Τι ο Σοφός Ανήρ Εννοούσε;
Αποκτήματα Χωρίς Απόλαυσι
Ο σοφός Βασιλεύς Σολομών, ερευνώντας τα ανθρώπινα πράγματα, δεν παρέβλεψε τις περιστάσεις που συχνά κάνουν αδύνατον για τους ανθρώπους ν’ απολαύσουν αυτά που έχουν.
Σχετικά με μια κατάστασι, έγραψε: «Υπάρχει κακόν, το οποίον είδον υπό τον ήλιον, και τούτο συχνόν μεταξύ των ανθρώπων· άνθρωπος, εις τον οποίον ο Θεός έδωκε πλούτον και υπάρχοντα και δόξαν, ώστε δεν στερείται η ψυχή αυτού από πάντων όσα ήθελεν επιθυμήσει· πλην ο Θεός δεν έδωκεν εις αυτόν εξουσίαν να τρώγη εξ αυτών, αλλά τρώγει αυτά ξένος· και τούτο ματαιότης και είναι νόσος κακή.»—Εκκλησ. 6:1, 2.
Ο Παντοδύναμος επιτρέπει σε κάθε άτομο να χρησιμοποιή τις θεόδοτες ικανότητές του για να αποκτά υπάρχοντα, αναγνώρισι ή δόξα μεταξύ των συγχρόνων του. Μ’ αυτή την έννοια, ο Σολομών μπορούσε ορθώς να χαρακτηρίση τον Θεόν ως ‘δίδοντα’ πλούτη, υλικά αποκτήματα και δόξα σ’ ένα τέτοιον άνθρωπο. Δυστυχώς, όμως, μολονότι ένας άνθρωπος μπορεί να τα έχη όλα, οι περιστάσεις μπορεί να τον εμποδίζουν ν’ απολαμβάνη αυτά τα αποκτήματα.
Μπορεί να έχη εύγευστη τροφή, αλλ’ εν τούτοις, λόγω κάποιας ανωμαλίας του στομάχου ή των εντέρων, μπορεί να μην είναι σε θέσι να την απολαύση. Η περίπτωσις του Ναβουχοδονόσορ αποτελεί ένα ενδιαφέρον παράδειγμα. Κατέκτησε τη θέσι του παγκοσμίου άρχοντος στη Βαβυλώνα. Κατόπιν, ο Ιεχωβά Θεός τον εταπείνωσε λόγω της υπερηφανίας του και τον αποστέρησε από το λογικό του. Οι τέρψεις του ανακτόρου, περιλαμβανομένης και της καλής τροφής και του εξαίρετου οίνου, δεν ήσαν πια ελκυστικά για τον Ναβουχοδονόσορ. Αυτός, θεωρώντας τον εαυτό του ως ζώον, εγκατέλειψε το πολυτελές ανάκτορο και ετρέφετο με χλόη σαν ένα βόδι. Ενώ ο Ναβουχοδονόσορ εστερείτο τις απολαύσεις της ανακτορικής ζωής, ‘ξένοι’ ωφελούντο από τα πλούτη του. Αληθινά, εκείνο που υπέστη ο Ναβουχοδονόσορ ήταν μια σοβαρή ασθένεια, ‘μια νόσος’ «κακή», διαρκείας επτά ετών.—Δαν. 4:28-37.
Κατόπιν, ο Σολομών ετόνισε ότι η μακροβιότης και η μεγάλη οικογένεια, αυτά καθ’ εαυτά, δεν ήσαν αρκετά για μια ικανοποιητική, ευχάριστη ζωή. Και συνεχίζει: «Εάν άνθρωπος γεννήση εκατόν τέκνα και ζήση πολλά έτη, ώστε αι ημέραι των ετών αυτού να γείνωσιν πολλαί, και η ψυχή αυτού δεν χορταίνη αγαθού και δεν λάβη και ταφήν [ίσως εννοεί ότι επιθυμεί να πεθάνη, όπως ο Ιώβ στη θλίψι του (Ιώβ 3:11-22)], λέγω ότι το εξάμβλωμα είναι καλήτερον παρ’ αυτόν. Διότι ήλθεν [το εξάμβλωμα, δηλαδή το πρόωρα γεννημένον], εν ματαιότητι και θέλει υπάγει εν σκότει, και το όνομα αυτού θέλει σκεπασθή υπό σκότους· δεν είδεν ουδέ εγνώρισε τον ήλιον, έχει όμως περισσοτέραν ανάπαυσιν παρ’ εκείνον, και δισχίλια έτη αν ζήση και καλόν δεν ίδη· δεν υπάγουσι πάντες εις τον αυτόν τόπον;»—Εκκλησ. 6:3-6.
Πραγματικά, αν δεν μπορή κανείς να έχη κάποια απόλαυσι από τη ζωή, τι αξία έχει ακόμη και μια μακρά ζωή, με πολλά τέκνα; Είτε πλούσιος είναι κανείς είτε φτωχός, είτε νέος είτε γέρος, στον θάνατο όλα πηγαίνουν στον ίδιο τόπο—στον τάφο. Για εκείνον που δεν απολαμβάνει πραγματική χαρά στη ζωή, η μακροζωία σημαίνει απλώς περισσότερα προβλήματα και στενοχώριες για μια μακρότερη χρονική περίοδο, παρά αν πεθάνη κανείς νέος. Ένα πρόωρα γεννημένο, ένα θνησιγενές βρέφος, είναι σε καλύτερη κατάστασι υπό την έννοια ότι ποτέ δεν πρόκειται να υποφέρη όλα τα δεινοπαθήματα μιας κενής, μάταιης ζωής.
Ο Σολομών γράφει παρακάτω: «Πας ο μόχθος του ανθρώπου είναι δια το στόμα αυτού, και όμως η ψυχή δεν χορταίνει. Διότι κατά τι υπερβαίνει ο σοφός τον άφρονα; κατά τι ο πτωχός, αν και εξεύρη να περιπατή έμπροσθεν των ζώντων; Κάλλιον είναι να βλέπη τις δια των οφθαλμών, παρά να περιπλανάται με την ψυχήν και τούτο ματαιότης και θλίψις πνεύματος.»—Εκκλησ. 6:7-9.
Οι άνθρωποι εργάζονται σκληρά για ν’ αποκτήσουν τα αναγκαία προς το ζην εργάζονται για το «στόμα τους.» Ωστόσο αυτό σπάνια ικανοποιεί τις πολλές τους επιθυμίες και τους πόθους της ψυχής των. Ο ανικανοποίητος, αλλά συνετός άνθρωπος μπορεί να προσπαθή να καταπνίξη τις ενοχλητικές επιθυμίες, ενώ ο μωρός ενδίδει σ’ αυτές, χωρίς να συγκρατήται. Αυτή ήταν προφανώς η βάσις των ερωτημάτων του Σολομώντος: «Διότι κατά τι υπερβαίνει ο σοφός τον άφρονα; κατά τι ο πτωχός, αν και εξεύρη να περιπατή έμπροσθεν των ζώντων;»Με την έννοια ότι, τόσον ο συνετός όσο και ο μωρός έχουν ενοχλητικές επιθυμίες, ο συνετός δεν υπερτερεί. Ομοίως, ο θλιμμένος μπορεί να γνωρίζη πώς ν’ αποκρύπτη από τους άλλους τις οχληρές επιθυμίες του, αλλ’ αυτό δεν τις απομακρύνει. Οι επιθυμίες του, που παραμένουν ανεκπλήρωτες, εξακολουθούν να τον παρενοχλούν. Και αυτός επίσης δεν είναι σε καλύτερη θέσι από τον μωρόν. Η πραγματικά συνετή πορεία, λοιπόν, είναι να είναι κανείς ευχαριστημένος, απολαμβάνοντας όσα έχει, όσα μπορεί να ιδή με τα μάτια του, αντί ν’ αποβλέπη με λαχτάρα σε κάτι άλλο, αφήνοντας την επιθυμία της ψυχής του να του αποστερή την ειρήνη του.
Άλλος ένας παράγων που μπορεί να παρεμποδίση την ευχαρίστησι, είναι η αποτυχία των ανθρώπων να αναγνωρίσουν ότι πολλά πράγματα απλώς δεν μπορούν ν’ αλλάξουν. Ο Σολομών εδήλωσε: «Ό,τι έγεινεν, έλαβεν ήδη το όνομα αυτού, και εγνωρίσθη ότι ούτος είναι άνθρωπος· και δεν δύναται να κριθή μετά του ισχυρότερου αυτού.» (Εκκλησ. 6:10) Ένας άνθρωπος μπορεί ν’ αποκτήση πλούτη και θέσι. Αλλά δεν είναι τίποτε περισσότερο από τον πρώτο άνθρωπο, στον οποίο ελέχθη ότι είναι χώμα, Αδάμ, Εβραϊκή ονομασία που λαμβάνεται από μια ρίζα η οποία σημαίνει «κόκκινος» ή «κοκκινωπός.» Εξακολουθεί να είναι ένα γήινο πλάσμα, ένας θνητός. Δεν μπορεί, λοιπόν, να κάνη διαπραγματεύσεις για να διατηρηθή ζωντανός επ’ άπειρον. Ο ψαλμωδός εξέφρασε αυτή τη σκέψι ως εξής: «Ουδείς δύναται ποτέ να εξαγοράση αδελφόν, μηδέ να δώση εις τον Θεόν λύτρον δι’ αυτόν· διότι πολύτιμος είναι η απολύτρωσις της ψυχής αυτών, και ανεύρητος διαπαντός, ώστε να ζη αιωνίως, να μη ίδη διαφθοράν.»—Ψαλμ. 49:7-9.
Και στην καλύτερη περίπτωσι, η ζωή είναι πολύ αβέβαιη σ’ αυτό το σύστημα πραγμάτων. Ο χρόνος και τα απρόοπτα συμβαίνουν σε όλους και αυξάνουν την αβεβαιότητα. Γι’ αυτό τον λόγο ο Σολομών έκαμε τα εξής ερωτήματα: «Επειδή είναι πολλά πράγματα πληθύνοντα την ματαιότητα, τις η ωφέλεια εις τον άνθρωπον; Διότι τις γνωρίζει τι είναι καλόν δια τον άνθρωπον εν τη ζωή, κατά πάσας τας ημέρας της ζωής της ματαιότητος αυτού, τας οποίας διέρχεται ως σκιάν; διότι τις θέλει απαγγείλει προς τον άνθρωπον, τι θέλει είσθαι μετ’ αυτόν υπό τον ήλιον;»—Εκκλησ. 6:11, 12.
Έχοντας υπ’ όψιν το ότι ο θάνατος τερματίζει όλες τις προσπάθειες και τους αγώνες του ατόμου, τι πραγματικό όφελος υπάρχει σε όσα υλικά αποκτήματα ή υψηλές θέσεις κι αν αποκτήση ο άνθρωπος; Ποιος μπορεί πραγματικά να πη αν αξίζη τον κόπο ν’ αγωνίζεται κανείς για κοσμικούς στόχους—πλούτη, εξέχουσες θέσεις, δύναμι; Πόσες φορές οι άνθρωποι νομίζουν ότι κάτι είναι επιθυμητό και κατόπιν, αφού το αποκτήσουν, απογοητεύονται, και πικρά μάλιστα. Το γεγονός ότι η ζωή είναι πολύ πολύ σύντομη, περνά σαν ‘σκιά,’ αυξάνει τη δυσαρέσκεια. Δεν υπάρχει τρόπος επανακτήσεως του χρόνου και αναστροφής των προσπαθειών προς άλλη κατεύθυνσι. Επίσης, επειδή δεν υπάρχει τρόπος εξακριβώσεως του τι θα συμβή μετά τον θάνατο ενός ατόμου, η επιδίωξις υλιστικών σκοπών προς όφελος των τέκνων και των εγγόνων, με εξαίρεσι τα πνευματικά πράγματα, δεν οδηγεί σε πραγματική ικανοποίησι.
Πόσο έντονα τα λόγια του σοφού ανδρός δείχνουν την ανάγκη να είμεθα ευχαριστημένοι, απολαμβάνοντας τη ζωή μ’ έναν υγιή τρόπο! Αντί ν’ αφήνουμε τις υλιστικές επιθυμίες ν’ αναπτύσσωνται, το αληθινά συνετό άτομο, συγκεντρώνει την προσοχή του στην διατήρησι μιας καλής σχέσεως με τον Θεό.