-
Παρουσίασις του Αρχηγού της Θείας ΚυριαρχίαςΗ Σκοπιά—1973 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
ΔΙΑΝΟΙΞΙΣ ΤΗΣ ΟΔΟΥ ΓΙΑ ΜΙΑ ΝΕΑ ΔΙΑΘΗΚΗ
20. (α) Γιατί δεν ήταν άψογη εκείνη η πρώτη διαθήκη, και τι προέβλεπε αυτό; (β) Μέσω τίνος προφήτου είχε προλεχθή η νέα διαθήκη, και τι είπε ο Μωυσής σχετικά με τον καλύτερο μεσίτη;
20 Η διαθήκη που είχε κάμει ο Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως με τον αφιερωμένο λαό Ισραήλ ήταν μια «διαθήκη αιώνιος [δια χρόνον ακαθόριστον, ΜΝΚ].» Η διαθήκη εκείνη που είχε συναφθή στο Όρος Σινά δεν ήταν άψογη, λόγω της ατελείας των Ισραηλιτών και του μεσίτου των Μωυσέως. Γι’ αυτό έδωσε θέσι σε μια καλύτερη διαθήκη, μια νέα διαθήκη. Επομένως ο Ιεχωβά Θεός είχε σκοπό να συνάψη μια νέα διαθήκη, και το προνόμιο να περιληφθούν σ’ αυτή τη δευτέρα διαθήκη επρόκειτο να προσφερθή στο έθνος του φυσικού Ισραήλ. Εξακόσια και πλέον χρόνια προτού εγκαινιασθή αυτή η νέα Διαθήκη μέσω ενός νέου μεσίτου, ο Ιεχωβά το προείπε μέσω του προφήτου Ιερεμία τον έβδομο αιώνα πριν από την έλευσι εκείνου του καλυτέρου Μεσίτου. (Ιερεμ. 31:31-34· Εβρ. 8:6-13) Η έλευσις αυτού του καλυτέρου και μεγαλυτέρου Μεσίτου είχε προλεχθή από τον προφήτη Μωυσή, ο οποίος είπε ότι αυτός ο ερχόμενος μεσίτης επρόκειτο να εγερθή μέσα από τους Ισραηλίτας· θα ήταν ένας φυσικός Ισραηλίτης.—Δευτ. 18:15-19· Πράξ. 3:22, 23· 7:37, 38.
21. (α) Πότε, πού και με ποια αναγγελία είχε γεννηθή αυτός ο καλύτερος μεσίτης; (β) Γιατί ο Ιησούς εώρταζε το Ιουδαϊκό Πάσχα, και στον τελευταίο εορτασμό του, τι έδειξε ότι είναι, και πώς;
21 Το έτος 2 π.Χ. αυτός ο καλύτερος Μεσίτης είχε γεννηθή, ως απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ και στην πόλι του Δαβίδ, τη Βηθλεέμ. Ταυτοχρόνως ήταν και Υιός του Θεού, και στη γέννησί του ο άγγελος του Θεού ανήγγειλε στους ποιμένας στους αγρούς κοντά στη Βηθλεέμ: «Ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος.» (Λουκ. 2:10, 11) Εφόσον είχε γεννηθή από μια Ιουδαία μητέρα, αυτός ο οποίος επρόκειτο να είναι «Χριστός Κύριος» ήταν φυσικός Ιουδαίος και κάτω από τον Νόμο της διαθήκης την οποία είχε μεσιτεύσει μέσω του Θεού και του Ισραήλ ο Μωυσής. Προς επιβεβαίωσιν τούτου διαβάζομε στο εδάφιο Γαλάτας 4:4: «Ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον.» Εφόσον ήταν κάτω από τον νόμο της διαθήκης με τον Ισραήλ, ο Ιησούς Χριστός εώρταζε το δείπνον του Πάσχα. Στον τελευταίο του εορτασμό του Πάσχα το 33 μ.Χ., έδειξε ότι αυτός ήταν ο Μεσίτης της υποσχεμένης, νέας διαθήκης. Πώς; Εγκαθίδρυσε τώρα εκείνο που ονομάζεται το Δείπνον του Κυρίου, και όταν έδωσε το ποτήριον του οίνου στους πιστούς αποστόλους του είπε: «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.» (Λουκ. 22:20) Ο Ιησούς έχυσε το αίμα του για να κάμη έγκυρη αυτή τη διαθήκη.
22. (α) Πότε ανέλαβε ο Ιησούς να γίνη ο μεσίτης της νέας διαθήκης; (β) Γιατί ο Ιωάννης είχε στην αρχή αντιρρήσεις να βαπτίση τον Ιησού;
22 Εν τούτοις, όπως ο προφήτης Μωυσής, ο Κύριος Ιησούς έπρεπε ν’ αναλάβη να γίνη εκείνος ο Μεσίτης της νέας διαθήκης. Πότε ανέλαβε να το κάμη αυτό; Τον καιρό του βαπτίσματός του στον Ιορδάνη Ποταμό. Σε ηλικία τριάντα ετών εγκατέλειψε το εργαστήριο του τού ξυλουργού στη Ναζαρέτ και πήγε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή για να βαπτισθή στο ύδωρ. Αυτό ήταν ένα νέο είδος βαπτίσματος που επρόκειτο να κάμη ο Ιωάννης. Έως τότε, καθώς διαβάζομε στο εδάφιο Μάρκος 1:4, «Ήτο ο Ιωάννης βαπτίζων εν τη ερήμω και κηρύττων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» (Λουκ. 3:3) Αλλ’ ο Ιησούς ο Υιός του Θεού δεν ήλθε στον Ιωάννη τον Βαπτιστή για να βαπτισθή ως σύμβολο μετανοίας για συγχώρησι αμαρτιών. Ο Ιησούς ήταν τέλειος και αναμάρτητος. (Εβρ. 7:26) Δεν ήλθε στον Ιωάννη με μια ένοχη συνείδησι για να κάμη ‘αίτησι για αγαθή συνείδησι’ στον Θεό. (1 Πέτρ. 3:21, ΜΝΚ) Ο Ιωάννης το εγνώριζε αυτό, και γι’ αυτό διαβάζομε ότι ο Ιωάννης «εκώλυε αυτόν, λέγων, Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ;» Αλλά, τι απήντησε ο Ιησούς;
23. Τι απήντησε ο Ιησούς στον Ιωάννη, και γιατί είπε ότι ήταν ‘πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην’ μολονότι είχε τηρήσει τον Νόμο;
23 «Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην.» (Ματθ. 3:13-15) Τι εννοούσε ο Ιησούς μ’ αυτό; Ως φυσικός Ιουδαίος, είχε τηρήσει τον νόμο της Μωσαϊκής διαθήκης τέλεια. Σ’ αυτό το σημείο είπε αργότερα στην επί του Όρους Ομιλία του: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω.» (Ματθ. 5:17) Φυσικά, η διαθήκη του Νόμου με τον Ισραήλ ήταν θέλημα Θεού, αλλ’ ο Ιησούς έκανε το θέλημα του Θεού απ’ αυτή την άποψι σ’ όλη τη διάρκεια της επιγείου ζωής του ως το βάπτισμά του. Επομένως οι λόγοι του Ιησού, «πάσα δικαιοσύνη,» εσήμαιναν κάτι περισσότερο από τη διαθήκη του Νόμου, κάτι που θα ήταν σ’ εκπλήρωσι των συμβολικών χαρακτηριστικών της διαθήκης του Νόμου. Αυτή ήταν η ‘πάσα δικαιοσύνη’ διότι ήταν θέλημα του Θεού να το κάμη αυτό. Ώστε αυτό ήταν που είχε αναλάβει να κάμη με το βάπτισμα του.
24. Σύμφωνα με τα εδάφια Εβραίους 10:5-10 ποια προφητεία ιδιαιτέρως εξεπλήρωνε ο Ιησούς με το να παρουσιασθή για βάπτισμα;
24 Με το να παρουσιασθή ο Ιησούς για βάπτισμα εξεπλήρωνε πραγματικά τους λόγους «των προφητών» όπως ακριβώς είχε πει. Ο απόστολος Παύλος δείχνει ποιες προφητείες εξεπλήρωσε ο Ιησούς, στα εδάφια Εβραίους 10:5-10, όπου διαβάζομε σχετικά με τον Ιησού όταν ήλθε για βάπτισμα: «Δια τούτο εισερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, ‘Θυσίαν και προσφοράν δεν ηθέλησας,’ αλλ’ ητοίμασας εις εμέ σώμα. Εις ολοκαυτώματα και προσφοράς περί αμαρτίας δεν ευηρεστήθης. Τότε είπον, Ιδού, έρχομαι, (εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού,) δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου.’ . . . Με το οποίον θέλημα είμεθα ηγιασμένοι δια της προσφοράς του σώματος του Ιησού Χριστού άπαξ γενομένης.» Έτσι ο Ιησούς εξεπλήρωνε τον Ψαλμό 40:6-8. Το «θέλημα» του Θεού απαιτούσε να θυσιάση ο Ιησούς τον εαυτό του, το «σώμα» του.
25. (α) Τίνος σύμβολο λοιπόν ήταν το εν ύδατι βάπτισμα του Ιησού; (β) Πώς ο Ιησούς ήταν ήδη αφιερωμένος και εξαγορασμένος;
25 Εφόσον η προφητεία το απαιτούσε αυτό, τότε, ο Ιησούς θα είχε κακή συνείδησι αν δεν προσήρχετο για να κάμη το ειδικό θέλημα του Θεού κι’ επομένως να παρουσιασθή στον Ιωάννη για βάπτισμα. Είναι καταφανές ότι η πράξις βαπτίσματος του Ιησού ήταν συμβολική. Το βάπτισμά του δεν ήταν σύμβολον «μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» Ήταν σύμβολο της προσελεύσεώς του για να κάμη το θέλημα του Θεού, το οποίον θείον «θέλημα» περιελάμβανε την προσφορά του σώματος του Ιησού μια φορά για πάντα. Ως φυσικός Ιουδαίος ήταν ήδη κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο και ήταν μέλος του μόνου έθνους στη γη που ήταν τότε αφιερωμένο στον Θεό, στο να κάμη «πάντα όσα ελάλησεν ο Ιεχωβά.» Επίσης ως ο πρωτότοκος Υιός της Μαρίας, της οποίας τον πρωτότοκο υιό ο σύζυγός της Ιωσήφ υιοθέτησε ως δικό του πρωτότοκο γυιο, ο Ιησούς ήταν αγιασμένος για τον Ιεχωβά και ανήκε σ’ αυτόν. (Έξοδ. 13:1, 2) Γι’ αυτό ο Ιωσήφ και η Μαρία έπρεπε να εξαγοράσουν τον Ιησού για να επιτρέπεται σ’ αυτόν ν’ ασχοληθή σε κοσμική εργασία. (Αριθμ. 3:13-51· 18:14-16) Ώστε το βάπτισμα του Ιησού δεν εξεικόνιζε την αφιέρωσί του στον Θεό, αλλά την παρουσίαση του εαυτού του στο να κάμη το θέλημα του Θεού ακόμη και ως το σημείο της θυσίας.
26. (α) Πώς ο Θεός έδειξε ότι δέχθηκε την παρουσίασι του Ιησού; (β) Ως ποιο βαθμό έκαμε ο Ιησούς εν σαρκί αυτό το θείο «θέλημα»;
26 Ο Ιεχωβά Θεός έδειξε ότι δέχθηκε αυτή την παρουσίαση του Υιού του Ιησού με το ότι εξέχεε το πνεύμα του επάνω στον βαπτισμένο Ιησού και έκαμε ν’ ακουσθή από τον ουρανό η φωνή του λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.» (Ματθ. 3:16, 17) Κατόπιν, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ανήγγειλε τον κεχρισμένο Ιησού ως ‘τον Αμνόν του Θεού τον αίροντα την αμαρτίαν του κόσμου.’ (Ιωάν. 1:28-36· Πράξ. 10:37, 38) Ο Ιησούς έκαμε το θέλημα του Θεού ως το τέλος της ζωής του ως άνθρωπος στη γη. Στη διάρκεια της τελευταίας βραδυάς του στη γη με το φυσικό ανθρώπινο σώμα του προσευχήθηκε στον Θεό και είπε: «Πάτερ μου, εάν είναι δυνατόν ας παρέλθη απ’ εμού το ποτήριον τούτο· πλην ουχί ως εγώ θέλω, αλλ’ ως συ.» (Ματθ. 26:39-44) Το επόμενο απόγευμα, την τρίτη περίπου ώρα, ενώ ο Ιησούς ήταν κρεμασμένος στο ξύλο του μαρτυρίου, όπως μας λέγει το εδάφιο Ιωάννης 19:30, «ο Ιησούς είπε, Τετέλεσται· και κλίνας την κεφαλήν παρέδωκε το πνεύμα.» Έτσι, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, το σώμα του Ιησού είχε προσφερθή μια φορά για πάντα.
27. (α) Τι είδους ανάστασι είχε ο Ιησούς Χριστός και γιατί; (β) Πώς λοιπόν έλαβε υπό την κατοχήν του όλο το ανθρώπινο γένος, και με ποια προσδοκία για τους νεκρούς;
27 Σε αρμονία μ’ αυτή τη θυσιαστική προσφορά του τελείου ανθρωπίνου σώματός του ο Ιησούς Χριστός ηγέρθη εκ νεκρών την τρίτη ημέρα, όχι μ’ ένα σώμα με σάρκα και αίμα, αλλά μ’ ένα πνευματικό σώμα. (1 Πέτρ. 3:18· 1 Κορ. 15:42-45) Την τεσσαρακοστή ημέρα από την ανάστασί του, ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό και εκεί παρουσίασε στον Θεό την αξία της ανθρώπινης θυσίας του για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Όταν ήταν στη γη είχε πει ότι είχε έλθει «δια να υπηρετήση και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.» (Ματθ. 20:28) Ο απόστολος Παύλος λέγει για τον Ιησού ότι υπέστη «το πάθημα του θανάτου . . . δια να γευθή θάνατον υπέρ παντός ανθρώπου δια της χάριτος του Θεού.» Ο απόστολος Παύλος λέγει επίσης: «άνθρωπος Ιησούς Χριστός όστις έδωκεν εαυτόν αντίλυτρον υπέρ πάντων.» (Εβρ. 2:9· 1 Τιμ. 2:5, 6) Έτσι ο Ιησούς Χριστός με το να παρουσιάση στον Θεό την αξία της ζωής της ανθρώπινης θυσίας του, έδωσε αντίλυτρο για όλο το ανθρώπινο γένος, το εξηγόρασε, χωρίς μάλιστα εκείνοι να τον παρακαλέσουν να το κάμη αυτό. Γι’ αυτόν το λόγο, κάτω από την ουράνια βασιλεία του, θα γίνη «ανάστασις νεκρών, δικαίων τε και αδίκων.» (Πράξ. 24:15) Όλοι αυτοί ανήκουν στον Ιησού Χριστό.
28. (α) Τι έγινε λοιπόν ο αναστημένος Ιησούς Χριστός σχετικά με την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους; (β) Για ποιο μεγαλύτερο πράγμα υπηρετεί επίσης ως Αρχηγός;
28 Έτσι, σύμφωνα με το θείον θέλημα, ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού έγινε ο Αρχηγός της σωτηρίας ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους. Αυτό είναι εκείνο που πρέπει να εννοήσουμε από τα εδάφια Εβραίους 2:9, 10, τα οποία λέγουν: «Τον δε ολίγον τι παρά τους αγγέλους ηλαττωμένον Ιησούν βλέπομεν δια το πάθημα του θανάτου με δόξαν και τιμήν εστεφανωμένον, δια να γευθή θάνατον υπέρ παντός ανθρώπου δια της χάριτος του Θεού. Διότι έπρεπε εις αυτόν, δια τον οποίον είναι τα πάντα και δια του οποίου έγειναν τα πάντα, φέρων εις την δόξαν πολλούς υιούς, να κάμη τέλειον τον Αρχηγόν της σωτηρίας αυτών δια των παθημάτων.» Και εις Εβραίους 5:9, 10 διαβάζομε: «Και γενόμενος τέλειος, κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις αυτόν, ονομασθείς υπό του Θεού αρχιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.» Αυτός απεδείχθη άξιος να υπηρετή ως Αρχηγός της Θείας Κυριαρχίας.
-
-
Ακολουθείτε τον Αρχηγό της Θείας ΚυριαρχίαςΗ Σκοπιά—1973 | 15 Φεβρουαρίου
-
-
Ακολουθείτε τον Αρχηγό της Θείας Κυριαρχίας
1. (α) Γιατί η απόφασις που είχαν λάβει οι προπάτορές των στο όρος Σινά δεν υπολογιζόταν για τους φυσικούς περιτετμημένους Ιουδαίους τώρα όσον αφορά τη νέα διαθήκη; (β) Ποιον έπρεπε να μιμηθούν εκείνοι οι Ιουδαίοι, και με ποιον τρόπο;
ΓΙΑ τους φυσικούς περιτετμημένους Ιουδαίους τα πράγματα δεν ήσαν τα ίδια από τότε που ο Ιησούς Χριστός ανελήφθη στην ουράνια παρουσία του Ιεχωβά Θεού και προσέφερε σ’ αυτόν την πολύτιμη αξία της ανθρώπινης θυσίας του. Ένεκα τούτου, η παλαιά Μωσαϊκή διαθήκη ακυρώθηκε, και μια νέα διαθήκη επικυρώθηκε με το αίμα του Υιού του Θεού, του Μεσίτου της διαθήκης αυτής. Η ευκαιρία για να γίνουν δεκτοί σ’ αυτή τη νέα διαθήκη προσεφέρθη πρώτα στους φυσικούς Ιουδαίους. Οι προπάτορές των που έζησαν πριν από δεκαπέντε αιώνες είχαν δηλώσει στον μεσίτη Μωυσή: «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει.» Αλλ’ αυτό δεν υπολογιζόταν για τους απογόνους των ως προς τη νέα διαθήκη. Γι’ αυτή τη δεύτερη διαθήκη ήταν ένας νέος Μεσίτης μεγαλύτερος από τον Μωυσή, δηλαδή, ο Ιησούς Χριστός. Για να γίνουν δεκτοί αυτοί στη νέα διαθήκη έπρεπε ν’ απαντήσουν σ’ αυτόν τον καλύτερο και μεγαλύτερο Μεσίτη: «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει, και υπακούσει εις αυτόν.» Οι φυσικοί αυτοί Ιουδαίοι, μιμούμενοι τον Αρχηγό της Θείας Κυριαρχίας, τον Ιησούν Χριστόν τον Μεσίτην, έπρεπε να προσφερθούν να πράξουν το θέλημα του Ιεχωβά όπως μετεδόθη σ’ αυτούς μ’ αυτόν το νέο και μεγαλύτερο Μεσίτη.
2. Σύμφωνα με όσα είπε ο Πέτρος στους Ιουδαίους την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ., τι είχε κάμει ο Θεός στον Ιησού που άλλαξε την κατάστασι εκείνων των φυσικών Ιουδαίων;
2 Αληθινά μια νέα κατάστασις είχε προκύψει για τους φυσικούς Ιουδαίους και έπρεπε ατομικά να προσαρμοσθούν σ’ αυτήν. Ο Χριστιανός απόστολος Πέτρος τους το ετόνισε αυτό στην εορτή της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ. μετά την έκχυσι του αγίου πνεύματος από τον Ιεχωβά Θεό δια του Ιησού Χριστού στους πιστούς ακολούθους του Αρχηγού της θείας Κυριαρχίας. Ο Πέτρος, αφού εξήγησε τι είχε γίνει θαυματουργικά και γιατί, είπε σ’ εκείνες τις χιλιάδες των συγκεντρωμένων Ιουδαίων: «Ο Δαβίδ δεν ανέβη εις τους ουρανούς· λέγει όμως αυτός, ‘Είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κύριόν μου, Κάθου εκ δεξιών μου, εωσού θέσω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου.’ Βεβαίως λοιπόν ας εξεύρη πας ο οίκος του Ισραήλ, ότι ο Θεός Κύριον και Χριστόν έκαμεν αυτόν τούτον τον Ιησούν, τον οποίον σεις εσταυρώσατε.»—Πράξ. 2:34-36.
3. (α) Πώς, όπως εξεικονίσθηκε από τους πατέρες των στο Όρος Σινά μπορούσαν αυτοί οι Ιουδαίοι ν’ αποδείξουν ότι είναι άξιοι για να ληφθούν στη νέα διαθήκη; (β) Αφού θα έκαναν αυτό που τους είπε ο απόστολος Πέτρος και οι άλλοι απόστολοι να κάμουν, τι θα έδειχνε ότι εκείνοι οι Ιουδαίοι είχαν περιληφθή στη νέα διαθήκη;
3 Πώς, τώρα, στη νέα διάταξι των περιστάσεων, εκείνοι οι ακούοντες Ιουδαίοι, εδήλωσαν, «Πάντα όσα είπεν ο Ιεχωβά θέλομεν πράξει,» και φάνηκαν έτσι άξιοι να γίνουν δεκτοί στη νέα διαθήκη; Το εδήλωσαν με το να δεχθούν τον άλλοτε σταυρωθέντα Ιησούν ως Κύριόν των και ως τον Χριστόν ή Μεσσίαν του Ιεχωβά και ως Μεσίτην των, ο οποίος είχε προλεχθή και προσκιασθή από τον προφήτη Μωυσή. Με κανένα άλλον τρόπο δεν θα μπορούσε να έλθη σωτηρία σ’ αυτούς. Χιλιάδες απ’ εκείνους τους Ιουδαίους αισθάνθηκαν βαθειά λύπη απ’ ό,τι άκουσαν τον Πέτρο να λέγη. Όταν λοιπόν ερώτησαν τον Πέτρο και τους λοιπούς αποστόλους, «Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί;» ο Πέτρος τους κατηύθυνε στον Αρχηγό της ζωής που διώρισε ο Θεός, λέγοντας: «Μετανοήσατε, και ας βαπτισθή έκαστος υμών εις το όνομα του Ιησού Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών· και θέλετε λάβει την δωρεάν του αγίου πνεύματος· διότι προς εσάς είναι η επαγγελία και προς τα τέκνα σας, και προς πάντας τους εις μακράν, όσους αν προσκαλέση Ιεχωβά ο Θεός ημών. . . . Σώθητε από της διεστραμμένης ταύτης γενεάς.» (Πράξ. 2:37-40, ΜΝΚ) Αν, μετά το βάπτισμά των στο ύδωρ, ελάμβαναν τη δωρεά του αγίου πνεύματος του Θεού δια του Χριστού, αυτό θα εσήμαινε ότι έγιναν δεκτοί στη νέα διαθήκη,
4. Τι εσυμβόλιζε, λοιπόν, το εν ύδατι βάπτισμα εκείνων των Ιουδαίων;
4 Τι, λοιπόν, εσυμβόλιζε το βάπτισμά των στο ύδωρ; Εφόσον το βάπτισμά των θα ήταν «εις το όνομα του Ιησού Χριστού» και θα προηγείτο η μετάνοιά των στον Ιεχωβά Θεό, θα συμβόλιζε ότι προσφέρονται να πράξουν το θέλημα του Θεού. Το να πράξουν το θέλημά Του περιελάμβανε το να δεχθούν τον Ιησού Χριστό ως τον Θεόδοτο «Κύριόν» των και ως τον Θεόδοτο «Χριστό» ή Μεσσία.
5, 6. (α) Η συγχώρησις των αμαρτιών των θα ερχόταν μέσω τίνος, και ποιες ήσαν οι αμαρτίες των οι οποίες έπρεπε τώρα να συγχωρηθούν; (β) Σύμφωνα με το εδάφιο Εβραίους 9:14 σε τι θα κατέληγε γι’ αυτούς η συγχώρησις των αμαρτιών των;
5 Χωρίς να δεχθούν τον Ιησού Χριστό ως «Κύριον και Χριστόν» δεν θα μπορούσαν να λάβουν ‘άφεσιν των αμαρτιών [των].’ Αυτές οι αμαρτίες, τις οποίες ο Θεός τότε συνεχώρησε μέσω του Ιησού Χριστού, δεν ήσαν οι αμαρτίες που είχαν κάμει εναντίον της Μωσαϊκής διαθήκης του Νόμου. Η διαθήκη εκείνη με τον φυσικόν Ισραήλ είχε τότε περάσει, είχε ακυρωθή, και η υποσχεμένη νέα διαθήκη είχε τώρα μεσιτευθή με τον καλύτερο Μεσίτη, τον Ιησού Χριστό. Οι αμαρτίες λοιπόν για τις οποίες ήταν ανάγκη να μετανοήσουν στον Θεό ήσαν πρωτίστως εκείνες που έπραξαν κατά του Θεού συμμετέχοντας στη σταύρωσι του Υιού του Ιησού Χριστού, μαζί με τις άλλες αμαρτίες των γενικά. Το να λάβουν συγχώρησι αμαρτιών από τον Θεό μέσω του Χριστού θα είχε ως αποτέλεσμα ν’ αποκτήσουν καλή συνείδησι. Εν σχέσει με αυτό, αναγινώσκομε:
6 «Πόσω μάλλον το αίμα του Χριστού, όστις δια του πνεύματος του αιωνίου προσέφερεν εαυτόν εις τον Θεόν, θέλει καθαρίσει την συνείδησίν σας από νεκρών έργων, εις το να λατρεύητε τον ζώντα Θεόν;»—Εβρ. 9:14.
7. Σύμφωνα με τους όρους της νέας διαθήκης, ποια υπόσχεσις είχε γίνει, σχετικά με τις αμαρτίες, και μέσω τίνος έγιναν δεκτοί εκείνοι οι βαπτισμένοι Ιουδαίοι στη νέα διαθήκη;
7 Αυτή η συγχώρησις των αμαρτιών που έχει ως αποτέλεσμα μια αγαθή συνείδησι προς τον Θεόν, ήταν εκείνο που ο Θεός είχε υποσχεθή στους όρους της νέας διαθήκης. Όταν ο Ιεχωβά προείπε τη νέα διαθήκη δια του προφήτου Ιερεμία, ετελείωσε την προφητεία εκείνη λέγοντας: «Θέλω συγχωρήσει την ανομίαν αυτών, και την αμαρτίαν αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.» (Ιερεμ. 31:31-34) Μετά από αιώνες, όταν ο απόστολος Παύλος έγραφε στους εκχριστιανισμένους Εβραίους που ήσαν φυσικοί απόγονοι του Αβραάμ, του ‘φίλου του Ιεχωβά,’ παρέθεσε περικοπή από την προφητεία του Ιερεμία και συνεχίζοντας είπε: «‘Διότι θέλω είσθαι ίλεως εις τας αδικίας αυτών, και τας αμαρτίας αυτών και τας ανομίας αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.’ Λέγων δε ‘καινήν’ έκαμε παλαιάν την πρώτην· το δε παλαιούμενον και γηράσκον, είναι πλησίον αφανισμού.» (Εβρ. 8:12, 13) Λογικώς, λοιπόν, έπεται ότι οι τρεις χιλιάδες Ιουδαίοι που μετανόησαν και βαπτίσθηκαν στο όνομα του Ιησού Χριστού κι’ έλαβαν τη δωρεά του αγίου πνεύματος, έγιναν δεκτοί στη νέα διαθήκη μέσω του ‘καλυτέρου μεσίτου,’ του Ιησού Χριστού.—Πράξ. 2:41.
8, 9. Στον ναό ύστερ’ από μερικές μέρες, ποιον έδειξε ο Πέτρος στους Ιουδαίους, και τι ετόνισε ότι, είχαν ανάγκη να κάμουν, και με ποιο αποτέλεσμα γι’ αυτούς;
8 Λίγες μέρες ύστερα από εκείνη την πείρα της Πεντηκοστής, ο Πέτρος και ο Ιωάννης βρέθηκαν στον ναό της Ιερουσαλήμ. Ο Πέτρος, ομιλώντας στο πλήθος που συγκεντρώθηκε γύρω τους, έδειξε πάλι στους Ιουδαίους τον Αρχηγό της Θείας Κυριαρχίας. Ο Πέτρος επίσης ετόνισε την ανάγκη που είχαν να μετανοήσουν και να μεταστραφούν, επιζητώντας την αναψυχή που προέρχεται με τη συγχώρησι των αμαρτιών των από τον Θεό μέσω του Χριστού. Ο Πέτρος, συνεχίζοντας είπε:
9 «Ο Θεός του Αβραάμ, και Ισαάκ και Ιακώβ, ο Θεός των πατέρων ημών, εδόξασε τον Υιόν αυτού Ιησούν, τον οποίον σεις παρεδώκατε και ηρνήθητε αυτόν ενώπιον του Πιλάτου, ενώ εκείνος έκρινε να απολύση αυτόν. Σεις όμως τον άγιον και δίκαιον ηρνήθητε, και εζητήσατε άνδρα φονέα να χαρισθή εις εσάς. Τον δε αρχηγόν της ζωής εθανατώσατε, τον οποίον ο Θεός
-