Αξιόλογα Έργα των Συναθροισμένων
1. Γιατί δεν είναι ανάγκη τα έργα μας να τελειώσουν σε συμφορά, όπως περιεγράφη στο προηγούμενο άρθρο, και ποιο μέσον έχει παρασχεθή για να γίνη η ζωή μας αιωνίως χρήσιμη;
ΑΛΛΑ μήπως τα έργα μας στη διάρκεια αυτού του παρόντος πονηρού κόσμου της αμαρτίας και του θανάτου είναι ανάγκη να τελειώσουν σε συμφορά, όπως περιεγράφη πιο πάνω, έτσι ώστε να πρέπει κατάλληλα να αισθανώμεθα αηδία για την ευκαιρία να ζούμε; Μήπως η ζωή μας πρέπει να είναι απλώς εις μάτην και να είναι ένα απλό κυνήγημα πίσω από κάτι εξίσου ασύλληπτο όσο και ο άνεμος; Όχι, όχι αν αποστραφούμε το να υπηρετούμε αυτόν τον κόσμο και έπειτα εργασθούμε για τον νέο κόσμο του Θεού. Το να εργασθούμε για τον νέο του κόσμο σημαίνει να υπηρετήσωμε τον Ιεχωβά Θεό· και το να εργαζώμεθα γι’ αυτόν δεν είναι ποτέ μάταιο. Είναι αξιόλογο, άσχετα με το πόσον διωγμό και εναντίωσι αντιμετωπίζομε εξαιτίας αυτού του θεοσεβούς έργου. Δεν μπορούμε να φθάσωμε πουθενά χωρίς τον Θεό. Οι άνθρωποι είναι ατελείς, είναι καταφανώς, αμαρτωλοί, είναι υπό καταδίκην από ένα ουράνιο δικαστήριο και για τούτο πεθαίνουν. Ας προσπαθήσουν για οτιδήποτε θέλουν, ας εργασθούν όσο σκληρά θέλουν χωρίς τον Θεό, οι συνθήκες αυτές θα τους εμποδίζουν πάντοτε, θα τους καταδικάζουν πάντοτε σε συμφορά. Μόνοι τους δεν μπορούν να διαφύγουν αυτό το αδιέξοδον. Αλλ’ ο Ιεχωβά Θεός έχει προμηθεύσει το μέσον, με το οποίον η ζωή μας μπορεί να γίνη σημαντική, μπορεί να έχη έναν εξευγενιστικό σκοπό και μπορεί να έχη αιώνια χρησιμότητα. Το μέσον αυτό είναι η βασιλεία του Εκκλησιαστού του, Ιησού Χριστού.
2. Ποιο έργο είναι δώρο του Θεού, και ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού όσον αφορά το έργο του ανθρώπου;
2 Ας ενθυμούμεθα ότι το να εργαζώμεθα είναι δώρο του Θεού, δηλαδή, το να εργαζώμεθα στην υπηρεσία του. Ο Θεός έθεσε τον ευθύν άνθρωπο στον κήπο της Εδέμ για να εργάζεται. Ο Θεός δεν είχε ως σκοπό να ματαιωθή το έργο του και ο άνθρωπος να τερματίση τη ζωή του σε συμφορά με θάνατο αφού θα εξεδιώκετο από την κατάλληλη θέσι του εργασίας. (Γέν. 2:7, 8, 15) Ο Θεός είχε ως σκοπό να είναι ο άνθρωπος ευτυχής στο έργο του, να βλέπη και ν’ απολαμβάνη τα αποτελέσματα του έργου του και να διαβιβάζη τα οφέλη του έργου του στα τέκνα του.
3. Τι υποχρεώνει ένα άτομο να κάνη η από μέρους του λατρεία του Θεού, και πώς γινόμεθα ευνοημένοι εν σχέσει με το έργο που είναι δώρο του Θεού;
3 Αν ο τέλειος ευθύς άνθρωπος εξακολουθούσε να εργάζεται ευπειθώς στο έργο που ο Δημιουργός του τού είχε αναθέσει να κάμη, θα ελάτρευε τον Θεό. Το να λατρεύωμε τον Θεό δεν είναι ποτέ μάταιο ή ολέθριο. Σημαίνει αιώνια ζωή κάτω από την παγκόσμια κυριαρχία του Ιεχωβά Θεού. Ας ενθυμούμεθα ότι η Εβραϊκή λέξις, που ενίοτε μεταφράζεται ως «λατρεία», πραγματικά σημαίνει «υπηρεσία». (2 Βασ. 10:20-23· Έξοδ. 12:25, ΜΝΚ) Αν εργαζώμεθα στην υπηρεσία του Θεού, τον λατρεύομε. Αν είμεθα οκνηροί και νωθροί, δεν λατρεύομε τον Θεό, δεν μιμούμεθα τον Θεό. Η δημιουργία του ανθρώπου κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Θεού απαιτούσε να εργάζεται ο άνθρωπος και να μην εργάζεται εις μάτην, διότι ο μέγας Εκκλησιαστής Ιησούς κάποτε είπε: «Ο Πατήρ μου εργάζεται έως τώρα, και εγώ εργάζομαι.» Ο Σολομών επίσης είπε: «Τότε είδον παν το έργον του [αληθινού] Θεού, ότι άνθρωπος δεν δύναται να εύρη το έργον το οποίον έγεινεν υπό τον ήλιον· επειδή όσον και αν κοπιάση ο άνθρωπος ζητών, βεβαίως δεν θέλει ευρεί· έτι δε, και ο σοφός εάν είπη να γνωρίση αυτό, δεν θέλει δυνηθή να εύρη.» Σε όλη την αιωνιότητα του νέου κόσμου το ανθρώπινο γένος θα εξακολουθήση να ερευνά, προσπαθώντας να εισδύση στα ίδια τα βάθη του έργου του Θεού, αλλά δεν θα μπορέση να το κάμη αυτό. Είμεθα ευνοημένοι αν εκτιμούμε ότι ο Θεός έχει ένα αξιόλογο έργο για να εκτελεσθή από μας και αν εύρωμε ποιο είναι και έπειτα συνεργασθούμε με τον Θεό σ’ αυτό. Δεν πρόκειται για ένα μάταιο δώρο.
4. Σε ποιον σήμερα πρέπει να συναθροισθούμε, κάνοντας έπειτα ποιο βήμα, και ποια πρέπει να είναι η διάθεσίς μας εν σχέσει με το βήμα αυτό;
4 Ο Σολομών, για να μας αποτρέψη από μάταια, άκαρπα έργα, τα νεκρά έργα του κόσμου τούτου που καταλήγουν σε συμφορά, έγραψε το βιβλίο του Κο-έλ-εθ, του Εκκλησιαστού. Σήμερα, για ν’ απομακρυνθούμε από την «εις συμφοράν οδηγούσαν απασχόλησιν, την οποίαν ο Θεός έδωκεν εις τους υιούς των ανθρώπων» σ’ αυτόν τον καταδικασμένο παλαιό κόσμο, πρέπει να συναθροισθούμε από τον Μεγαλύτερον Σολομώντα, τον ανάσσοντα Βασιλέα Ιησούν Χριστόν, προσέχοντας στη φωνή του, στη σοφία του που είναι διατυπωμένη στον γραπτόν λόγον του Θεού. Μέσω αυτού πρέπει να προσέλθωμε στον Ιεχωβά Θεό και ν’ αφιερωθούμε πλήρως σ’ αυτόν με πίστι και αγάπη. Πρέπει να εξετάσωμε προσεκτικά τι σημαίνει αυτό το βήμα και τι θ’ απαιτηθή τώρα από μας να είμεθα και να πράττωμε. Δεν πρέπει να είμεθα απερίσκεπτοι στην ευχή μας αφιερώσεως στον Θεό, όπως δεν πρέπει ν’ αναβάλωμε, χωρίς να υπάρχη ανάγκη, την ευχή μας να τον υπηρετούμε και να πράττωμε το θέλημά του για πάντα. Αλλά μια και εκάναμε μια τέτοια ιεροπρεπή, ανέκκλητη ευχή, πρέπει να την τηρήσωμε, μη λαμβάνοντάς την εις μάτην για να καταλήξωμε σε συμφορά. Έτσι πρέπει να εννοήσωμε το ζήτημα όταν ευχώμεθα πλήρη αφιέρωσι στον Ιεχωβά Θεό μέσω του Ιησού Χριστού. Ας μην είναι η ευχή μας απλή ‘πλήθυνσις λόγων ‘που εκφέρονται απερίσκεπτα και ανόητα χωρίς να υπάρχη η καρδιά μας πίσω απ’ αυτούς.
5. Τι λέγει ο Σολομών σχετικά με τη χρήσι του στόματος σε μια ευχή, και πώς πρέπει να καταδειχθή φόβος Θεού εν σχέσει με μια ευχή;
5 «Μη σπεύδε δια του στόματός σου, και η καρδία σου ας μη επιταχύνη να προφέρη λόγον ενώπιον του [αληθινού] Θεού· διότι ο [αληθινός] Θεός είναι εν τω ουρανώ, συ δε επί της γης· όθεν οι λόγοι σου ας ήναι ολίγοι [ας μην υπόσχωνται περισσότερα από όσα εννοείς]. Επειδή το μεν όνειρον έρχεται εν τω πλήθει των περισπασμών [του κόσμου τούτου]· η δε φωνή του άφρονος, εν τω πλήθει των λόγων [που εκφέρονται απερίσκεπτα, που εκφέρονται αισθηματικά χωρίς κατανόησι]. Όταν ευχηθής ευχήν εις τον Θεόν, μη βραδύνης να αποδώσης αυτήν· διότι δεν ευαρεστείται εις τους [πολυλόγους] άφρονας· απόδος ό,τι ηυχήθης. Κάλλιον να μη ευχηθής, παρά ευχηθείς να μη αποδώσης. Μη συγχωρήσης εις το στόμα σου να φέρη επί σε αμαρτίαν· μηδέ είπης ενώπιον του αγγέλου, ότι ήτο εξ αγνοίας· δια τι να οργισθή ο [αληθινός] Θεός εις την φωνήν σου [σε μια ευχή], και να αφανίση τα έργα των χειρών σου; Διότι εν τω πλήθει των ονείρων, και εν τω πλήθει των λόγων [σε μια απερίσκεπτη ευχή], είναι ματαιότητες· συ δε φοβού τον [αληθινόν] Θεόν.»—Εκκλησ. 5:2-7.
6. Όταν ένας έχη «εκκλησιασθή» με το να κάμη ευχή στον Θεό, γιατί οφείλει ν’ αποφεύγη ν’ αποξενώση ή απομονώση τον εαυτό του;
6 Όταν ένας έχη «εκκλησιασθή» στον ανάσσοντα Βασιλέα Ιησούν Χριστόν με το να κάμη ευχή στον Θεό, τότε πρέπει να παραμείνη μαζί με όλους τους συναθροισμένους του λατρευτάς. Ένα άτομο κάτω από μια τέτοια ευχή, δεν πρέπει ν’ απομονώση τον εαυτό του ή ν’ αφήση τον εαυτό του ν’ αποξενωθή από την εκκλησία. Οι Παροιμίες 18:1 (ΜΝΚ) μας προειδοποιούν: «Ο απομονούμενος θα ζητήση κατά την ιδίαν αυτού ιδιοτελή επιθυμίαν· θα εναντιωθή εις κάθε πρακτικήν σοφίαν.» Θα αναζητήση ιδιοτελείς προφάσεις όσον αφορά την απομάκρυνσί του, για να δικαιώση τον εαυτό του, αλλά κάνοντας τούτο, ενεργεί ασύνετα και εξασθενίζει την ικανότητά του να εκπληρώση την ευχή του· πράγματι, ενεργεί αντίθετα προς την ευχή του να πράττη το θέλημα του Θεού. Αποστερεί τον εαυτό του από τη βοήθεια που ο Θεός δίδει μόνο μέσω του συναθροισμένου λαού του, και είναι βέβαιο ότι θα πέση ολέθρια.
7. Τι είπαν οι δύο εκκλησιασταί όσον αφορά την επικοινωνία του ενός με τον άλλον, και γιατί εκείνοι που είναι κάτω από ευχή στον Θεό δεν μπορούν να παραμένουν μακριά από τις εκκλησιαστικές συγκεντρώσεις;
7 Ο Μέγας Εκκλησιαστής είπε: «Όπου είναι δύο ή τρεις συνηγμένοι εις το όνομά μου, εκεί είμαι εγώ εν τω μέσω αυτών.» (Ματθ. 18:20) Ο αρχαίος Εκκλησιαστής Σολομών είπε: «Καλήτεροι οι δύο υπέρ τον ένα· επειδή αυτοί έχουσι καλήν αντιμισθίαν εν τω κόπω αυτών [ομού]. Διότι, εάν πέσωσιν, ο είς θέλει σηκώσει τον σύντροφον αυτού· αλλ’ ουαί εις τον ένα, όστις πέση, και δεν έχει δεύτερον να σηκώση αυτόν. Πάλιν, εάν δύο πλαγιάσωσιν ομού, τότε θερμαίνονται· ο είς όμως πώς θέλει θερμανθή; Και εάν τις υπερισχύση κατά του ενός, οι δύο θέλουσιν αντισταθή εις αυτόν· και το τριπλούν σχοινίον δεν κόπτεται ταχέως.» (Εκκλησ. 4:9-12) Όλοι όσοι συναθροίζονται στον πνευματικό ναό του Ιεχωβά για τη λατρεία του βρίσκονται κάτω από μια και την αυτή ευχή. Πρέπει όλοι να εκπληρώσουν τις ευχές των μαζί, βοηθώντας στοργικά ο ένας τον άλλον να εκπληρώση την ευχή του, ώστε να μην υπερνικηθή κανείς από τον Σατανά ή Διάβολο και τον κόσμο του. Δεν μπορούν, συνεπώς, να παραμένουν μακριά από τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις και άλλες συνελεύσεις. Πρέπει να οικοδομούν την αίσθησι της τακτικής επικοινωνίας, του πού ανήκουν και της αμοιβαίας εξαρτήσεως και ανάγκης.
ΚΑΙΡΟΣ ΓΙΑ ΔΡΑΣΙ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
8. Τι λέγει ο Εκκλησιαστής όσον αφορά την προσέλευσί μας σ’ αυτόν, και ποιους λόγους αναφέρει ο Σολομών για να τηρούμε τις διαταγές του βασιλέως;
8 Εκείνος που μας συναθροίζει όταν κάνωμε ευχή στον Ιεχωβά, είναι ο ανάσσων Βασιλεύς Ιησούς Χριστός, ο οποίος είπε: «Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με.» (Ιωάν. 6:44) Ο Ιεχωβά μάς ελκύει προς τον κεχρισμένον Βασιλέα του για ν’ ακολουθήσωμε τα ίχνη του και να τον υπηρετήσωμε. Όταν κάνωμε ευχή στον Ιεχωβά, ορκιζόμεθα ενώπιόν του να υποστηρίξωμε τη βασιλεία του και βασιλεία του Κεχρισμένου του, διότι ο Βασιλεύς του είναι ο Αρχηγός που αυτός μας έδωσε. Εκπληρώνοντας την ευχή μας πρέπει να υπακούωμε στις διαταγές του Κεχρισμένου Βασιλέως του Ιεχωβά. Ο εκκλησιαστής λέγει: «Εγώ σε συμβουλεύω να φυλάττης την προσταγήν του βασιλέως, και δια τον όρκον του Θεού. Μη σπεύδε να φύγης απ’ έμπροσθεν αυτού· μη εμμένης εις πράγμα κακόν· διότι παν ό,τι θελήση, κάμνει. Εν τω λόγω του βασιλέως είναι εξουσία· και τις θέλει ειπεί προς αυτόν, Τι κάμνεις; Ο φυλάττων την προσταγήν δεν θέλει δοκιμάσει πράγμα κακόν· και η καρδία του σοφού γνωρίζει τον καιρόν και την κρίσιν. Παντί πράγματι είναι καιρός και κρίσις· όθεν η αθλιότης του ανθρώπου είναι πολλή επ’ αυτόν.»—Εκκλησ. 8:2-6, ΜΝΚ.
9. Πώς ο Ιεχωβά διευθέτησε καλά τα πάντα στον καιρό τους όσον αφορά τη βασιλεία του και τη διακήρυξί της;
9 Ο εκκλησιαστής ορθά αναφέρει: «Χρόνος είναι εις πάντα, και καιρός παντί πράγματι υπό τον ουρανόν. Είδον τον περισπασμόν, τον οποίον έδωκεν ο Θεός εις τους υιούς των ανθρώπων δια να μοχθώσιν εν αυτώ. Τα πάντα έκαμε καλά εν τω καιρώ εκάστου.» (Εκκλησ. 3:1, 10, 11) Ο Ιεχωβά προσδιώρισε ένα ωρισμένο έτος για να τελειώσουν οι επτά «καιροί των εθνών»· και έτσι στο έτος 1914 ήλθε ο προσδιωρισμένος του καιρός για να θέση σε λειτουργία τη βασιλεία του στα χέρια του κεχρισμένου Βασιλέως του. Αργότερα, στον προσδιωρισμένο του καιρό, την άνοιξι του έτους 1918, ήλθε στον πνευματικό του ναό συνοδευόμενος από τον βασιλικόν Αγγελιαφόρον του, Ιησούν Χριστόν, για το έργο της κρίσεως. Μετά ταύτα η σύναξις των προβάτων του «μικρού ποιμνίου» του και κατόπιν του «πολλού όχλου» ήταν στον καιρό της σύμφωνα με τον χρονικό προσδιορισμό των γεγονότων από τον Ιεχωβά. Κατόπιν ακολούθησε ο καιρός του για να κάμουν τα πρόβατα ένα τελικό έργο, δηλαδή, να αναγγείλουν την εγκαθιδρυμένη βασιλεία του σε όλο τον κόσμο και να σαλπίσουν μια προειδοποίησι όσον αφορά το τέλος του παλαιού αυτού κόσμου σε όλη την ανθρωπότητα. Στην προφητεία του για το τέλος του κόσμου ο Ιησούς Χριστός, ήδη Βασιλεύς, μας έδωσε διαταγές να κάμωμε αυτή τη διακήρυξι της βασιλείας, λέγοντας: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.»—Ματθ. 24:14.
10. Πώς δείχνομε σοφία όσον αφορά τη διαταγή του Βασιλέως και την ευχή μας και την άρνησί μας να προκαλέσωμε τον Βασιλέα του Ιεχωβά;
10 Ο εκκλησιαστής μάς λέγει να δείξωμε σοφία και να τηρήσωμε αυτή ακριβώς τη διαταγή του Βασιλέως Ιησού Χριστού, και ειδικώς να το κάμωμε αυτό από σεβασμό προς τον όρκο που εδώσαμε στον Θεό σε συνάρτησι με την προς αυτόν ευχή μας να πράττωμε το θέλημά του. Εδώσαμε το λόγο μας· δεν τολμούμε ν’ αποδειχθούμε ψεύδορκοι· δεν μπορούμε να παραβούμε την ευχή μας. Με ό,τι έχομε ευχηθή και ορκισθή ενώπιον του Υψίστου Θεού βρισκόμαστε κάτω από την υποχρέωσι να εκτελέσωμε τη διαταγή του Βασιλέως του, ο οποίος κάθεται επάνω στον θρόνο του Ιεχωβά. Δεν μπορούμε να ‘φύγωμεν απ’ έμπροσθεν του Βασιλέως του’, αρνούμενοι αυτόν, παραμελώντας τα καθήκοντά μας που σχετίζονται με τη Βασιλεία. Αυτό θα ήταν εμμονή σε πράγμα κακόν. Δεν μπορούμε να ενωθούμε με τους άρχοντας του κόσμου τούτου προκαλώντας τον Βασιλέα του Ιεχωβά με τα λόγια: «Τι κάμνεις;» Ούτε αυτοί ούτε εμείς μπορούμε να σταματήσωμε τον Βασιλέα από το να κάμη «παν ό,τι θελήση»· και η θέλησίς του στον παρόντα καιρό είναι να κηρυχθούν τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού παντού σε ανθρώπους κάθε είδους. Στον λόγον του Βασιλέως είναι εξουσία. Ο λόγος του θα εκτελεσθή και εκτελείται παρά την πρόκλησι όλου του κόσμου του Σατανά.
11. Αν εμείς οι συναθροισμένοι είμεθα συνετοί, τι θα γνωρίζωμε και θα δούμε, και επομένως τι θα κάμωμε για ν’ αποφύγωμε τη συμφορά του κόσμου;
11 Μολονότι μερικοί καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί δεν θέλουν να λάβουν μέρος στη διακήρυξι της Βασιλείας λόγω της προσπαθείας που αυτό απαιτεί και του διωγμού που φέρνει, η διακήρυξις των αγαθών νέων δεν θα επιβραδυνθή ούτε θα παύση. Θα συνεχισθή οπωσδήποτε και χωρίς εκείνους που διστάζουν ν’ αναλάβουν δράσι, επειδή το κήρυγμα γίνεται με υπακοή στη διαταγή του Βασιλέως, στη διαταγή του δε «είναι εξουσία». Αν εμείς οι συναθροισμένοι είμεθα συνετοί, θα γνωρίζωμε ότι το κήρυγμα της Βασιλείας έχει καλά διευθετηθή από τον Θεό γι’ αυτόν τον «έσχατον καιρόν» πριν από τη μάχη του Αρμαγεδδώνος. Θα διακρίνωμε ότι τώρα είναι ο προσδιωρισμένος του καιρός για το κήρυγμα της Βασιλείας και ότι η κρίσις του είναι σε λειτουργία για όλες τις υποθέσεις των ανθρώπων, καθώς και για ό,τι κάνομε εμείς. Θέλομε την επιδοκιμασία του στην κρίσι. Επομένως θα τηρήσωμε τις εντολές του που δίδονται μέσω του Βασιλέως του. Κάνοντας τούτο, δεν θα γνωρίσωμε το «κακόν πράγμα» που τώρα εμποδίζει και ματαιώνει τις προσπάθειες όλων των ανθρώπων του κόσμου τούτου, και που θα φθάση στην καταστροφική του εκδήλωσι κατά τον Αρμαγεδδώνα.
12. (α) Σύμφωνα με τίνος τον χρόνον πρέπει τώρα να συντονίσωμε τον εαυτό μας, και πώς; (β) Για ποιο πράγμα δεν πρέπει ν’ αναζητούμε προφάσεις, και γιατί;
12 Τώρα είναι ο καιρός των καιρών. Σύμφωνα με την ευχή μας, ας συντονίσωμε τον εαυτό μας τώρα με τον καιρό του Θεού. Ας αποδείξωμε στον εαυτό μας ότι αυτός είναι ο καιρός του Θεού για να κηρυχθή το βασιλικό άγγελμα της σωτηρίας. Επίσης, ας φροντίσωμε να εκτελέσωμε το ιδιαίτερο έργο που είναι προσδιωρισμένο για τον παρόντα καιρόν. Τότε θα εκτελούμε το αξιόλογο έργο. Το να εκτελούμε το εσφαλμένο έργο σ’ αυτόν τον εξόχως σπουδαίο καιρό σημαίνει να καταλήξωμε σε συμφορά. Σημαίνει ότι παραδίδομε τον εαυτό μας στη ‘ματαιότητα ματαιοτήτων’. Κάθε τι άλλο εκτός από αυτό το προσδιωρισμένο έργο του Θεού για τον καιρόν αυτόν, είναι «ματαιότης», από την οποία δεν θα έχη ωφέλεια ένας άνθρωπος, παρ’ όλον τον μόχθο του τώρα. (Εκκλησ. 1:2, 3) Ας δεχθούμε, λοιπόν, το «δώρον Θεού», δηλαδή, το έργο του που αυτός προσφέρει σ’ εμάς για να το εκτελέσωμε τώρα. Ας μην αναζητούμε προφάσεις για να μην ενασχοληθούμε στη χρήσι αυτού του ‘δώρου του Θεού’, κρίνοντας τα πράγματα από την εξωτερική τους εμφάνισι που φαίνεται να καθιστά το έργο δυσμενές. «Όστις παρατηρεί τον άνεμον, δεν θέλει σπείρει· και όστις θεωρεί τα νέφη, δεν θέλει θερίσει.» (Εκκλησ. 11:4) Άσχετα με τη δυσμενή εμφάνισι, το σύνθημά μας ας είναι, Εμπρός με το έργον! «Σπείρε τον σπόρον σου το πρωί, και την εσπέραν ας μη ησυχάση η χειρ σου· διότι δεν εξεύρεις τι θέλει ευδοκιμήσει, τούτο ή εκείνο, ή εάν και τα δύο ήναι επίσης αγαθά.» (Εκκλησ. 11:6) Ας μη σπαταλούμε χρόνον· ας μην αποδειχθούμε οκνηροί σ’ αυτή τη μεγαλειώδη ευκαιρία.
13. Γιατί πρέπει να δώσωμε τη δύναμί μας πλήρως στην υπηρεσία της Βασιλείας, και σχετικά με τούτο, ποια προειδοποίησις του εκκλησιαστού προς τους νέους είναι κατάλληλη;
13 Ας μη σπαταλήσωμε τη δύναμί μας σε καταστρεπτική ενασχόλησι. Ο καιρός για να χρησιμοποιήσωμε τη δύναμί μας στην υπηρεσία της Βασιλείας τώρα πριν από τον Αρμαγεδδώνα, είναι πολύ περιωρισμένος. Ας δώσωμε πλήρως τη δύναμί μας στην υπηρεσία της Βασιλείας. Οι νέοι έχουν μια ειδική ευκαιρία σχετικά με τούτο. Αν δαπανούν κακώς τη νεότητά τους σε μάταια, καταστρεπτικά έργα, ο Θεός στον δέοντα καιρό θα τους κρίνη γι’ αυτό. Ο εκκλησιαστής προειδοποιεί: «Ευφραίνου, νεανίσκε, εν τη νεότητί σου· και η καρδία σου ας σε χαροποιή εν ταις ημέραις της νεότητός σου· και περιπάτει κατά τας επιθυμίας της καρδίας σου, και κατά την όρασιν των οφθαλμών σου· πλην έξευρε, ότι δια πάντα ταύτα ο [αληθινός] Θεός θέλει σε φέρει εις κρίσιν. Και αφαίρεσον τον θυμόν από της καρδίας σου, και απομάκρυνον την συμφοράν από της σαρκός σου· διότι η νεότης και η παιδική ηλικία είναι ματαιότης.»—Εκκλησ. 11:9, 10, ΜΝΚ.
14. (α) Τι ο εκκλησιαστής λέγει ότι πρέπει να πράξη ένας νέος για ν’ αποκρούση τη συμφορά και να μη χρησιμοποιήση τη νεότητα και την παιδική ηλικία ματαίως; (β) Γιατί πλείστα παιδιά σήμερα δεν θα έχουν την ευκαιρία να φθάσουν στο γήρας αφού θα δαπανήσουν κακώς τη νεότητα;
14 Πώς μπορεί ένας νέος ή μια νεάνις ν’ απομακρύνη τη συμφορά και ν’ αφαιρέση τον θυμό από την καρδιά, και να μην αφήση τη νεότητα και την παιδική ηλικία να διανυθή μάταια; Ο εκκλησιαστής απαντά: «Και ενθυμού τον Πλάστην σου εν ταις ημέραις της νεότητός σου· πριν έλθωσιν αι κακαί ημέραι, και φθάσωσι τα έτη εις τα οποία θέλεις ειπεί, Δεν έχω ευχαρίστησιν εις αυτά· . . . πριν λυθή η αργυρά άλυσος, και σπάση ο λύχνος ο χρυσούς, ή συντριφθή η υδρία εν τη πηγή, ή χαλάση ο τροχός εν τω φρέατι, και επιστρέψη το χώμα εις την γην, καθώς ήτο, και το πνεύμα επιστρέψη εις τον [αληθινόν] Θεόν, όστις έδωκεν αυτό.» (Εκκλησ. 12:1-7) Είναι μια συμφορά, ότι πλείστα από τα παιδιά και τα κορίτσια σήμερα δεν θα έχουν την ευκαιρία, αφού σπαταλήσουν τη νεότητά τους και την παιδική τους ηλικία, στην οποία η ζωή υπήρξε ένα μάταιο πράγμα γι’ αυτά, να μπουν στις κακές ημέρες του γήρατος. Σύμφωνα με τον χρονικό προσδιορισμό του Θεού, η συμφορά του παγκοσμίου πολέμου του Αρμαγεδδώνος θα τα πλήξη ενώ ακόμη βρίσκονται στη νεότητά τους και στην παιδική τους ηλικία επειδή δεν ενθυμούνται τον Πλάστη τους και δεν τον υπηρετούν με αξιόλογα έργα.
15. Γιατί δεν έχομε ανάγκη να πειραματισθούμε, και τι θ’ αποφύγωμε προσέχοντας τα θεόπνευστα λόγια του Σολομώντος;
15 Έτσι εξετάσαμε όσα έχει ειπεί ο εκκλησιαστής. Έχομε πληροφορηθή τι είναι «ματαιότης ματαιοτήτων», και ποια είναι η «εις συμφοράν οδηγούσα απασχόλησις». Δεν έχομε ανάγκη να πειραματισθούμε για να το αποδείξωμε αυτό στον εαυτό μας με πειραματισμό. Εκείνος, με όλους τους πόρους του και τις ευκαιρίες του ως βασιλεύς, έκαμε τον αναγκαίο πειραματισμό και μας δίνει τα συμπεράσματα του πειράματός του. Θ’ αποφύγωμε τη ματαιότητα ματαιοτήτων και θα διαφυλαχθούμε από συμφορά προσέχοντας τα θεόπνευστα σοφά του λόγια.
16. (α) Ποιο πρέπει να είναι τώρα το συμπέρασμά μας επάνω στην υπόθεσι αυτή και η ενέργειά μας σύμφωνα με το ορθό μας συμπέρασμα; (β) Ποια κρίσι θα λάβουν τα αξιόλογα έργα μας;
16 Αφού εξετάσαμε μαζί του όλα εκείνα τα άξια πράγματα, ποιο πρέπει να είναι το συμπέρασμά μας και η ενέργειά μας σύμφωνα με το ορθό μας συμπέρασμα; Το εξής, καθώς εκτίθεται με τα δικά του λόγια, «Ας ακούσωμεν το τέλος της όλης υποθέσεως· Φοβού τον [αληθινόν] Θεόν, και φύλαττε τας εντολάς αυτού, επειδή τούτο είναι το παν [η όλη υποχρέωσις] του ανθρώπου. Διότι ο [αληθινός] Θεός θέλει φέρει εις κρίσιν παν έργον, και παν κρυπτόν, είτε αγαθόν, είτε πονηρόν.» (Εκκλησ. 12:13, 14) Τίποτε δεν μπορούμε να κρύψωμε ή να εμποδίσωμε από το να κριθή απ’ αυτόν. Επομένως, η υποχρέωσίς μας τίθεται σαφώς μπροστά μας. Στην ιδιωτική μας ή κρυμμένη ζωή και στη ζωή μας έξω, στο φανερό, ενώπιον όλων των ανθρώπων, πρέπει ν’ αποδείξωμε τον φόβο μας για τον Θεό με την τήρησι των εντολών του. Τα έργα μας θα είναι τότε αξιόλογα και θα λάβουν την ευνοϊκή κρίσι του Θεού για ν’ αποκτήσωμε αιώνια ζωή μαζί με την ευλογημένη του σύναξι στον μέλλοντα δίκαιο κόσμο του.—Εκκλησ. 8:12, 13.