Πρέπει να Μετάσχετε στο Δείπνον του Κυρίου;
ΕΙΧΕ έλθει η άνοιξις του έτους, που έγινε αργότερα γνωστόν ως έτος 33 μ.Χ. Η μέρα ήταν η δεκάτη τετάρτη του Νισάν, του πρώτου μηνός του Εβραϊκού σεληνιακού έτους. Ο ήλιος είχε εξαφανισθή κάτω από τον ορίζοντα, όταν μέσα σ’ ένα υπερώον ο Ιησούς Χριστός και οι δώδεκα απόστολοί του, ανακεκλιμένοι γύρω σε μια στρωμένη τράπεζα, έτρωγαν ένα φαγητό που συνίστατο από ψητό αρνί, άζυμον άρτον, πικρά χόρτα και οίνον. Ως πιστοί Ιουδαίοι εώρταζαν την ετήσια εορτή του πάσχα, σε ανάμνησι της απελευθερώσεως των Ισραηλιτών από την Αιγυπτιακή δουλεία. Καθόσον επλησίαζαν στο τέλος αυτού του δείπνου, ένας απ’ αυτούς, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, σηκώθηκε και ανεχώρησε, και τότε, κατά την αφήγησι ενός αυτόπτου μάρτυρος:
«Λαβών ο Ιησούς τον άρτον, και ευλογήσας, έκοψε, και έδιδεν εις τους μαθητάς, και είπε, Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμα μου. Και λαβών το ποτήριον, και ευχαριστήσας, έδωκεν εις αυτούς, λέγων, Πίετε εξ αυτού πάντες· διότι τούτο είναι το αίμά μου το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.» Κι από άλλες αφηγήσεις καταφαίνεται ότι ο Ιησούς προώρισε το γεγονός αυτό να τηρήται κατ’ επανάληψιν, διότι περαιτέρω είπε: «Τούτο κάμνετε εις την ιδικήν μου ανάμνησιν.»—Ματθ. 26:26-28· Λουκ. 22:19.
Γιατί παρήγγειλε έτσι ο Ιησούς, και ποιο ακριβώς είναι το νόημα των λόγων του; Ο εορτασμός αυτός, που καλείται από τον Παύλο «Κυριακόν δείπνον», εγκαινιάσθη ως ένα μάθημα εκτιμήσεως—εκτιμήσεως του ό,τι είχε κάμει ο Ιεχωβά, προμηθεύοντας τον Υιόν του, αλλ’ ιδιαίτερα εκτιμήσεως του ό,τι είχε κάμει ο Ιησούς Χριστός, και εκτιμήσεως των όσων απαιτούνται από τους ακολούθους του. Οι ανά τον κόσμον Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, υπακούοντας στην εντολή του Ιησού, θα συνέλθουν μετά τη δύσι του ηλίου στις 14 Νισάν για να εορτάσουν την ανάμνησι του θανάτου του Κυρίου των, η δε ημέρα αυτή, κατά το σύγχρονο ημερολόγιό μας, εφέτος αρχίζει στις 17 Απριλίου.
Σκεφθήτε το νόημα των λόγων του Ιησού. Ο Ιησούς, παρομοιάζοντας το σώμα του με τον άζυμον άρτον, ανεφέρετο στο κατά γράμμα σάρκινο σώμα του, το οποίον επρόκειτο να είναι, πραγματικά, ζωοπάροχη τροφή για το ανθρώπινο γένος, όπως είχε δηλώσει προηγουμένως: «Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου.» Όσο για τον οίνον, αυτός παρίστανε το κατά γράμμα αίμα του Ιησού, δηλαδή τη ζωή του, διότι η ψυχή ή ζωή βρίσκεται στο αίμα. Αυτό εξυπηρέτησε δύο σκοπούς: ‘ήρε την αμαρτίαν του κόσμου’, κι έθεσε σε ισχύ μια νέα διαθήκη, την οποία εγκαινίαζε τότε ο Θεός για να λάβη τη θέσι της παλαιάς διαθήκης του νόμου υπό τον Μωυσήν, η οποία παρήρχετο.—Ιωάν. 6:51· 1:29· Ιερεμ. 31:31-34· Πράξ. 15:14.
Σ’ αυτήν ακριβώς την περίπτωσι ο Ιησούς έλαβε τους ένδεκα πιστούς αποστόλους του σε μια διαθήκη για τη Βασιλεία, όπως διαβάζομε: «Σεις δε είσθε οι διαμείναντες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου· όθεν εγώ ετοιμάζω εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου· και να καθίσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.» Άλλα Γραφικά εδάφια δείχνουν ότι συμμέτοχοι αυτής της δόξης του Ιησού και των ένδεκα πιστών αποστόλων του θα είναι κι άλλοι 143.989, για ν’ αποτελεσθή ένα σύνολο από 144.001. Όλοι αυτοί έχουν μέρος στην πρώτη ανάστασι και βασιλεύουν ως βασιλείς και ιερείς χίλια χρόνια. Μόνον οι τοιούτοι δικαιούνται να μετάσχουν του δείπνου του Κυρίου.—Λουκ. 22:28-30· Αποκάλ. 14:1, 3· 20:4-6.
ΔΕΝ ΥΠΗΡΧΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΣΤΟΥΣ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ
Υπήρχε καιρός, που το ερώτημα, αν ένας πρέπει να μετάσχη στο δείπνον του Κυρίου ή όχι, ούτε καν εχρειάζετο να τεθή. Στην πρώτη Χριστιανική εκκλησία, όλοι οι αφιερωμένοι και βαπτισμένοι Χριστιανοί εγίνοντο μέλη του σώματος του Χριστού, ήσαν κεχρισμένοι με το άγιο πνεύμα και παρείχαν απόδειξι τούτου με το να μπορούν να χρησιμοποιούν ένα ή περισσότερα από τα θαυματουργικά χαρίσματα του πνεύματος, όπως ήταν η θεραπεία ασθενειών, η ομιλία σε διάφορες γλώσσες, η ερμηνεία γλωσσών, και λοιπά. Εφ’ όσον παρείχοντο αυτά τα χαρίσματα, διεσαφηνίζετο σε όλους ποιοι έπρεπε να μεταλαμβάνουν του άρτου και του οίνου στο δείπνον του Κυρίου.
Ακόμη και μετά την παρέλευσι των χαρισμάτων αυτών, όταν οι απόστολοι, καθώς κι εκείνοι στους οποίους είχαν μεταδώσει αυτά τα χαρίσματα, εκοιμήθησαν στον θάνατο, ήταν σχετικά εύκολο να καθορισθή αν ένας έπρεπε να μετάσχη ή όχι, αν ένας ήταν πνευματικά αναγεννημένος υιός του Θεού, μέλος του πνευματικού σώματος του Χριστού, ή όχι. Τουλάχιστον έως τους συγχρόνους καιρούς ήταν αληθές ότι «όσοι διοικούνται υπό του πνεύματος του Θεού, ούτοι είναι υιοί του Θεού. Διότι δεν ελάβετε πνεύμα δουλείας δια να φοβήσθε πάλιν, αλλ’ ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας, δια του οποίου κράζομεν, Αββά, ο Πατήρ.» Περαιτέρω, για όλους αυτούς θα μπορούσε επίσης να λεχθή: «Ημείς εξεύρομεν ότι μετέβημεν εκ του θανάτου εις την ζωήν, διότι αγαπώμεν τους αδελφούς.» Γραφικά εδάφια, όπως αυτά, εφηρμόζοντο μόνο σ’ εκείνους που προωρίζοντο για την ουράνια αμοιβή και βασιλεία.—Ρωμ. 8:14, 15· 1 Ιωάν. 3:14.
Αναμφιβόλως, στη διάρκεια όλων των αιώνων από τον θάνατο του αποστόλου Ιωάννου ως το τέλος του δεκάτου ενάτου αιώνος, υπήρχαν μερικοί απ’ αυτούς τους αναγεννημένους από το πνεύμα Χριστιανούς στη γη, που εφύτρωναν σαν σιτάρι μέσα σ’ έναν αγρό που ήταν τώρα γεμάτος από ζιζάνια, όπως έδειχνε και η παραβολή του Ιησού. (Ματθ. 13:37-43) Κατόπιν, από την αρχή της δεκαετηρίδος 1870, ο Θεός άρχισε να τους συνάγη, και στο έτος 1919 άρχισε η εκπλήρωσις του κατά Ματθαίον 24:31, το οποίον λέγει: «Και θέλει αποστείλει τους αγγέλους αυτού μετά σάλπιγγος φωνής μεγάλης· και θέλουσι συνάξει τους εκλεκτούς αυτού εκ των τεσσάρων ανέμων, απ’ άκρων ουρανών έως άκρων αυτών.» Τα γεγονότα καταδεικνύουν ότι τότε εξαπεστάλη η κλήσις και για άλλους εργάτας στον αμπελώνα του Θεού. Αυτή η κλήσις συνεχίσθη ως το έτος 1931 οπότε, στο τέλος του ‘έργου της ημέρας’ στον αμπελώνα, όλοι οι εργάται έλαβαν τον μισθόν των, το δηνάριον, το όνομα μάρτυρες του Ιεχωβά.—Ματθ. 20:1-16.
ΤΑ ΑΛΛΑ ΠΡΟΒΑΤΑ
Ιδιαίτερα από το έτος 1931 ο Ιεχωβά Θεός συνέλεγε προς τον εαυτό του ένα μεγάλο πλήθος «άλλων προβάτων», ανθρώπων οι οποίοι αφιερώνονται στον Θεό για να πράξουν το θέλημά του και οι οποίοι εκδηλώνουν αγάπη για τους αδελφούς των και πνευματικότητα. Από όλες τις άλλες απόψεις, εκτός από την άποψι της ουρανίας ελπίδος των, ομοιάζουν με τους υπολοίπους, δηλαδή με το υπόλοιπο εκείνων που προορίζονται για την ουράνια βασιλεία. Αυτοί μπορούν να παραβληθούν με τους παρεπιδήμους του αρχαίου Ισραήλ. Οι παρεπίδημοι εκείνοι απεδέχοντο όλες τις ευθύνες της διαθήκης του νόμου και μετείχαν των πολλών ευλογιών της, όπως οι σύγχρονοι αντίστοιχοί των σήμερα αποδέχονται τις ευθύνες που βαρύνουν τον πνευματικό Ισραήλ και μετέχουν των ευλογιών. Ακριβώς δε, όπως κανείς ξένος ή πάροικος δεν μπορούσε ποτέ να γίνη βασιλεύς, έτσι και κανείς απ’ αυτούς που αποτελούν σήμερα τον «πολύν όχλον» των άλλων προβάτων δεν μπορεί ποτέ να είναι από την ιθύνουσα τάξι, δηλαδή, δεν μπορεί να είναι όπως εκείνοι.—Δευτ. 17:15.
Από το έτος 1931 το άγγελμα της Βασιλείας απευθύνεται πρωτίστως σ’ αυτόν τον «πολύν όχλον» των άλλων προβάτων, των οποίων οι ελπίδες είναι επίγειες. Εν τούτοις, πιθανόν είναι μεταξύ αυτών να κληθούν άτομα για να συμπληρώσουν ό,τι κενόν εδημιουργήθη μέσα στους 144.000 λόγω απιστίας και απορρίψεως. Η ημερομηνία, λοιπόν, της αφιερώσεως ενός ατόμου θα είχε κάποια σχέσι με την πιθανότητα του να είναι από το υπόλοιπον, μολονότι αυτό δεν θα ήταν τελειωτικό.
ΔΙΑΦΟΡΕΣ
Τόσο εκείνοι, που αποτελούν το σώμα του Χριστού, το μικρόν ποίμνιον, όσο και ο πολύς όχλος των άλλων προβάτων, κάνουν τα ίδια αρχικά βήματα. Αυτά συνίστανται στη λήψι γνώσεως, στη μετάνοια, στη μεταστροφή, στην πίστι στον Θεό, στη θυσία του Χριστού και στον λόγον του Θεού, στην αφιέρωσί των στον Θεό για να πράξουν το θέλημά του, και στο εν ύδατι βάπτισμά των. Αλλά για κείνους που γίνονται μέρος του πνευματικού σώματος του Χριστού ο Ιεχωβά Θεός ενεργεί μοναδικά υπέρ αυτών: Βάσει της πίστεώς των στη θυσία του Χριστού και της αφιερώσεώς των τους ανακηρύττει δικαίους, τους αναγεννά ως πνευματικούς υιούς του με το άγιο πνεύμα του ή την ενεργό δύναμί του και τους φέρει κάτω από το χρίσμα του σώματος του Χριστού. Όλοι αυτοί γίνονται συγχρόνως μέτοχοι της νέας διαθήκης και της διαθήκης της Βασιλείας. Έτσι, εξ αιτίας τού ότι κάνει το ίδιο το πλάσμα, και του ό,τι ο Θεός κάνει υπέρ αυτού, ένας τέτοιος έχει τώρα σταθερή πεποίθησι για μια ουράνια αμοιβή αν είναι πιστός μέχρι θανάτου.—Αποκάλ. 2:10.
Σ’ αυτούς και μόνο σ’ αυτούς εφαρμόζονται τα λόγια του Παύλου: «Αυτό το πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα ημών, ότι είμεθα τέκνα Θεού. Εάν δε τέκνα, και κληρονόμοι· κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού· εάν συμπάσχωμεν, δια να γείνωμειν και συμμέτοχοι της δόξης αυτού. Διότι με την ελπίδα εσώθημεν· ελπίς δε ήτις βλέπεται, δεν είναι ελπίς· διότι εκείνο το οποίον βλέπει τις, δια τι και ελπίζει; Εάν δε ελπίζωμεν εκείνο το οποίον δεν βλέπομεν, δια της υπομονής περιμένομεν αυτό.» Σχετικά δε με αυτούς ο Ιωάννης έγραψε: «Αγαπητοί, τώρα είμεθα τέκνα Θεού· και έτι δεν εφανερώθη τι θέλομεν είσθαι· εξεύρομεν όμως, ότι, όταν φανερωθή, θέλομεν είσθαι όμοιοι με αυτόν· διότι θέλομεν ιδεί αυτόν καθώς είναι.»—Ρωμ. 8:16, 17, 24, 25· 1 Ιωάν. 3:2.
Για να καθορίση ένας αν πρέπει να μετάσχη από τον άρτον και τον οίνον του δείπνου του Κυρίου ή όχι, πρέπει να υποβάλη στον εαυτό του τα επόμενα ερωτήματα:
Είμαι εγώ ένας πνευματικός Ισραηλίτης, αποκυημένος από την ενεργό δύναμι του Θεού για να γίνω ένα πνευματικό του τέκνο μ’ ένα πνευματικό προορισμό; Έγινα ένας που ανήκει σ’ αυτή τη νέα διαθήκη που συνήφθη με τον πνευματικό Ισραήλ; Επί πλέον, είμαι εγώ σ’ αυτή τη διαθήκη για τη Βασιλεία; Έχω εγώ, όπως ο Παύλος, τη σταθερή πεποίθησι ότι πρόκειται να έχω ουράνια ανάστασι, για να ενωθώ με τον Κύριο Ιησού στην ουράνια βασιλεία; Εφόσον το ίδιο το πνεύμα του Θεού μαρτυρεί, δεν πρέπει να υπάρχη αμφιβολία γι’ αυτό. Είμαι εγώ σ’ αυτή τη σχέσι με τον Θεό και τον Ιησού Χριστό, όπως ήσαν κι εκείνοι οι ένδεκα απόστολοι τότε, με τους οποίους ο Ιησούς συνέστησε το Κυριακόν δείπνον; Είμαι πεπεισμένος ότι έχω αυτή την ουράνια κλήσι, αυτή την ελπίδα; Το κάνω αυτό θέμα των προσευχών μου, των σκέψεών μου, των πόθων μου;
Αν είσθε έγγαμος και η σύζυγός σας δεν είναι σ’ αυτή τη διαθήκη για τη Βασιλεία, πρέπει να ρωτήσετε τον εαυτό σας: Είμαι πρόθυμος να πεθάνω με τη συναίσθησι ότι την εγκαταλείπω για να μην αποσυνδεθώ με αυτή ποτέ πάλι στη γη, αλλά να ενωθώ με τον Ιησού Χριστό και εκείνη να την αφήσω σ’ αυτή τη γη; Ή αν είσθε μια σύζυγος και μητέρα πρέπει να ρωτήσετε τον εαυτό σας: Είμαι πρόθυμη να εγκαταλείψω τα παιδιά μου και να μην τα περιποιηθώ πια ποτέ και ποτέ να μην κάνω συντροφιά μ’ αυτά σε όλη την αιωνιότητα; Το ότι είμαι ένα μέλος της νύμφης του Χριστού έχει μήπως προτεραιότητα από το ότι είμαι η σύζυγος ενός ανδρός επάνω στη γη; Θέλω να είμαι με τον Ιησού μάλλον παρά με τον αγαπητόν αυτόν άνδρα, κι αυτό σε όλη την αιωνιότητα;
Αυτά είναι μερικά από τα όσα πρέπει να στοχασθούμε, για να ξέρωμε τι κάνομε, να ξέρωμε ποιος θα είναι ο τελικός προορισμός μας. Τότε μπορούμε να είμεθα βέβαιοι περί του ποια πορεία ενεργείας πρέπει να λάβωμε στο δείπνον του Κυρίου, αν πρέπει να μετάσχωμε από τον άρτον και τον οίνον ή όχι.
Αν, πράγματι, έχετε αυτές τις ουράνιες πεποιθήσεις, τότε προετοιμάζεσθε γι’ αυτές, εργάζεσθε γι’ αυτές κι αυτές αποτελούν τη δύναμι της ζωής σας. Τότε, όπως ο απόστολος Παύλος, γνωρίζετε, έχετε την πεποίθησι, έχετε τη μαρτυρία του πνεύματος του Θεού, που συμμαρτυρεί με το δικό σας πνεύμα, ότι είσθε ένας πνευματικός υιός του Θεού, ένας συγκληρονόμος του Κυρίου Ιησού στη Βασιλεία.
Αν έχετε μια τέτοια ολόψυχη πεποίθησι, η δε πολιτεία του Θεού μαζί σας έως τώρα επιβεβαιώνη αυτό το γεγονός, τότε ξέρετε που στέκεσθε και ξέρετε τη σχέσι σας με τον Θεό, και τότε πρέπει να μετάσχετε από τον άρτο και τον οίνο του δείπνου του Κυρίου με εκτίμησι του πώς αυτά συμβολίζουν τη θυσία του Χριστού, μέσω της οποίας ήλθατε σ’ αυτή τη θαυμάσια σχέσι με τον Θεό, με τις θαυμαστές ουράνιες ευκαιρίες της.
ΟΣΟΙ ΔΕΝ ΜΕΤΕΧΟΥΝ
Αν όμως δεν μπορήτε ν’ απαντήσετε με πεποίθησι «Ναι!» σε όλα τα προεκτεθέντα ερωτήματα, τότε είσθε ένας από τον πολύν όχλον των άλλων προβάτων. Τότε δεν είσθε στη διαθήκη για τη Βασιλεία, και συνεπώς δεν σας αναμένει ένας ουράνιος, βασιλικός προορισμός, αλλ’ ένας επίγειος προορισμός.
Ωστόσο, θα θέλετε να προσκολληθήτε στον επί διαθήκη λαόν του πνευματικού Ισραήλ του Θεού διότι αγαπάτε τον Θεό και αναγνωρίζετε τον λαόν του και θέλετε να τον συναναστρέφεσθε. Εφόσον αφιερωθήκατε στον Θεό να πράττετε το θέλημά του, υπάγεσθε στα θαυμάσια ευεργετήματα της νέας διαθήκης, μολονότι δεν είσθε σ’ εκείνη τη διαθήκη. Μπορείτε ν’ αποβλέπετε στη χαρά μιας παραδεισιακής γης, να μετάσχετε στην εκπλήρωσι της δεδομένης εντολής αναπαραγωγής, ζώντας για πάντα στη γη σε τελειότητα κι ευτυχία με τους ευλογημένους απογόνους σας.
Το γεγονός ότι δεν έχετε ουράνιο προορισμό δεν τρέπει να σας κάμη να αισθάνεσθε δυσαρέσκεια. Επί τέλους, κανείς από μας δεν έχει δικαιώματα σε τίποτε. Όλα προέρχονται από παρ’ αξίαν αγαθότητα, κάθε τι οφείλεται σε χάριν. Αν ήσαν όλοι από το ουράνιο σπέρμα του Αβραάμ, δεν θα υπήρχαν επίγειες οικογένειες για να τις ευλογήση αυτό το σπέρμα.—Γέν. 12:3· Γαλ. 3:16, 29.
Τα άλλα πρόβατα είναι τόσο ευπρόσδεκτα στο δείπνον του Κυρίου όσο είναι και όσοι ανήκουν στο υπόλοιπο, μολονότι δεν μετέχουν από τον άρτο και τον οίνο. Έχουν ν’ αντιμετωπίσουν την ίδια εναντίωσι που αντιμετωπίζουν και οι του υπολοίπου κι επομένως πολύ ωφελούνται από το μάθημα της εκτιμήσεως του τι έκαμε ο Ιεχωβά Θεός, και ιδιαίτερα τι έκαμε ο Υιός του προμηθεύοντας ένα αντίλυτρο για μας και δίνοντας, επίσης, το τέλειο παράδειγμα για μας.
Επομένως, όλοι όσοι ανήκουν στο υπόλοιπο, που εγεννήθησαν από το πνεύμα, όλοι όσοι ανήκουν στον πολύν όχλο των άλλων προβάτων, καθώς και όλοι οι άνθρωποι καλής θελήσεως προς τον Θεό, ας προσέξουν την εντολή του Χριστού, συνερχόμενοι στην τοπική Αίθουσα Βασιλείας των μαρτύρων του Ιεχωβά το βράδυ της Τρίτης, 17 Απριλίου, μετά τη δύσι του ηλίου—οι μεν του υπολοίπου για να μετάσχουν από τον άρτο και τον οίνο, οι δε άλλοι για να παρατηρήσουν, αλλά όλοι για να αναζωογονηθούν πνευματικώς με την ακρόασι πάλι των αληθειών, που αφορούν τη θυσία του Χριστού.