Γιατί οι Δίκαιοι Πάσχουν;
Πώς αντιδράτε στα παθήματα; Μήπως κατηγορείτε τον Θεό;
ΟΤΑΝ σεισμοί και καταιγίδες φονεύουν και ακρωτηριάζουν χωρίς διάκρισι ως προς το αν τα θύματα των είναι άνθρωποι δίκαιοι ή άδικοι, κατηγορείτε μήπως τον Θεό; Όταν διαβάζετε ότι ένας αθώος επέρασε χρόνια στη φυλακή για το αδίκημα ενός άλλου, μήπως απορείτε γιατί συμβαίνουν τέτοιες αδικίες; Τι σκέπτεσθε όταν ένας ευθύς, θεοσεβής Χριστιανός συστρέφεται από τον πόνο ενός ανιάτου καρκίνου, ενώ ο γείτονας του, που διάγει μια χαλαρή, χωρίς αρχές ζωή, ευημερεί και απολαμβάνει εξαίρετη υγεία; Μήπως σας κάνει να απορήτε γιατί οι δίκαιοι πάσχουν;
Μερικοί φρονούν ότι ένα δίκαιο άτομο πρέπει να ανταμείβεται με απαλλαγή από παθήματα, ότι τα παθήματα αποτελούν απόδειξι ότι ένας διέπραξε άδικες πράξεις. Αυτό ήταν το επιχείρημα που εχρησιμοποίησαν οι τρεις δήθεν φίλοι του Ιώβ όταν ήλθαν να τον παρηγορήσουν. Ο Ιώβ υπέφερε απερίγραπτα από ασθένεια και πόνο. Είχε χάσει όλα τα υλικά του υπάρχοντα, περιλαμβανομένων και των δέκα αγαπητών του τέκνων. Οι αδελφοί του και οι στενοί του γνώριμοι, που τον είχαν σε μεγάλη εκτιμήσι, απεστρέφοντο την ίδια του την παρουσία. Ακόμη και η σύζυγός του απεμακρύνθη απ’ αυτόν και του συνέστησε να καταρασθή τον Θεό και να πεθάνη.—Ιώβ, κεφάλαια 1, 2· 19:13-19.
Αφού οι τρεις επισκέπται του Ιώβ είχαν σιωπηλά παρατηρήσει τον βασανιστικό πόνο του και την άκρα ταπείνωσί του επί επτά ημέρες και νύχτες, τελικά ένας απ’ αυτούς μίλησε, όχι παρηγορητικά ή συμπαθητικά, αλλά με δηκτικά, αιχμηρά λόγια που κατηγορούσαν τον Ιώβ για άδικες πράξεις, για τις οποίες τώρα υπέφερε τιμωρία. «Ενθυμήθητι, παρακαλώ·» είπε ο Ελιφάς: «Τις αθώος ων, απωλέσθη; και πού εξωλοθρεύθησαν οι ευθείς; Καθώς εγώ είδον, όσοι ηροτρίασαν ανομίαν, και έσπειραν ασέβειαν, θερίζουσιν αυτάς· εξολοθρεύονται υπό του φυσήματος του Θεού, και από της πνοής των μυκτήρων αυτού αφανίζονται.» Ναι, ισχυρίσθη ο Ελιφάς, ο Θεός σε τιμωρεί για τις αμαρτίες σου, Ιώβ. Γι’ αυτό πάσχεις.—Ιώβ 4:7-9.
Δεν έχετε μήπως ακούσει ανθρώπους, μάλιστα κληρικούς, να χρησιμοποιούν το ίδιο επιχείρημα: ότι οι συμφορές είναι πράξεις του Θεού για την τιμωρία ανθρώπων για τις αμαρτίες των; Εν τούτοις, η κατηγορία εναντίον του Ιώβ ήταν ψευδής. Ο Θεός δεν τον τιμωρούσε για κάποια αδικήματα που είχε διαπράξει. Ο Ιώβ ήταν δίκαιος. Γι’ αυτό ο Ιεχωβά είπε στον Ελιφάς τον Θαιμανίτη: «Ο θυμός μου εξήφθη κατά σου, και κατά των δύο φίλων σου· διότι δεν ελαλήσατε περί εμού το ορθόν, ως ο δούλος μου Ιώβ.»—Ιώβ 42:7.
Ο ΘΕΟΣ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΑΙ
Σήμερα τα ανθρώπινα παθήματα παρατηρούνται προς κάθε κατεύθυνσι. Εκατομμύρια ανθρώπων λιμοκτονούν και ζουν σε άκρα πενία. Ανόμοια με τον Ιώβ, ο οποίος «δεν ημάρτησε . . . και δεν έδωκεν αφροσύνην εις τον Θεόν», πολλοί επικράθηκαν και κατηγόρησαν τον Θεό. Αυτό υπήρξε ειδικά αληθινό στη διάρκεια του 2 Παγκοσμίου Πολέμου, όταν οι βόμβες έπεφταν σαν βροχή από τον ουρανό, σκορπίζοντας θάνατο και παθήματα και σε καλούς ανθρώπους και σε κακούς. Όμως, όταν οι άνθρωποι παραβαίνουν τους νόμους του Θεού, μισώντας και πολεμώντας ο ένας τον άλλον, είναι άρα γε πρέπον να Τον κατηγορούν όταν τους πλήττουν τα αποτελέσματα; Αν ένας γονεύς προειδοποιή τα τέκνα του ότι δεν πρέπει να μάχωνται μεταξύ τους και αυτά περιφρονούν την καλή συμβουλή και επιτίθενται το ένα εναντίον του άλλου με ξύλα και πέτρες, είναι μήπως ο γονεύς υπεύθυνος αν επέλθουν μωλωπισμοί και ζημίες; Δεν είναι υπεύθυνος όπως δεν είναι υπεύθυνος και ο Θεός για τα ανθρώπινα παθήματα, όταν οι άνθρωποι περιφρονούν τους νόμους του.
Ακόμη και όταν δίκαιοι δούλοι του Θεού υποφέρουν εξαιτίας πολέμων και άλλων συμφορών, π. χ. καταιγίδων, πλημμύρων και σεισμών, και πάλι ο Θεός δεν πρέπει να κατηγορήται. Είναι αλήθεια ότι σε ειδικές περιπτώσεις στο παρελθόν ο Θεός επέφερε συμφορές για να εκτελέση τους ασεβείς, αλλά στις περιπτώσεις εκείνες, όπως στην περίπτωσι του κατακλυσμού της εποχής του Νώε, εδόθη προειδοποίησις, ώστε δεν υπήρχε αμφιβολία σε κανενός τη διάνοια ότι ο Θεός επέφερε την καταστροφή καθώς προειδοποίησε. Αλλά δεν υπάρχει Γραφικό κύρος για να πιστεύωμε ότι οι καταστροφές εν γένει είναι συμφορές που επιφέρει ο Θεός στους ανθρώπους για να τους τιμωρήση για τις αμαρτίες των. Αντιθέτως, οι σεισμοί, λόγου χάριν, διαπιστώνεται ότι προκαλούνται κυρίως από το κατακάθισμα της γης, και όχι από άμεση παρέμβασι του Θεού. Αντί να είναι οι συμφορές αυτές ενέργειες του Θεού, η τύχη και το απρόβλεπτον περιλαμβάνονται σ’ αυτές.
Όταν το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος εκουσίως παρήκουσε στον Θεό, εξεδιώχθη από τον κήπο της Εδέμ. Έχασαν έτσι για τον εαυτό τους και τους απογόνους των την ειδική προστασία και ευλογία του Δημιουργού των. Συνεπώς, αν εξαιρέσωμε ειδικές περιστάσεις που περιελάμβαναν την εκτέλεσι του σκοπού του Θεού, ό,τι συνέβη στο ανθρώπινο γένος από ημέρα σε ημέρα ερρυθμίζετο από την τύχη και όχι από την κατεύθυνσι του Θεού. Έτσι συμβαίνει «διότι καιρός και περίστασις συναντά εις πάντας αυτούς», ώστε οι καλοί άνθρωποι και οι κακοί υποφέρουν όμοια από φυσικές συμφορές, δυστυχήματα, πυρκαϊές, και ούτω καθεξής.—Εκκλησ. 9:11.
ΔΙΚΑΙΟΙ ΚΑΙ ΠΟΝΗΡΟΙ ΠΑΣΧΟΥΝ
Η νόσος και η ασθένεια είναι μια κυρία αιτία παθημάτων. Ακόμη και οι νέοι υποφέρουν από οδυνηρές ασθένειες, και αυτό είναι αληθινό είτε είναι κανείς δίκαιος είτε πονηρός. Ο πιστός νεαρός Τιμόθεος είχε στομαχική ενόχλησι και υπέφερε από ‘συχνάς ασθενείας’. (1 Τιμ. 5:23) Αφού ο Παύλος κάνει ιδιαίτερη μνεία τούτου στην επιστολή του, φαίνεται ότι η ασθένεια του Τιμοθέου είχε ως αποτέλεσμα το να δοκιμάζη ο Τιμόθεος πολλούς πόνους. Φαίνεται ότι και ο Παύλος ομοίως υπέφερε κάποια φυσική κατάθλιψι, την οποίαν ανέφερε ως ‘σκόλοπα εις την σάρκα’.—2 Κορ. 12:7-9.
Γιατί έπασχαν αυτοί οι δίκαιοι άνθρωποι, όπως και άλλοι πιστοί χαρακτήρες της Βίβλου; Για την ίδια αιτία που πάσχουν σήμερα οι δίκαιοι δούλοι του Θεού—λόγω των κληρονομημένων ατελειών που οφείλονται στην αμαρτία. Οι άνθρωποι έλαβαν ατελή σώματα από τους γονείς των, η δε ορθή διαγωγή των ενώπιον του Θεού δεν αλλάσσει τώρα ούτε θεραπεύει αυτές τις κληρονομημένες ατέλειες ή την ευαισθησία στην ασθένεια. Ένεκα τούτου ένα δίκαιο άτομο μπορεί να υποφέρη, και ακόμη να πεθάνη, αλλά ένας πονηρός μπορεί να συνεχίση πολύν καιρό ζώντας στην κακία του. Εξ άλλου, και οι πονηροί, επίσης, γεννώνται με κληρονομημένες φυσικές αδυναμίες που μπορεί να οδηγήσουν στο να δοκιμάσουν παθήματα. Το ζήτημα της τύχης και του απροβλέπτου περιλαμβάνονται κι εδώ.—Ιώβ 14:4· Ρωμ. 5:12.
Εκείνοι που περιεπάτησαν στις κατευθύνσεις της δικαιοσύνης μπορεί, επίσης, να υποφέρουν επειδή εξασκούν πτωχή κρίσι ή παραλείπουν να εφαρμόσουν τη Γραφική συμβουλή πάντοτε. Αυτό αληθεύει για ένα Χριστιανό, ο οποίος, αντίθετα προς τη Γραφική νουθεσία, νυμφεύεται μ’ έναν άπιστο και υποφέρει από συζυγικές θλίψεις ως αποτέλεσμα. Ή ίσως εξασκεί πτωχή κρίσι, μη τρώγοντας κατάλληλα, και λαμβάνοντας ανεπαρκή ανάπαυσι, έτσι ώστε να προξενή κατάπτωσι στον εαυτό του και να υποφέρη εξαιτίας τούτου. Ο Δαβίδ απέτυχε σε μια περίπτωσι να εφαρμόση Γραφική συμβουλή και διέπραξε μοιχεία με την Βηθ-σαβεέ. Αυτή η ανόητη ενέργεια του έφερε πολλά παθήματα, μολονότι μετενόησε και δεν επανέλαβε την αμαρτία του. Ο Πέτρος, επίσης, σε μια πνευματικώς εξασθενημένη κατάστάσι, αρνήθηκε τον Χριστό τρεις φορές. Οι Γραφές λέγουν ότι έκλαψε πικρά.—2 Σαμ. 11:2-4· Ματθ. 26:75.
Ο Πέτρος απεκόμισε ένα καλό μάθημα και αργότερα έδωσε την εξής κατάλληλη προειδοποίησι στους Χριστιανούς: «Μηδείς υμών ας μη πάσχη ως φονεύς, ή κλέπτης, ή κακοποιός ή ως περιεργαζόμενος τα αλλότρια.» Ακόμη και αν προηγουμένως ακολούθησε κανείς δικαία πορεία, μια τέτοια κακή διαγωγή δικαιολογεί διόρθωσι, η οποία μπορεί να είναι οδυνηρή. Ένας, που πάσχει για τέτοια πράγματα, δεν πάσχει ως δίκαιος άνθρωπος. Λάβετε, λοιπόν, φροντίδα να μην υποφέρετε για έλλειψι καλής κρίσεως ή παράλειψι να προσέξετε τη Γραφική συμβουλή.—1 Πέτρ. 4:15.
Οι πονηροί συχνά πάσχουν επειδή αγνοούν τη συμβουλή του Θεού με το να επιδιώκουν ζωή υπερβολικής εντρυφήσεως και ακόλαστης διαβιώσεως. Λέγεται ότι ο Ηρώδης ο Μέγας υπέφερε από αηδείς ασθένειες, που τις απέκτησε λόγω των κακών του έξεων διαβιώσεως, και ότι το ανάκτορο του αντηχούσε από τις αγωνιώδεις κραυγές του. Σήμερα χιλιάδες άτομα διάγουν μια ζωή αθλιότητος ως αποτέλεσμα αφροδισίων νόσων, από τις οποίες προσεβλήθησαν λόγω της χαλαρής των ζωής. Μολονότι, όμως, ο νόμος του Θεού αποτελεί προστασία για τους δικαίους, φαίνεται, ωστόσο, ότι αυτοί έχουν κάτι περισσότερο από τη μερίδα των σε παθήματα. Υπάρχουν αιτίες γι’ αυτό;
ΠΑΣΧΟΝΤΑΣ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΝΑΙ ΔΙΚΑΙΟΙ
Παρατηρείται ότι άτομα που εδοκίμασαν πολλά παθήματα είναι συχνά υποτακτικά στη δικαιοσύνη. Η πείρα των τα εμαλάκωσε τόσο, ώστε εύκολα συμμορφώνονται προς τον νόμον του Θεού και ακολουθούν δίκαιη πορεία. Εν τούτοις, μια κυρία αιτία, για την οποίαν οι δίκαιοι πάσχουν, είναι το ότι είναι δίκαιοι. Η περίπτωσις της αδίκου φυλακίσεως του Ιωσήφ χρησιμεύει ως παράδειγμα.
Όταν ο Ιωσήφ επωλήθη σε δουλεία στην Αίγυπτο, ηγοράσθη από τον Αιγύπτιο αυλικό Πετεφρή. Γρήγορα έφθασε να γίνη επιστάτης ολοκλήρου του οίκου του. Ο Ιωσήφ ήταν ένας πολύ ωραίος άνδρας και η σύζυγός του Πετεφρή επόθησε να έχη σχέσεις μαζί του· συνεχώς τον προέτρεπε να συγκοιμηθή μαζί της. Τελικά ο Ιωσήφ, ένας δίκαιος άνθρωπος, απήντησε: «Πώς να πράξω τούτο το μέγα κακόν, και να αμαρτήσω εναντίον του Θεού;» Αυτό εξώργισε τόσο τη σύζυγο του Πετεφρή, ώστε κατηγόρησε ψευδώς τον Ιωσήφ και έκαμε να ριφθή στη φυλακή, όπου υπέφερε άδικον περιορισμό επί δύο χρόνια και πλέον.—Γέν. 39:9.
Δεν θαυμάζετε έναν άνθρωπο σαν αυτόν, έναν που υποστηρίζει το δίκαιο; Δεν θα είσαστε υπερήφανος για έναν γυιό που τόσο θα εκτιμούσε τη συμβουλή σας, ώστε θα υπέφερε χλευασμό και διωγμό για να ζήση σύμφωνα μ’ αυτήν; Φαντασθήτε, λοιπόν, πόσο ευτυχής είναι ο Θεός, όταν τα τέκνα του διατηρούν μια πορεία ορθής διαγωγής σ’ αυτόν τον πονηρό κόσμο με όλους τους πειρασμούς του. Αλλά μπορεί να ρωτήσετε, Γιατί επιτρέπει ο Θεός να πάσχουν οι δούλοι του; Η απάντησις βρίσκεται σ’ ένα επίμαχο ζήτημα που ηγέρθη από τον στασιαστή άγγελο Σατανά, τον Διάβολο. Το επίμαχο ζήτημα περιλαμβάνει την ακεραιότητα του ανθρώπου, και αυτό καταδεικνύεται στην περίπτωσι του δικαίου Ιώβ.
Σε μια συγκέντρωσι των αγγελικών υιών του Θεού στον ουρανό ο Ιεχωβά ερώτησε τον Σατανά: «Έβαλες τον νουν σου επί τον δούλόν μου Ιώβ, ότι δεν υπάρχει όμοιος αυτού εν τη γη, άνθρωπος άμεμπτος και ευθύς, φοβούμενος τον Θεόν, και απεχόμενος από κακού;» Το γεγονός ότι ο Θεός επέστησε την προσοχή του Σατανά στην πιστότητα του Ιώβ, δείχνει ότι υπήρχε διχογνωμία για το αν ανθρώπινα πλάσματα θα κρατούσαν ακεραιότητα στον Θεό. Η απάντησις του Σατανά αποδεικνύει ότι υπήρχε ένα τέτοιο επίμαχο ζήτημα, διότι αμέσως παρέχει δικαιολογίες για την πιστότητα του Ιώβ. Βεβαιώνει ότι ο Ιώβ υπηρετεί τον Θεό λόγω των υλικών ευλογιών που έλαβε και όχι επειδή τον αγαπά. Εισηγείται: «Πλην τώρα έκτεινον την χείρά σου, και έγγισον πάντα όσα έχει, δια να ίδης εάν δεν σε βλασφημήση κατά πρόσωπον. Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Σατανάν, Ιδού εις την χείρα σου πάντα όσα έχει· μόνον επ’ αυτόν μη επιβάλης την χείρά σου.»—Ιώβ 1:7-12, ΜΝΚ.
Ο Ιώβ διετήρησε μια δίκαιη πορεία παρ’ όλα όσα ο Διάβολος μπορούσε να πράξη· απέδειξε ότι υπηρετούσε τον Θεό επειδή τον αγαπούσε και ήθελε να είναι ευάρεστος ενώπιόν του. Ο Ιώβ επίστευε στην ακεραιότητα της πορείας του, και έτσι διεκήρυξε στους κατηγόρους του: «Έως να εκπνεύσω, δεν θέλω απομακρύνει την ακεραιότητά μου απ’ εμού.»—Ιώβ 27:5.
Άνθρωποι ακεραιότητος υπήρξαν πάντοτε πρόθυμοι να υποφέρουν για κείνο στο οποίον επίστευαν. Μερικοί εθυσίασαν ακόμη και τη ζωή τους λόγω αγάπης για ένα άτομο ή μια χώρα. Η Γραφή αναγράφει αλλεπάλληλα παραδείγματα ατόμων που είχαν ισχυρή αγάπη για τον Παντοδύναμο Θεό. Επάνω από κάθε άλλο, ήθελαν να ζουν μια δίκαιη ζωή για να είναι τιμή στον Θεό και έτσι ν’ αποδείξουν ότι είναι ψεύδος ο ισχυρισμός του Διαβόλου ότι θα μπορούσε ν’ απομακρύνη από τον Θεό όλα τα ανθρώπινα πλάσματα. Μολονότι η επιδίωξις πορείας δικαιοσύνης κατέληξε στο να υποφέρουν πολύ, διετήρησαν μια κατάλληλη στάσι.
ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΤΑΣΙΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΩΝ ΠΑΘΗΜΑΤΩΝ
Είναι αληθές ότι τα παθήματα, αυτά καθ’ εαυτά, δεν φέρνουν ευτυχία αλλ’ αν γνωρίζη κανείς ότι ένας αγαπητός ευεργετείται ή γίνεται ευτυχής, τότε μπορεί να χαίρη ακόμη και στα παθήματα. Γι’ αυτό οι απόστολοι, αφού εδέχθησαν ένα μαστίγωμα επειδή εκήρυτταν το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού, «ανεχώρουν από προσώπου του συνεδρίου χαίροντες, ότι υπέρ του ονόματος αυτού ηξιώθησαν να ατιμασθώσι». Υπήκουαν στη διαταγή του Θεού να κηρύττουν και ήξεραν ότι τούτο ήταν ευάρεστο σ’ αυτόν. Συνεπώς ήσαν πολύ ευτυχείς, διότι, όπως το Γραφικό εδάφιο λέγει, «εάν και πάσχητε δια την δικαιοσύνην, είσθε μακάριοι».—Πράξ. 5:40, 41· 1 Πέτρ. 3:14.
Τούτο μας βοηθεί να εκτιμήσωμε τι εννοούσε ο Ιησούς όταν έλεγε στην επί του όρους ομιλία: «Μακάριοι είσθε, όταν σας ονειδίσωσι και διώξωσι, και είπωσιν εναντίον σας πάντα κακόν λόγον ψευδόμενοι, ένεκεν εμού. Χαίρετε και αγαλλιάσθε, διότι ο μισθός σας είναι πολύς εν τοις ουρανοίς.» (Ματθ. 5:10-12) Όταν ένας Χριστιανός διακρατή ακεραιότητα προς τον Θεό και υποφέρη λόγω αυτής, χαίρει με τη γνώσι ότι αποδεικνύει τον Διάβολο ψεύτη και κάνει έτσι την καρδιά του Ιεχωβά να ευφραίνεται. Μολονότι τα παθήματα δεν τον κάνουν ευτυχή, το γεγονός ότι συμβάλλει στην υπεράσπισι του ονόματος του Θεού τον κάνει ευτυχή. Έπειτα, επίσης, μπορεί κανείς να χαίρη λόγω της ανταμοιβής που είναι υποσχεμένη στον πιστόν.—Παροιμ. 27:11.
Ο καθένας σήμερα είναι προωρισμένος να δοκιμάση παθήματα επειδή ζη ανάμεσα σ’ αυτό το πονηρό σύστημα πραγμάτων και υπόκειται σε κληρονομημένες ατέλειες που οφείλονται στην αμαρτία. Οι δίκαιοι μπορούν, επίσης, να περιμένουν ότι θα υποφέρουν λόγω διακρατήσεως ακεραιότητος προς τον Θεό. Αλλά μπορούν να λάβουν θάρρος και να χαίρουν, διότι υπάρχει ένας νέος κόσμος που τον δημιουργεί ο Θεός και που είναι τώρα πάρα πολύ πλησίον. Εκεί τα παθήματα δεν θα υπάρχουν πια, διότι ο Θεός υπόσχεται ότι «θέλει εξαλείψει . . . παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον ούτε πένθος, ούτε κραυγή, ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον.» Ποτέ, λοιπόν, μην αφήνετε τα τωρινά παθήματα να σας πικράνουν. Αποβλέπετε στο μέλλον. Ναι, θέστε την ελπίδα σας και την εμπιστοσύνη σας στον υποσχεμένο νέο κόσμο του Θεού, όπου δεν θα υπάρχουν πια παθήματα.—Αποκάλ. 21:4· 2 Πέτρ. 3:13.