει περιγραφή ως ο οχετός ή η καταβόθρα στην οποία διωχετεύετο όλη η διαφθορά της αχανούς Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Βέβαια, το πονηρό παλαιό σύστημα πραγμάτων δεν έχει βελτιωθή από εκείνες τις ημέρες της Ρώμης. Έχει γίνει χειρότερο και είναι πιο διεφθαρμένο σήμερα με το επίχρισμα του της ψευδούς Χριστιανοσύνης· αλλά όπως ακριβώς οι προμήθειες του Θεού για τους λάτρεις του ήσαν αποτελεσματικές στις ημέρες της πρώτης Ρωμαϊκής εκκλησίας, έτσι είναι τελείως αποτελεσματικές και τώρα. Σημειώστε, λοιπόν, πόσο ο απόστολος Παύλος ανεγνώριζε τις ανικανότητες των αδελφών του στη Ρώμη και μάθετε ότι η ίδια αναγνώρισις που εξέφρασε στην επιστολή του ο Παύλος, εκδηλώνεται και από τον Ιεχωβά μέσω του Ιησού Χριστού προς όφελος του λαού του τώρα:
16 «Ας μη βασιλεύη λοιπόν η αμαρτία εν τω θνητώ υμών σώματι, ώστε κατά τας επιθυμίας αυτού να υπακούητε εις αυτήν· μηδέ παριστάνετε τα μέλη σας όπλα αδικίας εις την αμαρτίαν· αλλά παραστήσατε εαυτούς εις τον Θεόν ως ζώντας εκ νεκρών, και τα μέλη σας όπλα δικαιοσύνης εις τον Θεόν. Διότι η αμαρτία δεν θέλει σας κυριεύσει· επειδή δεν είσθε υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν. Τι λοιπόν; θέλομεν αμαρτήσει, διότι δεν είμεθα υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν; Μη γένοιτο. Δεν εξεύρετε ότι εις όντινα παριστάνετε εαυτούς δούλους προς υπακοήν, είσθε δούλοι εκείνου εις τον οποίον υπακούετε, ή της αμαρτίας προς θάνατον, ή της υπακοής προς δικαιοσύνην; Χάρις όμως εις τον Θεόν, διότι υπήρχετε δούλοι της αμαρτίας, πλην υπηκούσατε εκ καρδίας εις τον τύπον της διδαχής εις τον οποίον παρεδόθητε. Ελευθερωθέντες δε από της αμαρτίας, εδουλώθητε εις την δικαιοσύνην. Ανθρωπίνως λέγω δια την ασθένειαν της σαρκός σας. Διότι καθώς παρεστήσατε τα μέλη σας δούλα εις την ακαθαρσίαν και εις την ανομίαν προς την ανομίαν, ούτω τώρα παραστήσατε τα μέλη σας δούλα εις την δικαιοσύνην προς αγιασμόν.»—Ρωμ. 6:12-20.
17. Ποια αλλαγή στη ζωή των ατόμων υπονοείται με τον «αγιασμό» και συνεχίζεται αυτομάτως ο αγιασμός στους Χριστιανούς;
17 Για τους Ρωμαίους τότε, καθώς και για τους Θεσσαλονικείς Χριστιανούς, και για τους κεχρισμένους Χριστιανούς σήμερα στο έτος 1954, ο αγιασμός σημαίνει ότι έχουν αλλάξει τη ζωή τους και ότι κάθε άτομο απ’ αυτούς έχει στραφή από μια πορεία ανομίας στη νομιμότητα ενώπιον του μεγάλου Νομοθέτου Ιεχωβά Θεού. Ο αγιασμός αυτός είναι κατ’ ανάγκην κάτι που πρέπει να επιδιωχθή και διατηρηθή. Δεν συνεχίζεται σ’ ένα άτομο αυτομάτως, επειδή περιλαμβάνει μια αλλαγή στη ζωή του ατόμου, την οποίαν αλλαγή αυτό κάνει αφού αφιερωθή για να υπηρετήση τον Ύψιστον, και στην οποία πρέπει να εξακολουθήση και να ωριμάση. Η αλλαγή αυτή στη ζωή ενός ατόμου σημαίνει εκτέλεσι της αφιερώσεώς του στον δίκαιον Θεόν, συνεπώς στην δικαία υπόθεσί του. Στη γη, ποία υπόθεσις είναι δικαία; μια εθνική υπόθεσις; μια πολιτική υπόθεσις; Ποια υπόθεσις είναι απηλλαγμένη από οποιοδήποτε μόλυσμα διαφθοράς; Ποιο επίμαχο ζήτημα είναι άξιο της αφοσιώσεως των νοημόνων πλασμάτων; Η κατάλληλη τακτοποίησις του επιμάχου ζητήματος της θεότητος, της υπεροχής της καθαράς λατρείας, η μόνη δικαία υπόθεσις και αγία επιχείρησις, είναι η υπόθεσις του Ιεχωβά Θεού. Αυτό το επίμαχο ζήτημα της υπεροχής του Ιεχωβά κινεί εκείνους που τον λατρεύουν να υποστηρίξουν την Θεότητά του εφιστώντας την προσοχή στα γεγονότα που αφορούν τη σχέσι του με τα πλάσματά του και που αφορούν τον αποκεκαλυμμένο Λόγο του, τη Γραφή.
18. Ευρίσκει άρα γε ο Ιεχωβά έναν υπέρμαχον της υποθέσεώς του μεταξύ των θρησκειών του παλαιού αυτού κόσμου;
18 Ευρίσκει άρα γε ο Ιεχωβά έναν υπέρμαχον της υποθέσεώς του μεταξύ των θρησκειών του παλαιού αυτού κόσμου; Ονομάστε έναν! Δεν υπάρχει κανείς. Ένα παράδειγμα τούτου βρίσκεται στα γραφόμενα ενός εξέχοντος εκπροσώπου του Προτεσταντισμού. Στο βιβλίο του Κήρυγμα σ’ έναν Επαναστατικόν Αιώνα, που εξεδόθη προσφάτως, αναφερόμενος σ’ έναν προηγούμενον συγγραφέα που μιλεί για ένα πατέρα και γυιό στην εκκλησία, ο επίσκοπος αυτός αναφέρει: «Ο γηραιός εφημέριος διάβασε από την Παλαιά Διαθήκη, και το παιδί έμαθε για τον τρομερό Θεό που έστειλε πληγές επάνω σ’ ένα λαό και εδημιούργησε φλογερούς όφεις για να του επιτεθούν. Τη νύχτα εκείνη, όταν ο πατέρας πέρασε από το υπνοδωμάτιο του παιδιού, το παιδί τον εφώναξε, έβαλε τα χέρια γύρω από το λαιμό του πατέρα του, και τραβώντας τον κοντά, είπε: ‘Πατέρα, μισείς τον Ιεχωβά: το ίδιο κάνω κι εγώ. Τον αποστρέφομαι, αυτόν τον άγριο Θεό’.» Παρατηρήστε τώρα τα σχόλια που έκαμε ο συγγραφεύς σχετικά με το ανέκδοτο αυτό, και κρίνατε αν υπεστήριξε τον Θεόν της Γραφής και τις Βιβλικές αφηγήσεις των διεκδικητικών του πράξεων των αρχαίων χρόνων: «Από πολύν καιρό έχομε απορρίψει μια αντίληψι διαλλαγής που συνδέεται ιστορικώς με την ιδέα μιας Θεότητος που είναι απεχθής. Δεν μπορούμε εμείς να σκεπτώμεθα ότι ο Θεός είναι ένα ωργισμένο, τρομερό, εκδικητικό Ον, το οποίον εξαιτίας της αμαρτίας του Αδάμ απαιτεί μια λίτρα κρέατος σαν τον Σάυλοκ. Δεν είναι παράδοξο ότι το ειλικρινές παιδί, με δικαιολογημένη απέχθεια, τον ωνόμασε ‘άγριο Θεό’.
19. Ποιοι μόνο υποστηρίζουν την υπόθεσι του Ιεχωβά;
19 Είναι κάτι επαίσχυντο για έναν που φέρει το όνομα του Χριστού, ο οποίος σταθερά υπεστήριξε τον Ιεχωβά, να δικαιολογή το συμπέρασμα ενός πτωχού, κακώς διδαγμένου παιδιού ότι ο Ιεχωβά είναι ένας «άγριος Θεός». Εν τούτοις, η κατάστασις αυτή δεν είναι νέα. Ακόμη και από τον καιρό τον Ιησού έως τώρα, ποιοι επάνω στη γη έλαβαν στάσι υπέρ του Θεού των Εβραϊκών Γραφών, διακηρύττοντας την υπεροχή Του, αποδίδοντας σ’ Αυτόν αγάπη και αφοσίωσι, και καλώντας τον συνάνθρωπο τους να κάμη το ίδιο; Ποιοι λαμβάνουν αυτή την πορεία ενεργείας υπέρ της υποθέσεως του Ιεχωβά Θεού σήμερα; Τα άτομα εκείνα, και μόνο αυτά, που εσκεμμένως, με κατανόησι και αγάπη, αλλάζουν τη ζωή τους έτσι ώστε τα ίδια τα μέλη των παριστάνονται «δούλα εις την δικαιοσύνην προς αγιασμόν». Αυτό σημαίνει εξυπηρέτησι της αγίας υποθέσεως του αγίου Θεού. Ο αγιασμός περιλαμβάνει την παρουσίασι αυτή στον Ιεχωβά των αφιερωμένων μελών ενός ατόμου για την επίτευξι αγιότητος. Η αγιότης αυτή είναι κάτι το πραγματικό και είναι δυνατή η επίτευξίς της και η διατήρησίς της.
ΠΩΣ ΑΠΟΚΤΑΤΑΙ;
20. Από ποιον προέρχεται ο αγιασμός;
20 Συνεπή με άλλες περικοπές, τα Γραφικά εδάφια που εξετάσαμε πιο πάνω, δείχνουν ότι ο αγιασμός προέρχεται από τον Ιεχωβά Θεό. Αυτός είναι εκείνος που μέσω του Λόγου της αληθείας του ελκύει ανθρώπους προς τον εαυτό του μέσω του Χριστού, τους ελκύει δε με την ίδια του δικαιοσύνη. Αυτός είναι που μέσω της προμηθείας του αντιλύτρου του Χριστού κατέστησε δυνατόν για ατελείς ανθρώπους να έχουν μια στάσι σχέσεως συμφιλιώσεως με τον Θεό, με το να διακηρύττονται δίκαιοι μέσω της αξίας της θυσίας του Χριστού και της πίστεώς των σ’ αυτήν. Αλλά σεις είσθε εξ αυτού [του Θεού] εν Χριστώ Ιησού, όστις εγεννήθη εις ημάς σοφία από Θεού, δικαιοσύνη τε και αγιασμός και απολύτρωσις.» (1 Κορ. 1:30) Ο Ιεχωβά Θεός είναι εκείνος στον οποίον αφιερώνονται όσοι πιστεύουν· αληθινά, λοιπόν, ο αγιασμός προέρχεται από τον Ιεχωβά. Ο Ιησούς το έδειξε αυτό, λέγοντας: «Εκείνον τον οποίον ο Πατήρ ηγίασε, και απέστειλεν εις τον κόσμον, σεις λέγετε, Ότι βλασφημείς, διότι είπον, Υιός του Θεού είμαι;»—Ιωάν. 10:36.
21. Τι μέρος παίζει η αλήθεια στον αγιασμό;
21 Επίσης, εξετάζοντας το μέσον της αποκτήσεως αγιασμού, σκεπτόμεθα αμέσως τα λόγια του Ιησού, που δείχνουν ότι η αλήθεια είναι το μέσον αυτό, όταν είπε στον ουράνιο Πατέρα του: «Αγίασον αυτούς εν τη αληθεία σου· ο λόγος ο ιδικός σου είναι αλήθεια.» (Ιωάν. 17:17) Ο αποκεκαλυμμένος, λοιπόν, λόγος του Θεού είναι ουσιώδης για τη δικαία πορεία του αγιασμού. Ο Ιεχωβά, έχοντας αγιάσει τα αφιερωμένα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας του σώματος του Χριστού με το να τους δώση την κλήσι για την ουράνια βασιλεία, με το να τους χρίση με το πνεύμα του, τους αποχωρίζει στην αγία, ιερή υπηρεσία του, καθιερώνοντας τους, και τους οδηγεί μέσω του Λόγου της αληθείας του. Α, ναι, αλλά πώς η αλήθεια έρχεται στους άνδρες και στις γυναίκες στην πρώτη θέσι της ατομικής των ζωής; Είναι βέβαιο ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν κατεβαίνει κάτω για να καθήση μαζί τους και να τους διδάξη τον Λόγον του. Ούτε και ο Ιησούς Χριστός, επειδή αυτός είναι ο ουράνιος Βασιλεύς. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στην ίδια εκκλησία των Θεσσαλονικέων, δείχνει πώς η αλήθεια που αγιάζει έρχεται στους ανθρώπους, επειδή υπενθυμίζει πώς αυτή ήλθε σ’ εκείνους που ήσαν στη Θεσσαλονίκη, λέγοντας: «Σας εξέλεξεν ο Θεός απ’ αρχής εις σωτηρίαν δια του αγιασμού του Πνεύματος, και της πίστεως της αληθείας· εις τον οποίον σας εκάλεσε δια του ευαγγελίου ημών, . . . Λοιπόν, αδελφοί, μένετε σταθεροί.»—2 Θεσ. 2:13-15.
22. Δείξτε το μέρος που παίζει η Χριστιανική διακονία στον αγιασμό.
22 Πρέπει άρα γε να εννοήσωμε ότι η διακήρυξις του ευαγγελίου που έκαμε ο Παύλος στους Θεσσαλονικείς ήταν εκείνη που τους έφερε τον Λόγον της αληθείας του Θεού, τον οποίον εδέχθησαν και στον οποίον επίστευσαν, και που κατέληξε στο να εκλεγούν από τον Θεό για σωτηρία μέσω του αγιασμού; Ναι, ακριβώς! Έτσι συνέβη σε όλη τη Χριστιανική εποχή, και έτσι συμβαίνει και σήμερα, ότι άνδρες και γυναίκες εισέρχονται σ’ αυτή την ευλογητή σχέσι προς τον Θεόν των, τη σχέσι του αγιασμού ή αφοσιώσεως σ’ αυτόν, λόγω του γεγονότος ότι άλλοι Χριστιανοί διάκονοι που προηγήθησαν απ’ αυτούς, ήλθαν σ’ αυτούς με το άγγελμα του Λόγου του Θεού και εκήρυξαν τη Γραφική αυτή αλήθεια σ’ αυτούς και αυτοί άκουσαν και ανταπεκρίθησαν. «Εις το να ήμαι υπηρέτης του Ιησού Χριστού προς τα έθνη, ιερουργών το ευαγγέλιον του Θεού, δια να γείνη η προσφορά των εθνών ευπρόσδεκτος, ηγιασμένη δια του Πνεύματος του Αγίου.»—Ρωμ. 15:16.
23. Περιγράψτε μια σημερινή σχέσι, «πρεσβυτέρων» και «νεωτέρων» πνευματικών αδελφών.
23 Από πνευματική άποψι, ο Παύλος ήταν ο πρεσβύτερος αδελφός των και αυτοί ήσαν οι νεώτεροι αδελφοί του στη Θεσσαλονίκη, επειδή απ’ αυτόν είχαν λάβει αυτό το άγγελμα του Λόγου του Θεού. Το Χριστιανικό αυτό υπόδειγμα δεν έχει αλλάξει. Είναι το ίδιο και σήμερα. Αφότου εγεννήθη η Βασιλεία στο 1914, και ο Κύριος ήλθε στο ναό για κρίσι στο 1918, και αφότου άρχισε η δραστηρία διακήρυξις του αγγέλματος της παρούσης βασιλείας του Θεού σε όλη τη γη από το 1920, οι αριθμοί εκείνων που λατρεύουν τον Ιεχωβά έχουν επεκταθή ώσπου σήμερα υπάρχουν εκατοντάδες χιλιάδων άτομα σε 143 επικράτειες και χώρες που έχουν ανταποκριθή στο κήρυγμα διακόνων οι οποίοι είναι πνευματικώς «πρεσβύτεροι» από αυτά, όπως ακριβώς οι Θεσσαλονικείς ανταπεκρίθησαν στο κήρυγμα του αποστόλου Παύλου. Δραστήριοι στην υπηρεσία του Θεού είναι τώρα διάκονοι που έχουν υποστηρίξει την υπόθεσι του Ιεχωβά επί πολλά χρόνια. Μερικοί απ’ αυτούς που ήσαν διάκονοι των αγαθών νέων και πριν ακόμη γεννηθή η Βασιλεία στο 1914, προχωρούν ακόμη ισχυροί. Πολλοί απ’ αυτούς υπήρξαν συνδεδεμένοι με το παρόν Χριστιανικό έργον Γραφικής εκπαιδεύσεως σε όλη την παρούσα αυξανόμενη ευόδωσί του, η οποία χρονολογείται από το 1919. Οι πιστοί αυτοί δούλοι του Θεού έχουν κάνει πολύ κήρυγμα, και καθώς περνούσαν τα χρόνια ενώθηκαν μαζί τους άλλοι, και έτσι το έργο έχει αυξηθή. Επάνω στη γη τώρα υπάρχουν περίπου 20.000 άτομα που παρέχουν απόδειξι ότι είναι από τους «περιλειπομένους» ή το υπόλοιπο του από τον Θεό αγιασμένου σώματος του Χριστού, όπως δείχνει ο αριθμός εκείνων που έλαβαν μέρος στα εμβλήματα της Αναμνήσεως το 1954.
24. Από τι διακρίνομε τον «πρεσβύτερο αδελφό» μας;
24 Εκείνοι από μας που ανοίχθηκαν πιο πρόσφατα τα μάτια μας από τη Βιβλική αλήθεια για να δούμε το θαύμα του Ιεχωβά, αναγνωρίζομε σ’ αυτούς τους πρεσβυτέρους αδελφούς τους διακόνους εκείνους που έχουν μαζί μας μια σχέσι όμοια μ’ εκείνην που είχε ο απόστολος Παύλος με την εκκλησία της Θεσσαλονίκης. Επί πλέον—ακόμη σπουδαιότερο—αναγνωρίζομε στην οργάνωσι του κεχρισμένου υπολοίπου ένα στοργικόν πρεσβύτερον αδελφόν, και, αν είμεθα τώρα αφωσιωμένοι στον Θεό, γνωρίζομε ότι η αιτία που εξελέγημεν για σωτηρία, έχοντας πίστι στην αλήθεια, είναι ότι αυτός ο «πρεσβύτερος αδελφός» μάς εκήρυξε τα αγαθά νέα. Επάνω απ’ όλα, εν τούτοις, αναγνωρίζομε όλοι την περασμένη και παρούσα διακονία του πιο πρεσβυτέρου, αληθινά, Αδελφού μας, του Ιησού Χριστού. Αυτό το αναγνωρίζομε με χαρά, δίδοντας όλες τις ευχαριστίες και τον αίνο στον Ιεχωβά Θεό μέσω του Ιησού Χριστού.