Κεφάλαιο 6
Υποταγή στην Εξουσία που Ανταμείβει
1. Γιατί μπορούμε να πούμε ότι η υποταγή στις υπάρχουσες διατάξεις είναι συνετή και ωφέλιμη;
ΜΠΟΡΕΙ να υπάρχη σοφία στην εκδήλωσι υποταγής στις υπάρχουσες διατάξεις. Η πλήρης ανεξαρτησία, όσο κι’ αν φαίνεται ελκυστική, είναι ανεπιθύμητη, μη ρεαλιστική. Κανείς επάνω στη γη δεν μπορεί να κάνη τα πάντα ή να γνωρίζη τα πάντα. Ακριβώς όπως εξαρτώμεθα από τον αέρα, τον ήλιο, την τροφή και το νερό για να ζήσωμε, έτσι επίσης, χρειαζόμαστε τους άλλους ανθρώπους και αυτά που εκείνοι μπορούν να κάνουν για μας, αν πρόκειται να ωφεληθούμε από τη ζωή και να την απολαύσωμε.
2. Πώς πρέπει να επηρεάζη τη ζωή μας το γεγονός ότι ο Ιεχωβά είναι ο Υπέρτατος Κυρίαρχος;
2 Οι κρατικές διατάξεις, οι σχέσεις εργοδοτών και εργαζομένων, οι οικογενειακοί δεσμοί, η συναναστροφή με τη Χριστιανική εκκλησία, η ίδια η ζωή μας μεταξύ των ανθρώπων, όλα αυτά μας επιβάλλουν ωρισμένα καθήκοντα. Οφείλομε κάτι σε αντάλλαγμα εκείνων που παίρνομε από τους άλλους. Πρώτιστη σπουδαιότητα στην εκπλήρωσι αυτών των ευθυνών προς τους ανθρώπους, έχει η αναγνώρισις από μέρους μας της θέσεως του Ιεχωβά Θεού. Αυτός ως Δημιουργός, ορθά είναι ο Υπέρτατος Κυρίαρχος στον οποίο οφείλομε τα πάντα. Ο απόστολος Ιωάννης, σ’ ένα δράμα άκουσε 24 πρεσβυτέρους να λένε: «Άξιος είσαι, Κύριε, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν, διότι συ έκτισας τα πάντα, και διά το θέλημα σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν.» (Αποκάλυψις 4:11) Το ν’ αναγνωρίσωμε κι’ εμείς με όμοιο τρόπο τον Ιεχωβά ως τον Ύψιστο, δεν είναι απλώς ζήτημα λέξεων. Σε όλες τις σχέσεις μας, μπορούμε να καταδείχνωμε ότι υποτασσόμαστε στο θέλημα του Θεού για μας και ότι αναγνωρίζομε τον Ιησού Χριστό ως τον διωρισμένο Κύριό μας.
«ΧΑΡΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ»
3, 4. Ποιες είναι οι ανθρώπινες διατάξεις στις οποίες πρέπει να υποτασσώμεθα, και γιατί μπορούν να χαρακτηρίζωνται έτσι;
3 Ο απόστολος Πέτρος παρουσίασε με έντονο τρόπο την υπερέχουσα αυτή άποψι του μεγαλύτερου λόγου για υποταγή στις ανθρώπινες εξουσίες. Έγραψε: «Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν (κτίσιν, Κείμενον) δια τον Κύριον είτε εις βασιλέα, ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας, ως δι’ αυτού πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών.»—1 Πέτρου 2:13, 14.
4 Οι ‘ανθρώπινες διατάξεις’ στις οποίες πρέπει να υποτασσώμεθα είναι οι ανθρώπινες κυβερνητικές εξουσίες. Είναι ‘ανθρώπινες διατάξεις’ διότι άνθρωποι, και όχι ο Θεός, δημιούργησαν τις θέσεις των βασιλέων και των κατωτέρων αρχόντων ή κυβερνητών. Ο Ύψιστος επέτρεψε απλώς να έλθουν σε ύπαρξι και τις ανέχεται, διότι εξυπηρετούν ένα χρήσιμο σκοπό κάτω από τις παρούσες συνθήκες. Επειδή οι κυβερνητικές εξουσίες υπάρχουν κατ’ ανοχήν του, εκείνοι που στασιάζουν εναντίον τους, στρέφονται κατά ‘της διαταγής του Θεού,’ μιας διευθετήσεως που αυτός δεν έκρινε ακόμη κατάλληλο να τερματίση και ν’ αντικαταστήση από μια ουράνια βασιλεία μέσω του Υιού του. (Ρωμαίους 13:1, 2) Στις ημέρες του αποστόλου Πέτρου, ο Ρωμαίος αυτοκράτορας ή Καίσαρας διώρισε κυβερνήτες για να χειρίζωνται τις υποθέσεις των αυτοκρατορικών επαρχιών, περιλαμβανομένης και της Ιουδαίας. Αυτοί οι κυβερνήτες ήταν άμεσα υπεύθυνοι στον αυτοκράτορα για την τήρησι του νόμου και της τάξεως στην περιοχή που ήταν στη δικαιοδοσία τους. Οι κυβερνήτες, στη διεξαγωγή των καθηκόντων τους, επέβαλλαν μεν ποινές «εις εκδίκησιν . . . κακοποιών»—ληστών, απαγωγέων, κλεφτών και στασιαστών, αλλά επίσης ‘επαινούσαν τους αγαθοποιούς,’ δηλαδή τιμούσαν τους έντιμους ανθρώπους, παρέχοντάς τους δημοσία αναγνώρισι ως ανθρώπων αξίας και προστατεύοντας το άτομο, την περιουσία και τα δικαιώματά τους.
5. Προς χάριν τίνος πρέπει να υποτασσώμεθα, και γιατί αυτός ορθά αποκαλείται ‘Κύριος’;
5 Οι Χριστιανοί προτρέπονται να υποτάσσωνται, πρωτίστως όχι για να διαφύγουν την τιμωρία και ν’ αποκομίσουν «έπαινον» για τον εαυτό τους, αλλά «διά τον Κύριον.» Αυτός ο Κύριος είναι ο Ιησούς Χριστός, διότι ο απόστολος Πέτρος προηγουμένως τον χαρακτήρισε έτσι. (1 Πέτρου 1:3) Οι Γραφές χαρακτηρίζουν τον Υιό του Θεού ως ‘Κύριον και νεκρών και ζώντων.’ (Ρωμαίους 14:9) Αυτός επομένως, κατέχει μια θέσι την οποία ποτέ δεν κατείχε κανένας ανθρώπινος άρχων. Ως ‘Κύριος των νεκρών,’ ο Ιησούς Χριστός μπορεί να καλέση τους νεκρούς ενώπιόν του, αποκαθιστώντας τους σε ζωή. Ο κύκλος της κυριότητας του Ιησού εκτείνεται ακόμη πιο πέρα από την εξουσία που έχει επάνω στους ζωντανούς και τους νεκρούς ανθρώπους. Μετά την ανάστασί του, ο Υιός του Θεού είπε: «Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης.» (Ματθαίος 28:18) Ασφαλώς, αποτελεί ένδειξι σοφίας από μέρους μας το να υποτασσώμεθα σε ανθρώπινους άρχοντες προς χάριν εκείνου ο οποίος έχει πολύ πιο μεγάλη εξουσία απ’ αυτούς.
6, 7. Πώς υποτασσόμεθα σε ανθρώπινους άρχοντες «διά τον Κύριον»;
6 Τι σημαίνει να υποτασσώμεθα σε ανθρώπους που είναι σε υψηλή κυβερνητική θέσι «διά τον Κύριον»; Η από μέρους μας αναγνώρισις του Ιησού Χριστού ως Κυρίου μας, πρέπει να είναι το ελατήριο πίσω από την κατάλληλη υποταγή σε άρχοντες. Ο Υιός του Θεού έδωσε το τέλειο παράδειγμα σχετικά μ’ αυτό. Δεν εξηγέρθη εναντίον των απαιτήσεων της κυβερνητικής εξουσίας, ούτε και δίδαξε άλλους να το κάνουν αυτό. Αντιθέτως αυτός προέτρεψε τα εξής: «Αν σε αγγαρεύση τις μίλιον εν, ύπαγε μετ’ αυτού δύο.» (Ματθαίος 5:41) ‘Απόδοτε τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα.’—Ματθαίος 22:21.
7 Κατά καιρούς, οι κυβερνήσεις μπορεί να διατάσσουν τους πολίτες να καταγράφωνται για διαφόρους σκοπούς, ή μπορεί να ζητήσουν απ’ αυτούς να συνεισφέρουν για κάποιο κοινοτικό κτίριο ή γεωργικά προγράμματα, σχετιζόμενα ίσως με την κατασκευή δρόμων, φραγμάτων ή σχολείων. (Παράβαλε με Λουκά 2:1-3.) Σε όλα αυτά τα ζητήματα, πρέπει βέβαια να λαμβάνεται υπ’ όψιν η Χριστιανική συνείδησις. Εν τούτοις, εκεί όπου δεν πρόκειται για ζήτημα που θίγει τη Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησι ενός ατόμου, το να κάνη ο Χριστιανός ό,τι μπορεί για να φανή υποτακτικός και συνεργατικός μπορεί να συμβάλη στην πρόοδο του ‘ευαγγελίου’. Θα ήταν πολύ ακατάλληλο να θορυβή εναντίον οποιουδήποτε προγράμματος ή να στασιάζη απροκάλυπτα εναντίον οποιασδήποτε κυβερνητικής εξουσίας. Η Γραφική εντολή είναι «να υποτάσσωνται εις τας αρχάς και εξουσίας, να πειθαρχώσι, να ήναι έτοιμοι εις παν έργον αγαθόν.» Μια μαχητική, επηρμένη στάσις δεν εναρμονίζεται με τη διδασκαλία και το παράδειγμα του Υιού του Θεού.—Τίτον 3:1, 2.
«ΩΣ ΔΟΥΛΟΙ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
8. Τι οφέλη μπορεί να προέλθουν από την κατάλληλη υποταγή σε άρχοντες;
8 Ο απόστολος Πέτρος, για να δείξη πώς η κατάλληλη υποταγή στην εξουσία μπορεί να χρησιμεύση στην προώθησι της υποθέσεως της αληθινής λατρείας, γράφει: «Διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες να αποστομόνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων.» (1 Πέτρου 2:15) Οι Χριστιανοί, με το να κάνουν εκείνο που οι άρχοντες θεωρούν ως καλό, ευπρεπές και νόμιμο, ενώ ταυτόχρονα διατηρούν αγαθή συνείδησι ενώπιον του Θεού, μπορούν ν’ αποσπάσουν επαίνους. Αυτό συντελεί στην αποστόμωσι των αμαθών ανθρώπων που μπορεί να κατηγορήσουν ψευδώς τους δούλους του Υψίστου ως πείσμονες, ανυπότακτους, αντικοινωνικούς, στασιαστικούς ή ανατρεπτικούς. Η αξιέπαινη διαγωγή των Χριστιανών αποδεικνύει έτσι ότι είναι η πιο καλή άμυνα στη δυσφήμισι του καλού τους ονόματος.
9, 10. Γιατί η υποταγή μας στην κρατική εξουσία δεν είναι σαν την υποταγή ενός δουλοπρεπούς σκλάβου στον κύριό του;
9 Αλλά μήπως η υποταγή ενός Χριστιανού στους άρχοντες, σημαίνει δουλική υποταγή σ’ αυτούς, το να είναι κανείς ολότελα υποτεταγμένος; Η θεόπνευστη απάντησις είναι, Όχι. Ο απόστολος Πέτρος συνεχίζει: «Ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού.»—1 Πέτρου 2:16.
10 Εμείς, ως Χριστιανοί, ελευθερωθήκαμε από τη δουλεία της αμαρτίας και του θανάτου. (Ιωάννης 8:31-36) Ο Υιός του Θεού μάλιστα μας απάλλαξε από τον φόβο του βίαιου θανάτου, μέσω του οποίου φόβου ο Σατανάς ο Διάβολος κατώρθωσε να κρατή τους ανθρώπους σε δουλεία, κάνοντάς τους μέσω των δικτατορικών διαταγών ανθρώπων, να ενεργούν αντίθετα με τη συνείδησί τους. (Εβραίους 2:14, 15) Επειδή όμως εμείς είμεθα ελεύθεροι άνθρωποι, η συνείδησίς μας δεν μπορεί να υποτάσσεται στις υπαγορεύσεις και στις απειλές οποιουδήποτε ανθρώπου ή ομάδος ανθρώπων. Η υποταγή μας σε άρχοντες είναι εθελοντική και περιορίζεται από τις ανώτερες διαταγές του Υπέρτατου Κυριάρχου, Ιεχωβά Θεού. Δεν μπορούμε να γίνωμε ευτελείς δούλοι κανενός ανθρώπου, αποδίδοντας τυφλή υπακοή χωρίς τον θείο νόμο υπ’ όψιν. Όπως τόνισε ο απόστολος Πέτρος, οι Χριστιανοί είναι «δούλοι του Θεού.» Γι’ αυτό εμείς ευχαρίστως υποτασσόμεθα στις θελήσεις των κρατικών εξουσιών ως το βαθμό που δεν υπάρχει άμεση σύγκρουσι με τη λατρεία μας προς τον Ύψιστο. Διαφορετικά, πρέπει να λάβωμε τη θέσι που διεκήρυξε ο Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι όταν ήταν ενώπιον του ανωτάτου Ιουδαϊκού δικαστηρίου: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.»—Πράξεις 5:29.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΜΕ ΟΡΙΑ
11. Ποια στάσις απέναντι της κρατικής εξουσίας θα αποτελούσε κατάχρησι της Χριστιανικής ελευθερίας;
11 Εν τούτοις, θα ήταν εσφαλμένο να ζούμε σαν να μην είχαν εξουσία σ’ εμάς οι πολιτικές κυβερνήσεις, αψηφώντας τες σε ζητήματα που δεν είναι σε σύγκρουσι με τον θείο νόμο. Μια τέτοια απρεπής διαγωγή αποτελεί κακή χρήσι της Χριστιανικής ελευθερίας. Η ελευθερία που απολαμβάνομε περιορίζεται από το ότι είμεθα δούλοι του Θεού. Δεν μας δίνει την άδεια ν’ απορρίπτωμε τους κατάλληλους περιορισμούς, να επιδιδώμαστε στην αδικοπραγία ή να περιφρονούμε τους νόμους που μπορεί να μας παρεμποδίζουν, αλλά οι οποίοι προορίζονται να προστατεύσουν τη ζωή και το περιβάλλον. Αντιθέτως, πρέπει να δείχνωμε με τη διαγωγή μας ότι εκτιμούμε τον καλό σκοπό που είναι πίσω από τους νόμους της κυκλοφορίας, τους κανονισμούς κατά της μολύνσεως, τους περιορισμούς στο κυνήγι και στο ψάρεμα και τα παρόμοια.
12. Τι καθορίζει το είδος των υποχρεώσεων που έχομε απέναντι των άλλων;
12 Πράγματι, έχομε υποχρεώσεις προς τους άλλους. Η φύσις αυτών των καθηκόντων επηρεάζεται από την ιδιαίτερη σχέσι που έχομε με τον Ιεχωβά Θεό και με τους συνανθρώπους μας. Ο απόστολος Πέτρος τονίζει αυτές τις υποχρεώσεις και νουθετεί: «Πάντας τιμήσατε, την αδελφότητα αγαπάτε, τον Θεόν φοβείσθε, τον βασιλέα τιμάτε.»—1 Πέτρου 2:17.
13. (α) Γιατί όλοι οι άνθρωποι είναι άξιοι τιμής; (β) Τι οφείλομε στους πνευματικούς αδελφούς μας; (γ) Τι πρέπει να καθορίζη το είδος της τιμής που αποδίδεται σε ανθρώπους; (δ) Τι οφείλομε στον Θεό μόνο;
13 Όλοι οι άνθρωποι αποτελούν προϊόν της θείας δημιουργίας και εξαγοράσθηκαν με το πολύτιμο αίμα του Ιησού Χριστού. Γι’ αυτό και τους τιμούμε ορθώς, και τους μεταχειριζόμεθα με σεβασμό και αμεροληψία. (Πράξεις 10:34, 35· 1 Τιμόθεον 2:5, 6) Η όλη ‘αδελφότης’ όμως, αξίζει πολύ περισσότερα από τον τυπικό απλώς σεβασμό που είναι το οφειλόμενο δικαίωμα των ανθρώπων γενικά. Στους αδελφούς μας οφείλομε επιπλέον βαθειά αγάπη, στοργή. Επίσης, μολονότι σ’ έναν επίγειο άρχοντα και σε κατώτερους κρατικούς λειτουργούς πρέπει ν’ αποδίδεται η τιμή την οποία απαιτεί η θέσι τους, μόνο ο Ύψιστος Θεός είναι άξιος ευλαβικού, λατρευτικού φόβου. Συνεπώς, η τιμή που αποδίδεται σε οποιονδήποτε, άνθρωπο, πρέπει πάντοτε να περιορίζεται από τον ορθό σεβασμό για τον Ιεχωβά Θεό και τις εντολές του. Δεν υπάρχει αντίρρησις, λόγου χάριν, να απευθυνώμεθα σε άρχοντες με τους εθιμοτυπικούς τους τίτλους όταν αυτοί δεν τους χαρακτηρίζουν με το είδος της τιμής που ανήκει μόνο στον Θεό. Αλλά οι θνητοί άνθρωποι δεν είναι οι σωτήρες των Χριστιανών, ούτε εκείνοι μέσω των οποίων έρχονται όλες οι ευλογίες. (Ψαλμός 146:3, 4· Ησαΐας 33:22· Πράξεις 4:12· Φιλιππησίους 2:9-11) Επομένως, ένας γνήσιος Χριστιανός δεν απευθύνεται σε ανθρώπους μ’ ένα τρόπο που θέτει σε αμφισβήτησι το φόβο του για τον Θεό και εξυψώνει τους άρχοντες πολύ πιο πάνω απ’ όσο απαιτεί η θέσις τους.
ΕΙΝΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΚΡΑΤΙΚΟΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΙ ΑΞΙΟΙ ΤΙΜΗΣ;
14, 15. (α) Γιατί η ηθική υπόστασις ενός άρχοντος ή ενός αξιωματούχου δεν επηρεάζει το αν ο Χριστιανός θα τον τιμήση; (β) Τι μπορούμε να μάθωμε από τον τρόπο με τον οποίο φερόταν ο απόστολος Παύλος στους αξιωματούχους;
14 Λόγω της ρητής Βιβλικής εντολής να τιμούμε τους άρχοντες, μερικοί μπορεί να ρωτήσουν για κάποιο κρατικό λειτουργό: ‘Πώς μπορώ εγώ να σεβασθώ ή να τιμήσω κάποιον που μπορεί να είναι ηθικά διεφθαρμένος;’ Το σημείο που πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν είναι ότι δεν είναι η ηθική υπόστασις του κρατικού λειτουργού που αποτελεί τη βάσι αυτής της τιμής· αντιθέτως, η εξουσία την οποία αυτός εκπροσωπεί και ασκεί, είναι εκείνη που απαιτεί ένα ωρισμένο είδος σεβασμού. Αν δεν υπήρχε καμμιά υπόληψις για την κατάλληλα εγκαθιδρυμένη εξουσία, θα βασίλευε αναρχία, με συνέπειες καταστρεπτικές για την κοινωνία, περιλαμβανομένων και των Χριστιανών.
15 Οι ενέργειες του αποστόλου Παύλου σχετικά με κρατικούς λειτουργούς, αποδεικνύουν ότι αυτό που είναι οι άρχοντες ως άτομα, δεν έχει βαρύτητα στο είδος της τιμής που πρέπει να επιδεικνύεται σ’ αυτούς. Ο αρχαίος ιστορικός Τάκιτος περιέγραψε τον Ρωμαίο Κυβερνήτη Φήλικα ως έναν άνθρωπο ο οποίος «νόμιζε ότι μπορούσε να κάνη οποιαδήποτε κακή πράξι ατιμωρητί,» και ο οποίος, «επιδιδόμενος σε κάθε είδος βαρβαρότητος και λαγνείας, ασκούσε την εξουσία βασιλέως με το πνεύμα δούλου.» Ωστόσο, από σεβασμό προς το αξίωμα που κατείχε ο Φήλικας, ο Παύλος άρχισε με σεβασμό την απολογία του ενώπιον αυτού του ανθρώπου, με τα ακολούθα λόγια: «Επειδή σε γνωρίζω ότι εκ πολλών ετών είσαι κριτής εις το έθνος τούτο, απολογούμαι περί εμαυτού προθυμότερον.» (Πράξεις 24:10) Παρά το γεγονός ότι ο Βασιλεύς Ηρώδης Αγρίππας ο Β΄ ζούσε σε αιμομιξία, ο Παύλος του απέδωσε πρέπουσα τιμή, λέγοντας: «Μακάριον νομίζω εμαυτόν, βασιλεύ Αγρίππα, μέλλων να απολογηθώ ενώπιόν σου σήμερον περί πάντων εις όσα εγκαλούμαι υπό των Ιουδαίων.» (Πράξεις 26:2, 3) Μολονότι ο Κυβερνήτης Φήστος ήταν ένας ειδωλολάτρης, ο Παύλος απευθύνθηκε σ’ αυτόν ως ‘κράτιστον.’—Πράξεις 26:25.
ΠΛΗΡΩΜΗ ΦΟΡΩΝ
16. Τι συμβουλή δίδεται στους Χριστιανούς, στο εδάφιο Ρωμαίους 13:7;
16 Οι Χριστιανοί, εκτός του ότι αποδίδουν σε ανθρώπους το είδος της τιμής που αρμόζει στην εξουσία τους, είναι επίσης κάτω από θεία εντολή να είναι ευσυνείδητοι στην πληρωμή φόρων. Οι Γραφές μάς λέγουν: «Απόδοτε εις πάντας τα οφειλόμενα, εις όντινα οφείλετε τον φόρον τον φόρον, εις όντινα τον δασμόν τον δασμόν, εις όντινα τον φόβον [λόγω της εξουσίας του, που περιλαμβάνει την εξουσία ζωής και θανάτου] τον φόβον, εις όντινα την τιμήν την τιμήν.» (Ρωμαίους 13:7) Γιατί είναι ορθό να πληρώνωμε φόρους και να είμεθα έντιμοι στη δήλωσι εισοδήματος;
17. (α) Γιατί οι Χριστιανοί πρέπει να βλέπουν την πληρωμή φόρων όπως βλέπουν την πληρωμή χρεών; (β) Γιατί οι Χριστιανοί πρέπει να είναι υποδειγματικοί στην πληρωμή όλων των φόρων;
17 Οι κυβερνητικές εξουσίες προσφέρουν ζωτικές υπηρεσίες για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια και την ευημερία των υπηκόων τους. Σ’ αυτές τις υπηρεσίες περιλαμβάνονται η συντήρησις των δρόμων, η διάταξις περί οργάνων επιβολής του νόμου, τα δικαστήρια, τα σχολεία, οι υγειονομικές υπηρεσίες, τα ταχυδρομικά συστήματα και τα παρόμοια. Το κράτος δικαιούται αποζημίωσι για τις υπηρεσίες που παρέχει. Γι’ αυτό οι Χριστιανοί ορθά θεωρούν την πληρωμή φόρων ή τελών ως πληρωμή ενός χρέους. Το πώς ακριβώς οι κυβερνητικές εξουσίες θα χρησιμοποιήσουν κατόπιν τους φόρους που παίρνουν, δεν αποτελεί ευθύνη του Χριστιανού. Η κακή χρήσις των φόρων ή των τελών που εισπράττονται από μέρους των κρατικών λειτουργών, δεν παρέχει δικαίωμα στο Χριστιανό να αρνηθή να πληρώση το χρέος του. Κάτω από την παρούσα διάταξι πραγμάτων, ο Χριστιανός έχει ανάγκη των κρατικών υπηρεσιών και επομένως, πληρώνει ό,τι απαιτείται με αγαθή συνείδησι. Όταν πρόκειται για εξόφλησι χρέους προς ένα άτομο, η κακή χρήσι των χρημάτων από κείνο το άτομο δεν θα ακυρώση το χρέος. Ομοίως, άσχετα με το τι κάνουν τα κράτη, ο Χριστιανός δεν απαλλάσσεται από το χρέος του να πληρώνη τους φόρους και τα τέλη. Πρέπει να συμμορφώνεται υποδειγματικά με τις νομικές απαιτήσεις στη δήλωσι εισοδήματος ή στην αγορά πραγμάτων για τα οποία οφείλεται φόρος. Η ευσυνειδησία του σ’ αυτά τα ζητήματα, τον εμποδίζει να επιφέρη μομφή και στον εαυτό του και στη Χριστιανική εκκλησία. Αυτό επίσης θέτει την αληθινή λατρεία σ’ ένα ευνοϊκό φως, προς τιμήν του Θεού και του Χριστού.
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΡΓΟΔΟΤΟΥ ΚΑΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥ
18. Σε ποιες σημερινές περιστάσεις μπορούν να εφαρμοσθούν οι Γραφικές αρχές για τη σχέσι κυρίου με δούλο;
18 Οι σχέσεις ενός Χριστιανού με την κρατική εξουσία, δεν είναι οι μόνες σχέσεις που απαιτούν κατάλληλη υποταγή. Στον τόπο της εργασίας του, λόγου χάριν, ο Χριστιανός μπορεί να είναι υπόλογος σ’ έναν επιστάτη ή ανώτερο. Τον πρώτο αιώνα π.Χ., όταν η δουλεία ήταν κάτι συνηθισμένο στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, πολλοί Χριστιανοί ήσαν ως δούλοι ή υπηρέτες. Κατάλληλα λοιπόν, ο Λόγος του Θεού εξετάζει τις υποχρεώσεις τους προς τους κυρίους τους. Κι’ εμείς σήμερα μπορούμε να εφαρμόζωμε στις σχέσεις εργοδότου-εργαζομένου τις αρχές διαγωγής στις σχέσεις κυρίου δούλου.
19. Τι συμβουλή έδωσε ο Πέτρος στους Χριστιανούς οικιακούς υπηρέτες;
19 Ο απόστολος Πέτρος, απευθύνοντας τη συμβουλή του στους οικιακούς υπηρέτες, γράφει τα εξής:
«Οι οικέται, υποτάσσεσθε εν παντί φόβω εις τους κυρίους σας, ου μόνον εις τους αγαθούς και επιεικείς, αλλά και εις τους διεστραμμένους. Διότι τούτο είναι χάρις, το να υποφέρη τις λύπας διά την εις τον Θεόν συνείδησιν, πάσχων αδίκως. Διότι ποία δόξα είναι, εάν αμαρτάνοντες και ραπιζόμενοι υπομένητε; εάν όμως αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένητε, τούτο είναι χάρις παρά τω Θεώ.»—1 Πέτρου 2:18-20.
20. (α) Πώς θα υπετάσσετο ένας οικιακός υπηρέτης «εν παντί φόβω»; (β) Ποιες καταστάσεις θα μπορούσαν να καταλήξουν σε παθήματα για ένα Χριστιανό δούλο;
20 Τι απαιτούσε η εφαρμογή αυτής της συμβουλής; Ο Χριστιανός, καθώς εκπλήρωνε τις ευθύνες του ως δούλου, έπρεπε να εκδηλώνη κατάλληλο φόβο ή σεβασμό στον κύριό του, μη θέλοντας να τον δυσαρεστή. Αυτός ο φόβος έπρεπε να εκδηλώνεται ακόμη και αν ο κύριος απεδεικνύετο αδιάκριτος, σκληρός ή παράλογος στις απαιτήσεις του. Ο κύριος μπορεί να ήταν ένας άνθρωπος που εύρισκε λάθη ακόμη και σε εργασία που είχε γίνει καλά. Μπορεί να απαιτούσε να κάνη ο Χριστιανός δούλος πράγματα που ήσαν αντίθετα στο νόμο του Θεού. Ο Χριστιανός δούλος, λόγω υπακοής στις υπαγορεύσεις της ευσεβούς συνειδήσεώς του, μπορεί να υπέφερε άδικα λόγω της αρνήσεώς του να κλέψη ή να ψευσθή για τον κύριό του. Άλλες φορές επίσης, ο δούλος μπορεί να γινόταν αντικείμενο σωματικής και προφορικής κακομεταχειρίσεως.
21. Τι καλό θα προέκυπτε από την υπομονητική εγκαρτέρησι ενός δούλου σε κακή μεταχείρισι;
21 Σύμφωνα με τη συμβουλή του Πέτρου, ο Χριστιανός δούλος δεν θα εξεγείρετο εναντίον του σκληρού κυρίου του. Θα εξακολουθούσε να κάνη την εργασία του ευσυνείδητα, και να υποφέρη με υπομονή κάτω από κακομεταχείρισι. Αυτή η πορεία θα ήταν ευάρεστη στα μάτια του Θεού, διότι δεν θ’ αντανακλούσε δυσμενώς στη Χριστιανοσύνη. Οι άλλοι θα μπορούσαν να διακρίνουν ότι η αληθινή λατρεία είχε ασκήσει πάνω στο δούλο επιρροή προς το αγαθό. Θα τους υποκινούσε να ερευνήσουν τη Χριστιανοσύνη για να διαπιστώσουν πώς ένας κακομεταχειριζόμενος δούλος θα μπορούσε ν’ ασκήση τόσο αξιέπαινη αυτοκυριαρχία. Αντιθέτως, αν ένας δούλος αδικούσε τον κύριό του και ετιμωρείτο αυστηρά γι’ αυτό, οι άνθρωποι δεν θα έβλεπαν καμμιά ιδιαίτερη αξία όταν αυτός θα εδέχετο ήρεμα την τιμωρία.
22. Πώς θα έπρεπε να φέρεται ένας Χριστιανός εργαζόμενος στην εργασία του;
22 Σήμερα ένας Χριστιανός που αντιμετωπίζει μια ιδιαίτερα πιεστική κατάστασι στην εργασία του, μπορεί ίσως ν’ αναζητήση άλλη εργασία. Αλλά αυτό μπορεί να μην είναι πάντοτε δυνατόν. Μπορεί να εργάζεται με συμβόλαιο ή να είναι αναγκασμένος να συνεχίση την εργασία του κάτω από ανεπιθύμητες συνθήκες απλώς επειδή δεν υπάρχουν άλλες διαθέσιμες εργασίες. Η κατάστασίς του λοιπόν μπορεί να διαφέρη πολύ λίγο από κείνη ενός οικιακού υπηρέτου του πρώτου αιώνα μ.Χ., ο οποίος δεν μπορούσε να φύγη από ένα παράλογο κύριο. Συνεπώς, ενόσω ένας Χριστιανός παραμένει στην υπηρεσία ενός άλλου, πρέπει να κάνη ό,τι μπορεί για να εκτελή εργασία ποιότητος, και με υπομονή και χωρίς παράπονα να ανέχεται οποιαδήποτε κακομεταχείρισι στην οποία μπορεί να υποβληθή και η οποία δεν θα μπορούσε να εμποδισθή με Γραφικά μέσα. Πρέπει επίσης να εξακολουθήση να συμπεριφέρεται στον εργοδότη του με τον κατάλληλο σεβασμό και εκτίμησι.
ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ—ΜΙΑ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΙΣ
23, 24. (α) Τίνος το παράδειγμα μπορεί να μας ενθαρρύνη όταν υποβαλλώμεθα σε κακομεταχείρισι επειδή κάνομε ό,τι είναι ορθό; (β) Τι αντιμετώπισε αυτός, και πώς φέρθηκε;
23 Είναι φανερό ότι ποτέ δεν είναι εύκολο για οποιονδήποτε να υπομένη αδικία. Ευτυχώς όμως, έχομε ν’ ακολουθήσωμε ένα τέλειο υπόδειγμα, δηλαδή, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό. Το παράδειγμά του μπορεί να είναι μια πραγματική πηγή ενθαρρύνσεως. Ο απόστολος Πέτρος, παρηγορώντας τους Χριστιανούς δούλους που υφίσταντο κακομεταχείριση υπέδειξε το παράδειγμα του Ιησού, λέγοντας:
«Διότι εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς διά να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού· όστις αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού. Όστις λοιδορούμενος δεν αντελοιδόρει, πάσχων δεν ηπείλει, αλλά παρέδιδεν εαυτόν εις τον κρίνοντα δικαίως.»—1 Πέτρου 2:21-23.
24 Ο απόστολος λοιπόν υπενθύμισε στους Χριστιανούς δούλους ότι, ένας από τους λόγους για τους οποίους προσκλήθηκαν να είναι μαθητές του Υιού του Θεού, ήταν το να εκδηλώνουν ένα πνεύμα όπως το δικό του όταν υφίσταντο άδικα παθήματα. Ο Ιησούς Χριστός, ιδιαίτερα την τελευταία μέρα της ζωής του ως ανθρώπου στη γη, υπέφερε πολλά. Τον ερράπισαν, τον εγρονθοκόπησαν, τον έφτυσαν, τον μαστίγωσαν με μαστίγιο (που είχε προφανώς κομμάτια μολύβδου ή οστών ή αιχμές που έσχιζαν τη σάρκα), και τελικά τον κάρφωσαν σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου σαν κακούργο του χειρίστου είδους. Ωστόσο, υπέμεινε όλες αυτές τις ατιμώσεις, χωρίς ποτέ να ονειδίση ή να απειλήση εκείνους που ήσαν υπεύθυνοι για μια τόσο αδικαιολόγητη μεταχείρισι. Ο Ιησούς Χριστός γνώριζε ότι η πορεία της ζωής του ήταν καθαρή, αλλά δεν πήρε τα πράγματα στα χέρια του για να εκδικηθή τον εαυτό του. Ανέθεσε την υπόθεσί του στον Πατέρα, πεπεισμένος ότι ο Θεός και Πατήρ του θα απέδιδε δίκαιη κρίσι υπέρ αυτού. Κι’ εμείς, επίσης, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι ο Παντοδύναμος θα λάβη υπό σημείωσιν οποιεσδήποτε αδικίες και αν υποστούμε. Αυτός θα ισορροπήση τους ζυγούς της δικαιοσύνης αν εμείς εξακολουθήσωμε να υπομένωμε τα παθήματα. Ασφαλώς, αν ο αναμάρτητος Υιός του Θεού ήταν πρόθυμος να υπομείνη κακομεταχείρισι, εμείς, οι ακόλουθοί του, έχομε ακόμη μεγαλύτερο λόγο προς τούτο, αναγνωρίζοντας ότι είμεθα αμαρτωλά πλάσματα.
25. Πώς ωφεληθήκαμε εμείς από τα παθήματα του Χριστού;
25 Τα παθήματα που υπέστη ο Ιησούς Χριστός, ήταν στην πραγματικότητα προς όφελός μας, και γι’ αυτό μας δίνουν πρόσθετο ελατήριο να τον μιμηθούμε. Αυτή η άποψις τονίζεται από τα περαιτέρω λόγια του αποστόλου Πέτρου:
«Όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, διά να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη, αποθανόντες κατά τας αμαρτίας· με του οποίου την πληνήν ιατρεύθητε. Διότι υπήρχετε ως πρόβατα πλανώμενα, αλλά τώρα επεστράφητε εις τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών σας.»—1 Πέτρου 2:24, 25.
26, 27. Τι επίδρασι πρέπει να έχουν σ’ εμάς τα παθήματα του Χριστού προς όφελός μας;
26 Επειδή είμαστε αμαρτωλοί, είμαστε ανάξιοι του δώρου της ζωής. Η Αγία Γραφή μάς λέει: «Ο μισθός της αμαρτίας είναι θάνατος.» (Ρωμαίους 6:23) Ο Ιησούς Χριστός όμως, με τη θέλησί του πήρε επάνω του την ποινή των αμαρτημάτων μας, πεθαίνοντας θυσιαστικά σαν ένα άμωμο, άφωνο «αρνί» για χάρι μας. Ο Υιός του Θεού, με το να υποστή την εσχάτη ποινή ενός επαίσχυντου θανάτου πάνω σ’ ένα πάσσαλο, κατέστησε δυνατόν για τους πιστούς να ελευθερωθούν από την αμαρτία και ν’ αρχίσουν να ζουν μια ζωή δικαιοσύνης. Αν αναλογισθούμε τα όσα έπαθε ο Ιησούς Χριστός για χάρι μας, πρέπει ασφαλώς να υποκινηθούμε να δείξωμε βαθειά εκτίμησι για όσα εκείνος έκανε για μας. Αυτό απαιτεί να μιμούμεθα τον Ιησού σε όλους τους τομείς της ζωής, και να είμαστε πρόθυμοι να υποστούμε ακόμη και κακομεταχείρισι προς χάρι της δικαιοσύνης, όπως εκείνος. Οποτεδήποτε υποβαλλόμεθα σε αδικίες, καλά θα κάνωμε να σκεπτώμαστε τα παθήματα που υπέφερε ο Κύριός μας.
27 Αυτές οι σκέψεις μπορεί να εντυπώσουν στη διάνοιά μας τη σπουδαιότητα της συμμορφώσεως με το παράδειγμα του Χριστού, για να μη μας διαφύγη ο σκοπός των μεγάλων παθημάτων του για μας. Στην αμαρτωλή μας κατάστασι, ήμεθα σε μια οικτρή κατάστασι, όμοια μ’ εκείνη των χαμένων προβάτων που δεν έχουν την καθοδηγία ενός στοργικού ποιμένος. Αυτό ωφείλετο στο ότι εμείς, ως αμαρτωλοί, ήμεθα αποξενωμένοι από τον Μέγα Ποιμένα, τον Ιεχωβά Θεό. Εν τούτοις, με βάσι τη θυσία του Ιησού και την πίστι μας σ’ αυτήν, έγινε μια συμφιλίωσι. (Κολοσσαείς 1:21-23) Επομένως, ήλθαμε κάτω από τη στοργική φροντίδα, προστασία και καθοδηγία του επισκόπου των ψυχών μας, δηλαδή, του Ιεχωβά Θεού, και του ‘αρχιποιμένος’ του, Ιησού Χριστού. (1 Πέτρου 5:2-4) Αληθινά λοιπόν, καμμιά θλίψις προς χάριν της δικαιοσύνης, όσο μεγάλη και αν είναι δεν θα ήταν πολύ μεγάλη να την υποστούμε για να δείξωμε την εκτίμησί μας για ό,τι έχει κάνει ο Ιησούς Χριστός. Πόσο μεγαλύτερα ήσαν τα παθήματα του Χριστού για χάρι μας από οποιαδήποτε κακομεταχείρισι και αν υποστούμε εμείς προς χάρι του!
ΣΧΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΠΙΣΤΟΥΣ
28, 29. (α) Τι συμβουλή έδωσε ο απόστολος Παύλος στους Χριστιανούς δούλους που είχαν πιστούς κυρίους; (β) Γιατί μια τέτοια συμβουλή ήταν αναγκαία;
28 Εν τούτοις, δεν είχαν όλοι οι Χριστιανοί δούλοι του πρώτου αιώνος μ.Χ. παράλογους κυρίους, στων οποίων τα χέρια να υφίστανται κακομεταχείρισι. Εξ αιτίας των τότε υπαρχουσών κοινωνικών συνθηκών, και μερικοί Χριστιανοί ακόμη είχαν δούλους. Όταν ο δούλος και ο κύριός του ήσαν μαθητές του Υιού του Θεού, και οι δύο είχαν ανάγκη να βλέπουν την πνευματική τους σχέσι με το ορθό φως. Ο απόστολος Παύλος, απευθύνοντας τη νουθεσία του στους δούλους που είχαν πιστούς κυρίους, δήλωσε τα εξής: «Οι δε έχοντες πιστούς κυρίους ας μη καταφρονώσιν αυτούς, διότι είναι αδελφοί, αλλά προθυμότερον ας δουλεύωσι, διότι είναι πιστοί και αγαπητοί οι απολαμβάνοντες την ευεργεσίαν.»—1 Τιμόθεον 6:2.
29 Γιατί χρειαζόταν αυτή η συμβουλή; Ο πιστός δούλος ήταν συγκληρονόμος του Χριστού και επομένως, απελάμβανε πνευματική ισότητα με τον πιστό κύριό του. Συνεπώς, ο δούλος έπρεπε να φυλάγεται από τη σκέψι ότι αυτή η πνευματική ισότης εξουδετέρωνε την κοσμική σχέσι που υπήρχε μεταξύ τους και την εξουσία του κυρίου σ’ αυτή τη σχέσι. Μια τέτοια στάσις, μπορούσε εύκολα να οδηγήση ένα δούλο να επωφεληθή από τον κύριό του, και να μην κάνη το καλύτερο που μπορούσε για την εκπλήρωσι των καθηκόντων του. Η συμβουλή του αποστόλου Παύλου απέτρεπε οποιαδήποτε εσφαλμένα συμπεράσματα θα μπορούσαν να βγάλουν οι δούλοι από την αδελφική τους σχέσι με άλλα μέλη της εκκλησίας. Επειδή ήσαν σε μια τέτοια σχέσι με τους κυρίους τους, οι δούλοι είχαν ακόμη πιο σοβαρούς λόγους να εκπληρώνουν τα καθήκοντά τους με καλό τρόπο. Αποτελούσε προνόμιό τους να κάνουν κάτι για ένα Χριστιανό αδελφό, και αυτό έπρεπε ν’ αποτελή πηγή μεγάλης χαράς γι’ αυτούς.
30. Γιατί ένας Χριστιανός σήμερα πρέπει να κάνη το καλύτερο αν εργάζεται κάτω από την επίβλεψι ενός πιστού;
30 Ομοίως και σήμερα, αν ένας Χριστιανός εργάζεται κάτω από τη διεύθυνσι ενός πιστού επιστάτου ή είναι στην υπηρεσία ενός πιστού, πρέπει να θέλη να κάνη το καλύτερο που μπορεί. Εκείνος που ωφελείται από τους κόπους του είναι ο αδελφός του. Αν κάνη εργασία κακής ποιότητος ή εργάζεται απρόθυμα θα αποτελή απογοήτευσι και πηγή ερεθισμού στον αδελφό του. (Παροιμίαι 10:26) Τι έλλειψι στοργής θα επεδείκνυε για τον αδελφό του τον οποίο υποχρεούται να αγαπά!—1 Ιωάννου 4:11.
31. Ποια συμβουλή έπρεπε να έχουν υπ’ όψιν οι Χριστιανοί κύριοι;
31 Εξ άλλου, οι Χριστιανοί κύριοι ή εργοδότες δεν έπρεπε να παραβλέπουν το γεγονός ότι, κι’ αυτοί επίσης, είχαν ένα κύριο, τον Χριστό. Η κατανόησις ότι αυτοί ήσαν υπόλογοι στον Υιό του Θεού, έπρεπε να επηρεάζη τον τρόπο με τον οποίο μεταχειρίζοντο τους δούλους τους ή τους εργάτες τους. Ο απόστολος Παύλος, σχολιάζοντας τούτο, έγραψε: «Οι κύριοι, αποδίδετε εις τους δούλους σας το δίκαιον και το ίσον, εξεύροντες ότι και σεις έχετε Κύριον εν ουρανοίς.»—Κολοσσαείς 4:1.
32. Τι ευθύνη έχομε προς τους πιστούς που μπορεί να κοπιάζουν ή να προσφέρουν υπηρεσίες για μας;
32 Επίσης, αν οι Χριστιανοί αδελφοί κοπιάζουν ή προσφέρουν υπηρεσίες σε μας με την ιδιότητα των γιατρών, δικηγόρων, ηλεκτρολόγων, ξυλουργών, υδραυλικών, επισκευαστών, και λοιπά, εμείς ασφαλώς θέλομε να τους δώσωμε μια δίκαιη αμοιβή. Δεν νομίζετε ότι θα ήταν ακατάλληλο να επωφελούμενα από την πνευματική μας σχέσι, για ν’ αναβάλλωμε την πληρωμή σ’ ένα Χριστιανό αδελφό ενώ χρησιμοποιούμε ένα μεγάλο μέρος από τα κέρδη μας για σπάταλη διασκέδασι, για πολυτέλειες ή για δαπανηρές διακοπές; Σε ζητήματα εργασίας, δεν πρέπει να θέλουμε να λάβουν οι ομόπιστοί μας οτιδήποτε δικαιούνται να λάβουν; Είναι καλό να μπορούμε έτσι να βοηθήσωμε τους αδελφούς μας να έχουν τα προς το ζην. Αν μας προσέξουν ιδιαίτερα, εμείς ορθώς θα το λάβωμε αυτό υπ’ όψιν με εκτίμησι, αναγνωρίζοντας ότι οι ομόπιστοί μας δεν είναι υποχρεωμένοι να μας δίδουν ιδιαίτερη αξία ή να μας ευνοούν περισσότερο από τους άλλους. Σε όλα αυτά τα ζητήματα λοιπόν, μπορούμε να δείχνωμε ότι θέλομε να κάνωμε τα πάντα με ένα τρόπο ευάρεστο στην ουράνια Κεφαλή μας, στον Υιό του Θεού.
ΥΠΟΤΑΓΗ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ
33. (α) Ποια νουθεσία δίδεται στις Χριστιανές συζύγους; (β) Στην επιστολή 1 Πέτρου 3:1, τι είναι σημαντικό για τη λέξι που σημαίνει «ομοίως»;
33 Ο γάμος είναι επίσης μια σχέσι που απαιτεί υποταγή σε μια κεφαλή. Γι’ αυτό ο Πέτρος συνδέει τις υποδείξεις του για την υποταγή της συζύγου με την προηγούμενη νουθεσία του για υποταγή κάτω από δυσμενείς συνθήκες, αρχίζοντας με τη λέξι «ομοίως.» Διαβάζομε:
«Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τίνες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου διά της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας.»—1 Πέτρου 3:1, 2.
34. Κάτω από ποιες περιστάσεις ενθαρρύνει ο απόστολος Πέτρος μια σύζυγο να είναι σε υποταγή, και γιατί αυτό μπορεί να μην είναι εύκολο;
34 Οι περιστάσεις, κάτω από τις οποίες οι Χριστιανές σύζυγοι προτρέπονται εδώ να υποτάσσωνται, είναι δυσμενείς. Όταν ένας σύζυγος δεν δέχεται τις αρχές του Λόγου του Θεού, μπορεί να κάνη τη ζωή πολύ δύσκολη για μια Χριστιανή σύζυγο, με το να είναι σκληρός και παράλογος στη συμπεριφορά του προς αυτήν. Αλλά αυτό δεν απαλλάσσει τη σύζυγο από το να ενεργή σε αρμονία με το γεγονός ότι ένας σύζυγος είναι η κεφαλή της οικογένειας. Οποτεδήποτε λοιπόν, οι απαιτήσεις του δεν συγκρούονται με το θείο νόμο, η Χριστιανή σύζυγος θα πρέπει να κάνη το καλύτερο για να ευαρεστήση τον σύζυγό της.
35. Πώς θα μπορούσε μια σύζυγος να κερδίση τον σύζυγό της «άνευ του λόγου»;
35 Όπως τονίζει ο απόστολος Πέτρος, το καλό της παράδειγμα μπορεί να βοηθήση τον σύζυγο να γίνη ένας πιστός. Το να κερδίση όμως μια σύζυγος τον άνδρα της μ’ αυτό τον τρόπο, «άνευ του λόγου,» δεν σημαίνει ότι ποτέ δεν πρέπει να μοιράζεται Γραφικές σκέψεις μαζί του, αλλά πρέπει να αφήνη τις αξιέπαινες πράξεις της να μιλούν πιο καλά ακόμη και από τα λόγια. Ένας σύζυγος θα μπορούσε τότε να διακρίνη ότι η διαγωγή της συζύγου του είναι αγνή ή καθαρή σε λόγο και πράξεις, και ότι αυτή έχει βαθύ σεβασμό προς αυτόν.
36, 37. Σύμφωνα με τα εδάφια Τίτον 2:3-5, σε τι πρέπει να προσέχη μια Χριστιανή γυναίκα για να είναι υποδειγματική σύζυγος;
36 Εκείνα που έγραψε ο απόστολος Παύλος για τις γυναίκες, δίνουν ακόμη περισσότερες λεπτομέρειες για το τι μπορεί να αναμένεται από μια Χριστιανή σύζυγο. Στην επιστολή του προς Τίτον, έγραψε:
«Αι γραίαι ωσαύτως να έχωσι τρόπον ιεροπρεπή, μη κατάλαλοι, μη δεδουλωμέναι εις πολλήν οινοποσίαν, να ήναι διδάσκαλοι των καλών, διά να νουθετώσι τας νέας να ήναι φίλανδροι, φιλότεχνοι, σώφρονες, καθαραί, οικοφύλακες, αγαθαί, ευπειθείς εις τους ιδίους αυτών άνδρας, διά να μη βλασφημήται ο λόγος του Θεού.»—Τίτον 2:3-5.
37 Σύμφωνα μ’ αυτή τη νουθεσία, μια γυναίκα πρέπει ευσυνείδητα να προσπαθή να συμπεριφέρεται μ’ ένα τρόπο που αποκαλύπτει την εκτίμησί της για το γεγονός ότι, ολόκληρη η πορεία της ζωής της είναι κάτω από την επίβλεψι του Ιεχωβά Θεού και του Κυρίου Ιησού Χριστού. Αυτή θα εργάζεται σκληρά για να χρησιμοποιή τη γλώσσα της να εποικοδομή και να ενθαρρύνη τους άλλους, να μη συκοφαντή και να μη σπερμολογή. Η μετριοπάθεια στην τροφή και στα ποτά πρέπει βέβαια να εφαρμόζεται. Η Χριστιανή γυναίκα, ως σύζυγος και μητέρα, πρέπει να είναι υποδειγματική στην αγάπη της, φροντίζοντας να κάνη το μέρος της στην προμήθεια θρεπτικών γευμάτων και να κάνη το σπίτι ένα τόπο καθαρό και ευχάριστο. Η αγάπη για τον σύζυγο και τα παιδιά της, περιλαμβάνει το να είναι πρόθυμη να προτάσση τα συμφέροντα της οικογένειας από τα δικά της. Ένας σύζυγος δεν πρέπει να έχη αποδείξεις ότι η σύζυγός του αμελεί σοβαρά τα καθήκοντά της, αλλά αντιθέτως πρέπει να μπορή να διακρίνη ότι, σε σύγκρισι με τις άπιστες γυναίκες, αυτή είναι πράγματι υποδειγματική.
ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΗ ΑΠΟΨΙΣ ΤΟΥ ΣΤΟΛΙΣΜΟΥ
38. Ποια συμβουλή για τον στολισμό βρίσκομε στην επιστολή 1 Πέτρου 3:3, και πώς πρέπει να την κατανοήσωμε;
38 Ουσιώδες επίσης είναι το να έχη μια σύζυγος τον στολισμό στα κατάλληλα πλαίσια. Ο απόστολος Πέτρος τόνισε ότι μια Χριστιανή σύζυγος δεν πρέπει να δίνη την σπουδαιότερη έμφασι στο να γίνεται ελκυστική, μ’ έναν επιδεικτικό στολισμό. Είπε: «Των οποίων ο στολισμός ας ήναι ουχί ο εξωτερικός, ο του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων ή της ενδύσεως των ιματίων.» (1 Πέτρου 3:3) Τον πρώτο αιώνα μ.Χ., οι γυναίκες δαπανούσαν πολύ χρόνο και κόπο για να πλέκουν τα μακριά μαλλιά τους σε πολύπλοκους σχεδιασμούς που είλκυαν την προσοχή και περιλάμβαναν και άρπες, σάλπιγγες, στεφάνια και διαδήματα. Εκτός απ’ αυτά, στολίζονταν και με πολύ φανταχτερά ρούχα και με πολλές χρυσές αλυσίδες, δαχτυλίδια και βραχιόλια. Για μια Χριστιανή γυναίκα, αυτή η υπερβολική φροντίδα για τον φυσικό στολισμό, ήταν ακατάλληλη, διότι έδινε την εντύπωσι ότι ο κύριος σκοπός της στη ζωή ήταν το πρόσωπό της μάλλον, παρά το να ευαρεστήση τον Ιεχωβά Θεό και τον Κύριο Ιησού Χριστό. Επίσης, οι γυναίκες που ζουν κυρίως για επίδειξι ή μόδα, συχνά πέφτουν θύματα υπερηφάνειας, φθόνου, και επιδιώξεως θέσεως, πράγματα που αφαιρούν από τη διάνοια και την καρδιά το πνεύμα της ηρεμίας και προξενούν απογοήτευσι και ερεθιστικότητα.
39. Γιατί μια σύζυγος δεν πρέπει να παραμελή την εμφάνισί της;
39 Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι μια Χριστιανή σύζυγος δεν πρέπει και να προσέχη την εμφάνισί της. Ο απόστολος Παύλος, όταν ομοίως έδινε συμβουλές κατά της επιδεικτικής αμφιέσεως, είπε επίσης τα εξής: «Ωσαύτως και αι γυναίκες με στολήν σεμνήν, με αιδώ και σωφροσύνην να στολίζωσιν εαυτάς.» (1 Τιμόθεον 2:9) Μια Χριστιανή σύζυγος λοιπόν, καλά θα κάνη να φροντίζη ώστε να μην παρουσιάζη μια άσχημη εμφάνισι στο σύζυγό της με το να αδιαφορή για το ντύσιμό της, την κόμμωσι και τη φυσική εμφάνισι. Επίσης, η Γραφή λέγει ότι «η. . . . γυνή είναι δόξα του ανδρός.» (1 Κορινθίους 11:7) Είναι σαφές ότι μια οκνηρή, αχτένιστη γυναίκα δεν φέρνει τιμή ή δόξα στο σύζυγό της. Υποβιβάζει την εμφάνισί του στα μάτια των άλλων. Και αν ο σύζυγος υπερηφανεύεται λογικά για τη δική του εμφάνισι, η σύζυγός του, με την ακαταστασία της θα μπορούσε ν’ αποβή πηγή πολλού ερεθισμού. Συνεπώς, είναι πολύ επιθυμητό να δείχνη η αμφίεσις και ο στολισμός μιας Χριστιανής γυναίκας ότι αυτή έχει καλή κρίσι στο να εκλέγη ό,τι είναι σεμνό ή ευπρεπές, και κατάλληλο για το πρόσωπό της.
‘ΤΟ ΠΡΑΟΝ ΚΑΙ ΗΣΥΧΙΟΝ ΠΝΕΥΜΑ’
40. (α) Τι κάνει μια Χριστιανή γυναίκα αληθινά όμορφη; (β) Με τι δεν πρέπει να συγχέεται το ‘πράο και ησύχιο πνεύμα’;
40 Εν τούτοις, η πραγματική ομορφιά μιας Χριστιανής γυναίκας έγκειται σ’ εκείνο που είναι στην καρδιά της. Ο απόστολος Πέτρος με σύνεσι τόνισε ότι ο στολισμός της πρέπει να είναι «ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας, κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος, το οποίον ενώπιον του Θεού είναι πολύτιμον.» (1 Πέτρου 3:4) Αυτό το ‘πράο και ησύχιο πνεύμα’ δεν πρέπει να συγχέεται με ένα επίστρωμα εξωτερικής γλυκύτητος. Παραδείγματος χάριν, μια γυναίκα μπορεί να είναι γλυκομίλητη και να υποτάσσεται με πραότητα, σε λόγια, στις επιθυμίες της κεφαλής της οικογένειας. Ωστόσο, μπορεί στο βάθος να προσπαθή να επιβληθή στο σύζυγό της με το να είναι στασιαστική, συνωμοτική και μηχανορράφος.
41. Πώς θα μπορούσε μια γυναίκα να καθορίση αν το ‘πράο και ησύχιο πνεύμα’ αποτελή μέρος του μόνιμου στολισμού της;
41 Στην περίπτωσι της γυναίκας η οποία έχει πραγματικά ‘το πράο και ησύχιο πνεύμα,’ το ταπεινό αυτό πνεύμα είναι μια αντανάκλασις του αληθινού εσωτερικού εαυτού της. Πώς μπορεί μια γυναίκα να εξακριβώση αν αυτό το ‘πνεύμα’ αποτελή μέρος του μόνιμου στολισμού της; Θα μπορούσε να ρωτήση τον εαυτό της: Τι συμβαίνει όταν ο σύζυγός μου, κατά καιρούς, είναι απερίσκεπτος, παράλογος ή αποφεύγη την ευθύνη του; Μήπως εγώ συχνά εξάπτομαι, εξοργίζομαι και τον κατακρίνω σκληρά για τις αποτυχίες του; Ή μήπως συνήθως προσπαθώ να μένω ήρεμη μέσα μου και να αποφεύγω την ανοιχτή αντίκρουσι; Μια γυναίκα που έχει ‘το πράο και ησύχιο πνεύμα,’ δεν είναι απλώς φαινομενικά ειρηνική, αλλά μέσα της σαν ένα ηφαίστειο εν ενεργεία, έτοιμη να εκραγή. Όχι, κάτω από περιστάσεις δοκιμασίας, αυτή προσπαθεί να διατηρήση μια ήρεμη και ομαλή ψυχική κατάστασι και εσωτερικά και εξωτερικά, κάνοντας τους παρατηρητές να εντυπωσιάζονται βαθιά από την εσωτερική δύναμι που εκδηλώνει και τον φιλάγαθο τρόπο με τον οποίο αυτοκυριαρχείται.
42. Σύμφωνα με τα εδάφια 1 Πέτρου 3:5, 6, ποιος είχε ‘πράο και ησύχιο πνεύμα’ ;
42 Αυτό ‘το πράο και ησύχιο πνεύμα’ διέκρινε τις ευσεβείς γυναίκες των προχριστιανικών χρόνων. Ο απόστολος Πέτρος, εφιστώντας την προσοχή μας σ’ αυτό το γεγονός, γράφει:
«Διότι ούτω ποτέ και αι άγιαι γυναίκες αι ελπίζουσαι επί τον Θεόν εστόλιζον εαυτάς, υποτασσόμεναι εις τους άνδρας αυτών, καθώς η Σάρρα υπήκουσεν εις τον Αβραάμ, καλούσα αυτόν κύριον της οποίας σεις εγεννήθητε τέκνα, αγαθοποιούσαι και μη φοβούμενοι μηδεμίαν πτόησιν.»—1 Πέτρου 3:5, 6.
43. Τι φανερώνει ότι η Σάρρα ήταν μια ‘άγια γυναίκα’ που ήλπιζε στον Θεό;
43 Η Σάρρα, σαν μια από τις ‘άγιες γυναίκες’ των προχριστιανικών χρόνων, έθεσε την ελπίδα και την εμπιστοσύνη της στον Ιεχωβά. Αντίθετα με τη σύζυγο του Λωτ η οποία με λαχτάρα κοίταξε πίσω στα Σόδομα, και θανατώθηκε, η Σάρρα εγκατέλειψε πρόθυμα τις ανέσεις της Ουρ και συνέχισε να συγκατοική με τον σύζυγό της, τον Αβραάμ, σε σκηνές στο υπόλοιπο της ζωής της. Μαζί με τον Αβραάμ, απέβλεπε σε ένα μόνιμο τόπο κατοικίας κάτω από τη θεία κυριαρχία. (Εβραίους 11:8-12) Η Σάρρα ασφαλώς δεν απέδιδε πάρα πολλή σπουδαιότητα στα υλικά αποκτήματα και στις ανέσεις. Ζούσε μ’ ένα τρόπο που απεκάλυπτε μια πνευματική ενατένισι. Η Σάρρα κατανοούσε ότι ο Θεός θα την αντήμειβε πλούσια στον καιρό της αναστάσεως. Ομοίως, οι σημερινές Χριστιανές γυναίκες έχουν με σύνεσι ως κύριο σκοπό της ζωής τους το να ευαρεστούν τον Ιεχωβά Θεό.—Παράβαλε με Παροιμίαι 31:30.
44. Τι αποδεικνύει ότι η Σάρρα είχε βαθύ σεβασμό προς το σύζυγό της;
44 Η ωραία Σάρρα είχε βαθύ σεβασμό προς τον σύζυγό της. Όταν ήλθαν απροσδόκητοι επισκέπτες, ο Αβραάμ δεν δίστασε να πη στην πιστή του σύντροφο: «Σπεύσον ζύμωσον τρία μέτρα [22 λίτρα] σεμιδάλεως, και κάμε εγκρυφίας.» (Γένεσις 18:6) Την ίδια εκείνη μέρα η Σάρρα απεκάλεσε τον Αβραάμ ‘κύριό’ της. Εφόσον το έκανε αυτό μέσα της και όχι εις επήκοον των άλλων, αυτό δείχνει καθαρά ότι ήταν από καρδίας υποτακτική στο σύζυγό της.—Γένεσις 18:12.
45. Τι φανερώνει ότι η Σάρρα δεν είχε αδύναμη προσωπικότητα;
45 Εν τούτοις, η Σάρρα δεν ήταν μια γυναίκα με αδύναμη προσωπικότητα. Όταν παρετήρησε ότι ο Ισμαήλ, ο γιος της Αιγύπτιας δούλης Άγαρ, ‘περιγελούσε’ τον γιο της Ισαάκ, η Σάρρα μίλησε έντονα στον Αβραάμ, λέγοντας: «Δίωξον την δούλην ταύτην και τον υιόν αυτής· διότι δεν θέλει κληρονομήσει ο υιός της δούλης ταύτης μετά του υιού μου, του Ισαάκ.» Το ότι παρεκάλεσε έντονα τον Αβραάμ, και δεν απαίτησε ούτε διέταξε ακατάλληλα, καταδεικνύεται από την επιδοκιμασία του Ιεχωβά στην αίτησι της Σάρρας. Ο Παντοδύναμος έλαβε υπ’ όψι την παράκλησι που έγινε με το ορθό πνεύμα, και κατεύθυνε τον Αβραάμ να την εκτελέση.—Γένεσις 21:9-12.
46, 47. (α) Πώς μπορεί μια γυναίκα, που εκφράζει έντονες απόψεις και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες, να δείξη ότι είναι υποτακτική; (β) Τι πρέπει να αναμένωμε από μια θεοφοβούμενη γυναίκα;
46 Ομοίως, μια υποτακτική Χριστιανή γυναίκα, δεν πρέπει να έχη ασθενικό χαρακτήρα ή να είναι άβουλη. Μπορεί να εκφράζη θετικές προσωπικές απόψεις και να αναλαμβάνη την πρωτοβουλία στο χειρισμό ωρισμένων υποθέσεων που είναι σημαντικές για την οικογενειακή ευτυχία. Αλλά πρέπει να προσπαθή να έχη υπ’ όψι τις επιθυμίες και τα αισθήματα του συζύγου της, και ν’ αφήνη αυτά να την καθοδηγούν όταν κάνη αγορές, όταν διακοσμή το σπίτι ή όταν φροντίζη για άλλες υποθέσεις του σπιτιού. Αν δεν είναι βεβαία για την άποψι του συζύγου σε μια ιδιαίτερη ενέργεια ή κάποια μεγάλη αγορά, μπορεί να αποφύγη προβλήματα αν τον συμβουλευθή από πριν. Επιζητώντας να εκπληρώση τα καθήκοντα της συζύγου μ’ ένα τρόπο που ευαρεστεί τον Θεό, θα ευαρεστήση επίσης και τον σύζυγό της, και δεν θα του δίνη σοβαρές αιτίες για κατηγορίες. Μια τέτοια σύζυγος συνήθως αποκτά μια θέσι τιμής και κύρους στην οικογένεια. Η κατάστασίς της αποδεικνύεται ότι είναι όμοια μ’ εκείνη της ικανής συζύγου που περιγράφεται στις Παροιμίες 31:11, 28: «Η καρδία του ανδρός αυτής θαρρεί επ’ αυτήν, . . . Τα τέκνα αυτής σηκόνονται και μακαρίζουσιν αυτήν ο ανήρ αυτής, και επαινεί αυτήν.» Ο σύζυγος που έχει πεποίθησι ότι η σύζυγός του θα ενεργήση με σύνεσι και δεν θα βάλη σε κίνδυνο την ευημερία της οικογένειας δεν θα αισθάνεται την ανάγκη να διατυπώση πολυάριθμους κανόνες με σκοπό να ελέγξη ασύνετες πράξεις. Θα υπάρχη απλώς μια καλή κατανόησις μεταξύ τους. Η σύζυγος, φροντίζοντας για τις οικογενειακές υποθέσεις, θα απολαύση τη χρησιμοποίησι των ικανοτήτων της και της πρωτοβουλίας της στο πλήρες.
47 Μια Χριστιανή σύζυγος, για να είναι θεοφοβούμενη με τη Γραφική έννοια, πρέπει να είναι εργατική και ικανή ν’ αναλαμβάνη πρωτοβουλία στην υποβοήθησι των άλλων. Έτσι δεν θα είναι μια γυναίκα η οποία ζη ουσιαστικά ‘στη σκιά’ του συζύγου της. (Παράβαλε με Παροιμίαι 31:13-22, 24, 27.) Αυτό καταφαίνεται από την περιγραφή των Χριστιανών γυναικών που ήσαν κατάλληλες να καταγραφούν σ’ ένα ειδικό κατάλογο, τον πρώτο αιώνα μ.Χ. Διαβάζομε: «Ας καταγράφηται χήρα ουχί ολιγώτερον των εξήκοντα ετών, ήτις υπήρξεν ενός ανδρός γυνή, ήτις μαρτυρείται διά τα καλά αυτής έργα, εάν ανέθρεψε τέκνα, εάν περιέθαλψε ξένους, εάν πόδας αγίων ένιψεν, εάν θλιβομένους εβοήθησεν, εάν επηκολούθησεν εις παν έργον αγαθόν.» (1 Τιμόθεον 5:9, 10) Προσέξτε ότι η ιστορία των καλών της έργων ανάγεται στο χρόνο κατά τον οποίο αυτή ήταν «ενός ανδρός γυνή.» Δεν πρέπει λοιπόν να συγχέωμε ‘το πράο και ησύχιο πνεύμα’ με εκείνο που μπορεί πραγματικά να είναι μόνο έλλειψις πρωτοβουλίας και εργατικότητας.
ΟΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΔΕΙΞΙ ΧΡΙΣΤΟΕΙΔΟΥΣ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
48. Πώς μπορεί μια Χριστιανή σύζυγος να μοιάση πιο πολύ στον Υιό του Θεού;
48 Εφόσον ο Χριστός αποτελεί ‘παράδειγμα για να τον ακολουθήσουν όλοι οι μαθητές του,’ μια Χριστιανή σύζυγος πρέπει να κάνη προσπάθεια για να του μοιάζει όλο και περισσότερο όταν αντιμετωπίζη δύσκολες περιστάσεις. (1 Πέτρου 2:21) Αυτό απαιτεί να είναι ειλικρινής με τον εαυτό της στην εκτίμησι των λόγων και των πράξεών της. Τότε, εξετάζοντας με προσευχή το παράδειγμα του Ιησού Χριστού και παρακαλώντας συνεχώς τον Ιεχωβά Θεό για τη βοήθεια του πνεύματός του για να γίνη καλύτερη σύζυγος, θα μπορέση να έχη τον ‘νουν του Χριστού’ σε μεγαλύτερο βαθμό. (1 Κορινθίους 2:16) Η πρόοδός της θα γίνη φανερή στους άλλους. Αυτό συμβαίνει διότι, όσο περισσότερο σκεπτόμεθα τις καλές ιδιότητες και τις αξιέπαινες πράξεις ενός ατόμου που το αγαπούμε, τόσο περισσότερο θα θέλωμε να είμεθα όπως εκείνο το πρόσωπο.
49-51. (α) Γιατί είναι πάντοτε συνετό για μια σύζυγο να εφαρμόζη τις Γραφικές αρχές; (β) Ποια καλά οφέλη μπορούν να προκύψουν από την πιστή συμμόρφωσι με τις Γραφές; (γ) Ποια «πτόησιν» δεν πρέπει να φοβάται μια Χριστιανή σύζυγος, και γιατί;
49 Και όταν ακόμη ένας σύζυγος είναι απερίσκεπτος, παράλογος ή επιρρίπτει αλλού τις ευθύνες, η σύζυγος μπορεί να έχη πεποίθησι ότι εφαρμόζοντας τις Βιβλικές αρχές, θ’ αποκομίση τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα κάτω από τις περιστάσεις. Μια σύζυγος που μεγαλοποιεί κάθε εσφαλμένη απόφασι του συζύγου της, παραβλέποντας έτσι τη Βιβλική συμβουλή να είναι υποτακτική, πολύ λίγα επιτυγχάνει. Οι άνθρωποι έχουν την τάσι να δικαιολογούν τον εαυτό τους ακόμη και όταν έχουν άδικο. Αν λοιπόν μια σύζυγος το κάνη ‘ζήτημα’ κάθε φορά που ο σύζυγός της χρησιμοποιεί πενιχρή κρίσι, μπορεί να συναντήση αντίδρασι αντίθετη σε ό,τι αυτή επιδιώκει. Αυτός μπορεί να γίνη πιο αποφασιστικός στο να αγνοή όσα εκείνη λέει για να της αποδείξη ότι δεν έχει ανάγκη από τις συμβουλές της. Εξ άλλου, αν η αντίδρασίς της εκδηλώνη κατανόησι του γεγονότος ότι εμείς, ως αμαρτωλοί άνθρωποι, δεν μπορούμε εντελώς ν’ αποφύγωμε σφάλματα στην κρίσι, αυτός μπορεί να είναι πολύ πιο διατεθειμένος να δώση προσοχή στις σκέψεις της την επόμενη φορά. Θα διαπιστώση ότι είναι πιο εύκολο να εμποδίση την υπερηφάνειά του από το να εκδηλωθή πάρα πολύ στο ζήτημα.
50 Ενθαρρύνοντας το σύζυγό της μ’ ένα στοργικό, ευγενικό τρόπο, η Χριστιανή σύζυγος, μπορεί να τον κάνη να σκεφθή σοβαρά τον τρόπο της συμπεριφοράς του και ν’ αρχίση να κάνη αλλαγές στη ζωή του. Μολονότι η πρόοδος μπορεί να είναι βραδεία, η σύζυγος αποκτά άμεση αμοιβή. Ποια είναι αυτή; Αποφεύγει την τρομερή συναισθηματική έντασι, την πικρία και τη δυσαρέσκεια στην οποία θα ωδηγούσε η ανοιχτή αντίκρουσις με το σύζυγό της.—Παροιμίαι 14:29, 30.
51 Η πιστή συμμόρφωσις μιας συζύγου με τις Γραφές σε διαγωγή και σε λόγια, μπορεί να μην κάνη πάντοτε τον άπιστο σύζυγό της να γίνη Χριστιανός. Αλλ’ ωστόσο εκείνη έχει την ικανοποίησι να γνωρίζη ότι η πορεία της είναι ευάρεστη στον Θεό. Ο αξιέπαινος τρόπος με τον οποίο χειρίζεται τις ευθύνες της ως συζύγου και μητέρας, αποτελεί μέρος της ιστορίας της σε καλά έργα που είναι σαν ένας θησαυρός που έχει κατατεθή στον ουρανό. Αυτός ο θησαυρός θα αποδώση πλούσια μερίσματα σε μορφή θείων ευλογιών. (Ματθαίος 6:20) Εκτιμώντας τη σπουδαιότητα της διατηρήσεως μιας καλής στάσεως απέναντι του Θεού, η σύζυγος θα εξακολουθήση να ‘αγαθοποιή’ και να μη φοβάται «μηδεμίαν πτόησιν»—καμμιά κακομεταχείρισι απειλές ή εναντίωσι που μπορεί να προκύψουν επειδή είναι μαθήτρια του Ιησού Χριστού. Αντί να ενδώση στον φόβο και να χάση τη σχέσι της με τον Ιεχωβά και τον Υιό του, θεωρεί τη δοκιμασία της ως πάθημα προς χάρι του Χριστού. Έτσι αποδεικνύει ότι είναι μια θυγατέρα της υποτακτικής Σάρρας, μιας θεοσεβούς γυναίκας πίστεως.
«ΕΝ ΦΡΟΝΗΣΕΙ»
52. Τι είναι σημαντικό στη χρήσι από τον Πέτρο της Ελληνικής λέξεως «ομοίως,» όταν συμβουλεύη τους Χριστιανούς συζύγους;
52 Ακριβώς όπως μια σύζυγος έχει ωρισμένα καθήκοντα λόγω της σχέσεώς της με ένα σύζυγο, έτσι και ένας σύζυγος έχει καθήκοντα εξ αιτίας της σχέσεως του με μια σύζυγο. Ο απόστολος Πέτρος το υπενθύμισε αυτό στους συζύγους, χρησιμοποιώντας τη λέξι «ομοίως,» δηλαδή με όμοιο τρόπο, για να συνδέση τη νουθεσία του προς αυτούς με την προηγούμενη συμβουλή του προς τις συζύγους, λέγοντας:
«Οι άνδρες ομοίως, συνοικείτε με τας γυναίκας σας εν φρονήσει, αποδίδοντες τιμήν εις το γυναικείον γένος ως εις σκεύος ασθενέστερον, και ως εις συγκληρονόμους της χάριτος της ζωής, διά να μη εμποδίζωνται αι προσευχαί σας.»—1 Πέτρου 3:7.
53. Τι πρέπει να διέπη τον τρόπο με τον οποίο ένας σύζυγος συγκατοικεί με τη σύζυγό του;
53 Είναι αξιοσημείωτο ότι ο θεόπνευστος απόστολος, που ήταν κι’ ο ίδιος έγγαμος, εφιστά πρώτα την προσοχή μας στο γεγονός ότι, ο τρόπος με τον οποίο ένας σύζυγος συγκατοικεί ή συζή με τη σύζυγό του, πρέπει να διέπεται από ‘φρόνησι.’ (Μάρκος 1:30· 1 Κορινθίους 9:5) Ασφαλώς ένας σύζυγος θα πρέπει να γνωρίζη καλά τη σύζυγό του—τα αισθήματά της, τις δυνάμεις της, τους περιορισμούς της, τις αρέσκειες και απαρέσκειές της. Αλλά, και το πιο σπουδαίο, πρέπει να γνωρίζη ποιες είναι οι ευθύνες του ως Χριστιανού συζύγου. Με το να γνωρίζη πραγματικά τη σύζυγό του, καθώς και το δικό του ρόλο που του έχει ανατεθή από τον Θεό, ένας σύζυγος μπορεί ‘να συνοική με τη σύζυγό του εν φρονήσει.’
54. Τι απαιτεί η άσκησις του δικαιώματος της κεφαλής;
54 Οι Γραφές τονίζουν ότι ο σύζυγος είναι η κεφαλή της συζύγου του. Αλλά δεν είναι απόλυτη κεφαλή, διότι απαιτείται και απ’ αυτόν να υποτάσσεται στην ηγεσία του Ιησού Χριστού για τον χειρισμό των οικογενειακών υποθέσεων. «Η κεφαλή παντός ανδρός είναι ο Χριστός,» μας λέει η Αγία Γραφή. (1 Κορινθίους 11:3) «Οι άνδρες,» έγραψε ο απόστολος Παύλος, «αγαπάτε τας γυναίκας σας καθώς και ο Χριστός ηγάπησε την εκκλησίαν και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ αυτής.» (Εφεσ. 5:25) Έτσι λοιπόν, ο τρόπος με τον οποίον ο Υιός του Θεού μεταχειρίζεται τη Χριστιανική εκκλησία, χρησιμεύει σαν ένα υπόδειγμα για τους συζύγους στην εκπλήρωσι των οικογενειακών τους υποχρεώσεων. Ασφαλώς, δεν υπάρχει τίποτα το τυραννικό ή σκληρό στην άσκησι της εξουσίας εκ μέρους του Ιησού Χριστού, ως κεφαλής της εκκλησίας. Αυτός μάλιστα παρέδωσε τη ζωή του γι’ αυτήν. Επομένως, η ιδιότητα του συζύγου ως κεφαλής, δεν του παρέχει το δικαίωμα να εξουσιάζη τη σύζυγό του, θέτοντάς την σε χαμηλή, υποτιμητική θέσι. Αντιθέτως, η ιδιότητα αυτή θέτει επάνω του την ευθύνη να είναι αυτοθυσιαστικός στην αγάπη του, να είναι πρόθυμος να προτάσση την ευημερία και τα συμφέροντα της συζύγου του, από τις προσωπικές του επιθυμίες και προτιμήσεις.
55. Εφόσον ο Ιησούς Χριστός είναι το παράδειγμα, τι πρέπει να κάνουν οι Χριστιανοί σύζυγοι;
55 Εφόσον ο Ιησούς Χριστός είναι το τέλειο παράδειγμα γι’ αυτούς, οι σύζυγοι καλά θα κάνουν να κατατοπισθούν σε όσα εκείνος έκανε στις σχέσεις του με τους μαθητές του. Και ακόμη πιο σπουδαίο είναι να προσπαθούν οι σύζυγοι να συμμορφώνωνται με το πρότυπο του Υιού του Θεού στην εκπλήρωσι των οικογενειακών ευθυνών. Εξετάστε λίγα μόνο από τα πολλά πράγματα που έκανε ο Ιησούς Χριστός όταν ήταν στη γη, στη φροντίδα του για τους μαθητές του.
56, 57. (α) Πώς ο Υιός του Θεού δείχνει γνήσιο ενδιαφέρον για την πνευματική ευημερία των μαθητών του; (β) Ένεκα του παραδείγματος του Ιησού, τι πρέπει να ρωτήση τον εαυτό του ένας σύζυγος;
56 Ο Υιός του Θεού είχε γνήσιο ενδιαφέρον για την πνευματική ευημερία των ακολούθων του. Ακόμη και όταν εκείνοι αργούσαν να καταλάβουν ζωτικά πράγματα, εκείνος δεν ανυπομονούσε μαζί τους. Διέθετε χρόνο για να τους διευκρινίζη τα πράγματα και φρόντιζε να καταλαβαίνουν πραγματικά τη διδασκαλία του. (Ματθαίος 16:6-12· Ιωάννης 16:16-30) Όταν επί πολύ καιρό είχαν ένα πρόβλημα στο να κατανοήσουν τη σχέσι τους μεταξύ τους, ο Ιησούς επανέλαβε σημεία για την ανάγκη ταπεινής υπηρεσίας προς τους άλλους. (Μάρκος 9:33-37·10:42-44· Λουκάς 22:24-27) Στην τελευταία του νύχτα μαζί τους, ενίσχυσε τη διδασκαλία του περί ταπεινοφροσύνης, πλένοντας τα πόδια τους, και δίνοντάς τους έτσι το παράδειγμα. (Ιωάννης 13:5-15) Ο Ιησούς επίσης έλαβε υπ’ όψι τούς περιορισμούς των μαθητών του και δεν τους έδωσε περισσότερες πληροφορίες από όσες θα μπορούσαν να καταλάβουν τότε.—Ιωάννης 16:4, 12.
57 Ένας Χριστιανός σύζυγος θα μπορούσε επομένως να ρωτήση τον εαυτό του: Πόσο ενδιαφέρομαι εγώ για την πνευματική ευημερία της συζύγου και των παιδιών μου; Φροντίζω να καταλαβαίνουν πραγματικά τις αρχές της Αγίας Γραφής; Όταν παρατηρώ εσφαλμένες στάσεις και ενέργειες, διευκρινίζω γιατί ακριβώς είναι εσφαλμένες και γιατί πρέπει να γίνουν αλλαγές; Λαμβάνω υπ’ όψι τούς περιορισμούς τους και φροντίζω να μην απαιτώ πάρα πολλά;
58. Πώς μπορεί ένας σύζυγος να μιμηθή το παράδειγμα του Ιησού καθώς εξετάζει τις φυσικές ανάγκες της οικογενείας του;
58 Ο Υιός του Θεού ήταν επίσης άγρυπνος να προσέχη τις ανάγκες των μαθητών του από φυσική άποψι. Όταν οι απόστολοι επέστρεψαν στον Ιησού από μια περιοδεία κηρύγματος και του έδωσαν έκθεσι της δράσεώς τους, εκείνος είπε: «Έλθετε σεις αυτοί κατ’ ιδίαν εις τόπον έρημον και αναπαύεσθε ολίγον.» (Μάρκος 6:31) Ομοίως, ένας σύζυγος με σύνεσι φροντίζει ώστε η σύζυγος και τα παιδιά του να έχουν χρόνο για ανάπαυσι και αναψυχή από τις καθημερινές ασχολίες της ζωής.
59, 60. (α) Πώς ο Ιησούς Χριστός έδειξε πεποίθησι και εμπιστοσύνη στους μαθητές του; (β) Πώς μπορεί αυτό να βοηθήση ένα σύζυγο στην άσκησι του δικαιώματος της κεφαλής;
59 Ο Ιησούς Χριστός, ασκώντας την ηγεσία, δεν κατεβάρυνε τα μέλη της εκκλησίας με ένα κατάλογο σχετικών κανόνων. Τους έδωσε τις πραγματικά ουσιώδεις εντολές και κατευθύνσεις σαν βάσι για να φθάσουν σε κατάλληλες αποφάσεις στον χειρισμό των προβλημάτων της ζωής. Η αυτοθυσιαστική του αγάπη, μαζί με την πεποίθησι και την εμπιστοσύνη του στους μαθητές, πραγματικά τους ‘συνέσφιγγε’ να ανταποκριθούν με όμοια αγάπη, κάνοντας το καλύτερο που μπορούσαν για να τον ευαρεστήσουν.—2 Κορινθίους 5:14, 15· παράβαλε με 1 Τιμόθεον 1:12· 1 Ιωάννου 5:2, 3.
60 Με όμοιο τρόπο, ο σύζυγος που δείχνει εμπιστοσύνη στη σύζυγό του, πολλά μπορεί να κάνη για να διατηρήση έναν ευτυχισμένο γάμο. Μια σύζυγος που έχει μικρά περιθώρια να χρησιμοποιήση πρωτοβουλία στη φροντίδα για τις ευθύνες της, γρήγορα θα χάση τη χαρά έργου της. Θα αισθανθή περιωρισμένη στη χρησιμοποίησι των γνώσεών της, των προσόντων και των ικανοτήτων της, με αποτέλεσμα την απογοήτευσι. Εξ άλλου, όταν ο σύζυγός της εμπιστεύεται ωρισμένα σοβαρά ζητήματα στην καλή της κρίσι, εκείνη θα χαρή να χειρισθή τα πράγματα μ’ ένα τρόπο που θα ευαρεστήση το σύζυγό της.
‘ΑΠΟΔΙΔΟΝΤΕΣ ΤΙΜΗΝ ΩΣ ΕΙΣ ΣΚΕΥΟΣ ΑΣΘΕΝΕΣΤΕΡΟΝ’
61-63. (α) Τι λέγουν οι Γραφές για τον τρόπο με τον οποίο ένας σύζυγος πρέπει να φέρεται στη σύζυγό του; (β) Ποια πράγματα πρέπει να αποφεύγη ο σύζυγος αν πράγματι αποδίδη τιμητική θέσι στη σύζυγό του; (γ) Όταν πρόκειται για σοβαρές οικογενειακές υποθέσεις, τι πρέπει ο σύζυγος να είναι πρόθυμος να κάνη; (δ) Γιατί δεν είναι αρκετό να λαμβάνονται υπ’ όψιν μόνο τα όσα λέγονται όταν λαμβάνωνται οριστικές αποφάσεις;
61 Ένας σύζυγος, συγκατοικώντας με μια σύζυγο, ανάλογα με τη γνώσι του γι’ αυτήν ως άτομο και των Γραφικών του ευθυνών προς αυτήν, θα της αποδίδη επίσης «τιμήν εις το γυναικείον γένος ως εις σκεύος ασθενέστερον.» Επειδή η σωματική κατασκευή των γυναικών επιβάλλει περισσότερους φυσικούς περιορισμούς από ό,τι συνήθως στους άνδρες, αυτή είναι το ‘ασθενέστερο σκεύος.’ Πρέπει όμως αυτή να κατέχη μια τιμητική ή αξιοπρεπή θέσι στην οικογένεια. Τα ακόλουθα λόγια του αποστόλου Παύλου εξηγούν πώς ένας σύζυγος μπορεί να αποδίδη τιμή στη σύζυγό του: «Ούτω χρεωστούσιν οι άνδρες να αγαπώσι τας εαυτών γυναίκας ως τα εαυτών σώματα. Όστις αγαπά την εαυτού γυναίκα εαυτόν αγαπά· διότι ουδείς εμίσησε ποτέ την εαυτού σάρκα, αλλ’ εκτρέφει και περιθάλπει αυτήν, καθώς και ο Κύριος την εκκλησίαν.»—Εφεσίους 5:28, 29.
62 Οι σύζυγοι γενικά δεν υποτιμούν τα δικά τους επιτεύγματα, δεν κάνουν τους εαυτούς τους να φαίνωνται ακατάλληλοι, δεν υποβάλλουν τα σώματά τους σε σκληρή μεταχείρισι, ούτε παραβλέπουν την ανάγκη τους για ανάπαυσι και αναψυχή. Δεν θέλουν να έχουν τη φήμη ότι δεν αξίζουν τίποτα, αλλά επιθυμούν να έχουν αξιοπρεπή στάσι στα μάτια των άλλων. Αν ένας σύζυγος είναι πραγματικά Χριστιανός, δεν θα εκφράζεται με ελαφρότητα για οποιεσδήποτε αδυναμίες μπορεί να έχη η σύζυγός του, δεν θα την υποτιμά, ούτε θα την ταπεινώνη και θα την υποβιβάζη με άλλους τρόπους. Θα παρέχη στη σύζυγό του το ίδιο είδος αξιοπρέπειας και προσοχής που θέλει να έχη για τον εαυτό του, κάνοντάς την να αισθάνεται επιθυμητή, άξια εκτιμήσεως και απαραίτητη.
63 Για να έχη μια σύζυγος τιμητική θέσι στο σπίτι, ο σύζυγός της πρέπει να είναι πρόθυμος να συζητά τα οικογενειακά ζητήματα μαζί της με ήρεμο και λογικό τρόπο, και να δέχεται τις σκέψεις και τις ιδέες της. Η σύζυγος πρέπει να μπορή να εκφράζεται ελεύθερα, με τη βεβαιότητα ότι τα όσα λέει εξετάζοντας σοβαρά ζητήματα, δεν θα απορριφθούν με ελαφρότητα αλλά θα ληφθούν υπ’ όψιν όπως πρέπει από τον σύζυγό της. (Παράβαλε με Κριτές 13:21-23· 1 Σαμουήλ 25:23-34· Παροιμίαι 1:5, 6, 8, 9.) Επίσης ένας σύζυγος πρέπει να είναι άγρυπνος να παρατηρή περισσότερα απ’ όσα λέγονται απλώς. Τα βαθειά εσωτερικά αισθήματα μπορεί να αποκαλυφθούν από τον τόνο της φωνής, από τις εκφράσεις του προσώπου ή από την έλλειψι ενθουσιασμού ή αυθορμητισμού. (Παράβαλε με Παροιμίαι 15:13.) Ένας σύζυγος που γνωρίζει τη σύζυγό του, δεν θα αγνοήση αυτά τα πράγματα και δεν θα προχωρήση τυφλά σε κάτι που θα μπορούσε να δώση αφορμή σε άσκοπο εκνευρισμό.
64. Πότε ένας σύζυγος δεν θα υποχωρούσε στη σύζυγό του, και γιατί αυτό είναι ωφέλιμο;
64 Φυσικά, ως κεφαλή της οικογένειας, όταν ένας σύζυγος είναι πλήρως πεπεισμένος στη σκέψι του ότι γενικά τα συμφέροντα της οικογένειας θα εβλάπτοντο έτσι, δεν θα υποχωρήση στις επιθυμίες της συζύγου του. (Παράβαλε με Αριθμοί 30:6-8.) Αυτός αναγνωρίζει ότι είναι Γραφικά υποχρεωμένος να υποστηρίζη εκείνο που πιστεύει ειλικρινά ως ορθό, παρά τις οποιεσδήποτε συναισθηματικές εκδηλώσεις της συζύγου του. Το να συμμορφώνεται ο σύζυγος με τις επιθυμίες της συζύγου του σε αντίθεσι με τη σωστότερη κρίσι του, θα σήμαινε ότι δεν τιμά τον Θεό, ο οποίος έχει αναθέσει στον άνδρα τη θέσι της κεφαλής της οικογένειας. Αν τα πράγματα κατόπιν οδηγήσουν σε δυσχέρειες για την οικογένεια, αυτό θα τον πικράνη απέναντι της συζύγου του. Εξ άλλου, αν αυτός παραμένη σταθερός σε ό,τι πιστεύει θετικά ότι είναι η ορθή πορεία, θα ωφελήση την οικογένεια. Αν η απόφασίς του ληφθή με προσευχή και σε αρμονία με τις Βιβλικές αρχές, η σύζυγός του μπορεί να διακρίνη τη σοφία της αποφάσεως που ελήφθη και να χαρή που ο σύζυγός της έμεινε σταθερός. Αυτό πρέπει να αυξήση τον σεβασμό της προς αυτόν και να συμβάλη στην ευτυχία της και στην ευτυχία όλης της οικογένειας.
ΕΝΑΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ
65. Ποιος πνευματικός λόγος υπάρχει για ένα Χριστιανό σύζυγο να συζή με την πιστή σύζυγό του «εν φρονήσει»;
65 Υπάρχει επιτακτικός λόγος για ένα Χριστιανό σύζυγο να συζή με την πιστή σύζυγό του «εν φρονήσει,» αποδίδοντας τιμήν σ’ αυτήν. Δεν πρόκειται απλώς για το ότι υπάρχει περισσότερη ειρήνη μέσα στην οικογένεια. Ο Χριστιανός απόστολος Πέτρος τόνισε στους ομοπίστους του ένα ακόμη μεγαλύτερο λόγο. Τόνισε ότι οι σύζυγοι είναι ‘συγκληρονόμοι των συζύγων τους στη χάρι της ζωής.’ Ο Ιησούς Χριστός, με τον θυσιαστικό του θάνατο, άνοιξε και σε άνδρες και σε γυναίκες την ευκαιρία να απαλλαγούν από την καταδίκη της αμαρτίας και του θανάτου, με την προοπτική αιώνιας ζωής. Γι’ αυτό μια σύζυγος μπορεί να έχη τόσο επιδοκιμασμένη στάσι ενώπιον του Θεού και του Χριστού όσο ακριβώς και ο σύζυγός της. Υπάρχει λοιπόν σοβαρός λόγος να φροντίζη ένας σύζυγος να μη μεταχειρίζεται τη σύζυγό του σαν να ήταν κατώτερο πλάσμα με λιγώτερη αξία από τη δική του στα μάτια του Θεού.
66. Όταν συζυγικές υποθέσεις δεν τυγχάνουν Γραφικού χειρισμού, γιατί προκύπτει σοβαρή πνευματική βλάβη;
66 Όταν οι συζυγικές υποθέσεις δεν τυγχάνουν χειρισμού σύμφωνα με το παράδειγμα του Ιησού Χριστού με την εκκλησία του, αυτό έχει καταστρεπτική επίδρασι στην πνευματική κατάστασι και του συζύγου και της συζύγου. ‘Οι προσευχές θα εμποδίζωνται.’ Σ’ ένα σπίτι όπου υπάρχει διάθεσις για φιλονικία, για δυσαρέσκεια, για καλλιέργεια μνησικακίας και για σκληρή συμπεριφορά και παραλογισμούς, είναι δύσκολο να απευθυνθή προσευχή στον Θεό. Ένα άτομο που αισθάνεται κατάκρισι μέσα του, δεν έχει το θάρρος να εκφρασθή. (1 Ιωάννου 3:21) Επίσης, ο Ιεχωβά Θεός προβάλλει απαιτήσεις για να εισακούση προσευχές. Δεν εισακούει παρακλήσεις για βοήθεια από άτομα που είναι άσπλαγχνα, απρόθυμα να συγχωρήσουν τα πταίσματα των άλλων. (Ματθαίος 18:21-35) Μόνο εκείνοι που αγωνίζονται να εναρμονίζουν τη ζωή τους με τις εντολές του Θεού εισακούονται ευνοϊκά απ’ αυτόν. (1 Ιωάννου 3:22) Ούτε οι άνδρες ούτε οι γυναίκες που παραλείπουν να μιμηθούν στο γάμο τους το παράδειγμα του Ιησού Χριστού με την εκκλησία του, μπορούν να αναμένουν θεία βοήθεια στο χειρισμό των προβλημάτων τους. Εξ άλλου, η πιστή υπακοή στις Γραφικές νουθεσίες, εξασφαλίζει τη θεία επιδοκιμασία και ευλογία. Ασφαλώς, πρόκειται για μια καλή αμοιβή που προέρχεται από την υποταγή στην ηγεσία του Υιού του Θεού, ως κεφαλής.
ΥΠΟΤΑΓΗ ΣΤΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
67. Σύμφωνα με τα εδάφια Ματθαίος 23:8-11, ποια στάσις πρέπει να υπάρχη μέσα στη Χριστιανική εκκλησία;
67 Μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, υπάρχει επίσης πραγματική ανάγκη αναγνωρίσεως της ηγεσίας του Χριστού. Αυτή η αναγνώρισις θα επηρεάση τη στάσι και τη διαγωγή των μελών της εκκλησίας μεταξύ τους. Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του Ιησού, η εκκλησία του πρέπει να είναι μια αδελφότητα. Αυτός είπε στους μαθητές του: «Σεις όμως μη ονομασθήτε ‘Ραββί’ διότι εις είναι ο καθηγητής σας, ο Χριστός· πάντες δε σεις αδελφοί είσθε. Και πατέρα σας μη ονομάσητε επί της γης· διότι εις είναι ο Πατήρ σας, ο εν τοις ουρανοίς. Μηδέ ονομασθήτε καθηγηταί· διότι εις είναι ο καθηγητής σας, ο Χριστός. Ο δε μεγαλήτερος από σας θέλει είσθαι υπηρέτης σας.»—Ματθαίος 23:8-11.
68, 69. (α) Εφόσον η εκκλησία είναι μια αδελφότης, πρέπει τα μέλη της να ελευθεριάζουν; (β) Τι έπρεπε να έχη υπ’ όψιν ο Τιμόθεος στις σχέσεις του με μέλη της εκκλησίας;
68 Κανείς επομένως δεν πρέπει να κάνη τον άρχοντα στην εκκλησία. Και εκείνοι που υπηρετούν ως πρεσβύτεροι και διδάσκαλοι σ’ αυτήν, πρέπει να μιμούνται τον Κύριο, τον Χριστό, υπηρετώντας ταπεινά τους αδελφούς τους. Εν τούτοις, εφόσον η εκκλησία είναι μια αδελφότητα που αποτελείται από νέους και ηλικιωμένους, άνδρες και γυναίκες, τα μέλη της εκκλησίας δεν πρέπει να ελευθεριάζουν παραβιάζοντας τη φυσική έννοια της ευπρέπειας. Ο απόστολος Παύλος συμβούλευσε τον Τιμόθεο: «Πρεσβύτερον μη επιπλήξης, αλλά πρότρεπε ως πατέρα, τους νεωτέρους ως αδελφούς, τας πρεσβυτέρας ως μητέρας, τας νεωτέρας ως αδελφάς μετά πάσης καθαρότητος.»—1 Τιμόθεον 5:1, 2.
69 Τον καιρό που ο απόστολος Παύλος έγραψε αυτά τα λόγια, ο Τιμόθεος ήταν πιθανώς τριάντα ετών ηλικίας. Μολονότι υπηρετούσε ως διωρισμένος πρεσβύτερος, νουθετήθηκε να έχη υπ’ όψιν ότι ήταν ακόμη σχετικά νέος. Αν ένας γηραιότερος είχε ανάγκη διορθώσεως, ο Τιμόθεος δεν έπρεπε να είναι σκληρός προς αυτόν, αλλά έπρεπε να απευθυνθή σ’ αυτόν με το γεμάτο σεβασμό τρόπο ενός γιου ο οποίος στέκει μπροστά στον πατέρα του. (Παράβαλε τον σεβασμό με τον οποίο συμπεριφέρθηκαν στον Ιακώβ οι γιοι του, όπως αναγράφεται στη Γένεσι 43:2-10.) Στις ηλικιωμένες γυναίκες επίσης έπρεπε να εκδηλώνεται η διακριτικότης και η καλωσύνη που ωφείλοντο σε μια μητέρα. Ούτε ακόμη και απέναντι των νέων δεν έπρεπε ο Τιμόθεος να παίρνη ακατάλληλες ελευθερίες, αλλά να τους φέρεται όπως θα εφέρετο σε αγαπητούς κατά σάρκα αδελφούς. Λόγω της έντονης έλξεως που αισθάνονται οι άνδρες προς το αντίθετο φύλο, ήταν πολύ κατάλληλο να προσέχη ο Τιμόθεος να συμπεριφέρεται στις νεαρές γυναίκες όπως στις κατά σάρκα αδελφές του «μετά πάσης καθαρότητος.» Αυτό σήμαινε ότι, στη συναναστροφή του με νεαρές Χριστιανές γυναίκες, έπρεπε να παραμένη αγνός και καθαρός στις σκέψεις του, στα λόγια και στις πράξεις του.
70. (α) Γιατί απαιτείται πνεύμα υποταγής για τη διατήρησι κατάλληλης διαγωγής μέσα στην εκκλησία; (β) Τι πρέπει να βοηθήση κάποιον να διατηρή υποτακτικό πνεύμα;
70 Στη σχέσι μας με άλλα μέλη της εκκλησίας, χρειαζόμεθα ένα πνεύμα ταπεινότητας για να διατηρούμε τη θέσι μας και να μην παραβιάζωμε το φυσικό αίσθημα της κοσμιότητας και ευπρέπειας. Σωστά λοιπόν, ο απόστολος Πέτρος νουθετεί: «Οι νεώτεροι υποτάχθητε εις τους πρεσβυτέρους.» (1 Πέτρου 5:5) Οι νέοι πρέπει να προσπαθούν να συνεργάζωνται με τους πιο ηλικιωμένους, και ιδιαίτερα με τους διωρισμένους πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Ασφαλώς θα ήταν ακατάλληλο για ένα νέο να μιλά ή να φέρεται σε ηλικιωμένους με τρόπο που θα ήταν αδιανόητος αν επρόκειτο για τον κατά σάρκα πατέρα του. Και τι μπορεί να κάνη ένας νέος για να διατηρήση ένα πνεύμα υποτακτικότητας; Μπορεί να διαπιστώση ότι είναι ωφέλιμο να σκέπτεται τις αξιέπαινες ιδιότητες των ηλικιωμένων αδελφών και το υπόμνημα της πιστής τους υπηρεσίας. Αυτό μπορεί να συμβάλη στην αύξησι της αγάπης του και της εκτιμήσεώς του προς αυτούς.—Παράβαλε με Εβραίους 13:7, 17.
71. Τι σημαίνει να ‘ενδυθούμε ταπεινοφροσύνη’;
71 Φυσικά, ο Πέτρος έκανε περισσότερα από το να ενθαρρύνη απλώς τους νέους να είναι υποτακτικοί στους γηραιότερους. Συνεχίζει ως εξής: «Πάντες δε υποτασσόμενοι εις αλλήλους ενδύθητε [εγκομβώσασθε, Κείμενο] την ταπεινοφροσύνην.» Η έκφρασις «εγκομβώσασθε» της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας που αποδίδεται «ενδύθητε την ταπεινοφροσύνην» στη Νεοελληνική Μετάφρασι της Βίβλου μεταδίδει τη σκέψι της συνδέσεως της ταπεινοφροσύνης πάνω μας με κόμβους. Αυτή η ‘ταπεινοφροσύνη’ θα ήταν όπως μια ποδιά ή ένα ένδυμα που το περιδένει επάνω του ένας δούλος. Επομένως, το πνεύμα που ενεθάρρυνε ο Πέτρος είναι πνεύμα προθυμίας να υπηρετήσωμε και να ωφελήσωμε τους άλλους. Τι καλό είναι να φερώμεθα σε όλους μέσα στην εκκλησία με σεβασμό και διακριτικότητα, αποδίδοντάς τους την αξιοπρέπεια που αξίζουν! Αυτή η πορεία οδηγεί στην ευλογία και την εύνοια του Ιεχωβά, διότι ο Πέτρος προσθέτει: «Ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερήφανους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν.»—1 Πέτρου 5:5.
72. Τι ανταμοιβή προέρχεται από την επίδειξι κατάλληλης υποταγής;
72 Αληθινά, το να δείχνωμε το είδος της υποταγής που εναρμονίζεται με τις Άγιες Γραφές, αποδίδει πλούσια ανταμοιβή. Ποτέ δεν χειροτερεύει μια κακή κατάστασι, αλλά μας δίνει αγαθή συνείδησι ενώπιον του Θεού και των ανθρώπων. Η υποταγή στις κρατικές εξουσίες, στους εργοδότες, στους προϊσταμένους ή σε ένα άπιστο σύζυγο, μπορεί να παράσχη μια καλή μαρτυρία ως προς την αξία της αληθινής Χριστιανοσύνης και μπορεί να βοηθήση άλλους να γίνουν μαθητές του Θεού, με την αιώνια ζωή υπ’ όψιν. Όσον αφορά εμάς, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ο Ιεχωβά Θεός θα μας ανταμείψη πλούσια αν ακολουθήσωμε την πορεία που είναι ευάρεστη ενώπιόν του. Η κατάλληλη υποταγή στην εξουσία παίζει μεγάλο ρόλο στο να γίνη η ζωή μας απολαυστική τώρα.