Όταν Δεν Πρέπει να Ενδιαφερώμεθα για το τι Λέγουν οι Άλλοι
ΕΝΑ ΚΑΛΟ όνομα ή φήμη είναι ένα πολύτιμο απόκτημα. ‘Το καλό όνομα,’ λέγει μια αρχαία παροιμία, ‘είναι προτιμότερον παρά πλούτη μεγάλα.’ (Παροιμ. 22:1) Στους συγχρόνους καιρούς το καλό όνομα θεωρείται ότι έχει τόση αξία ώστε να δικαιούται νομική προστασία εναντίον των συκοφαντιών και των λιβέλλων. Ορθώς λοιπόν οι άνθρωποι επιθυμούν να είναι το όνομά τους απηλλαγμένο από κάθε κακοπαράστασι, ιδιαίτερα όταν μια τέτοια κακοπαράστασις θα μπορούσε να επηρεάση σοβαρά τη ζωή τους.
Αλλά συχνά αυτά που λέγουν οι άλλοι, μολονότι μπορεί να είναι επικριτικά και όχι φιλοφρονητικά, δεν είναι κατ’ ανάγκην δυσφημιστικά. Πώς θ’ αντιδρούσατε αν κάποιος μιλούσε περιφρονητικά για σας; Θα έπρεπε να στενοχωρηθήτε γι’ αυτό;
Η Αγία Γραφή μάς βοηθεί να εκτιμούμε ρεαλιστικά όσα λέγουν οι άλλοι. Μας παροτρύνει: «Προσέτι, μη δώσης την προσοχήν σου εις πάντας τους λόγους όσοι λέγονται· μήποτε ακούσης τον δούλον σου καταρώμενόν σε· διότι πολλάκις και η καρδία σου γνωρίζει ότι και συ παρομοίως κατηράσθης άλλους.»—Εκκλησ. 7:21, 22.
Αυτή η Γραφική συμβουλή προσαρμόζεται στον τρόπο που έχει διαμορφωθή η ζωή. Και οι καλύτεροι άνθρωποι διαπράττουν σφάλματα. «Δεν υπάρχει άνθρωπος δίκαιος επί της γης,» διαβάζομε στην Αγία Γραφή, «όστις να πράτττη το καλόν και να μη αμαρτάνη.» (Εκκλησ. 7:20) Όλοι οι άνθρωποι είναι αμαρτωλοί απόγονοι του ατελούς Αδάμ. Γι’ αυτό ένας άνθρωπος δεν πρέπει να εκπλαγή αν ακόμη κι ένας στενός του φίλος ίσως σε μια κατάστασι θυμού ή οργής, μιλήση γι’ αυτόν στους άλλους με όχι κολακευτικά λόγια. Οι ατελείς άνθρωποι αποτυγχάνουν να χρησιμοποιήσουν τη γλώσσα τους για καλό, όσο σκληρά και αν προσπαθούν να το προλάβουν. Ο Χριστιανός μαθητής Ιάκωβος παραδέχθηκε: «Διότι εις πολλά πταίομεν άπαντες. Εάν τις δεν πταίη εις λόγον, ούτος είναι τέλειος ανήρ, δυνατός να χαλιναγωγήση και όλον το σώμα.»—Ιακ. 3:2.
Η ανθρώπινη ατέλεια είναι πραγματικά γεγονός. Προσωπικά όλοι μας πολλές φορές απέχομε πολύ από το να είμεθα ο άνθρωπος που θα θέλαμε να είμεθα. Επομένως είναι φανερό ότι δεν μπορούμε να παίρνωμε στα σοβαρά κάθε παρατήρησι που μπορεί να κάνουν οι άνθρωποι. Αν ένα άτομο το έκανε αυτό, θα δοκίμαζε μεγάλη συναισθηματική απογοήτευσι. Επί παραδείγματι, μπορεί ν’ ακούση ότι ένας στενός φίλος του έκαμε μερικά δυσάρεστα σχόλια γι’ αυτόν. Θα μπορούσε να σκεφθή, ‘Εφ’ όσον έτσι σκέπτεται για μένα, δεν θέλω να τον έχω φίλο. Δεν χρειάζομαι, τη φιλία του.’ Μ’ αυτόν τον τρόπο μια καλή σχέσις μπορεί να καταστραφή.
Πόσο καλύτερο θα ήταν ν’ ακολουθήση τη Γραφική συμβουλή ‘να μη δώσης προσοχή σε όλους τους λόγους που λέγονται’! Αυτό βοηθεί ένα άτομο να δη με αντικειμενικό τρόπο αυτά που λέγουν οι άνθρωποι. Το άτομο που είναι ειλικρινές με τον εαυτό του γνωρίζει ότι και αυτό έχει πει συχνά ακατάλληλα πράγματα για άλλους χωρίς καμμιά κακή πρόθεσι. Αυτό θα τον βοηθήση να διακρίνη ότι όσα μπορεί να πουν οι άλλοι γι’ αυτόν δεν πρέπει κατ’ ανάγκην να τα θεωρή σαν μια προσωπική προσβολή.
Επίσης πρέπει να έχωμε υπ’ όψι μας ότι η πληροφορία που έρχεται σ’ εμάς από δεύτερο χέρι δεν είναι συχνά αξιόπιστη. Γι’ αυτό μια καλή αρχή που θέλομε ν’ ακολουθούμε είναι η εξής: «Κατηγορίαν εναντίον πρεσβυτέρου μη παραδέχου, εκτός δια στόματος δύο ή τριών μαρτύρων.» (1 Τιμ. 5:19) Το να ενεργούμε σύμφωνα με αυτή την αρχή θα μας εμποδίση από το να δεχθούμε βιαστικά σαν γεγονός κάτι που υποτίθεται ότι κάποιος είπε ατομικά για μας.
Επίσης, το υπερβολικό ενδιαφέρον για το τι λέγουν οι άλλοι ευνοϊκά μπορεί να οδηγήση σε θλίψι. Ο έπαινός τους μπορεί να είναι μια παγίδα, η οποία μπορεί να κάμη εκείνον που επαινείται ν’ αρχίση να έχη πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Όταν η υπερηφάνεια ενός ανθρώπου τροφοδοτήται μ’ αυτόν τον τρόπο, οι καλές του ιδιότητες μπορεί να μπουν στο περιθώριο. Ως αποτέλεσμα, μπορεί να χάση την καλή φήμη που απελάμβανε κάποτε. Μια Βιβλική παροιμία λέγει: «Η υπερηφανία προηγείται του ολέθρου, και η υψηλοφροσύνη του πνεύματος προηγείται της πτώσεως.»—Παροιμ. 16:18.
Επίσης, είναι πιθανόν ένα άτομο να μάθη ότι τα λόγια του ή οι πράξεις του έδωσαν βάσι για μια ορθή επίκρισι. Σ’ αυτή την περίπτωσι θα κάμη καλά να εξετάση τι μπορεί να κάμη για να αποφύγη να δώση πάλι αιτία για παράπονα στο μέλλον. Αυτό θα ήταν σε αρμονία με τη Γραφική συμβουλή: «Δια να διακρίνητε τα διαφέροντα, ώστε να ήσθε ειλικρινείς και απρόσκοπτοι.»—Φιλιππ. 1:10.
Ακόμη και όταν ένα άτομο έχη κακοπαρασταθή, ίσως θεωρήση φρόνιμο να μη δημιουργήση ζήτημα. Αντί να επιδιώξη να διευκρινίση την κακοπαράστασι, αν ένα άτομο αφήση το ζήτημα να ξεχασθή, αυτό μπορεί να αποβή προς όφελός του και να κάμη περισσοτέρους ανθρώπους να τον πιστέψουν.
Ο Ιησούς Χριστός έδωσε ένα θαυμάσιο παράδειγμα σχετικά με τον χειρισμό κακοπαραστάσεων. Μολονότι κατηγορήθηκε ψευδώς ότι ήταν οινοπότης και φάγος, δεν άρχισε μια λογομαχία γι’ αυτό το ζήτημα. Απλώς είπε: «Εδικαιώθη η σοφία από των έργων αυτής.» (Ματθ. 11:19, ΜΝΚ) Μ’ αυτά τα λόγια, εκάλεσε άλλους να προσέξουν τις αποδείξεις. Αυτές οι αποδείξεις—δηλαδή τα έργα—έκαναν φανερό ότι οι κατηγορίες ήσαν ψευδείς.
Το άτομο που έχει καλή διαγωγή και φέρεται στους άλλους με ευγένεια, με την κατάλληλη πορεία αποστομώνει εκείνους που τον κακοπαρέστησαν. Δεν θα χρειασθή πολύς καιρός μέχρις ότου οι ειλικρινείς παρατηρηταί διακρίνουν ότι αυτά που έχουν λεχθή είναι ψεύδη.
Όσοι επιθυμούν να είναι σε αρμονία με το θέλημα του Θεού θα πρέπει να ενδιαφέρωνται ιδιαίτερα στο να έχουν μια καλή διαγωγή. Η Αγία Γραφή τούς προτρέπει: «Διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες ν’ αποστομώνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων.»—1 Πέτρ. 2:15.
Όταν αντιμετωπίζωμε ανθρώπους που αναφέρουν ονόματα ή κάποια κακοπαράστασι των γεγονότων που έχουν σκοπό να προκαλέσουν κάποιο άτομο, είναι καλύτερο να κλείνωμε τ’ αυτιά μας σ’ αυτά. Ο πιστός δούλος του Θεού Δαβίδ το έκανε αυτό και είχε θαυμαστά αποτελέσματα. Σ’ έναν από τους ψαλμούς του είπε: «Αλλ’ εγώ ως κωφός δεν ήκουον και ήμην ως άφωνος, μη ανοίγων το στόμα αυτού. Και ήμην ως άνθρωπος μη ακούων, και μη έχων αντιλογίαν εν τω στόματι αυτού.»—Ψαλμ. 38:13, 14.
Τι έκαμε τον Δαβίδ να ενεργή μ’ αυτόν τον τρόπο όταν αντιμετώπιζε πρόκλησιν; Κατανοούσε ότι εκείνος προσωπικά δεν θα μπορούσε να ρυθμίση το ζήτημα σε πλήρη βαθμό. Αλλά είχε εμπιστοσύνη ότι ο Θεός, ο Ιεχωβά, μπορούσε να το κάμη. Γι’ αυτόν το λόγο είπε: «Διότι, επί σε, Κύριε, ήλπισα· συ θέλεις μου εισακούσει, Κύριε ο Θεός μου.» (Ψαλμ. 38:15) Δεν είναι επωφελές να μιμούμεθα το παράδειγμα του Δαβίδ; Ασφαλώς είναι. Το άτομο που δεν προσπαθεί να ρυθμίση όλα τα πράγματα μόνο του, αλλά με υπομονή αποβλέπει στο Θεό του, γλυτώνει από τις ανησυχίες και τους ερεθισμούς που προκύπτουν από ένα τέτοιο άκαρπο αγώνα εναντίον ηθικών αδικιών.
Πράγματι, στις καθημερινές υποθέσεις της ζωής, είναι συνετό να μη ανησυχή κανείς υπερβολικά για το τι λέγουν οι άλλοι. Το να μη ‘δίνωμε προσοχή σε όλους τους λόγους όσοι λέγονται’ μας προφυλάσσει από το να προσβαλλώμεθα άσκοπα ή από το να τροφοδοτούμε την υπερηφάνεια μας. Ταυτοχρόνως μπορούμε να ωφελούμεθα από την ορθή επίκρισι, με το να προσπαθούμε να κάνωμε βελτίωσι. Και με το να διακρατούμε μια θαυμάσια στάσι μπορούμε να αποστομώνομε την «αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων.»