Καμμία Θεραπεία Εωσού αι Οικίαι Μείνουν Χωρίς Άνθρωπο
«Και ήκουσα την φωνήν του Ιεχωβά, λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει δια ημάς; Τότε είπα, Ιδού εγώ, απόστειλόν με.»—Ησ. 6:8, ΜΝΚ.
1, 2. (α) Πώς ο προφήτης Αμώς εσημείωσε τον χρόνο της προφητείας του; (β) Ποιος άλλος προφήτης ανεφέρθη στο ίδιο αξιοσημείωτο γεγονός όπως έκαμε ο Αμώς, και σχετικά με ποια κίνησι της γης;
ΠΟΣΕΣ οικίες είχαν καταστραφή δεν αναφέρει η αφήγησις σχετικά με τον σεισμό. Αλλά ο σεισμός ήταν τόσο αξιοσημείωτος ώστε η εποχή που συνέβη εχρησιμοποιήθη για τη χρονολόγησι μιας σπουδαίας προφητείας του ενάτου αιώνος π.Χ. Ο προφήτης αρχίζει το θεόπνευστο βιβλίο του ως εξής: «Οι λόγοι του Αμώς, όστις ήτο εκ των βοσκών της Θεκουέ, τους οποίους είδε περί του Ισραήλ εν ταις ημέραις Οζίου βασιλέως του Ιούδα, και εν ταις ημέραις Ιεροβοάμ υιού του Ιωάς βασιλέως του Ισραήλ, δύο έτη προ του σεισμού.» (Αμώς 1:1) Αυτό τοποθετεί τον σεισμό στο έτος 809 περίπου π.Χ. Εν τούτοις, έκαμε τόση εντύπωσι ώστε έγινε μνεία αυτού τρεις αιώνες αργότερα (το 519 π.Χ.) και είχε χρησιμοποιηθή στην προφητεία του Θεού μέσω του Ζαχαρία για να γίνη σύγκρισις με μια άλλη κίνησι της γης, με τα εξής λόγια:
2 «Και οι πόδες αυτού θέλουσι σταθή κατά την ημέραν εκείνην επί του όρους των ελαιών, του απέναντι της Ιερουσαλήμ εξ ανατολών· και το όρος των ελαιών θέλει σχισθή κατά το μέσον αυτού προς ανατολάς και προς δυσμάς, και θέλει γείνει κοιλάς μεγάλη σφόδρα· και το ήμισυ του όρους θέλει συρθή προς βορράν, και το ήμισυ αυτού προς νότον. Και θέλετε καταφύγει εις την κοιλάδα των ορέων μου· διότι η κοιλάς των ορέων θέλει φθάνει έως εις Ασάλ· και θέλετε φύγει, καθώς εφύγετε απ’ έμπροσθεν του σεισμού εν ταις ημέραις Οζίου του βασιλέως του Ιούδα.»—Ζαχ. 14:4, 5.
3. Πώς περιγράφεται από τον Ιώσηπο μπεν Ματθία στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία ένας σεισμός των ημερών του Βασιλέως Οζία;
3 Έξη αιώνες ύστερ’ απ’ αυτή την προφητεία, ο Ιουδαίος ιστορικός του πρώτου αιώνος μας, Ιώσηπος μπεν Ματθία, έγραψε το βιβλίο του Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, όπου με γραφικότητα περιέγραψε τον σεισμό της εποχής του Βασιλέως Οζία, στο Βιβλίο 9, Κεφάλαιο 10, παράγραφος 4, λέγοντας:
. . . Επομένως, όταν είχε έλθει μια αξιοσημείωτη ημέρα, και επρόκειτο να εορτασθή μια γενική εορτή, εφόρεσε την ιερή στολή, και μετέβη στο ναό να προσφέρη θυμίαμα στον Θεό επάνω στο χρυσό θυσιαστήριο. Αλλά ο αρχιερεύς Αζαρίας, ο οποίος είχε μαζί του ογδόντα ιερείς, εβεβαίωσε ότι δεν ήταν νόμιμο να προσφέρη αυτός θυσία: και ότι κανείς εκτός από τους απογόνους του Ααρών δεν επετρέπετο να το κάμη αυτό. Και όταν αυτοί ανεφώνησαν, ότι πρέπει να εξέλθη από το ναό, και να μη διαπράξη παράβασι κατά του Θεού, εξηγριώθη μαζί τους και απείλησε να τους θανατώση, εκτός αν διατηρούσαν την ειρήνη των. Ταυτοχρόνως ένας μεγάλος σεισμός έσεισε το έδαφος, και έγινε ένα ρήγμα στο ναό, και μέσω αυτού έλαμψαν οι λαμπρές ακτίνες του ηλίου· και έπεσαν επάνω στο πρόσωπο του βασιλέως, σε τέτοιο βαθμό ώστε τον προσέβαλε αμέσως λέπρα. Κι εμπρός από την πόλι, στη θέσι που ονομάζεται Έροτζε, το ήμισυ του όρους εχωρίσθη από το υπόλοιπο προς τη δύσι, εκυλίσθη περί τα οκτακόσια μέτρα, και εστάθη ακίνητο στο ανατολικό όρος: εν τούτοις οι δρόμοι, καθώς και οι κήποι του βασιλέως, είχαν καταστραφή από την απόφραξι. Μόλις οι ιερείς είδαν ότι το πρόσωπο του βασιλέως είχε μολυνθή με λέπρα, του είπαν τη συμφορά κάτω από την οποία ευρίσκετο, και τον διέταξαν να βγη έξω από την πόλι ως ένα μολυσμένο άτομο. Σ’ αυτό το σημείο είχε πάθει τόση σύγχυσι, ώστε έκαμε καθώς τον διέταξαν· και υπέστη αυτή την τρομερή και αθλία τιμωρία για μια αλαζονική του πρόθεσι, και για την ασέβεια εκείνη κατά του Θεού, η οποία περιελαμβάνετο. Έτσι διέμεινε έξω από την πόλι για ένα χρονικό διάστημα, κι έζησε μια ιδιωτική ζωή, ενώ ο γυιός του Ιωθάμ ανέλαβε την κυβέρνησι. Πέθανε με θλίψι και αγωνία γι’ αυτό που του συνέβη· αφού είχε ζήσει εξήντα οκτώ έτη, και είχε βασιλεύσει πενήντα δύο· και το σώμα του ετάφη στον ίδιο του τον κήπο.
4. (α) Συμφωνεί η χρονολόγησις του σεισμού από τον Ιώσηπο με τη χρονολογία που δίνει ο Αμώς; (β) Αναφέρει η Γραφή σεισμό την εποχή της εισβολής του Οζία στο ναό, αλλά τι φαίνεται να υποδεικνύη κάποιο σεισμό;
4 Εφόσον ο Βασιλεύς Οζίας πέθανε από λέπρα το έτος 774 π.Χ., ο χρόνος του σεισμού όπως αναφέρεται από τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο δεν συμφωνεί με τον χρόνο που αναφέρει ο προφήτης Αμώς, εκτός αν έγιναν δύο σεισμοί. Η αφήγησις της Γραφής γι’ αυτά που συνέβησαν στον Βασιλέα Οζία, όταν εισέβαλε στο άγιο διαμέρισμα του ναού στην Ιερουσαλήμ, δίδεται στα εδάφια 2 Χρονικών 26:16-23 και 2 Βασιλέων 15:1-7. Δεν αναφέρει ότι έγινε σεισμός στην περίπτωσι εκείνη. Εν τούτοις, η Βασιλεία του Βασιλέως Οζία εσημειώθη ιστορικώς από ένα αξιοσημείωτο σεισμό που εθεωρήθη άξιος ν’ αναφέρεται επανειλημμένως. Αλλά η Γραφή δεν λέγει την έκτασι των ζημιών σε ιδιωτικές κατοικίες και άλλη ιδιοκτησία. Ωστόσο πρέπει να έγινε σημαντική ζημία εφόσον οι άνθρωποι έφυγαν από τα σπίτια των λόγω του σεισμού.
5, 6. Ποιο σείσιμο του ναού έλαβε χώρα το έτος του θανάτου του Βασιλέως Οζία, όπως αναφέρεται στα εδάφια Ησαΐας 6:1-4;
5 Εν τούτοις, το έτος που πέθανε ο Βασιλεύς Οζίας εσείσθησαν οι παραστάται της θύρας του ναού του Ιεχωβά, πιθανώς μετά το θάνατο του Βασιλέως Οζία που επατάχθη με λέπρα. Ο προφήτης Ησαΐας παρετήρησε αυτό το σείσιμο στο ναό, και μας λέγει για την περίπτωσι, που συνέβη αυτό, στο έκτο κεφάλαιο, εδάφια 1-4 (ΜΝΚ), ως εξής:
6 «Κατά το έτος εν ω απέθανεν Οζίας ο βασιλεύς, είδον τον Ιεχωβάa καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου, και το κράσπεδον αυτού εγέμισε τον ναόν. Άνωθεν αυτού ίσταντο Σεραφείμ, ανά έξ πτέρυγας έχοντα έκαστον· με τας δύο εκάλυπτε το πρόσωπον αυτού, και με τας δύο εκάλυπτε τους πόδας αυτού, και με τας δύο επέτα. Και έκραζε το έν προς το άλλο, και έλεγεν, Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των δυνάμεων· πάσα η γη είναι πλήρης της δόξης αυτού. Και οι παραστάται της θύρας εσείσθησαν εκ της φωνής του κράζοντος, και ο οίκος επλήσθη καπνού.»
7. Ποια αντίθεσις υπάρχει μεταξύ του Οζία και του Ησαΐα σχετικά με την εισβολή του ναού από τον βασιλέα και το όραμα του ναού από τον προφήτη;
7 Τι αντίθεσις φαίνεται εδώ μεταξύ του Βασιλέως Οζία και του προφήτου Ησαΐα! Ο Βασιλεύς Οζίας με αλαζονεία εισέβαλε σε έδαφος απαγορευμένο στον βασιλέα που ήταν στο θρόνο του. Ήθελε να κάμη έναρξι μιας νέας και πιο στενής σχέσεως μεταξύ βασιλέως και Ιεχωβά Θεού και ν’ ασκή απ’ ευθείας λατρεία του Θεού, κι έτσι να θέση κατά μέρος το διωρισμένο ιερατείο του Θεού. Ως ένας ασεβής παρείσακτος είδε το εσωτερικό του αγίου διαμερίσματος του ναού, όπου ευρίσκοντο οι χρυσές λυχνίες, οι τράπεζες του ‘άρτου της προθέσεως’ και το χρυσό θυσιαστήριον του θυμιάματος. Αλλά δεν είδε το πρόσωπον της επιδοκιμασίας του Ιεχωβά και δεν έλαβε ειδική εντολή από Αυτόν. Σε αντίθεσι με αυτό, ο προφήτης Ησαΐας δεν παραμέρισε το ιερατείο του Ιεχωβά για να παραβιάση ένα άγιο χώρο, αλλά του εδόθη μια όρασις του Ιεχωβά στον άγιο ναό Του. Δεν υπέστη κακά αποτελέσματα από αυτό, αλλά ετιμήθη με μια εντολή από τον Θεό προς το έθνος του. Τα σεραφείμ, τα οποία υπηρετούσαν τον μεγαλοπρεπή και εξυψωμένο θρόνο του Ιεχωβά, εκάλυπταν τα πρόσωπά των για να μην υποτεθή ότι βλέπουν τον ενθρονισμένο Θεό, αλλά στον Ησαΐα επετράπη να ιδή τον Ιεχωβά σε μια όρασι.
8. (α) Τι έκαμε να σεισθούν οι παραστάται της θύρας του ναού, και πώς επληρώθη ο οίκος από τη δόξα του Ιεχωβά; (β) Πώς εκείνοι, που η πνευματική τους όρασις οξύνεται, συμμετέχουν σ’ ένα προνόμιο όμοιο με του Ησαΐα;
8 Ο προφήτης Ησαΐας απήλαυσε ένα σπάνιο ιερό προνόμιο. Αυτό το γεγονός τονίζεται μ’ ένα ισχυρό ανάγλυφο τρόπο από το ότι τα σεραφείμ έλεγαν πηγαινοερχόμενα το ένα προς το άλλο μ’ ένα ανταποκρινόμενο τρόπο: «Άγιος, άγιος, άγιος είναι ο Ιεχωβά των δυνάμεων· πάσα η γη είναι πλήρης της δόξης αυτού.» Δηλαδή, αυτό που γεμίζει τη γη είναι η δόξα του Ιεχωβά των δυνάμεων. Η βαρυσήμαντη σπουδαιότης αυτής της αναγγελίας των σεραφείμ ήταν αρκετή για να κάμη να σεισθούν οι παραστάται της θύρας του ναού. Η δόξα του Ιεχωβά των δυνάμεων εξεδηλώθη με την πλήρωσι του οίκου της λατρείας με θαυματουργικό καπνό. Σήμερα ευνοούνται πολύ οι φοβούμενοι τον Θεό άνθρωποι, κι έτσι η όρασίς των οξύνεται μέσω των προφητειών της Αγίας Γραφής που εκπληρώνονται. Βλέπουν ότι ο Ιεχωβά Θεός έχει έλθει στον πνευματικό του ναό. Είναι γεμάτοι από δέος γι’ αυτό.
9, 10. Πώς επηρεάσθη ο Ησαΐας από το όραμα, και γιατί;
9 Με αυτά, που ο Ησαΐας είδε και άκουσε, αισθάνθηκε τον εαυτό του πολύ ανευλαβή, πολύ ακάθαρτον, και εγέμισε από φόβο. Μας λέγει: «Τότε είπα, Ω τάλας εγώ! διότι εχάθην επειδή είμαι άνθρωπος ακαθάρτων χειλέων, και κατοικώ εν μέσω λαού ακαθάρτων χειλέων· επειδή οι οφθαλμοί μου είδον τον Βασιλέα, τον Ιεχωβά των δυνάμεων.»—Ησ. 6:5, ΜΝΚ.
10 Αυτό ήταν απλώς ένα όραμα, εν τούτοις, επειδή το όραμα ήταν από έμπνευσι του Ιεχωβά Θεού, ο Ησαΐας είχε λόγο να φοβάται ότι θ’ απέθνησκε, ότι θα κατέβαινε στη σιγή του θανάτου. Χωρίς αμφιβολία θυμήθηκε την περίπτωσι που ο προφήτης Μωυσής εζήτησε να ιδή την δόξα του Ιεχωβά και που ο Ιεχωβά Θεός απήντησε στον Μωυσή: «Δεν δύνασαι να ιδής το πρόσωπον μου· διότι άνθρωπος δεν θέλει με ιδεί, και ζήσει.» (Έξοδ. 33:20) Και εδώ ο Ησαΐας είχε ιδεί «τον Βασιλέα, τον Ιεχωβά των δυνάμεων.»
11. (α) Γιατί ο Ησαΐας και ο λαός του δεν έπρεπε καθόλου να φοβηθούν εξαιτίας του θανάτου του Βασιλέως Οζία; (β) Ποιο γεγονός είναι θαυμαστό να γνωρίζομε σήμερα;
11 Ο Ιεχωβά ήταν ο πραγματικός, μολονότι αόρατος, Βασιλεύς του βασιλείου του Ιούδα. Επομένως, μολονότι ο Βασιλεύς Οζίας πέθανε το έτος που ο προφήτης Ησαΐας είχε αυτή την όρασι του ναού, ο Ιεχωβά των δυνάμεων παρέμεινε Βασιλεύς του Ιούδα. Έτσι, ούτε ο Ησαΐας ούτε ο λαός είχαν οποιαδήποτε αιτία να φοβούνται εξαιτίας του θανάτου ενός τόσο ισχυρού βασιλέως όπως ήταν ο Οζίας, με τον υψηλά ανεπτυγμένο στρατιωτικόν εξοπλισμό. (2 Χρον. 26:1-9) Πόσο θαυμαστό είναι σήμερα να γνωρίζωμε ότι ο Ιεχωβά Θεός είναι ο Βασιλεύς του σύμπαντος, ο ‘Βασιλεύς της αιωνιότητος’, και ότι, επομένως, εμείς ως οι λάτρεις και δούλοι του δεν πρέπει να φοβούμεθα τίποτε όσον αφορά την διακυβέρνησι της γης μας!—Αποκάλ. 15:3· Ιερεμ. 10:10.
ΑΝΑΓΚΗ ΚΑΘΑΡΙΣΜΟΥ ΠΡΟ ΤΟΥ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ
12, 13. Γιατί ο Ησαΐας ενόμιζε ότι δεν ήταν σε κατάστασι να λάβη διορισμό από τον Ιεχωβά, αλλά πώς υπερνικήθηκε αυτό;
12 Ο προφήτης Ησαΐας αισθανόταν ότι δεν ήταν καθόλου σε κατάστασι κατάλληλη για να λάβη ένα διορισμό από τον Βασιλέα, τον Ιεχωβά των δυνάμεων, στον άγιο ναό του. Αντελαμβάνετο ότι ένα άτομο, που ενεργεί ως εκπρόσωπος ενός τόσο αγίου και ενδόξου Βασιλέως-Θεού, πρέπει να έχη καθαρά χείλη, ενώ τα χείλη του Ησαΐα ήσαν ακάθαρτα αυτά τα ίδια. Είχαν, επίσης, μολυνθή από την ακαθαρσία των χειλέων του λαού, ανάμεσα στον οποίο ζούσε και την ομιλία του οποίου άκουε. Αλλ’ αν ο Ησαΐας ενόμιζε ότι αυτό ήταν ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο, του εδόθη να ιδή το σφάλμα του, διότι μας λέγει:
13 «Τότε επέτασε προς εμέ έν εκ των Σεραφείμ, έχον εν τη χειρί αυτού άνθρακα πυρός, τον οποίον έλαβε δια της λαβίδος από του θυσιαστηρίου. Και ήγγισεν αυτόν εις το στόμα μου, και είπεν, ιδού, τούτο ήγγισε τα χείλη σου· και η ανομία σου εξηλείφθη, και η αμαρτία σου εκαθαρίσθη.»—Ησ. 6:6, 7.
14. Γιατί μπορούσε ο πυρακτωμένος άνθραξ ν’ απομακρύνη με τον καυτηριασμό την ακαθαρσία από τα χείλη του Ησαΐα;
14 Το σεράφ έλαβε τον άνθρακα πυρός από το χάλκινο θυσιαστήριο ζώων στην καθωρισμένη για τους ιερείς αυλή του ναού. Όταν ο πυρακτωμένος άνθραξ από το άγιο πυρ του θυσιαστηρίου άγγισε το στόμα του Ησαΐα, μ’ ένα συμβολικό τρόπο κατέκαυσε όλη την ακαθαρσία των χειλέων του. Δεν ήταν η θυσία ζώων επάνω στο θυσιαστήριο, ούτε η έκχυσις του αίματός των, εκείνο που εκαθάρισε τα χείλη του Ησαΐα, κάνοντάς τον κατάλληλο να υπηρετή ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά, αλλά ο πυρακτωμένος άνθραξ. Το πυρ του Θεού από τον ουρανό είχε αρχικώς ανάψει τα ξύλα στο θυσιαστήριο του ναού, στις ημέρες του οικοδόμου του ναού, του Βασιλέως Σολομώντος. (2 Χρον. 7:1-3) Έτσι τώρα το σεράφ μπορούσε ορθώς να πη στον Ησαΐα: «Η ανομία σου εξηλείφθη, και η αμαρτία σου εκαθαρίσθη.» Εφόσον το πυρ του Θεού κατηνάλισκε τις θυσίες που προσεφέροντο για τον καθαρισμό της ανομίας και της αμαρτίας, τότε, λοιπόν, ο άνθραξ πυρός, από το ίδιο θυσιαστήριο μπορούσε λογικώς ν’ απομακρύνη με τον καυτηριασμό την ακαθαρσία από τα χείλη του Ησαΐα.
15, 16. Γιατί ανέμενε ο Ιεχωβά, και τι είπε τώρα; (β) Γιατί αυτή ήταν χωρίς αμφιβολία μια πρόσκλησις στον Ησαΐα για υπηρεσία;
15 Ο Ιεχωβά Θεός δεν χρησιμοποιεί ακάθαρτα άτομα ως επιδοκιμασμένους εκπροσώπους του ή προφήτας. Συνεπώς, ο Ιεχωβά ανέμενε ωσότου καθαρισθή ο Ησαΐας προτού προβή σ’ ένα διορισμό του για προφητική υπηρεσία. Έτσι ο Ησαΐας, με καθαρισμένα χείλη, λέγει τώρα με την ορθή σειρά των πραγμάτων: «Και ήκουσα την φωνήν του Ιεχωβά, λέγοντος, Τίνα [εγώ] θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει δια ημάς;»—Ησ. 6:8, ΜΝΚ.
16 Ο Ιεχωβά διετύπωσε την ερώτησι αυτή έτσι ώστε να την ακούση ο Ησαΐας, και ο Ησαΐας ήταν ο μόνος που έβλεπε την όρασι. Ώστε αυτή ήταν χωρίς αμφιβολία μια πρόσκλησις προς τον Ησαΐα γι’ απάντησι στην κλήσι για υπηρεσία ως αγγελιαφόρου του Ιεχωβά, ή απεσταλμένου.
17. Χρησιμοποιώντας την πληθυντική αντωνυμία «ημάς» στην ερώτησί του, σε ποιον ανεφέρετο ο Ιεχωβά Θεός;
17 Όταν ο Ιεχωβά ερώτησε, «Τις θέλει υπάγει δια ημάς;», δεν χρησιμοποιούσε ένα όπως οι συντάκται «ημάς», ούτε τον πληθυντικό μιας προσωπικής αντωνυμίας με την έννοια της μεγαλειότητος ώστε ν’ αναφέρεται στον εαυτό του με αναγνώρισι της θέσεώς του. Με το να στραφή από την προσωπική αντωνυμία του ενικού «εγώ» στην πληθυντική αντωνυμία «ημάς», ο Ιεχωβά περιελάμβανε τώρα κάποιον άλλο μαζί του, τουλάχιστον ένα άλλο άτομο. Αυτό το άλλο άτομο ήταν ο μονογενής του Υιός, Μιχαήλ, ο οποίος έγινε ο άνθρωπος Ιησούς Χριστός. Το ότι αυτός είναι ο συνταυτισμένος με τον Ιεχωβά στο ναό και περιλαμβάνεται στην αντωνυμία «ημάς» μας το βεβαιώνουν τα εδάφια Ιωάννης 12:36-41,b που αναφέρονται στον Ιησού Χριστό. Έτσι ο Ιεχωβά και ο μονογενής του Υιός είναι δύο διακεκριμένα πρόσωπα, όχι μία τριάδα!
18. (α) Πώς απήντησε ο Ησαΐας στην ερώτησι του Ιεχωβά, και γιατί; (β) Για ποιους σήμερα είναι έτσι ο Ησαΐας ένα καλό παράδειγμα;
18 Ο Ησαΐας ήταν πρόθυμος να υπάγη για τον Ιεχωβά Θεό και τον μονογενή του Υιό, κι έτσι ο Ιεχωβά μπορούσε να τον στείλη σε οποιαδήποτε ιδιαίτερη αποστολή. Έχοντας τώρα εκτίμησι της καθαρότητος των χειλέων του, και μη θέλοντας ν’ αφήση τον Ιεχωβά ν’ αναζητή κάποιον άλλον προς αποστολήν, ο Ησαΐας ανταπεκρίθη στην ευκαιρία. Μας λέγει: «Τότε είπα, ιδού εγώ, απόστειλόν με.» (Ησ. 6:8) Το καθήκον, στο οποίο θ’ απεστέλλετο ο Ησαΐας, θα μπορούσε να ήταν μια δυσάρεστη υπηρεσία, αλλά ο Ησαΐας ήταν πρόθυμος να υπάγη, απλώς για να εξυπηρετήση τα συμφέροντα του Ιεχωβά και να ωφελήση τον λαό του Ιεχωβά. Ο Ησαΐας ήταν πρόθυμος να εξακολουθήση να είναι ένας δραστήριος προφήτης του Ιεχωβά άσχετα με περαιτέρω ταλαιπωρίες που μπορούσε αυτό να του επιφέρη. Το έθνος Ισραήλ ήταν ο αφιερωμένος λαός του Ιεχωβά, που τον είχε εξαγοράσει Αυτός και τον είχε φέρει σε μια εθνική διαθήκη μαζί του, και ο Ησαΐας, ως ένα μέλος του έθνους εκείνου, ήταν ένας αφιερωμένος άνθρωπος. Επιθυμούσε ν’ αποδείξη την αφιέρωσί του με το να κάνη το θέλημα του Ιεχωβά και να υπάγη σε αποστολή γι’ αυτόν. Σ’ αυτό το σημείο ο Ησαΐας ήταν ένα καλό παράδειγμα για τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά σήμερα. (Ησ. 43:10-12) Γνωρίζοντας, όπως ο Ησαΐας, ότι αποστέλλονται από τον ‘Βασιλέα, Ιεχωβά των δυνάμεων’, μπορούν να προχωρήσουν στην αποστολή των μ’ εμπιστοσύνη, ως να έχουν την υψίστη εξουσιοδότησι.
19. Τι ανέφερε ο διορισμός του Ησαΐα από τον Ιεχωβά;
19 Η προσφορά από τον Ησαΐα του εαυτού του να υπάγη έγινε αμέσως δεκτή από τον Ιεχωβά των δυνάμεων. Αλλά τώρα τι επρόκειτο να κάμη ή να ειπή, και σε ποιον επρόκειτο ν’ αποσταλή; Ο Ησαΐας κατέγραψε την αποστολή του από τον Ιεχωβά, διότι μας λέγει: «Και είπεν, Ύπαγε, και ειπέ προς τούτον τον λαόν, Με την ακοήν θέλετε ακούσει, και δεν θέλετε εννοήσει· και βλέποντες θέλετε ιδεί, και δεν θέλετε καταλάβει· επαχύνθη η καρδία του λαού τούτου, και έγειναν βαρέα τα ώτα αυτών, και έκλεισαν τους οφθαλμούς αυτών, δια να μη βλέπωσι με τους οφθαλμούς αυτών, και ακούωσι με τα ώτα αυτών, και νοήσωσι με την καρδίαν αυτών, και επιστρέψωσι και θεραπευθώσι.»—Ησ. 6:9, 10.
20. Με ποιον τρόπο επρόκειτο ο Ησαΐας να πη σε «τούτον τον λαόν» να βλέπουν και να μη λαμβάνουν γνώσι και ν’ ακούουν και να μην εννοούν;
20 Ο Ησαΐας δεν επρόκειτο να υπάγη στα Έθνη, αλλά προς «τούτον τον λαόν», τον ιδικό του λαό. Μήπως επρόκειτο πράγματι να ειπή σε «τούτον τον λαόν» να μην εννοήση και να μην αποκτήση οποιαδήποτε γνώσι; Όχι! Αλλά με το να πηγαίνη επανειλημμένως σε «τούτον τον λαόν» και να τους κάνη ν’ ακούουν επανειλημμένως, θα έκανε αυτούς τους ανθρώπους ν’ αποδείξουν ότι δεν εννοούν ή ότι δεν θέλουν να εννοήσουν. Επρόκειτο, επίσης, να τους κάνη να ιδούν επανειλημμένως με τους οφθαλμούς των παρατηρήσεως και διακρίσεως κι έτσι θα τους έκανε ν’ αποδείξουν ότι είναι ανεπίδεκτοι γνώσεως. Όχι ότι ο Ησαΐας ήταν μέτριος διδάσκαλος και εξηγητής, αλλά, μάλλον, ότι ‘ούτος ο λαός’ ήταν πολύ εγωκεντρικός και ιδιοτελής για να εννοήση και να λάβη γνώσι ακόμη και από ένα καλόν διδάσκαλον.
21. (α) Πώς, λοιπόν, επρόκειτο να κάνη ο Ησαΐας να παχυνθή η καρδιά του λαού; (β) Γιατί έπρεπε να ομιλή ο Ησαΐας με παρρησία;
21 Επομένως δεν επρόκειτο ο Ησαΐας να ήταν εκείνος που θα έκανε τις καρδιές των εκτιμήσεως να παχυνθούν και τα ώτα των να γίνουν βαρέα ή οι οφθαλμοί των να κλείσουν ώστε να τους τυφλώση. Όχι, αλλά μ’ ένα υπομονητικό εκπαιδευτικό προφητικό έργο μεταξύ ‘τούτου του λαού’, θα τους απεδείκνυε ότι αυτοί οι ίδιοι άφησαν τις καρδιές των εκτιμήσεως να παχυνθούν και τα ώτα των να γίνουν βαρέα και ότι αυτοί οι ίδιοι άφησαν να κλείσουν οι οφθαλμοί των με ιδιοτελείς ιδέες για να μην ιδούν τη σημασία εκείνων που έκανε ο Ησαΐας ως αγγελιαφόρος και εκπρόσωπος του Ιεχωβά. Ο Ησαΐας δεν απέφυγε να ομιλήση με παρρησία, και να κάνη τον λαό ν’ ακούση τον ήχο των λόγων του. Ήταν ανάγκη να το κάμη αυτό για ν’ αποδείξη σ’ αυτούς κάτι. Τι; Ότι η αιτία, για την οποία δεν άκουαν για να ωφεληθούν ήταν ότι αυτοί οι ίδιοι είχαν κλείσει τ’ αυτιά των μ’ ένα αδιάφορο, ανεπίδεκτο μαθήσεως τρόπο, ώστε να μη παίρνουν στα σοβαρά τα λόγια του.
22. Γιατί εσημείωσαν αποτυχία οι προσπάθειες του Ησαΐα να επιστρέψη τον λαό και αποτυχία εκ μέρους των να θεραπευθούν;
22 Ο Ιεχωβά προειδοποίησε τον Ησαΐα ότι, παρ’ όλο το προφητικό του έργο, το κήρυγμα και τη διδασκαλία του, δεν θα κατώρθωνε να εγγίση τις καρδιές ‘τούτου του λαού’. Οι συνεχείς, υπομονητικές προσπάθειές του γι’ αυτούς επρόκειτο ν’ αποτελέσουν πιστοποίησι κατά γράμμα εναντίον του εαυτού των ότι άφησαν να παχυνθούν οι καρδιές των. Γι’ αυτό, οι καρδιές των εκτιμήσεως δεν ένοιωθαν μια ισχυρή συγκίνησι, διότι δεν κατανοούσαν τη σοβαρή σημασία των λόγων και των έργων του Ησαΐα. Πραγματικά, εκείνος προσπαθούσε να τους κάνη να επιστρέψουν στον Θεό, αλλά η αποτυχία των προσπαθειών του Ησαΐα να τους κάνη να επιστρέψουν ωφείλετο στην εκούσια άρνησί τους να επιστρέψουν. Ο Ησαΐας προσπαθούσε να τους βοηθήση να θεραπευθούν από την έλλειψί των πνευματικότητος και την έλλειψι αγαθών σχέσεων με τον Θεό, αλλά εκείνοι δεν θεωρούσαν τους εαυτούς των ως πνευματικώς ασθενείς και σε κακές σχέσεις με τον Ιεχωβά. Έτσι, με υπερηφάνεια απέρριπταν το να «θεραπευθώσι» και να έλθουν σε υγιείς σχέσεις με τον Άρχοντά των, «τον Βασιλέα, Ιεχωβά των δυνάμεων».
«ΙΕΧΩΒΑ, ΕΩΣ ΠΟΤΕ;»
23. Σ’ αυτό το σημείο της αποστολής του από τον Ιεχωβά, πώς διέκοψε ο Ησαΐας, και γιατί;
23 Επρόκειτο πραγματικά να φθάση η κατάστασις σ’ ένα τόσο σοβαρό σημείο; Ο Ησαΐας είχε τρομοκρατηθή. Ο Θεός ας μη επιτρέψη να φθάση το έθνος σε μια τέτοια κακή, επικίνδυνη κατάστασι! Και όμως, αν ‘ούτος ο λαός’ δεν εθεραπεύετο, αυτό θα εσήμαινε το θάνατό τους, και ω τι φοβερό θα ήταν τούτο γι’ αυτούς ! Εδώ ο Ησαΐας επρόβαλε ένα είδος αντιρρήσεως διότι τα πράγματα επρόκειτο να φθάσουν τόσο μακριά, και διέκοψε την ομιλία του Ιεχωβά, καθώς μας λέγει: «Τότε είπα, Ιεχωβά, έως πότε;»—Ησ. 6:11, ΜΝΚ.
24. Μήπως ερωτούσε ο Ησαΐας επί πόσο καιρό θ’ απεστέλλετο και θα έπρεπε να πηγαίνη, ή τι εννοούσε;
24 Μ’ αυτή την ερώτησι μερικής διαμαρτυρίας, ο Ησαΐας δεν ερωτούσε, Ιεχωβά, επί πόσο καιρό σκοπεύεις να με στέλλης σ’ αυτό τον λαό, και πόσο καιρό πρέπει να εξακολουθώ να πηγαίνω σ’ αυτό τον λαό;’ Όχι, ο Ησαΐας δεν εσκέπτετο τον εαυτό του, αλλά ενδιεφέρετο για τον λαό. Τα λόγια του, «Ιεχωβά, έως πότε;», ερωτούσαν έως πότε θα επέτρεπε ο Ιεχωβά να συνεχίζεται αυτή η κακή πνευματική κατάστασις ‘τούτου του λαού’. Ώσπου η κατάστασις να μην επιδέχεται διόρθωσι; Ώσπου η αθεράπευτη κατάστασις του λαού να μη μπορή να θεραπευθή με ήπια φάρμακα; Ώσπου το κακό να γίνη χειρότερο; Ω όχι, όχι! Μην αφήσης να εξακολουθήση ο λαός σ’ αυτή την κακή κατάστασι τόσο πολύ ώστε να υπάρχη ανάγκη δραστικής θεραπείας!
25. Πώς το «Έως πότε;» του Ησαΐα ήταν όμοιο με του Ασάφ στον Ψαλμό 74:9-11;
25 Η έννοια του «έως πότε;» του Ησαΐα ήταν ομοία με την έννοια των λόγων του προφήτου Ασάφ, στον Ψαλμό 74:9-11, τα οποία λέγουν: «Τα σημεία ημών δεν βλέπομεν· δεν υπάρχει πλέον προφήτης, ουδέ γνωρίζων μεταξύ ημών το έως πότε. Έως πότε, Θεέ, θέλει ονειδίζει ο εναντίος; θέλει βλασφημεί ο εχθρός το όνομά σου διαπαντός; Διά τι αποστρέφεις την χείρα σου, και την δεξιά σου; έκβαλε αυτήν εκ μέσου του κόλπου σου, και αφάνισον αυτούς [ημάς, ΜΝΚ].»
26. Επάνω σε ποιο ζήτημα ήταν η ερώτησις του Ιερεμία «Έως πότε;» που αναφέρεται στο εδάφιο Ιερεμίας 4:14;
26 Ο προφήτης Ιερεμίας, επίσης, διεμαρτυρήθη μ’ ένα «Έως πότε;», όταν είπε στο έθνος του Ιούδα: «Ιερουσαλήμ, απόπλυνον την καρδίαν σου από κακίας, δια να σωθής· έως πότε θέλουσι κατοικεί εν σοι οι μάταιοι διαλογισμοί σου;»—Ιερεμ. 4:14.
27. (α) Γιατί εκείνο που περιελαμβάνετο στην αποστολή του Ιεχωβά ήταν δυσάρεστο στον Ησαΐα; (β) Τι θα καθώριζε το είδος του αγγέλματος που ώφειλε να επιδώση ο Ησαΐας;
27 Ομοίως, για τον Ησαΐα δεν ήταν μία ευχάριστη σκέψις ότι θα αφήνετο ο λαός του να φθάση σ’ ένα τόσο χαμηλό πνευματικό επίπεδο ώστε τελικά να είναι ανάγκη να προβή ο Θεός σ’ εξαιρετικές ενέργειες εναντίον τους, να τους τιμωρήση μ’ έναν τρόπο πολύ ασυνήθη και αυστηρό. Έως πότε, λοιπόν, θα εξακολουθούσαν οι Ισραηλίται ν’ αφήνουν να παχύνωνται οι καρδιές των, και να βαρύνουν τα ώτα των και να κλείνουν τους οφθαλμούς των κι επομένως ν’ αρνούνται να επιστρέψουν στον Θεό για πνευματική θεραπεία; Ασφαλώς όχι έως τόσο μακρό χρονικό διάστημα ώστε να είναι πέραν από κάθε ανόρθωσι κι επομένως να καταστραφούν! Έτσι ο Ησαΐας εξεγείρετο με τη σκέψι και δεν μπορούσε να συγκρατηθή από το να ξεσπάση με την ερώτησι, «Ιεχωβά, έως πότε;» Ο Ιεχωβά Θεός προεγνώριζε, και η πρόγνωσίς του όπως απεκαλύφθη στον Ησαΐα κατέστησε σαφές το είδος του αγγέλματος που ώφειλε να επιδώση ο προφήτης Ησαΐας εναντίον του λαού του. Αλλά, ως πότε θα προχωρήσουν;
28. Τι είπε ο Ιεχωβά ως απάντησι στην ερώτησι του Ησαΐα;
28 Η αναφώνησις εντρόμου διαμαρτυρίας του Ησαΐα εχρησίμευσε ως οδηγητική ερώτησις για τον Ιεχωβά Θεό. Έτσι, απαντώντας στον Ησαΐα, συνέχισε με την εξής δήλωσι, καθώς ο Ησαΐας μάς λέγει κατόπιν: «Και απεκρίθη, Εωσού ερημωθώσιν αι πόλεις, ώστε να μη υπάρχη κάτοικος, και αι οικίαι, ώστε να μη υπάρχη άνθρωπος, και η γη να ερημωθή παντάπασιν· και απομακρύνη ο Ιεχωβά τους ανθρώπους, και γείνη μεγάλη εγκατάλειψις εν τω μέσω της γης.»—Ησ. 6:11, 12, ΜΝΚ .
29. (α) Σύμφωνα μ’ αυτό, ως ποιο σημείο επρόκειτο να συνεχισθή η πνευματική παρακμή του λαού; (β) Τι άγγελμα είχε, επομένως, υποχρέωσι να διακήρυξη ο Ησαΐας, και γιατί απεδείχθη ένας πιστός μάρτυς;
29 Αλλοίμονο, η πνευματική παρακμή του λαού του Ησαΐα επρόκειτο έτσι να συνεχισθή ωσότου επέλθουν σ’ αυτούς οι τρομερές συνέπειες της ασεβούς διαγωγής των σύμφωνα με όσα προείπε ο Ιεχωβά Θεός στη γραπτή διαθήκη του με το έθνος Ισραήλ, ότι θα συνέβαιναν στους πείσμονας παραβάτας της διαθήκης. (Λευιτ. 26:22-41· Δευτ. 28:49-68) Ο Ησαΐας ήταν, επομένως, υποχρεωμένος να διακηρύξη στον λαό του ένα άγγελμα επερχομένης καταστροφής, ερημώσεως και εξορίας. Και αυτό, πραγματικά, το έκαμε. Δεν μπορούσε ν’ αποφύγη να το κάμη, διότι αυτό ήταν μια ορθή πρόρρησις για το μέλλον. Ήταν το άγγελμα του Ιεχωβά σε «τούτον τον λαόν», και ο προφήτης Ησαΐας είχε προσφερθή και είχε ζητήσει να σταλή, λέγοντας: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με.» Δεν ωπισθοχώρησε από αυτή την προσφορά και αίτησι. Δεν προτίμησε να ενεργήση έτσι, οσοδήποτε σκληρό και αν επρόκειτο να είναι το άγγελμα του Ιεχωβά εναντίον του λαού του. Συνεπώς, απέδειξε ότι ήταν ένας πιστός μάρτυς του Ιεχωβά.
30. (α) Εξακολούθησε ο Ησαΐας να πηγαίνη με το προφητικό άγγελμα του Ιεχωβά ωσότου οι οικίες παραμείνουν χωρίς άνθρωπο; (β) Μήπως απεδείχθη ματαία η ευπειθής μετάβασίς του;
30 Ο Ησαΐας εξακολούθησε να προφητεύη ως τη δικαία βασιλεία του Εζεκία, δισέγγονου του Βασιλέως Οζία, ή από το έτος 775 περίπου έως το 732 π.Χ., ή σαράντα τρία περίπου χρόνια. Ώστε ο ίδιος δεν εκήρυττε ωσότου η Ιερουσαλήμ και ο ναός της καταστραφούν από τα Βαβυλωνιακά στρατεύματα το 607 π.Χ. και ολόκληρη η γη του Ιούδα παραμείνη έρημη, οι οικίες χωρίς ανθρώπους, και οι επιζώντες Ιουδαίοι εκτοπισθούν από τη γη του Ιούδα στη μακρινή γη της Βαβυλωνίας, για να μαραίνονται εκεί ως εξόριστοι. Ένας μικρός αριθμός χαμηλής κοινωνικής τάξεως Ιουδαίων αφέθησαν στη χώρα, αλλά κατελήφθησαν από τον φόβο εκδικήσεως της Βαβυλώνος και έφυγαν στην Αίγυπτο για να πεθάνουν εκεί. Έτσι, μολονότι ο Ησαΐας ετερμάτισε το προφητικό του έργο 125 περίπου χρόνια πριν απ’ αυτή την εθνική συμφορά, το σκληρό άγγελμα, που τον έστειλε ο Ιεχωβά να διακηρύξη στον λαό του, απεδείχθη ότι ήταν πολύ οδυνηρά αληθινό. Δεν είχε σταλή ματαίως. Δεν έδειξε ματαίως υπακοή με το να υπάγη.—2 Χρον. 36:15-21· 2 Βασ. 25:1 -26.
ΕΝΑ «ΑΓΙΟ ΣΠΕΡΜΑ» ΟΠΩΣ ΕΝΑΣ ΚΟΡΜΟΣ ΔΕΝΔΡΟΥ
31. Τι προσέθεσε ο Ιεχωβά, που έκανε το εμπιστευμένο στον Ησαΐα άγγελμα όχι χωρίς καμμιά ελπίδα;
31 Εν τούτοις, το άγγελμα, που ανετέθη στον Ησαΐα στο ναό του Ιεχωβά, δεν ήταν τελείως χωρίς ελπίδα, διότι ο Ιεχωβά προσέθεσε τα εξής τελικά λόγια: «Έτι όμως θέλει μείνει εν αυτή εν δέκατον, και αυτό πάλιν θέλει καταφαγωθή· καθώς η τερέβινθος και η δρυς, των οποίων ο κορμός μένει εν αυταίς όταν κόπτωνται, ούτω το άγιον σπέρμα θέλει είσθαι ο κορμός αυτής.» (Ησ. 6:13) Αυτό παρηγόρησε τον Ησαΐα με τη βεβαίωσι ότι θα παρέμενε ένα άγιο υπόλοιπο μεταξύ ‘τούτου του λαού’. Μολονότι το έθνος Ισραήλ θα εδοκίμαζε επανειλημμένο κάψιμο, όπως ένα μεγάλο ή ογκώδες δένδρο, που απεκόπη για να χρησιμεύση για κάψιμο, θα παρέμενε ένας ζωτικός κορμός από το συμβολικό δένδρο του Ισραήλ. Με την έλευσι της βροχής αυτό το στέλεχος θα άνθιζε πάλι και θα ανεπτύσσετο εκ νέου το δένδρο. Αυτό το υπόλοιπο ή στέλεχος, που θα εξακολουθούσε να έχη τις ρίζες του στο έδαφος, θα ήταν ένα σπέρμα ή απόγονοι που θα ήσαν άγιοι στον Ιεχωβά.
32. (α) Πώς αυτό το παρηγορητικό μέρος του αγγέλματος του Ησαΐα απεδείχθη αληθινό; (β) Τι κατέστησε αυτό δυνατό σχετικά με την ιδία προφητεία του ναού, και πώς αυτό επηρέασε, επίσης, την εποχή μας;
32 Αυτό το παρηγορητικό μέρος του αγγέλματος, που έστειλε ο Ιεχωβά τον Ησαΐα να επιδώση, απεδείχθη, επίσης, αληθινό. Ύστερ’ από εβδομήντα έτη πλήρους ερημώσεως της γης του Ιούδα, ένα μετανοημένο Θεοφοβούμενο υπόλοιπο Ιουδαίων επέστρεψε από την εξορία της Βαβυλώνος το 537 π.Χ. Ανοικοδόμησαν πάλι το ναό του Ιεχωβά, οικοδομώντας συγχρόνως εκ νέου την πόλι τους Ιερουσαλήμ. Μ’ αυτό τον τρόπο το «άγιο σπέρμα» εχρησιμοποιήθη για την αποκατάστασι της καθαράς λατρείας του Ιεχωβά Θεού στη γη του Ιούδα. (2 Χρον. 36:20-23· Έσδρας 1:1 έως 6:22) Η αποκατάστασις του Ιούδα στη Θεόδοτη γενέτειρά τους κατέστησε δυνατόν να λάβη χώραν η δεύτερη εκπλήρωσις της προφητείας του Ιεχωβά όπως είχε δοθή στον Ησαΐα στο ναό, και τούτο σε σχέσι με τον Μεγαλύτερο Ησαΐα. Και οι δύο αυτές ιστορικές εκπληρώσεις επάνω στο λαό του φυσικού Ισραήλ επρομήθευσαν μια προφητική εικόνα της τρίτης εκπληρώσεως της προφητείας που εδόθη στον Ησαΐα στο ναό για τη σύγχρονη εποχή μας. Ας ιδούμε τώρα αυτό.
[Υποσημειώσεις]
a Όσον αφορά την ύπαρξι του ονόματος Ιεχωβά εδώ, η υποσημείωσις b στο εδάφιο Ησαΐας 6:1 στον 4ο Τόμο της Μεταφράσεως Νέου Κόσμου των Εβραϊκών Γραφών, έκδοσις 1958, λέγει: «‘Ιεχωβά’, Συριακή και 100 περίπου Εβραϊκά χειρόγραφα· ‘η αξιοπρέπεια του Ιεχωβά’, Ταργκούμ· ‘ο Κύριος’, Ο΄· Ντόμινους, Βουλγάτα· Αδονάι, Μασοριτικό κείμενο και Ρόλλος της Νεκράς Θαλάσσης του Ησαΐα. Αυτό είναι ένα από τα 134 μέρη, στα οποία οι Ιουδαίοι Σοφερείμ άλλαξαν το πρωτότυπο Εβραϊκό κείμενο σε Αδονάι αντί Γεχωβάχ.»
Βλέπε, επίσης, υποσημείωσι του εδαφίου Ησαΐας 6:1 όπως δίδεται στο Κομμένταρυ του Δρος Άνταμ Κλαρκ, Τόμος 4.
b Βλέπε σελίδα 49, παράγραφος 7.
[Εικόνα στη σελίδα 44]
Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει δια ημάς;»
[Εικόνα στη σελίδα 47]
«Εωσού ερημωθώσιν αι πόλεις, ώστε να μη υπάρχη κάτοικος.»