Εκτιμάτε την Υπομονή του Θεού Απέναντί Σας;
«Ο Ιεχωβά . . . μακροθυμεί εις ημάς μη θέλων να απολεσθώσί τινες, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.»—2 Πέτρ. 3:9, ΜΝΚ.
1. (α) Γιατί εκτιμούμε εκείνους που είναι υπομονητικοί μ’ εμάς; (Παροιμ. 25:15) (β) Τι μπορεί να προκύψη αν γινώμεθα ανυπόμονοι με τους άλλους;
ΔΕΝ χαιρόμεθα όλοι μας όταν οι άνθρωποι μάς φέρωνται υπομονητικά και δεν μας μεταχειρίζονται σκληρά; Χαιρόμεθα επίσης όταν λαμβάνουν υπ’ όψιν των τα προβλήματα και τις περιστάσεις μας, και μας βοηθούν στοργικά στον βαθμό που μπορούν. Η ζωή σήμερα συνοδεύεται από αρκετά προβλήματα ώστε δεν είναι ανάγκη να υποβάλλεται κανείς σε περιττές πιέσεις από ανυπόμονα άτομα. Επί πλέον, αν εμείς οι ίδιοι εγινόμεθα ανυπόμονοι, αυτό δεν θα έκαμε την ζωή μας πιο απολαυστική. Αντιθέτως, θα ερεθίζαμε τους άλλους και θα τους εμποδίζαμε να φέρωνται στοργικά σε μας. Η ανυπομονησία μας θα μπορούσε μάλιστα να βλάψη εκείνους στους οποίους αποβλέπομε για ελπίδα κι ενθάρρυνσι.
2, 3. (α) Ποια πεποίθησις είναι αναγκαία για να είμεθα υπομονητικοί όταν βλέπωμε τους ασεβείς να ευημερούν; (Ψαλμ. 37:1-6· Εβρ. 11:6) (β) Πώς τα εδάφια Εκκλησιαστής 8:12, 13 δείχνουν ότι πάντοτε είναι καλύτερο να είμεθα απ’ εκείνους που φοβούνται τον Ιεχωβά;
2 Αλλά πώς μπορεί κανείς να είναι υπομονητικός, όταν βλέπη την αδικία και την καταδυνάστευσι και όταν οι ασεβείς άνθρωποι φαίνεται ότι ευημερούν; Χρειάζεται πίστις. Πρέπει να είμεθα πεπεισμένοι ότι ο Ιεχωβά Θεός θα τακτοποιήση τα πάντα. Αυτό συμφωνεί μ’ εκείνο που παρετήρησε ο Βασιλεύς Σολομών και ενεπνεύσθη ν’ αναγράψη: «Αν και ο αμαρτωλός πράττη κακόν εκατοντάκις και μακροημερεύη, εγώ όμως γνωρίζω βεβαίως ότι θέλει είσθαι καλόν εις τους φοβούμενους τον Θεόν, οίτινες φοβούνται από προσώπου αυτού· εις δε τον ασεβή δεν θέλει είσθαι καλόν, και δεν θέλουσι μακρυνθή αι ημέραι αυτού, αίτινες παρέρχονται ως σκιά· διότι δεν φοβείται από προσώπου του Θεού.»—Εκκλησ. 8:12, 13.
3 Η ανθρώπινη δικαιοσύνη μπορεί να είναι χαλαρή και οι κακοποιοί ίσως να μπορούν να διαφεύγουν την τιμωρία μέσω κάποιας νομικής διεξόδου. Οι άνομοι μπορεί να νομίζουν ότι «γλυτώνουν» κάτι, αλλ’ όπως ετόνισε ο Σολομών η κακία των δεν φέρνει αμοιβή. Η ζωή των περνά γρήγορα «ως σκιά» και όλες οι ραδιουργίες και οι μηχανορραφίες τους δεν θα μπορέσουν να την παρατείνουν. Από την άλλη πλευρά, οι φοβούμενοι τον Θεό στην πραγματικότητα δεν μειονεκτούν. Διαφυλάσσουν μια καθαρή συνείδησι, βρίσκουν ικανοποίησι σε ό,τι πράττουν γνωρίζοντας ότι αυτό είναι ορθό και, ακόμη κι αν πεθάνουν, έχουν την ελπίδα ότι θ’ αναστηθούν. Σε τελευταία ανάλυσι, όλα αποβαίνουν προς το καλό για τους ‘φοβουμένους τον αληθινό Θεό.’
4. Όταν ανησυχούμε για τα όσα βλέπομε να συμβαίνουν στον κόσμο, τι πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν, όπως τονίζουν τα εδάφια Γένεσις 6:5, 6 και Αββακούμ 1:13;
4 Επίσης, οι αληθινοί Χριστιανοί καλά θα κάνουν να έχουν υπ’ όψιν των ότι η ανομία που τους ανησυχεί, λυπεί επίσης και τον Ιεχωβά Θεό. Το γνωρίζομε αυτό από όσα λέγει η Γραφή για το τι αισθάνθηκε ο Θεός για τον βίαιο κόσμο στον καιρό του Νώε. Διαβάζομε: «Και είδεν ο Ιεχωβά ότι επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γης, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία κάσας τας ημέρας. Και μετεμελήθη ο Ιεχωβά ότι εποίησε τον άνθρωπον επί της γης· και ελυπήθη εν τη καρδία αυτού.» (Γέν. 6:5, 6, ΜΝΚ) Ο Ιεχωβά λυπήθηκε που το ανθρώπινο γένος κατέληξε να γίνη τόσο κακό ώστε ν’ αναγκασθή να το καταστρέψη. Εθλίβη πολύ για το γεγονός ότι οι άνθρωποι έκαναν κακή χρήσι της ζωής των και των αφθόνων του προμηθειών για την ύπαρξί των. Μετά από αιώνες, ο προφήτης Αββακούμ έγραψε για τον Ιεχωβά: «Οι οφθαλμοί σου είναι καθαρώτεροι παρά ώστε [να ευαρεστήσαι] να βλέπης τα πονηρά, και δεν δύνασαι να επιβλέπης με επιδοκιμασία εις την ανομίαν.»—Αββακ. 1:13.
5. Σύμφωνα με το εδάφιο 2 Πέτρου 3:9, γιατί ο Ιεχωβά ασκεί υπομονή;
5 Εν τούτοις, ο Παντοδύναμος Θεός με υπομονή ανέχεται το στασιαστικό ανθρώπινο γένος. Γιατί; «Δεν βραδύνει ο Ιεχωβά την υπόσχεσιν αυτού, ως τινές λογίζονται τούτο βραδύτητα, αλλά μακροθυμεί εις ημάς, μη θέλων να απολεσθώσί τινες, αλλά πάντες να έλθωσιν εις μετάνοιαν.» (2 Πέτρ. 3:9) Σημειώστε ότι η υπομονή του Θεού είναι προς όφελος των Χριστιανών, διότι ο απόστολος Πέτρος απευθύνθηκε στους ομοπίστους του όταν είπε, «μακροθυμεί εις ημάς.» Τι ακριβώς σημαίνει αυτό;
6. Γιατί μπορεί να λεχθή ότι η υπομονή του Ιεχωβά είναι προς όφελος των αληθινών Χριστιανών;
6 Ο απόστολος ετόνισε ότι εκείνο που μερικοί ερμηνεύουν ως βραδύτητα από μέρους του Θεού, πρέπει να εξετασθή κάτω από ένα εντελώς διαφορετικό φως. Το γεγονός ότι η ημέρα της εκδικήσεως του Ιεχωβά δεν ήλθε ακόμη, αποδεικνύει ότι αυτός αγαπά το ανθρώπινο γένος, ότι θέλει να ζήσουν οι άνθρωποι, όχι να πεθάνουν. Κάποτε οι Χριστιανοί ήσαν άπιστοι και γι’ αυτό δεν είχαν μια επιδοκιμασμένη στάσι ενώπιον του Θεού. Αν ο Ύψιστος εκτελούσε την κρίσι του εναντίον του ασεβούς κόσμου τότε και αυτοί επίσης θα εχάνοντο. Η υπομονή του Θεού, λοιπόν, απεργάζεται τη σωτηρία των Χριστιανών, όπως επίσης διανοίγει σε όλους την ευκαιρία για σωτηρία. Δεν πρέπει λοιπόν να είμεθα ευγνώμονες που τα πράγματα έγιναν έτσι;
7. (α) Θα ασκή ο Ιεχωβά αιωνίως υπομονή με το απειθές ανθρώπινο γένος; (Ησ. 55:6, 7· Σοφ. 2:2, 3) (β) Τι αποδεικνύει ότι ζούμε στις ‘έσχατες ημέρες’; (γ) Γιατί πρέπει ιδιαιτέρως τώρα ν’ ασκήσωμε υπομονή;
7 Φυσικά, πλησιάζει γοργά ο καιρός που θα τερματίση ο Ιεχωβά Θεός την παρούσα αυτή ‘ημέρα ευκαιρίας’ για κείνους που ζουν τώρα, ώστε να έλθουν σε μια επιδοκιμασμένη σχέσι μ’ αυτόν. (2 Κορ. 6:2) Η Βιβλική προφητεία και η Βιβλική χρονολογία υποδεικνύουν τον καιρό που άρχισε από το έτος 1914 μ.Χ. με την αύξησι του εγκλήματος και της βίας, των πολέμων, των λιμών, των σεισμών, του φόβου και της αναταραχής, ως τις ‘έσχατες ημέρες’ αυτού του ασεβούς κόσμου. (Μάρκ. 13:3-37· Λουκ. 21:7-36· 2 Τιμ. 3:1-5) Ενόσω αυτό το σύστημα συνεχίζει να διέρχεται τις ‘έσχατες ημέρες’ του, οι Χριστιανοί πρέπει να συνεχίσουν ν’ ασκούν υπομονή, αποβλέποντας μ’ εμπιστοσύνη στον Ιεχωβά Θεό για να φέρη ανακούφισι μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού. (2 Θεσσ. 1:6-9) Αυτό οφείλεται στο ότι αυτές οι ‘έσχατες ημέρες’ θα εξακολουθήσουν να είναι «καιροί κακοί.»—2 Τιμ. 3:1.
ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΑΙ ΩΣ ΠΡΟΤΥΠΑ ΥΠΟΜΟΝΗΣ
8. Τίνος το παράδειγμα υπομονής υπέδειξε ο μαθητής Ιάκωβος και τι ερώτημα θα μπορούσε αυτό να εγείρη;
8 Ιδιαίτερα τώρα λοιπόν είναι ανάγκη να αντλήσωμε ενθάρρυνσι από το παράδειγμα της υπομονής που έθεσαν οι αρχαίοι δούλοι του Θεού. «Λάβετε, αδελφοί μου,» έγραψε ο μαθητής Ιάκωβος, «παράδειγμα της κακοπαθείας και της μακροθυμίας τους προφήτας, οίτινες ελάλησαν εν τω ονόματι του Ιεχωβά.» (Ιακ. 5:10, ΜΝΚ) Τι ακριβώς αντιμετώπισαν αυτοί οι προφήται και γιατί;
9. (α) Τι είδους ανταπόκρισι έλαβαν οι προφήται από τους συμπατριώτας των; (β) Γιατί εξακολούθησαν να δείχνουν υπομονή στους Ισραηλίτας επί πολλά χρόνια;
9 Συχνά οι προφήται διεπίστωναν ότι οι ομοεθνείς των Ισραηλίται ηρνούντο να τους ακούσουν, επιμένοντας να συνεχίζουν την πορεία της ανομίας τους. Η Αγία Γραφή παραθέτει την επόμενη περίληψι σχετικά με την κατάστασι που επικρατούσε στον Ισραήλ και στον Ιούδα: «Και διεμαρτυρήθη ο Ιεχωβά κατά του Ισραήλ και κατά του Ιούδα, δια χειρός πάντων των προφητών, πάντων των βλεπόντων, λέγων, Επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών και φυλάττετε τας εντολάς μου, τα διατάγματά μου, κατά πάντα τον νόμον τον οποίον προσέταξα εις τους πατέρας σας και τον οποίον απέστειλα εις εσάς δια μέσου των δούλων μου των προφητών. Πλην αυτοί δεν υπήκουσαν!» (2 Βασ. 17:13, 14, ΜΝΚ) Εν τούτοις, παρ’ ότι αυτοί δεν ανταποκρίθηκαν, οι προφήται, όπως ο Ησαΐας, ο Ιερεμίας και ο Μιχαίας, πιστά υπηρέτησαν επί δεκαετηρίδες. Αυτοί ενδιεφέροντο για την ευημερία των συμπατριωτών των, εκτιμώντας το γεγονός ότι το να ενεργούν σε αρμονία με τις προφητικές προειδοποιήσεις εσήμαινε ζωή.
10. Τι είδους παθήματα υπέστησαν οι προφήται στη διάρκεια της βασιλείας του βασιλέως Αχαάβ;
10 Η γενική αποτυχία των ανθρώπων να δώσουν προσοχή δεν αποτελούσε το μόνο εμπόδιο που είχαν ν’ αντιμετωπίσουν υπομονητικά οι προφήται. Πολλοί ωνειδίσθηκαν, κακοποιήθηκαν σωματικώς, ακόμη και θανατώθηκαν. Στον καιρό του Ισραηλίτου βασιλέως Αχαάβ, παραδείγματος χάριν, όλοι οι προφήται του Ιεχωβά τους οποίους μπόρεσε να συλλάβη η Βααλολάτρις βασίλισσά του Ιεζάβελ, θανατώθηκαν. Άλλοι εκατό, βοηθούμενοι από τον θεοσεβή Οβαδία, διέφυγαν κρυπτόμενοι σε σπήλαια. (1 Βασ. 18:4, 13) Στη διάρκεια του ιδίου καιρού, ο Ιεχωβά επροστάτευσε τον προφήτη του Ηλία από το να πέση στα χέρια του Αχαάβ εξ αιτίας του τι είχε υπ’ όψι γι’ αυτόν. (1 Βασ. 18:10-12) Αργότερα, και ο Ηλίας ακόμη έφυγε για να σώση τη ζωή του από την Ιεζάβελ. (1 Βασ. 19:2, 3) Αλλά ο Ιεχωβά Θεός τον έστειλε αμέσως πίσω στη χώρα του για να συνεχίση το προφητικό του έργο. (1 Βασ. 19:9, 15-18) Κάποια άλλη φορά, ο βασιλεύς Αχαάβ διέταξε να φυλακισθή ο προφήτης του Ιεχωβά Μιχαΐας με ελάχιστη τροφή και ποτό. Γιατί; Διότι ο Μιχαΐας διεκήρυττε πιστά τον Λόγο του Ιεχωβά.—1 Βασ. 22:26, 27.
11. Τι κακουχίες αντιμετώπισε ο Ιερεμίας στη διάρκεια της πολυετούς υπηρεσίας του ως προφήτης;
11 Ένας άλλος προφήτης που υπέφερε πολύ ήταν ο Ιερεμίας. Άνθρωποι της ιδίας του της πατρίδας, της Αναθώθ, ηπείλησαν να τον θανατώσουν. (Ιερεμ. 11:21) Κάποτε ένας όχλος, περιλαμβανομένων και ιερέων και ψευδοπροφητών, συνέλαβε τον προφήτη στην περιοχή του ναού και τον απείλησε με θάνατο. (Ιερεμ. 26:8-11) Η Αγία Γραφή αναφέρει ότι ο Ιερεμίας ‘επατάχθη’ από τον προϊστάμενο του ναού, τον ιερέα Πασχώρ. Αυτό μπορεί να σημαίνη ότι ο Πασχώρ διέταξε να κτυπηθή ο προφήτης. Αφού ένας τόσο υψηλός λειτουργός έδωσε το παράδειγμα στην κακοποίησι του Ιερεμία, ο υπόλοιπος όχλος πρέπει να ενθαρρύνθηκε απ’ αυτό να προσθέση χλευασμούς, ονειδισμούς και κακομεταχείρισι στον προφήτη. Κατόπιν, ο Ιερεμίας, σαν ένας κακούργος, ετέθη στο δεσμωτήριο όλη τη νύκτα. (Ιερεμ. 20:2, 3, 7, 8) Ο Ιερεμίας, συνελήφθη με την ψευδή κατηγορία ότι κατέφυγε στους Χαλδαίους και φυλακίσθηκε στο «δεσμωτήριο» κάτω από τόσο κακές συνθήκες ώστε η ζωή του ήταν σε κίνδυνο. Έκαμε έκκλησι στον βασιλέα Σεδεκία, ο οποίος κατόπιν διέταξε να φυλακίσουν τον Ιερεμία στην αυλή της φυλακής. (Ιερεμ. 37:11-16, 20, 21) Αργότερα, ο Σεδεκίας υπέκυψε στα αιτήματα των αρχόντων να τους παραδώση τον Ιερεμία. Αυτοί οι άρχοντες επεζήτησαν να θανατώσουν τον προφήτη ρίχνοντάς τον μέσα σ’ ένα βορβορώδη λάκκο.—Ιερεμ. 38:5, 6.
12. Τι αποκαλύπτουν τα εδάφια Ιερεμίας 38:20 και 8:21-9:1 ως προς την υπομονή του Ιερεμία;
12 Πραγματικά, ο Ιερεμίας υπέφερε μεγάλο κακό από τα χέρια των συμπατριωτών του. Αλλά εξακολούθησε να υπομένη, χωρίς να πικραθή εναντίον των. Λόγου χάριν, αφού ο βασιλεύς Σεδεκίας τον παρέπεμψε στους άρχοντας που επιζητούσαν τον θάνατό του, ο προφήτης έδειξε ενδιαφέρον για την ευημερία του ασθενούς εκείνου μονάρχου. Ο Ιερεμίας τον παρεκάλεσε: «Υπάκουσον, παρακαλώ, εις την φωνήν του Ιεχωβά, την οποία εγώ λαλώ προς σε· και θέλει είσθαι καλόν εις σε και η ψυχή σου θέλει ζήσει.» (Ιερεμ. 38:20, ΜΝΚ) Ενωρίτερα, όταν διελογίζετο την τρομερή κρίσι που θα επήρχετο στον Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ, ο Ιερεμίας εξέφρασε αισθήματα, όχι εκδικητικότητος, αλλά θλίψεως. Είπε: «Δια το σύντριμμα της θυγατρός του λαού μου επληγώθην· είμαι εις πένθος, έκπληξις με κατέλαβε. Δεν είναι βάλσαμον εν Γαλαάδ; δεν είναι εκεί ιατρός; δια τι λοιπόν η θυγάτηρ του λαού μου δεν ανέλαβε την υγείαν αυτής; Είθε να ήτο η κεφαλή μου ύδατα και οι οφθαλμοί μου πηγή δακρύων, δια να κλαίω ημέραν και νύκτα τους πεφονευμένους της θυγατρός του λαού μου!» (Ιερεμ. 8:21-9:1) Τι υπομονή, τι αγάπη επέδειξε ο Ιερεμίας στον λαό του, στους Ισραηλίτας!
13. Τι φανερώνει ότι οι προφήται εστενοχωρούντο από τις συνθήκες που έβλεπαν; (Ιερεμ. 5:3, 4)
13 Ποτέ όμως δεν πρέπει να λησμονούμε ότι ο Ιερεμίας και οι άλλοι πιστοί προφήται αισθάνθηκαν με έντονο τρόπο τις φοβερές αδικίες και την κατάθλιψι που εγίνοντο μέσα στη χώρα. Ποθούσαν μια ανακούφισι. Ο προφήτης Αββακούμ, παραδείγματος χάριν, υποκινήθηκε ν’ αναφωνήση: «Δια τι με κάμνεις να βλέπω ανομίαν και να θεωρώ ταλαιπωρίαν και αρπαγήν και αδικίαν έμπροσθεν μου; Και υπάρχουσι διεγείροντες έριδα και φιλονεικίαν. Δια τούτο ο νόμος είναι αργός, και δεν εξέρχεται κρίσις τελεία· επειδή ο ασεβής καταδυναστεύει τον δίκαιον, δια τούτο εξέρχεται κρίσις διεστραμμένη.»—Αββακ. 1:3, 4.
14. Μολονότι οι πιστοί προφήται επιθυμούσαν να βρουν ανακούφισι από τις κακές συνθήκες, τι δεν έκαμαν ως προς τον Ιεχωβά και το άγγελμά του; (Ιερεμ. 20:9· Μιχ. 3:8)
14 Ωστόσο, οι πιστοί προφήται δεν άφησαν τις προσωπικές των επιθυμίες για ανακούφισι να τους κάνουν ν’ ανυπομονούν απέναντι του Ιεχωβά ή να παύσουν να διακηρύττουν το άγγελμά του. Ενόσω ο Ιεχωβά υπέμενε για ένα σκοπό, αυτοί ήσαν πρόθυμοι να υποφέρουν ονειδισμό καθώς διεκήρυτταν το άγγελμά του: «Επιστρέψατε, επιστρέψατε από των οδών υμών των πονηρών· δια τι να αποθάνητε, οίκος Ισραήλ;»—Ιεζ. 33:11.
ΤΑ ΚΑΛΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΥΠΟΜΟΝΗΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΑΣ ΥΠΟΚΙΝΟΥΝ ΣΕ ΔΡΑΣΙ
15. Γιατί έχομε ακόμη μεγαλύτερο λόγο να είμεθα υπομονητικοί απ’ όσο ήσαν οι Εβραίοι προφήται;
15 Ασφαλώς, αν οι αρχαίοι Εβραίοι προφήται μπορούσαν να είναι τόσο υπομονητικοί αντιμετωπίζοντας μεγάλες κακουχίες, εμείς έχομε ακόμη μεγαλύτερο λόγο να είμεθα υπομονητικοί. Γιατί; Διότι εμείς έχομε πολύ περισσότερα απ’ όσα είχαν οι προφήται. Οι προφήται απέβλεπαν με πίστι στην έλευσι του Μεσσία, αλλ’ εγνώριζαν ότι οι ίδιοι δεν θα ζούσαν για να δουν αυτό το μεγαλειώδες γεγονός. Ο Ιησούς Χριστός είπε στους Ιουδαίους: «Αληθώς σας λέγω ότι πολλοί προφήται και δίκαιοι επεθύμησαν να ίδωσιν όσα βλέπετε, και δεν είδον, και να ακούσωσιν όσα ακούετε, και δεν ήκουσαν.» (Ματθ. 13:17) Πολλά από εκείνα που οι προφήται ανέμεναν με πίστι, εκπληρώθηκαν πριν από αιώνες. Εξ άλλου, πολλοί που ζουν σήμερα έχουν προσωπικά παραστή μάρτυρες της εκπληρώσεως και άλλων ακόμη προφητειών. (Αποκάλ. 6:1-8· 17:8) Ο Ιησούς Χριστός, δίνοντας τη ζωή του ως θυσία, επρομήθευσε μια αναλλοίωτη εγγύησι ότι όλες οι θείες επαγγελίες θα εκπληρωθούν. (2 Κορ. 1:20, 21) Κάθε μέρα βλέπομε ενδείξεις ότι ζούμε στον ‘έσχατο καιρό.’ (Δαν. 11:40-43· 12:1, 4· Ματθ. 24:7-14) Γι’ αυτό, η ενθάρρυνσις του Ιησού Χριστού εφαρμόζεται σε μας: Ανακύψατε και σηκώσατε τας κεφαλάς σας, διότι πλησιάζει η απολύτρωσίς σας.» (Λουκ. 21:28) Σε λίγο ο Υιός του Θεού ως «Βασιλεύς βασιλέων και Κύριος κυρίων» θ’ αναλάβη δράσι εναντίον των ασεβών, φέρνοντας ευπρόσδεκτη ανακούφισι από όλα τα δεινά και την καταδυνάστευσι.—Αποκάλ. 19:11-21.
16. Πώς μπορούμε ν’ αποδείξωμε ότι εκτιμούμε την υπομονή του Ιεχωβά προς εμάς;
16 Δεν πρέπει κι εμείς ν’ αναμένωμε υπομονητικά τη μεγάλη εκείνη ημέρα, αφού είναι τόσο κοντά; Δεν πρέπει να θέλωμε να βοηθήσωμε όσο το δυνατόν περισσοτέρους να μάθουν τη θεία οδό σωτηρίας; Και όταν πρόκειται για τα μειονεκτήματα των άλλων, δεν πρέπει να είμεθα πρόθυμοι να τα ανεχώμεθα με υπομονή; Αν εμείς ειλικρινά κατανοούμε ότι η θεία υπομονή εσήμαινε σωτηρία για μας, πρέπει να υποκινούμεθα από καρδιάς να το πράξωμε αυτό.
Η ΠΟΛΥΤΙΜΗ ΚΑΡΠΟΦΟΡΙΑ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ
17. Ποιο παράδειγμα που βρίσκεται στα εδάφια Ιακώβου 5:7, 8 δείχνει ότι η υπομονή είναι ουσιώδης αν πρόκειται να δούμε καλή καρποφορία;
17 Αν εξακολουθήσωμε να υπομένωμε, μιμούμενοι τους πιστούς προφήτας, αυτό θα μας οδηγήση να διακρίνωμε στον εαυτό μας την παραγωγή καλής καρποφορίας. Αυτό είναι φανερό απ’ αυτά που έγραψε ο μαθητής Ιάκωβος: «Μακροθυμήσατε λοιπόν, αδελφοί, έως της παρουσίας του Κυρίου. Ιδού, ο γεωργός περιμένει τον πολύτιμον καρπόν της γης και μακροθυμεί δι’ αυτόν, εωσού λάβη βροχήν πρώιμον και όψιμον· μακροθυμήσατε και σεις, στηρίξατε τας καρδίας σας.»—Ιακ. 5:7, 8.
18. Μολονότι ο γεωργός δεν μπορεί να επιταχύνη τη βροχή ή την ανάπτυξι των γεννημάτων, τι μπορεί να κάνη εν αναμονή μιας συγκομιδής;
18 Ο γεωργός δεν μπορεί να κάνη τίποτε για να επιταχύνη τη βροχή ή την ανάπτυξι των γεννημάτων του. Μπορεί να κάνη την εργασία του σαν επιμελής αγρότης, προετοιμάζοντας το έδαφος, σπείροντας τον σπόρο και φροντίζοντας τον καλλιεργημένο αγρό. Αλλά δεν έχει κάτω από τον έλεγχό του τη βροχή, ούτε μπορεί να μεταβάλη τους καθορισμένους νόμους του Δημιουργού που δεν μπορούν ν’ αλλάξουν, το ν’ αναμένη δηλαδή σε αρμονία με τους νόμους του Ιεχωβά, χαρακτηρίζεται ως ‘άσκησις υπομονής.’ Τελικά, καθώς ο γεωργός εξακολουθεί να κάνη ό,τι μπορεί, τα φυτά αναπτύσσονται και υπάρχει καρποφορία.
19. Πώς η υπομονή εισέρχεται στο προσκήνιο όταν πρόκειται για καρποφορία με τη μορφή γνησίων μαθητών;
19 Το ίδιο συμβαίνει και με τους αληθινούς Χριστιανούς σήμερα. Αποτελεί ευθύνη μας να διακηρύττωμε τα αγαθά νέα στους άλλους και να διδάσκωμε τον Λόγο του Θεού στους ενδιαφερομένους. (1 Κορ. 9:16· Ματθ. 28:19, 20) Αλλά με τη δική μας ευφυΐα ή με τις μεθόδους, που θα μπορούσαμε να επινοήσωμε, δεν μπορούμε να παραγάγωμε ή να επιταχύνωμε την πνευματική ανάπτυξι. Γι’ αυτό, πρέπει ν’ αναμένωμε τον Ιεχωβά, ενώ συγχρόνως εμείς υπομονητικά θα κάνωμε το μέρος μας, ενεργώντας σε πλήρη αρμονία με τον Λόγο του. Ο απόστολος Παύλος το διεσαφήνισε αυτό όταν έγραψε: «Εγώ εφύτευσα ο Απολλώς επότισεν, αλλ’ ο Θεός ηύξησεν· ώστε ούτε ο φυτεύων είναι τι ούτε ο ποτίζων, αλλ’ ο Θεός ο αυξάνων. Ο φυτεύων δε και ο ποτίζων είναι έν· και έκαστος θέλει λάβει τον εαυτού μισθόν κατά τον κόπον αυτού. Διότι του Θεού είμεθα συνεργοί.» (1 Κορ. 3:6-9) Ο Ιεχωβά Θεός δεν θα παραλείψη να κάνη το μέρος του. Είθε λοιπόν ν’ αποδειχθούμε πιστοί συνεργάται του Θεού, δείχνοντας έτσι ότι εκτιμούμε την υπομονή του Ιεχωβά προς εμάς. Έπειτα, πόσο ευτυχείς θα είμεθα να ιδούμε ένα μέρος εκείνου που εφυτεύσαμε και εποτίσαμε να φθάνη σε πλήρη Χριστιανική ανάπτυξι! Πράγματι θα υπάρξη καρποφορία με τη μορφή γνησίων μαθητών του Ιησού Χριστού.
[Εικόνες στη σελίδα 273]
Μολονότι υπέστη πολλά στα χέρια των συμπατριωτών του Ισραηλιτών, ο προφήτης Ιερεμίας συνέχισε να δείχνη υπομονή