Αποδεικνυόμενοι Φίλοι του Θεού
«Ω Ιεχωβά, τις θα είναι φιλοξενούμενος εν τη σκηνή σου; Τις θα κατοικήση εν τω όρει τω αγίω σου; Ο περιπατών αμέμπτως, και εργαζόμενος δικαιοσύνην, και λαλών αλήθειαν εν τη καρδία αυτού.»—Ψαλμ. 15:1, 2, ΜΝΚ.
1. Πώς η Γραφή περιγράφει τον νέο κόσμο του Θεού, και ποιες απαιτήσεις πρέπει να μας ενδιαφέρουν;
ΚΑΝΕΙΣ δεν θ’ αποκτήση είσοδο στον νέο κόσμο του Θεού, για να κατοική εκεί μονίμως ως φιλοξενούμενος του Θεού, εκτός αν είναι φίλος του Θεού. Επειδή ο Θεός συναθροίζει γύρω του μόνο τους αγνούς και τους αγαθούς, υπάρχουν ωρισμένες απαιτήσεις για να μπορέση κανείς να είναι φιλοξενούμενος στη σκηνή του Ιεχωβά. Το ενδιαφέρον κάθε αληθινού Χριστιανού πρέπει να είναι, ποιες είναι αυτές οι απαιτήσεις, διότι μόνο με το ν’ ανταποκριθή σ’ αυτές μπορεί να φθάση στη μακαρία πραγματοποίησι αιωνίου ζωής σ’ έναν τόπο διαμονής, για τον οποίον η Γραφή διακηρύττει: «Είδον ουρανόν νέον και γην νέαν· διότι ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη παρήλθε . . . Ήκουσα φωνήν μεγάλην εκ του ουρανού, λέγουσαν, Ιδού η σκηνή του Θεού μετά των ανθρώπων, και θέλει σκηνώσει μετ’ αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαοί αυτού, και αυτός ο Θεός θέλει είσθαι μετ’ αυτών.»—Αποκάλ. 21:1, 3.
2. Ποια θεία περιγραφή δίδεται του φίλου του Θεού;
2 Ο ψαλμωδός Δαβίδ ενεπνεύσθη να καταγράψη τις απαιτήσεις για να γίνη κανείς φιλοξενούμενος του Θεού, και επομένως φίλος του Θεού: «Ω Ιεχωβά, τις θα είναι φιλοξενούμενος εν τη σκηνή σου; Τις θα κατοικήση εν τω όρει τω αγίω σου; Ο περιπατών αμέμπτως, και εργαζόμενος δικαιοσύνην, και λαλών αλήθειαν εν τη καρδία αυτού· ο μη καταλαλών δια της γλώσσης αυτού, μηδέ πράττων κακόν εις τον φίλον αυτού, μηδέ δεχόμενος ονειδισμόν κατά του πλησίον αυτού· εις τους οφθαλμούς αυτού καταφρονείται ο αχρείος, τιμά δε τους φοβουμένους τον Ιεχωβά.»—Ψαλμ. 15:1-4, ΜΝΚ.
3. Γιατί ορθώς ο Ιεχωβά είναι προσεκτικός για κείνους που θα είναι φιλοξενούμενοί του, και πώς αυτή η προσεκτικότης εφανερώθη στην εποχή του Δαβίδ;
3 Το ότι ο Παντοδύναμος Θεός λαμβάνει στη σκηνή του ως φιλοξενουμένους μόνο ωρισμένους δεν είναι εκπληκτικό. Εκείνος που έχει ένα σπίτι δικό του δεν παίρνει σ’ αυτό ως φιλοξενούμενον οποιονδήποτε· δεν περιποιείται όλους. Πολλοί κάτοχοι σπιτιών δεν θα ήθελαν κακά άτομα να μένουν μαζί τους ούτε για λίγον καιρό. Η ίδια αρχή εφαρμόζεται και όσον αφορά τον Ιεχωβά Θεό. Αυτός δεν λαμβάνει όλους στη σκηνή του: «Ο πονηρευόμενος δεν θέλει κατοικεί πλησίον σου.» Αυτό ήταν αληθινό στην εποχή του Δαβίδ, εν σχέσει με τη σκηνή του Θεού. Ο Δαβίδ είχε φέρει την κιβωτό του Ιεχωβά από τον οίκον του Ωβήδ-εδώμ στην Ιερουσαλήμ: «Και έφεραν την κιβωτόν του Ιεχωβά, και έθεσαν αυτήν εις τον τόπον αυτής, εις το μέσον της σκηνής την οποίαν έστησε δι’ αυτήν ο Δαβίδ.» (2 Σαμ. 6:17, ΜΝΚ) Είσοδος σ’ αυτή τη σκηνή ήταν είσοδος στην παρουσία του Υψίστου. Ο Δαβίδ εξέλεξε ωρισμένους για να υπηρετούν σ’ αύτη τη σκηνή, ο δε Ασάφ ήταν μεταξύ των πολύ προνομιούχων. (1 Χρον. 16:4-6) Μόνο εκείνοι που περιπατούσαν άμεμπτα και που ήσαν αγνοί και ευθείς μπορούσαν να είναι διαρκώς παρόντες στη σκηνή του Ιεχωβά επάνω στο άγιό του όρος.
4. Τι λέγεται για το τι απαιτείται για να παραμείνωμε στην παρουσία του Θεού, και επομένως ποια πρέπει να είναι η στάσις του Χριστιανού;
4 Ο Ιεχωβά είναι πολύ προσεκτικός για κείνους που παραμένουν στην αγία του παρουσία. Αν ήσαν αυστηρές οι απαιτήσεις για να είναι κανείς φιλοξενούμενος στη σκηνή του Ιεχωβά εκεί στο άγιό του όρος στην εποχή του Δαβίδ, τότε πόσο πιο πολύ αυστηρές πρέπει να είναι οι απαιτήσεις για να διαμένη κανείς στη σκηνή του Ιεχωβά ως μόνιμος φιλοξενούμενος, ως μέλος της αγίας του οικογενείας! Για να μπορέσωμε να λογισθούμε άξιοι αυτού του ασυγκρίτου προνομίου και να μπορέσωμε να πούμε με τον Δαβίδ, «Εν τη σκηνή σου θέλω είσθαι φιλοξενούμενος διαπαντός», πρέπει ν’ αποδειχθούμε φίλοι του Θεού. Αφού ‘το απόρρητον αυτού φανερώνεται εις τους δικαίους’, είναι απολύτως επιτακτικό για κείνους, του θα ήθελαν ν’ απολαύσουν την προστασία του και τη φιλοξενία του για πάντα, να μάθουν τι ο Θεός απαιτεί για να είμεθα δίκαιοι στα μάτια του. (Ψαλμ. 61:4, ΜΝΚ· Παροιμ. 3:32) Επομένως, κάθε Χριστιανός πρέπει να υποβάλη ο ίδιος αυτές τις ερωτήσεις: «Ω Ιεχωβά, τις θα είναι φιλοξενούμενος εν τη σκηνή σου; Τις θα κατοικήση εν τω όρει τω αγίω σου;» Και κάθε Χριστιανός πρέπει να γνωρίζη εντελώς τι απήντησε ο ψαλμωδός: «Ο περιπατών αμέμπτως, και εργαζόμενος δικαιοσύνην, και λαλών αλήθειαν εν τη «καρδία αυτού.»—Ψαλμ. 15:1, 2, ΜΝΚ.
ΠΕΡΙΠΑΤΩΝΤΑΣ ΑΜΕΜΠΤΑ
5. Πώς ο Αδάμ απέτυχε να περιπατήση άμεμπτα, και έτσι τι έχασε;
5 Ο Χριστιανός, για να περιπατή άμεμπτα ενώπιον του Θεού, πρέπει να εμπιστεύεται στον Ιεχωβά Θεό απόλυτα και ν’ αποδεικνύη αυτή την εμπιστοσύνη με το να είναι ευπειθής στις εντολές του. Ο Αδάμ, ο πρώτος άνθρωπος, ήταν φιλοξενούμενος του Θεού στον Παράδεισο της Εδέμ. Ο Αδάμ θα μπορούσε να έχη απολαύσει αυτόν τον Παράδεισο ως αιωνία κατοικία, κατοικία ευλογημένη με την παρουσία του Θεού. Αλλ’ ο Αδάμ απέτυχε ν’ αποδειχθή φίλος του Θεού. Λόγω της αποτυχίας του να υπακούση στον ουράνιο Πατέρα του και Οικοδεσπότη, ο Αδάμ απώλεσε την Παραδεισιακή κατοικία του και έγινε ακατάλληλος για να είναι φιλοξενούμενος στον «κήπον του Θεού». (Ιεζ. 28:13, ΜΝΚ) Ο Αδάμ απέτυχε να περιπατήση άμεμπτα, και έτσι δεν μπόρεσε να είναι φίλος του Θεού.
6. Ποιος ωνομάσθη «φίλος του Ιεχωβά», και γιατί;
6 Αλλά η Βίβλος, έχει άφθονα παραδείγματα εκείνων που επέτυχαν ν’ αποδειχθούν φίλοι του Θεού. Ένας κατάλογος εκείνων, που απεδείχθησαν φίλοι του Θεού, βρίσκεται στην προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαιο ενδέκατο. Σ’ αυτό το κεφάλαιο μνημονεύεται ο Αβραάμ, για τον οποίον ο Ιάκωβος έγραψε: «Και επληρώθη η γραφή η λέγουσα, “Επίστευσε δε Αβραάμ εις τον Ιεχωβά, και ελογίσθη εις αυτόν εις δικαιοσύνην·” και “φίλος του Ιεχωβά” ωνομάσθη.» (Ιάκ. 2:23, ΜΝΚ) Τι προνόμιο να ονομασθή κανείς «φίλος του Ιεχωβά»! Είμεθα, όπως ο Αβραάμ, πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσωμε τις απαιτήσεις για να είμεθα φίλοι του Ιεχωβά; Δεν μπορούμε να είμεθα φίλοι του Θεού με το να επιθυμούμε απλώς να είμεθα φίλοι· πρέπει ν’ αποδειχθούμε φίλοι του Θεού. Ο Αβραάμ κατέδειξε την πίστι του και την εμπιστοσύνη του στον Θεό υπακούοντας στην εντολή του Ιεχωβά να εγκαταλείψη την Ουρ των Χαλδαίων και αργότερα επιχειρώντας να προσφέρη θυσία τον μόνο του γυιό που είχε μέσω της Σάρρας, τον αγαπητό του Ισαάκ. Έτσι ο συγγραφεύς της προς Εβραίους επιστολής αναφέρει: «Δια πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον τον οποίον έμελλε να λάβη εις κληρονομίαν, και εξήλθε μη εξεύρων πού υπάγει. Δια πίστεως, ο Αβραάμ, ότε εδοκιμάζετο, προσέφερε τον Ισαάκ· και τον μονογενή αυτού προσέφερεν εκείνος όστις ανεδέχθη τας επαγγελίας, προς τον οποίον ελαλήθη, “Ότι εν Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα”.» (Εβρ. 11:8, 17, 18) Ο Αβραάμ περιεπάτησε άμεμπτα, αποδεικνύοντας την πίστι και εμπιστοσύνη του στον Θεό με την υπακοή του· και “φίλος του Ιεχωβά” ωνομάσθη.»
7. Ποια είναι η κατάλληλη εκτίμησις του να είναι κανείς φίλος του Θεού;
7 Μπορεί οποιαδήποτε ικανοποίησις να συγκριθή με την ικανοποίησι του να είναι κανείς φίλος του Ιεχωβά; Ποια λεγόμενη επιτυχία στις εμπορικές επιχειρήσεις αυτού του κόσμου συγκρίνεται με την απόκτησι της φιλίας του Θεού; Τίποτε δεν μπορεί να φέρη την ευτυχία και την ικανοποίησι που απολαμβάνει εκείνος ο οποίος «πλουτεί εις Θεόν». (Λουκ. 12:21) Οι άνθρωποι καταβάλλουν τρομερές προσπάθειες για να μάθουν πώς να έχουν επιτυχία στον εμπορικό κόσμο· το να μάθωμε πώς να περιπατούμε άμεμπτα ενώπιον του Θεού έτσι ώστε να γίνωμε φίλοι του, αξίζει πολύ μεγαλύτερες προσπάθειες.
ΣΤΑΘΕΡΟΤΗΣ ΣΤΟ ΝΑ ΠΕΡΙΠΑΤΟΥΜΕ ΑΜΕΜΠΤΑ
8. (α) Ποια παραδείγματα υπάρχουν εκείνων που ήσαν σταθεροί στο να περιπατούν άμεμπτα; (β) Πώς είναι δυνατόν το να περιπατή κανείς άμεμπτα, όπως καταδεικνύεται στην περίπτωσι του Δανιήλ;
8 Όταν εξετάζωμε τη ζωή εκείνων που απεδείχθησαν φίλοι του Θεού, βρίσκομε ότι ήσαν σταθεροί στο να περιπατούν άμεμπτα. «Και εξηκολούθησε περιπατών ο Ενώχ μετά του αληθινού Θεού.» «Ο Νώε ήτο άνθρωπος δίκαιος. Απέδειξεν εαυτόν άμεμπτον μεταξύ των συγχρόνων αυτού. Μετά του αληθινού Θεού περιεπάτησεν ο Νώε.» (Γεν. 5:23, 24· 6:9, ΜΝΚ) Ο προφήτης Δανιήλ ήταν σταθερός στο να περιπατή άμεμπτα. Σε κρίσιμες στιγμές της ζωής του δεν εβασίσθη σε ανθρώπινη σοφία· εστράφη στον Θεό για κατεύθυνσι. Τούτο, εξ άλλου, ήταν επειδή επεστηρίζετο σταθερά στον Ιεχωβά Θεό. Ο Δανιήλ επικοινωνούσε με τον Θεό του ακόμη και όταν αυτό ήταν εναντίον του νόμου· προσηύχετο τακτικά, δείχνοντας σταθερότητα στην εξάρτησί του από τον μέγιστο Φίλο του. Ο Δανιήλ ερρίφθη στον λάκκο των λεόντων λόγω της πιστότητός του στον Ιεχωβά, ακόμη δε και ο ειδωλολάτρης βασιλεύς Δαρείος παρετήρησε τη σταθερή επιστήριξι του Δανιήλ στον Θεό του: «Ο Θεός σου, τον οποίον συ λατρεύεις ακαταπαύστως, αυτός θέλει σε ελευθερώσει.» (Δαν. 6:16, 20) Με τη σταθερότητά του στο να περιπατή άμεμπτα ο Δανιήλ έφθασε να είναι πολύ αγαπημένος από τον Θεό, ο δε άγγελος του Ιεχωβά Γαβριήλ είπε στον Δανιήλ: «Είσαι σφόδρα επιθυμητός.»—Δαν. 9:23, ΜΝΚ.
9. Τι αποτελεί ζωτική απαίτησι για να περιπατούμε άμεμπτα;
9 Για να είμεθα σταθεροί στο να περιπατούμε άμεμπτα όπως ήταν ο Ενώχ, ο Νώε, ο Αβραάμ και ο Δανιήλ, πρέπει να λαβαίνωμε υπ’ όψι τον Ιεχωβά σε όλα όσα κάνομε, όπως αναφέρουν οι Παροιμίες 3:5, 6 (ΜΝΚ): «Έλπιζε επί τον Ιεχωβά εξ όλης σου της καρδίας, και μη επιστηρίζεσαι εις την σύνεσίν σου· εν πάσαις ταις οδοίς σου αυτόν γνώριζε, και αυτός θέλει διευθύνει τα διαβήματά σου.» Κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι φίλος του Θεού, ο οποίος δεν είναι πρόθυμος ν’ ακολουθήση αυτή τη συμβουλή. Κανείς δεν μπορεί, πραγματικά, να κάμη αφιέρωσι στον Θεό, αν δεν υπακούση σ’ αυτή τη διαταγή να εμπιστεύεται στον Ιεχωβά και να ζητή τη θεία του διεύθυνσι ώστε να περιπατή σταθερά σ’ ευθείες οδούς.
10, 11. (α) Τι μπορεί να συμβή αν αφήση κανείς τον Ιεχωβά «έξω από την εικόνα»; (β) Ποιες κρίσιμες στιγμές εισήλθαν στη ζωή ενός ανθρώπου του Θεού, και πώς τις αντιμετώπισε;
10 Τι μωρία να μη λαβαίνωμε υπ’ όψι τον Ιεχωβά σε όλες τις κατευθύνσεις μας—ειδικά αν είμεθα δούλοι του Θεού! Εύκολα μπορεί να προφθάση συμφορά εκείνον που αφήνει τον Ιεχωβά «έξω από την εικόνα», ειδικά σε μια κρίσιμη στιγμή, όπως συνέβη σε κάποιον προφήτη. Το δέκατο τρίτο κεφάλαιο του Πρώτου Βασιλέων (ΜΝΚ) μας λέγει ότι «ήλθεν άνθρωπος του Θεού εξ Ιούδα εις Βαιθήλ με λόγον του Ιεχωβά· ο δε Ιεροβοάμ ίστατο επί του θυσιαστηρίου, δια να θυμιάση.» Ο άνθρωπος του Θεού, του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται, ελάλησε τότε μια αξιοσημείωτη προφητεία όσον αφορά την καταστροφή του θυσιαστηρίου και των ειδωλολατρών εκείνων που εθυσίαζαν επάνω σ’ αυτό. Ο ασεβής Βασιλεύς Ιεροβοάμ εξεμάνη. Εξέτεινε το χέρι του και διέταξε να συλληφθή ο τολμηρός προφήτης. Αμέσως το χέρι του βασιλέως εσκληρύνθη και έμεινε ξερό· και το θυσιαστήριο εσχίσθη σε δύο. Ο Ιεροβοάμ ικέτευσε να προσευχηθή ο προφήτης για να αποκατασταθή το χέρι του σε υγεία. Ο προφήτης συμφώνησε· και το χέρι του βασιλέως επέστρεψε σε υγιά κατάστασι. Ο πανούργος Ιεροβοάμ, για ιδιοτελείς λόγους, τότε προσεκάλεσε τον προφήτη στη βασιλική του τράπεζα. Αυτή ήταν μια κρίσιμη στιγμή στη ζωή του προφήτου. Θα περιπατούσε άμεμπτα; Το έπραξε· υπήκουσε στον Ιεχωβά και αποφασιστικά αρνήθηκε οποιαδήποτε συναναστροφή μ’ έναν που μισούσε τον Ιεχωβά και που ήταν ειδωλολάτρης, αν και βασιλεύς: «Ο άνθρωπος του Θεού είπε προς τον βασιλέα, Το ήμισυ του οίκου σου αν μοι δώσης, δεν θέλω εισέλθει μετά σου· ουδέ θέλω φάγει άρτον, ουδέ θέλω πίει ύδωρ, εν τω τόπω τούτω· διότι ούτως είναι προστεταγμένον εις εμέ δια του λόγου του Ιεχωβά, λέγοντος, Μη φάγης άρτον, και μη πίης ύδωρ, και μη επιστρέψης δια της οδού δια της οποίας ήλθες.»
11 Αν αυτός ο άνθρωπος του Θεού εξακολουθούσε να περιπατή άμεμπτα ενώπιον του Ιεχωβά, όλα θα πήγαιναν καλά. Αλλά σχεδόν αμέσως μια άλλη κρίσιμη στιγμή μπήκε στη ζωή του προφήτου. Καθώς έβγαινε από την πόλι, τον παρεμπόδισε «γέρων τις προφήτης» που κατοικούσε εκεί. Αυτός ο γέρων προφήτης προσεκάλεσε τον άνθρωπο του Θεού να πάη μαζί του στο σπίτι του και να φάγη άρτον. «Δεν δύναμαι να επιστρέψω μετά σου, ουδέ να έλθω μετά σου», απήντησε ο άνθρωπος του Θεού. «Διότι ελαλήθη προς εμέ δια του λόγου του Ιεχωβά, Μη φάγης άρτον, μηδέ πίης ύδωρ εκεί.» Απαντώντας σε τούτο ο επιμένων γέρων προφήτης, είπε ένα ψεύδος, μολονότι το ελατήριο για το οποίο το έπραξε αυτό δεν αναφέρεται: «Και εγώ προφήτης είμαι, καθώς συ· και άγγελος ελάλησε προς εμέ δια του λόγου του Ιεχωβά, λέγων, Επίστρεψον αυτόν μετά σου εις την οικίαν σου, δια να φάγη άρτον και να πίη ύδωρ.» Αντίθετα, προς την ειδική εντολή του Ιεχωβά, ο άνθρωπος του Θεού επέστρεψε να φάγη άρτον και να πιή νερό. Αυτό ωδήγησε σε καταστρεπτικές συνέπειες.
12. Γιατί ο άνθρωπος του Θεού απέτυχε να περιπατήση άμεμπτα, και με ποιες συνέπειες;
12 Ενώ εκάθηντο στο τραπέζι, ο λόγος του Ιεχωβά ήλθε στον ψευδόμενο γέροντα προφήτη, ο οποίος είπε τα εξής λόγια στον απειθή άνθρωπο του Θεού: «Επειδή παρήκουσας της φωνής του Ιεχωβά, και δεν εφύλαξας την εντολήν, την οποίαν Ιεχωβά ο Θεός σου προσέταξεν εις σε, αλλ’ επέστρεψας, και έφαγες άρτον, και έπιες ύδωρ, εν τω τόπω περί του οποίου είπε προς σε, Μη φάγης άρτον, μηδέ πίης ύδωρ· το σώμα σου δεν θέλει εισέλθει εις τον τάφον των πατέρων σου.» Αυτή τη φορά ο γέρων προφήτης είχε πραγματικά λαλήσει τον λόγον του Ιεχωβά. Ο άνθρωπος του Θεού επροχώρησε στο δρόμο του, επιβαίνοντας, στην όνο του. «Εύρε δε αυτόν λέων καθ’ οδόν, και εθανάτωσεν αυτόν· και το σώμα αυτού ήτο ερριμμένον εν τη οδώ.» Ο λέων δεν κατεβρόχθισε ούτε το ανθρώπινο πτώμα ούτε την όνον, αλλά έστεκε φρουρός και των δύο, έτσι παρέχοντας σημείο ότι εκείνο που είχε συμβή δεν ήταν τυχαίο, αλλά ήταν επίσκεψις από τον Θεό.—1 Βασ. 13:1-28, ΜΝΚ.
13. Για να έχη περιπατήσει άμεμπτα, τι έπρεπε να είχε κάμει ο άνθρωπος του Θεού;
13 Τι τραγικές συνέπειες λόγω αποτυχίας να περιπατήση άμεμπτα! Ο άνθρωπος του Θεού είχε αρκετή γνώσι για ν’ αποφύγη να περιπατή σε σκολιούς δρόμους· είχε λάβει άμεσες διαταγές από τον Ιεχωβά για το πώς έπρεπε να περιπατήση. Τι αν ο ψευδόμενος γέρων προφήτης είπε ότι ένας «άγγελος» είχε αλλάξει αυτές τις διαταγές; Ο άνθρωπος του Θεού δεν έπρεπε να δεχθή ένα έμμεσο άγγελμα που ήταν σε αντίθεσι με το άμεσο που είχε λάβει από τον Ιεχωβά. Τι έπρεπε να κάμη ο άνθρωπος του Θεού; Έπρεπε να υπακούση στην εντολή του Ιεχωβά. Αντί να απειθήση σε άμεσες διαταγές που προήρχοντο από τον Ιεχωβά, ο άνθρωπος του Θεού έπρεπε μάλλον να ζητήση διευκρίνισι από τον Ιεχωβά πριν προβή σε περαιτέρω ενέργεια. Μπορούσε να έχη προσευχηθή στον Ιεχωβά για θεία κατεύθυνσι σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή. Χωρίς προσευχή και προφανώς χωρίς κάποια αμφισβήτησι του εμμέσου αγγέλματος που προήρχετο από έναν «άγγελο», ο άνθρωπος του Θεού επροχώρησε σε σκολιούς δρόμους· και παρά την προηγούμενη αξιέπαινη πορεία του, απέτυχε να περιπατήση άμεμπτα με τον Θεό.
ΑΠΟΦΕΥΓΟΝΤΑΙ ΑΛΑΖΟΝΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ
14. Ποιο μάθημα για να περιπατή άμεμπτα μαθαίνει ο Χριστιανός;
14 Τι μαθαίνει ο Χριστιανός απ’ αυτό; Να είναι σταθερός στο να περιπατή άμεμπτα ενώπιον του Ιεχωβά, πάντοτε να ζητή την κατεύθυνσί του, ειδικά σε κρίσιμες και γεμάτες αμηχανία στιγμές της ζωής. Ποτέ να μην προχωρή αλαζονικά είτε σύμφωνα με τις ιδέες του είτε σύμφωνα με τις προτροπές κάποιου άλλου, έστω και αν το άτομο αυτό κατέχη μια υπεύθυνη θέσι ή ισχυρίζεται ότι κατέχει μια τέτοια θέσι στην οργάνωσι του Θεού. Ζητώντας την κατεύθυνσι του Ιεχωβά, αποφεύγομε το να παραπλανηθούμε από απατεώνας ή από εκείνους που μπορεί να έχουν καλές διαθέσεις, αλλά που ενεργούν σύμφωνα με τη δική τους κατανόησι. Πράττοντας τούτο, εξακολουθούμε να περιπατούμε άμεμπτα και σε ευθείες οδούς, έτσι ώστε ν’ αποφύγωμε καταστροφή σαν εκείνη που επήλθε στον άνθρωπο του Θεού, ο οποίος ‘παρήκουσε της φωνής του Ιεχωβά’.—1 Βασ. 13:21, ΜΝΚ.
15. (α) Ποια πρέπει να είναι η προσευχή του δούλου του Θεού, και γιατί; (β) Από αυτή την άποψι πώς ο Βασιλεύς Σαούλ απέτυχε να περιπατήση άμεμπτα, και με ποιο αποτέλεσμα;
15 Το ν’ αποδειχθούμε φίλοι του Θεού απαιτεί συνεπώς να ζητούμε τη βοήθεια του Θεού για να μας αναχαιτίση από αλαζονικές πράξεις. Είθε η προσευχή του Χριστιανού να είναι εκείνη του ψαλμωδού: «Προφύλαξον τον δούλόν σου από υπερηφανιών· ας μη με κυριεύσωσι· τότε θέλω είσθαι τέλειος, και θέλω καθαρισθή από μεγάλης παρανομίας.» (Ψαλμ. 19:13) Ας μη μιμηθή ο Χριστιανός τον Βασιλέα Σαούλ στην αλαζονεία του. Στον πόλεμο εναντίον των Φιλισταίων είχε λεχθή στον Βασιλέα Σαούλ από τον προφήτη Σαμουήλ να μην κάμη καμμιά πρόωρη ενέργεια, αλλά να περιμένη στα Γάλγαλα ώσπου να φθάση ο Σαμουήλ. Βρίσκοντας δύσκολο να συγκρατήση τον λαό ώσπου να έλθη ο Σαμουήλ και προσφέρη θυσία, ο Σαούλ επροχώρησε αλαζονικά σε σκολιές οδούς. «Προσέφερε το ολοκαύτωμα», παρά το ότι δεν είχε καμμιά εξουσία να το πράξη αυτό. Όταν έφθασε ο Σαμουήλ αμέσως έπειτα, ο Σαούλ προσεπάθησε να δικαιολογήση την ενέργειά του, αναφέροντας την έμφοβη κατάστασι των Ισραηλιτών και την αργοπορία του Σαμουήλ. «Ετόλμησα λοιπόν,» ωμολόγησε ο Σαούλ, «και προσέφερα το ολοκαύτωμα». Τι αφροσύνη! Βασιζόμενος στη δική του σοφία, ο Σαούλ ‘ετόλμησε’ και επροχώρησε αλαζονικά. Αποτυγχάνοντας να περιπατήση άμεμπτα ο Σαούλ έχασε τη βασιλεία του και τη φιλία του Ιεχωβά. «Τώρα η βασιλεία σου δεν θέλει στηριχθή», εδήλωσε ο Σαμουήλ. «Ο Ιεχωβά εζήτησεν εις εαυτόν άνθρωπον κατά την καρδίαν αυτού.»—1 Σαμ. 13:8, 9, 12, 14, ΜΝΚ.
16. (α) Πώς ο Θεός μάς αναχαιτίζει από αλαζονικές πράξεις, και πώς ο απόστολος Παύλος περιεπάτησε άμεμπτα; (β) Όταν ο Χριστιανός αμφιβάλλη, τι πρέπει ν’ αποφεύγη;
16 Ο Θεός μάς αναχαιτίζει από αλαζονικές πράξεις μέσω του λόγου του και μέσω προσευχής. Μπορούμε να μελετήσωμε τον γραπτόν λόγον του Θεού, την Αγία Γραφή, και να μάθωμε τις αρχές, σύμφωνα με τις οποίες ο Ιεχωβά θέλει να περιπατούμε. Πρέπει να συμβουλευώμεθα το Βιβλίο της σοφίας του. Η προσευχή μάς αναχαιτίζει από αλαζονικές πράξεις, διότι μέσω αυτής μπορούμε να λαβαίνωμε υπ’ όψι τον Ιεχωβά σε οτιδήποτε κάνομε. Ο Θεός μάς αναχαιτίζει, επίσης, από αλαζονικές πράξεις με συμβουλή που προέρχεται από την οργάνωσί του. Όταν ηγέρθη αμφισβήτησις για το ζήτημα της περιτομής των Εθνικών, ο Παύλος και ο Βαρνάβας δεν επροχώρησαν αλαζονικά. Ο Παύλος εγνώριζε ποια ήταν η ορθή απόφασις στο ζήτημα, αλλά δεν την προώθησε! Επήγε στην Ιερουσαλήμ, και εκεί ένα συμβούλιο αποστόλων και πρεσβυτέρων εξήτασε το ζήτημα. Κατέληξαν σε απόφασι, απόφασι που είχε την επιδοκιμασία του αγίου πνεύματος. Μια επιστολή της οργανώσεως προετοιμάσθη και αυτή η αυθεντική δήλωσις μπορούσε να αναγνωσθή στην εκκλησία. Ο Παύλος ενήργησε μόνο αφού έλαβε εξουσιοδότησι από την οργάνωσι. (Πράξ. 15:1-31) Έτσι και σήμερα ο Χριστιανός αναχαιτίζεται από αλαζονικές πράξεις όχι μόνο με προσευχή και με τον λόγον του Θεού, αλλά και με συμβουλή της οργανώσεως του Θεού. Όταν αμφιβάλλωμε για το ποιο δρόμο πρέπει ν’ ακολουθήσωμε σε μια κρίσιμη στιγμή της ζωής, ας μην προχωρούμε μόνο με ανθρώπινη, σοφία· ας απέχωμε από τέτοια ενέργεια, περιμένοντας διευκρίνισι από τον Ιεχωβά Θεό με τη μελέτη του λόγου του. Τότε θα προχωρούμε σε ευθείες οδούς και θα είμεθα σταθεροί στο να περιπατούμε άμεμπτα.
ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΝ ΚΑΙ ΛΑΛΩΝΤΑΣ ΑΛΗΘΕΙΑΝ
17. Τι άλλο απαιτεί ο Θεός από τους φίλους του, και τι τούτο συνεπάγεται εν σχέσει με τη συμπεριφορά μας προς τους συντρόφους μας;
17 Για να είμεθα φίλοι του Ιεχωβά πρέπει πάντοτε να ‘εργαζώμεθα δικαιοσύνην’. (Ψαλμ. 15:2) Η προσωπική ζωή του Χριστιανού πρέπει πάντοτε να συμμορφώνεται προς τους δικαίους κανόνες του λόγου του Θεού· η διαγωγή του πρέπει να είναι αγία: «Ούτω και σεις γίνεσθε άγιοι εν πάση διαγωγή· διότι είναι γεγραμμένον, “Άγιοι γίνεσθε, διότι εγώ είμαι άγιος”.» (1 Πέτρ. 1:15, 16) Επειδή ο Ιεχωβά είναι άγιος δεν φέρνει στη σκηνή του ως φιλοξενουμένους εκείνους που είναι κακοί, εκείνους που συμπεριφέρονται άδικα προς τους συνανθρώπους των και τους Χριστιανούς συντρόφους των. Για να εργάζεται κανείς δικαιοσύνη δεν μπορεί να συμπεριφέρεται ανειλικρινώς προς τους φίλους του ή να τους εξαπατά, ούτε μπορεί να τους συκοφαντή με τη γλώσσα του: «Διότι δεν είσαι συ Θεός θέλων την ασέβειαν· ο πονηρευόμενος δεν θέλει κατοικεί πλησίον σου. Ουδέ θέλουσι σταθή οι άφρονες έμπροσθεν των οφθαλμών σου· μισείς πάντας τους εργάτας της ανομίας. Θέλεις εξολοθρεύσει τους λαλούντας το ψεύδος· ο Ιεχωβά βδελύττεται τον άνθρωπον τον αιμοβόρον και τον δόλιον.»—Ψαλμ. 5:4-6, ΜΝΚ.
18. (α) Τι λέγεται για μικρές πράξεις αδικίας; (β) Ποια είναι η υποχρέωσις του Χριστιανού εν σχέσει με το δάνεισμα;
18 Είναι απάτη να νομίζη κανείς ότι ο Θεός θα λάβη στη σκηνή του ως φιλοξενουμένους οποιουσδήποτε που κηλιδώνουν τον εαυτό τους με άδικες πράξεις. Σημειώστε την περιγραφή του φίλου του Θεού: «Μηδέ πράττων κακόν εις τον φίλον αυτού.» (Ψαλμ. 15:3) Τούτο περιλαμβάνει μικρά πράγματα καθώς και μεγάλα, διότι «ο εν τω ελαχίστω άδικος, και εν τω πολλώ άδικος είναι». (Λουκ. 16:10) Ο Χριστιανός που δανείζεται από τον σύντροφό του και αρνείται να αποδώση, παραδείγματος χάριν, δεν δικαιολογείται από τον Θεό επειδή το χρηματικό ποσόν που περιλαμβάνεται μπορεί να μην είναι μεγάλο. «Δανείζεται ο ασεβής και δεν αποδίδει.» (Ψαλμ. 37:21) Φαίνεται δύσκολο για πολλά άτομα να αποδώσουν ό,τι εδανείσθηκαν· αλλ’ αν αληθινά ‘εργάζωνται δικαιοσύνην’, θα ζητήσουν να αποδώσουν ό,τι δανείσθηκαν, ακόμη και αν δεν μπορούν να το αποδώσουν όλο αμέσως και ακόμη αν ο καιρός που πέρασε μπορή να είναι σημαντικός. Η καταβολή προσπαθείας να αποδώσωμε δείχνει ότι ‘εργαζόμεθα δικαιοσύνην’ στην καρδιά μας.
19. (α) Εξηγήστε τι σημαίνει να ‘μιλή κανείς αλήθεια στην καρδιά του’. (β) Τι είπε ο Ιησούς για την απόδειξι της φιλίας μας, και πώς σχετίζεται αυτό με το να μιλούμε την αλήθεια;
19 «Λαλών αλήθειαν εν τη καρδία αυτού»—αυτή είναι μια άλλη απαίτησις για έναν που θα ήθελε να είναι φιλοξενούμενος του Θεού. (Ψαλμ. 15:2) Εκείνος που λαλεί αλήθεια στην καρδιά του είναι ειλικρινής προς τους άλλους και προς τον εαυτό του. Αν λαλή αλήθεια στην καρδιά του, θα λαλή επίσης αλήθεια με το στόμα του. Όχι μόνο θ’ αποφεύγη το ψεύδος, αλλά θα είναι και κήρυξ της αληθείας, της αληθείας του Θεού. Οι αλήθειες που απαιτεί ο Θεός να λαλούν οι Χριστιανοί βρίσκονται στον λόγο του και περιλαμβάνουν τις εντολές του Ιησού Χριστού, του Υιού του Θεού, ειδικά εκείνες που αφορούν τη διακήρυξι της βασιλείας του Θεού. Ο Κύριος Ιησούς είπε όταν ήταν στη γη: «Σεις είσθε φίλοι μου, εάν»—εάν τι; «Εάν κάμνητε όσα εγώ σας παραγγέλλω.» (Ιωάν. 15:14) Και τι παρήγγειλε ο Κύριος Ιησούς στους ακολούθους του να κάμουν σ’ αυτόν τον «καιρόν του τέλους»; Πράγματι, να λαλούν την αλήθεια όσον αφορά τη βασιλεία του Θεού και την εγκαθίδρυσί της! «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας», προείπε ο Ιησούς, «εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη.»—Ματθ. 24:14.
20. Τι προκύπτει από το να λαλούμε αλήθειες της Βασιλείας και επομένως ποια υποχρέωσις βαρύνει κάθε Χριστιανό;
20 Αυτό, λοιπόν, το μεγάλο έργο της εξαγγελίας των αληθειών της Βασιλείας, είναι κάτι στο οποίο πρέπει να θέλουν να μετέχουν όλοι όσοι θα ήθελαν να είναι φίλοι του Θεού και του Υιού του. Μέσω των αληθειών των σχετικών με τη βασιλεία του Θεού, χιλιάδες άτομα, που άλλοτε ήσαν εχθροί του Θεού, έχουν τώρα γίνει φίλοι του. Ναι, το να μεταστρέψωμε πολλούς που είναι εχθροί του Θεού σε φίλους του—αυτό είναι το μεγάλο προνόμιο και η υποχρέωσις κάθε αληθινού Χριστιανού. Για να το κάμωμε αυτό πρέπει να είμεθα κήρυκες της αληθείας. Ο καθένας, που ‘λαλεί αλήθειαν εν τη καρδία αυτού’, θα λαλή την αλήθεια με τη γλώσσα του, διδάσκοντας άλλους για τη βασιλεία του Θεού. Όσον αφορά τη Χριστιανική υποχρέωσι της μεταστροφής των εχθρών του Θεού σε φίλους του μέσω της αληθείας, ο απόστολος είπε: «Υπέρ του Χριστού λοιπόν είμεθα πρέσβεις, ως εάν σας παρεκάλει ο Θεός δι’ ημών· δεόμεθα λοιπόν υπέρ του Χριστού, διαλλάγητε προς τον Θεόν.»—2 Κορ. 5:20.
21. Με τον νέο κόσμο πλησίον, ποια πρέπει να είναι η πορεία της ενεργείας μας, και με ποιό ευλογημένο αποτέλεσμα;
21 Ο νέος κόσμος της δικαιοσύνης είναι πλησίον, ένας κόσμος στον οποίον «η σκηνή του Θεού» θα είναι με το ανθρώπινο γένος. «Ω Ιεχωβά, τις θα είναι φιλοξενούμενος εν τη σκηνή σου;» Είθε, λοιπόν, να είμεθα επιμελείς στο να μιλούμε στους άλλους για τις αλήθειες της Βασιλείας του Θεού, με τις οποίες μπορούν να συνδιαλλαγούν με τον Θεό. Ας λαλούμε από μια καρδιά γεμάτη με αλήθεια, διαρκώς εργαζόμενοι δικαιοσύνην στις σχέσεις μας με όλο το ανθρώπινο γένος. Και είθε με σταθερότητα να περιπατούμε πάντοτε άμεμπτα με τον Θεό μας, καθώς περιεπάτησαν ο Ενώχ, ο Νώε, ο Αβραάμ και ο Δανιήλ, ζητώντας πάντοτε θεία κατεύθυνσι σε ό,τι πράττομε. Ω είθε ν’ αποδειχθούμε, ως το τέλος αυτού του κόσμου και μπαίνοντας στον ένδοξο νέο κόσμο, ότι είμεθα πιστοί φίλοι του Θεού! Κατόπιν μπορούμε να αγαλλώμεθα με τον ψαλμωδό: «Εν τη σκηνή σου θέλω είσθαι φιλοξενούμενος διαπαντός», διότι θα είμεθα φιλοξενούμενοι του Θεού, έχοντας το προνόμιο να κατοικούμε στη σκηνή του Ιεχωβά για πάντα.—Ψαλμ. 61:4, ΜΝΚ.