Μέρος 2—Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής
ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΧΑΙΡΟΝΤΑΙ
Η φυλάκιση των Χριστιανών αυτών μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν ένα συμβολικό θανάσιμο πλήγμα προς μεγάλη χαρά και ανακούφιση των εχθρών τους. Εκπληρώθηκαν τα λόγια της Αποκαλύψεως 11:10: «Και οι κατοικούντες επί της γης θέλουσι χαρή δι’ αυτούς και ευφρανθή και θέλουσι πέμψει δώρα προς αλλήλους, διότι ούτοι οι δύο προφήται βασάνισαν τους κατοικούντας επί της γης.» Οι θρησκευτικοί, δικαστικοί, στρατιωτικοί και πολιτικοί εχθροί των «δύο μαρτύρων» πράγματι «έπεμπαν δώρα» ο ένας στον άλλον, με την έννοια ότι συνέχαιραν ο ένας τον άλλο για το ρόλο που έπαιξαν στη συντριβή εκείνων που τους βασάνιζαν με το άγγελμα.
Στο βιβλίο του «Οι Κήρυκες Παρουσιάζουν Όπλα», ο Ρέυ Χ. Άμπραμς εξετάζει τη δίκη του Ι. Φ. Ρόδερφορδ και των συντρόφων του και παρατηρεί:
«Μια ανάλυση της όλης υποθέσεως οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εκκλησία και ο κλήρος ήταν εξ αρχής πίσω από το κίνημα για τη συντριβή των Ρωσσελιστών. . .
«Όταν τα νέα για τις εικοσάχρονες ποινές έφτασαν στους εκδότες του θρησκευτικού τύπου, ουσιαστικά όλες αυτές οι εκδόσεις, μεγάλες και μικρές, χάρηκαν για το γεγονός. Μου στάθηκε αδύνατο να ανακαλύψω κάποιο λόγο συμπόνιας σε οποιοδήποτε ορθόδοξο περιοδικό. ‘Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία’, καταλήγει ο Άπτον Σίνκλαιρ, ότι ‘η δίωξη. . . ξεπήδησε εν μέρει από το γεγονός ότι είχαν κερδίσει το μίσος των «ορθόδοξων» θρησκευτικών σωμάτων’. Αυτό που απέτυχαν να κάνουν οι συνδυασμένες προσπάθειες των εκκλησιών φαινόταν ότι τώρα είχε πετύχει να το κάνει για λογαριασμό τους η κυβέρνηση: τη συντριβή αυτών των ‘προφητών του Βάαλ’ για πάντα.»
ΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ‘ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΣΤΗ ΒΑΒΥΛΩΝΑ’
Από το 607 μέχρι το 537 π.Χ. οι Εβραίοι ήταν αιχμάλωτοι στην αρχαία Βαβυλώνα. Έτσι και οι αφιερωμένοι λάτρεις του Ιεχωβά χρισμένοι με το άγιο πνεύμα του φέρθηκαν σε αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα και εξορίστηκαν στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου στην περίοδο 1914-1918. Πόσο σοβαρό ρόλο έπαιξε η αιχμαλωσία τους έγινε αισθητό όταν οι οκτώ πιστοί αδελφοί από τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας φυλακίστηκαν στην Ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα στη Τζώρτζια.
Αλλά σε όλη αυτή τη δύσκολη περίοδο ούτε μία φορά δεν διακόπηκε η έκδοση της «Σκοπιάς». Μια διορισμένη εκδοτική επιτροπή συνέχιζε να εκδίδει το περιοδικό κανονικά. Επιπρόσθετα, παρά τις δυσκολίες που υπήρχαν τότε, η στάση που έδειχναν οι πιστοί Σπουδαστές της Γραφής ήταν υποδειγματική. Ο αδελφός Τ. Τζ. Σάλλιβαν παρατήρησε: «Ήταν προνόμιό μου να επισκεφτώ το Μπέθελ του Μπρούκλυν αργά το καλοκαίρι του 1918 στη διάρκεια της φυλακίσεως των αδελφών. Οι αδελφοί που είχαν την ευθύνη για τη δουλειά στο Μπέθελ δεν είχαν φοβηθεί ούτε αποθαρρυνθεί. Πράγματι το αντίθετο συνέβαινε. Ήταν αισιόδοξοι και είχαν την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα έδινε τελικά τη νίκη στο λαό του. Εγώ είχα το προνόμιο να βρίσκομαι στο τραπέζι του πρωινού της Δευτέρας, όταν οι αδελφοί που είχαν σταλθεί στους διορισμούς του Σαββατοκύριακου έκαναν την έκθεσή τους. Η εικόνα που παρουσίαζε η όλη κατάσταση ήταν περίφημη. Σε κάθε περίπτωση οι αδελφοί είχαν την πεποίθηση ότι ο Ιεχωβά θα κατηύθυνε τις παραπέρα ενέργειές τους.»
Είναι ενδιαφέρον ότι κάποιο πρωί, μετά τη δίκη του αδελφού Ρόδερφορδ και των συντρόφων του, ο Ρ. Χ. Μπάρμπερ έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον Ρόδερφορδ που του ζητούσε να έρθει στο Σταθμό της Πενσυλβανίας, όπου οι αδελφοί θα περίμεναν για αρκετές ώρες κάποια ανταπόκριση τραίνου για την Ατλάντα. Ο αδελφός Μπάρμπερ και μερικοί άλλοι έτρεξαν αμέσως στο σταθμό. Εκεί ο αδελφός Ρόδερφορδ είπε ότι αν οι αδελφοί στα κεντρικά γραφεία παρενοχλούνταν πάρα πολύ από την αστυνομία, θα έπρεπε να πουλήσουν το Μπέθελ και τη Σκηνή του Μπρούκλυν για να μετακομίσουν είτε στη Φιλαδέλφεια στο Χάρρισμπουργκ είτε στο Πίτσμπουργκ, εφόσον η Εταιρία Σκοπιά ήταν σωματείο της Πενσυλβανίας. Οι τιμές που προτάθηκαν ήταν 60.000 δολλάρια για το Μπέθελ και 25.000 δολλάρια για τη Σκηνή.
Αλλά ποια τροπή πήραν τα πράγματα; Εκείνοι που είχαν την ευθύνη τότε για την Εταιρία πράγματι αντιμετώπισαν πολλά προβλήματα. Για παράδειγμα, υπήρχαν ελλείψεις σε χαρτί και σε κάρβουνο. Ο πατριωτισμός είχε φουντώσει και πολλοί θεωρούσαν άπρεπα τους Χριστιανούς μάρτυρες του Ιεχωβά σαν προδότες. Στο Μπρούκλυν υπήρχε μεγάλη έχθρα ενάντια στην Εταιρία και φαινόταν αδύνατο να συνεχιστούν οι εργασίες εκεί. Γι’ αυτό η εκτελεστική επιτροπή που είχε την ευθύνη των κεντρικών γραφείων συσκέφθηκε με άλλους αδελφούς και αποφάσισε ότι θα ήταν καλύτερο να πουλήσουν τη Σκηνή του Μπρούκλυν και να κλείσουν τον οίκο Μπέθελ. Τελικά η Σκηνή πουλήθηκε για 16.000 δολλάρια όπως θυμάται ο Ρ. Χ. Μπάρμπερ. Αργότερα έγιναν όλα τα αναγκαία για να πουληθεί το Μπέθελ στην κυβέρνηση εκτός από τη μεταβίβαση των μετρητών. Αλλά κάτι παρενεβλήθη—η ανακωχή. Έτσι η πώληση δεν ολοκληρώθηκε ποτέ.
Όμως στις 26 Αυγούστου 1918 είχε αρχίσει η μεταφορά των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας από το Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβανίας. «Αναπολώντας το παρελθόν», σχολιάζει ο Χάζελ Έρικσον, «βλέπω ότι παρά το γεγονός ότι οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν αιφνιδιαστεί με τη φυλάκιση των αδελφών, ποτέ δεν σταμάτησαν να δίνουν μαρτυρία. Απλώς ήταν λιγάκι πιο προσεκτικοί ίσως.» Η αδελφή Χ. Μ. Σ. Ντίξον θυμάται ότι «η πίστη των φίλων παρέμεινε ισχυρή και οι συναθροίσεις γίνονταν τακτικά.» Οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά συνέχισαν να δείχνουν πίστη στο Θεό. Αλήθεια, βρίσκονταν σε σκληρή δοκιμασία λόγω δυσκολιών και διωγμού. Ωστόσο, το άγιο πνεύμα του Θεού βρισκόταν πάνω τους. Αν κατάφερναν μόνο να υπομείνουν, ασφαλώς ο Ύψιστος θα τους έσωζε από τους διώκτες και θα τους απελευθέρωνε από την κατάσταση της αιχμαλωσίας στην Βαβυλώνα!
ΟΙ ΜΗΝΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
Στα μέσα του 1918, ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ και οι επτά σύντροφοί του βρέθηκαν στην ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα στη Τζώρτζια. Ένα γράμμα που έγραψε ο Α. Χ. Μακμίλλαν στις 30 Αυγούστου 1918 μας πληροφορεί για το τι συνέβαινε πίσω από τους τοίχους της φυλακής. Μερικά μέρη από ένα αντίγραφο που υπέβαλε ο Μέλβιν Π. Σάρτζεντ λέει τα εξής:
«Αναμφίβολα θα ήθελες μερικά λόγια για την κατάστασή μας στη φυλακή. Θα σου πω λίγα πράγματα σε συντομία για τη ζωή μας εδώ. Ο αδελφός Γούντγουωρθ κι εγώ μένουμε στο ίδιο κελί. Τα κελιά μας είναι πολύ καθαρά, αερίζονται καλά και είναι φωτεινά. Είναι γύρω στα 3,5 x 2 x 2,30 μέτρα (10x6x7 πόδια), έχουν από δύο κρεβάτια με αχυρένια στρώματα, δύο σεντόνια, κουβέρτες και μαξιλάρια, δύο καρέκλες, ένα τραπέζι και πολλές καθαρές πετσέτες και σαπούνι. Επίσης έχουμε ένα ντουλάπι όπου κρατάμε τα είδη της καθαριότητάς μας. . .
«Όλοι οι αδελφοί εργάζονται μαζί στο ραφείο. Το δωμάτιο αυτό αερίζεται καλά, φωτίζεται καλά, έχει διαστάσεις 20x13 μέτρα (60x40 πόδια). Ο αδελφός Γούντγουωρθ κι εγώ φτιάχνουμε κουμπότρυπες και ράβουμε τα κουμπιά πάνω στα παντελόνια και στα σακάκια της φυλακής. Οι αδελφοί Βαν Άμπουργκ, Ρόμπινσον, Φίσερ, Μάρτιν και Ρόδερφορδ κάνουν ή μάλλον βοηθούν να γίνουν τα παλτά και τα παντελόνια της φυλακής. Γύρω στους εκατό ανθρώπους συνολικά εργαζόμαστε σ’ αυτό το τμήμα. Από το μέρος που εργάζομαι, μπορώ να δω όλους τους αδελφούς και σε βεβαιώνω ότι είναι ενδιαφέρον να βλέπεις τον αδελφό Βαν Άμπουργκ στη ραπτομηχανή να κάνει ραφές στα μπατζάκια και να ενώνει τα παντελόνια. . . Ο αδελφός Ρόδερφορδ σχεδόν εγκατέλειψε την προσπάθεια ακόμη και να μάθει πώς να συναρμολογεί ένα σακάκι. Δεν νομίζω ότι έχει τελειώσει κανένα ακόμη, παρ’ ότι εργάζεται γύρω στις τρεις εβδομάδες. Όταν τον κοιτάζω, φαίνεται ότι είναι πολυάσχολος, αλλά στην πραγματικότητα φαίνεται ότι του παίρνει πάρα πολύ χρόνο για να περάσει την κλωστή μέσα στη βελόνα. [Ένας φύλακας του φέρθηκε τόσο παράλογα, ώστε ορισμένοι άλλοι φυλακισμένοι πήραν το σακάκι και το έφτιαξαν εκείνοι. Τελικά, ο αδελφός Ρόδερφορδ μεταφέρθηκε σ’ ένα τόπο όπου μοιάζει να είναι περισσότερο στο ‘σπίτι του’—στη βιβλιοθήκη.]. . .
«Το πρώτο πράγμα που κάνουμε όταν φτάνουμε στα κελιά μας μετά το δείπνο, είναι να διαβάσουμε τις απογευματινές εφημερίδες. Μετά, για μια ώρα ακόμη, από τις έξι μέχρι τις επτά, όποιος θέλει μπορεί να παίξει οποιοδήποτε μουσικό όργανο έχει. Τι μεγάλη ποικιλία! Νομίζω ότι παίζουν όλα τα όργανα που υπάρχουν εκτός από την εβραϊκή άρπα και σκέφτομαι να αγοράσω μια τέτοια, καθώς αυτό είναι το μόνο πράγμα που μπορώ να παίζω εκτός από την άρπα με τις δέκα χορδές. Στη διάρκεια αυτού που ο αδελφός Γούντγουωρθ ονομάζει ‘η Κόλαση του Δάντη’, παίζουμε ντόμινο. Μετά απ’ αυτό διαβάζουμε τις «Αυγές» ή την Αγία Γραφή μέχρι να πέσουμε στο κρεβάτι, στις 10.10΄ το βράδυ, που σβήνουν τα φώτα. Την επόμενη μέρα κάνουμε τα ίδια πράγματα κι έτσι περνά η εβδομάδα μέχρι το Σάββατο. Το Σάββατο το απόγευμα όλοι οι φυλακισμένοι πηγαίνουν στην αυλή. Εκεί γίνεται ένα παιχνίδι μπαίηζ μπωλ, το οποίο παίζεται καλά, γιατί οι άνδρες το αγαπούν πολύ. Συνήθως περνάω το απόγευμα παίζοντας τέννις. Οι άλλοι αδελφοί περπατούν και συζητούν. Οι διάφορες τάξεις ανθρώπων συγκεντρώνονται σε μικρές ομάδες: οι αναρχικοί, οι σοσιαλιστές, οι πλαστογράφοι, οι λαθρέμποροι οινοπνευματωδών ποτών, οι Γερμανόφιλοι, οι ταμίες των τραπεζών, οι δικηγόροι, οι ναρκομανείς, οι γιατροί, οι ληστές τραίνων, οι διαρρήκτες, οι θρησκευτικοί λειτουργοί (από τους οποίους υπάρχει πολύ μεγάλος αριθμός) κλπ., κλπ., κλπ. Η μπάντα της φυλακής παίζει διάφορες επιλογές κατά τη διάρκεια του απογεύματος.»
Οι οκτώ φυλακισμένοι Σπουδαστές της Γραφής είχαν την ευκαιρία να κηρύξουν τα αγαθά νέα της βασιλείας του Θεού στους άλλους φυλακισμένους. Όλοι οι φυλακισμένοι έπρεπε να παρακολουθούν τη λειτουργία στο παρεκκλήσι την Κυριακή το πρωί και εκείνοι που επιθυμούσαν μπορούσαν να παραμείνουν για το Κατηχητικό. Οι οκτώ αδελφοί σχημάτισαν μια τάξη για μελέτη και συντροφιά. Με τον καιρό και άλλοι φυλακισμένοι ενώθηκαν μαζί τους και οι αδελφοί δίδασκαν την τάξη με τη σειρά. Ορισμένοι από τους αξιωματούχους της φυλακής επίσης έρχονταν κοντά για να ακούσουν. Το ενδιαφέρον αυξήθηκε μέχρι που 90 άτομα παρακολουθούσαν την τάξη.
Η μεταμορφωτική δύναμη της αλήθειας του Θεού είχε βαθιά επίδραση σε ορισμένους από τους φυλακισμένους. Για παράδειγμα, ένας απ’ αυτούς παρατήρησε: «Είμαι 72 ετών και έπρεπε να βρεθώ πίσω από τα σίδερα της φυλακής για ν’ ακούσω την αλήθεια. Γι’ αυτό είμαι ευτυχισμένος που στάλθηκα στη φυλακή. Για 57 χρόνια έκανα ερωτήσεις στους ιερείς και ποτέ δεν μπορούσα να λάβω ικανοποιητικές απαντήσεις. Κάθε ερώτηση που έκανα στους ανθρώπους αυτούς [στους φυλακισμένους Σπουδαστές της Γραφής] απαντήθηκε ικανοποιητικά.»
Η Ισπανική γρίπη τότε μαινόταν και αυτό έφερε και το τέλος των Κυριακάτικων τάξεων. Ωστόσο, ακριβώς προτού απελευθερωθούν οι οκτώ Σπουδαστές της Γραφής από την ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα, όλες οι ομάδες που είχαμε διδάξει παρέμεναν ενωμένες και ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ μίλησε σε κείνους που συγκεντρώθηκαν γύρω στα 45 λεπτά. Ορισμένοι αξιωματούχοι ήταν παρόντες και πολλοί από τους φυλακισμένους αναλύθηκαν σε δάκρυα χαράς με την ελπίδα της ελευθερίας που θα ερχόταν για το ανθρώπινο γένος κάτω από την κυβέρνηση της Βασιλείας. Όταν απελευθερώθηκαν, οι Σπουδαστές της Γραφής άφησαν στη φυλακή μια μικρή ομάδα που παρέμενε πιστή.
ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ
Η ανακωχή υπογράφηκε στις 11 Νοεμβρίου 1918 και ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έφτασε στο τέλος του. Αλλά οι οκτώ Σπουδαστές της Γραφής βρίσκονταν ακόμη στη φυλακή. Βρίσκονταν ακόμη εκεί τον καιρό που οι αδελφοί τους συγκροτούσαν συνέλευση στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβανίας από τις 2-5 Ιανουαρίου 1919. Η συνέλευση αυτή συνδυάστηκε με τη βαρυσήμαντη ετήσια συνέλευση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά το Σάββατο 4 Ιανουαρίου 1919.
Ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ κατάλαβε ότι, στη συνέλευση αυτή του σωματείου, οι εναντιούμενοι μέσα στην οργάνωση θα προσπαθούσαν να αντικαταστήσουν αυτόν και τους άλλους αξιωματούχους της Εταιρίας με ανθρώπους της δικής τους εκλογής. Το Σάββατο εκείνο, 4 Ιανουαρίου, ο Α. Χ. Μακμίλλαν έπαιζε στην αυλή της φυλακής τέννις. Ο Ρόδερφορδ τον πλησίασε και, σύμφωνα με την αφήγηση του Μακμίλλαν, η συνομιλία τους ήταν η εξής:
«Ο Ρόδερφορδ είπε, ‘Μακ, θέλω να σου μιλήσω.’
«‘Για ποιο πράγμα θες να μιλήσουμε;’
«‘Θέλω να σου μιλήσω γι’ αυτά που θα γίνουν στο Πίτσμπουργκ.’
«‘Θέλω να τελειώσω αυτή εδώ την παρτίδα.’
«‘Δεν σε ενδιαφέρουν αυτά που θα γίνουν; Δεν ξέρεις ότι σήμερα είναι η μέρα εκλογής των αξιωματούχων; Θα μπορούσαν να σε αγνοήσουν και να σε καταψηφίσουν και εμείς θα μείνουμε εδώ για πάντα.’
«‛Αδελφέ Ρόδερφορδ’, είπα, ‘επίτρεψέ μου να σου πω κάτι το οποίο ίσως δεν έχεις σκεφτεί. Αυτή είναι η πρώτη φορά από τότε που η Εταιρία έγινε σωματείο, στην οποία ο Ιεχωβά ο Θεός θα μπορούσε να κάνει φανερό ποιον θέλει να έχει για πρόεδρο’.
«‘Τι εννοείς με αυτό;’
«‘Εννοώ ότι ο αδελφός Ρώσσελ είχε την ψήφο ελέγχου και διόριζε τους διάφορους αξιωματούχους. Τώρα με εμάς φαινομενικά έξω από την επιτροπή το πράγμα είναι διαφορετικό. Αλλά εάν βγαίναμε έγκαιρα για να πάμε στη συνέλευση σ’ εκείνο εκεί το κτίριο, μπαίναμε εκεί και γινόμαστε δεκτοί να αναλάβουμε την θέση του αδελφού Ρώσσελ με την ίδια τιμή που απολάμβανε κι εκείνος, τότε το πράγμα θα φαινόταν σαν να ήταν έργο ανθρώπου, όχι του Θεού.’
«Ο Ρόδερφορδ απλώς με κοίταξε σκεπτικός και έφυγε.»
Εκείνη η μέρα ήταν επεισοδιακή στο Πίτσμπουργκ. «Όταν έφτασε η ώρα για την συνέλευση μέσα στο κτίριο, υπήρχε πολύ μεγάλη ένταση,» αναπολεί η Μαίρη Χάνναν. «Παρατηρούσαμε ότι ορισμένοι από τους εναντιουμένους ήταν παρόντες, ελπίζοντας να τοποθετήσουν τους ανθρώπους τους στα αξιώματα.»
Διαβάστηκε στο ακροατήριο ένα γράμμα από τον αδελφό Ρόδερφορδ. Σ’ αυτό έστελνε την αγάπη και τους χαιρετισμούς του σε όλους και προειδοποιούσε ενάντια στα κύρια όπλα του Σατανά, την περηφάνεια, τη φιλοδοξία και το φόβο. Δείχνοντας την επιθυμία να υποταχθεί στο θέλημα του Ιεχωβά, ταπεινά πρότεινε κατάλληλους ανθρώπους για την περίπτωση που θα εκλέγονταν άλλοι αξιωματούχοι στην Εταιρία.
Η συζήτηση συνεχίστηκε για αρκετή ώρα, όταν ο αδελφός Ε. Ντ. Σέξτον σηκώθηκε και είπε:
«Μόλις έφτασα. Το τραίνο μου καθυστέρησε 48 ώρες παγιδευμένο από χιονοστιβάδα. Έχω κάτι να σας πω και, για να ξαλαφρώσω, θα ήταν καλύτερο να το πω τώρα. Αγαπητοί μου αδελφοί, ήρθα εδώ, όπως και οι περισσότεροι από σας, με διάφορες ιδέες στο μυαλό μου—τα υπέρ και τα κατά. Θα μπορούσαμε να πούμε, με όλο τον οφειλόμενο σεβασμό για τους νομικούς φίλους μας, ότι μίλησα και σε μερικούς δικηγόρους. Νομίζω ότι οι δικηγόροι μοιάζουν πάρα πολύ με τους γιατρούς. Πολλές φορές διαφωνούν μεταξύ τους. Αλλά υποθέτω ότι αυτά που θα πω εγώ βρίσκονται σε απόλυτη συμφωνία με κείνα που είπαν κι εκείνοι. Δεν υπάρχει κανένα νομικό εμπόδιο στο δρόμο μας. Εάν θέλουμε να ξαναεκλέξουμε τους αδελφούς μας που βρίσκονται φυλακισμένοι σε οποιοδήποτε αξίωμα, μπορούν να το αναλάβουν. Δεν βλέπω, ούτε και βρίσκω από τις νομικές συμβουλές που μας έχουν δώσει μέχρι τώρα, με ποιον τρόπο η εκλογή αυτή τυπικά ή ουσιαστικά έχει να κάνει οτιδήποτε με το γεγονός ότι δικάστηκαν από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο ενώπιον ακροατηρίου.
«Πιστεύω ότι η μεγαλύτερη φιλοφρόνηση που μπορούμε να κάνουμε στον αγαπητό μας αδελφό Ρόδερφορδ θα ήταν να τον ξαναεκλέξουμε σαν πρόεδρο της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά. Δεν νομίζω ότι υπάρχει καμιά αμφιβολία στο κοινό ότι εμείς υποστηρίζουμε αυτή την πρόταση. Εάν οι αδελφοί μας με οποιονδήποτε τρόπο είχαν παραβιάσει την τεχνική λεπτομέρεια σε κάποιο νόμο που δεν είχαν καταλάβει, εμείς γνωρίζουμε ότι τα κίνητρά τους είναι καλά. Και ενώπιον του Παντοδύναμου Θεού δεν έχουν παραβιάσει κανένα νόμο Θεού ή ανθρώπου. Θα εκδηλώναμε την πιο μεγάλη εμπιστοσύνη αν θα ξαναεκλέγαμε τον αδελφό Ρόδερφορδ σαν πρόεδρο του Συλλόγου.
«Δεν είμαι δικηγόρος, αλλά όταν το θέμα φτάσει στη νομιμότητα της εκλογής γνωρίζω κάτι για το νόμο της οσιότητας. Η οσιότητα είναι αυτό που απαιτεί ο Θεός. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα μπορούσαμε να εκδηλώσουμε μεγαλύτερη εμπιστοσύνη παρά να προχωρήσουμε στις εκλογές και μάλιστα στην επανεκλογή του αδελφού Ρόδερφορδ σαν προέδρου.»
Υποβλήθηκαν υποψηφιότητες, έγινε η ψηφοφορία και ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ εκλέχτηκε πρόεδρος, ο Σ. Α. Γουάιζ αντιπρόεδρος και ο Ου. Ε. Βαν Άμπουργκ γραμματέας-ταμίας. Αναπολώντας το παρελθόν η Άννα Κ. Γκάρντνερ παρατηρεί: «Ήταν διάχυτη πολύ μεγάλη χαρά μετά τη συνέλευση εκείνη, που βλέπαμε την ορατή καθοδήγηση του Ιεχωβά στο λαό του.»
Το σκηνικό αλλάζει στην ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα. Είναι Κυριακή 5 Ιανουαρίου 1919. Ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ χτυπάει τον τοίχο του κελιού του αδελφού Μακμίλλαν και λέει: «Βγάλε έξω το χέρι σου.» Μόλις το βγάζει έξω, βάζει στο χέρι του Μακμίλλαν ένα τηλεγράφημα. Είναι μήνυμα; Ο Ρόδερφορδ έχει ξαναεκλεγεί πρόεδρος. Αργότερα την ίδια μέρα ο αδελφός Ρόδερφορδ είπε στον Α. Χ. Μακμίλλαν: «Θέλω κάτι να σου πω. Έκανες μια παρατήρηση χθες η οποία γυρνάει ξανά και ξανά μέσ’ στο μυαλό μου. Ότι, αν εμείς ήμαστε εκεί, στη θέση του αδελφού Ρώσσελ, θα είχαμε επηρεάσει τις εκλογές εάν είχαμε πάει στο Πίτσμπουργκ και ο Κύριος δεν θα είχε την ευκαιρία να δείξει ποιον ήθελε. Γι’ αυτό, αδελφέ, εάν ποτέ βγω από ‘δω, με τη χάρη του Θεού θα συντρίψω όλη αυτή την απόδοση λατρείας στα πλάσματα. Κάτι ακόμη περισσότερο, θα αναλάβω το σπαθί της αλήθειας και θα ξεσκίσω τα σωθικά της πανάρχαιας Βαβυλώνας. Τα κατάφεραν και μας έβαλαν εδώ μέσα, αλλά θα ξαναβγούμε έξω.» Ο Ρόδερφορδ το εννοούσε αυτό. Από τότε που απελευθερώθηκε μέχρι το θάνατό του στις αρχές του 1942, συνέχισε να εκπληρώνει την υπόσχεσή του αυτή, ξεσκεπάζοντας δημόσια την πονηρία της ψεύτικης θρησκείας.
ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΝΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΤΕΙ Η ΑΠΟΛΥΣΗ
Τον Φεβρουάριο του 1919 άρχισε πανεθνική υποκίνηση από ορισμένες εφημερίδες για την απόλυση του Ι. Φ. Ρόδερφορδ και των φυλακισμένων συντρόφων του. Χιλιάδες επιστολές γράφτηκαν από τους Σπουδαστές της Γραφής στους εκδότες εφημερίδων, στους βουλευτές, στους γερουσιαστές και στους κυβερνήτες, ζητώντας να ενεργήσουν υπέρ των οκτώ φυλακισμένων Χριστιανών. Πολλοί που έλαβαν τις αιτήσεις αυτές εκφράστηκαν ευνοϊκά για την απελευθέρωση και έδειξαν ότι θα κάνουν κάτι για να βοηθήσουν.
Για παράδειγμα, ένα γράμμα από τον Γερουσιαστή Ε. Ου. Σώντερς της Βιρτζίνια έλεγε: «Έλαβα το γράμμα σας σχετικά με την υπόθεση των Σπουδαστών της Γραφής, οι οποίοι τώρα βρίσκονται σε περιορισμό στην Ατλάντα. Θέλω να σας πω ότι είμαι υπέρ της απελευθερώσεως των ανθρώπων αυτών και θα είμαι πολύ ευτυχής να συστήσω την απόλυσή τους. Οι άνθρωποι αυτοί δεν είναι εγκληματίες με τη συνηθισμένη έννοια του όρου, παρ’ ότι βρέθηκαν ένοχοι τεχνικής παραβιάσεως του νόμου. Ωστόσο ο πόλεμος τώρα έχει τελειώσει και θα πρέπει να προσπαθήσουμε να εξαλείψουμε τις συνέπειές του το συντομότερο δυνατόν.» Και ο Δήμαρχος Χένρυ Ου Κίηλ του Σαιντ Λούις από το Μιζούρι έγραψε στον Πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Γούντροου Ουίλσον: «Επιτρέψτε μου να προσθέσω και την προσωπική μου αίτηση σε κείνες που ήδη λάβατε και που ζητούν να απολυθούν με εγγύηση οι κύριοι Ροδερφορδ και οι άλλοι του Διεθνούς Συλλόγου των Σπουδαστών της Γραφής μέχρις ότου εκδοθεί τελική απόφαση για την υπόθεσή τους από τα ανώτερα δικαστήρια και, αν είναι δυνατόν, να χορηγηθεί χάρη για τις περιπτώσεις αυτές.»
Τον Μάρτιο του 1919 έγινε μια νέα προσπάθεια για να εξασφαλιστεί η απελευθέρωση του αδελφού Ροδερφορδ και των συντρόφων του. Κυκλοφόρησε μια αίτηση σ’ όλο το έθνος και, σε σύντομο χρονικό διάστημα, είχαν μαζευτεί 700.000 υπογραφές. Η αίτηση αυτή ήταν η μεγαλύτερη του καιρού της. Δεν παρουσιάστηκε όμως ποτέ ούτε στον πρόεδρο Ουίλσον ούτε στην κυβέρνηση, διότι είχαν ήδη γίνει ενέργειες για την απελευθέρωση των οκτώ Σπουδαστών της Γραφής. Παρ’ όλα αυτά, η αίτηση αυτή χρησίμευσε σαν σπουδαία μαρτυρία.
Αναφορικά με το έργο που έγινε με την αίτηση αυτή, η αδελφή Άρθουρ Α. Κλάους λέει: «Βεβαίως είχαμε κάθε είδους εμπειρίες. Άλλοι υπογράφανε ευχαρίστως και τους δίναμε μαρτυρία, ενώ άλλοι ήταν εχθρικοί και έλεγαν, ‘Να μείνουν εκεί και να σαπίσουν.’ Συνήθως το έργο αυτό ήταν ταπεινωτικό, αλλά αισθανόμασταν το πνεύμα του Ιεχωβά να μας κατευθύνει· γι’ αυτό το απολαμβάναμε και το συνεχίσαμε μέχρι τέλους.»
ΑΠΟΛΥΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΛΑΚΗ
Στις 2 Μαρτίου 1919, ο δικαστής της δίκης, Ομοσπονδιακός Περιφερειακός Δικαστής Χάρλαντ Μπ. Χάου, έστειλε τηλεγράφημα στο Γενικό Εισαγγελέα Γκρέγκορυ στην Ουάσινγκτον, συνιστώντας την «άμεση μετατροπή» των ποινών που είχαν επιβληθεί στους οκτώ φυλακισμένους Σπουδαστές της Γραφής. Ο Γκρέγκορυ είχε στείλει στον Χάου ένα τηλεγράφημα που του ζητούσε να προβεί σ’ αυτή την ενέργεια. Φαίνεται ότι αυτή η ενέργεια είχε γίνει, γιατί οι φυλακισμένοι αδελφοί είχαν κάνει έφεση και ούτε ο γενικός Εισαγγελέας ούτε ο Χάου επιθυμούσαν να φτάσει αυτή η δίκη σε ανώτερα δικαστήρια. (Οι οκτώ αδελφοί βρίσκονταν μέσα στη φυλακή, ενώ εκκρεμούσε η έφεσή τους, αποκλειστικά και μόνο επειδή ο δικαστής Χάου και αργότερα ο δικαστής Μάντον είχαν αρνηθεί την αποφυλάκιση με εγγύηση.) Είναι ενδιαφέρουσα επίσης η επιστολή με ημερομηνία 3 Μαρτίου 1919 που έστειλε ο δικαστής Χάου στον γενικό εισαγγελέα. Αυτή έγραφε:
«Προς τον αξιότιμο Γενικό Εισαγγελέα,
«Ουάσινγκτον, Ντ. Σ.
«Κύριε:
«Απαντώντας στο τηλεγράφημά σας της 1ης τρέχοντος, σας τηλεγράφησα σήμερα το απόγευμα ως εξής:
«‘Συνιστούμε την άμεση μετατροπή της ποινής του Ιωσήφ Ροδερφορδ, Ουίλιαμ Ε. Βαν Άμπουργκ, Ρόμπερτ Τζ. Μάρτιν, Φρεντ Χ. Ρόμπινσον, Τζωρτζ Χ. Φίσερ, Κλάυτον Τζ. Γούντγουωρθ, Τζιοβάννι ΝτεΤσέκκα, Α. Χιου Μακμίλλαν. Αυτοί ήταν όλοι κατηγορούμενοι στην ίδια υπόθεση στην Ανατολική Περιφέρεια της Νέας Υόρκης. Η θέση μου είναι να δείξουμε επιείκεια τώρα που ο πόλεμος τέλειωσε. Αυτοί προξένησαν μεγάλη βλάβη κηρύττοντας και δημοσιεύοντας τα θρησκευτικά τους δόγματα.
«Είχε επιβληθεί τότε η αυστηρή ποινή των είκοσι ετών σε όλους τους κατηγορουμένους εκτός από τον ΝτεΤσέκκα. Η δική του ποινή ήταν δέκα χρόνια. Ο κύριος σκοπός μου ήταν να τους κάνω παράδειγμα για να προειδοποιηθούν οι άλλοι και πίστευα ότι ο Πρόεδρος θα τους απελευθέρωνε αμέσως μετά το τέλος του πολέμου. Όπως έγραψα στο τηλεγράφημά μου, αυτοί προξένησαν μεγάλη βλάβη και θα μπορούσε σωστά να υποστηριχθεί ότι δεν θα έπρεπε να απελευθερωθούν τόσο γρήγορα, αλλά καθώς δεν μπορούν να προξενήσουν πια βλάβη, συστήνω να δειχτεί τόση επιείκεια όση αυστηρότητα έδειξα όταν τους επέβαλα την ποινή. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι από αυτούς ήταν ειλικρινείς, αν όχι όλοι, και δεν συνιστώ να μείνουν τα άτομα αυτά σε περιορισμό αφού η ευκαιρία που είχαν για να προξενήσουν φασαρίες έχει παρέλθει πια. Η περίπτωση τους δεν έχει εκδικαστεί ακόμη από το Περιφερειακό Εφετείο.
«Με σεβασμό,
(υπογραφή) ΧΑΡΛΑΝΤ ΜΠ. ΧΑΟΥ,
Περιφερειακός Δικαστής των Ηνωμένων Πολιτειών.»
Στις 21 Μαρτίου 1919, ο Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. Λιούις Ντ. Μπράντις διέταξε την αποφυλάκιση των οκτώ φυλακισμένων αδελφών και όρισε να τους δοθεί το δικαίωμα για έφεση στις 14 Απριλίου του ίδιου έτους. Απολύθηκαν αμέσως και την Πέμπτη 25 Μαρτίου έφυγαν από τη φυλακή της Ατλάντα με το τραίνο. Πίσω στο Μπρούκλυν στις 26 Μαρτίου 1919 οι ομοσπονδιακές αρχές άφησαν ελεύθερους τους αδελφούς με εγγύηση 10.000 δολλ. για τον καθένα, ενώ εκκρεμούσε η επόμενη δίκη τους.
ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΗ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ!
«Έγινε μεγάλη χαρά ανάμεσα στους αδελφούς όταν ειδοποιήθηκαν για την απελευθέρωσή τους και όλοι ήταν παρόντες για να τους καλωσορίσουν», ξαναθυμάται ο Λιούις Πάας, προσθέτοντας: «Αμέσως κανονίστηκε ένα μεγάλο συμπόσιο στο Μπέθελ στο Μπρούκλυν. Θυμάμαι ότι ο πατέρας μου πήγε στο Μπρούκλυν για να βοηθήσει να ετοιμαστούν οι χώροι και να συμμετάσχει στη χαρά τους για το καλωσόρισμα των αδελφών πίσω.»
Τι ευτυχισμένη περίσταση! Η Μέημπελ Χάσλετ γράφει: «Θυμάμαι ότι είχα κάνει εκατό λουκουμάδες που αρέσανε πάρα πολύ στους αδελφούς. . . νομίζω πως βλέπω ακόμη τον αδελφό Ρόδερφορδ να προσπαθεί να τους φτάσει. Ήταν μια αξέχαστη ευκαιρία καθώς αυτός και οι άλλοι διηγούνταν τις εμπειρίες τους. Επίσης θυμάμαι τον κοντούλη αδελφό ΝτεΤσέκκα, που στεκόταν πάνω σε μια καρέκλα, ώστε να μπορούν να τον βλέπουν και να τον ακούνε όλοι.» Ο Τζιούστο Μπαταίνο παρατηρεί: «Είχε ετοιμαστεί γεύμα με κοτόπουλο και ήμαστε τόσο πολλοί ώστε έπρεπε να στεκόμαστε όρθιοι για να φάμε. Μετά τι συγκίνηση ήταν ν’ ακούς τις πείρες των αδελφών!. . . Ένα από τα πράγματα που είπε ο αδελφός ΝτεΤσέκκα ήταν, ‘Αδελφοί, όσο μεγαλύτερες είναι οι δυσκολίες, τόσο μεγαλύτερη είναι η ευλογία.’ Και αληθινά, έβλεπα τις πλούσιες ευλογίες του Ιεχωβά πάνω στο λαό Του.»
Το απόγευμα της 1 Απριλίου 1919 έγινε μια άλλη συνεστίαση για τους απελευθερωμένους αδελφούς από το προσωπικό του γραφείου της Σκοπιάς στο Ξενοδοχείο Τσάταμ στο Πίτσμπουργκ. Ο Τ. Τζ. Σάλλιβαν παρατηρεί: «Η χαρά που ήρθε πάνω στο λαό του Ιεχωβά με την απόλυση των αδελφών μας από τις Ομοσπονδιακές Φυλακές της Ατλάντα, την Πέμπτη 25 Μαρτίου 1919, δεν είχε τελειωμό. . . Η αφοσίωσή τους στον Ιεχωβά φανερώθηκε ακόμη μια φορά από το γεγονός ότι αμέσως ρίχτηκαν στη δουλειά για να εξαγγείλουν στο λαό του Θεού παντού μέσω της συνελεύσεως στο Σήνταρ Πόιντ το 1919 την απελευθέρωση που έφερε ο Ιεχωβά.»
ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΗ ΑΠΑΛΛΑΓΗ
Η περίπτωση των οκτώ Σπουδαστών της Γραφής επρόκειτο να εκδικαστεί στο εφετείο στις 14 Απριλίου 1919. Έτσι και έγινε μπροστά στο Ομοσπονδιακό Δεύτερο Περιφερειακό Εφετείο της πόλεως της Νέας Υόρκης. Στις 14 Μαΐου 1919 οι άστοχες κατηγορίες αναιρέθηκαν. Τότε προεδρεύοντες ήταν οι Δικαστές Γουόρντ, Ρότζερς και Μάντον. Ο δικαστής Γουόρντ είπε στο σκεπτικό του όταν ζήτησε την αναθεώρηση της δίκης: «Οι κατηγορούμενοι της περιπτώσεως αυτής δεν είχαν τη μετριοπαθή και αμερόληπτη δίκη την οποία είχαν δικαίωμα να έχουν και για το λόγο αυτόν η καταδικαστική απόφαση ακυρώνεται.»
Ο Δικαστής Μάρτιν Τ. Μάντον διαφώνησε. Την 1 Ιουλίου 1918, ο Καθολικός αυτός δικαστής χωρίς καμιά δικαιολογία είχε αρνηθεί την αποφυλάκιση με εγγύηση στον Ρόδερφορδ και στους συγκατηγορουμένους του, πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα την άδικη εννιάμηνη φυλάκισή τους, ενώ εκκρεμούσε η έφεσή τους. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο Πάπας Πίος ΙΑ΄ αργότερα έκανε τον Δικαστή Μάντον «Ιππότη της τάξεως του Αγίου Γρηγορίου του Μεγάλου». Τελικά όμως η περιφρόνηση του Μάντον προς τη δικαιοσύνη αποκαλύφθηκε. Στις 3 Ιουνίου 1939 καταδικάστηκε στη μέγιστη ποινή της φυλακίσεως των δύο ετών και σε πρόστιμο 10.000 δολλαρίων για επαίσχυντη κατάχρηση της ιδιότητάς του σαν Ομοσπονδιακού Δικαστή, επειδή δωροδοκήθηκε με το ποσόν των 186.000 δολλαρίων για έξι αποφάσεις.
Η αναθεώρηση των εσφαλμένων κατηγοριών των οκτώ Σπουδαστών της Γραφής στις 14 Μαΐου 1919 σήμαινε ότι ήταν ελεύθεροι εκτός κι αν η κυβέρνηση ήθελε να προσβάλει την απόφαση. Αλλά ο πόλεμος είχε τελειώσει και οι αρχές αντιλαμβάνονταν ότι με βάση τα γεγονότα θα ήταν αδύνατη μια νέα καταδίκη. Γι’ αυτό σε δημόσια συνεδρίαση στο Μπρούκλυν στις 5 Μαΐου 1920, ο δικηγόρος της κυβερνήσεως ανακοίνωσε ότι απέσυρε τη δίωξη. Οι κατηγορίες αποσύρθηκαν με πράξη παραιτήσεως από την αγωγή. Έτσι λοιπόν και οι οκτώ αυτοί Χριστιανοί απαλλάχθηκαν από κάθε παράνομη δίωξη.
Η αναίρεση της αποφάσεως και η απόρριψη του κατηγορητηρίου σήμαινε ότι ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ και οι επτά σύντροφοί του είχαν απαλλαχθεί ολοκληρωτικά. Ορισμένοι άνθρωποι αποκάλεσαν αργότερα το δικαστή Ρόδερφορδ «πρώην κατάδικο», αλλά αυτό ήταν απολύτως αβάσιμο. Η δικαστική απόφαση της 14ης Μαΐου 1919 απέδειξε οριστικά ότι αυτός και οι σύντροφοί του είχαν φυλακιστεί με βάση μια παράνομη καταδίκη. Το γεγονός ότι ο αδελφός Ρόδερφορδ δεν θεωρείτο σαν πρώην κατάδικος αποδεικνύεται κατηγορηματικά από το γεγονός ότι αργότερα αυτός δικηγόρησε μπροστά στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, πράγμα που είναι αδύνατον για έναν πρώην κατάδικο. Είκοσι χρόνια μετά την άδικη φυλάκισή του, δηλαδή το φθινόπωρο του 1939, οι εννιά δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου άκουσαν την αγόρευση του Ρόδερφορδ στην υπόθεση «Σνάιντερ» εναντίον «Νέας Ιερσέης». Το δικαστήριο με ψήφους οκτώ έναντι μιας αποφάσισε υπέρ της πελάτισσας του Ρόδερφορδ, της Κλάρας Σνάιντερ, μιας Χριστιανής μάρτυρος του Ιεχωβά.
Στα κρίσιμα χρόνια 1918 και 1919 ο λαός του Ιεχωβά αντιμετώπισε μεγάλες δυσκολίες. Αλλά με τη βοήθεια του Θεού τις άντεξε. (Ρωμ. 5:3-5) Ο Σατανάς, με διάφορα μέσα, δεν κατάφερε να κλείσει τα χείλια εκείνων που αινούσαν τον Θεό. Πόσο ταιριαστό ήταν το εδάφιο του έτους 1919 για τους Σπουδαστές της Γραφής: «Ουδέν όπλον κατασκευασθέν εναντίον σου θέλει ευοδωθή. . . Αυτή είναι η κληρονομιά των δούλων του Κυρίου.»—Ησαΐας 54:17.
ΜΙΑ ΝΕΑ ΑΠΟΨΗ
Μετά την περίοδο των δοκιμασιών 1917-1919 ο λαός του Ιεχωβά άρχισε να ελέγχει αυστηρά τον εαυτό του. Συνειδητοποιώντας ότι είχε ενεργήσει με τρόπους οι οποίοι δεν είχαν την επιδοκιμασία του Θεού, ζήτησε συγνώμη με προσευχή και μετάνιωσε για την παλαιότερη πορεία. Αυτό οδήγησε στη συγχώρηση και στην ευλογία του Ιεχωβά.—Παρ. 28:13.
Ένας από τους συμβιβασμούς ήταν η περικοπή των σελίδων από «Το Τετελεσμένον Μυστήριον», για να ευχαριστήσουν τους λογοκριτές. Ένας άλλος συμβιβασμός έγινε όταν η «Σκοπιά» της 1 Ιουνίου 1918 ανέφερε: «Σύμφωνα με την απόφαση του Κογκρέσσου της 2 Απριλίου και με την εξαγγελία του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών της 11ης Μαΐου προτείνεται ο λαός του Κυρίου, οπουδήποτε κι αν είναι, να κάνει την 30ή Μαΐου ημέρα προσευχής και δεήσεως.» Τα σχόλια μετά τη δήλωση αυτή εγκωμίαζαν τις Ηνωμένες Πολιτείες και δεν βρίσκονταν σε αρμονία με τη Χριστιανική θέση της ουδετερότητας.—Ιωάννης 15:19· Ιακώβου 4:4.
Στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δημιουργήθηκαν ερωτήματα ανάμεσα στους Σπουδαστές της Γραφής ως προς τη θέση που θα έπρεπε να πάρουν αναφορικά με τη στρατιωτική υπηρεσία. Ορισμένοι αρνούνταν να συμμετάσχουν σ’ αυτή με οποιονδήποτε τρόπο, ενώ άλλοι δέχονταν τη μη μάχιμη υπηρεσία. Συναφή ερωτήματα δημιουργήθηκαν ως προς το αν θα έπρεπε να αγοραστούν πολεμικά ομόλογα και γραμματόσημα. Εάν κάποιος δεν τα αγόραζε μπορούσε να διωχθεί, ακόμη και να υποστεί άγρια κακομεταχείριση. Όταν οι δούλοι του Ιεχωβά έρχονται αντιμέτωποι σήμερα με οποιοδήποτε από τα προγράμματα και από τη δραστηριότητα των εθνών, ενεργούν σε αρμονία με τις Γραφικές αυτές αρχές όπως αυτή που ανέφερε ο Ησαΐας στο 2:2-4, που τελειώνει με τα εξής λόγια: «Και θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών διά υνία και τας λόγχας αυτών διά δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.»
Μια νέα άποψη. Να τι είχε ο λαός του Ιεχωβά όταν έμπαινε στη δεκαετία του 1920. Είχαν περάσει μέσα από δύσκολα χρόνια, αλλά οι χρισμένοι ακόλουθοι του Χριστού, οι συμβολικοί «δύο μάρτυρες», ήταν ξανά πνευματικά ζωντανοί και έτοιμοι για δράση. Πού οδήγησε αυτό; Τι συνέβη στους μήνες που ακολούθησαν αμέσως μετά την απελευθέρωση του αδελφού Ρόδερφορδ και των επτά συντρόφων του από τη φυλακή;
ΜΙΑ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΗ ΔΟΚΙΜΗ
Όταν ο Ρόδερφορδ απελευθερώθηκε από τη φυλακή, υπήρχε ένα μεγάλο ερώτημα στο μυαλό του: Πόσο ακριβώς ενδιαφέρον υπάρχει για το άγγελμα της Βασιλείας; Ήταν ένας άρρωστος άνθρωπος που θα μπορούσε λογικά να περιμένει κανείς ότι θα ενδιαφερόταν πρωταρχικά για την υγεία του, αλλά έπρεπε πρώτα να απαντήσει στο σημαντικό αυτό ερώτημα.
Πράγματι στους μήνες της φυλακίσεως του στις Ομοσπονδιακές φυλακές της Ατλάντα οι αδελφοί Ρόδερφορδ και Βαν Άμπουργκ μοιράζονταν ένα κελί που δεν είχε καθόλου εξαερισμό γιατί είχε χαλάσει ο εξαεριστήρας. Ανήμποροι να πάρουν το απαραίτητο οξυγόνο, ο οργανισμός τους είχε γεμίσει με δηλητήρια. Ενώ ο Ρόδερφορδ ήταν φυλακισμένος, αναπτύχθηκε μια πνευμονική κατάσταση η οποία του έμεινε για το υπόλοιπο της επίγειας ζωής του. Αμέσως μετά την απελευθέρωσή του έπαθε πνευμονία. Ο αδελφός Ρόδερφορδ αρρώστησε τόσο πολύ, ώστε δεν ήταν βέβαιο αν θα ζούσε. Για λόγους υγείας και χάρη στο γεγονός ότι η οικογένειά του βρισκόταν στην Καλιφόρνια, πήγε εκεί.
Προσπαθώντας να καθορίσει ακριβώς πόσο ενδιαφέρον υπήρχε πραγματικά για το άγγελμα της Βασιλείας, ο αδελφός Ρόδερφορδ κανόνισε να γίνει μια δημόσια συγκέντρωση στην αίθουσα Κλουν του Λος Άντζελες την Κυριακή 4 Μαΐου 1919. Στις εκτεταμένες διαφημίσεις στις εφημερίδες υποσχέθηκε να εξηγήσει στην ομιλία αυτή γιατί ακριβώς οι αξιωματούχοι της Εταιρίας Σκοπιά είχαν καταδικαστεί παράνομα.
Ο τοπικός κλήρος νόμιζε ότι οι Σπουδαστές της Γραφής και η Εταιρία είχαν σβήσει και ότι κανείς δεν θα ερχόταν ν’ ακούσει τη διαφημιζόμενη ομιλία «Η Ελπίδα για την Καταθλιμμένη Ανθρωπότητα.» Αλλά έκαναν μεγάλο λάθος. Τρεις χιλιάδες πεντακόσιοι άνθρωποι ήταν παρόντες και γύρω στους εξακόσιους έμειναν έξω γιατί δεν υπήρχε χώρος. Ο Ρόδερφορδ υποσχέθηκε να τους μιλήσει τη Δευτέρα το απόγευμα. Παρ’ ότι ήταν άρρωστος όλη τη μέρα, μίλησε σ’ ένα ακροατήριο 1.500 ατόμων. Ήταν όμως τόσο άρρωστος, ώστε μετά από μία ώρα έπρεπε να αντικατασταθεί από έναν αδελφό. Ωστόσο η δοκιμή στο Λος Άντζελες υπήρξε πετυχημένη. Υπήρχε αξιοσημείωτο ενδιαφέρον για το άγγελμα της Βασιλείας.
«ΘΑ ΞΑΝΑΝΟΙΞΕΙ Ο ΟΙΚΟΣ ΜΠΕΘΕΛ;»
Αυτό ήταν άλλο ένα μεγάλο ερώτημα. Η Σκηνή του Μπρούκλυν είχε πουληθεί. Αν και το Μπέθελ ανήκε ακόμη στην Εταιρία, στην ουσία ήταν χωρίς έπιπλα και οι λειτουργίες των γραφείων είχαν μεταφερθεί στο Πίτσμπουργκ. Εκεί οι αδελφοί είχαν λίγα χρήματα και τα γραφεία στη Φέντεραλ Στρητ κάθε άλλο παρά για επέκταση ήταν. Έλειπαν οι εγκαταστάσεις τυπογραφείου και ακόμη πολλές από τις πλάκες με τις οποίες τυπώνονταν τα έντυπα της Εταιρίας είχαν καταστραφεί. Οι προοπτικές ήταν σκοτεινές.
Στη διάρκεια της παραμονής του Ι. Φ. Ρόδερφορδ στην Καλιφόρνια, όμως, συνέβη κάτι το ενδιαφέρον στα γραφεία της Εταιρίας στο Πίτσμπουργκ. Ένα πρωί ο αδελφός Τζωρτζ Μπάττερφηλντ, ένα άτομο πολύ πλούσιο, πήγε στο γραφείο. Ο Α. Χ. Μακμίλλαν μίλησε μαζί του στο σαλόνι, τον πληροφόρησε ότι ο αδελφός Ρόδερφορδ βρισκόταν στην Καλιφόρνια και μετά να τι έγινε σύμφωνα με την αφήγηση του ίδιου του Μακμίλλαν:
«Είπε, ‘Υπάρχει κανένα ιδιαίτερο δωμάτιο εδώ;’
«‘Να λοιπόν, θα κλειδώσουμε αυτή την πόρτα κι έτσι γίνεται ιδιαίτερο. Τι ακριβώς θέλεις, Τζωρτζ;’
«Άρχισε να βγάζει το πουκάμισο του καθώς του μιλούσα. Νόμιζα ότι είχε τρελαθεί. Φαινόταν λερωμένος και καταπονημένος από το ταξίδι, ενώ συνήθως ήταν ένας καλοντυμένος και περιποιημένος άνθρωπος. Όταν έβγαλε και τη φανέλα ζήτησε μαχαίρι. Μετά έκοψε ένα μικρό μπάλωμα που είχε εκεί και έβγαλε ένα μάτσο λεφτά. Ήταν 10.000 δολλάρια σε χαρτονομίσματα.
«Τα άφησε κάτω και είπε, ‘Αυτά θα σας βοηθήσουν για να αρχίσει το έργο. Θα σας έστελνα επιταγή, αλλά δεν ήξερα ποιος ήταν εδώ. Δεν ταξίδεψα σε βάγκον-λη γιατί δεν ήθελα κανείς να μου πάρει τα χρήματα εάν υποπτευόταν ότι τα είχα επάνω μου, γι’ αυτό έμεινα καθιστός όλη τη νύχτα. Δεν ήξερα ποιος ήταν υπεύθυνος του έργου, αλλά τώρα που βλέπω ότι εδώ βρίσκονται αδελφοί που τους γνωρίζω και τους εμπιστεύομαι είμαι ευχαριστημένος που ήρθα!’. . . Ήταν μια ευχάριστη έκπληξη και ασφαλώς μας ενθάρρυνε.»
Μόλις επέστρεψε ο αδελφός Ρόδερφορδ στα γραφεία της Εταιρίας στο Πίτσμπουργκ, έδωσε οδηγίες στον αντιπρόεδρο της Εταιρίας, τον Σ. Α. Γουάιζ, να πάει στο Μπρούκλυν και να φροντίσει για την επαναλειτουργία του Μπέθελ και να νοικιάσει κτίρια ούτως ώστε η Εταιρία να μπορέσει ν’ αρχίσει την εκδοτική της δραστηριότητα. Η συνομιλία έγινε περίπου ως εξής:
«Πήγαινε να δεις αν είναι θέλημα του Κυρίου να ξαναγυρίσουμε στο Μπρούκλυν».
«Πώς θα το καταλάβω αν είναι θέλημα του Κυρίου να γυρίσουμε ή όχι;»
«Υπήρχε έλλειψη κάρβουνου το 1918, πράγμα που μας οδήγησε από το Μπρούκλυν πίσω στο Πίτσμπουργκ. Ας κάνουμε τη δοκιμή του κάρβουνου. Πήγαινε και παράγγειλε κάρβουνο.» [Στη Νέα Υόρκη το κάρβουνο το δίνανε ακόμη με δελτίο στο τέλος του πολέμου.]
«Πόσους τόνους νομίζεις ότι θα έπρεπε να παραγγείλουμε για να κάνουμε τη δοκιμή;»
«Κάνε καλή τη δοκιμή· παράγγειλε 500 τόνους.»
Πράγμα που έκανε ο αδελφός Γουάιζ. Αμέσως μόλις έκανε αίτηση στις αρχές, του δώσανε το πιστοποιητικό για να πάρει 500 τόνους κάρβουνο. Αμέσως τηλεγράφησε στον Ι. Φ. Ρόδερφορδ. Τόσο πολύ κάρβουνο εξασφάλιζε τις λειτουργίες για πολλά χρόνια. Αλλά πού θα το έβαζαν όλο αυτό; Μεγάλα τμήματα του οίκου Μπέθελ μετατράπηκαν σε καρβουναποθήκη. Η πετυχημένη αυτή δοκιμή θεωρήθηκε αδιάψευστη ένδειξη ότι το θέλημα του Θεού ήταν να επιστρέψουμε στο Μπρούκλυν. Πράγμα που έγινε στις 1 Οκτωβρίου 1919.
ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΑΙ ΠΑΛΙ
Λίγο πριν ξανανοίξει το Μπέθελ, ο λαός του Ιεχωβά γενικά είχε μια χαρούμενη συνάντηση και πάλι, ένα πραγματικά υπέροχο γεγονός. Λίγο μετά την πετυχημένη δημόσια ομιλία του αδελφού Ρόδερφορδ στο Λος Άντζελες τον Μάιο του 1919, αποφασίστηκε να γίνει μια μεγάλη συνέλευση. Τελικά εκλέχτηκε η τοποθεσία. Ήταν το Σήνταρ Πόιντ του Οχάιο. Η συνέλευση αυτή από τις 1-8 Σεπτεμβρίου 1919 αποδείχθηκε ότι ήταν μια ασυνήθιστη πνευματική ευλογία.
Τα ξενοδοχεία στο Σήνταρ Πόιντ μπορούσαν να φιλοξενήσουν κάπου τρεις χιλιάδες και οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν κανονίσει να φτάσουν εκεί μαζί με όλα τους τα υπάρχοντα από το μεσημέρι της εναρκτήριας μέρας της συνελεύσεως Δευτέρας 1 Σεπτεμβρίου. Στην αρχή υπήρξε μια μικρή απογοήτευση, γιατί μονάχα 1.000 άτομα φάνηκαν στην εναρκτήρια μέρα. Αλλά συνέχιζαν να καταφθάνουν με ειδικά τραίνα και με άλλα μέσα. Πολύ σύντομα μακριές γραμμές από χαρούμενους εκπροσώπους περίμεναν για καταλύματα. Και ποιοι νομίζετε βρίσκονταν πίσω από τον πάγκο και τους έδιναν τις διευθύνσεις; Όχι άλλοι από τους δυο πρώην φυλακισμένους στην ομοσπονδιακή φυλακή της Ατλάντα—ο Α. Χ. Μακμίλλαν και ο Ρ. Τζ. Μάρτιν! Για κοιτάξτε όμως εκεί. Ο αδελφός Ρόδερφορδ και πολλοί άλλοι τον περισσότερο χρόνο κουβαλούν τις βαλίτσες και βοηθούν τους συνακροατές τους στη συνέλευση να βρουν τα δωμάτιά τους. Και αυτό συνεχιζόταν μέχρι μετά τα μεσάνυχτα.
Χαρούμενοι εκπρόσωποι έρχονταν συνέχεια. Από τους 3.000 περίπου που βρίσκονται το απόγευμα της πρώτης μέρας, το ακροατήριο ανέβηκε στους 6.000 την Παρασκευή και στη δημόσια ομιλία της Κυριακής ήταν 7.000 παρόντες. Στη χαρούμενη αυτή συνέλευση παραπάνω από 200 άτομα συμβόλισαν την αφιέρωσή τους στον Θεό με το βάπτισμα.
Αναφορικά με τη δημόσια ομιλία «Η Ελπίδα για την Καταθλιμμένη Ανθρωπότητα», ο Άρντεν Πέητ γράφει: «Κανόνισαν να κάνουν τη δημόσια ομιλία στο ύπαιθρο και μίλησε ο αδελφός Ρόδερφορδ. . . Με τόσο μικρό αριθμό παρόντων δεν ήταν δύσκολο να ακουστεί.»
ΤΑ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΕΚΕΙΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ «GA»
Καθώς έφταναν στο Σήνταρ Πόιντ, οι αδελφοί παρατηρούσαν κάτι παράξενο. Η Ούρσουλα Σ. Σερένκο ξαναθυμάται: «Παρατηρούσαμε ένα μεγάλο πανώ κατά μήκος της αίθουσας πάνω από την πλατφόρμα του ομιλητή με δύο κεφαλαία γράμματα ‘GA’. Όλοι μας περιμέναμε όλη την εβδομάδα προσπαθώντας να μαντέψουμε τη σημασία των δύο εκείνων αρχικών. Ο αδελφός Μακμίλλαν ήρθε επάνω στη σκηνή με το συνηθισμένο του τρόπο και είπε στο ακροατήριο ότι και ο ίδιος παιδευόταν όλη την εβδομάδα να βρει τη σημασία των δύο αυτών γραμμάτων ‘GA’. Τέλειωσε ως εξής: ‘Φίλοι έχω φτάσει στο συμπέρασμα ότι σημαίνει «Μαντέψτε Ξανά»’ (Guess Again). Σ’ αυτό το ακροατήριο ανταποκρίθηκε με γέλια».
Για να ανακουφιστούν από τη βασανιστική περιέργεια, οι εκπρόσωποι στη συνέλευση έπρεπε να περιμένουν μέχρι την Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου τη μέρα των «Συνεργατών». Φαντασθείτε να είστε ανάμεσα σ’ αυτό το ευτυχισμένο πλήθος καθώς ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ έδωσε την ομιλία «Αναγγέλλοντας τη Βασιλεία» και ανήγγειλε την έκδοση ενός καινούργιου περιοδικού, του «Χρυσού Αιώνα».
Το μυστήριο λύθηκε. Τα κεφαλαία εκείνα γράμματα «GA» σήμαιναν «Χρυσούς Αιών» στα αγγλικά (Golden Age). Την ομιλία του αδελφού Ρόδερφορδ ακολούθησε στο πρόγραμμα ο Ρ. Τζ. Μάρτιν, ο οποίος ανέπτυξε μεθόδους για ένα νέο έργο εγγραφής συνδρομητών στο «Χρυσούν Αιώνα». Αυτό το δεκαπενθήμερο περιοδικό με τις 32 σελίδες θα περιείχε πολλή θρησκευτική ύλη, εξηγώντας τα σημερινά γεγονότα κάτω από το φως της θείας προφητείας. Στο πρώτο τεύχος του, με ημερομηνία 1 Οκτωβρίου 1919, περιείχε ύλη σε θέματα όπως η εργασία και τα οικονομικά, η βιοτεχνία και τα ορυχεία, η οικονομία, το εμπόριο και οι μεταφορές, η γεωργία και οι συζυγικές σχέσεις, η επιστήμη και οι εφευρέσεις και η θρησκεία, συμπεριλαμβάνοντας και ένα άρθρο βασισμένο στην Αγία Γραφή με τον τίτλο «Μπορούμε να Μιλήσουμε με τους Νεκρούς;»
Για εκδότη του ο «Χρυσούς Αιών» είχε έναν από τους αδελφούς που ήταν φυλακισμένοι μαζί με τον αδελφό Ρόδερφορδ. Αυτός ήταν ο Κλάυτον Τζ. Γούντγουωρθ. Ο γιος του Σ. Τζέιμς Γούντγουωρθ περιγράφει τις ακόλουθες ενδιαφέρουσες λεπτομέρειες: «Ο πατέρας μου ξανάκτισε το σπίτι μας στο Σκράντον [της Πενσυλβανίας] και όταν το 1919 άρχισε να βγαίνει ο «Χρυσούς Αιών», το συνοδευτικό περιοδικό της «Σκοπιάς», η Εταιρία διόρισε αυτόν για εκδότη. Ήταν ανάγκη να περνά ένα μεγάλο μέρος του χρόνου του στο Μπρούκλυν, γι’ αυτό η Εταιρία ευγενικά τακτοποίησε τα πράγματα για να δουλεύει κάθε δύο εβδομάδες στο Μπρούκλυν και δύο εβδομάδες να βρίσκεται στο σπίτι—μια ρύθμιση που κράτησε για αρκετά χρόνια. Θυμάμαι καλά πόσο απασχολημένη ήταν η γραφομηχανή του πατέρα μου από πολύ νωρίς στις 5 η ώρα κάθε πρωί—καθώς έγραφε την ύλη για τον «Χρυσούν Αιώνα» και την έστελνε στο Μπρούκλυν με το πρωινό ταχυδρομείο.»
Ο Κλάυτον Τζ. Γούντγουωρθ υπηρέτησε πιστά σαν εκδότης του «Χρυσού Αιώνα» και του διαδόχου του «Παρηγορία» (που εκδιδόταν από τις 6 Οκτωβρίου 1937 μέχρι την 31η Ιουλίου 1946). Επειδή ήταν προχωρημένος στην ηλικία, απαλλάχθηκε από την εργασία αυτή όταν το νέο περιοδικό «Ξύπνα!» αντικατέστησε την «Παρηγοριά» στο τεύχος της 22 Αύγουστου 1946. Ωστόσο ο αδελφός Γούντγουωρθ παρέμεινε πιστός στα άλλα καθήκοντα στην υπηρεσία του Θεού μέχρι το θάνατό του, στις 18 Δεκεμβρίου 1951 σε ηλικία 81 ετών.
«ΕΠΡΟΚΕΙΤΟ ΝΑ ΕΡΓΑΣΤΟΥΜΕ»
Η συνέλευση στο Σήνταρ Πόιντ το 1919 μας έκανε να καταλάβουμε ότι επρόκειτο να γίνει παγκόσμιο έργο κηρύγματος από το λαό του Ιεχωβά. Καθώς το θέτει ο Α. Χ. Μακμίλλαν: «Έτσι η ιδέα άρχισε να πιάνει, ‘Τώρα έχουμε κάτι να κάνουμε.’ Δεν επρόκειτο να στεκόμαστε αδρανείς πια και να περιμένουμε να πάμε στον ουρανό· επρόκειτο να εργαστούμε.»
Ο λαός του Θεού σίγουρα «επρόκειτο να εργαστεί.» Θετική δράση άρχισε σχετικά με την προοδευτική αληθινή λατρεία. Για παράδειγμα, το έτος 1919 είδε την αναζωογόνηση του βιβλιοπωλικού έργου. Την άνοιξη εκείνου του έτους, 150 ήταν δραστήριοι σ’ αυτή τη μορφή υπηρεσίας του Θεού, αλλά το φθινόπωρο έφτασαν τους 507.
Η υπηρεσία πίλγκριμ επίσης αναζωογονήθηκε. Οι ολοχρόνιοι περιοδεύοντες εκπρόσωποι της Εταιρίας έφτασαν τους ογδόντα έξι και στάλθηκαν σε εκκλησίες για να συγκεντρώσουν εκείνους που είχαν σκορπιστεί στο διωγμό τον καιρό του πολέμου. Επίσης διήγειραν το ενδιαφέρον με τη στενή επαφή που είχαν με τα κεντρικά γραφεία της επίγειας οργανώσεως του Ιεχωβά. Εδώ πάλι τα συμφέροντα της αληθινής λατρείας προωθούνταν.
ΣΤΟΝ ΑΓΡΟ!
«Η Σκοπιά» της 1ης και 15ης Αυγούστου 1919 είχε το άρθρο «Ευλογημένοι είναι οι Άφοβοι» σε δύο συνέχειες. Έδειχνε καθαρά την ανάγκη για πιστή και άφοβη δράση στην υπηρεσία του Θεού. Η ανταπόκριση σ’ αυτή την κλήση για άφοβη δράση εκ μέρους του λαού του Θεού ήταν ενθουσιώδης και θαρραλέα. Με ζήλο ανέλαβαν το ευαγγελιστικό έργο της Βασιλείας που τώρα τέθηκε μπροστά τους. Έγιναν πνευματικά ζωντανοί πάλι στη δραστήρια υπηρεσία του Ιεχωβά σαν πρέσβεις του. Έτσι εκπληρώθηκε η προφητική εικόνα της αναστάσεως των «δύο μαρτύρων» του Θεού όπως περιγράφεται στην Αποκάλυψη 11:11, 12.
Το 1920 η προσωπική ευθύνη για κήρυγμα έγινε πιο έντονα αισθητή, καθώς οι συμμετέχοντες στο έργο της μαρτυρίας έδιναν μια εβδομαδιαία έκθεση κηρύγματος. Πριν από το 1918 μόνον οι βιβλιοπώλες έδιναν έκθεση έργου. Επίσης, για να διευκολυνθεί το έργο του κηρύγματος, δόθηκαν στις εκκλησίες πιο σαφείς διορισμοί τομέων. Ποια ήταν τ’ αποτελέσματα; Το 1920 υπήρχαν 8.052 «εργάτες τάξεως» και 350 βιβλιοπώλες. Μέχρι το 1922, οι 980 από τις 1.200 και πάνω εκκλησίες στις Ηνωμένες Πολιτείες είχαν αναδιοργανωθεί πλήρως για να ασχοληθούν στην υπηρεσία αγρού. Αυτές είχαν 8.801 εργάτες που διέθεταν τα Βιβλικά έντυπα στους οικοδεσπότες έναντι συνεισφοράς. Ο εβδομαδιαίος μέσος όρος ήταν 2.250.
Όταν άρχιζε το έργο με τον «Χρυσούν Αιώνα», περιγράφτηκε ως εξής: «Το έργο του ΧΡΥΣΟΥ ΑΙΩΝΑ είναι μια μαρτυρία από σπίτι σε σπίτι με το άγγελμα της βασιλείας, που διακηρύττει τη μέρα εκδικήσεως του Θεού μας και παρηγορεί εκείνους που πενθούν. Εκτός από τη μαρτυρία πρέπει να αφήνεται ένα αντίτυπο του ΧΡΥΣΟΥ ΑΙΩΝΑ σε κάθε σπίτι, είτε γίνεται συνδρομή είτε όχι. Δείγματα θα δίνονται δωρεάν. . . Οι εργάτες τάξεως θα προμηθεύονται τα δείγματά τους από τον Διευθύνοντα.» Εκκλησίες που επιθυμούσαν να πάρουν μέρος εγγράφονταν στην Εταιρία Σκοπιά σαν οργανώσεις υπηρεσίας. Με τη σειρά της η Εταιρία διόριζε έναν στην τοπική εκκλησία να υπηρετεί σαν ο «Διευθύνων». Καθώς ήταν διορισμένος, δεν υπέκειτο στην τοπική ετήσια εκλογή, όπως οι πρεσβύτεροι εκείνο τον καιρό.
Ας υποθέσουμε ότι συμμετέχουμε για λίγο στο έργο του «Χρυσού Αιώνα». Η Έλβα Φίσσερ μας λέει το εξής γι’ αυτό: «Το 1919 λάβαμε την πρώτη μας αποστολή του νέου περιοδικού «Ο Χρυσούς Αιών». . . Κανείς μας δεν είχε αυτοκίνητο εκείνο τον καιρό, έτσι ο σύζυγός μου και ο σαρκικός αδελφός του, Ώντι Μπράντσοου, φόρτωσαν στο μικρό μονοθέσιο αμαξάκι μας τα περιοδικά και ξεκίνησαν, για να κηρύξουν τα αγαθά νέα με το αμαξάκι. Η νύφη μου έμεινε σπίτι για να φροντίζει τα ζωντανά και τα παιδιά μας, επειδή ζούσαμε όλοι σε αγροκτήματα. Οι άνδρες δαπάνησαν δυο ολόκληρες μέρες διαθέτοντας αυτά τα περιοδικά, καθώς έπρεπε να αφήσουν ένα «Χρυσούν Αιώνα» σε κάθε σπίτι. Ήμασταν όλοι πολύ ευτυχισμένοι γι’ αυτή την ευκαιρία να πάρουμε μέρος στο έργο κηρύγματος.»
«Κλήθηκαν εθελοντές να πάρουν συνδρομές για το περιοδικό», παρατηρεί ο Φρεντ Άντερσον, προσθέτοντας: «Ανταποκρίθηκα και ένιωσα την πρώτη αληθινή χαρά δίνοντας δραστήρια μαρτυρία. Από τότε έχω κάνει πολλές συνδρομές και έχω διαθέσει εκατοντάδες αντίτυπα του περιοδικού που τώρα λέγεται «Ξύπνα!» Ήταν ένα ισχυρό μέσο για να ξυπνήσει άτομα στους κρίσιμους καιρούς και τους έχει δώσει μια θαυμάσια ελπίδα ζωής και ειρήνης σε μια καθαρισμένη γη.»
ΤΟ ΕΡΓΟ ΜΕ ΤΟΝ ΕΒΔΟΜΟ ΤΟΜΟ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
Στις 21 Ιουνίου 1920 μια χαρτόδετη έκδοση του «Τετελεσμένου Μυστηρίου» κυκλοφόρησε για διανομή. Αυτή η ειδική έκδοση της «Σκοπιάς» (1 Μαρτίου 1918) ήταν αποθηκευμένη όσο το βιβλίο ήταν απαγορευμένο και μπορούσε τώρα να διατίθεται στους ανθρώπους για είκοσι σεντς το αντίτυπο.
Ξαναφέρνοντας στο νου της το έργο με το «Τετελεσμένον Μυστήριον», η Μπιούλα Ε. Κάβεϊ λέει: «Υπήρχε μία ολοσέλιδη εικόνα του εσωτερικού μιας εκκλησίας με. . . δύο κήρυκες, που ο καθένας τους προχωρούσε σ’ ένα διάδρομο με ένα όπλο στο ένα χέρι και ένα δίσκο συλλογής χρημάτων στο άλλο. Όλο εκείνο που έπρεπε να κάνουμε για να διαθέσουμε αυτόν τον τόμο ήταν να δείξουμε αυτή την εικόνα και ήταν πολύ συνηθισμένο να δίνουμε σαράντα ή πενήντα τη μέρα στον αγρό.»
Το έργο με αυτή την έκδοση περιοδικού του βιβλίου «Το Τετελεσμένον Μυστήριον» ήταν καρποφόρο. Για παράδειγμα, η Άννυ Πόγκενση γράφει: «Επισκέφθηκα μια κυρία, η οποία πήρε το «Τετελεσμένον Μυστήριον» και έκλεισε την πόρτα. Λίγο αντιλήφθηκα τότε τα αποτελέσματα που θα έφερνε αυτή η διάθεση. Λίγες εβδομάδες αργότερα άφησαν ένα φέιγ-βολλάν στην πόρτα της. Αναγνώρισε ότι αυτό ήταν το ίδιο πράγμα, έτσι παρακολούθησε την ομιλία που διαφημιζόταν στο φέιγ-βολλάν. Συνέχισε να έρχεται στις συναθροίσεις και τελικά ο σύζυγός της και δύο κόρες άρχισαν να παρακολουθούν. Σύντομα όλη η οικογένεια Άντερσον ήταν στην αλήθεια».
«ΧΡΥΣΟΥΣ ΑΙΩΝ» ΑΡΙΘ. 27
Με τον καιρό ο «Χρυσούς Αιών» Αριθ. 27 έκανε την εμφάνισή του. «Το τεύχος της 29ης Σεπτεμβρίου 1920 περιέγραφε λεπτομερώς το διωγμό και την κακομεταχείριση των αδελφών στην περίοδο του διωγμού», γράφει ο Ρόυ Ε. Χέντριξ, ο οποίος πήρε μέρος στη διανομή του. Η Αμέλια και η Ελίζαμπεθ Λος προσθέτουν: «Εξέθετε τον ασεβή διωγμό που είχε ξεσπάσει ενάντια στους Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής στη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου από το θρησκευτικό κλήρο της Χριστιανοσύνης και τους συμμάχους του, πολιτικούς και στρατιωτικούς. . . Εννέα στην εκκλησία αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στο έργο και υπέγραψαν μία αίτηση για να μην το κάνουν. Αυτοί δεν είχαν πίστη στον ‘πιστό και φρόνιμο δούλο’. Σαν αποτέλεσμα, εμείς μαζί με τρεις άλλους που διακρατούσαν την πίστη, δώσαμε 25.000 αντίτυπα μόνο σε δύο εβδομάδες. Το τέλος της εκστρατείας μάς βρήκε κουρασμένους αλλά ευτυχισμένους, γνωρίζοντας ότι περπατούσαμε πιστά στο φως του Λόγου του Θεού.»
Τυπώθηκαν τέσσερα εκατομμύρια αντίτυπα του «Χρυσού Αιώνα» Αριθ. 27. Αυτά προσφέρονταν δωρεάν ή δίνονταν με μια εθελοντική συνεισφορά δέκα σεντς το αντίτυπο. Η διανομή γινόταν κυρίως από σπίτι σε σπίτι.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΣΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ
Παρουσιάστηκαν αυξανόμενες απαιτήσεις για Βιβλικά έντυπα. Αυτό αλήθευε για τον Καναδά, για παράδειγμα, όπου η λογοκρισία που είχε επιβληθεί στις εκδόσεις της Σκοπιάς σταμάτησε την 1η Ιανουαρίου 1920. Ο διωγμός σ’ αυτή τη χώρα φάνηκε να υποκινεί το λαό του Θεού σε μεγαλύτερο ζήλο για το κήρυγμα και την προώθηση της αληθινής λατρείας.
Στις 12 Αυγούστου 1920, ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ και λίγοι συνεργάτες έπλευσαν για την Ευρώπη. Διεξάχθηκαν συνελεύσεις στο Λονδίνο, στη Γλασκώβη και σε άλλες Βρετανικές πόλεις. Με μερικούς άλλους ο Ρόδερφορδ ταξίδεψε στην Αίγυπτο και την Παλαιστίνη. Επισκέφτηκε διάφορα γραφεία και Βιβλικές τάξεις και τις ενδυνάμωσε πνευματικά. Ένα τμήμα της Εταιρίας ιδρύθηκε στη Ραμάλα. Σε μια έκθεση στο τέλος του έτους, ο αδελφός Ρόδερφορδ αποκάλυψε ότι η Εταιρία θα ίδρυε ένα Κεντρικό Ευρωπαϊκό Γραφείο, για να επιβλέπει το έργο κηρύγματος σε Ελβετία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Γερμανία, Αυστρία και Ιταλία.
Η «ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΩΝ»
Η συμμετοχή στο έργο μαθητεύσεως τις μέρες εκείνες ήταν μια νέα δραστηριότητα κηρύγματος—η «Εκστρατεία Εκατομμυρίων». Τόνιζε τη διάθεση του βιβλίου με τις 128 σελίδες «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει». Δινόταν στους ανθρώπους με μια συνεισφορά 25 σεντς το αντίτυπο. Το βιβλίο χρησιμοποιόταν σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα δημοσίων ομιλιών που άρχισε στις 25 Σεπτεμβρίου 1920 και που συγκεντρώθηκε γύρω από μια ομιλία (αρχικά με τίτλο «Ο Κόσμος Ετελείωσε—Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει»), η οποία δόθηκε από τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ στο Λος Άντζελες στις 24 Φεβρουαρίου 1918 και δημοσιεύτηκε στο νέο βιβλίο το 1920.
Αναπολώντας, ο Λέστερ Λ. Ρόπερ λέει: «Τότε ήρθε ο καιρός μου για μια δημόσια ομιλία πάνω στο θέμα ‘Υψώσατε Σημαίαν προς τους Λαούς, Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει.’ Ήμουν συνηθισμένος να αντιμετωπίζω το κοινό, αλλά αυτό ήταν διαφορετικό. Ένιωθα ότι το πάτωμα θα σηκωνόταν και θα με χτυπούσε στο πρόσωπο κάποια στιγμή. Και υποθέτω ότι πραγματικά απαιτούσε να έχεις γερά νεύρα για να τους πεις ότι ‘Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει’, ενώ ήταν τόσο λίγα άτομα στην αλήθεια.»
Το «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει» τελικά μεταφράστηκε και εκδόθηκε σε διάφορες γλώσσες. Αντίθετα με το «ποιμενικό έργο», στο οποίο δανείζονταν βιβλία στους ανθρώπους, τα αντίτυπα του βιβλίου «Εκατομμύρια» δίνονταν σ’ αυτούς με συνεισφορά και τα ενδιαφερόμενα άτομα μπορούσαν αργότερα να πάρουν τους τόμους των «Γραφικών Μελετών». Η «Εκστρατεία των Εκατομμυρίων» διήρκεσε αρκετό καιρό και δόθηκε μια έξοχη μαρτυρία μ’ αυτό τον τρόπο. Αγγελίες σε εφημερίδες και φέιγ-βολλάν με τις λέξεις «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει» χρησιμοποιήθηκαν για να τραβήξουν την προσοχή του κοινού. Τόσο εκτεταμένη ήταν η εκστρατεία, που το σλόγκαν το θυμούνται ακόμη παρά τα χρόνια που πέρασαν.
Φέρνοντας στη μνήμη του το αποτέλεσμα της «Εκστρατείας των Εκατομμυρίων» ο Ρούφους Τσάπελ γράφει: «Προσφέραμε την έκδοση «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσιν Αποθάνει» μέσα και γύρω από τη Σιών (Ιλλινόις) και τα αποτελέσματα ήταν ενδιαφέροντα. Θυμάμαι μια μεγάλη, φωτεινή, ηλεκτρική επιγραφή πάνω στα στεγνοκαθαριστήρια του Γουώκεγκαν στη Νορθ Σέρινταν Ρόουντ περίπου οκτώ χιλιόμετρα (πέντε μίλια) από τη Σιών που έλεγε, ‘Βάφουμε για τα Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα και που δεν θα Πεθάνουν Ποτέ.’ Αυτό ήταν ένα πολύ δημοφιλές θέμα εκείνο τον καιρό και πολλοί άνθρωποι ρώτησαν για τη φράση και έμαθαν την αλήθεια από αυτή την έκδοση.»
ΕΝΑ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΥΜΒΑΛΛΕΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ
Επί χρόνια οι τόμοι των «Γραφικών Μελετών» διαβάζονταν και διαδίδονταν πλατιά από τους Σπουδαστές της Γραφής. Το 1921, όμως, εκδόθηκε ένα νέο βιβλίο—«Η Κιθάρα του Θεού», γραμμένο από τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ. Τελικά η κυκλοφορία του έφθασε τα 5.819.037 αντίτυπα σε 22 γλώσσες. «Όταν βγήκε Η Κιθάρα του Θεού, ήταν πραγματικά μια ευλογία, μια απάντηση στις προσευχές μας», λέει η Κάρρυ Γκρην και συνεχίζει: «Απλοποίησε την αλήθεια, ολόκληρη την αλήθεια, και παρομοίαζε τα διάφορα θέματα σαν τις ‘χορδές της κιθάρας’.»
Αυτή η έκδοση σκιαγραφούσε το σκοπό του Ιεχωβά σαν «δέκα χορδές της Κιθάρας του Θεού της Βίβλου». ‘Οι δέκα χορδές’ του βιβλίου ή επικεφαλίδες ήταν: Δημιουργία, η Δικαιοσύνη Εκδηλουμένη, η Αβραμιαία Επαγγελία, η Γέννησις του Ιησού Χριστού, το Αντίλυτρον, Ανάστασις, Μυστήριον Αποκαλυπτόμενον, η Επάνοδος του Κυρίου ημών, η Εκκλησία εν Δόξη και η Αποκατάστασις. Ένα βιβλίο αρχαρίων περιείχε ερωτήσεις για ατομική και ομαδική μελέτη. Όταν εργάζονταν από σπίτι σε σπίτι, οι Σπουδαστές της Γραφής προσέφεραν μαζί μ’ αυτή την έκδοση μία πλήρη σειρά μαθημάτων με αλληλογραφία. Οι δώδεκα κάρτες με τις ερωτήσεις που αποτελούσαν τη σειρά ταχυδρομούνταν, μία κάρτα την εβδομάδα. Η εκκλησία κατά μέσο όρο μπορούσε να έχει από 400 ως 500 κάρτες για να απαντά κάθε εβδομάδα πάνω στα μαθήματα αυτά. Αυτό το έργο συνεχίστηκε για αρκετά χρόνια και ήταν πολύ επωφελές. Η Χέηζελ Μπέρφορντ λέει: «Επίσης διεξάγονταν μελέτες στα σπίτια ενδιαφερόμενων ατόμων, όπως γίνεται με το έργο μας των Γραφικών μελετών σήμερα, με τη διαφορά ότι παρακολουθούσε μια ολόκληρη ομάδα ευαγγελιζομένων, όπως στις μελέτες μας βιβλίου εκκλησίας.»
ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΗΡΥΓΜΑΤΟΣ
Στο έτος που ακολούθησε τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Εταιρία Σκοπιά ήθελε ν’ αγοράσει ένα μεγάλο περιστροφικό πιεστήριο με σκοπό να κάνει κάποιες εκτυπώσεις. Υπήρχαν μόνο λίγα στη χώρα και όλα ήταν σε λειτουργία. Προφανώς δεν υπήρχε καμιά προοπτική ν’ αποκτηθεί κανένα πριν περάσουν πολλοί μήνες. Αλλά το χέρι του Ιεχωβά δεν σμικρύνθηκε και ένα μεγάλο περιστροφικό πιεστήριο εγκαταστάθηκε και μπήκε σε λειτουργία από εργάτες στα κεντρικά γραφεία το 1920. Χαϊδευτικά το έλεγαν το «παλιό θωρηκτό», αλλά στα χρόνια που πέρασαν παρήγαγε εκατομμύρια περιοδικά, βιβλιάρια και άλλες εκδόσεις.
Όταν απέκτησε το «παλιό θωρηκτό», η Εταιρία νοίκιασε ένα χώρο για εργοστάσιο στην Οδό Μυρτλ 35, στο Μπρούκλυν. Όταν έφτασαν ο Γ. Λ. Πέλλε και ο Γ. Γ. Κέσλερ στο Μπέθελ στις 22 Ιανουαρίου 1920, διορίστηκαν να εργαστούν σ’ εκείνο το κτίριο. Ο αδελφός Πέλλε μας αφηγείται: «Η πρώτη μας δουλειά ήταν να πλύνουμε τους τοίχους στο πρώτο πάτωμα στην Οδό Μυρτλ 35. Ήταν η πιο βρώμικη δουλειά που είχα κάνει ποτέ, αλλά ήταν διαφορετική. Ήμασταν ευτυχισμένοι. Ήταν το έργο του Κυρίου και αυτό το έκανε ν’ αξίζει τον κόπο. Μας πήρε περίπου τρεις μέρες να κάνουμε όλο το καθάρισμα και έπειτα ήταν έτοιμο για να στηθεί το τμήμα διεκπεραιώσεως. Κάτω στο υπόγειο συναρμολογείτο το περιστροφικό πιεστήριο (το ‘θωρηκτό’) και πάνω στο δεύτερο όροφο ετοιμάζονταν το επίπεδο πιεστήριο, η διπλωτική και η ραπτική μηχανή.»
Σύντομα οι εγκαταστάσεις μπήκαν σε λειτουργία. Ο αδελφός Πέλλε συνεχίζει: «Δύο αδελφοί, έμπειροι μηχανουργοί και τυπογράφοι, χειρίζονταν το επίπεδο πιεστήριο, ο αδελφός Κέσλερ τη διπλωτική και εγώ τη ραπτική. Έπειτα βγήκε το πρώτο αντίτυπο της «Σκοπιάς» από το δικό μας πιεστήριο—1 Φεβρουαρίου 1920—μια συγκινητική στιγμή, μια πολύ ευτυχισμένη περίσταση! Λίγο αργότερα βγήκε ο «Χρυσούς Αιών» Αριθ. 27 από το ‘θωρηκτό’—πιεστήριο στο υπόγειο. Ένα μικρό ξεκίνημα που δεν έπαψε να μεγαλώνει!»
Το έργο κηρύγματος βρισκόταν σε αύξηση. Μέχρι το 1922 υπήρχε πολύ μεγαλύτερη ζήτηση εντύπων. Γι’ αυτό από την 1η Μαρτίου 1922 η Εταιρία μετέφερε το εργοστάσιό της σ’ ένα εξαώροφο κτίριο στην οδό Κόνκορντ 18 στο Μπρούκλυν. Στην αρχή καταλάμβανε τέσσερα πατώματα και τελικά και τα έξι. Εκεί η Εταιρία πρωτοανέλαβε την εκτύπωση των δικών της δεμένων τόμων. Το κτίριο της οδού Μυρτλ χρησιμοποιείτο για αποθήκευση χαρτιού και εντύπων.
Χρειάστηκε πολλή δουλειά για τη μεταφορά του «παλιού θωρηκτού» από την οδό Μυρτλ στην οδό Κόνκορντ. Να πώς τακτοποιήθηκε αυτό, σύμφωνα με μια αφήγηση που έκανε κάποτε ο Λόυντ Μπερτς:
«Την 1η Μαρτίου 1922 μεταφέραμε τον τυπογραφικό εξοπλισμό μας από την οδό Μυρτλ σε μεγαλύτερους χώρους στην οδό Κόνκορντ 18 στο Μπρούκλυν. Με ένα μικρό φορτηγό μεταφέραμε τα πιο πολλά βαριά πράγματα. Όταν φτάσαμε στους μεγάλους κυλίνδρους του ‘θωρηκτού’ πιεστηρίου, τους βρήκαμε πάρα πολύ βαρείς για να τους μεταφέρει το φορτηγό. Δεν ξέραμε τι να κάνουμε. Δεν ξέραμε πώς θα μπορούσαμε να τους βάλουμε στα καινούργια γραφεία, αλλά όταν ξυπνήσαμε το επόμενο πρωινό το πρόβλημά μας είχε λυθεί.
«Τη νύχτα έπεσε απροσδόκητα πέντε εκατοστά χιόνι και έλυσε το πρόβλημα μας. Φτιάξαμε ένα έλκηθρο και κυλήσαμε τους κυλίνδρους πάνω σ’ αυτό. Αγκιστρώνοντας το φορτηγό στο έλκηθρο το σύραμε ως την καινούργια τοποθεσία, καθώς το έλκηθρο γλιστρούσε απαλά πάνω στο χιόνι. Οι κύλινδροι κατεβάστηκαν τότε μέσα από το παράθυρο του υπογείου στο μέρος της οδού Κόνκορντ. Για χρόνια μετά απ’ αυτό, ο διευθυντής του εργοστασίου, Ρ. Τζ. Μάρτιν, χαιρόταν να λέει στους αδελφούς στις συνελεύσεις γι’ αυτή την απρόσμενη χιονόπτωση που έλυσε το πρόβλημα της μεταφοράς.»
Σύντομα το «παλιό θωρηκτό» δούλευε πάλι στο εργοστάσιο της οδού Κόνκορντ. Και πώς έκανε το παλιό εκείνο κτίριο να σείεται! Λένε μάλιστα ότι ο διευθυντής του εργοστασίου Μάρτιν έλεγε, ‘Οι άγγελοι στηρίζουν αυτό το κτίριο’.
ΜΟΝΟ ΜΕ ΤΗ ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
«Η πετυχημένη εκτύπωση βιβλίων και Γραφών σε περιστροφικά πιεστήρια από άτομα με λίγη ή καθόλου προηγούμενη πείρα είναι απόδειξη της επιβλέψεως του Ιεχωβά και της κατευθύνσεως του πνεύματός του,» παρατηρεί ο Τσαρλς Τζ. Φέκελ. Ήταν στην υπηρεσία Μπέθελ από το 1921. Ο αδελφός Φέκελ έζησε τις εξελίξεις στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας μισό αιώνα και μας διαβεβαιώνει: «Κάθε φορά που χρειάζονταν άτομα για να κάνουν κάποια δουλειά, πάντοτε βρίσκονταν με την πρώτη πρόσκληση και χωρίς κόπο. Τεράστιες προγραμματισμένες εργασίες τέλειωναν έγκαιρα παρά την εναντίωση του Σατανά.»
Όταν η Εταιρία μετέφερε το εργοστάσιό της στην οδό Κόνκορντ 18 το 1922, αποκτήθηκε ένας πλήρης εξοπλισμός μηχανημάτων στοιχειοθετήσεως, επινικελώσεως, εκτυπώσεως και δεσίματος, ο περισσότερος απ’ αυτόν καινούργιος. Ο πρόεδρος ενός μεγάλου τυπογραφείου που είχε κάνει πολλή από τη δουλειά της Εταιρίας είδε τον εξοπλισμό και είπε: «Τώρα έχετε ένα πρώτης τάξεως τυπογραφείο, αλλά κανείς σας δεν έχει ιδέα πώς να το λειτουργήσει. Σε έξι μήνες θα είναι όλα ένας σωρός από σαβούρα και θ’ ανακαλύψετε ότι εκείνοι που μπορούν να σας τυπώνουν τα βιβλία είναι οι άνθρωποι που σας τα τύπωναν ως τώρα και που ξέρουν από τέτοιες δουλειές.»
Πραγματικά, υπήρχαν τρομερά προβλήματα. Αλλά με θεία βοήθεια οι αδελφοί έκαναν θαυμάσια πρόοδο. Προσέξτε αυτό το παράδειγμα: Πριν από λίγα χρόνια ένας ειδικός μηχανικός από τη Γερμανία και αρκετοί βοηθοί χρειάστηκαν δύο μήνες για να στήσουν ένα μεγάλο πιεστήριο της Εταιρίας. Μετά από δύο χρόνια ένα άλλο πιεστήριο του ίδιου μεγέθους και κατασκευής στήθηκε στα κεντρικά γραφεία από έναν αδελφό και βοηθούς στο Μπέθελ μόνο μέσα σε τρεις εβδομάδες.
Οι αδελφοί στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας ήταν αφοσιωμένοι στη δουλειά τους. Έμαθαν και προτού περάσει πολύς καιρός έφτιαχναν καλά βιβλία. Στην αρχή μπορούσαν να δένουν μόνο 2.000 τη μέρα. Το 1927, όμως, έβγαζαν 10.000 ως 12.000 βιβλία καθημερινά.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΣΗΝΤΑΡ ΠΟΪΝΤ
Η Εταιρία δεν λειτουργούσε πολύ καιρό το τυπογραφικό εργοστάσιο της οδού Κόνκορντ στο Μπρούκλυν, όταν ο λαός του Θεού συγκεντρώθηκε για μια διεθνή συνέλευση στις 5-13 Σεπτεμβρίου 1922. Ο τόπος; Το Σήνταρ Πόιντ του Οχάιο, το μέρος της γενικής συνελεύσεως των Σπουδαστών της Γραφής το 1919. Είχε γίνει αύξηση στα ενδιάμεσα τρία χρόνια. Στη συνέλευση του 1922 ήρθαν αντιπρόσωποι από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά και την Ευρώπη. Ο μέσος όρος των παρόντων καθημερινά ήταν 10.000, με παρόντες την Κυριακή μεταξύ 13.000 και 20.000. Βαπτίστηκαν 361. Εγίνονταν συναθροίσεις ταυτόχρονα στ’ Αγγλικά και σε ξένες γλώσσες, και μερικές φορές διεξάγονταν συγχρόνως σε έντεκα γλώσσες.
Φανταστείτε τον εαυτό σας στο Σήνταρ Πόιντ γι’ αυτή την πνευματικά απολαυστική συνέλευση. Προσέξτε τα μεγάλα πανώ, τα μικρά ξύλινα σήματα στα δέντρα και τις άσπρες κάρτες σε κοντάρια και αλλού. Όλα φέρνουν τα γράμματα «Δ Φ Μ.» Καθένας έδινε τη δική του ερμηνεία για τη σημασία τους.
Η αδημονία κράτησε μέχρι την Παρασκευή, 8 Σεπτεμβρίου, γνωστή σαν «Η Ημέρα.» Ο Δικαστής Ρόδερφορδ τότε μίλησε για «Τη Βασιλεία.» Ο Τ. Τζ. Σάλλιβαν παρατήρησε: «Όσοι είχαν το προνόμιο να παρακολουθήσουν εκείνη τη συνέλευση μπορούν ακόμη και τώρα να φέρουν μπρος στα μάτια τους τη σοβαρότητα του αδελφού Ρόδερφορδ, όταν είπε στους λίγους ανήσυχους ανθρώπους που περιφέρονταν λόγω της έντονης ζέστης να ‘ΚΑΘΙΣΟΥΝ’ και ν’ ‘ΑΚΟΥΣΟΥΝ’ την ομιλία πάση θυσία.» Μεταξύ άλλων, ο αδελφός Ρόδερφορδ μίλησε για το τέλος των καιρών των Εθνών το 1914 και παρέθεσε τη βλάσφημη δήλωση των Εκκλησιών του Ομοσπονδιακού Συμβουλίου που χαιρέτιζε την Κοινωνία των Εθνών σαν την «πολιτική έκφραση της βασιλείας του Θεού στη γη.» Φανταστείτε τον εαυτό σας σ’ εκείνο το ακροατήριο καθώς ο Ρόδερφορδ πλησιάζει στο δραματικό τέλος της ομιλίας του. Ακούτε εντατικά καθώς λέει:
«. . . Από το 1914 ο Βασιλιάς της δόξας έχει αναλάβει τη δύναμή του και βασιλεύει. Έχει καθαρίσει τα χείλια της τάξεως του ναού και τους στέλνει με το άγγελμα. Ό,τι και να πούμε για τη σπουδαιότητα του αγγέλματος της βασιλείας θα είναι λίγο. Είναι το άγγελμα των αγγελμάτων. Είναι το πιο επείγον άγγελμα. Είναι χρέος των δούλων του Κυρίου να το διακηρύξουν. Η βασιλεία των ουρανών έφτασε· ο Βασιλιάς βασιλεύει· η αυτοκρατορία του Σατανά καταρρέει· εκατομμύρια που ζουν τώρα δεν θα πεθάνουν ποτέ.
«Το πιστεύετε; . . .
«Τότε εμπρός στον αγρό, εσείς γιοι του Υψίστου Θεού! Φορέστε την πανοπλία σας! Να είστε άγρυπνοι, να είστε δραστήριοι, να είστε γενναίοι. Να είστε πιστοί και αληθινοί Μάρτυρες του Κυρίου. Πηγαίνετε μπροστά στη μάχη μέχρι που κάθε απομεινάρι της Βαβυλώνας θα μείνει έρημο. Διακηρύξτε το άγγελμα σ’ όλα τα μήκη και πλάτη. Ο κόσμος πρέπει να γνωρίσει ότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός και ότι ο Ιησούς Χριστός είναι Βασιλιάς βασιλέων και Κύριος κυρίων. Αυτή είναι η ημέρα των ημερών. Δείτε, ο Βασιλιάς βασιλεύει! Εσείς είστε οι διαφημιστές του. Γι’ αυτό διαφημίστε, διαφημίστε, διαφημίστε τον Βασιλιά και τη βασιλεία του.»
Εκείνη ακριβώς τη στιγμή ξετυλίγεται ένα τρίχρωμο πανώ 10 μέτρα μάκρος πάνω από το βήμα του ομιλητή. Στο κέντρο φαίνεται μια μεγάλη εικόνα του Χριστού και οι λέξεις «Διαφημίστε τον Βασιλιά και τη Βασιλεία.» Τώρα είναι ξεκάθαρο. Τα αινιγματικά γράμματα «Δ Φ Μ» σημαίνουν «ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΕ.» Διαφημίστε τι; «Διαφημίστε τον Βασιλιά και τη Βασιλεία»! «Μπορείτε να φανταστείτε τον ενθουσιασμό,» λέει ο Γεώργιος Δ. Γάνγκας, «τη χαρά και τη συγκίνηση των αδελφών. Ποτέ δεν είχε ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο στη ζωή τους. . . Ήταν κάτι που γράφτηκε ανεξίτηλα στο μυαλό μου και στην καρδιά μου, που δεν θα ξεχάσω ποτέ όσο ζω.» Ο Σ. Τζέιμς Γούντγουωρθ, τότε δεκαεξάχρονο αγόρι στην ορχήστρα της συνελεύσεως, θυμάται: «Αυτή ήταν μια δραματική στιγμή. Πώς χειροκροτούσε το ακροατήριο! Ο ηλικιωμένος αδελφός Πφάνεμπεκερ κυμάτιζε το βιολί του πάνω από το κεφάλι του και γυρίζοντας σε μένα είπε δυνατά: ‘Α, βέβαια! Και το κάνουμε τώρα, έτσι δεν είναι;’»
ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΟΙ ΝΑ ΔΙΑΦΗΜΙΣΟΥΝ ΤΗ ΒΑΣΙΛΕΙΑ
Και το έκαναν! Πραγματικά, οι δούλοι του Θεού το κάνουν από τότε. Θαρραλέα εξακολουθούν να διαφημίζουν τον Βασιλιά και τη Βασιλεία. Όταν οι Σπουδαστές της Γραφής έφυγαν από το Σήνταρ Πόιντ ήταν γεμάτοι από ενθουσιασμό για το έργο κηρύγματος που βρισκόταν μπροστά τους. «Τα λόγια δεν μπορούν να περιγράψουν το αίσθημα του να προχωρήσουμε μπροστά, να γυρίσουμε στα σπίτια μας και να αρχίσουμε να διαφημίζουμε,» δηλώνει η Όρα Χέτζελ. Η αδελφή Τζέιμς Γ. Μπένεκωφ προσθέτει: «Ήμασταν ξεσηκωμένοι να ‘διαφημίσουμε, να διαφημίσουμε, να διαφημίσουμε τον Βασιλιά και τη βασιλεία του’—Ναι, με περισσότερο ζήλο και αγάπη στην καρδιά μας απ’ όσο ποτέ προηγουμένως.»
Γι’ αυτό το ζήτημα σ’ όσους παρακολούθησαν τη συνέλευση δόθηκε ευκαιρία να διαφημίσουν τον Βασιλιά προτού φύγουν από το Σήνταρ Πόιντ. Η Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου ήταν «Ημέρα Υπηρεσίας.» Εκατοντάδες αυτοκίνητα χρησιμοποιήθηκαν, το καθένα μεταφέροντας πέντε ή περισσότερους επιβάτες και ένα καλό απόθεμα Βιβλικών εντύπων, όλα έτοιμα να διαφημίσουν τον Βασιλιά και τη Βασιλεία στην υπηρεσία αγρού. «Η κάρτα μου ‘Οδηγίες στους Εργάτες’ είχε αριθμό 144», λέει ο Ντουάιτ Τ. Κένυον. «Η κάρτα μου έγραφε: Τα αυτοκίνητα θα σταθούν στη σειρά κατά μήκος της λίμνης μπροστά (από το Σήνταρ Πόιντ) στις 6:30 π.μ. ακριβώς. Ο αριθμός του αυτοκινήτου σας είναι 215. Ο αριθμός εργάτη είναι 5. . .’ Ήμουν σε μια ομάδα από επτά. Πήγαμε με ένα αυτοκίνητο που το οδηγούσαν δύο βιβλιοπώλες. Ο διορισμός μας ήταν το Μίλαν του Οχάιο, μερικά μίλια μακριά. Θυμάμαι ότι ο αδελφός Ρόδερφορδ ήταν σ’ εκείνο το ραντεβού τόσο πρωί για να μας χαιρετήσει.»
Ναι, ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ ήταν εκεί για να ‘τους χαιρετήσει.’ Αλλά ήταν κάτι παραπάνω απ’ αυτό. «Ο αδελφός Ρόδερφορδ ήταν στο πρώτο αυτοκίνητο που ξεκίνησε εκείνο το πρωινό,» παρατηρεί η Σάρα Σ. Κέλιν. Ο Τζων Φέντον Μίκυ προσθέτει: «Το αυτοκίνητο του αδελφού Ρόδερφορδ ήταν το πρώτο. Είχε προσκαλέσει τη σύζυγό μου και μένα, την αδελφή της Κλάρα Μάυερς και τον Ρίτσαρντ Τζόνσον με τη σύζυγό του. Δεν μπόρεσα να πάω επειδή η μικρή μας κόρη είχε αρρωστήσει. . . Λοιπόν, η περιοχή για το πρώτο αυτοκίνητο ήταν ο δρόμος ανάμεσα στο Σήνταρ Πόιντ και το Σαντάσκυ, στο Οχάιο. Ο αδελφός Ρόδερφορδ ανέλαβε το πρώτο σπίτι, η Κλάρα Μάυερς το επόμενο και ούτω καθεξής μέχρι που τελείωσε η υπηρεσία και επέστρεψαν στη συνέλευση.»
ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΝΟΜΕΝΟΙ ΣΕ ΚΑΛΕΣΜΑΤΑ ΓΙΑ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Οι δούλοι του Ιεχωβά τα περασμένα χρόνια είχαν κάνει λίγο έργο από σπίτι σε σπίτι. Τώρα, όμως, αυτό το έργο επιταχύνθηκε. Μετά τον Οκτώβριο του 1922 το κήρυγμα από πόρτα σε πόρτα διευκολύνθηκε κατά μεγάλο μέρος μέσω των πληροφοριών που παρουσιάζονταν στο μηνιαίο φύλλο οδηγιών για υπηρεσία, στο «Δελτίον».
Οι συναθροίσεις των Σπουδαστών της Γραφής συνέχιζαν να προμηθεύουν πλούσια πνευματική τροφή. Ομαδικές μελέτες της «Σκοπιάς» πρωτοοργανώθηκαν το 1922. Τυπώθηκαν ερωτήσεις για βοήθημα στη μελέτη. Οι Χριστιανικές συναθροίσεις επίσης συμβάδιζαν με την αυξανόμενη έμφαση στην υπηρεσία αγρού. Ιδιαίτερα επηρεάστηκε η μεσοβδομαδιαία Συνάθροιση για Προσευχή, Αίνο και Μαρτυρία. Για πολύ καιρό ήταν μια ευκαιρία να ψάλλουν ύμνους, να δώσουν μαρτυρίες και να προσευχηθούν. Αλλά στις αρχές της δεκαετίας του 1920 επήλθε μια αλλαγή που ήταν συνδεδεμένη με τη διακήρυξη της Βασιλείας από σπίτι σε σπίτι. Σχετικά μ’ αυτό, ο Τζέιμς Γκάρντνερ γράφει: «Μια σημαντική πρόοδος άρχισε την 1η Μαΐου 1923. Η πρώτη Τρίτη κάθε μήνα ήταν καθορισμένη σαν Ημέρα Υπηρεσίας, για να δώσει τη δυνατότητα στους εργάτες τάξεως ν’ ασχοληθούν στην υπηρεσία αγρού με το διορισμένο από την Εταιρία Διευθυντή. Σαν κίνητρο γι’ αυτό το έργο και για περαιτέρω ενθάρρυνση των αδελφών, διευθετήθηκε έτσι ώστε από τότε και μπρος οι εκκλησιαστικές συναθροίσεις προσευχής που θα διεξάγονται κάθε Τετάρτη βράδυ επρόκειτο να αφιερώνουν το μισό πρόγραμμα σε σχετικές αφηγήσεις από πείρες στο έργο του αγρού.» Ο Τ. Χ. Σήμπενλιστ προσθέτει: «Η συνάθροιση το βράδυ της Τετάρτης περιέλαβε αργότερα την εξέταση του τυπωμένου φύλλου υπηρεσίας αγρού της Εταιρίας, του ‘Δελτίου’. Έτσι, όταν η υπηρεσία αγρού άρχισε να τονίζεται, η ομάδα [εκκλησία] του Σάτακ της Οκλαχόμα ασχολήθηκε στο έργο κηρύγματος και απομνημόνευσε τις μαρτυρίες όπως παρουσιάζονταν στο ‘Δελτίον.’»
Επίσης το 1923 η Εταιρία άρχισε να ξεχωρίζει μερικές Κυριακές το χρόνο για μια «παγκόσμια μαρτυρία.» Αυτό περιλάμβανε μια ενωμένη προσπάθεια να γίνονται ταυτόχρονες δημόσιες συναθροίσεις σε όλη τη γη. Όλοι οι Σπουδαστές της Γραφής ενθαρρύνονταν να διαφημίζουν διαλέξεις όπως «Η Αυτοκρατορία του Σατανά Καταρρέει—Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα δεν θα Πεθάνουν Ποτέ.»
Στις αρχές του 1927 στις Ηνωμένες Πολιτείες το έργο διανομής βιβλίων και βιβλιαρίων από σπίτι σε σπίτι με συνεισφορά άρχισε να διεξάγεται κάθε Κυριακή. «Μερικοί αναρωτιόνταν πώς θα πήγαινε, γνωρίζοντας ότι ο κόσμος ήταν εναντίον μας,» σχολιάζει ο Τζέιμς Γκάρντνερ, προσθέτοντας: «Πραγματικά ξεσήκωσε ένα κύμα διωγμού σε μερικά μέρη. Αλλά ήταν μια κλήση από τον ‘πιστό και φρόνιμο δούλο’, έτσι γιατί να διστάζαμε; Πόσο χαρούμενα ξεκινήσαμε και ενώ μερικοί παραπονούνταν ότι ‘γυρνούσαμε τις Κυριακές με βιβλία’ και ούτω καθεξής, σύντομα είδαμε ότι ο Ιεχωβά κατηύθυνε το λαό του σ’ όλο τον κόσμο. Ακόμη και σήμερα, η Κυριακή είναι καλή μέρα για να βγούμε στο έργο και το κάνουμε αυτό αδιάκοπα.»
ΣΤΙΣ ΠΟΡΤΕΣ
Θα θέλατε να συνοδεύσετε μερικούς κήρυκες της Βασιλείας στο έργο τους κηρύγματος από σπίτι σε σπίτι στο παρελθόν; Εξηγώντας τη δραστηριότητα, η Μυρτλ Στρέιν λέει: «Κυρίως εξηγούσαμε τι περιείχαν τα βιβλία και χρησιμοποιούσαμε και αρκετές τεχνικές πωλήσεων επίσης. Συχνά, όμως, μας προσκαλούσαν μέσα στα σπίτια και τότε, όταν ο οικοδεσπότης έδειχνε ενδιαφέρον, του εξηγούσαμε περιληπτικά όλο το σκοπό του Θεού, αρχίζοντας με την πτώση του Αδάμ και συνεχίζοντας μέχρι την αποκατάσταση του ανθρώπου. Μερικές φορές μέναμε μία ώρα περίπου σ’ ένα σπίτι.»
«Εκείνες οι πρώτες μέρες της συναναστροφής με το λαό του Ιεχωβά είναι γεμάτες με πολλές αλησμόνητες αναμνήσεις,» παρατηρεί η Μάρθα Χολμς. «Θυμάμαι τη μικρή ομάδα μας των πέντε που εργαζόμασταν στις απόμακρες πόλεις στην περιοχή Ντε Μουάν της Αϊόβα. Πολλές φορές φεύγαμε προτού χαράξει και μέναμε μέχρι να σκοτεινιάσει. Εκείνες τις μέρες το αυτοκίνητό μας δεν είχε σκληρή σκεπή ούτε αιρ-κοντίσιον, καλοριφέρ ή άλλες από τις σημερινές ευκολίες. Τον περισσότερο καιρό έπρεπε να οδηγούμε σε χωματόδρομους. Κολλάγαμε στη λάσπη και έπρεπε να σπρώχνουμε σανίδες κάτω από τις ρόδες για να ξεκινήσουμε πάλι. Το αυτοκίνητό μας είχε κουμπωτά πλαϊνά που τα βάζαμε όταν έβρεχε ή χιόνιζε. Παίρναμε φαγητό μαζί και το τρώγαμε στο κρύο αυτοκίνητο. Μια μέρα, αφού είχαμε περάσει πολλές ώρες στο έργο στο Νιούτον της Αϊόβα, περίπου τριάντα μίλια από τη Ντε Μουάν ξέσπασε μια σφοδρή ανεμοθύελλα. Ήταν δύσκολο να κρατήσουμε το αυτοκίνητο στο δρόμο, επειδή οι άνεμοι ήταν θυελλώδεις. Επιπλέον, η μουσαμαδένια σκεπή είχε πέσει πίσω και τιναζόταν από τον αέρα. Τελικά καταφέραμε να γυρίσουμε στη Ντε Μουάν όλοι μας βρεγμένοι ως το κόκκαλο. Είμαι απολύτως σίγουρη ότι όσοι μας έβλεπαν θα σκέπτονταν, ‘Τι τρελοί άνθρωποι!’»
Συχνά οι προσπάθειές τους ανταμείβονταν με ωραία αποτελέσματα όμως. Για παράδειγμα, η Τζούλια Γουίλκοξ δεν μπορεί να ξεχάσει μια μέρα στη δεκαετία του 1920 όταν ήταν μια καινούργια ευαγγελιζόμενη και κήρυττε μόνη της από σπίτι σε σπίτι στην Ουάσινγκτον της Βόρειας Καρολίνας. Συνάντησε μια γυναίκα που έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το βιβλιάριο της Εταιρίας «Μιλώντας με τους Νεκρούς» και δέχτηκε μερικά έντυπα. Η αδελφή Γουίλκοξ αφηγείται:
«Επειδή δεν ήθελα να την απασχολήσω πολύ, ξεκίνησα να φύγω, αλλά δεν με άφηνε να φύγω. Να η ιστορία της:
«‘Ξέρω ότι ο Κύριος σ’ έστειλε εδώ σήμερα. Είσαι η απάντηση στις προσευχές μας. Η μητέρα μου κι εγώ προσευχόμασταν να μας οδηγήσει ο Θεός στο φως. Ήμασταν μέλη της Μεθοδιστικής Εκκλησίας όλη μας τη ζωή, αλλά πρόσφατα σταματήσαμε να πηγαίνουμε στην εκκλησία επειδή δεν μαθαίνουμε τίποτα εκεί. Το μόνο που ακούμε είναι για χρήματα, χρήματα και πάλι χρήματα. Τις προάλλες η μητέρα μου είδε μια διαφήμιση σ’ ένα περιοδικό που διαφήμιζε ένα βιβλίο για τον «πνευματισμό» και έλεγε για το πώς θα μπορούσε κάποιος να μιλήσει απ’ ευθείας στον Θεό. Μου είπε να παραγγείλω το βιβλίο και να δω τι μπορούσαμε να μάθουμε απ’ αυτό. Λοιπόν, έχω γράψει το γράμμα για την παραγγελία του βιβλίου, αλλά για κάποιο λόγο ξέχασα να το ταχυδρομήσω. (Εκείνο το γράμμα δεν ταχυδρομήθηκε ποτέ.) Τώρα θα διαβάσω αυτά τα βιβλία που πήρα από σένα πρώτα και όταν έρθει η μητέρα να μείνει μαζί μου πάλι, θα τα διαβάσει κι εκείνη. Μου υπόσχεσαι σε παρακαλώ, ότι θα ξανάρθεις να μας δεις πάλι σύντομα;’
«Φυσικά υποσχέθηκα. Αυτή ήταν η πρώτη μου επανεπίσκεψη. Το έργο των επανεπισκέψεων δεν ενθαρρυνόταν τότε. Τονιζόταν η κάλυψη του τομέα και η διάθεση εντύπων. Εν πάση περιπτώσει, ξαναπήγα όπως είχα υποσχεθεί, όταν η μητέρα της ήταν εκεί. Είχαν καταβροχθίσει τα έντυπα που άφησα στην πρώτη επίσκεψη και ήθελαν περισσότερα. Από τότε κι ύστερα δέχονταν κάθε έντυπο που εξέδιδε η Εταιρία. . . Μου φέρνει μεγάλη χαρά να μπορώ να αναφέρω ότι η αδελφή (Σοφία) Κάρτυ, η πρώτη μου επανεπίσκεψη, ήταν πιστή στην υπηρεσία και στην παρακολούθηση των συναθροίσεων μέχρι το θάνατό της το 1963.»
ΟΙ ΕΠΤΑ ΑΓΓΕΛΟΙ ΣΑΛΠΙΖΟΥΝ
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920, οι δούλοι του Ιεχωβά ήταν πολυάσχολοι στη διαφήμιση του Βασιλιά και της Βασιλείας, με ωραία αποτελέσματα. Επιπλέον, αν και ο λαός του Θεού δεν το καταλάβαινε εκείνο τον καιρό, τότε περιλήφθηκε στη συγκινητική εκπλήρωση των προφητειών της Αποκαλύψεως. Καθώς οι επτά άγγελοι σάλπιζαν, οι αληθινοί Χριστιανοί έπαιρναν μέρος στα δραματικά γεγονότα της γης και συνεχίζουν να συμμετέχουν σ’ αυτά μέχρι σήμερα.—Αποκάλυψις 8:1-9:21· 11:15-19.
Από τον καιρό που ‘σάλπισε ο πρώτος άγγελος’, ο Χριστιανικός κόσμος έχει χτυπηθεί από ένα συμβολικό καταστροφικό χαλάζι, δηλαδή από σκληρές αποκαλύψεις βασισμένες στη Βιβλική αλήθεια. (Αποκ. 8:7) Όλα άρχισαν στη συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής στο Σήνταρ Πόιντ τον Σεπτέμβριο του 1922. Εκεί ο λαός του Θεού με ενθουσιασμό υιοθέτησε μια απόφαση με τίτλο «Μία Πρόκλησις.» Εξέθετε θαρραλέα την απιστία του κλήρου στον Θεό με το να πάρει μέρος στον πόλεμο και μετά απ’ αυτό να απαρνηθεί τη Μεσσιανική Του βασιλεία, υποστηρίζοντας ότι η Κοινωνία των Εθνών ήταν η πολιτική έκφραση αυτής της βασιλείας. Εκείνο τον Οκτώβριο του 1922, 45.000.000 αντίτυπα της αποφάσεως και βοηθητικής ύλης άρχισαν να διανέμονται σ’ όλη τη γη. Από τότε κι έπειτα έχει ξεσκεπαστεί ο ψεύτικος ισχυρισμός του Χριστιανικού κόσμου (του Καθολικού και Προτεσταντικού κλήρου και των εκκλησιαστικών μελών τους) ότι είναι αληθινοί ακόλουθοι του Ιησού Χριστού.
Κάτω από την κατεύθυνση του ‘δεύτερου αγγελικού σαλπιγκτή’, οι Σπουδαστές της Γραφής διεξήγαγαν μια συνέλευση στην περιοχή του Λος Άντζελες της Καλιφόρνιας στις 18-26 Αυγούστου του 1923. Εκεί οι παρόντες ενέκριναν την ιστορική απόφαση με τίτλο «Μία Προειδοποίησις.» Αυτή εξέθετε την αποτυχία του κλήρου του Χριστιανικού κόσμου να βοηθήσει στη διακήρυξη του αγγέλματος της Βασιλείας και έκανε έκκληση στα άτομα με διάθεση προβάτου να στραφούν όχι στην υποστηριζόμενη από τον κλήρο Κοινωνία των Εθνών, αλλά στη βασιλεία του Θεού σαν τη «μόνη θεραπεία για τις εθνικές και ατομικές αρρώστιες.» Η αποτυχία του κλήρου απ’ αυτή την άποψη ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στην εμφάνιση ριζοσπαστικών, επαναστατικών στοιχείων, που εξεικονίζονται από την ανήσυχη «θάλασσα.» Αλλά ούτε αυτά τα ριζοσπαστικά στοιχεία δεν μπορούν να δώσουν ζωή στο ανθρώπινο γένος, όπως δεν μπορεί να το πετύχει αυτό και το αίμα του ανθρώπου που χύνεται. Τον Δεκέμβριο του 1923 άρχισε να τυπώνεται το φυλλάδιο «Διακήρυξη—Μία Προειδοποίησις προς Όλους τους Χριστιανούς,» το οποίο περιείχε την απόφαση της συνελεύσεως. Εκτός από τα εκατομμύρια των αντιτύπων που εκδόθηκαν στο εξωτερικό, 13.478.400 τυπώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η μαζική διανομή αυτής της Διακηρύξεως ήταν μόνο η αρχή. Μέχρι σήμερα, οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού έχουν κάνει πολλές διακηρύξεις υποστηρίζοντας τη βασιλεία του Θεού.—Αποκ. 8:8, 9.
Όταν ‘σάλπισε ο τρίτος άγγελος’, το ένα τρίτο των υδάτων μετατράπηκε σε αψιθιά. (Αποκ. 8:10, 11) Είναι αξιοσημείωτο ότι στη συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής στις 20-27 Ιουλίου 1924, στο Κολόμπους του Οχάιο, ο λαός του Θεού με ενθουσιασμό υιοθέτησε μια απόφαση με τον τίτλο «Κατηγορία.» Εξέθετε τις ψευδείς και δυσφημιστικές για τον Θεό διδασκαλίες που δίδασκε ο αποστάτης κλήρος του Χριστιανικού κόσμου και έδειχνε τη θανατηφόρο πορεία στην οποία οδηγούσαν τους ανθρώπους αυτός και οι πολιτικοί του σύντροφοι. Πραγματικά, οι κληρικοί ανάγκαζαν τους ανθρώπους να πιουν κάτι πικρό σαν αψιθιά που θα κατέληγε στον πνευματικό τους θάνατο και στην τελική καταστροφή τους. Η απόφαση της συνελεύσεως συμπεριλήφθηκε στο φυλλάδιο με τίτλο «Εκκλησιαστικοί Καταγγελόμενοι,» 13.545.000 αντίτυπα του οποίου τυπώθηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εκατομμύρια περισσότερα σε ξένες γλώσσες εκδόθηκαν στο εξωτερικό. Με τον καιρό, διανεμήθηκαν 50.000.000 αντίτυπα. Η Κατηγορία δημοσιεύτηκε επίσης στη «Σκοπιά». Πάλι, αυτή ήταν μόνο η αρχή. Με το ραδιόφωνο, τα βιβλία, τα βιβλιάρια, τα περιοδικά και τις προφορικές μαρτυρίες οι δούλοι του Ιεχωβά συνέχισαν να τονίζουν ότι οι διδασκαλίες του Χριστιανικού κλήρου δεν είναι ύδατα ζωής, αλλά οδηγούν στο θάνατο.
Ήρθε το έτος 1925 και ‘ο τέταρτος σαλπιγκτής’ πήρε θέση για δράση. Η σάλπιγγά του ήχησε και το ένα τρίτο του ήλιου, του φεγγαριού και των άστρων χτυπήθηκε και σκοτείνιασε. (Αποκ. 8:12) Στη διάρκεια μιας συνελεύσεως στην περιοχή Ινδιανάπολη της Ινδιάνα στις 24-31 Αυγούστου του 1925, οι δούλοι του Ιεχωβά ενέκριναν εγκάρδια μια απόφαση με τον τίτλο «Άγγελμα Ελπίδος.» Έκανε στοργικές δηλώσεις αλλά επίσης έδειχνε ότι οι άνθρωποι είχαν πέσει σε σκοτάδι στο Χριστιανικό κόσμο, ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι το πνευματικό φως του κόσμου. Εκτός από τη δημοσίευση της αποφάσεως στη «Σκοπιά» και στον «Χρυσούν Αιώνα», τελικά πολλά εκατομμύρια αντίτυπα σε τύπο φυλλαδίου κυκλοφόρησαν σε διάφορες γλώσσες. Έτσι οι άνθρωποι πληροφορήθηκαν ότι ο Χριστιανικός κόσμος δεν απολάμβανε το φως της ουράνιας αλήθειας και θεία χάρη.
Η επίθεση των συμβολικών ακρίδων αναγγέλθηκε όταν ‘ο πέμπτος άγγελος εσάλπισε’ την άνοιξη του 1926. (Αποκ. 9:1-11) Στις 25-31 Μαΐου εκείνου του έτους οι Σπουδαστές της Γραφής έκαναν μια διεθνή συνέλευση στο Λονδίνο στην Αγγλία. Εκεί υιοθέτησαν ολοκάρδια μια απόφαση με τίτλο «Μια Μαρτυρία στους Κυβερνήτες του Κόσμου.» Αυτή και η βοηθητική δημόσια ομιλία «Γιατί οι Παγκόσμιες Δυνάμεις Κλονίζονται—Η Θεραπεία,» που δόθηκαν την Κυριακή 30 Μαΐου από τον αδελφό Ρόδερφορδ προς ένα τεράστιο ακροατήριο στο Ρόγιαλ Άλμπερτ Χωλ, εξέθεταν τη Σατανική προέλευση της Κοινωνίας των Εθνών και τόνιζαν την αποτυχία του κλήρου να υποστηρίξει τη Μεσσιανική βασιλεία του Θεού. Οι ίδιες πληροφορίες παρουσιάστηκαν στο νέο βιβλίο «Απελευθέρωσις» και στο βιβλιάριο «Σημαία για τους Λαούς». Τη Δευτέρα το πρωί η «Ντέιλυ Νιουζ» του Λονδίνου αφιέρωσε μια ολόκληρη σελίδα στην απόφαση και μια περίληψη της δημόσιας ομιλίας της Κυριακής, μαζί με μια διαφήμιση της ομιλίας του Ρόδερφορδ για το βράδυ της Δευτέρας. Ο χώρος στην εφημερίδα είχε αγοραστεί για ένα σεβαστό ποσό και ένα εκατομμύριο ή περισσότερα αντίτυπα αυτής της εκδόσεως έφτασαν στο κοινό.
Με τον καιρό, περίπου 50.000.000 αντίτυπα της αποφάσεως «Μια Μαρτυρία» διαδόθηκαν σ’ όλη τη γη σε τύπο φυλλαδίου σε πολλές γλώσσες. Αυτό το ξεσκέπασμα των ανθρωπίνων μηχανορραφιών εναντίον της βασιλείας του Θεού στο όνομα της θρησκείας πονούσε σαν το τσίμπημα από την ουρά ενός σκορπιού και συνεχίζει να πονάει.
Όταν ‘ο έκτος άγγελος εσάλπισε’, τέσσερις συμβολικοί άγγελοι λύθηκαν και 200.000.000 άλογα ξεκίνησαν «να σκοτώσουν ένα τρίτο των ανθρώπων.» Εκείνα τα «άλογα» εξεικονίζουν τα μέσα διαφημίσεως ενός τρομακτικού αγγέλματος κρίσεως. Ιδιαίτερα μέσω της έντυπης ύλης. Η δράση άρχισε μ’ ένα αξιοσημείωτο γεγονός το 1927—μια διεθνή συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής στο Τορόντο του Οντάριο στον Καναδά. (Αποκ. 9:13-19) Εκεί στο Κολοσσαίο την Κυριακή, 24 Ιουλίου, περίπου 15.000 άτομα άκουσαν τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ να διαβάζει μια απόφαση απευθυνόμενη «Στους Λαούς του Χριστιανικού κόσμου,» ο οποίος αποτελεί περίπου το ένα τρίτο του ανθρωπίνου γένους. Προέτρεψε έντονα τους ειλικρινείς ανθρώπους να εγκαταλείψουν το Χριστιανικό κόσμο, έτσι ώστε να μην καταστραφούν μαζί του. Οι άνθρωποι παρακινήθηκαν να προσφέρουν την αφιέρωση της καρδιάς τους και την υποταγή τους ολοκληρωτικά στον Ιεχωβά Θεό και στον Βασιλιά και τη βασιλεία του. Στο τέλος της βοηθητικής ομιλίας του Ρόδερφορδ «Ελευθερία για τους Λαούς,» μια θύελλα από ναι ξέσπασε από τους παρόντες, καθώς σηκώθηκαν και διά βοής ενέκριναν την απόφαση. Εκατομμύρια άτομα άκουσαν το πρόγραμμα από το ραδιόφωνο από μια διεθνή αλυσίδα πενήντα τριών σταθμών, το μεγαλύτερο δίκτυο εκείνο τον καιρό. «Γιγαντιαία ραδιοφωνική αλυσίδα ακούει τον Ρόδερφορδ,» δήλωνε η «Γουώρντ» της Νέας Υόρκης τη Δευτέρα 25 Ιουλίου 1927. «Το πιο μεγάλο δίκτυο ραδιοφωνικών σταθμών μεταδίδει σε όλα τα μέρη του κόσμου ομιλία που καταδικάζει τον οργανωμένο κλήρο.»
Τι πόνο πρέπει να αισθάνθηκαν οι υποστηρικτές του Χριστιανικού κόσμου κάτω από τις πύρινες δηλώσεις εκείνης της συνταρακτικής αποφάσεως. Αυτή και η δημόσια ομιλία που τη συνόδευε δημοσιεύτηκαν στο βιβλιάριο «Ελευθερία για τους Λαούς». Με τον καιρό εκατομμύρια αντίτυπα διατέθηκαν στα χέρια του κοινού λαού και των ηγετών. Έτσι εκατομμύρια συμβολικών αλόγων άρχισαν να κάνουν επίθεση κατά του Χριστιανικού κόσμου, ενεργώντας έτσι κάτω από τον έλεγχο του χρισμένου υπολοίπου, των «τεσσάρων αγγέλων.» Στο πέρασμα των χρόνων, τέτοιες Χριστιανικές εκδόσεις έχουν παραχθεί κατά εκατοντάδες εκατομμύρια και χιλιάδες άτομα έχουν ανταποκριθεί ευνοϊκά, εγκαταλείποντας τη Βαβυλώνα τη Μεγάλη, την παγκόσμια αυτοκρατορία της ψεύτικης θρησκείας.—Αποκ. 9:13-19· 18:2, 4, 5.
Συναρπαστικά γεγονότα συνέβηκαν όταν ‘ο έβδομος άγγελος εσάλπισε’. «Έγιναν φωναί μεγάλαι εν τω ουρανώ λέγουσαι, Αι βασιλείαι του κόσμου έγειναν του Κυρίου ημών, και του Χριστού αυτού, και θέλει βασιλεύσει εις τους αιώνας των αιώνων.» Μολονότι η βασιλεία πάνω στην ανθρωπότητα ανήκει δικαιωματικά στον Θεό, εντούτοις επέτρεψε από το 607 π. Χ. κι έπειτα αυτή η βασιλεία, η οποία ασκείτο από ένα χρισμένο απόγονο του Βασιλιά Δαβίδ, να διακοπεί για «επτά καιρούς» ή 2.520 έτη. Αυτή η περίοδος έληξε περίπου στις 4 με 5 Οκτωβρίου του 1914 μ.Χ. Οι άνθρωποι έπρεπε να μάθουν ότι μέσω της Μεσσιανικής βασιλείας που ιδρύθηκε τότε, ο Ιεχωβά κυβερνούσε σαν βασιλιάς, ότι σύντομα θα «διαφθείρει τους διαφθείροντας την γην» και ότι τα άτομα που φοβούνται το όνομα του θα συνεργάζονταν μαζί του στο να κάνουν τη γη παράδεισο.—Αποκ. 11:15-18.
Πότε θα διακηρύττονταν αυτά τα πράγματα παγκόσμια σαν το σάλπισμα του ‘έβδομου αγγέλου’; Εκείνη η παγκόσμια αναγγελία άρχισε το 1928, όταν οι Σπουδαστές της Γραφής συγκεντρώθηκαν σε συνέλευση στο Ντητρόιτ του Μίτσιγκαν, στις 30 Ιουλίου–6 Αυγούστου. Ειδικά αξιοσημείωτη ήταν η Κυριακή, 5 Αυγούστου, γιατί τότε οι παρόντες άκουσαν τη συνταρακτική απόφαση «Διακήρυξη Κατά του Σατανά και υπέρ του Ιεχωβά,» καθώς επίσης και τη συμπληρωματική δημόσια ομιλία του Ρόδερφορδ «Άρχων διά τους Λαούς.» Μεταξύ άλλων, εκείνη η απόφαση διακήρυττε ότι επειδή ο Σατανάς δεν θα εγκαταλείψει την άνομη διακυβέρνηση του πάνω στα έθνη και στους λαούς, ο Ιεχωβά, με εκτελεστικό του όργανο τον Ιησού Χριστό, θα δράσει εναντίον του Διαβόλου και των δυνάμεων του κακού, με αποτέλεσμα τον πλήρη περιορισμό του Σατανά και την ολοκληρωτική ανατροπή της οργανώσεώς του. Επιπλέον, τόνιζε ότι ο Θεός μέσω του Χριστού θα εγκαθιδρύσει δικαιοσύνη στη γη, θα απελευθερώσει το ανθρώπινο γένος από το κακό και θα φέρει αιώνιες ευλογίες σε όλα τα έθνη της γης. «Επομένως,» η απόφαση κατέληγε, «ο κατάλληλος καιρός έχει έρθει για όλους όσοι αγαπούν τη δικαιοσύνη να πάρουν τη θέση τους στο πλευρό του Ιεχωβά και να τον υπακούουν και να τον υπηρετούν με αγνή καρδιά, ώστε να λάβουν τις άπειρες ευλογίες τις οποίες ο Παντοδύναμος Θεός επιφυλλάσσει γι’ αυτούς.»
Εκθέσεις εκείνης της «Διακηρύξεως Κατά του Σατανά και Υπέρ του Ιεχωβά» και η συμπληρωματική δημόσια ομιλία δημοσιεύτηκαν στον «Χρυσούν Αιώνα» και στη «Σκοπιά». Επιπλέον, η απόφαση και η ομιλία κυκλοφόρησαν επίσης σε πολλές γλώσσες κατά εκατομμύρια, στο βιβλιάριο «Ο Φίλος των Λαών». Έτσι πριν από 50 και πάνω χρόνια διασαλπίστηκε ένα άγγελμα που υποστήριζε τη βασιλεία του Θεού μέσω του Ιησού Χριστού και σε πρόκληση της παγκόσμιας διακυβερνήσεως του Σατανά και των οργάνων του. Αλλά, με τον τύπο και τις δημόσιες ομιλίες, έχει ακουστεί σε όλη τη γη από τότε με αυξανόμενη ένταση καθώς οι δούλοι του Ιεχωβά μεταφέρουν συνεχώς το άγγελμα της βασιλείας του Θεού στους λαούς της γης.
ΕΝΑΣ ΠΡΩΤΟΠΟΡΟΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ ΥΨΩΝΕΙ ΤΗ ΦΩΝΗ ΤΟΥ
«Το Ραδιόφωνο Λέει στον Κόσμο ότι η Χιλιετία Έρχεται», δήλωνε η εφημερίδα «Ρέκορντ» της Φιλαδέλφειας της 17ης Απριλίου 1922 και συνέχιζε: «Η ομιλία του Δικαστή Ρόδερφορδ Μεταδόθηκε Ραδιοφωνικά από το Μετροπόλιταν Όπερα Χάουζ. Το Άγγελμα Μεταφέρεται σε Μεγάλες Αποστάσεις μέσω Τηλεφωνικής Συνδέσεως στο Σταθμό Χάουλετ.» Έτσι άρχιζε η είδηση μιας εφημερίδας για την πρώτη ραδιοφωνική ομιλία του Ι. Φ. Ρόδερφορδ, που δόθηκε την Κυριακή 16 Απριλίου 1922 στο Μετροπόλιταν Όπερα Χάουζ στη Φιλαδέλφεια της Πενσυλβανίας. Το θέμα; «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θέλουσι Αποθάνει». Το ορατό του ακροατήριο ήταν μόνο μια χούφτα συγκρινόμενο με τους περίπου 50.000 κατοίκους της Πενσυλβανίας, της Νέας Ιερσέης και Ντελαγουέαρ που άκουσαν την ομιλία στα πρωτόγονα ραδιόφωνά τους στα σπίτια τους.
Εκείνες ήταν οι πρώτες μέρες της ραδιοφωνικής επικοινωνίας. Στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1920 άρχισαν οι τακτικές ραδιοφωνικές εκπομπές από το σταθμό ΚΟΚΑ του Πίτσμπουργκ και τον WWJ του Ντητρόιτ, του Μίτσιγκαν. Μπορούσε κανείς ν’ αγοράσει ένα βιομηχανικό κρυσταλλικό σύστημα με ακουστικά, αλλά μόνο στη δεκαετία του 1930 παράγονταν ραδιόφωνα με ενσωματωμένα μεγάφωνα και κεραίες.
Οι δούλοι του Ιεχωβά στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ήταν σχετικά λίγοι σε αριθμό. Μέχρι το 1924 στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχαν, κατά μέσο όρο, μόνο 1.064 Σπουδαστές της Γραφής που κήρυτταν κάθε εβδομάδα από σπίτι σε σπίτι. Έτσι, στη διάρκεια εκείνης της περιόδου ο λαός του Θεού αναγνώρισε τα μελλοντικά αποτελέσματα του ραδιοφώνου και το θεώρησε ένα ωραίο μέσο για να φθάσει τις μάζες με το άγγελμα της Βασιλείας.
Το 1922 ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ και λίγοι σύμβουλοι πρώτα αγόρασαν περίπου 100 στρέμματα στο Στάτεν Άιλαντ στο Δήμο Ρίτσμοντ της Νέας Υόρκης. Μεταφέροντάς μας πίσω σ’ εκείνο τον ενδιαφέροντα καιρό, η Λόυντ Μπερτς κάποτε δήλωσε: «Ένα Σάββατο απόγευμα ο πρόεδρος της Εταιρίας αδελφός Ρόδερφορδ πήρε μερικούς από μας μαζί του στο Στάτεν Άιλαντ. Μόλις φτάσαμε στο κτήμα, έδειξε ένα σημείο στην καρδιά του δάσους στην περιοχή και είπε: ‘Εντάξει παιδιά. Από ‘δω πρέπει ν’ αρχίσουμε να σκάβουμε. Πρόκειται να χτίσουμε ένα ραδιοφωνικό σταθμό μέσα στο κτήμα μας.’ Και πράγματι σκάψαμε! Κάθε Σαββατοκύριακο στη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού σκάβαμε εκεί.» Όλο το χειμώνα και το καλοκαίρι του 1923 η κατασκευή συνεχιζόταν γρήγορα και πολλοί νέοι άνδρες από τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας στο Μπρούκλυν βοηθούσαν τα Σαββατοκύριακα.
Το 1923 ο Ραλφ Χ. Λέφλερ έδινε μαθήματα ραδιοφωνίας στο γυμνάσιο του Αλλάιανς στο Οχάιο. Μια μέρα πήρε ένα γράμμα από το γραφείο του προέδρου της Εταιρίας Σκοπιά. Έγραφε: «Επειδή μάθαμε ότι είστε δάσκαλος της ραδιοφωνίας. . . θα σκεπτόσαστε να αφιερώσετε όλο το χρόνο σας στην υπηρεσία του Κυρίου σ’ αυτόν τον τομέα;» Ο αδελφός Λέφλερ καθαρά είδε το χέρι του Ιεχωβά σ’ αυτό και δεν μπορούσε ν’ αρνηθεί να δεχτεί αυτή την ευκαιρία. Στα μέσα του Οκτωβρίου έφτασε στο Μπέθελ και η δουλειά που του δόθηκε ήταν να πλένει πιάτα! «Δεν είχα πλύνει αρκετά πιάτα στο στρατό; σκέφτηκα,» έγραψε αργότερα. «Τότε θυμήθηκα το εδάφιο: Δοκιμάζει εσάς Κύριος ο Θεός σας, διά να γνωρίση εάν αγαπάτε Κύριον τον Θεόν σας, εξ όλης της καρδίας σας, και εξ όλης της ψυχής σας.’ (Δευτ. 13:3) Ναι, αυτή είναι μια άλλη δοκιμασία, συμπέρανα.» Αλλά ένα μήνα αργότερα άρχισε να εργάζεται πάνω στις ραδιοφωνικές εγκαταστάσεις. «Βρήκαν ότι στην πόλη υπήρχε ένας σύνθετος ραδιοφωνικός πομπός 500 Βατ και τον αγόρασαν για τις ραδιοφωνικές εγκαταστάσεις», θυμάται ο αδελφός Λέφλερ. Αυτόν τον εγκατέστησε γρήγορα και όλα ήταν έτοιμα για την πρώτη ραδιοφωνική εκπομπή.
«Υπήρχε μεγάλη αγωνία», παραδέχεται ο αδελφός Λέφλερ. «Θα είχε επιτυχία η πρώτη εκπομπή; Θα μπορούσε να μας ακούσει κανείς; Είχαμε πάρει άδεια από την κυβέρνηση για τη ραδιοφωνική εκπομπή και τα κωδικά γράμματα που μας είχαν δώσει ήταν WBBR. Όλα τώρα ήταν έτοιμα για την πρώτη ραδιοφωνική εκπομπή. Αυτή έγινε το βράδυ της Κυριακής, 24 Φεβρουαρίου 1924. Ήταν προνόμιο μου να ανοίξω το διακόπτη για εκείνη την πρώτη εκπομπή και η εκπομπή άρχισε με την ελπίδα ότι όλα θα πήγαιναν καλά.»
Εκείνο το πρώτο πρόγραμμα από το WBBR συνεχίστηκε για δύο ώρες, από τις 8.30΄ μέχρι τις 10.30΄ μ.μ. Υπήρχε μουσική από πιάνο, ύμνοι και ενδιάμεσα το κύριο μέρος του προγράμματος, η ομιλία από τον πρόεδρο της Εταιρίας, τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ, πάνω στο θέμα «Το Ραδιόφωνο και η Θεία Προφητεία.» Κάθε βράδυ από τότε και μετά, από τις 8.30΄ ως τις 10.30΄ και τις Κυριακές από τις 3 ως τις 5 το απόγευμα, εκπέμπονταν προγράμματα με καλή μουσική και εκπαιδευτικές ομιλίες.
Παρουσιάστηκαν Βιβλικά δράματα μέσω του WBBR. Ο Μάξγουελ Γ. Φρεντ συμμετείχε σ’ αυτό. Είχε σπουδάσει τη δραματική τέχνη στο φημισμένο Σίτυ Θίατερ στη Ζυρίχη της Ελβετίας. Χρόνια αργότερα ο Ιεχωβά ευνόησε τον αδελφό Φρεντ με το απροσδόκητο προνόμιο παραγωγής και διευθύνσεως Βιβλικών δραμάτων και πραγματικών αναπαραστάσεων δικαστικών περιπτώσεων Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά από προκατειλημμένους και επηρεασμένους από τον κλήρο δικαστές και διώκτες στην Αμερική. Αυτά τα δράματα τους εξέθεταν σε δημόσια ντροπή και απάλλασσαν τους δούλους του Θεού. Οι εκπαιδευμένοι ηθοποιοί και μουσικοί που εργάζονταν σ’ αυτές τις παραστάσεις αποτελούσαν «Το Θέατρο του Βασιλιά».
Το 1928 στο Σάουθ Αμπόυ της Νέας Ιερσέης συνέλαβαν μερικούς από τους δούλους του Ιεχωβά επειδή κήρυτταν τα αγαθά νέα την Κυριακή. Αυτό σημείωσε την αρχή της δεκάχρονης «Μάχης της Νέας Ιερσέης». «Το Θέατρο του Βασιλιά» έπαιξε κάποιο ρόλο σ’ αυτό. Στη διάρκεια δικών αληθινών Χριστιανών συχνά οι τοπικοί δικαστές ήταν Καθολικοί που έδειχναν προκατάληψη στην αίθουσα του δικαστηρίου χρησιμοποιώντας άξεστη γλώσσα και ακόμη αποκάλυπταν ότι είχαν κληρικούς συνενόχους που ήθελαν να παραμείνουν στην αφάνεια. Οι δικαστικές διαδικασίες καταγράφονταν στενογραφικά. Εκπαιδευμένοι ηθοποιοί παρακολουθούσαν τις δίκες και μελετούσαν τη φωνή και το ύφος του δικαστή, του δημόσιου κατηγόρου και των υπολοίπων. Λίγες μέρες αργότερα «Το Θέατρο του Βασιλιά» αναπαρίστανε τις σκηνές της αίθουσας του δικαστηρίου με εκπληκτικό ρεαλισμό. Έτσι το ραδιόφωνο χρησιμοποιήθηκε για να εκθέσει τον εχθρό και τελικά οι δικαστές φοβήθηκαν τόσο επειδή η προσοχή είχε στραφεί πάνω τους, καθώς και στους παρασυρμένους αστυνομικούς και μηνυτές, που πολλοί έγιναν πιο πανούργοι στο χειρισμό υποθέσεων που αφορούσαν το λαό του Ιεχωβά.
Για τριάντα τρία περίπου χρόνια το WBBR έφερε δόξα στον Ιεχωβά και διέδωσε τη Βιβλική αλήθεια σε μεγάλη έκταση. Άρχισε να εκπέμπει μ’ έναν πομπό 500 Βατ. Τρία χρόνια αργότερα, αγοράστηκε ένας νέος πομπός 1.000 Βατ. Το 1947 η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών έδωσε στο WBBR άδεια ν’ αυξήσει την ισχύ του σε 5.000 Βατ, με την προϋπόθεση να μην παρεμβαίνει στους άλλους σταθμούς που λειτουργούσαν σε πολλά μέρη των Ηνωμένων Πολιτειών. Η εγκατάσταση ενός τριώροφου συστήματος κεραίας έλυσε αυτό το πρόβλημα και αυτή η διάταξη αύξησε την ισχύ των 5.000 Βατ σε περισσότερο από 25.000 Βατ προς τη Βορειοανατολική κατεύθυνση όπου υπήρχε ο περισσότερος πληθυσμός. Το WBBR ακουγόταν στη μητροπολιτική περιοχή της Νέας Υόρκης και στις γειτονικές πολιτείες της Νέας Ιερσέης και του Κοννέκτικατ. Όμως, πάρθηκαν γράμματα σχετικά με το πρόγραμμά του από την Αγγλία, την Αλάσκα, την Καλιφόρνια και άλλα μακρινά μέρη.
Η Εταιρία πούλησε το σταθμό στις 15 Απριλίου 1957. Γιατί; Διότι όταν άρχισε να λειτουργεί το 1924, υπήρχε μόνο μία εκκλησία από 200 περίπου Σπουδαστές της Γραφής που κάλυπτε και τους πέντε δήμους της πόλεως της Νέας Υόρκης, καθώς επίσης και τον Λονγκ Άιλαντ και ακόμη μέρη της Νέας Ιερσέης. Αλλά το 1957 υπήρχαν 62 εκκλησίες μέσα στην πόλη της Νέας Υόρκης και ένα ανώτατο όριο από 7.256 διαγγελείς της Βασιλείας εκτός από τους 322 ολοχρόνιους κήρυκες των καλών νέων. Έτσι δινόταν καλή μαρτυρία. Επίσης, είναι πολύ πιο αποτελεσματικό να μιλάς σε ανθρώπους στα σπίτια τους, όπου μπορούν να κάνουν ερωτήσεις και να πάρουν περισσότερη εκπαίδευση από το Λόγο του Θεού. Τα χρήματα που ξοδεύονταν για τη λειτουργία του ραδιοφώνου μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν με κάποιον άλλο τρόπο για την προώθηση των συμφερόντων της βασιλείας του Θεού.
Αλλά σχετικά με το έργο ραδιοφώνου συνδέονταν κι άλλα περιστατικά. Μία μέρα ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ μπήκε στο δωμάτιο του Ραλφ Λέφλερ, άπλωσε ένα χάρτη των Ηνωμένων Πολιτειών στο τραπέζι και δείχνοντας με το δάκτυλό του, είπε: «Έχω υπ’ όψη μου να εγκαταστήσουμε σταθμούς ραδιοφωνικών εκπομπών εδώ και εδώ και εδώ. Θα ήθελες να οργανώσεις την κατασκευή αυτών των σταθμών;» «Με χαρά θα το έκανα αυτό,» ήταν η απάντηση. Έτσι, όταν έφτασε ο Νοέμβριος του 1924, ο αδελφός Λέφλερ ξεκινούσε για το Σικάγο για να εργαστεί πάνω στην κατασκευή ενός άλλου ιδιόκτητου ραδιοφωνικού σταθμού της Εταιρίας, που θα είχε κωδικά γράμματα WORD. Ο αδελφός Λέφλερ εγκατέστησε επίσης πομπούς για άλλους σταθμούς, που δεν ήταν ιδιοκτησίες της Εταιρίας αλλά διευθύνονταν από τους αντιπροσώπους της.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΩΝΤΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΣΤΗ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΑ
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1920 ο λαός του Ιεχωβά όχι μόνο είχε την πρωτοπορία στην ίδρυση ενός από τους πρώτους ραδιοφωνικούς σταθμούς WBBR, αλλά όπως ήδη αναφέρθηκε, οι δούλοι του Ιεχωβά άφησαν ιστορία στη ραδιοφωνία την Κυριακή, 24 Ιουλίου 1927, όταν ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ μίλησε από ένα δίκτυο πενήντα τριών σταθμών από το Τορόντο του Οντάριο στον Καναδά, τη μεγαλύτερη ραδιοφωνική αλυσίδα τότε.
Τι οδήγησε σ’ αυτό το πρωτοφανές δίκτυο ραδιοφωνικών εκπομπών; Μια σειρά γεγονότων. Είχε γίνει μια συμφωνία μεταξύ του WBBR και του ιδιοκτήτη του σταθμού WJZ της πόλεως της Νέας Υόρκης να μοιραστούν το χρόνο, αλλά η συμφωνία δεν τηρήθηκε. Αργότερα, ορίστηκε το WBBR να εκπέμπει σ’ ένα άλλο μήκος κύματος και ακόμη αργότερα ξαναορίστηκε σ’ ένα λιγότερο ευνοϊκό κύμα. Κάτω από το Νόμο περί Ραδιοφώνου του 1927, ο σταθμός της Εταιρίας άρχισε να κάνει ενέργειες για ένα πιο καλό μήκος κύματος. Στην ακρόαση (14, 15 Ιουνίου 1927) ο Πρόεδρος Μέρλιν Χωλ Έηλσγουερθ της Εθνικής Ραδιοφωνίας υποστήριξε ότι οι ραδιοφωνικοί σταθμοί WBBR και WJZ της Νέας Υόρκης προσέφεραν τόσο μεγάλες υπηρεσίες, ώστε δεν θα ήταν δίκαιο να εκπέμπει την ίδια ώρα και ο σταθμός WBBR, μολονότι και οι δυο σταθμοί WJZ και WEAF είχαν ξεχωριστά μήκη κύματος. Στη διάρκεια της εξετάσεως σε αντιπαράσταση, από τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ τέθηκε η εξής ερώτηση στον κύριο Έηλσγουερθ: «Μήπως σκοπός σας είναι να δίνετε στους ανθρώπους μέσω του ραδιοφώνου το άγγελμα των ισχυρότερων οικονομικών κύκλων, των μεγάλων πολιτικών προσωπικοτήτων και των πιο φημισμένων κληρικών στον κόσμο;» Η απάντηση ήταν καταφατική.
«Αν ήσαστε πεπεισμένος ότι ο μέγας Θεός του σύμπαντος σύντομα θα θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό του για την ευλογία όλων των φυλών και των εθνών της γης με ειρήνη, ευημερία, ζωή, ελευθερία και ευτυχία, θα συμφωνούσατε να το εκπέμπατε;» Θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο να πει όχι και έτσι η απάντηση ήταν Ναι. Τότε ο κύριος Έηλσγουερθ με τη θέληση του είπε ότι θα χαιρόταν να μεταδώσει από το ραδιόφωνο μία ομιλία του προέδρου του Διεθνούς Συλλόγου Σπουδαστών της Γραφής. Φυσικά, ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ δέχτηκε την προσφορά.
Και έτσι, όταν ο αδελφός Ρόδερφορδ μίλησε σ’ ένα ακροατήριο συνελεύσεως από 15.000 περίπου στο Τορόντο του Οντάριο στον Καναδά την Κυριακή 24 Ιουλίου 1927, εκατομμύρια περισσότεροι τον άκουσαν μέσω ενός απαράμιλλου μέχρι τότε ραδιοφωνικού δικτύου. Σ’ ένα γράμμα που πήρε η Εταιρία από την Εθνική Ραδιοφωνία, έγραφε: «Φαντάζομαι ότι ο Δικαστής Ρόδερφορδ είχε ένα τόσο μεγάλο ραδιοφωνικό ακροατήριο χθες το απόγευμα, όσο κανείς άλλος στη ζωή του».
Οι Σπουδαστές της Γραφής είχαν πάρει μέρος σ’ ένα άλλο αξιοσημείωτο ραδιοφωνικό γεγονός το 1928. Στο Ντητρόιτ του Μίτσιγκαν, την Κυριακή 5 Αυγούστου, η δημόσια ομιλία που έδωσε ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ «Κυβερνήτης για τους Ανθρώπους», σ’ ένα ακροατήριο 12.000, μεταδόθηκε από ένα ραδιοφωνικό δίκτυο που συνέδεε 107 σταθμούς, χρειάστηκε 53.000 χιλιόμετρα τηλεφωνικών γραμμών και 150.000 χιλιόμετρα τηλεγραφικών γραμμών και αναμεταδόθηκε στα βραχέα κύματα στην Αυστραλία και στη Νέα Ζηλανδία.
Το δίκτυο της Σκοπιάς ή «Λευκό» δίκτυο οργανώθηκε το 1928, ειδικά για να εξυπηρετήσει εκείνη τη συνέλευση του Ντητρόιτ. Ήταν τόσο πετυχημένο που η Εταιρία Σκοπιά αποφάσισε να λειτουργεί ένα εβδομαδιαίο δίκτυο ραδιοφωνικών σταθμών σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά. Διευθετήθηκε ένα πρόγραμμα μίας ώρας που ξεκινούσε από το WBBR. Αυτές ήταν ζωντανές εκπομπές που σαν κύριο μέρος παρουσίαζαν μια ομιλία από τον αδελφό Ρόδερφορδ, με εισαγωγική και τελική μουσική που έπαιζε μία ορχήστρα της Εταιρίας. Κάθε Κυριακή από τις 18 Νοεμβρίου 1928 μέχρι και το έτος 1930, οι ακροατές του ραδιοφώνου μπορούσαν ν’ ακούν την «Ώρα της Σκοπιάς».
Τα ραδιοφωνικά προγράμματα έπαιρναν πολύ από το χρόνο του αδελφού Ρόδερφορδ. Δινόταν καλή μαρτυρία, αλλά ήταν αδύνατο να ταξιδεύει ή να οργανώνει συνελεύσεις σε διάφορα μέρη της γης. Έτσι, το 1931 η Εταιρία αποφάσισε να παρουσιάζει ηχογραφημένα προγράμματα. Οργανώθηκαν διακόσιοι πενήντα σταθμοί για να παρουσιάζουν αυτές τις δεκαπεντάλεπτες ηχογραφήσεις που γίνονταν από τον Ρόδερφορδ σε χρόνο που τον εξυπηρετούσε και παίζονταν από το ραδιόφωνο ώρες που αυτοί διάλεγαν. Το 1932 αυτή η ραδιοφωνική υπηρεσία (Γουώξ Τσαίην) επεκτάθηκε σε 340 σταθμούς. Μέχρι το 1933, το έτος αιχμής, χρησιμοποιούνταν 408 σταθμοί για να μεταφέρουν το άγγελμα σε έξι ηπείρους και μεταδόθηκαν 23.783 χωριστές Βιβλικές ομιλίες, οι περισσότερες από τις οποίες ήταν οι δεκαπεντάλεπτες ηλεκτρικές ηχογραφήσεις. Εκείνες τις μέρες, μπορούσε κανείς να γυρίσει το κουμπί του ραδιοφώνου και να πιάσει τις εκπομπές της Σκοπιάς που μεταδίδονταν από πολλούς σταθμούς συγχρόνως. Συχνά τα ραδιοφωνικά κύματα ήταν γεμάτα με τα λόγια της αλήθειας που δόξαζαν τον Θεό.
ΕΝΑ ΔΙΚΟ ΤΟΥΣ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟ
Ολοένα και περισσότερο ο λαός του Ιεχωβά τραβούσε την προσοχή του κοινού. Οι ιστορικές τους ραδιοφωνικές συνδέσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1920 δεν μπορούσαν να αγνοηθούν. Ούτε μπορούσαν οι άνθρωποι ν’ αγνοήσουν αυτούς τους διαγγελείς της Βασιλείας, γιατί το έργο τους κηρύγματος από σπίτι σε σπίτι δυνάμωνε. Υπήρχαν μεγαλύτερες απαιτήσεις για Βιβλικά έντυπα και οι εκδοτικές εγκαταστάσεις της Εταιρίας έπρεπε να συμβαδίζουν. Κοιτάζοντας πίσω στο τελευταίο μισό της δεκαετίας του 1920, ο Σ. Γ. Μπάρμπερ παρατηρεί: «Το εργοστάσιο στην Κόνκορντ Στρητ 18 [Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης] είχε γίνει τώρα πάρα πολύ μικρό και ακατάλληλο για τις ανάγκες μας».
Ήταν φανερό ότι οι Σπουδαστές της Γραφής χρειάζονταν ένα άλλο εργοστάσιο. Αποφάσισαν να χτίσουν. Επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα για να χτίσουν το εργοστάσιο χωρίς να ελλατωθεί το έργο σε άλλα μέρη της γης, η Εταιρία αποφάσισε να βρει κεφάλαια υποθηκεύοντας και βάζοντας σε χρεόγραφα την ακίνητη περιουσία της στο μισό της πραγματικής της αξίας. Τα χρεόγραφα εκδόθηκαν σε αξίες των 100, 500 και 1.000 δολλαρίων και απέδιδαν 5% τόκο, που πληρωνόταν κάθε χρόνο. Μέσω ενός παραρτήματος στη «Σκοπιά» δόθηκε στους Σπουδαστές της Γραφής η ευκαιρία ν’ αποκτήσουν αυτά τα χρεόγραφα, αντί να πουληθούν στο κοινό.
Το 1926 και 1927 μέλη της οικογένειας Μπέθελ του Μπρούκλυν χάρηκαν να δουν το εργοστάσιο στην Άνταμς Στρητ 117 να αρχίζει να χτίζεται. Σύντομα και οι οκτώ όροφοι αυτού του θαυμάσιου τσιμεντένιου οικοδομήματος, με τα πολλά του παράθυρα, ήταν έτοιμοι για χρήση. Ήταν ένα κτίριο που δεν κινδύνευε από πυρκαγιά και είχε επιφάνεια πάνω από 7.000 τετραγωνικά μέτρα. Τον Φεβρουάριο του 1927 ήταν καιρός να μεταφερθεί από την Κόνκορντ Στρητ 18. «Θυμάμαι τον αδελφό Ρ. Τζ. Μάρτιν [το διευθυντή του εργοστασίου] να χορεύει από τη χαρά του με τα παιδιά καθώς μεταφέρονταν τα μηχανήματα», λέει ο Χάρρυ Πέτρος. Ο ενθουσιασμός του αδελφού Μάρτιν για το νέο εργοστάσιο ήταν φανερός στην έκθεσή του προς τον πρόεδρο της Εταιρίας, όπως δημοσιεύτηκε στο «Βιβλίο του Έτους του Διεθνούς Συλλόγου των Σπουδαστών της Γραφής το 1928». Σ’ αυτό παρατηρούσε ότι ακόμη και οι επικριτές του εργοστασίου τώρα παραδέχτηκαν ότι ήταν «ένα από τα πιο ωραία τυπογραφεία στο κέντρο των τυπογραφικών επιχειρήσεων του κόσμου, δηλαδή στην Πόλη Νέα Υόρκη.» Η έκθεση περιλάμβανε την εξής περιγραφή για τις λειτουργίες του εργοστασίου:
«Το γενικό σχέδιο του κτιρίου είναι τέλειο για το έργο μας. Η εργασία όλη κινείται από πάνω προς τα κάτω από όροφο σε όροφο με τη δύναμη της βαρύτητας και με φυσική σειρά: Γραφεία στον τελευταίο όροφο, όπου ταιριάζει και η θέση τους· στοιχειοθέτηση στο πιο κάτω πάτωμα, όπως είναι και η λογική σειρά· οι τυπογραφικές πλάκες κάτω στο επόμενο πάτωμα, το έκτο, όπου γίνεται η εκτύπωση· το ταχυδρομείο και τα βιβλιάρια καταλαμβάνουν το πέμπτο· η βιβλιοδεσία έρχεται στο τέταρτο· η αποθήκευση στο τρίτο· η αποστολή στο δεύτερο· αποθήκες χαρτιού, γκαράζ και ηλεκτρικό εργοστάσιο στο πρώτο. Καμιά βελτίωση δεν θα μπορούσε να γίνει σ’ αυτό.»
Επειδή το προσωπικό των κεντρικών γραφείων πλησίαζε τους 200, ξεκίνησε η επέκταση του οίκου Μπέθελ. Το Δεκέμβριο του 1926 η Εταιρία αγόρασε το οικόπεδο δίπλα στην ιδιοκτησία της στην Κολούμπια Χάιτς 124 στο Μπρούκλυν. Στις αρχές του Ιανουαρίου του 1927 τα τρία κτίρια με αριθμούς 122, 124 και 126 κατεδαφίστηκαν και άρχισε η κατασκευή ενός εννιαώροφου κτιρίου που αποτελείτο από ογδόντα περίπου δωμάτια. Συνδέθηκε με το κτίριο της Εταιρίας που ολοκληρώθηκε το 1911 στο πίσω μέρος και είχε πρόσοψη στην οδό Φέρμαν.
«ΔΙΔΑΚΤΟΙ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ»
Ο Ιεχωβά βεβαίως ευλόγησε το λαό του τη δεκαετία του 1920 και προμήθευσε τα πράγματα που χρειαζόταν για να προωθήσει τα συμφέροντα της Βασιλείας. Επίσης απέδειξε ότι είναι Θεός προοδευτικής αποκαλύψεως. Οι Σπουδαστές της Γραφής, με τη σειρά τους, είδαν ότι έπρεπε να προσαρμόσουν τις σκέψεις τους σε κάποιο βαθμό. Αλλά ήταν ευγνώμονες για την καθοδηγία του Θεού και ήταν πρόθυμοι να είναι «διδακτοί του Ιεχωβά».—Ιωάννης 6:45· Ησαΐας 54:13.
Για παράδειγμα, ο λαός του Θεού έπρεπε να προσαρμόσει τις σκέψεις του το 1925 περίπου. Με τη χρονολογία αυτή είχαν συνδεθεί προσδοκίες αποκαταστάσεως και ευλογιών, γιατί νόμιζαν ότι αυτό το έτος θα σημείωνε το τέλος εβδομήντα ιωβηλαίων από πενήντα χρόνια το καθένα από τότε που οι Ισραηλίτες εισήλθαν στη Χαναάν. (Λευιτ. 25:1-12) Ο Α. Ντ. Σρέντερ δηλώνει: «Νομίζαμε ότι τότε το υπόλοιπο των χρισμένων ακολούθων του Χριστού θα πήγαινε στον ουρανό για να είναι μέρος της Βασιλείας και ότι οι αρχαίοι πιστοί άνδρες, όπως ο Αβραάμ, ο Δαβίδ και άλλοι, θα ανασταίνονταν σαν άρχοντες για να αναλάβουν την κυβέρνηση της γης σαν μέρος της βασιλείας του Θεού.»
Το έτος 1925 ήρθε και πέρασε. Το χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού ήταν ακόμη στη γη σαν τάξη. Οι αρχαίοι πιστοί άνδρες, ο Αβραάμ, ο Δαβίδ και άλλοι, δεν είχαν αναστηθεί για να γίνουν άρχοντες στη γη. (Ψαλμ. 45:16) Έτσι, όπως θυμάται η Άννα ΜακΝτόναλντ: «Το 1925 ήταν ένας θλιβερός χρόνος για πολλούς αδελφούς. Μερικοί απ’ αυτούς σκανδαλίστηκαν, οι ελπίδες τους διαλύθηκαν. Έλπιζαν να δουν μερικές από τις αρχαίες προσωπικότητες [αρχαίους άνδρες σαν τον Αβραάμ] να ανασταίνονται. Αντί να το θεωρήσουν αυτό μία ‘πιθανότητα’, το παρερμήνευσαν, ότι ήταν μία ‘βεβαιότητα’ και μερικοί έκαναν ετοιμασίες για τους αγαπημένους τους περιμένοντας την ανάστασή τους. Εγώ προσωπικά πήρα ένα γράμμα από την αδελφή που μου έφερε την αλήθεια. Με πληροφορούσε ότι είχε κάνει λάθος σε ό,τι μου είχε πει. . . [Αλλά] εγώ εκτιμούσα την απελευθέρωσή μου από τη Βαβυλώνα. Πού αλλού θα μπορούσε κανείς να πάει; Είχα μάθει να γνωρίζω και ν’ αγαπώ τον Ιεχωβά.»
Οι πιστοί δούλοι του Θεού δεν είχαν αφιερωθεί σ’ αυτόν ως ένα συγκεκριμένο χρόνο. Ήταν αποφασισμένοι να τον υπηρετούν για πάντα. Σ’ αυτά τα άτομα οι ανεκπλήρωτες προσδοκίες σχετικά με το 1925 δεν τους έφεραν μεγάλο πρόβλημα ούτε επηρέασαν την πίστη τους δυσμενώς. «Για τους πιστούς», αναφέρει ο Τζέιμς Πούλος, «το 1925 ήταν ένα θαυμάσιο έτος. Ο Ιεχωβά μέσω του πιστού και φρονίμου δούλου του έφερε στην προσοχή μας το νόημα του δωδέκατου κεφαλαίου της Αποκαλύψεως. Μάθαμε για τη ‘γυναίκα’, την παγκόσμια οργάνωση του Θεού· τον πόλεμο στον ουρανό και την ήττα και την εκδίωξη του Σατανά και των δαιμόνων του από τις ουράνιες αυλές μέσω του Ιησού Χριστού και των αγίων αγγέλων του· τη γέννηση της βασιλείας του Θεού.» Προφανώς, ο αδελφός Πούλος είχε υπ’ όψη του το πολύ αξιόλογο άρθρο «Γέννηση του Έθνους», που δημοσιεύτηκε στη «Σκοπιά» της 1ης Μαρτίου 1925. Μέσω αυτού, ο λαός του Θεού καθαρά διέκρινε πώς συμβολίζονταν αυτές οι δύο αντίθετες οργανώσεις του Ιεχωβά και του Σατανά. Τότε έμαθαν επίσης ότι ο Διάβολος αναγκάστηκε να περιορίσει τις ενέργειές του στη γη μετά την εκδίωξή του από τον ουρανό σαν αποτέλεσμα του ‘πολέμου στον ουρανό’ που άρχισε το 1914.
ΕΟΡΤΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ
«Στις πρώτες συνελεύσεις μας, στα διαλείμματα του προγράμματος, καθώς συζητούσαν μεταξύ τους οι φίλοι», γράφει η Άννα Ε. Τσίμμερμαν, «μπορούσες να δεις μερικούς φίλους να σου δίνουν το βιβλίο τους ‘Μάννα [Καθημερινό Ουράνιο Μάννα για τον Οίκο της Πίστεως ]’, ζητώντας σου να γράψεις το όνομα και τη διεύθυνσή σου στο ‘Μάννα’ τους. Και συ το έγραφες στη λευκή σελίδα, απέναντι από την ημερομηνία της γεννήσεώς σου, και όταν έρχονταν τα γενέθλιά σου και διάβαζαν το εδάφιό τους το πρωινό εκείνης της μέρας, μπορεί να αποφάσιζαν να σου στείλουν μία κάρτα ή ένα γράμμα και να σου εύχονταν ευτυχισμένα γενέθλια.»
Ναι, εκείνες τις πρώτες μέρες αφιερωμένοι Χριστιανοί γιόρταζαν γενέθλια. Επομένως γιατί να μη γιορτάζουν την υποτιθέμενη μέρα γεννήσεως του Ιησού; Και αυτό το έκαναν επίσης πολλά χρόνια. Τον καιρό του Πάστορα Ρώσσελ γιορτάζονταν τα Χριστούγεννα στον παλιό Βιβλικό Οίκο στην Αλλεγκένυ της Πενσυλβανίας. Η Όρα Σάλλιβαν Γουέηκφιλντ θυμάται ότι ο αδελφός Ρώσσελ έδινε τα Χριστούγεννα στα μέλη της οικογένειας του Βιβλικού Οίκου χρυσά νομίσματα των πέντε ή δέκα δολλαρίων. Η Μέημπελ Π. Μ. Φίλμπρικ παρατηρεί: «Ένα έθιμο που βέβαια δεν θα συνεχιζόταν μέχρι σήμερα ήταν ο εορτασμός των Χριστουγέννων μ’ ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο στην τραπεζαρία του Μπέθελ. Αντί για το συνηθισμένο ‘Καλημέρα σας’ ο αδελφός Ρώσσελ έλεγε ‘Καλά Χριστούγεννα’.»
Τι έκανε τους Σπουδαστές της Γραφής να σταματήσουν να γιορτάζουν τα Χριστούγεννα; Ο Ρίτσαρντ Χ. Μπάρμπερ έδωσε την εξής απάντηση: «Μου ζητήθηκε να δώσω μία ωριαία ομιλία από ένα ραδιοφωνικό δίκτυο πάνω στο θέμα των Χριστουγέννων. Δόθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1928 και δημοσιεύτηκε στο «Χρυσού Αιώνα» τεύχος 241 και ξανά, ένα χρόνο αργότερα, στο τεύχος 268. Εκείνη η ομιλία επισήμαινε την ειδωλολατρική προέλευση των Χριστουγέννων. Μετά απ’ αυτό, οι αδελφοί στο Μπέθελ ποτέ δεν ξαναγιόρτασαν Χριστούγεννα.»
«Μας πείραξε που αποβάλαμε αυτά τα ειδωλολατρικά πράγματα;» ρωτάει ο Τσαρλς Τζων Μπράντλαϊν. «Καθόλου. Αυτό συμφωνούσε απόλυτα με τα νέα πράγματα που μαθαίναμε και δεν γνωρίζαμε ποτέ πριν ότι ήταν ειδωλολατρικά. Ήταν ακριβώς σαν να βγάζαμε τα λερωμένα ρούχα που φορούσαμε και τα πετούσαμε.» Έπειτα, καταργήθηκαν οι εορτασμοί των γενεθλίων και η Ημέρα της Μητέρας, που ήταν κι αυτά λατρεία πλασμάτων. Η αδελφή Λίλιαν Κάμερουντ θυμάται: «Πόσο πρόθυμα απέρριψαν οι αδελφοί όλες αυτές τις θρησκευτικές γιορτές και παραδέχτηκαν ότι χαίρονταν να είναι ελεύθεροι. Οι νέες αλήθειες μάς κάνουν πάντοτε ευτυχισμένους και. . . νιώσαμε ότι είχαμε το προνόμιο να γνωρίζουμε πράγματα που άλλοι τα αγνοούσαν.»
ΑΛΛΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΕ ΑΠΟΨΕΙΣ
Η πρόοδος στην κατανόηση του Λόγου του Θεού επέφερε και μερικές άλλες προσαρμογές στο Χριστιανικό τρόπο σκέψεως. Σύμφωνα με τον Γκραντ Σούτερ, τα τέλη της δεκαετίας του 1920 ήταν αξιοσημείωτα σ’ αυτά τα θέματα. Λέει: «Η τροποποίηση των απόψεων σχετικά με τα Γραφικά και τα οργανωτικά θέματα φάνηκε να είναι συνεχής τα χρόνια εκείνα. Για παράδειγμα, το 1927 η «Σκοπιά» τόνισε ότι τα πεθαμένα πιστά μέλη του σώματος του Χριστού δεν είχαν αναστηθεί το 1878 (όπως πιστευόταν κάποτε), ότι η ζωή είναι στο αίμα και ότι οι επίσημες ενδυμασίες επρόκειτο να τροποποιηθούν κατάλληλα.» (Βλέπε τη «Σκοπιά» του 1927, σελίδες 150-152, 166-169, 254, 255, 371, 372, στην Αγγλική.) Γι’ αυτό το θέμα τον προηγούμενο χρόνο μίλησε ο αδελφός Ρόδερφορδ από το βήμα στη διάρκεια της συνελεύσεως στις 25-31 Μαΐου 1926, στο Λονδίνο της Αγγλίας, ενώ ήταν ντυμένος με κουστούμι αντί της επίσημης μαύρης ρεντιγκότας την οποία φορούσαν πολύ καιρό οι δημόσιοι ομιλητές των Χριστιανών Μαρτύρων του Ιεχωβά.
Μια άλλη αλλαγή σε άποψη αφορούσε το σύμβολο του «σταυρού και του στέμματος» που εμφανιζόταν στο εξώφυλλο της «Σκοπιάς» από το τεύχος του Ιανουαρίου του 1891. Πραγματικά, επί χρόνια πολλοί Σπουδαστές της Γραφής φορούσαν μία καρφίτσα μ’ αυτό το σήμα. Περιγράφοντάς το ο Σ. Γ. Μπάρμπερ αναφέρει: «Ήταν ένα στεφάνι και μέσα σ’ αυτό ένα στέμμα με ένα σταυρό. Φαινόταν πολύ ελκυστικό και νομίζαμε τότε ότι αυτή ήταν η έννοια των λόγων του Ιησού ν’ αναλάβουμε το σταυρό μας και ν’ ακολουθήσουμε τον Ιησού Χριστό ώστε να μπορέσουμε να φορέσουμε το στεφάνι της νίκης στον κατάλληλο καιρό.»
Όσον αφορά τις «καρφίτσες του σταυρού και του στέμματος», η Λίλυ Ρ. Πάρνελ σχολιάζει: «Αυτό ο αδελφός Ρόδερφορδ το θεωρούσε Βαβυλωνιακό και έπρεπε να σταματήσει. Μας είπε ότι όταν πηγαίναμε στα σπίτια των ανθρώπων και αρχίζαμε να μιλάμε, αυτό έδινε πραγματική μαρτυρία και όχι ο σταυρός.» Σχετικά μ’ αυτό γράφει ο αδελφός Σούτερ για τη συνέλευση των Σπουδαστών της Γραφής το 1928 στο Ντητρόιτ του Μίτσιγκαν: «Στη συνέλευση δείχτηκε ότι τα εμβλήματα του σταυρού και του στέμματος ήταν όχι μόνο άχρηστα αλλά απαράδεκτα. Έτσι πετάξαμε αυτά τα κοσμήματα.» Περίπου τρία χρόνια μετά απ’ αυτό, αρχίζοντας με το τεύχος της 15ης Οκτωβρίου 1931, «Η Σκοπιά» δεν έφερε πια το σύμβολο του σταυρού και του στέμματος στο εξώφυλλό της.
Λίγα χρόνια αργότερα, ο λαός του Ιεχωβά έμαθε για πρώτη φορά ότι ο Ιησούς Χριστός δεν πέθανε πάνω σ’ ένα σταυρό με σχήμα Τ. Στις 31 Ιανουαρίου 1936 ο αδελφός Ρόδερφορδ παρουσίασε στην οικογένεια Μπέθελ του Μπρούκλυν το νέο βιβλίο «Πλούτη». Με αποδείξεις από τη Γραφή, έλεγε, εν μέρει στη σελίδα 27: «Ο Ιησούς σταυρώθηκε όχι σ’ έναν ξύλινο σταυρό, όπως εκτίθεται σε πολλές εικόνες και φωτογραφίες και οι οποίες εικόνες κατασκευάζονται και παρουσιάζονται από ανθρώπους. Ο Ιησούς σταυρώθηκε με το να καρφώσουν το σώμα του σ’ έναν πάσσαλο.»
«ΣΕΙΣ ΕΙΣΘΕ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΜΟΥ, ΛΕΓΕΙ Ο ΙΕΧΩΒΑ»
Ο κόσμος συγκλονίστηκε τη «Μαύρη Τρίτη» 29 Οκτωβρίου 1929. Το χρηματιστήριο είχε καταρρεύσει. Στην εφημερίδα «Τάιμς» της Νέας Υόρκης παρουσιάστηκαν νέα γι’ αυτό κάτω από την επικεφαλίδα «Οι Αξίες Χρεογράφων Έπεσαν σε 14.000.000.000 Δολλάρια με Πανεθνικό Πανικό για τη Βελτίωσή τους. Οι Τραπεζίτες θα Ενισχύσουν το Χρηματιστήριο Σήμερα.» Έτσι άρχισε η Μεγάλη Ύφεση που κράτησε όλη τη δεκαετία του 1930. Αλλά στη διάρκεια αυτού του καιρού των σοβαρών οικονομικών δυσκολιών ο Ιεχωβά έκανε πλούσιες πνευματικές προμήθειες για το λαό του. Επίσης τους έκανε να καταλάβουν βαθιά τη σημασία που έχουν τα λόγια «Σεις είσθε μάρτυρές μου, λέγει ο Ιεχωβά, και εγώ ο Θεός.»—Ησαΐας 43:12, ΜΝΚ.
Αυξανόμενη έμφαση δινόταν στο θείο όνομα. Για παράδειγμα, εξετάστε τα κύρια άρθρα στα τεύχη της «Σκοπιάς» της 1ης Ιανουαρίου (στην Αγγλική) για πολλά χρόνια. Ήταν: «Ποιος θα Τιμήσει τον Ιεχωβά;» (1926) «Ο Ιεχωβά και τα Έργα Του» (1927), «Τιμήστε το Όνομά Του» (1928), «Θα Αινώ τον Θεό μου» (1929) και «Ψάλλετε στον Ιεχωβά» (1930).
Ωστόσο, η συνέλευση του λαού του Θεού στο Κολόμπους του Οχάιο στις 24-30 Ιουλίου 1931 ήταν ορόσημο για την εξύψωση του ονόματος του Ιεχωβά. Ήταν μοναδική διότι προγραμματίστηκαν θυγατρικές συνελεύσεις για 165 άλλα μέρη σ’ όλη τη γη. Αλλά αυτό δεν ήταν ο πιο σημαντικός παράγοντας. Υπήρχε κάτι πολύ πιο σημαντικό. Συνδεόταν με τα αινιγματικά γράμματα «ΜΙ» (JW) που εμφανίζονταν στα τυπωμένα προγράμματα συνελεύσεως και στην πρώτη σελίδα του «Αγγελιαφόρου» που ήταν η εφημερίδα της συνελεύσεως—όπως και σε άλλα μέρη. «Όταν πλησιάσαμε στο χώρο της συνελεύσεως», αφηγείται ο Μπέρνις Ε. Ουίλλιαμς, «είδαμε τα γράμματα ‘ΜΙ’ σ’ όλο το μέρος. Αλλά μην ξέροντας τι σήμαινε, όλοι αναρωτιόμαστε ‘Τι σημαίνει αυτό το ΜΙ’ (JW);» Η Αδελφή Χέρσελ Νέλσον θυμάται: «Γίνονταν υποθέσεις για το τι σήμαινε το ΜΙ—Μόνο Περιμένετε (Just Wait), Μόνο Προσέχετε (Just Watch) και η σωστή. . ..»
Η σημασία του «ΜΙ» αποκαλύφθηκε την Κυριακή, 26 Ιουλίου 1931, όταν οι παρόντες στη συνέλευση υιοθέτησαν από καρδιάς συγκινημένοι μια απόφαση που παρουσιάστηκε από τον Ι. Φ. Ρόδερφορδ και είχε τίτλο «Ένα Νέο Όνομα». Έλεγε εν μέρει:
«Τώρα, ΕΠΟΜΕΝΩΣ, για να μπορεί η πραγματική μας θέση να γίνει γνωστή και πιστεύοντας ότι αυτό είναι σύμφωνο με το θέλημα του Θεού, όπως εκφράζεται στο Λόγο του, ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΤΑΙ το εξής:
«ΟΤΙ νιώθουμε μεγάλη αγάπη για τον αδελφό Κάρολο Τ. Ρώσσελ, λόγω του έργου του, και ότι ευχαρίστως αναγνωρίζουμε ότι ο Κύριος τον χρησιμοποίησε και ευλόγησε έξοχα το έργο του, αλλά δεν μπορούμε σύμφωνα με το Λόγο του Θεού να συμφωνήσουμε να ονομαζόμαστε ‘Ρωσσελιστές’· ότι η Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά και ο Διεθνής Σύλλογος Σπουδαστών της Γραφής και ο Σύλλογος του Άμβωνα των Λαών είναι απλώς ονόματα συλλόγων τους οποίους έχουμε, ελέγχουμε και χρησιμοποιούμε σαν Χριστιανοί, για να συνεχίζουμε το έργο μας υπακούοντας στις εντολές του Θεού, αλλά κανένα απ’ αυτά τα ονόματα δεν ταιριάζει ή δεν εφαρμόζεται σε μας σαν σώμα Χριστιανών που ακολουθούμε τα βήματα του Κυρίου και Διδασκάλου μας, Χριστού Ιησού· ότι είμαστε σπουδαστές της Γραφής, αλλά, σαν σώμα Χριστιανών που σχηματίζει ένα σύλλογο, αρνούμαστε να πάρουμε ή να καλούμαστε με το όνομα ‘Σπουδαστές της Γραφής’ ή παρόμοια ονόματα σαν μέσο προσδιορισμού της πρέπουσας θέσεώς μας ενώπιον του Κυρίου· αρνούμαστε να φέρουμε ή να καλούμαστε με το όνομα οποιουδήποτε ανθρώπου.
«ΟΤΙ, επειδή αγοραστήκαμε με το πολύτιμο αίμα του Κυρίου μας και Λυτρωτή μας Ιησού Χριστού, δικαιωθήκαμε και αναγεννηθήκαμε από τον Ιεχωβά Θεό και κληθήκαμε στη βασιλεία του, χωρίς δισταγμό διακηρύττουμε την ολοκληρωτική μας υποταγή και αφιέρωση στον Ιεχωβά Θεό και στη βασιλεία του· ότι εμείς είμαστε δούλοι του Ιεχωβά Θεού απεσταλμένοι να κάνουμε ένα έργο στ’ όνομά του και υπακούμε στην εντολή του να δώσουμε τη μαρτυρία του Ιησού Χριστού και να κάνουμε γνωστό στους ανθρώπους ότι ο Ιεχωβά είναι ο αληθινός και Παντοδύναμος Θεός· γι’ αυτό με χαρά υιοθετούμε και παίρνουμε το όνομα που ο Θεός καθόρισε και επιθυμούμε να είμαστε γνωστοί και να ονομαζόμαστε Μάρτυρες του Ιεχωβά.»
Ήταν φανερό τώρα. Εκείνα τα αινιγματικά γράμματα «ΜΙ» σήμαιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά. «Ποτέ δεν θα ξεχάσω τις τρομερές φωνές και τα χειροκροτήματα που δόνησαν εκείνο το χώρο συναθροίσεως όταν τελικά έγινε γνωστή η πληροφορία,» δηλώνει ο Άρθουρ Γουώρσλυ. Ο Χέρμπερτ Χ. Μπεκ προσθέτει: «Σε ολόκληρη την πόλη του Κολόμπους τα σήματα στα παράθυρα—‘Καλώς ορίσατε Δ.Σ.Σ.Γ.’—κατέβηκαν και τώρα έλεγαν, ‘Καλώς ορίσατε, Μάρτυρες του Ιεχωβά’.»
Ήταν συγκινητικό να λάβουν το όνομα Μάρτυρες του Ιεχωβά. Εκείνη η απόφαση με τίτλο «Ένα Νέο Όνομα» δεν υιοθετήθηκε με χαρά μόνο από τις χιλιάδες των χρισμένων ακολούθων του Χριστού, που συγκεντρώθηκαν στο Κολόμπους. Κάθε εκκλησία αργότερα υιοθέτησε την ίδια απόφαση. Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν ένα όνομα που κανείς άλλος στον κόσμο δεν ήθελε. Αλλά οι δούλοι του Θεού ήταν βαθιά ευγνώμονες γι’ αυτό.—Ησαΐας 43:12.
Όταν ο Α. Χ. Μακμίλλαν ήταν ογδόντα οκτώ χρόνων, παρακολούθησε τη Συνέλευση των Μαρτύρων του Ιεχωβά «Η Καρποφορία του Πνεύματος» στην ίδια πόλη. Εκεί την 1η Αυγούστου 1964, ο αδελφός Μακμίλλαν έκανε τα εξής ενδιαφέροντα σχόλια πάνω στο πώς έγινε η υιοθέτηση αυτού του ονόματος:
«Ήταν προνόμιο μου να είμαι εδώ στο Κολόμπους το 1931 όταν λάβαμε. . . το νέο τίτλο ή όνομα. . . Ήμουν μεταξύ των πέντε που επρόκειτο να σχολιάσουμε τι σκεπτόμαστε για την ιδέα της υιοθετήσεως αυτού του ονόματος και τους είπα τα εξής εν συντομία: Σκέφτηκα ότι ήταν μια θαυμάσια ιδέα διότι αυτή η ονομασία εκεί έλεγε στον κόσμο τι κάναμε και ποια ήταν η δουλειά μας. Προηγουμένως ονομαζόμαστε Σπουδαστές της Γραφής. Γιατί; Διότι αυτό ήμαστε και έπειτα, όταν άλλα έθνη άρχισαν να μελετούν μαζί μας, ονομαστήκαμε Διεθνείς Σπουδαστές της Γραφής. Αλλά τώρα είμαστε Μάρτυρες για τον Ιεχωβά Θεό και αυτή η ονομασία λέει στο κοινό τι ακριβώς είμαστε και κάνουμε. . .
«Πραγματικά, ήταν ο Παντοδύναμος Θεός, πιστεύω, εκείνος που μας οδήγησε σ’ αυτό, διότι ο αδελφός Ρόδερφορδ ο ίδιος μου είπε ότι ξύπνησε μια νύχτα όταν προετοιμαζόταν για εκείνη τη συνέλευση και είπε, ‘Γιατί λοιπόν πρότεινα διεθνή συνέλευση αφού δεν έχω καμιά ειδική ομιλία ή άγγελμα γι’ αυτούς; Γιατί να τους φέρω όλους εδώ;’ Και τότε άρχισε να σκέπτεται γι’ αυτό και του ήρθε στο νου το 43 κεφάλαιο του Ησαΐα. Σηκώθηκε στις δύο η ώρα το πρωί και έγραψε στενογραφικά στο γραφείο του ένα σχεδιάγραμμα της ομιλίας που επρόκειτο να δώσει για τη Βασιλεία, την ελπίδα του κόσμου και για το νέο όνομα. Και όλα όσα ακούστηκαν απ’ αυτόν εκείνη τη φορά προετοιμάστηκαν εκείνη τη νύχτα ή εκείνο το πρωί στις δύο η ώρα. Και δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία στο μυαλό μου—ούτε τότε ούτε τώρα—ότι ο Κύριος τον κατηύθυνε σ’ αυτό και ότι είναι το όνομα που ο Ιεχωβά θέλει να φέρνουμε και είμαστε πολύ ευτυχισμένοι και πολύ χαρούμενοι να το έχουμε.»
«Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ, Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ»
Στη διάρκεια της συνελεύσεως στο Κολόμπους—την Κυριακή 26 Ιουλίου 1931, το μεσημέρι—ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ άρχισε την πολύ σημαντική δημόσια ομιλία «Η Βασιλεία, η Ελπίδα του Κόσμου». Και η Εθνική Ραδιοφωνία και το Σύστημα της Ραδιοφωνίας της Κολούμπια αρνήθηκαν τη χρησιμοποίηση των ραδιοφωνικών τους εγκαταστάσεων. Όμως οι λάτρεις του Ιεχωβά έκαναν μια σειρά ραδιοφωνικών συνδέσεων για να στείλουν το άγγελμα από το Κολόμπους και η Αμερικανική Τηλεφωνική και Τηλεγραφική Εταιρία είπε εν συντομία: «Ειδικά αυτό το δίκτυο είναι το μεγαλύτερο μεμονωμένο δίκτυο που λειτούργησε ποτέ στη ραδιοφωνία.» Το άγγελμα μεταδόθηκε από 163 ραδιοσταθμούς στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στην Κούβα και στο Μεξικό.
Αμέσως μετά την ομιλία που μεταδόθηκε με τις ραδιοφωνικές αυτές συνδέσεις «Η Βασιλεία, η Ελπίδα του Κόσμου» και σαν μέρος εκείνης της εκπομπής ο αδελφός Ρόδερφορδ διάβασε μια απόφαση με τίτλο «Προειδοποίηση από τον Ιεχωβά—Προς τους Κυβερνήτες και το Λαό.» Μεταξύ άλλων, καθαρά δήλωνε: «Η ελπίδα του κόσμου είναι η βασιλεία του Θεού και δεν υπάρχει καμιά άλλη ελπίδα.» Παρακινούσε τους ανθρώπους να λάβουν τη θέση τους στο πλευρό της βασιλείας του Θεού. Όταν ο αδελφός Ρόδερφορδ κάλεσε το ακροατήριό του, ορατό και μη, να υιοθετήσει την απόφαση, οι παρακολουθούντες τη συνέλευση σηκώθηκαν όλοι επάνω και φώναξαν «Ναι». Τηλεγραφήματα απ’ όλα τα μέρη τής γης έδειξαν ότι πολλοί από τους ακροατές του ραδιοφώνου επίσης σηκώθηκαν και επιδοκίμασαν την απόφαση.
Οι ηγέτες του κόσμου, περιλαμβανομένου και του κλήρου, επρόκειτο να λάβουν πληροφορίες σχετικά μ’ αυτό από την ομιλία της συνελεύσεως του αδελφού Ρόδερφορδ με τίτλο «Η Βασιλεία, η Ελπίδα του Κόσμου» και θα ήταν σε θέση να μάθουν τα περιεχόμενα της αποφάσεως «Προειδοποίηση από τον Ιεχωβά.» Επιπλέον, έπρεπε να πληροφορηθούν ότι οι αληθινοί δούλοι του Θεού είχαν υιοθετήσει την απόφαση με τίτλο «Ένα Νέο Όνομα» και θα ήταν από τότε και στο εξής γνωστοί σαν «μάρτυρες του Ιεχωβά.» Αυτό επιτεύχθηκε με τη διανομή του βιβλιαρίου «Η Βασιλεία, η Ελπίδα του Κόσμου». Εκτός από τις επισκέψεις γενικά στους ανθρώπους, οι μάρτυρες του Ιεχωβά επισκέφθηκαν κληρικούς, πολιτικούς, επιχειρηματίες και στρατιωτικούς, διανέμοντας αυτό το βιβλιάριο. Μέσα σε δυόμισι μήνες, διατέθηκαν περισσότερα από πέντε εκατομμύρια βιβλιάρια και όμως δεν είχε ολοκληρωθεί το έργο με το βιβλιάριο.
Ξαναφέρνοντας στο νου του αυτή την εκστρατεία με το βιβλιάριο, ο Φρεντ Άντερσον γράφει : «Επισκέφθηκα τον επίσκοπο στη Λα Κρος. Με προσκάλεσε στο σαλόνι του πολύ εγκάρδια. Έπειτα του είπα γιατί τον είχα επισκεφθεί. Του παρουσίασα το βιβλιάριο. Το κοίταξε και δεν είπε τίποτα. Τον ευχαρίστησα και σηκώθηκα να φύγω. Εξοργίστηκε. Καθώς περνούσα την εξώπορτα, μου το πέταξε. Έπεσε στο πάτωμα. Το σήκωσε και μου το ξαναπέταξε ακριβώς τη στιγμή που έκλεινα την πόρτα. Η πόρτα έκλεισε πάνω στο βιβλιάριο. Ελπίζω να το διάβασε, αφού δεν μπόρεσε να το ξεφορτωθεί.» Η αδελφή Σ. Ε. Μπάρτοου μας λέει: «Ένας ιερέας, όταν κατάλαβε τι του είχα δώσει, μου έβαλε τις φωνές και είπε: ‘Εσύ μικρή αγράμματη! Εσύ έρχεσαι να πεις σ’ εμένα που είμαι οκτώ χρόνια θεολόγος!’ Πόσο ευτυχισμένη ήμουν να υπηρετώ τον αληθινό Θεό!»
ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΜΕ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930 δημιουργήθηκαν δυσκολίες λόγω της οικονομικής Υφέσεως. Τα εργοστάσια έκλεισαν. Μέχρι το 1932 πάνω από 10.000.000 κάτοικοι των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν άνεργοι. Αγρότες, κάτοικοι πόλεων—οι μάζες γενικά—αισθάνονταν τα αποτελέσματα της Μεγάλης Υφέσεως.
Τα χρήματα ήταν σπάνια, αλλά οι ειλικρινείς χρειάζονταν το χαρμόσυνο άγγελμα της Γραφικής αλήθειας. Αν μερικοί δεν μπορούσαν να συνεισφέρουν για τα Βιβλικά έντυπα, οι μάρτυρες του Ιεχωβά συχνά τους τα έδιναν δωρεάν. Αλλά αυτό δεν μπορούσε να γίνεται πάντα. Ποια ήταν μια άλλη λύση; Η Μάργκαρετ Μ. Μπρίτζετ θυμάται: «Τα ανταλλάσσαμε με προϊόντα όπως αβγά, βούτυρο, φρέσκα και κονσερβοποιημένα φρούτα, κοτόπουλα και εγώ τα αντάλλασσα με εργόχειρα—δαντέλες, κεντήματα μαξιλαριών και χειροποίητα χαλάκια. Μερικές φορές πλήρωνα με τέτοια πράγματα το νοίκι μου. . . [Χρόνια αργότερα] παρακολούθησα μία αποφοίτηση της Γαλαάδ και ήταν εκεί μία αδελφή που είχε πάρει μια σειρά βιβλίων από μένα ανταλλάσσοντάς τα με δαντέλες. Γνώρισε την αλήθεια και ήταν τότε σκαπανέας [ολοχρόνια κήρυκας] και ο γιος της ήταν ενδιαφερόμενος.»
Ο Άρντεν Πέητ και ο Τζων Σ. Μπουθ θυμούνται που είχαν μικρά κλουβιά στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου τους ώστε να μπορούν να μεταφέρουν τα κοτόπουλα, που αντάλλασσαν με έντυπα που έδιναν σε άτομα τα οποία δεν είχαν χρήματα. Φυσικά, η ανταλλαγή των εκδόσεων με κοτόπουλα δεν ήταν πάντοτε απλό θέμα. Η Λούλα Γκλάβερ γράφει: «Κάναμε έργο σε πολύ μεγάλη έκταση στις πολιτείες Αλαμπάμα, Τζώρτζια, Φλώριδα, Βόρεια και Νότια Καρολίνα, και λίγο στις πολιτείες Τεννεσή και Μισσισσιπή. Μπορείτε να φαντασθείτε την αδελφή Γκρην και μένα να κυνηγάμε κοτόπουλα σ’ εκείνα τα μεγάλα αγροκτήματα;»
Η ανταλλαγή των εντύπων με αγροτικά προϊόντα και άλλα πράγματα δεν γινόταν για ιδιοτελείς λόγους. Οι άνθρωποι χρειάζονταν τα αγαθά νέα και αυτός ήταν ένας τρόπος για να τα παίρνουν τυπωμένα. «Πάντοτε ευχαριστούσαμε τον Ιεχωβά που μας συντηρούσε», λέει ο Μάξγουελ Λ. Λιούις, «και πάντοτε είχαμε ό,τι χρειαζόμαστε από τροφή, στέγη και ρούχα.»
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΕΣ ΑΠΟ ΕΙΔΙΚΑ ΤΜΗΜΑΤΑ
Αυτή επίσης ήταν μια εποχή σημαντικής εναντιώσεως κατά του έργου κηρύγματος τής Βασιλείας. Ήδη το 1928 ο λαός του Ιεχωβά έδινε μαρτυρία από σπίτι σε σπίτι τις Κυριακές και αυτό έφερε γρήγορα εναντίωση. Καθώς οι συλλήψεις αυξάνονταν στη διάρκεια τής δεκαετίας του 1930, οι μάρτυρες του Ιεχωβά κατηγορούνταν ψεύτικα ότι πουλούσαν χωρίς άδεια, ότι διατάρασσαν την ειρήνη και παραβίαζαν τους νόμους της Κυριακής αργίας. Η Εταιρία Σκοπιά ίδρυσε ένα νομικό τμήμα για να δίνει συμβουλές και εξέδωσε ένα έντυπο «Δικαστικής Διαδικασίας», για να βοηθήσει τους διαγγελείς τής Βασιλείας να υπερασπίζονται τους εαυτούς τους στο δικαστήριο. Στις δυσμενείς αποφάσεις γίνονταν εφέσεις.
Αλλά και κάτι άλλο έγινε επίσης. Το 1933 12.600 Μάρτυρες στις Ηνωμένες Πολιτείες προσφέρθηκαν εθελοντικά να ανταποκρίνονται αμέσως όταν ειδοποιούνταν να κηρύξουν από σπίτι σε σπίτι σε ειδικές αποστολές σε περιοχές εναντιώσεως. Οργανώθηκαν σε εβδομήντα οκτώ ειδικά τμήματα και κάθε ένα ήταν εφοδιασμένο μ’ έναν αριθμό αυτοκινήτων, πέντε εργάτες στο κάθε αυτοκίνητο και από 10 ως 200 αυτοκίνητα στέλνονταν σε σημεία που είχε δημιουργηθεί φασαρία. Όταν συλλαμβάνονταν μερικοί Χριστιανοί στην υπηρεσία αγρού, ειδοποιούνταν η Εταιρία. Τότε γινόταν μια ειδική πρόσκληση και μία Κυριακή σύντομα μετά απ’ αυτό, όλα τα γκρουπ των αυτοκινήτων που ανήκαν σ’ ένα ειδικό τμήμα συναντιόνταν σ’ ένα προκαθορισμένο σημείο, γενικά έξω από την πόλη, έπαιρναν οδηγίες και διορισμούς τομέων και ύστερα «πολιορκούσαν» την πόλη σαν «ακρίδες», δίνοντας σ’ ολόκληρη την κοινότητα μαρτυρία, μερικές φορές μέσα σε λίγη ώρα, από τριάντα ως εξήντα λεπτά. (Αποκ. 9:7-9) Στο μεταξύ, μία επιτροπή αδελφών πήγαινε στην αστυνομία και της έδινε έναν κατάλογο όλων των αδελφών που κήρυτταν εκεί εκείνη τη μέρα. Κάθε διαγγελέας της Βασιλείας που συλλαμβανόταν στη διάρκεια της εκστρατείας έπρεπε να τηλεφωνήσει σ’ ένα συγκεκριμένο αριθμό μόλις έφθανε στο αστυνομικό τμήμα. Οι δικηγόροι ήταν αμέσως έτοιμοι με χρήματα για να καταθέσουν για εγγύηση για να τους ελευθερώσουν.
Μια εκστρατεία ξεκινούσε πρώτα με την αποστολή δέκα αυτοκινήτων Μαρτύρων στον τομέα, όπως λέει ο Μπέρνις Ε. Ουίλλιαμς, ο οποίος συνεχίζει : «Μετά από λίγο, εκείνοι που πήγαιναν στον τομέα τηλεφωνούσαν ότι είχαν συλληφθεί. Τότε στέλνονταν άλλα δέκα αυτοκίνητα μέχρι που γέμιζε η φυλακή. Έτσι αφού γέμιζε η φυλακή, ορμούσαμε όλοι σαν τα μυρμήγκια στον τομέα. Βλέπετε δεν υπήρχε πια χώρος να μας φυλακίσουν. . . αφού έβλεπαν ότι ήμαστε αποφασισμένοι να επεξεργαστούμε τον τομέα, παραιτούνταν πια κι έτσι μπορούσαμε να πάμε και να εργαστούμε στον τομέα οποτεδήποτε θέλαμε. Πάντοτε βγαίναμε νικητές.»
Ο Νίκολας Κόβαλακ λέει ότι οι Μάρτυρες το περίμεναν ότι θα συλλαμβάνονταν. «Όταν μας έπιανε η αστυνομία και κατέσχε τα πολύτιμα πράγματά μας, κάθε Μάρτυρας είχε μια οδοντόβουρτσα!» θυμάται. «Ο αστυνομικός ρωτούσε, ‘Γιατί όλοι έχετε οδοντόβουρτσα;’ Όλοι μας λέγαμε, Περιμέναμε ότι θα συλληφθούμε και θα μπούμε στη φυλακή, κι έτσι ήρθαμε προετοιμασμένοι! Σήκωναν ψηλά τα χέρια τους κι έλεγαν, ‘Τι ωφελεί;’ Γνώριζαν ότι δεν μπορούσαν να εκφοβίσουν τους Μάρτυρες ή να σταματήσουν το κήρυγμά τους.»
Αν και έχουν περάσει δεκαετίες από αυτές τις εκστρατείες, από το 1933 ως το 1935, όσοι συμμετείχαν στο παρελθόν τις αναπολούν με αγάπη. «Πράγματι,» λέει ο Τζων Ντουλτσίνος, «εκείνα ήταν συγκινητικά χρόνια και οι αναμνήσεις τους είναι πολύτιμες. Το πνεύμα του Ιεχωβά μάς έκανε άφοβους.»
ΜΑΧΗ ΤΩΝ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΩΝ ΕΚΠΟΜΠΩΝ
Παρά την αυξανόμενη εναντίωση, οι μάρτυρες του Ιεχωβά στις αρχές της δεκαετίας του 1930 θαρραλέα διακήρυτταν το άγγελμα της Βασιλείας από σπίτι σε σπίτι. Αλλά τα αγαθά νέα βρήκαν επίσης το δρόμο τους σε εκατομμύρια σπίτια μέσω του ραδιοφώνου, για μεγάλη αναστάτωση του κλήρου. Διεθνώς η Εταιρία Σκοπιά τότε χρησιμοποιούσε 408 ραδιοσταθμούς. Την άνοιξη του 1933 οι Καθολικοί των Ηνωμένων Πολιτειών άρχισαν μία πανεθνική εκστρατεία κατευθυνόμενη από καρδιναλίους, επισκόπους και ιερείς. Ο αντικειμενικός της στόχος; Να «διώξουν τον Ρόδερφορδ από το ραδιόφωνο.»
Ο Πάπας Πίος ο ΙΑ΄ ανακήρυξε το 1933 «άγιο έτος». Στις 23 Απριλίου 1933, ο αδελφός Ρόδερφορδ έδωσε από πενήντα πέντε ραδιοφωνικούς σταθμούς την ιστορική ομιλία «Τα Αποτελέσματα του Αγίου Έτους στην Ειρήνη και στην Ευημερία.» Σ’ αυτή καυτηρίασε τις μάταιες ελπίδες που προσέφερε στους ανθρώπους η Ρωμαιο-Καθολική Ιεραρχία σαν μια πλαστή απομίμηση της υποσχεμένης ειρήνης και ασφάλειας που θα έφερνε η Βασιλεία του Θεού. Η ίδια ομιλία προγραμματίστηκε να μεταδοθεί από 158 σταθμούς στις 25 Ιουνίου 1933. Στην προετοιμασία γι’ αυτήν την εκπομπή, διανεμήθηκαν πέντε εκατομμύρια φυλλάδια από σπίτι σε σπίτι. Η αντίδραση της Ιεραρχίας ήταν σκληρή και έντονη. Οι Καθολικές απειλές αυξήθηκαν και μερικοί διευθυντές ραδιοφωνικών σταθμών αρνήθηκαν να μεταδώσουν άλλα προγράμματα της Σκοπιάς.
Στα τέλη του 1933 και στις αρχές του 1934, ο λαός του Ιεχωβά κυκλοφόρησε μία πανεθνική αίτηση που διαμαρτυρόταν για τις πράξεις των Καθολικών. Απευθυνόταν στο Κονγκρέσσο και έφερε τελικά 2.416.141 υπογραφές. Στις 4 Οκτωβρίου 1934 ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ παρουσιάστηκε μπροστά στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών. Παρέθεσε συγκεκριμένα παραδείγματα και στατιστικές που έδειχναν ότι η πίεση των Καθολικών είχε σοβαρά βλάψει την ελευθερία λατρείας των μαρτύρων του Ιεχωβά και τη χρήση του ραδιοφώνου για τα συμφέροντα του κοινού. Παρά τα γεγονότα και αφού άκουσε τις μαρτυρίες, η Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών δεν έκανε σχεδόν τίποτα. Έτσι, οι δούλοι του Ιεχωβά κυκλοφόρησαν μία άλλη αίτηση σ’ όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κι αυτή απευθυνόταν στο Κονγκρέσσο και κατατέθηκε τον Ιανουάριο του 1935 με 2.284.128 υπογραφές. Η δεύτερη αίτηση πέρασε απαρατήρητη. Διαδοχικές εξελίξεις τελικά οδήγησαν στην κυκλοφορία μιας τρίτης εθνικής αιτήσεως. Οι 2.630.000 υπογράφοντες διαμαρτύρονταν για πράξεις εκφοβισμού και μποϋκοτάζ και ζητούσαν μία δημόσια συζήτηση μεταξύ ενός ανώτερου αξιωματούχου της Ρωμαιο-Καθολικής Εκκλησίας και του Δικαστή Ρόδερφορδ. Στο έργο για συγκέντρωση υπογραφών σ’ αυτή την αίτηση, ο Λέοναρντ Ου. Μπράουν λέει ότι «βρήκε πολλούς Καθολικούς που έλεγαν ότι θα ήταν ευτυχισμένοι ν’ ακούσουν αυτή τη συζήτηση.» Η αίτηση υποβλήθηκε στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Επικοινωνιών στις 2 Νοεμβρίου 1936, αλλά δεν της έδωσαν σημασία.
Αν και κανείς Καθολικός αξιωματούχος δεν θέλησε να συζητήσει με τον Ρόδερφορδ, η Εταιρία εξέδωσε το 1937 το φυλλάδιο με τίτλο «Ξεσκέπασμα». Παρουσίαζε βασικές Βιβλικές διδασκαλίες που ειδικά ανέτρεπαν ψεύτικες Καθολικές διδασκαλίες. Ενώ ο οικοδεσπότης διάβαζε, ένας Μάρτυρας έπαιζε σ’ ένα φορητό γραμμόφωνο τη σειρά των δίσκων του Ρόδερφορδ «Εκτεθειμένοι». Με τη βοήθεια του βιβλιαρίου ερωτήσεων «Πρότυπη Μελέτη» αρ. 1, μπορούσε να διεξαχθεί μια Γραφική Μελέτη. Σχετικά μ’ αυτό ο Μέλβιν Ρ. Σάρτζεντ γράφει: «Κάποιος μου είχε ζητήσει να του πάω σπίτι του αυτή τη σειρά και αυτός προσκάλεσε άλλα τρία ζεύγη συγγενών του στις μελέτες. Μας πήρε πολλές εβδομάδες να καλύψουμε αυτό και άλλα θέματα όπως ‘Θρησκεία και Χριστιανισμός’. Από τα οκτώ άτομα που παρακολουθούσαν, έξι έκαναν την αφιέρωσή τους στον Ιεχωβά.»
Μετά τις 31 Οκτωβρίου 1937 ο λαός του Ιεχωβά εθελοντικά αποτραβήχτηκε από το εμπορικό ραδιόφωνο. Σε μετέπειτα περιπτώσεις, ο πρόεδρος της Εταιρίας μετέδιδε δημόσιες ομιλίες από ένα δίκτυο ραδιοφωνικών σταθμών και φυσικά το WBBR εξακολούθησε να λειτουργεί προς δόξα του Θεού. Αλλά, από τα τέλη του 1937 και μετά και στη δεκαετία του 1940, γινόταν περισσότερη χρήση του κινητού φωνογράφου και των Βιβλικών ομιλιών σε δίσκους για να φέρουν το άγγελμα τής Βασιλείας στα σπίτια εκατομμυρίων ανθρώπων.
ΠΟΙΟΙ ΑΠΟΤΕΛΟΥΝ ΤΟΝ ‘ΠΟΛΥ ΟΧΛΟ’;
Αυτό ήταν ένα καυτό ερώτημα για το λαό του Ιεχωβά επί χρόνια. Για πολύ καιρό θεωρούσαν τον ‘πολύ όχλο’ σαν μια δευτερεύουσα πνευματική τάξη που θα ήταν μαζί με τους 144.000 χρισμένους στον ουρανό, σαν παράνυμφοι ή «σύντροφοι» αυτής της Νύμφης του Χριστού. (Ψαλμ. 45:14, 15· Αποκ. 7:4-15· 21:2, 9) Επιπρόσθετα, ήδη από το 1923 τα «πρόβατα» που ανέφερε ο Ιησούς στην παραβολή του για τα πρόβατα και τα ερίφια προσδιορίστηκαν σαν μια σημερινή επίγεια τάξη, η οποία θα επιζούσε από τον Αρμαγεδδώνα στην υποσχεμένη νέα τάξη του Θεού. (Ματθ. 25:31-46· Αποκ. 16:14, 16) Το βιβλίο «Διεκδίκησις» (Τόμος Α΄) του 1931 προσδιόριζε τα άτομα που σημειώνονται στο μέτωπο για διαφύλαξη (Ιεζ. κεφ. 9) σαν τα «πρόβατα» της παραβολής του Χριστού. Το 1932 βγήκε το συμπέρασμα ότι αυτή η σημερινή τάξη των «προβάτων» είχε προεικονισθεί από το σύντροφο του Ιηού, τον Ιωναδάβ. Για πρώτη φορά το έτος 1934 διευκρινίστηκε ότι αυτοί οι «Ιωναδαβίτες» με τις επίγειες ελπίδες έπρεπε να «καθιερωθούν», ή να μπουν σε μια αφιερωμένη σχέση με τον Ιεχωβά, και να βαπτιστούν. Αλλά η άποψη για την ταυτότητα του ‘πολλού όχλου’ που αναφέρεται στην Αποκάλυψη κεφάλαιο 7 ήταν ακόμη η ίδια όπως και προηγουμένως.
Η αβεβαιότητα για τον ‘πολύ όχλο’ πέρασε όταν ο αδελφός Ρόδερφορδ συζήτησε αυτό το θέμα στη διάρκεια τής συνελεύσεως των μαρτύρων του Ιεχωβά από τις 30 Μαΐου ως τις 3 Ιουνίου 1935, στην Ουάσινγκτον D.C. Σ’ εκείνη την ομιλία δείχτηκε από τη Γραφή ότι ο «πολύς όχλος» ήταν ο ίδιος με τα «άλλα πρόβατα» του καιρού του τέλους. Ο Γουέμπστερ Λ. Ρόου θυμάται ότι σ’ ένα αποκορύφωμα της ομιλίας του ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ ρώτησε: «Παρακαλώ όσοι ελπίζουν να ζήσουν για πάντα στη γη να σηκωθούν όρθιοι.» Σύμφωνα με τον αδελφό Ρόου, «πάνω από το μισό ακροατήριο σηκώθηκε» και ο ομιλητής τότε είπε: «ΚΟΙΤΑΞΤΕ! Ο ΠΟΛΥΣ ΟΧΛΟΣ!» «Στην αρχή έγινε ησυχία,» θυμάται η Μίλντρεντ Χ. Κομπ, «έπειτα χαρούμενες φωνές και κατόπιν δυνατές και συνεχείς επευφημίες.»
Σύντομα η συνέλευση τέλειωσε, αλλά είχε αρχίσει κάτι—μία έρευνα. «Με μεγάλο ενθουσιασμό και ανανεωμένη πνευματικότητα, επιστρέψαμε στους τομείς μας για να ψάξουμε γι’ αυτούς τους προβατοειδείς ανθρώπους που επρόκειτο ακόμη να συναχθούν», αναφέρει η Σάντυ Κάρπεντερ.
Μετά τη συνέλευση του 1935, μερικοί οι οποίοι προηγουμένως έπαιρναν από τα εμβλήματα του άρτου και του οίνου στον εορτασμό του Δείπνου του Κυρίου σταμάτησαν να παίρνουν. Γιατί; Όχι λόγω απιστίας, αλλά επειδή τώρα κατανόησαν ότι οι ελπίδες τους ήταν επίγειες, όχι ουράνιες, και ενώ οι εκδόσεις της Εταιρίας των προηγούμενων χρόνων είχαν γραφεί κυρίως για τους χρισμένους ακολούθους του Ιησού, από το 1935 και μετά η «Σκοπιά» και άλλα Χριστιανικά έντυπα προμήθευαν πνευματική τροφή προς όφελος τόσο της χρισμένης τάξεως όσο και των συντρόφων τους που έχουν επίγειες προσδοκίες.
ΑΣ ΑΝΤΗΧΗΣΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ!
Στη διάρκεια της δεκαετίας του 1930, οι διαγγελείς της Βασιλείας χρησιμοποιούσαν φωνογράφους στην αναζήτησή τους για τα προβατοειδή άτομα. Ο Χένρυ Κάντγουελ μας λέει γι’ αυτούς τα εξής: «Το 1933, καθώς η Εταιρία άρχισε να επεκτείνει το έργο κηρύγματος, έγιναν διευθετήσεις να παρουσιάζονται δίσκοι με ομιλίες του αδελφού Ι. Φ. Ρόδερφορδ σ’ όλα τα μέρη της χώρας. Για να το κάνει αυτό η Εταιρία κατασκεύασε φωνογράφους. Αυτοί ήταν μεγάλοι κουρδιστοί φωνόγραφοι με ένα ηλεκτρικό πικ-απ και ενισχυτή και μεγάφωνο που λειτουργούσε με μπαταρίες. . . Είχαμε διάφορες τέτοιες ηχογραφήσεις. Μερικές ήταν ολόκληρες μέσα σ’ ένα δίσκο, άλλες απαιτούσαν δύο ή τέσσερις δίσκους για να συμπληρωθεί μία ομιλία. Έτσι είχαμε ομιλίες για 15 λεπτά, 30 λεπτά και μία ώρα. Με αυτό τον τρόπο μπορούσαμε να διεξάγουμε δημόσιες συναθροίσεις στις διάφορες περιοχές που εργαζόμαστε.»
Εξηγώντας αυτό το έργο περισσότερο, η Τζούλια Γουίλκοξ γράφει: «Πρώτα βρίσκαμε ένα σπίτι ή μερικές φορές ένα δημόσιο κτίριο, μια παλιά αποθήκη ή ακόμη μια εκκλησία, όπου μπορούσαμε να βάλουμε μια ομιλία μιας ώρας. Μετά περνούσαμε την περισσότερη μέρα πηγαίνοντας από σπίτι σε σπίτι διαφημίζοντας την ομιλία, διευθετώντας να επιστρέψουμε και να πάρουμε εκείνους που δεν είχαν μεταφορικό μέσο.»
Στη διάρκεια μιας σειράς από δώδεκα ηχογραφικές συναθροίσεις, καλυπτόταν η ίδια περιοχή τρεις φορές με Βιβλικά έντυπα και τέσσερις φορές με αναγγελίες. Επίσης αφίσσες στα παράθυρα των καταστημάτων και επιγραφές στα αυτοκίνητα των Μαρτύρων διαφήμιζαν τις συναθροίσεις. Υπήρχαν καλά αποτελέσματα, με πολλούς που έρχονταν μαζί σε μόνιμες μελέτες και ακόμη συμμετείχαν στο έργο κηρύγματος.
«Η Εταιρία χρησιμοποίησε εκατοντάδες από αυτούς τους δίσκους για να μεταδώσει το άγγελμα τής Βασιλείας», σύμφωνα με τον Ραλφ Χ. Λέφλερ, ο οποίος επίσης παρατηρεί: «Πολλοί χρησιμοποιήθηκαν από ηχητικά αυτοκίνητα και φορτηγά. . . Οι λέξεις ‘Άγγελμα της Βασιλείας’ ήταν κολλημένες πάνω σε πολλά αυτοκίνητα και, φυσικά, αυτό ήταν το θέμα. Πάνω και κάτω στους δρόμους και πέρα στην εξοχή το άγγελμα ακουγόταν. . . Μερικές φορές ένα ήσυχο βράδυ με το ηχητικό αυτοκίνητο σταματημένο στην κορυφή ενός λόφου ο ήχος μπορούσε ν’ ακουστεί χιλιόμετρα μακριά κάτω στη μικρή πόλη στην κοιλάδα.»
Μιλώντας για τις αναμνήσεις του, ο Χένρυ Α. Κάντγουελ λέει: «Πηγαίναμε σε μια περιοχή, παίζαμε μερικούς δίσκους με μουσική για να τραβήξουμε την προσοχή, κάναμε μία σύντομη αναγγελία από το μικρόφωνο και ύστερα βάζαμε μία από τις ομιλίες. Μετά ανακοινώναμε ότι άτομα θα έκαναν επισκέψεις στις πόρτες για να δώσουν περισσότερες πληροφορίες σ’ όσους επιθυμούσαν.» Υπήρχαν επίσης ηχητικές βάρκες και η λειτουργία τους ήταν παρόμοια.
Το έργο που έκαναν οι μάρτυρες του Ιεχωβά με ηχητικά μηχανήματα συναντούσε και εναντίωση. Για παράδειγμα, ο Λέναρτ Τζόνσον γράφει:
«Σε μια τοποθεσία στα προάστια της 11ης Οδού νότια του Ρόκφορντ [Ιλλινόις], σε μια γυναίκα δεν άρεσε το έργο με τα μεγάφωνα του αυτοκινήτου ούτε το άγγελμα της Βασιλείας. Εξαγριωμένη έφερε το αυτοκίνητό της δίπλα στο αυτοκίνητο με το μεγάφωνο και για να πνίξει τα λόγια του ομιλητή, χτυπούσε την κόρνα της με όλη τη δύναμη για τρία ή τέσσερα λεπτά. Το μόνο που κατάφερε ήταν να σωθεί η μπαταρία της, ώστε τελικά ο ήχος της κόρνας της γινόταν όλο και πιο αδύνατος».
Από την άλλη μεριά, μερικές πείρες με τα ηχητικά αυτοκίνητα είχαν και τη διασκεδαστική τους πλευρά. «Στην αρχή μερικοί άνθρωποι τρόμαζαν,» αναφέρει η Τζούλια Γουίλκοξ, προσθέτοντας: «Μπορεί να ήταν έξω στη δουλειά στο χωράφι, σε μακρινή απόσταση από το ηχητικό αυτοκίνητο, και είπαν ότι ακουγόταν σαν να έβγαινε μια φωνή από τους ουρανούς μιλώντας για τον Θεό. Ακόμη ακούσαμε ότι μερικές οικογένειες άφησαν τη δουλειά στο κτήμα και πήγαν στα σπίτια τους, νομίζοντας ότι είχε έρθει η μέρα της κρίσεως.»
ΚΟΥΡΔΙΣΤΕ ΤΟ ΦΩΝΟΓΡΑΦΟ!
Για χρόνια ο φορητός φωνόγραφος έπαιξε ένα σημαντικό ρόλο στο κήρυγμα της Βασιλείας. Στην εξέλιξη αυτού του έργου σπουδαίο μέρος έπαιξε η συνέλευση των μαρτύρων του Ιεχωβά στις 15-20 Σεπτεμβρίου, 1937, στο Κολόμπους του Οχάιο. Ο Έλγουντ Λάνστραμ μας κάνει τα εξής σχόλια γι’ αυτή τη συγκέντρωση:
«Σ’ αυτή τη συνέλευση εγκαινιάστηκε το έργο με το φορητό φωνόγραφο στα σκαλοπάτια των σπιτιών. Προηγουμένως μεταφέραμε το φωνόγραφο μαζί μας στην υπηρεσία, αλλά τον βάζαμε να παίζει μόνο όταν μας προσκαλούσαν μέσα. . .
«Μια οργάνωση δημιουργήθηκε στη συνέλευση του Κολόμπους από Ειδικούς Σκαπανείς, για να αποτελέσει τους πρωτοπόρους στη χρήση του φωνογράφου στα σκαλοπάτια των σπιτιών και στο έργο επισκέψεων στους ενδιαφερομένους (που για πρώτη φορά ονομάστηκαν ‘επανεπισκέψεις’) και στις Γραφικές μελέτες με μια διευθέτηση καλούμενη ‘υποδειγματική μελέτη’.»
Σύντομα μετά από εκείνη τη συνέλευση περίπου 200 ειδικά διαλεγμένοι σκαπανείς σ’ όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες στάλθηκαν στις μεγάλες πόλεις όπου ήδη υπήρχαν εκκλησίες του λαού του Θεού. Εφοδιασμένοι με φορητούς φωνογράφους, αυτοί οι ολοχρόνιοι ευαγγελιζόμενοι άρχισαν το έργο. Σύντομα, οι μάρτυρες του Ιεχωβά γενικά εκτίμησαν την αξία του έργου με το φωνόγραφο και χρειάστηκε να κατασκευαστούν περισσότερες από 20.000 απ’ αυτές τις μηχανές από το εργοστάσιο της Εταιρίας στο Μπρούκλυν μέσα σε δύο χρόνια μόνο. Ακόμη και τότε, η ζήτηση υπερέβαινε την παραγωγή, καθώς χιλιάδες από τους διαγγελείς της Βασιλείας χρησιμοποιούσαν το φωνόγραφο και άφηναν την αλήθεια να αντηχήσει για ν’ ακούσουν όλοι!
Οι φωνόγραφοι που χρησιμοποιούνταν από τους διαγγελείς της Βασιλείας άλλαξαν με το πέρασμα του χρόνου. Περίπου το 1934 υπήρχε ένα δυνατό, συμπαγές μοντέλο, με μηχανή που κουρδιζόταν και είχε χώρο για πολλούς δίσκους. Με 6 δίσκους, ζύγιζε 9 κιλά. Οι ευαγγελιζόμενοι έκαναν αρκετή άσκηση μ’ αυτόν. Περίπου δύο χρόνια αργότερα η Εταιρία είχε έναν ελαφρύτερο. Έπειτα, στις συνελεύσεις του 1940, παρουσιάστηκε ένας νέος φωνόγραφος κατακόρυφου τύπου. Σχεδιασμένος και κατασκευασμένος από αδελφούς στα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας, ο φωνόγραφος έπαιζε σε όρθια θέση. Είχε ακόμη ένα χώρο για έντυπα και ίσως για λίγο φαγητό. Αυτό το μοντέλο διευκόλυνε σε μεγάλο βαθμό το έργο κηρύγματος από σπίτι σε σπίτι.
Τώρα φαντασθείτε τον εαυτό σας στην υπηρεσία αγρού σαν διαγγελέα της Βασιλείας πριν από τέσσερις περίπου δεκαετίες. «Όταν άνοιγε ο οικοδεσπότης την πόρτα, λέγαμε, ‘Έχω ένα άγγελμα για σας.’ Τότε βάζαμε εμπρός το γραμμόφωνο και η φωνή του αδελφού Ρόδερφορδ ξεπηδούσε βαθιά,» θυμάται ο Α.Ε. Ρες. «Στο τέλος του αγγέλματος,» αφηγείται ο Άντζελο Σ. Μανέρα, «ο ομιλητής ανέφερε το βιβλίο που παρουσιάζαμε και πόσο κόστιζε. Έπειτα του δείχναμε το βιβλίο και το δίναμε, εάν υπήρχε ενδιαφέρον.» «Ποτέ δεν ήμαστε αγενείς,» σχολιάζει ο Τζωρτζ ΜακΚή, «αλλά ήμαστε βέβαιοι ότι όλοι χρειάζονταν ν’ ακούσουν τ’ αγαθά νέα της Βασιλείας.»
Το έργο με το φωνόγραφο δεν γινόταν χωρίς εναντίωση. Ο Έρνεστ Τζάνσμα μας λέει: «Σε μερικούς αδελφούς κομμάτιασαν κυριολεκτικά τους φωνογράφους ακριβώς μπροστά στα μάτια τους. Σ’ άλλους πέταγαν τους φωνογράφους ανελέητα κάτω από τις βεράντες. Ένας αδελφός στο Μιντλ Γουέστ στεκόταν παράμερα και παρακολουθούσε έναν οργισμένο αγρότη να καταστρέφει το φωνόγραφό του μ’ ένα κυνηγετικό όπλο, ύστερα άκουσε σκάγια να σφυρίζουν πλάι στο αυτοκίνητό του καθώς έφευγε. Ήταν βίαιοι και θρησκευτικά φανατισμένοι εκείνες τις μέρες.» Η Αμέλια και η Ελίζαμπεθ Λος αναφέρουν μια περίπτωση, όταν παιζόταν ο δίσκος «Εχθροί» για μια συντροφιά στη βεράντα κάποιου σπιτιού. Αφού τέλειωσε η ομιλία, μια γυναίκα άρπαξε το δίσκο από το φωνόγραφο και τον έσπασε, λέγοντας: «Δεν μπορείτε να μιλάτε έτσι για τον πάπα μου!»
Παρά την εναντίωση, το έργο με το φωνόγραφο συνεχιζόταν. Βαθμιαία η χρήση αυτού του μέσου στην υπηρεσία αγρού λιγόστεψε στη δεκαετία του 1940. Μετά το 1944 αυτή η δεκάχρονη εκστρατεία κηρύγματος με το φωνόγραφο άρχισε να αντικαθίσταται από προφορική μαρτυρία στις πόρτες.
Ανάμεσα στους τρόπους μαρτυρίας που χρησιμοποιήθηκαν στα περασμένα χρόνια ήταν και η κάρτα μαρτυρίας, που εμφανίστηκε στο τέλος του 1933 και χρησιμοποιήθηκε καλά και τη δεκαετία του 1940. Ο Τζων και η Έλεν Γκρο εξηγούν: «Οι ευαγγελιζόμενοι των καλών νέων δεν ήταν τόσο πολλοί όπως είναι σήμερα ούτε και τόσο καλά εκπαιδευμένοι. Για να μας βοηθούν στο έργο μας και για καλύτερη κάλυψη του τομέα, χρησιμοποιούσαμε αυτό που ήταν γνωστό σαν κάρτα μαρτυρίας. Αυτές ήταν σύντομες τυπωμένες ομιλίες, τις οποίες καλούνταν οι άνθρωποι να διαβάσουν. Όπου αρνούνταν οι άνθρωποι να τις διαβάσουν ή ενοχλούνταν επειδή δεν είχαν πρόχειρα τα γυαλιά τους, τους λέγαμε προφορικά το άγγελμα της κάρτας.»
ΕΝΑΣ ΑΛΛΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Ένα σημαντικό έργο που έφερε το λαό του Ιεχωβά στην προσοχή του κοινού, ενώ διαφήμιζε τον Βασιλιά και τη Βασιλεία, είχε την αρχή του σε μια συνέλευση στο Νιούαρκ της Νέας Ιερσέης στη διάρκεια του 1936. Αυτή η μορφή αναπτύχθηκε περισσότερο σε μια συνέλευση στο Λονδίνο, στην Αγγλία, το 1938. Χρόνια αργότερα, σ’ αυτό το έργο δόθηκε η αξία που του ταίριαζε με το να ονομαστεί πληροφοριακή πορεία. Αναπολώντας τη συνέλευση του Νιούαρκ το 1936, η Ρόζα Μέη Ντρέγιερ σχολιάζει: «Πινακίδες ή αφίσσες κρεμασμένες από τους ώμους μπροστά και πίσω χρησιμοποιούνταν για να διαφημίσουν την κύρια ομιλία. Επίσης διανέμονταν φέιγ-βολλάν.»
Στη διάρκεια της συνελεύσεως στο Λονδίνο το 1938, με πρόταση του Ι. Φ. Ρόδερφορδ, μερικοί βάδιζαν στο δρόμο κρατώντας υψωμένες πινακίδες με φράσεις που έκαναν τους ανθρώπους να σκεφτούν. Ο Α. Ντ. Σρέντερ (ο οποίος τότε είχε την επίβλεψη του γραφείου του τμήματος της Εταιρίας στην Αγγλία) μας λέει:
«. . .Το επόμενο βράδυ ο αδελφός Νορρ και εγώ ήμαστε επικεφαλής μιας θεαματικής παρελάσεως που είχε μήκος δέκα χιλιόμετρα και συμμετείχαν σχεδόν χίλιοι αδελφοί που βάδιζαν μέσα από το κεντρικό εμπορικό τμήμα του Λονδίνου. Κάθε δεύτερος αδελφός μετέφερε το πλακάτ ‘Αντιμετωπίστε τα Γεγονότα’ (που διαφήμιζε τη δημόσια ομιλία η οποία θα δινόταν στο Ρόγιαλ Άλμπερτ Χωλ), ενώ ο επόμενος μετέφερε το πλακάτ που έγραφε η ‘ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΓΙΔΑ ΚΑΙ ΑΠΑΤΗ’.» Μα τι θέαμα ήταν αυτό εκείνο το βράδυ!
«Το επόμενο πρωί ο αδελφός Ρόδερφορδ με κάλεσε στο γραφείο του για να του πω τι συνέβη. Ανέφερα ότι τραβήξαμε τόσο πολύ την προσοχή, ώστε πολλοί πίσω μας φώναζαν ‘Κομμουνιστές’. Έτσι σκέφτηκε λίγα λεπτά, σχεδιάζοντας πάλι αφηρημένα με το στυλό του. Πήρε ένα άλλο φύλλο και μου το έδωσε, που έγραφε: ‘ΥΠΗΡΕΤΕΙΤΕ ΤΟΝ ΘΕΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΙΑ.’ Με ρώτησε ποια ήταν η γνώμη μου για τη σκέψη του να βάλουμε αυτή τη φράση σε μια τρίτη πινακίδα, για να εξουδετερώσει τη χλευαστική αντίδραση της προηγούμενης νύχτας. Είπα, ‘Ναι.’ Έτσι, έδωσε οδηγίες να τυπωθεί αυτή η φράση και να χρησιμοποιηθεί στην επόμενη πορεία δυο νύχτες αργότερα. Το κάναμε με καλά αποτελέσματα. Έτσι μ’ αυτό τον τρόπο, με τις τρεις επιγραφές διαδοχικά, κάναμε αρκετές αξιοσημείωτες παρελάσεις πριν από τις ημερομηνίες της συνελεύσεως, 9-11 Σεπτεμβρίου. Αφού η Βρετανική κυβέρνηση για χρόνια μάς αρνιόταν τη χρήση του ραδιοφώνου για τα εκπαιδευτικά μας προγράμματα και ανακοινώσεις, αυτή η μέθοδος των παρελάσεων αποδείχτηκε εξαιρετικά αποτελεσματική για να ειδοποιηθεί το κοινό.»
Για τη Γκλάντυς Μπόλτον, η πληροφοριακή πορεία ήταν «το δυσκολότερο έργο.» Επίσης λέει: «Κάθε πλακάτ έλεγε διαφορετικά πράγματα, αλλά το μόνο που μένει έντονο στο μυαλό μου είναι ‘Η Θρησκεία Είναι Παγίδα και Απάτη’! Πόσο το αγάπησε αυτό ο κλήρος!» Όσον αφορά την επιγραφή «Η Θρησκεία Είναι Παγίδα και Απάτη,» η Ούρσουλα Σερένκο παρατηρεί: «Τον καιρό εκείνο δεν κάναμε διάκριση ανάμεσα σε αληθινή θρησκεία και ψεύτικη θρησκεία για μας όλες οι θρησκείες γενικά ήταν κακές. Την αληθινή τη λέγαμε ‘λατρεία’, ενώ την ψεύτικη τη λέγαμε ‘θρησκεία’.»
Μερικές φορές εκδηλωνόταν φανερή εχθρότητα στην πληροφοριακή πορεία. «Σε μερικές πόλεις όπως στο Πίτστον (Πενσυλβάνια), δεν μας δέχτηκαν φιλόξενα,» λέει ο Τζων Χ. Σοβύρντα. «Πολλοί άνθρωποι μας έφτυναν, μας φώναζαν με κάθε είδους αισχρά ονόματα και έλεγαν ότι ήμαστε Κομμουνιστές. Μας πέταγαν πράγματα, και μερικοί πραγματικά μας χτυπούσαν με τις γροθιές τους.»
Τότε, γιατί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά έκαναν αυτές τις πληροφοριακές πορείες; «Κυρίως επειδή το θεωρούσαμε σημαντικό για τους ανθρώπους να γνωρίζουν τα γεγονότα που χαρακτήριζαν την ψεύτικη θρησκεία και την εναντίωση που εκδήλωνε στο Χριστιανικό μας έργο,» σχολιάζει ο Τσαρλς Σ. Ήμπερλυ. Ο Άντζελο Σ. Μανέρα, σχολιάζει : «Θεωρούσαμε κάθε νέα μορφή υπηρεσίας που μας ανακοίνωναν, σαν έναν άλλο τρόπο να υπηρετήσουμε τον Ιεχωβά, έναν ακόμη τρόπο να αποδείξουμε την οσιότητά μας σ’ αυτόν, σαν μια άλλη δοκιμασία της ακεραιότητας μας, και ήμαστε πρόθυμοι να τον υπηρετήσουμε με οποιονδήποτε τρόπο ζητούσε.»
Ο Γκραντ Σούτερ μας υπενθυμίζει ότι, με ανακοίνωση στη «Σκοπιά», η πληροφοριακή πορεία διακόπηκε μετά τον Οκτώβριο του 1939, αλλά προσθέτει: «Αυτό το ασυνήθιστο και πετυχημένο μέσο για να τραβήξουμε την προσοχή πολλών ανθρώπων στη διακονία των μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν μοναδικό στον καιρό του. Ο τερματισμός του, όπως και η χρησιμοποίησή του, δείχνει την κατεύθυνση του Ιεχωβά σ’ αυτό το ζήτημα. Σήμερα γίνονται πολλές δημόσιες διαδηλώσεις, αλλά εμείς δεν συμμετέχουμε σ’ αυτές με κανέναν τρόπο ούτε μπορεί οτιδήποτε κάνουμε να παρεξηγηθεί ότι έχει σχέσεις με διαδηλώσεις.»
ΔΙΑΔΙΔΟΝΤΑΣ ΤΗΝ «ΑΛΗΘΙΝΗ ΣΟΦΙΑ» ΜΕΣΩ ΠΕΡΙΟΔΙΚΩΝ
Οι διαγγελείς της Βασιλείας είχαν θαυμάσιες ευκαιρίες να βοηθήσουν να συγκεντρωθεί ο ‘πολύς όχλος’ και να διαδώσουν την αληθινή σοφία προσφέροντας συνδρομές στη «Σκοπιά» και στην «Παρηγορία» στο κήρυγμά τους από σπίτι σε σπίτι. Στη διάρκεια της πρώτης εκστρατείας για συνδρομές στην «Παρηγορία», τον Απρίλιο, Μάιο και Ιούνιο το 1938, έγιναν 73.006 νέες συνδρομές στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πρώτη εκστρατεία για ετήσια συνδρομή στη «Σκοπιά» έγινε από τον Ιανουάριο ως και τον Μάιο του 1939, όταν οι μάρτυρες του Ιεχωβά μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες έκαναν πάνω από 93.000 νέες συνδρομές.
Αλλά η «Σκοπιά» και η «Παρηγορία» επρόκειτο ακόμη να έρθουν στην προσοχή του κοινού μ’ έναν ειδικό τρόπο. Η αληθινή σοφία πραγματικά ‘θα φώναζε στους δρόμους.’ (Παρ. 1:20) Πώς; Μέσω του έργου περιοδικού στο δρόμο, το οποίο άρχισε τον Φεβρουάριο του 1940. Σ’ αυτή τη μορφή του έργου, οι δούλοι του Ιεχωβά στέκονταν σε γωνιές πολυσύχναστων δρόμων με ειδικούς σάκκους κρεμασμένους στους ώμους τους, που είχαν πάνω τους ένα γράμμα για καθένα από τα δύο περιοδικά και έγραφε τη συνεισφορά για κάθε τεύχος—πέντε σεντς το αντίτυπο. Κρατώντας την «Παρηγορία» ψηλά, ο διαγγελέας της Βασιλείας μπορεί να έλεγε, «Δημοσιεύει γεγονότα που κανένα άλλο περιοδικό δεν τολμάει να παρουσιάσει.» Άλλα σλόγκαν περιλάμβαναν: «Εκθέτει τη θρησκευτική απάτη» και «η Σκοπιά εξηγεί τη Θεοκρατική Κυβέρνηση.» Οι ευαγγελιζόμενοι με περιοδικά προτρέπονταν να είναι συγκρατημένοι σε λόγια στο δρόμο, ακολουθώντας μια αξιοπρεπή πορεία. Δεν χρειάζεται να πούμε ότι οι περαστικοί ελκύονταν και πολλοί ανταποκρίνονταν ευνοϊκά.
Θα θέλατε να μάθετε πώς αναπτύχθηκε η ιδέα για έργο περιοδικού στους δρόμους; Ο Σ. Ε. Τζόνστον θυμάται ότι το 1939 η Εταιρία έγραψε σε όλους τους υπηρέτες ζώνης (που σήμερα λέγονται επίσκοποι περιοχής) ζητώντας τους να δοκιμάσουν διάφορους τρόπους για να φέρουν τα περιοδικά «Σκοπιά» και «Παρηγορία» στα χέρια των ανθρώπων. Ο αδελφός Τζόνστον σκέφτηκε τους εφημεριδοπώλες που είχαν σάκκους κρεμασμένους στους ώμους τους. «Γιατί να μη δοκιμάσουμε κάτι τέτοιο;» συλλογίστηκε. Ο Ντέιβ και η Έμμα Ρες συμφώνησαν να φτιάξουν σάκκους για περιοδικά και η κόρη τους, η Βέρα Κόουτς, να βάλει μια μεταξωτή επιγραφή πάνω τους—«Σκοπιά στη μία πλευρά, Παρηγορία στην άλλη». Όταν ο αδελφός Τζόνστον επισκέφτηκε τη μικρή εκκλησία στο Κόνκορντ της Καλιφόρνιας, μία ομάδα ενώθηκε μαζί του για μαρτυρία στο δρόμο. Γράφει: «Την επόμενη εβδομάδα η οικογένεια Ρες μάς έφτιαξαν περισσότερους σάκκους περιοδικών και αυτή τη φορά το δοκιμάσαμε στους εμπορικούς δρόμους της Ώκλαντ. Μερικοί αδελφοί ήταν λίγο διστακτικοί στην αρχή, αλλά το έργο στο δρόμο πέτυχε και αρχίσαμε να παίρνουμε παραγγελίες από άλλες εκκλησίες για σάκκους περιοδικών. Σ’ αυτό το σημείο, έγραψα μια έκθεση στην Εταιρία, στέλνοντας τους ένα σάκκο για δείγμα. . . Η Εταιρία μού έγραψε ευχαριστώντας εμένα και όλους μας για το πείραμα και λέγοντας ότι θα έκαναν σύντομα ανακοίνωση στον ‘Πληροφορητή’, πράγμα που έγινε.»
Η Εταιρία έκανε διευθετήσεις για να προμηθεύσει σάκκους περιοδικών. Ο Νικόλας Κόβαλακ μας λέει: «Οι ευαγγελιζόμενοι της εκκλησίας του Πασάικ της Νέας Ιερσέης είχαν το προνόμιο να φτιάχνουν τους σάκκους περιοδικών για την Εταιρία. Κόβαμε το ύφασμα και το ράβαμε σε σάκκους περιοδικών. Το Σάββατο και την Κυριακή όλοι όσοι ήξεραν και ήθελαν συγκεντρώνονταν στο παντελονάδικο του αδελφού Φρανκ Καταντσάρο και είχαν το προνόμιο να ράβουν τους σάκκους περιοδικών για τους αδελφούς μας όλης της χώρας. . . Η Εταιρία έκανε την εκτύπωση. Έτσι κάθε φορά που βλέπαμε ένα σάκκο περιοδικού, αισθανόμαστε ότι είχαμε κάποια συμμετοχή στη διαφήμιση της βασιλείας του Ιεχωβά.»
Πώς θα σας φαινόταν να σταθείτε για πρώτη φορά στη γωνιά του δρόμου με τη «Σκοπιά» και την «Παρηγορία» τον Φεβρουάριο του 1940; Ο Πήτερ Ντε Μούρα απαντά: «Πόσο καλά θυμάμαι την 1η Φεβρουαρίου του 1940!. . . Πώς θα μας δέχονταν; Ποια θα ήταν η αντίδραση των γειτόνων μας και των συμπολιτών μας; Ήμαστε συγκινημένοι. Επρόκειτο να το κάνουμε αυτό δύο ώρες. . . Ήμαστε έκπληκτοι! Καθώς λέγαμε τα κατάλληλα σλόγκαν και πλησιάζαμε τους ανθρώπους, είχαμε επιτυχία. Διαθέσαμε όλοι πολλά περιοδικά.»
Φέρνοντας στο νου της την αντίδραση του κοινού, η Γκρέης Α. Έστεπ δηλώνει : «Στην αρχή υπήρχε κάτι σαν κατάπληξη ανακατεμένη με ευθυμία και μερικές φορές θυμό και έπειτα μεγάλη αμηχανία καθώς οι άνθρωποι έφευγαν από τη μια μεριά του δρόμου και πήγαιναν στις απέναντι βιτρίνες σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τους γείτονες, στους οποίους δεν ήθελαν να μιλήσουν, αλλά και ντρέπονταν να τους αγνοήσουν. Μετά τις πρώτες λίγες εβδομάδες, όμως, απλώς το δέχτηκαν και άνετα έπιαναν την κουβέντα ή χάζευαν τις βιτρίνες καθώς το πήραν απόφαση ότι θα υπήρχαν ευαγγελιζόμενοι στο δρόμο.»
Μερικές φορές ξέσπαγε η οχλαγωγία όταν οι δούλοι του Ιεχωβά ενασχολούνταν στο έργο περιοδικού στο δρόμο εκείνες τις πρώτες μέρες. Για παράδειγμα, ο Χ. Σ. Ρόμπινς θυμάται ένα θυμωμένο όχλο που επιτέθηκε σ’ αυτόν και σε άλλους κήρυκες της Βασιλείας ενώ έκαναν έργο περιοδικού στο δρόμο στο σαν Αντόνιο του Τέξας πριν από μερικά χρόνια. Η κατάληξη ήταν ότι, μολονότι οι Μάρτυρες δεν τραυματίστηκαν, εντούτοις συνελήφθησαν αντί να συλληφθούν οι οχλοκράτες. Ο αδελφός Ρόμπινς προσθέτει :
«Όταν μας άφησαν, γυρίσαμε στην Αίθουσα Βασιλείας για να αναδιοργανωθούμε και να δούμε τι θα κάναμε μετά. . . Αναδιοργανωθήκαμε και πήγαμε αμέσως πίσω.
«Μέχρι να γυρίσουμε στην πόλη, είχε βγει ‘έκτακτη’ έκδοση μιας εφημερίδας και οι εφημεριδοπώλες φώναζαν: ‘Οι μάρτυρες του Ιεχωβά διώχτηκαν από την πόλη,’ ενώ εμείς είχαμε γεμίσει πάλι όλους τους δρόμους. . . Σίγουρα δεν είχαμε φύγει από την πόλη και δεν επρόκειτο να φύγουμε.»
«ΚΑΤ’ ΕΚΛΟΓΗ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΙ»
Οι Γραφές χαρακτηρίζουν το λαό του Θεού σαν πρόβατα που έχουν τον Ιεχωβά σαν ουράνιο Ποιμένα τους. (Ψαλμ. 28:8, 9· 80:1· Ιεζ. 34:11-16) Εκτός από τη στοργική του φροντίδα, απολαμβάνουν τη βοήθεια και κατεύθυνση του Καλού Ποιμένα Ιησού Χριστού, καθώς επίσης και τη βοήθεια άλλων ποιμένων μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. (Ματθ. 25:31-46· Λουκάς 12:32· Ιωάννης 10:14-16· 1 Πέτρ. 5:1-4) Μεταξύ του λαού του Θεού από την δεκαετία του 1870 μέχρι το 1932, άνδρες που είχαν ψηφιστεί να είναι πρεσβύτεροι από την εκκλησία επέβλεπαν τις εκκλησιαστικές Γραφικές μελέτες και ομιλίες. Άνδρες που είχαν ψηφιστεί σαν διάκονοι από την εκκλησία τούς βοηθούσαν. Σύμφωνα με τον Σ. Γ. Μπάρμπερ, οι πρεσβύτεροι «είχαν την ηγεσία σε πνευματικά θέματα, διεξάγοντας συναθροίσεις, δίνοντας ομιλίες και έχοντας τη γενική επίβλεψη,» ενώ οι διάκονοι «χρησιμοποιούνταν σαν ταξιθέτες, φροντίζοντας τις διευθετήσεις για τα καθίσματα και βοηθώντας με άλλους τρόπους.»
Οι πρεσβύτεροι και οι διάκονοι εκλέγονταν από την εκκλησία κάθε χρόνο με ανάταση των χεριών των αδελφών που ήταν συνταυτισμένοι με κάθε εκκλησία. «Όσον αφορά τις ψηφοφορίες», εξηγεί ο Χέρμπερτ Χ. Άμποτ, «τότε υπήρχε η άποψη ότι στις Πράξεις 14:23 η λέξη που αποδίδεται ‘χειροτονούνται’ («διορίζονται» ΜΝΚ) είχε σχέση με την ανάταση των χεριών και σήμαινε να ψηφίζει κανείς σ’ εκείνες τις εκλογές για αρχηγούς τάξεων. (Βλέπε Πράξεις 14:23) Δεν γνωρίζαμε ότι αυτό γινόταν με την έννοια του διορισμού από τους αποστόλους ή το κυβερνών σώμα.»
«Τι καθόριζε τα πνευματικά προσόντα εκείνων που εκλέγονταν για την επίβλεψη της εκκλησίας;» ρωτάει ο Χένρυ Α. Ρημπ. Απαντά: «Κατ’ αρχήν δεν εκλεγόταν κανείς νεοκατήχητος και αυτό φυσικά ήταν Γραφικό. Πριν από τη συνάθροιση για την εκλογή, διάβαζαν τα προσόντα για το αξίωμα από την 1 Τιμόθεο 3:1-13 και Τίτο 1:5-9». «Όταν συμπληρωνόταν ο κατάλογος των υποψηφίων», λέγει η Έντιθ Ρ. Μπρένισεν, μας συμβούλευαν θερμά να σκεφτούμε προσεκτικά και με προσευχή τα προσόντα και τις ικανότητες του καθενός υποψήφιου, σύμφωνα με τη Γραφή, ζητώντας την καθοδηγία του αγίου πνεύματος στην λήψη των αποφάσεών μας. . . συναθροιζόμασταν πάλι την καθορισμένη ώρα για να διαλέξουμε εκείνους που είχαν βάλει υποψηφιότητα.»
Σε μερικά μέρη προέκυψαν προβλήματα στην εκλογή πρεσβυτέρων. Η αδελφή Έιβερυ Μπρίστοου θυμάται ότι υπήρχαν «ψηφοθηρία και αντιζηλίες» και λέει: «Αυτό προξένησε διαίρεση και διαμάχες ανάμεσα στους αδελφούς και τις αδελφές σε μερικές εκκλησίες και μερικοί δεν μιλούσαν ακόμη σε άλλους μιας άλλης ομάδας.» Ο Τζέημς Ρέττος σχολιάζει: «Μερικοί θύμωναν πολύ αν δεν τους ψήφιζαν.»
Μερικές φορές προέκυψαν προβλήματα σχετικά με την υπηρεσία αγρού. Η Ούρσουλα Σ. Σερένκο γράφει: «Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που ήρθε η ανακοίνωση ότι όλοι πρέπει να συμμετέχουν στο έργο από σπίτι σε σπίτι με έντυπα και ιδιαίτερα στο έργο της Κυριακής από σπίτι σε σπίτι—αυτό έγινε το 1927. Οι εκλεγμένοι πρεσβύτεροί μας εναντιώθηκαν σ’ αυτό και προσπάθησαν ν’ αποθαρρύνουν ολόκληρη την τάξη από το να συμμετέχει σε οποιαδήποτε μορφή αυτού του έργου. Η τάξη άρχισε να διασπάται και άρχισαν να πηγαίνουν με το ένα ή το άλλο μέρος κι από ‘κει ήρθαν διαιρέσεις.» Η στάση μερικών από τους πρεσβυτέρους απέναντι στο έργο κηρύγματος από σπίτι σε σπίτι είχε ζωτική σημασία. Έτσι στην ετήσια ψηφοφορία αυτό ήταν ένα σημείο που έπαιζε σπουδαίο ρόλο. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Χ. Ρόμπερτ Ντώσον, το 1929 οι υποψήφιοι για πρεσβύτεροι και διάκονοι στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβανίας έπρεπε ν’ απαντήσουν στην εξής ερώτηση: «Είστε πρόθυμοι να λάβετε μέρος στο έργο υπηρεσίας;»
Ορισμένοι πρεσβύτεροι είχαν ένα αίσθημα ανωτερότητας και ήθελαν να δίνουν μόνο ομιλίες, σύμφωνα με την αδελφή Τζ. Μ. Νόρρις. Προσθέτει: «Άλλοι επέκριναν τα άρθρα της «Σκοπιάς» μη θέλοντας να δεχτούν ότι εξακολουθούσε να είναι αγωγός του Θεού για την αλήθεια και πάντοτε προσπαθούσαν να επηρεάσουν άλλους στον τρόπο σκέψεώς τους.»
Δεν πρέπει όμως ποτέ να συμπεράνει κανείς ότι όλοι οι εκλεγμένοι πρεσβύτεροι είχαν λανθασμένη στάση η πνεύμα. Πολλοί εκπλήρωναν πιστά τις ευθύνες τους σαν Χριστιανοί ποιμένες του λαού του Θεού. (1 Πέτρ. 5:1-4) «Μόνο λίγοι έβαζαν εμπόδια για να σκοντάφτουν οι αδελφοί στο δρόμο του έργου κηρύγματος», λέει ο Τζέημς Μπάρτον. Σύμφωνα με τον Ρόυ Ε. Χέντριξ, «πολλοί απ’ αυτούς τους πρεσβυτέρους ήταν πραγματικά αφιερωμένοι σπουδασταί της Γραφής, πραγματικοί Μάρτυρες του Ιεχωβά.» Η Κλάρενς Σ. Χάζζεϋ παρατηρεί: «Πολλοί απ’ αυτούς τους πρεσβυτέρους ήταν εξαιρετικά ώριμοι Χριστιανοί αδελφοί, που θερμά ενδιαφέρονταν για την ευημερία της εκκλησίας.» Ο Ιεχωβά ποίμαινε το λαό του και ευχαριστιόταν να χρησιμοποιεί τέτοιους ανθρώπους προς όφελος των αφιερωμένων λάτρεών του.
Οι «κατ’ εκλογή πρεσβύτεροι» επέβλεπαν τις εκκλησιαστικές δραστηριότητες για πολλά χρόνια. Με τον ερχομό του 1932, όμως, έγινε μια προσωρινή αλλαγή. Τα ηλικιωμένα μέλη του Μπέθελ του Μπρούκλυν θυμούνται ακόμη τη συνάθροιση που έγινε το βράδυ της Τετάρτης, 5 Οκτωβρίου 1932, στην Αίθουσα Απόλλων στο Μπρούκλυν. Περίπου 300 μέλη της εκκλησίας της Νέας Υόρκης ψήφισαν τότε μια απόφαση που έβαζε τέρμα στην εκλογή πρεσβυτέρων στην πόλη της Νέας Υόρκης. (Βλέπε «Η Σκοπιά» της 1ης Σεπτεμβρίου 1932, σελίδες 265 και 266, καθώς επίσης το τεύχος της 15ης Οκτωβρίου 1932, σελίδα 319 στα Αγγλικά.) Σχεδόν όλες οι άλλες εκκλησίες σταμάτησαν αμέσως να εκλέγουν πρεσβυτέρους, ψηφίζοντας παρόμοιες αποφάσεις. Έτσι το 1932 είδε την αντικατάσταση των «κατ’ εκλογή πρεσβυτέρων» από μια ομάδα ώριμων Χριστιανών που ονομάζονταν «επιτροπή υπηρεσίας» και η οποία εκλεγόταν από την εκκλησία για να βοηθάει τον τοπικό διευθυντή υπηρεσίας που είχε διοριστεί από την Εταιρία Σκοπιά.
Η έναρξη της νέας διευθετήσεως το 1932 έφερε μερικά προβλήματα και ορισμένα άτομα εγκατέλειψαν την οργάνωση. Όμως, η μεγάλη πλειονότητα των εκκλησιών και εκείνων που ήταν συνταυτισμένοι μαζί τους δέχτηκαν τη ρύθμιση της οργανώσεως με ευγνωμοσύνη.
ΑΛΛΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ
Για πολλά χρόνια μόνο αδελφοί που ήταν χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού Χριστού είχαν θέσεις ευθύνης στη Χριστιανική εκκλησία. Αλλά το 1937 έγινε μια αλλαγή. Ο Γκραντ Σούτερ γράφει: «Σε θέματα οργανώσεως βοηθηθήκαμε από τη συμβουλή της «Σκοπιάς» της 1ης Μαΐου 1937 (στην Αγγλική) να δούμε ότι εκείνοι που ήταν από την τάξη του Ιωναδάβ [που είχαν επίγειες προοπτικές] μπορούσαν να διοριστούν σε θέσεις υπηρεσίας στις εκκλησίες. . . Το τεύχος της «Σκοπιάς» της 15ης Αυγούστου (στην Αγγλική) τόνιζε ότι οι Ιωναδαβίτες μπορούσαν να υπηρετούν στις επιτροπές υπηρεσίας και σε άλλες παρόμοιες αρμοδιότητες στις εκκλησίες. Σύμφωνα με τη «Σκοπιά», «οι Ιωναδαβίτες μπορούσαν να γίνουν υπηρέτες ομάδας ή προεδρεύοντες επίσκοποι, αν δεν υπήρχαν διαθέσιμοι για την υπηρεσία κατάλληλα μέλη του χρισμένου υπολοίπου». «Βλέπουμε πώς ο Ιεχωβά προετοίμαζε το δρόμο για τη μεγάλη αύξηση που επρόκειτο να γίνει», είπε ο Νόρμαν Λάρσον, προσθέτοντας: «Βέβαια αυτό άνοιξε καινούργιους ορίζοντες για κείνους οι οποίοι, σαν και μένα, ήταν από την επίγεια τάξη.»
Το 1938 έγινε μία άλλη σημαντική εξέλιξη στην οργάνωση. Τα άρθρα της Αγγλικής «Σκοπιάς» «Ενότητα εν Δράσει» (15 Μαΐου) και «Οργάνωσις» (1 και 15 Ιουνίου) έδειχναν ότι η εξουσία να διορίζουν επισκόπους και τους βοηθούς τους δεν ήταν προνόμιο της κάθε εκκλησίας. Έγινε σύσταση οι εκκλησίες σ’ όλο τον κόσμο να εξετάσουν μία απόφαση που παρουσιαζόταν στη «Σκοπιά», με την οποία να ζητούν από την «Εταιρία» να οργανώνει αυτή την εκκλησία για υπηρεσία και «να διορίζει τους διάφορους υπηρέτες της», δηλαδή όλους εκείνους που θα είχαν τις υπεύθυνες θέσεις τοπικά. (Βλέπε «Η Σκοπιά» του 1948, σελίδες 169, 182, 183, στην Αγγλική.) Οι περισσότερες εκκλησίες υιοθέτησαν αυτή την απόφαση και οι λίγες που δεν το έκαναν, σύντομα έχασαν την πνευματική τους δράση και τα προνόμια που είχαν σχετικά με την υπηρεσία της Βασιλείας.
Η «ΑΙΘΟΥΣΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ»
Ο Ιεχωβά, ο ουράνιος Ποιμένας, κάνει πλούσιες πνευματικές προμήθειες για το λαό του. Σπουδαίο ρόλο στη διατροφή του λαού του έπαιξαν οι Χριστιανικές συναθροίσεις. (Εβρ. 10:24, 25) Συχνά οι σύγχρονοι δούλοι του Ιεχωβά συναθροίζονταν σε ιδιωτικά σπίτια και νοικιασμένα δημόσια κτίρια. Αλλά η ουράνια βασιλεία γεννήθηκε το 1914 μ.Χ. Έτσι με τον καιρό, ο λαός του Θεού άρχισε να ονομάζει τους τόπους των κύριων συναθροίσεών του «Αίθουσα Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά.»
Σύμφωνα με τον Ντομένικο Φινέλλι, η πρώτη Αίθουσα Βασιλείας χτίστηκε στο Ροσέτο της Πενσυλβανίας το 1927 και λέει ότι «εγκαινιάστηκε με μια δημόσια ομιλία από τον αδελφό Τζιοβάννι ΝτεΤσέκκα.» Όμως, η γενική χρήση του ονόματος «Αίθουσα Βασιλείας» άρχισε να συνηθίζεται από το 1935 και μετά. Στη διάρκεια εκείνου του έτους, ο πρόεδρος της Εταιρίας Σκοπιά Ι. Φ. Ρόδερφορδ επισκέφθηκε τα νησιά της Χαβάης και εγκαινίασε την ίδρυση ενός γραφείου τμήματος στη Χονολουλού. Έγιναν διευθετήσεις να υπάρχει μια αίθουσα συνελεύσεων στο κτίριο του τμήματος. Αυτή η αίθουσα ονομάστηκε «Αίθουσα Βασιλείας».
Από το 1935 και μετά, οι μάρτυρες του Ιεχωβά σε διάφορα μέρη νοίκιασαν κτίρια, τα διαρρύθμισαν για συνελεύσεις και τα χρησιμοποίησαν σαν Αίθουσες Βασιλείας. Συχνά εκκλησίες αγόραζαν ένα ακίνητο ή ανακαίνιζαν κτίρια ή έχτιζαν καινούργια κτίρια για να χρησιμεύουν σαν τόποι συναθροίσεως για Γραφικές μελέτες και λατρεία του Θεού. Ο Γ. Λ. Πέλλε πριν από λίγο καιρό έκανε τα παρακάτω κατάλληλα σχόλια:
«Οι Αίθουσες Βασιλείας είναι άνετες και πρακτικές. Και επειδή έχουν ελκυστική εμφάνιση δίνουν σιωπηλή μαρτυρία, αλλά επίσης κάνουν και τους νέους ενδιαφερομένους να νιώθουν ‘σαν στο σπίτι τους’, όταν έρχονται. Οι πιο πολλές εργασίες για το χτίσιμο γίνονταν από αδελφούς μας και από άτομα με μεγάλο ενδιαφέρον. Δεν χρειάστηκε να καταφύγουμε σε οικοδομικές εταιρίες που πρόσφεραν δάνεια. Το κεφάλαιο και τα έσοδα παραμένουν μέσα για χρήση του λαού του Ιεχωβά. Το ίδιο αλήθευε και για τη σκηνή στην έρημο των Ισραηλιτών πριν από πολλά χρόνια. (Πράξεις 7:44) Πριν από λίγο καιρό με ρώτησαν, ‘Γιατί ονομάζετε το κτίριο σας «Αίθουσα Βασιλείας»;’ Απάντησα ότι η πρώτη-πρώτη έννοια που δίνεται στο λεξικό μου είναι: Αίθουσα· ένα κτίριο αφιερωμένο για δημόσιες υποθέσεις. Οι Αίθουσες Βασιλείας μας είναι αφιερωμένες αποκλειστικά στην υπόθεση του Παντοδύναμου Θεού και της βασιλείας του. Έτσι, δεν μπορεί να υπάρχει πιο κατάλληλο όνομα.»
Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΖΩΝΗΣ ΕΝΙΣΧΥΕΙ ΤΟ ΛΑΟ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Καθώς όλο και περισσότεροι από τον «πολύ όχλο» συνέρρεαν στις Αίθουσες Βασιλείας τη δεκαετία του 1930, άρχισε μία δραστηριότητα που είχε σκοπό να ενισχύσει τις εκκλησίες του λαού του Θεού. (Αποκ. 7:9) Ήταν το έργο ζώνης, που σήμερα το λέμε έργο περιοχής. Περίπου είκοσι εκκλησίες σε μία ορισμένη περιοχή της χώρας αποτελούσαν μία ζώνη. Η Εταιρία διόριζε έναν υπηρέτη ζώνης να επισκέπτεται κάθε εκκλησία και να διαθέτει γενικά μία εβδομάδα μαζί της. Ο σκοπός του ήταν να ενισχύσει τη διοργάνωση της εκκλησίας και να τη βοηθήσει στο έργο κηρύγματος. Από καιρό σε καιρό, οι εκκλησίες μιας ζώνης συγκεντρώνονταν για συνέλευση ζώνης, για να λάβουν εκεί Βιβλική εκπαίδευση και πνευματική βοήθεια. Ειδικοί υπηρέτες στέλνονταν από τα κεντρικά γραφεία της Εταιρίας για να υπηρετούν σ’ αυτές τις συνελεύσεις. Το έργο ζώνης ξεκίνησε την 1 Οκτωβρίου 1938 και συνεχίστηκε μέχρι τον Νοέμβριο του 1941.
Ο Έντγκαρ Σ. Κέννεντυ δείχνει πώς οι Χριστιανοί ανταποκρίνονταν στο έργο ζώνης, λέγοντας: «Το πνεύμα τους ήταν ισχυρό και η εκτίμησή τους για τις επισκέψεις μας εκφραζόταν στοργικά. Όλες οι ομάδες (εκκλησίες) ήταν μικρές, αλλά σ’ αυτές έβλεπες να υπάρχει ζωντάνια. Λόγω της θεληματικής τους αποδοχής των θεοκρατικών οδηγιών, της αγάπης τους για την αλήθεια, της ανταποκρίσεώς τους στην ομαδική υπηρεσία και του έργου τους με τις υποδειγματικές μελέτες, άρχισαν να εμφανίζονται σημάδια αυξήσεως. Πολλές νέες εκκλησίες άρχισαν να σχηματίζονται.»
«ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΩΤΗΡΙΑ»
Εκείνες τις μέρες χρειαζόταν βέβαια μια ισχυρή Χριστιανική οργάνωση, διότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά ήταν στόχος σφοδρού διωγμού. Πολύ απ’ αυτό το κακό άρχισε το 1935. Πώς; Στη συνέλευση στην Ουάσινγκτον D.C., τη Δευτέρα 3 Ιουνίου, ο αδελφός Ρόδερφορδ απάντησε σ’ ένα ερώτημα για το χαιρετισμό της σημαίας από τα παιδιά στο σχολείο. Είπε στο ακροατήριο της συνελεύσεως ότι το να χαιρετά κανείς ένα επίγειο έμβλημα, αποδίδοντας σωτηρία σ’ αυτό, ήταν απιστία προς τον Θεό. Ο Ρόδερφορδ είπε ότι εκείνος δεν θα το έκανε.
Ο Χ. Λ. Φίλμπρικ παρατήρησε ότι την απάντηση του Ρόδερφορδ «πρέπει να την άκουσαν μερικοί νεαροί, γιατί όταν άνοιξαν τα σχολεία εκείνο το φθινόπωρο ξαφνικά εμφανίστηκαν επικεφαλίδες στις εφημερίδες της Βοστώνης που έγραφαν για ένα νεαρό αγόρι στη Λυνν της Μασσαχουσέτης, το οποίο αρνήθηκε να χαιρετήσει τη σημαία στο σχολείο στην αρχή της σχολικής χρονιάς. Το όνομά του ήταν Κάρλετον Νίκολς. Ένα νεαρό κορίτσι, η Μπάρμπαρα Μέρεντιθ, κράτησε την ίδια στάση στο σχολείο της στο Σάντμπερυ της Μασσαχουσέτης την ίδια μέρα.» Αλλά η περίπτωσή της δεν έφτασε στον τύπο, επειδή ο δάσκαλός της ήταν ανεκτικός και δεν δημιούργησε ζήτημα.
Στις 20 Σεπτεμβρίου 1935 ο νεαρός Κάρλετον Μπ. Νίκολς αρνήθηκε να χαιρετήσει τη σημαία. Το επεισόδιο έγινε γνωστό από τις δημοσιεύσεις σ’ όλη τη χώρα. Το Ασσοσιέιτεντ Πρες πλησίασε τον αδελφό Ι. Φ. Ρόδερφορδ σαν πρόεδρο της Εταιρίας Σκοπιά και του ζήτησε μια επίσημη δήλωση σχετικά με την άποψη των μαρτύρων του Ιεχωβά γι’ αυτό το θέμα. Η δήλωση έγινε, αλλά ο τύπος αρνήθηκε να τη δημοσιεύσει. Έτσι, στη διάρκεια μιας πανεθνικής ραδιοφωνικής εκπομπής στις 6 Οκτωβρίου 1935, ο Ρόδερφορδ μίλησε πάνω στο θέμα «Ο Χαιρετισμός της Σημαίας». Αυτή η ομιλία δημοσιεύθηκε στο 32 σελίδων βιβλιάριο με τίτλο «Πιστότης», που διανεμήθηκε κατά εκατομμύρια. Σ’ αυτή την απάντηση προς τον τύπο, ο Ρόδερφορδ έδειξε ότι, ενώ οι μάρτυρες του Ιεχωβά σέβονται τη σημαία, οι Γραφικές υποχρεώσεις τους και η σχέση τους με τον Θεό αυστηρά τους απαγορεύουν να χαιρετήσουν οποιαδήποτε εικόνα. Για τους δούλους του Ιεχωβά αυτό θα ήταν μία πράξη λατρείας σε αντίθεση προς τις αρχές που εκτίθενται στις Δέκα Εντολές. (Έξοδ. 20:4-6) Η απάντηση επίσης έδειχνε ότι κυρίως υπεύθυνοι για τη διδασκαλία των παιδιών τους είναι οι Χριστιανοί γονείς και ότι τα παιδιά πρέπει να διδάσκονται την αλήθεια σύμφωνα με την κατανόηση και την εκτίμηση που έχουν οι γονείς τους για τις Άγιες Γραφές.
Ενώ πολλοί υπεύθυνοι και δάσκαλοι ήταν ανεκτικοί, άλλοι ενεργούσαν αυθαίρετα και απέβαλλαν παιδιά μαρτύρων του Ιεχωβά από το σχολείο επειδή αρνούνταν να χαιρετήσουν τη σημαία. Για παράδειγμα, στις 6 Νοεμβρίου 1935 δύο παιδιά Μάρτυρες αποβλήθηκαν γι’ αυτό το λόγο από ένα δημόσιο σχολείο στη Μίνερσβιλ της Πενσυλβανίας. Ο πατέρας τους, ο Γουώλτερ Γκόμπιτης, έκανε αγωγή κατά της εκπαιδευτικής επιτροπής στη Σχολική Περιφέρεια της Μίνερσβιλ. Η αγωγή άρχισε να εκδικάζεται στο Περιφερειακό Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών και η απόφαση ήταν υπέρ των μαρτύρων του Ιεχωβά. Όταν έγινε έφεση εναντίον της αποφάσεως, οι Μάρτυρες επίσης κέρδισαν μια ευνοϊκή απόφαση στο Εφετείο. Αλλά η υπόθεση μετά έφθασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. Εκεί τον Ιούνιο του 1940, με μία απόφαση οκτώ προς έναν το Δικαστήριο αναίρεσε την ευνοϊκή κρίση, με καταστρεπτικές συνέπειες.
Στο ένα μέρος μετά το άλλο οι Χριστιανοί διώκονταν εξαιτίας της Γραφικής στάσεώς τους για το χαιρετισμό της σημαίας. Για παράδειγμα, ένας όχλος μαζί με μερικούς αστυνομικούς επιτέθηκαν στους μάρτυρες του Ιεχωβά στη διάρκεια μιας Γραφικής συναθροίσεως στο Ρόκβιλ της Μέρυλαντ στις 20 Ιουνίου 1940. Αφού κατάφερε να μπει στην Αίθουσα Βασιλείας, ο αρχηγός του όχλου ύψωσε μια σημαία και είπε, «Θα σας δώσω δύο λεπτά για να χαιρετήσετε αυτή τη σημαία, αλλιώς θα χυθεί αίμα εδώ.» Ο Σώτηρ Κ. Βάσσιλ αναφέρει: «Έγινε ησυχία για ένα λεπτό περίπου, όταν τελείως ξαφνικά, ένας άνδρας που είχε έρθει στη συνάθροιση για πρώτη φορά, φοβήθηκε, πετάχτηκε πάνω, χαιρέτησε τη σημαία και έφυγε. . . Κανείς άλλος δεν χαιρέτησε τη σημαία. Όταν πέρασαν τα δύο λεπτά, ο αρχηγός πέταξε ό,τι κρατούσα στα χέρια μου και έδωσε διαταγές στον όχλο ‘να τα σπάσουν όλα’ και άρχισαν να τα πετάνε όλα, καρέκλες, αντικείμενα και λοιπά. Οι δύο αστυνομικοί με τα όπλα στη μέση τους ήταν μέσα μαζί τους και τους πλησίασα και τους ρώτησα εάν μπορούσαν να κάνουν κάτι. Δεν άνοιξαν ούτε το στόμα τους ούτε άρχισαν να κάνουν κάποια ενέργεια να σταματήσουν τον όχλο.» Η κατάσταση χειροτέρεψε. «Άρχισαν να κάνουν σαν μια αγέλη δαιμόνων,» λέει ο αδελφός Βάσσιλ, «σπρώχνοντας και πετώντας μας έξω από την Αίθουσα. Συνεχώς φώναζαν: ‘Σκοτώστε τους! Σκοτώστε τους! Είναι Ναζί.’ Μερικά από τα παιδιά στην αίθουσα άρχισαν να κλαίνε και μερικοί από τον όχλο φώναζαν ‘πετάξτε αυτά τα παιδιά απ’ το παράθυρο.’ Κυριολεκτικά μας πέταξαν με τις κλωτσιές από το κτίριο στο δρόμο και τώρα ούρλιαζαν: ‘Διώξτε τους από την πόλη! Διώξτε τους από την πόλη!’»
Αργότερα, αφού γλύτωσε από τον όχλο, ο αδελφός Βάσσιλ ήρθε σ’ επαφή με τον υπηρέτη ζώνης, τον Τσαρλς Ήμπερλυ, ο οποίος αμέσως ανέφερε το επεισόδιο στο Γενικό Εισαγγελέα των Ηνωμένων Πολιτειών. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών άρχισε να εξετάζει το θέμα την επόμενη μέρα. Τελικά έγινε δίκη και ο αδελφός Βάσσιλ μας λέει: «Μετά τη δίκη, της οποίας η απόφαση ήταν ευνοϊκή για μας και για τη δόξα του Ιεχωβά, ο δήμος του Ρόκβιλ έβαλε έναν αστυφύλακα να φυλάει την Αίθουσα Βασιλείας μας κάθε φορά που είχαμε συνάθροιση, ώστε να μην ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο. Αυτή τη φορά η ενέργεια του Σατανά να καταστρέψει την πρόσφατα σχηματισμένη εκκλησία και Αίθουσα Βασιλείας είχε αποτύχει.—Ησ. 54:17.»
Αυτή η αφήγηση είναι μόνο ένα παράδειγμα. Συνέβησαν πολλά άλλα επεισόδια. Για παράδειγμα, στην Κόννερσβιλ της Ινδιάνα, ένας δικηγόρος των Μαρτύρων χτυπήθηκε και διώχτηκε από την πόλη. Οι δούλοι του Θεού υπέμεναν τέτοιο βίαιο διωγμό επειδή προσκολλούνταν αυστηρά στις Άγιες Γραφές και θαρραλέα ισχυρίζονταν ότι η σωτηρία τους και η απελευθέρωση από τους εχθρούς και τους κινδύνους έρχεται, όχι από κάποιο έθνος, αλλά από τον Θεό. Πραγματικά, «η σωτηρία είναι του Ιεχωβά.»—Ψαλμ. 3:8.
ΣΧΟΛΕΙΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Ο υποχρεωτικός χαιρετισμός της σημαίας στα σχολεία είχε σαν αποτέλεσμα την αποβολή πολλών σπουδαστών που ήταν μάρτυρες του Ιεχωβά. Όμως, η Εταιρία Σκοπιά βοήθησε τους αληθινούς Χριστιανούς να δώσουν εκπαίδευση στα παιδιά τους. Ήδη από το 1935 έγινε αυτό με τη λειτουργία ιδιωτικών «Σχολείων της Βασιλείας». Σ’ αυτά κατάλληλοι δάσκαλοι μέσα από τους μάρτυρες του Ιεχωβά αφιέρωναν το χρόνο και τις δυνάμεις τους, διδάσκοντας παιδιά Μαρτύρων που είχαν αποβληθεί από δημόσια σχολεία. Ο λαός του Θεού οργάνωσε και χρηματοδότησε αυτά τα ιδιωτικά σχολεία σε διάφορα μέρη.
Ένα από τα Σχολεία της Βασιλείας βρισκόταν στο Λέηκγουντ της Νέας Ιερσέης. Σύμφωνα με έναν πρώην σπουδαστή εκεί, τον Κ. Γ. Έρλενμαϊερ, η Αίθουσα Βασιλείας της εκκλησίας του Λέηκγουντ ήταν στον πρώτο όροφο, καθώς επίσης και η σχολική αίθουσα, μία κουζίνα και η τραπεζαρία. Υπνοδωμάτια για τα κορίτσια ήταν στο δεύτερο όροφο και για τ’ αγόρια στον τρίτο. «Φυσικά», λέει ο αδελφός Έρλενμαϊερ, «οι περισσότεροι από μας μέναμε εκεί και πηγαίναμε σπίτι μόνο τα σαββατοκύριακα κυρίως. Εκείνοι που ζούσαν πιο μακριά πήγαιναν σπίτι τους κάθε δεύτερο σαββατοκύριακο και τον τελευταίο χρόνο του σχολείου, που εξαιτίας του πολέμου η βενζίνη ήταν περιορισμένη, πηγαίναμε σπίτι κάθε τρίτο σαββατοκύριακο.»
Επειδή υπήρχε πολλή δουλειά να γίνεται, υπήρχε μια μαγείρισσα και μια οικονόμος. Αλλά και τα παιδιά είχαν τους διορισμούς τους—βοήθεια στην κουζίνα, πλύσιμο και σκούπισμα πιάτων, να βγάζουν έξω τα σκουπίδια και ούτω καθ’ εξής. Γινόταν συζήτηση του καθημερινού Γραφικού εδαφίου στο πρόγευμα και κάθε σχολική μέρα άρχιζε με μία ημίωρη μελέτη της Γραφής. Έτσι τα παιδιά τρέφονταν πνευματικά. Επιπλέον, είχαν ευκαιρίες να χρησιμοποιούν ό,τι μάθαιναν στην υπηρεσία αγρού τα Σάββατα και τις Κυριακές.
Ένα άλλο Σχολείο της Βασιλείας ιδρύθηκε στο Γκέητς της Πενσυλβανίας. Εκεί δίδασκε η Γκρέης Α. Έστεπ, δασκάλα δημόσιου σχολείου, η οποία είχε απολυθεί επειδή δεν έβαζε τα παιδιά της τάξεώς της να απαγγείλουν τον όρκο υποταγής και να χαιρετήσουν τη σημαία. Η αδελφή Έστεπ θυμάται ότι ο πρώτος χρόνος του σχολείου ήταν ένας «ταραγμένος χρόνος», όπου κάθε ανώτερος κρατικός αξιωματούχος προσπαθούσε να βρει κάποια αιτία για να το κλείσει. Επίσης δηλώνει: «Στη σχολική αίθουσα συχνά εισέβαλλε κάποιος επίσημος, είτε των σχολείων είτε άλλης υπηρεσίας, με σκοπό να βρει λάθος ή να μας ενοχλήσει περισσότερο. Επίσης, πολλοί πολίτες κατέχονταν από πατριωτικό πάθος. Κάποτε συγκεντρώθηκε ένα πλήθος με σκοπό να ανατινάξει ή να κάψει το σχολείο και εξαγριωμένοι διαμαρτύρονταν στον ιδιοκτήτη γιατί μας το είχε νοικιάσει. Αλλά αφού ο ιδιοκτήτης ήταν ένας εξέχων πολίτης της πόλης και αφού αυτοί δεν μπορούσαν να βρουν τρόπο ν ανατινάξουν το σχολείο χωρίς ν’ ανατιναχθεί το κουρείο (στο ίδιο κτίριο), παράτησαν την ιδέα.» Τελικά, οι μαθητές πλήθυναν κι έτσι χρειάστηκε νηπιαγωγείο, οκτώ τάξεις δημοτικού σχολείου και τέσσερις γυμνασίου.
Τι εκπαίδευση δινόταν στους σπουδαστές στο Σχολείο της Βασιλείας; Ο Λόυντ Όουεν, ο οποίος δίδαξε σ’ ένα στο Σάουγκους της Μασσαχουσέτης, αναφέρει: «Κάναμε τεστ για να δούμε πώς πηγαίναμε. Τις περισσότερες φορές τα τεστ έδειχναν ότι οι σπουδαστές έπρεπε να είναι μισή ή μία τάξη παραπάνω απ’ αυτή που πήγαιναν. . . Κάναμε τεστ στους σπουδαστές τουλάχιστον δυο φορές το χρόνο και πάντοτε είχαν αυτή την πολύ υψηλή βαθμολογία.»
Ένα ωραίο πνεύμα επικρατούσε ανάμεσα σ’ εκείνους που είχαν σχέση με τα σχολεία της Βασιλείας. «Οι φίλοι ήταν θαυμάσιοι και πάντοτε βοηθούσαν με κάθε τρόπο», λέει η αδελφή Έστεπ. «Ήταν όλα σαν ένα είδος κοινότητας και αυτή την κοινότητα την αποτελούσαν όλοι όσοι ασχολούνταν με τα σχολεία της Βασιλείας. Η καρδιά μου ξεχειλίζει από αγάπη και εκτίμηση όταν ξαναθυμάμαι όλα τα θαυμάσια πράγματα που οι αγαπητοί φίλοι έκαναν εκείνες τις μέρες, που η αγάπη τους για τον Ιεχωβά δεν γνώριζε όρια. Και μολονότι τα χρήματά τους ήταν λίγα, προμήθευαν τα αναγκαία πράγματα ως το σημείο να εξαντλούν το χρόνο τους και τις δυνάμεις τους.
ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΝΑΘΕΩΡΕΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ
Στις 8 Ιουνίου 1942, με ψήφο πέντε προς τέσσερις, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών έβγαλε απόφαση κατά των μαρτύρων του Ιεχωβά στην υπόθεση Τζόουνς κατά Οπέλικα για άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Είναι πάντως ενδιαφέρον ότι οι Δικαστές Μπλακ, Ντάγκλας και Μέρφυ όχι μόνο διαφώνησαν αλλά και αποκήρυξαν την ψήφο τους που είχαν δώσει το 1940 στην υπόθεση Γκόμπιτης για το χαιρετισμό της σημαίας. Μ’ αυτή την ευκαιρία ο δικηγόρος της Εταιρίας Σκοπιά, υπέβαλε αγωγή στο Περιφερειακό Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών για τη Νότια περιφέρεια της Γουέστ Βιρτζίνια κατά του Εκπαιδευτικού Συμβουλίου της Πολιτείας Γουέστ Βιρτζίνια. Γιατί; Για να εμποδίσει τον υποχρεωτικό χαιρετισμό της σημαίας. Ένα τριμελές δικαστήριο ομόφωνα αποφάσισε υπέρ των μαρτύρων του Ιεχωβά, αλλά το Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της Πολιτείας Γουέστ Βιρτζίνια έκανε έφεση. Την Ημέρα της Σημαίας, 14 Ιουνίου 1943, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών αναίρεσε τη θέση του στην υπόθεση Γκόμπιτης υποστηρίζοντας (στη Δίκη Εκπαιδευτικό Συμβούλιο της Γουέστ Βιρτζίνια κατά Μπάρνετ) ότι το συμβούλιο του σχολείου δεν είχε το δικαίωμα να αποβάλει από το σχολείο και έτσι ν’ αρνείται την εκπαίδευση σε παιδιά μαρτύρων του Ιεχωβά που δεν χαιρετούσαν τη σημαία.
Αυτή η απόφαση αναίρεσε τη στάση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην υπόθεση Γκόμπιτης. Αν και αυτό δεν έφερε τέλος σε όλα τα προβλήματα που είχαν σχέση με τη Χριστιανική στάση όσον αφορά το χαιρετισμό της σημαίας, τα Σχολεία της Βασιλείας δεν ήταν πια αναγκαία. Έτσι, για πρώτη φορά σε οκτώ περίπου χρόνια τα παιδιά των μαρτύρων του Ιεχωβά μπορούσαν να επιστρέψουν στα δημόσια σχολεία.
‘ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΩΝ ΚΑΛΩΝ ΝΕΩΝ’
Οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, είτε νέοι είτε γέροι, ξέρουν ότι μπορεί να διωχθούν. Άλλωστε, ο Ιησούς είπε στους μαθητές του: «Και θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων διά το όνομά μου.» (Ματθ. 10:22) Ο απόστολος Παύλος έγραψε, «Και πάντες δε οι θέλοντες να ζώσιν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού, θέλουσι διωχθή.» (2 Τιμ. 3:12) Μερικές φορές ο διωγμός έχει καταλήξει σε συλλήψεις Χριστιανών με ψευδείς κατηγορίες—ότι δήθεν πουλούν χωρίς άδεια ή για διατάραξη της κοινής ησυχίας. Στην αρχή δεν τηρούνταν στατιστικές, αλλά το 1933 αναφέρθηκαν 268 συλλήψεις σ’ όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες. Μέχρι το 1936 ο αριθμός ανέβηκε σε 1.149. Χαρακτήριζαν ψεύτικα τους μάρτυρες του Ιεχωβά σαν πλασιέ ή πλανόδιους έμπορους μάλλον παρά σαν κήρυκες του ευαγγελίου.
Αλλά οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν δέχονταν τις συλλήψεις, τις δίκες και τις φυλακίσεις χωρίς μάχη. Υιοθέτησαν την τακτική να κάνουν εφέσεις για τις καταδικαστικές αποφάσεις των δικαστηρίων. Με τη βοήθεια του Ιεχωβά μπορούσαν να ‘υπερασπίζονται και να υποστηρίζουν νομικά τα αγαθά νέα’.—Φιλιπ. 1:7.
Θα ήταν αδύνατο μέσα σε λίγες σελίδες να αφηγηθούμε τα συνταρακτικά γεγονότα, να ξαναζωντανέψουμε τις πολλές σκηνές του γενναίου θεοκρατικού πολέμου καθώς οι δούλοι του Ιεχωβά μάχονταν για ελευθερία κηρύγματος. Αλλά καλά θα κάνουμε ν’ αρχίσουμε με τη λυσσαλέα «μάχη της Νέας Ιερσέης». Η μάχη άρχισε το 1928, όταν μερικοί από τους δούλους του Θεού συνελήφθησαν στο Σάουθ Αμπόυ της Νέας Ιερσέης. Αλλά το Πλέηνφηλντ έγινε το κύριο πεδίο μάχης των Καθολικών κατά των Μαρτύρων σ’ εκείνη την πολιτεία.
ΤΟ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ ΤΟΥ ΠΛΕΗΝΦΗΛΝΤ
Ενόψει της σημασίας του Πλέηνφηλντ σχετικά με το διωγμό του λαού του Ιεχωβά, ο Ι. Φ. Ρόδερφορδ αποφάσισε να γίνει εκεί μια δημόσια συνάθροιση με θέμα «Γιατί Ασκείται Θρησκευτική Μισαλλοδοξία σ’ Αυτή τη Χώρα Σήμερα;» Γι’ αυτό το ειδικό πρόγραμμα στις 30 Ιουλίου 1933, περίπου πενήντα απρόσκλητοι, ανεπιθύμητοι και αχρείαστοι αστυνομικοί μπήκαν μέσα, δήθεν για να φρουρήσουν το θέατρο. Αναμφίβολα βρίσκονταν εκεί κατά παράκληση της Καθολικής Ιεραρχίας, η οποία ζητούσε έναν τρόπο για να εμποδίσει τη συνάθροιση και ίσως να ξεκάνει τον ομιλητή.
Φτάνοντας στο θέατρο, ο αδελφός Ρόδερφορδ παρατηρεί ότι πίσω από τις κουρτίνες η αστυνομία κρατάει δύο πολυβόλα στραμμένα πάνω του και στο ακροατήριο. Διαμαρτύρεται, αλλά αυτό δεν κουνάει από τη θέση τους ούτε τους αστυνομικούς ούτε τα όπλα τους. Λένε πως έχουν «ειδοποιηθεί κρυφά» ότι πρόκειται να γίνει φασαρία και βρίσκονται εδώ για να διατηρήσουν την τάξη. Ο Γεώργιος Γάνγκας λέει ότι στη διάρκεια ολόκληρης της ομιλίας η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη. Ιδιαίτερα συγκινήθηκε από τις εξής δηλώσεις προς το τέλος της ομιλίας του Ρόδερφορδ:
«Αλλά ντροπή στους ιερείς και στους κληρικούς οι οποίοι έχουν συνεργήσει και προκαλέσει το διωγμό των μαρτύρων του Ιεχωβά με σκοπό να αφήνουν τους ανθρώπους σε άγνοια της αλήθειας κι έτσι να μην ξεσκεπάζονται· ντροπή σ’ εκείνους τους δημόσιους αξιωματούχους που είναι έτοιμοι και πρόθυμοι να κατατάξουν τους μάρτυρες του Ιεχωβά σαν κερδοσκόπους πλανόδιους πωλητές που εξυπηρετούν τα ιδιοτελή τους συμφέροντα· ντροπή στους δικαστές και στους δικηγόρους που από φόβο μήπως χάσουν κάποια προσωπικά οφέλη, έχουν αποφύγει ν’ αντιμετωπίσουν το θέμα και αρνούνται να αποφασίσουν ξεκάθαρα στην ερώτηση αν μπορούν ή όχι οι άνθρωποι να εμποδισθούν από το να κηρύττουν το ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού, με τη θέσπιση και επιβολή νομικών διατάξεων ενάντια στους γυρολόγους και στους πλανόδιους πωλητές.»
Ο αδελφός Γάνγκας παραδέχεται: «Έλεγα στον εαυτό μου: Τώρα θα τον πυροβολήσουν! Τώρα θα τον συλλάβουν! Αλλά, όπως αναφέρεται στην εισαγωγή του βιβλιαρίου «Μισαλλοδοξία», ‘Άγγελος Κυρίου στρατοπεδεύει κύκλω των φοβούμενων αυτόν, και ελευθερόνει αυτούς.’» (Ψαλμ. 34:7) Παρά τη δύσκολη κατάσταση, η ομιλία του αδελφού Ρόδερφορδ έγινε χωρίς επεισόδια. Έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Έτσι εκδόθηκε αργότερα το βιβλιάριο «Μισαλλοδοξία» και διαδόθηκε πλατιά.
ΕΝΑΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΑΣ ΑΚΟΥΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ
Οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεν έδιναν μάχη για την ελευθερία λόγου και λατρείας μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Ιούνιο του λεγόμενου «Αγίου Έτους», του 1933, το καθεστώς του Αδόλφου Χίτλερ κατέσχε την ιδιοκτησία της Εταιρίας Σκοπιά στο Μαγδεμβούργο και απαγόρευσε τις δραστηριότητες του λαού του Ιεχωβά στη Γερμανία όσον αφορά τις συναθροίσεις και τη διανομή των εντύπων, αν και η ιδιοκτησία επιστράφηκε εκείνο τον Οκτώβριο. Στις 7 Οκτωβρίου 1934 οι Μάρτυρες στη Γερμανία συναθροίστηκαν κατά ομίλους και κατόπιν θερμής προσευχής έστειλαν μία διαμαρτυρία με τηλεγράφημα στους αξιωματούχους της κυβερνήσεως του Χίτλερ. Όμως, οι δούλοι του Θεού σε άλλες χώρες δεν έμειναν άπραγοι.
«Στη συνάθροιση υπηρεσίας ένα βράδυ το έτος 1934, μας ζητήθηκε να είμαστε στον τόπο της συναθροίσεως στις 9.00 π.μ. της Κυριακής για κάτι έκτακτο», θυμάται η Γκλάντυς Μπόλτον. «Όλοι ήμασταν αναστατωμένοι! Τι θα μπορούσε να είναι; Το πρωινό της Κυριακής το σπίτι ήταν γεμάτο. Ο ομιλητής ανήγγειλε ότι οι εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά παγκοσμίως συναθροίζονταν σήμερα με σκοπό να στείλουν τηλεγραφήματα στον Χίτλερ, όλα συγχρόνως, ζητώντας του να σταματήσει το διωγμό των μαρτύρων του Ιεχωβά στη Γερμανία!» Αφού προσευχήθηκαν στον Ιεχωβά, κάθε όμιλος έστειλε το ακόλουθο τηλεγράφημα: «Κυβέρνηση Χίτλερ, Βερολίνο, Γερμανία. Η κακομεταχείριση εκ μέρους σας των μαρτύρων του Ιεχωβά συγκλονίζει όλους τους καλούς ανθρώπους της γης και ντροπιάζει το όνομα του Θεού. Σταματήστε το διωγμό των μαρτύρων του Ιεχωβά· διαφορετικά ο Θεός θα καταστρέψει εσάς και το εθνικό κόμμα σας.» Το άγγελμα είχε την υπογραφή «ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ» και αναφερόταν η πόλη ή η κωμόπολη όπου συναθροιζόταν η εκκλησία.
Εκείνα τα τηλεγραφήματα προκάλεσαν μεγάλη ταραχή, ακόμη και σε μερικά τηλεγραφεία στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Στην Κέησβιλ της Βιρτζίνια, καθώς επίσης και σε άλλα μέρη», λέει ο Μέλβιν Γουίντσεστερ, «ο τηλεγραφητής σχεδόν λιποθυμούσε όταν πήγαιναν οι φίλοι με το τηλεγράφημα.»
Πώς ανταποκρίθηκε το Ναζιστικό καθεστώς; Ο διωγμός των μαρτύρων του Ιεχωβά εντάθηκε. Αλλά ο λαός του Θεού στη Γερμανία και αλλού είχε προετοιμαστεί για την εναντίωση και τις κακουχίες. Στον κατάλληλο καιρό, ο Ιεχωβά φρόντισε ώστε να λάβουν την αναγκαία Γραφική συμβουλή και ενθάρρυνση. Είχε έρθει στα τέλη του 1933 μέσω του άρθρου της «Σκοπιάς» «Μη Τους Φοβάστε». Αποκαλυπτόταν η εχθρότητα της Ρωμαϊκής Καθολικής Εκκλησίας και το άρθρο προειδοποιούσε ότι η εναντίωση μπορεί να οδηγούσε στο θάνατο μερικών πιστών δούλων του Θεού. Αλλά αυτό ενθάρρυνε το λαό του Θεού να συνεχίσει να δίνει μαρτυρία για το όνομά του με τόλμη και χαρά, ώστε να μπορούν να συμμετέχουν στη διεκδίκηση αυτού του αγίου ονόματος.
ΒΟΗΘΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥΣ
Για τους Χριστιανούς εκείνοι ήταν καιροί δοκιμασίας της πίστεως. Φυσικά, κάθε επεισόδιο κατά μέτωπο εναντιώσεως ή ακόμη κάθε σύλληψη δεν οδηγούσε σε δίκη. Αλλά πολλές φορές οι δούλοι του Ιεχωβά πραγματικά χρειάζονταν βοήθεια για να υπερασπισθούν πετυχημένα τις υποθέσεις τους στα δικαστήρια των Ηνωμένων Πολιτειών. Για να βοηθήσει τους διαγγελείς της Βασιλείας, η Εταιρία Σκοπιά ίδρυσε ένα νομικό τμήμα στα κεντρικά γραφεία της στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης.
Αναπολώντας ο Ρόμπερτ Ε. Μόργκαν θυμάται: «Στις εβδομαδιαίες συναθροίσεις μας υπηρεσίας μελετούσαμε το έντυπο «Διεξαγωγή της Δίκης», που είχε εκδώσει η Εταιρία με σκοπό να μας καταρτίσει για να αντιμετωπίζουμε την αστυνομία και τους δικαστές που διαρκώς μας ενοχλούσαν στην υπηρεσία αγρού. Οι συναθροίσεις μας υπηρεσίας μάς δίδασκαν πώς να απαντούμε όταν μας πλησίαζε η αστυνομία, ποια ήταν τα δικαιώματά μας σαν πολίτες και τι διαδικασίες δεν έπρεπε να παραλείπουμε να ακολουθούμε έτσι ώστε να θέτουμε μια γερή βάση για νομικές ενέργειες για την υπεράσπιση των αγαθών νέων όταν θα εφεσιβάλαμε τις υποθέσεις μας.»
«Επιδείξεις στις συναθροίσεις υπηρεσίας αναπαρίσταναν τη διαδικασία από τον καιρό της συλλήψεως μέχρι το τέλος της δίκης και τον διακανονισμό της υποθέσεως», θυμάται ο Ρέι Σ. Μποπ, προσθέτοντας: «Οι Υπηρέτες των εκκλησιών έπαιζαν το ρόλο των κατηγόρων και συνηγόρων, και μερικές ‘δίκες’ διαρκούσαν εβδομάδες.»
ΣΥΛΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΕΛΝΟΝΤΑΙ ΦΥΛΑΚΗ
Τα νομικά βοηθήματα που προμήθευε η Εταιρία και η καλή εκπαίδευση στις συναθροίσεις υπηρεσίας βοήθησε τους δούλους του Θεού πολύ. Αλλά στις κακουχίες της ζωής πίσω από τα κάγκελα μόνο ο ίδιος ο Ιεχωβά μπορούσε να ενδυναμώσει το λαό του. Όπως είπε ο Παύλος, «Τα πάντα δύναμαι διά του ενδυναμούντος με Χριστού.»—Φιλιπ. 4:13.
Εκατοντάδες Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά συνελήφθησαν και φυλακίστηκαν στη διάρκεια των ταραγμένων χρόνων στις δεκαετίες του 1930 και 1940. Ο Όμηρος Λ. Ρότζερς αναφέρει το εξής σχετικά με τα νομικά προβλήματα που αντιμετώπισε ο λαός του Ιεχωβά σε μια περιοχή: «Η πόλη της Λα Γκραντζ (Τζώρτζια) είχε εκδώσει μία διαταγή η οποία απαγόρευε σε οποιονδήποτε να επισκέπτεται ένα σπίτι στη Λα Γκραντζ και να προσφέρει στον οικοδεσπότη οποιοδήποτε έντυπο. Αυτό είχε για στόχο τους μάρτυρες του Ιεχωβά και εφαρμόστηκε μόνο ενάντια στους μάρτυρες του Ιεχωβά.» Πώς μπορούσε κανείς να είναι σίγουρος γι’ αυτό; Οι κάτοικοι της πόλεως βεβαίωναν ότι όλη η άλλη έντυπη ύλη διανεμόταν ελεύθερα στη Λα Γκραντζ χωρίς εμπόδιο από τις αρχές.
Στις 17 Μάιου 1936, 176 Μάρτυρες συνελήφθησαν επειδή κήρυτταν στη Λα Γκραντζ και φυλακίστηκαν. Την επόμενη μέρα οι γυναίκες αφέθηκαν ελεύθερες, αλλά 76 άνδρες κρατήθηκαν για δεκατέσσερις ημέρες σε μια επαρχιακή φυλακή έξι χιλιόμετρα (τέσσερα μίλια) έξω από την πόλη. Οι μόνιμοι τρόφιμοι εκεί ήταν βαρυποινίτες που πραγματικά τους αλυσόδεναν όταν δούλευαν στους δρόμους από την ανατολή μέχρι τη δύση του ήλιου. Όταν οι Μάρτυρες δικάστηκαν, ανακηρύχθηκαν ένοχοι και τους επιβλήθηκε ποινή φυλακίσεως 30 ημερών ή εξαγορά της ποινής προς 1 δολλάριο τη μέρα, σύμφωνα με τον Σ. Ε. Σιλεγουέη. Επειδή ο εισαγγελέας διέταξε τον κλητήρα να μην προσυπογράψει την αίτηση για έφεση, οι αδελφοί έχασαν το δικαίωμα για έφεση και 57 γύρισαν για να συμπληρώσουν την ποινή των τριάντα ημερών στη φυλακή στις 28 Μαΐου 1937. Παρά την αθωότητά τους, αυτοί οι Μάρτυρες φορούσαν τώρα τα ρούχα της φυλακής, δύο άτομα έπρεπε να μοιράζονται μία κουβέρτα στις κρύες νύχτες και έκαναν σκληρή δουλειά στους δρόμους και αλλού.
Πολλά ήταν τα βάσανα αυτών των φυλακισμένων. Αλλά είχαν επίσης ευκαιρία να κάνουν πνευματικό καλό. Ο αδελφός Σ. Ε. Σιλεγουέη γράφει: «Προς το τέλος των τριάντα ημερών στην ομάδα μου και σε μια άλλη, σύνολο 12 άτομα, ανατέθηκε η διαμόρφωση ενός χώρου για νεκροταφείο εγχρώμων, το οποίο για λόγους απομονώσεως έγινε κάπου απόμερα. Προς το μεσημέρι μια νεκρική πομπή πέρασε από την κύρια θύρα και σταμάτησε ενώ μας πλησίαζε ο νεκροθάφτης. Φαινόταν ότι αυτή η οικογένεια ήταν πάρα πολύ φτωχή για να πληρώσει κάποιον κληρικό και έτσι δεν θα γινόταν ομιλία και νεκρική ακολουθία. Θα έλεγε κάποιος από εμάς τους διακόνους λίγα λόγια; Ήταν προνόμιό μας να πούμε στους λίγους εκείνους ανθρώπους την αληθινή κατάσταση των νεκρών και την ελπίδα μιας αναστάσεως. Δεν τους πείραζαν τα ρούχα της φυλακής.»
Η Τερέζα Ντρέηκ λέει ότι η πρώτη της γεύση μισαλλοδοξίας κατά του λαού του Θεού ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1930 όταν συνελήφθη για πρώτη φορά στο Μπέργκενφηλντ της Νέας Ιερσέης. Συνεχίζει: «Μου πήραν πρώτα δακτυλικά αποτυπώματα στο Πλέηνφηλντ της Νέας Ιερσέης. Ήταν στο Πλέηνφηλντ που έμεινα κρατούμενη μαζί με άλλες 28 αδελφές. Μας κράτησαν σ’ ένα μικρό κελί και με 29 από μας εκεί, ήταν αδύνατο να ξαπλώσουμε για να κοιμηθούμε. Τελικά, μας πήγαν στο γυμναστήριο στο ίδιο κτίριο και εκεί μας είχαν ψάθες για να ξαπλώνουμε. Θυμάμαι έναν αστυνομικό που άνοιξε την πόρτα, μας κοίταξε και είπε, ‘Σαν πρόβατα οδηγούμενα στη σφαγή.’»
Αναφέροντας μία άλλη περίπτωση, η αδελφή Ντρέηκ γράφει: «Στο Περθ Αμπόυ μας συνέλαβαν και μας κράτησαν από τις 10 π.μ. μέχρι τις 8 μ.μ. Ήταν τότε που συνάντησα τον αδελφό Ρόδερφορδ. Ήρθε να βγάλει με εγγύηση 150 από μας που είχαμε συλληφθεί. Μας κρατούσαν σ’ ένα μεγάλο δωμάτιο στο δικαστικό μέγαρο. Απ’ έξω οι άνθρωποι έπαιρναν τα βιβλία και τα έντυπά μας από τα αυτοκίνητά μας και τα πετούσαν παντού στην αυλή του δικαστηρίου. Στο βάθος της αίθουσας τον περίμεναν πέντε-έξι απ’ αυτούς για να του επιτεθούν. Τον απειλούσαν, αλλά ποτέ δεν βρήκαν την ευκαιρία, γιατί καθώς φεύγαμε από το δικαστήριο, ήταν περικυκλωμένος από μας και έπειτα πήγε αμέσως σ’ ένα αυτοκίνητο που τον περίμενε, όχι το συνηθισμένο.»
Από τις πόλεις του Οχάιο και της Γουέστ Βιρτζίνια, η Έντνα Μπάουερ αφηγείται: «Πολλοί από τους φίλους συλλαμβάνονταν και οδηγούνταν στη φυλακή με οχήματα της πυροσβεστικής, με τις σειρήνες σε λειτουργία για να τραβούν την προσοχή στις συλλήψεις που γίνονταν.» Συχνά πολλοί φυλακίζονταν αμέσως και δεν υπολόγιζαν καθόλου την ηλικία. Για παράδειγμα, η αδελφή Τζέιμς Γ. Μπένεκοφ θυμάται ένα περιστατικό στην Κολούμπια της Νότιας Καρολίνα, «όταν 200 από μας φυλακίστηκαν και ο μικρότερος ήταν έξι εβδομάδων.»
Οι συνθήκες στη φυλακή ήταν πάρα πολύ καταθλιπτικές. Ο Ερλ Ρ. Ντέηλ θυμάται την άδικη φυλάκιση του σαν Χριστιανού στο Σόμερσγουερθ του Νιου Χάμπσαϊρ και γράφει: «Κοιμήθηκα εκείνη τη νύχτα, μάλλον προσπάθησα να κοιμηθώ. Η φυλακή δεν ήταν πολύ καθαρή. Τη νύχτα υπήρχαν κάτι μικρά πλάσματα που σέρνονταν πάνω μας και δεν μου άρεσαν, αλλά τους άρεσα εγώ.» Επειδή κήρυτταν τα καλά νέα στο Κάρουθερσβιλ του Μιζούρι το 1941, ο αδελφός και η αδελφή Ανταίρ φυλακίστηκαν εβδομήντα οκτώ μέρες. Η αδελφή Ανταίρ περιγράφει το μέρος του περιορισμού της σαν «μπουντρούμι». Η υγεία της αδελφής Ανταίρ χειροτέρεψε στη διάρκεια εκείνης της φυλακίσεως. «Δεν ήταν ευχάριστο πράγμα να κοιμάσαι σ’ ένα τσιμεντένιο πάτωμα με μια κουβέρτα και μαξιλάρι για εβδομήντα οκτώ μέρες», παραδέχεται. «Αλλά το να μείνεις πιστός στον Ιεχωβά ήταν εκείνο που είχε σημασία.»
Αν και οι μάρτυρες του Ιεχωβά στις Ηνωμένες Πολιτείες φυλακίζονταν συχνά επειδή κήρυτταν το άγγελμα της Βασιλείας, αυτό δεν σταματούσε τα χείλη τους. Σαν φυλακισμένοι εξακολουθούσαν να διακηρύττουν τα καλά νέα. Για παράδειγμα, η Ντόρα Γουάνταμς είχε πολλές ευκαιρίες να κηρύξει στη φυλακή. Να τι θυμάται ότι συνέβη μια φορά, όταν τα νέα για την απελευθέρωση των Μαρτύρων κυκλοφόρησαν σε μία φυλακή του Νιούαρκ της Νέας Ιερσέης: «Μια νύχτα ενώ ήμασταν κλειδωμένοι στα κελιά μας, ακούσαμε φυλακισμένους γύρω μας να λένε: ‘Οι άνθρωποι της Βίβλου πρόκειται να μας αφήσουν αύριο. Αυτό το μέρος ποτέ δεν θα είναι το ίδιο. Είναι ακριβώς σαν να μας επισκέφθηκαν άγγελοι’.»
Η ΜΕΡΑ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
Οι δούλοι του Ιεχωβά ήταν έτοιμοι να υπερασπίσουν τους εαυτούς τους και το Θεόδοτο έργο τους όταν οι συλλήψεις τους κατέληγαν σε δίκες. Μερικές φορές δεν εκπροσωπούνταν ούτε από δικηγόρους. Για παράδειγμα, το 1938 ο Ρόλαντ Ε. Κόλλιερ, που ήταν στην εκκλησία του Όραντζ της Μασσαχουσέτης, απέκτησε άδεια για να χρησιμοποιεί ένα ηχητικό αυτοκίνητο στο γειτονικό Άθολ. Αυτός και ένας άλλος αδελφός ήταν στο ηχητικό αυτοκίνητο παίζοντας το δίσκο «Εχθροί», ενώ άλλοι διαγγελείς της Βασιλείας κήρυτταν από πόρτα σε πόρτα. Ο αδελφός Κόλλιερ συνελήφθη και κατηγορήθηκε ότι πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, αν και δεν το είχε κάνει αυτό σ’ εκείνη την περίπτωση. Μας αφηγείται: «Με ενδιαφέρον περιμέναμε και προετοιμαζόμασταν για τη δίκη. Μελέτησα προσεκτικά την έκδοση της Εταιρίας «Διεξαγωγή της Δίκης». Τη μέρα της δίκης μερικοί αδελφοί ήρθαν μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου για να μου δώσουν κουράγιο. Ακολούθησα την κατάλληλη διαδικασία της δίκης, σκιαγραφημένη από την Εταιρία, ακόμη και στο σημείο της εξετάσεως του αρχηγού της αστυνομίας. Όταν όλες οι αποδείξεις παρουσιάστηκαν μετά από μία πλήρη δίκη, βρέθηκα αθώος και η εφημερίδα είχε μια επικεφαλίδα που έγραφε ‘Ο ΑΝΔΡΑΣ ΤΟΥ ΟΡΑΝΤΖ ΚΗΡΥΤΤΕΙ ΕΞΩ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΛΑΚΗ’.»
Μερικοί δικηγόροι που δεν ήταν μάρτυρες του Ιεχωβά εργάσθηκαν σκληρά για να υπερασπίσουν το λαό του Θεού. Συχνά, όμως, Μάρτυρες δικηγόροι αντιπροσώπευαν τους ομοπίστους τους στο δικαστήριο. Μεταξύ αυτών ήταν ο Βίκτωρ Σμιτ. Η σύζυγός του Μίλντρεντ αφηγείται : «Μετά τη δυσμενή απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών στο ζήτημα της σημαίας, οι συλλήψεις των αδελφών σε πάρα πολλά μέρη πήραν το μέγεθος χιονοστιβάδας. Ήταν αναγκαίο να πηγαίνω εγώ το σύζυγο μου σ’ αυτά τα διάφορα μέρη επειδή εκείνος δεν οδηγούσε. Για ένα διάστημα έπρεπε κάθε μέρα να πηγαίνουμε και σε άλλο μέρος. Επομένως, έπρεπε να αφήσω το έργο σκαπανέα. Ο Βίκτωρ είχε μεγάλη πίστη στον Ιεχωβά και αυτό ενθάρρυνε και μένα να έχω όμοια πίστη. Καθώς πλησιάζαμε αυτές τις πόλεις όπου επρόκειτο να αντιπροσωπεύσει αδελφούς μας στο δικαστήριο, σταματούσαμε στο δρόμο και προσευχόμασταν στον Ιεχωβά ν’ ανοίξει την οδό γι’ αυτόν για να προσφέρει κάποια βοήθεια στους αδελφούς μας και επίσης, αν ήταν θέλημα του Ιεχωβά, να μας προστατεύει και να μας βοηθάει να μην ενδίδουμε ποτέ στο φόβο των ανθρώπων. Πολλές είναι οι φορές που είδαμε την απόδειξη της έξοχης δυνάμεως των αγγελικών δυνάμεων του Ιεχωβά να ενεργούν για μας.»
ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ
Διάφορες νομικές υποθέσεις που αφορούσαν τους μάρτυρες του Ιεχωβά τελικά έφταναν στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. Μία απ’ αυτές ήταν η «Λόβελ κατά της Πόλεως του Γκρίφφιν». Αν και ο λαός του Θεού συχνά είχε συλληφθεί επειδή κήρυττε τα καλά νέα στο Γκρίφφιν της Τζώρτζια, σε μία περίπτωση αρκετοί απ’ αυτούς συνελήφθησαν για υποτιθέμενη παραβίαση ενός διατάγματος της πόλεως που απαγόρευε «τη διανομή. . . εντύπων οποιουδήποτε είδους. . . χωρίς να έχει αποκτηθεί πρώτα γραπτή άδεια από τον Διευθυντή Δημοτικών Υπηρεσιών της Πόλεως του Γκρίφφιν.» Ο αδελφός Τζ. Ε. Φίσκε σχολιάζει: «Μερικοί αδελφοί είχαν ύψος πάνω από 1,80 μ. και οι αξιωματούχοι τούς ρώτησαν αν μπορούσαν να διαλέξουν οι ίδιοι κάποιον για να αντιπροσωπεύσει την ομάδα και οι επίσκοποί μας δέχθηκαν. Έτσι αυτοί διάλεξαν μία κοντή, αδύνατη αδελφή επειδή σκέφτηκαν ότι αυτή θα ήταν εύκολο θύμα. Αλλά αυτή (η Άλμα Λόβελ) είχε μελετήσει τη «Διεξαγωγή της Δίκης». . . Κανείς από τους άνδρες δεν είχε προετοιμαστεί όσο αυτή η μικρή αδελφή και όταν εκδικάστηκε η υπόθεση, αυτή μίλησε στο δικαστήριο για παραπάνω από μία ώρα, δίνοντας μία θαυμάσια μαρτυρία. Όμως, ο δικαστής δεν ενδιαφερόταν καθόλου και είχε βάλει τα πόδια του πάνω στην έδρα. Όταν κάθισε κάτω, ο δικαστής κατέβασε τα πόδια του και είπε, ‘Τελείωσες;’ Αυτή είπε, ‘Ναι, Εντιμότατε.’ Τότε τους κήρυξε όλους ενόχους. Ο δικηγόρος της Εταιρίας αμέσως έκανε έφεση». Στις 28 Μαρτίου 1938 το Ανώτατο Δικαστήριο ομόφωνα δέχτηκε ότι το υπό αμφισβήτηση διάταγμα ήταν άκυρο.
Ενώ ασχολείτο στο έργο κηρύγματος της Βασιλείας στις 26 Απριλίου 1938, ο Χριστιανός μάρτυρας Νιούτον Κάντγουελ συνελήφθη με τους μικρούς γιους του καθώς έπαιζαν το φωνογραφικό δίσκο «Εχθροί» και διένεμε το βιβλίο με τον ίδιο τίτλο. Η υπόθεση φέρθηκε στο δικαστήριο του Κοννέκτικατ μετά από μήνυση δύο Ρωμαιοκαθολικών. Κατηγορούνταν για υποτιθέμενη διατάραξη της ειρήνης και επίσης για υποτιθέμενη παραβίαση ενός νόμου του Κοννέκτικατ που απαγόρευε τη ζήτηση προσφορών για φιλανθρωπίες ή για θρησκευτικούς σκοπούς χωρίς άδεια του γραμματέα του συμβουλίου κοινωνικής προνοίας της πολιτείας. Ακολούθησαν καταδίκες στα δικαστήρια του Κοννέκτικατ και ο Ρ. Ντ. Κάντγουελ γράφει: «Η υπόθεση εφεσιβλήθηκε από την Εταιρία και πήγε στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών. . . η καταδίκη αναιρέθηκε και ο νόμος του Κοννέκτικατ που απαιτούσε άδεια για να προσφέρονται θρησκευτικά έντυπα προς πώληση ή για να λαμβάνονται προσφορές για θρησκευτικούς σκοπούς, και θεωρήθηκε αντισυνταγματικός ο τρόπος που εφαρμοζόταν στους μάρτυρες του Ιεχωβά. Μία ακόμη νίκη για τον λαό του Ιεχωβά!»
Αλλά οι μάρτυρες του Ιεχωβά έχασαν μία σπουδαία υπόθεση στο Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών με ψήφους πέντε προς τέσσερις στις 8 Ιουνίου 1942. Ήταν η υπόθεση Τζόουνς κατά Οπέλικα. Αυτή η υπόθεση αφορούσε το έργο περιοδικών στο δρόμο και γεννήθηκε το ερώτημα αν ο Ρόσκο Τζόουνς κρίθηκε σωστά ένοχος για παραβίαση ενός διατάγματος της Οπέλικα της Αλαμπάμα σχετικά με την «πώληση βιβλίων» χωρίς να έχει αποκτήσει άδεια και να έχει πληρώσει τον απαιτούμενο φόρο.
ΜΙΑ «ΗΜΕΡΑ ΑΓΡΟΥ» ΓΙΑ ΤΟΝ ΛΑΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Έπειτα ήρθε η 3η Μαΐου 1943. Θα μπορούσε κατάλληλα να ονομασθεί «ημέρα αγρού» για τους μάρτυρες του Ιεχωβά. Γιατί; Επειδή στις δώδεκα από τις δεκατρείς υποθέσεις βγήκαν ευνοϊκές αποφάσεις. Η σπουδαιότερη ήταν η «Μάρντοκ» κατά «Πενσυλβανίας», μια υπόθεση αδείας φόρου. Αυτή η απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών αναίρεσε την απόφαση που είχε πάρει το ίδιο δικαστήριο στην υπόθεση «Τζόουνς κατά Οπέλικα». Στην απόφαση της υποθέσεως «Μάρντοκ» το Δικαστήριο υποστήριξε: «Υπάρχει, ωστόσο, ο ισχυρισμός ότι το γεγονός πως η άδεια φόρου μπορεί να περιορίσει τη δραστηριότητα αυτή δεν παίζει κανένα ρόλο. Αλλά ο ισχυρισμός αυτός δεν λαμβάνει καθόλου υπ’ όψη του την ίδια τη φύση του φόρου. Εδώ έχουμε να κάνουμε με μια άδεια φόρου—αναμφισβήτητο φόρο που επιβάλλεται για την άσκηση ενός δικαιώματος που χορηγείται από το Χάρτη των Δικαιωμάτων. Καμιά πολιτεία δεν μπορεί να επιβάλει φόρο στην άσκηση ενός δικαιώματος που χορηγείται από το ομοσπονδιακό σύνταγμα.» Σχετικά με την υπόθεση «Τζόουνς», το δικαστήριο είπε: «Η δικαιοσύνη εξαφανίστηκε την ημέρα που δικαζόταν η υπόθεση «Τζόουνς» κατά «Οπέλικα». Απελευθερωμένοι από το περιοριστικό εκείνο νομικό προηγούμενο μπορούμε να επαναφέρουμε στην υψηλή τους συνταγματική θέση τις ελευθερίες των πλανόδιων ευαγγελιστών που διαδίδουν τις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις και τα δόγματα της πίστεώς τους διανέμοντας έντυπα.» Η ευνοϊκή απόφαση στην υπόθεση «Μάρντοκ» εξαφάνισε τη χιονοστιβάδα που είχε πλήξει το λαό του Ιεχωβά σχετικά με τις υποθέσεις για άδεια φόρου.
Οι προσπάθειές τους είχαν επίδραση πάνω στο δίκαιο. Σωστά λέχθηκε: «Είναι σαφές ότι οι τωρινές συνταγματικές εγγυήσεις της προσωπικής ελευθερίας, όπως ερμηνεύτηκαν έγκυρα από το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών, είναι πολύ ευρύτερες απ’ όσο ήταν πριν από την άνοιξη του 1938 και το μεγαλύτερο μέρος από την ευρύτητα αυτή θα το βρούμε στις 31 υποθέσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά (16 από τις οποίες είναι κατηγορηματικές), η πρώτη από τις οποίες ήταν η υπόθεση «Λόβελ» κατά «Γκρίφφιν.» Αν ‘το αίμα των μαρτύρων είναι το σπέρμα της Εκκλησίας,’ τότε ποιο είναι το χρέος του Συνταγματικού Δικαίου απέναντι στη μαχητική επιμονή—ή ίσως θα έπρεπε να πω στην αφοσίωση—της περίεργης αυτής ομάδας;»—«Επιθεώρηση Δικαίου της Μιννεσότα», Τόμος 28, Αριθ. 4, Μάρτιος 1944, σ. 246.
ΟΙ ΟΧΛΟΚΡΑΤΕΣ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΝ ΝΑ ΣΙΩΠΗΣΟΥΝ ΤΟΥΣ ΥΜΝΗΤΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Ενώ οι μάρτυρες του Ιεχωβά διεξήγαν νομικές μάχες για ελευθερία λατρείας και για το δικαίωμά τους να κηρύττουν τα καλά νέα, μερικές φορές αντιμετώπιζαν στον αγρό βιαιότητες. Αυτό δεν ήταν χωρίς προηγούμενο όμως, γιατί ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός είχε εμπειρίες τέτοιου είδους. (Λουκάς 4:28-30· Ιωάννης 8:59· 10:31-39) Ο πιστός Στέφανος υπέφερε μαρτύρια στα χέρια ενός οργισμένου πλήθους.—Πράξεις 6:8-12· 7:54–8:1.
Η Χριστιανική συνέλευση που έγινε στις 23-25 Ιουνίου 1939 σ’ όλο τον κόσμο θεωρήθηκε από κακοποιούς σαν μια ευκαιρία να βλάψουν το λαό του Θεού. Άμεσες ραδιοφωνικές ανταποκρίσεις συνέδεαν την πόλη της Νέας Υόρκης, την πόλη κλειδί, με άλλους τόπους συνελεύσεων στις Ηνωμένες Πολιτείες, στον Καναδά, στις Βρεττανικές Νήσους, στην Αυστραλία και στη Χαβάη. Ενώ διαφημιζόταν η ομιλία «Κυβέρνηση και Ειρήνη» του Ι. Φ. Ρόδερφορδ, οι δούλοι του Ιεχωβά έμαθαν ότι ομάδες της Καθολικής Δράσεως σχεδίαζαν να εμποδίσουν τη δημόσια συνάθροιση στις 25 Ιουνίου. Έτσι, ο λαός του Θεού ήταν προετοιμασμένος για τη φασαρία. Ο Μπλόσκο Μασκαριέλλο μας λέει: «Σαν τον Νεεμία που ανοικοδομούσε το τείχος της Ιερουσαλήμ και εφοδίαζε τους άνδρες του τόσο με εργαλεία για το χτίσιμο όσο και με όπλα για τον πόλεμο (Νεεμίας 4:15-22), έτσι ήμασταν και μεις εξοπλισμένοι. . . Μερικοί από μας τους νεαρούς λάβαμε ειδικές οδηγίες σαν ταξιθέτες. Ο καθένας ήταν εφοδιασμένος με ένα γερό ραβδί, για να το χρησιμοποιήσουμε σε περίπτωση κάποιας παρεμβάσεως στη διάρκεια της κύριας ομιλίας.» Αλλά ο Ρ. Ντ. Κάντγουελ προσθέτει: «Είχαμε οδηγίες να μην το χρησιμοποιήσουμε, εκτός αν μας έφερναν σε δύσκολη θέση άμυνας.»
Αν και δεν ήταν γενικά γνωστό, ο αδελφός Ρόδερφορδ δεν ήταν καλά στην υγεία του όταν ανέβηκε στο βήμα στο Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν στην πόλη της Νέας Υόρκης εκείνο το απόγευμα της Κυριακής, στις 25 Ιουνίου 1939. Σύντομα άρχισε η ομιλία. Ανάμεσα στους καθυστερημένους ήταν περίπου 500 οπαδοί του Ρωμαιοκαθολικού κληρικού Τσαρλς Ε. Κάφλιν, φημισμένου «ιερέα του ραδιοφώνου» στη δεκαετία του 1930, του οποίου οι τακτικές εκπομπές ακούγονταν από εκατομμύρια. Αφού η πλατεία του αμφιθεάτρου είχε γεμίσει από τους Μάρτυρες, οι οπαδοί του Κάφλιν, περιλαμβανομένων και ιερέων, έπρεπε να καταλάβουν το επάνω τμήμα του εξώστη, πίσω από τον ομιλητή.
«Κανείς δεν κάπνιζε στην αίθουσα», έγραψε ένας ανταποκριτής της «Παρηγορίας», «αλλά δεκαοκτώ λεπτά αφότου είχε αρχίσει η ομιλία, ένας άνδρας στα αριστερά μπροστά σ’ αυτό το πλήθος άναψε ένα τσιγάρο κι ύστερα κι άλλος στα δεξιά· τότε μόνο σ’ αυτό το τμήμα αναβόσβησαν τα φώτα και αμέσως άρχισαν ν’ ακούγονται από ‘κει γιουχαΐσματα, κραυγές και ουρλιάσματα.» «Καθόμουν τεντωμένη,» αφηγείται η αδελφή Έντουαρντ Μπρόουντ, «περιμένοντας να απλωθεί η σύγχυση σ’ όλο το Γκάρντεν. Αλλά όταν πέρασαν λίγες στιγμές, είδα ότι η φασαρία ήταν περιορισμένη σε μια ομάδα ακριβώς πίσω από τον ομιλητή. ‘Τι θα κάνει;’ αναρωτιόμουν. Φαινόταν αδύνατο για οποιονδήποτε να συνεχίσει να μιλάει ενώ ρίχνονταν στην εξέδρα διάφορα πράγματα και ενώ δεν ήξερε ποια στιγμή το μικρόφωνο θα έπαυε να λειτουργεί.» Η Έστερ Άλλεν θυμάται ότι «άγρια ουρλιαχτά και εκφράσεις ‘Χάιλ Χίτλερ!’, ‘Βίβα Φράνκο!’ και ‘Σκοτώστε αυτόν τον καταραμένο τον Ρόδερφορδί’ γέμιζαν τον αέρα.»
Θα ενέδιδε ο αδελφός Ρόδερφορδ σ’ εκείνους τους βίαιους εχθρούς; «Όσο πιο δυνατά ούρλιαζαν για να πνίξουν τη φωνή του ομιλητή, τόσο πιο ισχυρή γινόταν η φωνή του Δικαστή Ρόδερφορδ,» λέει η αδελφή Α. Φ. Λώπερτ. Ο Άλεκ Μπανγκλ παρατηρεί: «Ο πρόεδρος της Εταιρίας δεν φοβήθηκε αλλά θαρραλέα είπε: ‘Προσέξτε, σήμερα οι Ναζί και οι Καθολικοί θα ήθελαν να διαλύσουν αυτή τη συνάθροιση, αλλά με τη χάρη του Θεού δεν μπορούν να το κάνουν.’» «Αυτή ήταν η ευκαιρία που χρειαζόμασταν για να ξεσπάσουμε σε ζωηρά χειροκροτήματα, δίνοντας στον ομιλητή την ενθουσιώδη μας υποστήριξη,» γράφει ο Ρότζερ Μόργκαν προσθέτοντας: «Ο αδελφός Ρόδερφορδ έμεινε στη θέση του ως το τέλος της ώρας. Αργότερα ριγούσαμε κάθε φορά που παίζαμε τους δίσκους εκείνης της ομιλίας στα σπίτια των ανθρώπων.»
Ο Σ. Χ. Λάιον μας λέει: «Οι φύλακες έκαναν καλά τη δουλειά τους. Ένα ζευγάρι από τους πιο θορυβώδεις οπαδούς του Κάφλιν χτυπήθηκε ελαφρά στο κεφάλι με ένα ραβδί και όλοι τους απότομα εκσφενδονίστηκαν κάτω στους διαδρόμους και έξω από την αίθουσα. Ένας από αυτούς εμφανίστηκε σε μια μικρή λαϊκή εφημερίδα το επόμενο πρωί, όταν δημοσίευσαν μια φωτογραφία του με το κεφάλι του τυλιγμένο σαν με τουρμπάνι.»
Τρεις Μάρτυρες ταξιθέτες συνελήφθησαν και κατηγορήθηκαν για «επίθεση.» Δικάστηκαν ενώπιον τριών δικαστών (δύο Ρωμαιοκαθολικών και ενός Ιουδαίου) του Δικαστηρίου Ειδικών Συνεδριάσεων της Πόλεως της Νέας Υόρκης στις 23 και 24 Οκτωβρίου 1939. Στο δικαστήριο δείχτηκε ότι οι φύλακες είχαν πάει στο τμήμα του Μάντισον Σκουέαρ Γκάρντεν όπου είχε ξεσπάσει η ταραχή, με σκοπό να απομακρύνουν τους ταραχοποιούς. Όταν οι ταραχοποιοί επιτέθηκαν στους ταξιθέτες, αυτοί αντιστάθηκαν και αντιμετώπισαν σταθερά μερικούς από την οχλοκρατική ομάδα. Οι μάρτυρες κατηγορίας έκαναν πολλές αντιφατικές δηλώσεις. Το δικαστήριο δεν αθώωσε απλώς τους τρεις ταξιθέτες. Αποφάσισε επίσης ότι οι Μάρτυρες φύλακες είχαν ενεργήσει μέσα στα πλαίσια των δικαιωμάτων τους.
Ο ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΦΟΥΝΤΩΝΕΙ ΤΙΣ ΦΛΟΓΕΣ ΤΗΣ ΒΙΑΣ
Η βία του όχλου είχε ξεσπάσει στη συνέλευση των μαρτύρων του Ιεχωβά το 1939. Αλλά οι φλόγες της βίας εναντίον τους επρόκειτο ακόμη να αναζωπυρωθούν σε μεγαλύτερη ένταση καθώς ο κόσμος έμπαινε σε πόλεμο. Ήταν τέλος του 1941 προτού οι Ηνωμένες Πολιτείες κηρύξουν τον πόλεμο στη Γερμανία, Ιταλία και Ιαπωνία, αλλά το πνεύμα του εθνικισμού ήταν ισχυρό σ’ όλη τη χώρα πολύ πριν απ’ αυτό.
Στη διάρκεια αυτών των πρώτων μηνών του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο Ιεχωβά Θεός έκανε μια έξοχη προμήθεια για το λαό του. Στο τεύχος της 1ης Νοεμβρίου 1939, η Αγγλική «Σκοπιά» είχε ένα άρθρο με τίτλο «Ουδετερότης.» Μια επικεφαλίδα είχε τα εξής λόγια του Ιησού Χριστού όσον αφορά τους μαθητές του: «Εκ του κόσμου δεν είναι, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.» (Ιωάν. 17:16) Αυτή η Γραφική μελέτη της Χριστιανικής ουδετερότητας, που ήρθε στην ώρα της, προετοίμασε τους μάρτυρες του Ιεχωβά εκ των προτέρων για τους δύσκολους καιρούς που ήταν μπροστά.
ΑΠΕΙΛΗ ΕΜΠΡΗΣΜΟΥ ΣΤΟ ΑΓΡΟΚΤΗΜΑ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ
Το Αγρόκτημα της Βασιλείας, κοντά στο Σάουθ Λάνσιν της Νέας Υόρκης, εξυπηρετούσε πολύ προμηθεύοντας στα μέλη του προσωπικού των κεντρικών γραφείων της Εταιρίας φρούτα, λαχανικά, κρέας, γάλα και τυρί. Ο Ντέηβιντ Αμπούλ εργαζόταν στο αγρόκτημα της Βασιλείας όταν διακόπηκε η ειρήνη και η γαλήνη του το 1940. «Την παραμονή της Ημέρας της Σημαίας, 14 Ιουνίου 1940,» λέει ο αδελφός Αμπούλ, «προειδοποιηθήκαμε από έναν παλιό γνωστό που περνούσε καθημερινά πηγαίνοντας ν’ αγοράσει ουίσκυ στην ταβέρνα στο Σάουθ Λάνσιν, για ένα σχέδιο που είχαν κάνει οι άνθρωποι της πόλεως μαζί με άτομα που ανήκαν στην Αμερικανική Λεγεώνα να κατακάψουν όλα μας τα κτίρια και να διαλύσουν τα πιεστήριά μας.» Ειδοποιήθηκε ο σερίφης.
Τελικά, ο εχθρός έφθασε. Ο Τζων Μπόγκαρντ, που ήταν τότε ο υπηρέτης αγροκτήματος, έδωσε κάποτε την εξής περιγραφική αφήγηση της ταραχής: «Περίπου στις έξι η ώρα το απόγευμα οι επιδρομείς άρχισαν να συγκεντρώνονται, το ένα αυτοκίνητο μετά το άλλο, μέχρι που έφτασαν τριάντα ή σαράντα αυτοκίνητα. Ο σερίφης και οι άνδρες του έφτασαν και άρχισαν να σταματούν τους οδηγούς των αυτοκινήτων—να εξετάζουν τις άδειές τους και να τους προειδοποιούν εναντίον κάθε κινήσεως κατά του Αγροκτήματος της Βασιλείας. Αυτοί συνέχισαν να οδηγούν πάνω κάτω στη λεωφόρο μπροστά από τις εγκαταστάσεις μας μέχρι αργά τη νύχτα, αλλά η παρουσία της αστυνομίας τούς κράτησε στη λεωφόρο μόνο και ματαίωσε το σχέδιό τους να καταστρέψουν το αγρόκτημα. Ήταν μία πάρα πολύ συγκινητική νύχτα για όλους μας εκεί στο κτήμα, αλλά θυμηθήκαμε έντονα τη διαβεβαίωση του Ιησού προς τους ακολούθους του: ‘Και θέλετε είσθαι μισούμενοι υπό πάντων διά το όνομά μου· πλην θριξ εκ της κεφαλής σας δεν θέλει χαθή.’ Λουκάς 21:17, 18.»
Μ’ αυτόν τον τρόπο αποτράπηκαν η απειλητική αυτή επίθεση και ο προσχεδιασμένος εμπρησμός. Περίπου 1.000 αυτοκίνητα, που μετέφεραν κάπου 4.000 άνδρες, είχαν έρθει απ’ όλους τους τομείς της δυτικής πολιτείας της Νέας Υόρκης για να καταστρέψουν τις εγκαταστάσεις του Αγροκτήματος της Βασιλείας της Εταιρίας—αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Η Κάθρην Μπόγκαρντ λέει: «Ο σκοπός τους απέτυχε και μερικοί από αυτούς ακριβώς τους ανθρώπους που αποτελούσαν τον όχλο είναι τώρα Μάρτυρες οι ίδιοι, και μάλιστα στην ολοχρόνια διακονία!»