Γνωρισθήτε με τον Θεόν και Διαφυλάξατε Ειρήνην
«Οικειώθητι λοιπόν μετ’ αυτού, και έσο εν ειρήνη· ούτω θέλει έλθει καλόν εις σε.»—Ιώβ 22:21.
1. Πώς συνέβη ώστε ο Ελιφάς ο Θαιμανίτης να πη στον Ιώβ τα λόγια του ανωτέρω εδαφίου μας;
ΟΤΑΝ ο άνθρωπος Ελιφάς ο Θαιμανίτης είπε στον φίλο τον Ιώβ να γνωρισθή με τον Ιεχωβά Θεό, ο Ιώβ όπως φαίνεται δεν ευρίσκετο σε ειρήνη με τον Θεό ή δεν διεφύλαττε την ειρήνη μαζί του. Είναι καταφανές ότι αυτό δεν έφερνε καλό στον Ιώβ. Από τα ύψη τής ευημερίας είχε μια κατακόρυφο πτώσι στα βάθη μιας αθλίας πενίας. Είχε χάσει τα εκτεταμένα κτήματά του, είχε αποστερηθή από τα δέκα ωραία τέκνα του, και είχε πέσει θύμα μιας αηδιαστικής ασθενείας που τον εκάλυπτε με έλκη από την κεφαλή ώς τα πόδια. Η απηλπισμένη σύζυγός του τού έλεγε ανόητα να καταρασθή τον Θεό και να πεθάνη. Στο άκουσμα της άνευ προηγουμένου συμφοράς του, τρεις γνώριμοι του Ιώβ, ένας από τους οποίους ήταν αυτός ο Ελιφάς από το νότο, ήλθαν να τον παρηγορήσουν. Ύστερ’ από επτά ημέρες σιωπηρής διερευνήσεως του Ιώβ και αφού τον άκουσαν κατόπιν να καταράται την ημέρα της γεννήσεώς του, οι τρεις δήθεν παρηγορηταί άρχισαν να επιτίθενται εναντίον της ακεραιότητος του Ιώβ προς τον Θεό. (Ιώβ 1:1 έως 4:1) Στη διάρκεια της επιχειρηματολογίας που επακολούθησε ήταν που ο Ελιφάς είπε στον Ιώβ: «Οικειώθητι μετ’ αυτού, και έσο εν ειρήνη· ούτω θέλει έλθει καλόν εις σε.»—Ιώβ 22:21.
2. Όπως αποδεικνύεται από τα λόγια τον Ελιφάς, τι αποτυγχάνει ν’ αναγνωρίση ο σύγχρονος κόσμος ως αναγκαίο για να έχουν οι άνθρωποι ειρήνη μεταξύ των;
2 Τα λόγια του Ελιφάς, μολονότι ελέχθησαν κάτω από παρανόησι της περιπτώσεως του Ιώβ και προδιέθεταν κακώς απέναντι στον Ιώβ, εν τούτοις ήσαν καλά καθ’ εαυτά. Ο κόσμος αυτού του εικοστού αιώνος παραλείπει ν’ αναγνωρίση ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν ειρήνη μεταξύ των και ν’ απολαμβάνουν ευημερία ωσότου γνωρισθούν πρώτα με τον Θεό κι’ εξοικειωθούν με το θέλημά του κι’ έλθουν σε ειρηνική σχέσι μ’ αυτόν στον τρόπο του ενεργείας. Αλλά πώς μπορούν άνθρωποι της γης να γνωρισθούν μ’ ένα Θεό, ο οποίος είναι ένα αόρατο πνευματικό Ον; Όπως είπε προσφάτως ένας σπουδαστής κολλεγίου: «Πώς μπορώ να λάβω πείρα του Θεού;» Αυτό ελέχθη σ’ ένα καιρό που η αναταραχή των σπουδαστών έχει απλωθή σ’ όλη τη γη.
3. (α) Πώς μπορούμε να γνωρισθούμε με τον Θεό; (β) Πώς ο Θεός ωδήγησε ένα έθνος να γνωρισθή μαζί του, και πώς μερικοί άνδρες ευνοήθηκαν απ’ αυτό;
3 Με το να γνωρισθή ένας άνθρωπος με την Αγία Γραφή μπορεί να γνωρισθή με τον Θεό, τον Συγγραφέα της, διότι η Γραφή μάς λέγει για ανθρώπους, οι οποίοι έκαμαν τον Θεό μέρος της καθημερινής των πείρας. Μας λέγει γι’ αρχαίους άνδρες, για τον Ενώχ και τον Νώε, για τους οποίους εγράφη ότι περιεπάτησαν με τον Θεό. (Γεν. 5:22· 6:9) Ξέρετε ότι αυτός ο Θεός έφερε ένα ολόκληρο έθνος σε γνωριμία μαζί του, και ότι μεμονωμένοι άνθρωποι του έθνους αυτού είχαν θαυματουργικές οράσεις στις οποίες είδαν τον Θεό; Ξέρετε ότι οι άνθρωποι του έθνους αυτού έφαγαν και έπιαν με τον Θεό επάνω στη γη; Ο συγγραφεύς του βιβλίου του Ιώβ και των πρώτων πέντε βιβλίων της Αγίας Γραφής μάς λέγει για μια θεία συμφωνία με το έθνος αυτό, του οποίου αυτός ήταν μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Αυτός ο άνθρωπος ήταν ο προφήτης Μωυσής. Αυτή η συμφωνία ή διαθήκη έγινε σ’ ένα όρος της Χερσονήσου Σινά, που αποτελεί μέρος της Αραβίας. Την άνοιξι του έτους 1513 π.Χ. ο Θεός είχε φέρει εκεί τον λαό του Μωυσέως, αφού τους ελευθέρωσε από την Αίγυπτο, μέσω της οποίας έκαμε γνωστό το όνομά του Ιεχωβά σ’ αυτούς διότι οι προπάτορές των ποτέ δεν το είχαν εκτιμήσει.—Έξοδ. 6:3.
4. Πώς εβδομήντα και πλέον άνδρες του Ισραήλ έφαγαν και έπιαν μαζί με τον Θεό στη γη;
4 Μετά την σύναψι της διαθήκης με τον Ιεχωβά Θεό με προσφορές ζώων για θυσίες, ο Μωυσής και ο αδελφός του και δύο ανεψιοί του καθώς και άλλοι εβδομήντα άνδρες του έθνους ανέβηκαν στο Όρος Σινά. Τα εδάφια Έξοδος 24:9-11 μας λέγουν: «Τότε ανέβη Μωυσής και Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, και εβδομήκοντα εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ· και είδον τον Θεόν του Ισραήλ· και υπό τους πόδας αυτού ως έδαφος εστρωμένον εκ λίθων σαπφείρου, και ως το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα· και επί τους εκλεκτούς των υιών Ισραήλ δεν έβαλε την χείρα αυτού· και είδον τον Θεόν, και έφαγον και έπιον.»
5. Είδαν το σχήμα του Θεού εκείνοι οι ευνοημένοι άνδρες, και γιατί ήταν κατάλληλο γι’ αυτούς να βρίσκωνται «υπό τους πόδας αυτού»;
5 Στην πραγματικότητα αυτοί οι εβδομήντα τέσσερες άνδρες δεν είδαν κανένα σχήμα ή μορφή Θεού. Αυτό που είδαν σε όρασι ήταν μια εκδήλωσις της δόξης του «Θεού του Ισραήλ» που ενέπνεε θαυμασμό. Κάτω από την ένδοξη εκδήλωσι της παρουσίας Του, ή, όπως θα λέγαμε, «υπό τους πόδας αυτού,» εκείνοι οι ευνοημένοι άνδρες είδαν κάτι «ως έδαφος εστρωμένον εκ λίθων σαπφείρου, και ως το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα,» ή ως τον καθαρό, γαλάζιο ουρανό χωρίς κανένα σύννεφο. Εκείνοι οι άνδρες ήσαν στη γη και κάτω από τους «πόδας» του σε αγαθή αρμονία με τα ίδια τα λόγια του Θεού: «Ο ουρανός είναι ο θρόνος μου, και η γη υποπόδιον των ποδών μου.» Πώς, λοιπόν, θα μπορούσε ένας οποιοσδήποτε ανθρωποποίητος ναός ή εκκλησιαστικό κτίριο να περιλάβη ένα τόσο εκθαμβωτικά ένδοξο Θεό όπως αυτός; Ασφαλώς δεν θα μπορούσε να τον περιλάβη.—Ησ. 66:1· Πράξ. 7:48, 49.
6. Ευρίσκοντο σε κίνδυνο εκείνοι οι εβδομήντα τέσσερες άνδρες, όταν είχαν αυτή την όρασι του Θεού, και ποιο είδος γεύματος έφαγαν μαζί του;
6 Ένα ανθρώπινο πλάσμα βρίσκεται πράγματι σ’ επικίνδυνη θέσι, αν έχη μια όρασι του μόνου ζώντος και αληθινού Θεού. Η ανθρωπίνη σαρξ και το ανθρώπινο αίμα είναι ευπαθή και υπόκεινται σε φθορά όταν προσεγγίσουν σε οποιαδήποτε εκδήλωσι της δόξης του προσώπου του Θεού. Ο άνθρωπος μπορεί να προχωρήση τόσο μόνο, και όχι περισσότερο, όσον αφορά την ενατένισι της ενδόξου εκδηλώσεως του αοράτου Θεού. Υπάρχει σοβαρός λόγος για τον οποίον το εδάφιο Έξοδος 24:11 λέγει σχετικά μ’ εκείνους τους εβδομήντα τέσσερες άνδρες στο όρος Σινά: «Και επί τους εκλεκτούς των υιών Ισραήλ δεν έβαλε [ο Θεός] την χείρα αυτού· και είδον τον Θεόν, και έφαγον και έπιον.» Φυσικά δεν έφαγαν και έπιαν με κάποιο τρόπο υπερβολικής οικειότητας και ανευλαβείας· ενήργησαν όπως ενεργούσαν στα θυσιαστικά γεύματα. Εκείνο που έφαγαν ήταν προφανώς το μέρος των ζώων της θυσίας που ήταν καθωρισμένο για να φάγουν οι θυσιασταί από τις θυσίες κοινωνίας που είχαν προσφερθή στον Θεό στους πρόποδες του Όρος Σινά. Προφανώς εκείνο που έπιαν ήταν οίνος απ’ αυτόν που εχρησιμοποιείτο ως προσφορά ποτού στον Θεό. Μ’ αυτό τον τρόπο αυτοί οι ευλαβείς άνθρωποι είχαν ένα γεύμα κοινωνίας με τον Θεό. Επειδή εθεωρήθησαν άξια άτομα, ο Θεός δεν τα εθανάτωσε.—Έξοδ. 24:1-11.
7. Πώς θεωρούσε ο Μωυσής τον τόπο της στενής επικοινωνίας με τον Θεό;
7 Κατόπιν, όταν ο προφήτης Μωυσής ήταν μόνος με τον Θεό επάνω στο Όρος, ούτε έφαγε ούτε έπιε, και μάλιστα επί σαράντα μέρες και νύχτες. Θεωρούσε τον τόπο της στενής επικοινωνίας με τον Θεό ως μια αγία περιοχή. Πριν από λίγους μήνες, όταν ο Μωυσής είχε σταλή στην Αίγυπτο για να ελευθερώση τον λαό του, ο άγγελος του Θεού εμφανίσθηκε σ’ αυτόν στο μέσον μιας καιομένης βάτου κοντά στους πρόποδες του Όρους Σινά και του είπε: «Λύσον τα υποδήματά σου εκ των ποδών σου· διότι ο τόπος επί του οποίου ίστασαι, είναι γη αγία.»—Έξοδ. 3:1-5.
ΤΙ ΕΙΔΕ Ο ΜΩΥΣΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ
8. Πώς οι λόγοι του Θεού που ελέχθησαν για επίπληξι του Ααρών και της Μαριάμ δείχνουν την ευνοημένη θέσι του Μωυσέως ενώπιον του Θεού, και γιατί αυτό ήταν κατάλληλο;
8 Ο Μωυσής, ως μεσίτης μεταξύ του Ιεχωβά Θεού και του εκλεκτού λαού του, είδε τον Θεό πιο άμεσα από κάθε άλλον σε ολόκληρο το έθνος; Ήταν δυνατόν να Τον ιδή πιο άμεσα; Πόσο ευνοημένος ήταν ο Μωυσής απ’ αυτή την άποψι, το ετόνισε ο Θεός στον αδελφό του Μωυσέως, στον Ααρών, και στην αδελφή του, τη Μαριάμ, όταν αυτοί παραπονέθηκαν εναντίον του Μωυσέως. Ο Θεός είπε: «Ακούσατε τώρα τους λόγους μου· Εάν ήναι μεταξύ σας προφήτης, εγώ ο Ιεχωβά δι’ οπτασίας θέλω γνωρισθή εις αυτόν· καθ’ ύπνον θέλω λαλήσει προς αυτόν· δεν είναι ούτως περί του θεράποντός μου Μωυσέως· εν όλω τω οίκω μου ούτος είναι πιστός· στόμα προς στόμα θέλω λαλεί προς αυτόν, και φανερώς, και ουχί δι’ αινιγμάτων, και το πρόσωπον του Ιεχωβά θέλει βλέπει· διά τι λοιπόν δεν εφοβήθητε να λαλήσητε εναντίον του θεράποντός μου Μωυσέως;» (Αριθμ. 12:1-8, ΜΝΚ) Όλ’ αυτά ήσαν πολύ κατάλληλα ως προς τον Μωυσή, διότι αυτός ήταν μια προφητική μορφή του Υιού του Θεού, Ιησού Χριστού, του υποσχεμένου προφήτου που επρόκειτο να είναι μεγαλύτερος από τον Μωυσή.—Δευτ. 18:15-18· Πράξ. 3:19-23· 7:37, 38.
9, 10. (α) Τι υπονοεί η ομιλία «στόμα προς στόμα» σχετικά με τους ομιλητάς, και ποιο ερώτημα εγείρει σχετικά με τον Μωυσή; (β) Ποια υπόσχεσι έλαβε ο Μωυσής από τον Θεό όταν ο Ισραήλ διέπραξε ειδωλολατρία στο Όρος Σινά;
9 Σε μια περίπτωσι ειδικά ο Μωυσής είδε μια «εμφάνισι του Ιεχωβά.» Σ’ εκείνη την περίπτωσι, μήπως είδε άμεσα τη μορφή του Θεού; Εκείνοι που μιλούν «στόμα προς στόμα,» υπονοείται ότι μιλούν πρόσωπον προς πρόσωπον, αλλ’ είδε πραγματικά ο Μωυσής τη μορφή του Θεού εκεί στο Όρος Σινά; Τότε ήταν ακόμη το έτος 1513 π.Χ. Το έθνος, παρά το ότι είχε τις Δέκα Εντολές, είχε καταστή ένοχον διαπράξεως ειδωλολατρίας. Η κατάστασις ήταν κρίσιμη. Ο Μωυσής, λοιπόν, έκρινε αναγκαίο να κάμη μια ειδική αίτησι στον Θεό στο Όρος Σινά. Από τον Ιεχωβά Θεό εκέρδισε την υπόσχεσι ότι η παρουσία του Ιεχωβά θα ήταν με αυτόν ώσπου να φέρη ο Μωυσής τον λαό του στη Γη της Επαγγελίας. Ο Μωυσής λέγει:
10 «Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν. Και τούτο το πράγμα το οποίον είπας, θέλω κάμει· διότι εύρηκας χάριν ενώπιόν μου, και σε γνωρίζω κατ’ όνομα.
11, 12. Τι εζήτησε ο Μωυσής να του επιτραπή να ιδή, αλλά ποια ήταν η απάντησις του Θεού;
11 «Και είπε [δηλαδή, ο Μωυσής], Δείξον μου, δέομαι, την δόξαν σου.
12 «Ο δε είπε, Εγώ θέλω κάμει να περάση έμπροσθέν σου όλη η αγαθότης μου, και θέλω κηρύξει το όνομα του Ιεχωβά έμπροσθέν σου, και θέλω ελεήσει όντινα ελεώ, και θέλω οικτειρήσει όντινα οικτείρω. Και είπε, Δεν δύνασαι να ιδής το πρόσωπόν μου· διότι άνθρωπος δεν θέλει με ιδεί, και ζήσει. Και είπεν ο Ιεχωβά, Ιδού, τόπος πλησίον μου, και θέλεις σταθή επί της πέτρας· και όταν η δόξα μου διαβαίνη, θέλω σε βάλει εις το σχίσμα της πέτρας, και θέλω σε σκεπάσει με την χειρά μου, εωσού παρέλθω· και θέλω σηκώσει την χείρα μου, και θέλεις ιδεί τα οπίσω μου· το δε πρόσωπόν μου δεν θέλεις ιδεί.»—Έξοδ. 33:17-23, ΜΝΚ.
13. Μήπως αυτή η εκδήλωσις επρόκειτο να γίνη με υλοποίησι του Θεού, και γιατί έπρεπε να ληφθούν ειδικές προφυλάξεις για τον Μωυσή;
13 Αυτό δεν επρόκειτο να είναι μια υλοποίησις από τον αόρατο Θεό σε ανθρώπινη μορφή, με τον τρόπο που λέγεται ότι έχουν εμφανισθή στους ανθρώπους οι θεοί τής Ελληνικής μυθολογίας. (Πράξ. 14:11-13) Αυτό επρόκειτο να είναι μια εκδήλωσις θείας δόξης σε βαθμό που δεν θα ήταν πάρα πολύ για ένα ανθρώπινο πλάσμα να ιδή και να δοκιμάση χωρίς να τυφλωθή, να θανατωθή και να εκμηδενισθή. Ο Ιεχωβά φιλάγαθα υποσχέθηκε να λάβη ειδικές προφυλάξεις προς όφελος του Μωυσέως. Την επόμενη μέρα ήλθε η υποσχεμένη εκδήλωσις, τέτοια που κανένας άνθρωπος εκτός από τον Μωυσή δεν είχε ιδεί ποτέ. Σύμφωνα με τις θείες οδηγίες, ο Μωυσής παρουσιάσθηκε στο Όρος Σινά με δύο λίθινες πλάκες, επάνω στις οποίες επρόκειτο ν’ αναγράψη ο Θεός τις Δέκα Εντολές. Τι συνέβη τότε;
14, 15. Τι έκαμε ο Θεός καθώς διήρχετο μπροστά από τον Μωυσή, και τι έκαμε ο Μωυσής;
14 «Και κατέβη ο Ιεχωβά εν νεφέλη και εστάθη μετ’ αυτού εκεί, και εκήρυξε το όνομα του Ιεχωβά. Και παρήλθε ο Ιεχωβά έμπροσθεν αυτού, και εκήρυξε, Ιεχωβά, Ιεχωβά ο Θεός, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος, και πολυέλεος, και αληθινός, φυλάττων έλεος εις χιλιάδας, συγχωρών ανομίαν και παράβασιν και αμαρτίαν, και ουδόλως αθωώνων τον ένοχον· ανταποδίδων την ανομίαν των πατέρων επί τα τέκνα, και επί τα τέκνα των τέκνων, έως τρίτης και τετάρτης γενεάς.
15 «Και έσπευσεν ο Μωυσής, και κύψας εις την γην, προσεκύνησε.»—Έξοδ. 34:1-8, ΜΝΚ.
16. Πώς αυτό που είδε ο Μωυσής επηρέασε την εμφάνισί του, και πώς μ’ αυτή την πείρα γνωρίσθηκε καλύτερα με τον Θεό;
16 Ο Μωυσής δεν μας λέγει ότι είδε κατ’ ευθείαν τη μορφή του Θεού. Ό,τι είδε ήταν η λάμψις που άφηνε πίσω η διερχομένη εκδήλωσις του Θεού. Κι’ ωστόσο η όψις του Μωυσέως εξέπεμπε ακτίνες φωτός όταν κατέβηκε από το όρος κι’ εμφανίσθηκε στον λαό. (Έξοδ. 34:29, 30) Πόσο καλύτερα, επίσης, ο Μωυσής γνωρίσθηκε με τον Ιεχωβά Θεό! Τι θαυμαστή δήλωσις της προσωπικότητος του Θεού στον Μωυσή! Ποιος λεγόμενος θεός μπορεί να παραβληθή με τον Ιεχωβά;
17. Ως τι είδους Θεό περιγράφει τον εαυτό του ο Ιεχωβά, και τι είναι εκείνο που αξίζει να συναναστραφή με μια τέτοια προσωπικότητα;
17 Αυτός μας διαβεβαιώνει ότι είναι Θεός αγάπης, καθώς και δικαιοσύνης, με τη δύναμι της αυτοκυριαρχίας, όταν πολιτεύεται με το αμαρτωλό ανθρώπινο γένος. Και πολιτευόμενος έτσι με το ατελές ανθρώπινο γένος, τηρεί τη στοργική του μεταχείρησι απέναντί των σε τέλεια ισορροπία με μια δίκαιη μεταχείρησι, εκδηλώνοντας έτσι μια εκπληκτική σοφία κάτω απ’ όλες τις μεταβαλλόμενες περιστάσεις και συνθήκες. Τι απαράμιλλος Θεός! Ένας Θεός τελείας αγάπης, τελείας δικαιοσύνης, τελείας δυνάμεως και τελείας σοφίας. Μια τέτοια αξιολάτρευτη προσωπικότης άξιζε να είναι συνδεδεμένη με λαμπρότητα δόξης που ήταν πολύ φωτεινή για τα ανθρώπινα αδύνατα μάτια να την ιδούν, ή για ένα ευπαθές ανθρώπινο σώμα να την αντικρύση.
18. (α) Από τι προστατεύθηκε ο Μωυσής καθώς διήρχετο από μπροστά του η Θεία Παρουσία; (β) Ως αποτέλεσμα τούτου, πώς μπορούμε να γνωρισθούμε καλύτερα με αυτόν τον Ιεχωβά Θεό;
18 Δεν είναι παράξενο, λοιπόν, ότι έπρεπε να ληφθή ειδική προφύλαξις για να δοθή στον Μωυσή αρκετή προστασία από κάθε βλάβη ή ακόμη και καταστροφή όταν θα διέβαινε η δόξα του Ιεχωβά και Αυτός εδήλωσε το απαράμιλλο όνομά Του, όταν ο Μωυσής άκουε μέσα στην σπηλιά του βράχου. Ποτέ δεν θα μπορούσε ο Μωυσής, ή οποιοσδήποτε άλλος άνθρωπος, να ιδή το πρόσωπο του Θεού και να ζήση! Ένας απλός άνθρωπος θα πέθαινε ενώπιον του «προσώπου» ή της πλήρους εκδηλώσεως της θείας δόξης. Ο Μωυσής ήταν αναγκασμένος να γονυπετήση και να πέση πρηνής σε λατρεία καθώς διέβαινε η ένδοξη Θεία Παρουσία. Πόσο γελοίο, λοιπόν, είναι να πη ένας Ρώσος αστροναύτης ότι δεν υπάρχει Θεός, επειδή δεν Τον συνήντησε όταν το διαστημόπλοιό του εστρέφετο σε τροχιά στο εξωτερικό διάστημα γύρω στη γη! Αλλ’ εμείς σήμερα, πιστεύοντας και δεχόμενοι την όρασι της θείας δόξης που έλαβε ο Μωυσής, γνωριζόμεθα καλύτερα με τον θαυμαστό Θεό Ιεχωβά.
Ο ΗΣΑΪΑΣ ΒΛΕΠΕΙ ΤΟΝ ΘΕΟ ΣΕ ΟΡΑΣΙ
19, 20. (α) Πού είχε ο προφήτης Ησαΐας την όρασί του περί Θεού, και ύστερ’ από ποια ιεροσυλία τον ναού; (β) Πότε είχε ο Ησαΐας αυτή την όρασι, και ποιες μορφές της περιγράφει;
19 Ο Μωυσής δεν παρέμεινε ο μόνος μεταξύ ανθρώπων που έλαβε όρασι του Ιεχωβά Θεού κι’ έτσι να γνωρισθή καλύτερα με Αυτόν. Πέρασαν επτακόσια τριάντα έξη χρόνια και άλλαξε η σκηνή από το Όρος Σινά της Αραβίας στους λόφους της αρχαίας Ιερουσαλήμ. Υπήρχε ένας ένδοξος ναός στο Όρος Μοριά της πόλεως αυτής. Αλλά μια τρομερή συμφορά συνεκλόνισε το έθνος. Ο ευτυχής βασιλεύς Οζίας ή Αζαρίας ενόμισε ότι θα μπορούσε να προωθηθή στο πρώτο άγιο διαμέρισμα του ναού για να προσφέρη θυμίαμα εκεί ως ένας ιερεύς, αλλ’ επατάχθη με λέπραν, από την οποία τελικά πέθανε ως ένας απερριμμένος. Στη διάρκεια του οδυνηρού του νοσήματος ο πιστός του γυιος Ιωθάμ έπρεπε να υπηρετήση ως βασιλεύς στον θρόνο της Ιερουσαλήμ. Στο έτος του θλιβερού θανάτου του Οζία (777 π.Χ.) και πιθανώς μετά τον θάνατό του, ο προφήτης Ησαΐας είχε μια όρασι του Θεού. Αυτή διέφερε απ’ εκείνη που είχε δοθή στον Μωυσή. Ο ίδιος ο Ησαΐας μάς λέγει:
20 «Κατά το έτος εν ω απέθανεν Οζίας ο βασιλεύς, είδον τον Ιεχωβά καθήμενον επί θρόνου υψηλού και επηρμένου, και το κράσπεδον αυτού εγέμισε τον ναόν. Άνωθεν αυτού ίσταντο Σεραφείμ, ανά εξ πτέρυγας έχοντα έκαστον· με τας δύο εκάλυπτε το πρόσωπον αυτού, και με τας δύο εκάλυπτε τους πόδας αυτού, και με τας δύο επέτα. Και έκραζε το εν προς το άλλο, και έλεγεν, Άγιος, άγιος, άγιος ο Ιεχωβά των δυνάμεων· πάσα η γη είναι πλήρης της δόξης αυτού. Και οι παραστάται της θύρας εσείσθησαν εκ της φωνής του κράζοντος, και ο οίκος επλήσθη καπνού.»—Ησ. 6:1-4, ΜΝΚ· 2 Χρον. 26:1-23, ΜΝΚ.
21. Πώς η όρασις δείχνει τον Ιεχωβά ως τον Βασιλέα του λαού του;
21 Δεν δίδεται περιγραφή του Θείου Προσώπου, διότι ο Θεός δεν μπορεί να ομοιωθή με ανθρώπινο πλάσμα. Τα κράσπεδα του μεγαλειώδους ιματίου του εγέμισαν τον ναό. Ο ναός του είναι ένα ανάκτορο, κι’ αυτός είναι ο αόρατος ουράνιος Βασιλεύς του λαού του. Ο θρόνος του, λοιπόν, δεν στηρίζεται στη γη, εκτός του ότι είναι θρόνος υψηλός, είναι και επηρμένος επίσης.
22. Πώς τα σεραφείμ έδειξαν σεβασμό για την παρουσία του Θεού και για την αγιότητα του τόπου;
22 Τα σεραφείμ, των οποίων η εμφάνισις είναι ως αστραπηβόλο πυρ, δεν κάθονται στην παρουσία του Ιεχωβά, αλλά, ενώ υπηρετούν αυτόν, στέκουν πάντοτε σε ετοιμότητα. Ο προφήτης Ησαΐας παρατηρούσε τότε με ακάλυπτο πρόσωπο στην όρασι του Θεού, αλλά τα ουράνια εκείνα σεραφείμ δεν υπετίθετο ότι έβλεπαν αλλά εκάλυπταν τα πρόσωπά των με τα άνω φτερά των. Τα σεραφείμ, ως να ήσαν σ’ έναν άγιον τόπο, εκάλυπταν τους πόδας των με τα κάτω φτερά των για τον οφειλόμενο σεβασμό στον ουράνιο Βασιλέα, τον «Ιεχωβά των δυνάμεων.» Με τη μεσαία σειρά των πτερύγων των τα σεραφείμ πετούσαν ως ουράνια πλάσματα.
23. Πώς τα σεραφείμ έδωσαν έμφασι στην αγιότητα του Ιεχωβά κι’ επροφήτευσαν σχετικά με τη δόξα του;
23 Σ’ αυτή την όρασι του ναού, αυτά τα σεραφείμ ήσαν εκείνα που διεκήρυξαν την αγιότητα και τη δόξα του Θεού. Για να τονίσουν την υπέρτατη αγιότητα του «Ιεχωβά των δυνάμεων,» είπαν τη λέξι «άγιος» τρεις φορές, κάνοντας μια τέτοια τριπλή διακήρυξι το ένα προς το άλλο. Η δόξα του Θεού όχι μόνο εγέμισε τον οίκον ή ναό, αλλά και θα εγίνετο το ‘πλήρωμα πάσης της γης.’ Ήδη μπορούμε να ιδούμε τη δόξα του Ιεχωβά Θεού σε όλα τα θαυμαστά του έργα της δημιουργίας, τα έμψυχα όσο και τα άψυχα. Αλλά πλησιάζει ο καιρός οπότε όλοι οι κάτοικοι της γης θα ενωθούν μ’ εμάς στο να διακρίνουν τη δόξα του Ιεχωβά στα πράγματα που αυτός εδημιούργησε, και δεν θα κάμουν πια αυτή τη γη έναν ανόσιο τόπο, βεβηλώνοντας και μολύνοντάς την. Δεν προελέχθη ματαίως: «Η γη θέλει είσθαι πλήρης της γνώσεως της δόξης του Ιεχωβά, καθώς τα ύδατα σκεπάζουσι την θάλασσαν.» (Αββακ. 2:14, ΜΝΚ) Το άσμα που έδωσαν τα σεραφείμ στον ναό του Ιεχωβά ήταν προφητικό.
24. Γιατί ο Ησαΐας, σύμφωνα με όσα ανεφώνησε, είχε λόγους να φοβηθή στο αντίκρυσμα της οράσεως;
24 Σ’ αυτή την όρασι του Ιεχωβά ενθρονισμένου στον ναό του, ο προφήτης Ησαΐας φοβήθηκε. Στις φωνές των σεραφείμ που εφώναζαν προς άλληλα, οι παραστάται της θύρας του ναού άρχισαν να σείωνται, και συνεπώς γιατί να μην έτρεμε ο Ησαΐας που ήταν ένα ζωντανό πλάσμα μ’ ευαίσθητα θρησκευτικά αισθήματα; Μολονότι ήταν ήδη ένας προφήτης του Ιεχωβά Θεού, αισθάνθηκε ότι ήταν ακάθαρτος βλέποντας μια τέτοια αγία σκηνή. Φοβήθηκε και για τη ζωή του ακόμη! «Ω τάλας εγώ!», εφώναξε, «διότι εχάθην [εν θανάτω]· επειδή είμαι άνθρωπος ακαθάρτων χειλέων, και κατοικών εν μέσω λαού ακαθάρτων χειλέων· επειδή οι οφθαλμοί μου είδον τον Βασιλέα, τον Ιεχωβά των δυνάμεων.»—Ησ. 6:5, ΜΝΚ.
25. Πώς, με τη βοήθεια ενός από τα σεραφείμ, μπόρεσε ο Ησαΐας να ζήση για ν’ αφηγηθή αυτό το γεγονός;
25 Πώς μπόρεσε να ζήση ο Ησαΐας και να πη αυτό το γεγονός; Με τον εξής τρόπο: Από τον ναό που ήταν τώρα γεμάτος με τον θαυματουργικό καπνό ένα απ’ εκείνα τα φτερωτά σεραφείμ ήλθε προς βοήθειάν του. «Τότε,» μας λέγει ο Ησαΐας, «επέτασε προς εμέ εν εκ των Σεραφείμ, έχον εν τη χειρί αυτού άνθρακα πυρός, τον οποίον έλαβε διά της λαβίδος από του θυσιαστηρίου. Και ήγγισεν αυτόν εις το στόμα μου, και είπεν, Ιδού, τούτο ήγγισε τα χείλη σου· και η ανομία σου εξηλείφθη, και η αμαρτία σου εκαθαρίσθη.»
26. (α) Για ποιο πράγμα ο Ησαΐας, καθαρισμένος τώρα, προσεφέρθη; (β) Με ποιο τρόπο ο Ησαΐας εξεικόνιζε πραγματικά τον Μεσσία κι’ επρομήθευσε ένα μάθημα για μας;
26 Ο Ησαΐας τώρα αισθάνθηκε καθαρός στη Θεία Παρουσία, αρκετά καθαρός μάλιστα για να προσφερθή για περαιτέρω προφητική υπηρεσία στον Ιεχωβά. «Και,» λέγει, «ήκουσα την φωνήν του Ιεχωβά, λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και τις θέλει υπάγει διά ημάς; Τότε είπα, Ιδού εγώ! Απόστειλόν με. Και είπεν, Ύπαγε, και είπε προς τούτον τον λαόν.» Αμέσως ο Ησαΐας εστάλη για μια προφητική αποστολή που προεσκίαζε το έργον τού ερχομένου Μεσσίου, έπειτα από οκτακόσια και πλέον χρόνια μελλοντικά. Ποτέ δεν ελησμόνησε ο Ησαΐας εκείνη την όρασι της δόξης του Ιεχωβά στο ναό. Ο Ησαΐας, ως μια ορθή προεικόνισις του Μεσσίου, αποδείχθηκε αληθινός στην αποστολή του που έλαβε από τον Ιεχωβά. (Ησ. 6:6-13, ΜΝΚ· Ματθ. 13:10-15) Αλλά τι θα λεχθή για μας; Εμείς, όταν γνωρισθούμε καλύτερα με τον Ιεχωβά Θεό, προσφερόμεθα πρόθυμα για την υπηρεσία Του, όπως έκαμε ο Ησαΐας; Η πληρέστερη γνωριμία με τον Θεό μάς αναγκάζει να του πούμε: «Ιδού εγώ! Απόστειλόν με.»
ΟΙ ΟΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΡΟΦΗΤΟΥ ΙΕΖΕΚΙΗΛ
27. Πότε άρχισε ο προφήτης Ιεζεκιήλ να έχη οράσεις του Θεού;
27 Προτού έλθη ο Μεσσίας ή Κεχρισμένος, άλλος ένας άνθρωπος είχε θαυματουργικές οράσεις του ζώντος και αληθινού Θεού. Αυτός ήταν ο προφήτης Ιεζεκιήλ, στον επόμενον αιώνα μετά την εποχή του Ησαΐα. Η ερήμωσις, που είχε προείπει ο Ησαΐας ότι θα επήρχετο στον λαό του, απείχε μόλις έξη έτη, όταν ο Ιεζεκιήλ είχε την πρώτη του φοβερή όρασι. Ήταν τότε εξόριστος στην ειδωλολατρική Βαβυλώνα. Λέγει ότι όταν ήταν «μεταξύ των αιχμαλώτων παρά τον ποταμόν Χεβάρ, ηνοίχθησαν οι ουρανοί, και είδον οράματα του Θεού.» Αυτά τα χρονολογεί ως συμβάντα την πέμπτη μέρα του μηνός Θαμμούζ του έτους, κατά το Ιουδαϊκό ημερολόγιο, δηλαδή «τω τετάρτω μηνί, τη πέμπτη του μηνός,» και «το πέμπτον [έτος] της αιχμαλωσίας του βασιλέως Ιωαχείν,» δηλαδή το έτος 613 π.Χ.—Ιεζ. 1:1-4.
28. Στην πρώτη του όρασι, ποιο πράγμα εν κινήσει είδε ο Ιεζεκιήλ, και τι ήταν εκείνο που το κινούσε;
28 Εκείνο τον καιρό ο Δημιουργός του ουρανού και της γης προχωρούσε στην εκτέλεσι της δικαστικής του αποφάσεως εναντίον του άπιστου λαού του στο βασίλειο του Ιούδα με την πρωτεύουσά του στην Ιερουσαλήμ. Σύμφωνα με αυτά, ό,τι είδε ο Ιεζεκιήλ ήταν ως κάτι που ήταν εν κινήσει. Ήταν ως ένα άρμα τόσο γιγάντειο ώστε να τον κάνη να αισθάνεται ως μερμήγκι. Δεν είχε βενζινομηχανή ή ηλεκτρικόν ή ατομικόν κινητήρα να το προωθήση, αλλ’ εκινείτο γοργά, κυλιόμενο επάνω σε κάθε τι που συναντούσε στον δρόμο του. Δεν είχε ορατό τιμόνι ούτε τροχοπέδες, κι’ ωστόσο μπορούσε ν’ αλλάξη την πορεία της κινήσεώς του από κατ’ ευθείαν εμπρός προς τα πλάγια, στιγμιαίως, χωρίς να μειώνη την ταχύτητα για να υπερνικήση την ορμή του άρματος. Τι ήταν εκείνο που κινούσε το κολοσσιαίο αυτό άρμα; Προφανώς ήταν η ενεργός δύναμις, το πνεύμα, Εκείνου που επέβαινε στο άρμα.
29. Τι ήταν ιδιόρρυθμο σχετικά με τους τροχούς αυτού του ουράνιου άρματος;
29 Αυτό δεν ήταν ένα δίτροχο άρμα. Ήταν ένα άρμα με τέσσερες τροχούς. Όσον αφορά αυτούς τους ίδιους τους τροχούς, αυτοί αποτελούσαν μια παράξενη κατασκευή. Προφανώς μπορούσαν να βλέπουν που επήγαιναν, διότι οι κύκλοι των ήσαν γεμάτοι από οφθαλμούς ολόγυρα. Επί πλέον, μέσα σε κάθε τροχό που εστρέφετο προς τα εμπρός υπήρχε ένας άλλος τροχός, ο οποίος ήταν εγκαρσίως σε ορθή γωνία, καθέτως, πράγμα που καθιστούσε το άρμα ικανό να κινήται πλαγίως χωρίς οι τροχοί του να κάνουν στροφή όπως συμβαίνει όταν γίνεται στροφή σε μια γωνία. Σημειώστε πώς ο Ιεζεκιήλ περιγράφει την κίνησι αυτού του άρματος:
30. Πώς περιγράφει ο Ιεζεκιήλ την κίνησι των τροχών του άρματος;
30 «Η θέα των τροχών, και η εργασία αυτών, ήσαν ως όψις βηρύλλου· και οι τέσσαρες είχον το αυτό ομοίωμα· και η θέα αυτών, και η εργασία αυτών, ήσαν ως εάν ήτο τροχός εν μέσω τροχού. Ότε εβάδιζον, εκινούντο κατά τα τέσσαρα αυτών πλάγια· δεν εστρέφοντο ενώ εβάδιζον. Οι δε κύκλοι αυτών ήσαν τόσον υψηλοί, ώστε έκαμνον φόβον· και οι κύκλοι αυτών πλήρεις οφθαλμών κύκλω των τεσσάρων τούτων.»—Ιεζ. 1:16-18.
31. Ποιοι συνώδευαν το άρμα ως δρομείς;
31 Στους αρχαίους χρόνους τα βασιλικά άρματα είχαν δρομείς που έτρεχαν εμπρός και παραπλεύρως αυτών για να προσδώσουν μεγαλοπρέπεια σ’ εκείνον που επέβαινε στο άρμα. (1 Βασ. 1:5· 18:44-46) Υπήρχαν τέσσερα χερουβείμ που συνώδευαν το ουράνιο άρμα που είδε στην όρασί του ο προφήτης Ιεζεκιήλ. Εκείνα τα χερουβείμ αντιστοιχούσαν με δρομείς. Στην αρχή ο Ιεζεκιήλ τα αποκαλεί «ζώα.» Αυτά βέβαια δεν ήσαν ανθρώπινα όντα, μολονότι είχαν μερικά χαρακτηριστικά όπως εκείνα του ανθρώπου. (Ιεζ. 1:5, 15· 10:9-13) Ο προφήτης Ιεζεκιήλ μάς βοηθεί να οραματισθούμε πώς η όψις των τεσσάρων ζώων και του άρματος εκδηλώθηκε τότε σ’ αυτόν με μια σχεδόν απερίγραπτη δόξα:
32. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ιεζεκιήλ, ποια εμφάνισι είχαν τα χερουβείμ;
32 «Και είδον, και ιδού, ανεμοστρόβιλος ήρχετο από βορρά, νέφος μέγα, και πυρ συστρεφόμενον· πέριξ δε τούτου λάμψις, και εκ μέσου αυτού εφαίνετο ως όψις ηλέκτρου, εκ μέσου του πυρός. Και εκ μέσου αυτού εφαίνετο τεσσάρων ζώων ομοίωμα. Και η θέα αυτών ήτο αυτή· είχον ομοίωμα ανθρώπου. Και έκαστον είχε τέσσαρα πρόσωπα, και έκαστον αυτών είχε τέσσαρας πτέρυγας. Και οι πόδες αυτών ήσαν πόδες ορθοί· και το ίχνος του ποδός αυτών όμοιον με ίχνος ποδός μόσχου· και εσπινθηροβόλουν ως όψις χαλκού στίλβοντος. Και είχον χείρας ανθρώπου υποκάτωθεν των πτερύγων αυτών, εις τα τέσσαρα αυτών μέρη· και τα τέσσαρα είχαν τα πρόσωπα αυτών και τας πτέρυγας αυτών. Αι πτέρυγες αυτών συνείχοντο η μία μετά της άλλης· δεν εστρέφοντο ενώ εβάδιζον· κατέναντι του προσώπου αυτών επορεύοντο έκαστον.»
33. Τι όψεις είχαν τα χερουβικά ζώα;
33 Ο προφήτης Μωυσής δεν έκαμε περιγραφήν των χερουβείμ που εμφανίστηκαν στην είσοδο του κήπου της Εδέμ πριν από τριάντα τέσσερες αιώνες και πλέον, όταν ο αμαρτωλός Αδάμ και η Εύα είχαν εκδιωχθή. (Γεν. 3:24) Αλλ’ ο προφήτης Ιεζεκιήλ μάς δίνει την ανωτέρω περιγραφή των χερουβικών ζώων και προσθέτει τα εξής: «Περί δε του ομοιώματος του προσώπου αυτών, τα τέσσαρα είχον πρόσωπον ανθρώπου, και πρόσωπον λέοντος κατά το δεξιόν μέρος· και τα τέσσαρα είχον πρόσωπον βοός κατά το αριστερόν· είχον και τα τέσσαρα πρόσωπον αετού. Και τα πρόσωπα αυτών, και αι πτέρυγες αυτών ήσαν διηρημέναι προς τα άνω· δύο εκάστοτε συνείχοντο η μία μετά της άλλης, και δύο εκάλυπτον τα σώματα αυτών.»—Ιεζ. 1:4-11.
34. Πώς οι τροχοί ενηρμονίζοντο με τα χερουβείμ όσον αφορά την κίνησι;
34 Πώς οι τροχοί του ουρανίου άρματος ενηρμονίζοντο με την κίνησι των ομοίων με δρομείς χερουβείμ; Ο προφήτης Ιεζεκιήλ μάς λέγει: «Και ότε τα ζώα επορεύοντο, επορεύοντο οι τροχοί πλησίον αυτών· και ότε τα ζώα υψόνοντο από της γης, υψόνοντο και οι τροχοί. Όπου ήτο να υπάγη το πνεύμα, εκεί επορεύοντο· εκεί το πνεύμα ήτο να υπάγη· και οι τροχοί υψόνοντο απέναντι τούτων· διότι το πνεύμα των ζώων ήτο εν τοις τροχοίς. Ότε εκείνα επορεύοντο, επορεύοντο και ούτοι· και ότε εκείνα ίσταντο, ίσταντο και ούτοι· ότε δε εκείνα υψόνοντο από της γης, και οι τροχοί υψόνοντο απέναντι αυτών· διότι το πνεύμα των ζώων ήτο εν τοις τροχοίς.»—Ιεζ. 1:19-21.
35, 36. (α) Τι συμβολίζουν τα χαρακτηριστικά των χερουβείμ; (β) Τι είδε ο Ιεζεκιήλ ακριβώς επάνω από τα χερουβείμ και τους τροχούς, και τι άκουσε;
35 Πλάσματα σύμφωνα με την περιγραφή αυτών των χερουβικών ζώων δεν υπάρχουν, φυσικά, στον ουρανό, στο αόρατο πνευματικό βασίλειο. Γι’ αυτόν τον λόγο, τα ποικίλα αυτά χαρακτηριστικά της φαινομενικά παραδόξου αυτής εμφανίσεως ήσαν συμβολικά καλών ιδιοτήτων όπως αυτές που εξέχουν στον άνθρωπο, στον λέοντα, στον μόσχον, στον αετό και σε άλλα πτερωτά πλάσματα. Όσο ενδιαφέρουσες κι’ αν είναι αυτές οι ιδιότητες, εδώ αυτή τη στιγμή ενδιαφερόμεθα περισσότερο για ό,τι υπήρχε πάνω από τα τέσσερα χερουβικά ζώα και πάνω από τους τροχούς παράπλευρα προς αυτά. Τι είδε εκεί επάνω ο προφήτης Ιεζεκιήλ; Αυτός μας λέγει:
36 «Και το ομοίωμα του στερεώματος του επάνωθεν της κεφαλής των ζώων ήτο ως όψις φοβερού κρυστάλλου, εξηπλωμένου υπέρ τας κεφαλάς αυτών. Υποκάτω δε του στερεώματος ήσαν εκτεταμέναι αι πτέρυγες αυτών, η μία προς την άλλην· δύο είχεν έκαστον, με τας οποίας εκάλυπτον τα σώματα αυτών. Και ότε επορεύοντο, ήκουον τον ήχον των πτερύγων αυτών, ως ήχον υδάτων πολλών, ως φωνήν του Παντοδυνάμου, και την φωνήν της λαλιάς ως φωνήν στρατοπέδου· ότε ίσταντο, κατεβίβαζον τας πτέρυγας αυτών.»—Ιεζ. 1:22-24.
37. Για ποιο μέρος του άρματος εχρησίμευε το στερέωμα, και τι κυριαρχούσε επάνω σε όλες τις επιδράσεις τους ήχου;
37 Ω, αυτό το «στερέωμα»! Ήταν η εξέδρα του ουρανίου άρματος. Εφαίνετο ως διαφανής πάγος, αλλά ενέπνεε δέος. Εκείνος που επέβαινε στο άρμα εξεικονίζετο έτσι ως να προχωρούσε στην εκτέλεσι της δικαστικής του αποφάσεως πάνω σε μια σταθερή εξέδρα, που είναι ως παγωμένο νερό. Κάτω απ’ αυτή την εξέδρα που ενέπνεε δέος ο ήχος της κινήσεως του άρματος του Παντοδυνάμου ήταν όμοιος με τον ήχο των ταραγμένων υδάτων, ή όμοιος με τον ήχο της στρατοπεδεύσεως στρατιωτών που θορυβούν προκειμένου να κινητοποιηθούν για να εκτελέσουν τους εχθρούς του Παντοδυνάμου. Αλλ’ υπήρχε μια φωνή που κυριαρχούσε πάνω από όλες αυτές τις επιδράσεις του ήχου κάτω από την ομοία με πάγο εξέδρα ή «στερέωμα.» Ο προφήτης Ιεζεκιήλ την ακούει να προέρχεται από το φοβερό στερέωμα. Ήλθε από τον Παντοδύναμο που επιβαίνει στην εξέδρα αυτού του άρματος. Ποια εμφάνισι προσέλαβε; Ο Ιεζεκιήλ μάς λέγει:
Ο ΕΠΙΒΑΙΝΩΝ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΙΟΥ ΑΡΜΑΤΟΣ
38. Πώς περιγράφει ο Ιεζεκιήλ εκείνον που επέβαινε στο άρμα και τις επιδράσεις του φωτός γύρω του;
38 «Και εγίνετο φωνή άνωθεν εκ του στερεώματος του υπέρ την κεφαλήν αυτών· ότε ίσταντο, κατεβίβαζον τας πτέρυγας αυτών. Υπεράνωθεν δε του στερεώματος του υπέρ την κεφαλήν αυτών, εφαίνετο ομοίωμα θρόνου, ως θέα λίθου σαπφείρου· και επί του ομοιώματος του θρόνου ομοίωμα ως θέα ανθρώπου καθημένου επ’ αυτόν άνωθεν. Και είδον ως όψιν ηλέκτρου, ως θέαν πυρός εν αυτώ κύκλω, από της θέας της οσφύος αυτού και επάνω· και από της θέας της οσφύος αυτού και κάτω, είδον ως θέαν πυρός, και είχε λάμψιν κύκλω. Ως η θέα του τόξου, του γινομένου εν τη νεφέλη εν ημέρα βροχής, ούτως ήτο η θέα της λάμψεως κύκλω. Αυτή ήτο η θέα του ομοιώματος της δόξης του Ιεχωβά. Και ότε είδον, έπεσον επί πρόσωπόν μου, και ήκουσα φωνήν λαλούντος.»—Ιεζ. 1:25-28, ΜΝΚ.
39. (α) Με ποια λέξι συνοψίζονται όλες μαζί εκείνες οι επιδράσεις φωτός; (β) Πόσες λεπτομέρειες δίδονται για εκείνον που επέβαινε στο άρμα, και με τι ήταν όμοιος ο θρόνος του;
39 Η λάμψις ομοία με τη λάμψι του ηλέκτρου (του μεταλλίνου μίγματος χρυσού και αργύρου), του πυρός που περιέβαλλε πλήρως και σκιαγραφούσε εκείνον που επέβαινε στο άρμα, με λαμπρότητα ολόγυρά του και το ημικυκλικό τόξο με όλη την ποικιλία των χρωμάτων της ίριδος—όλ’ αυτά συνοψίζονται στη μία λέξι της περιγραφής, ‘δόξα.’ Η ‘δόξα του Ιεχωβά’! Υπήρχε η όψις μιας μορφής που υπενθύμιζε άνθρωπο, με εμφάνισι της «οσφύος» του. Αλλά κανένα από τα χαρακτηριστικά του προσώπου ή της μορφής δεν δίδεται με λεπτομέρειες. Ο θρόνος, πάνω στον οποίον κάθεται αυτός ο Παντοδύναμος, ο Ιεχωβά, είναι ως λίθος σάπφειρος αριστοτεχνικά λαξευμένος και πολύεδρος, το δε βαθυκύανο χρώμα του παριστάνει τους ουρανούς, όπου ο Ιεχωβά είναι πραγματικά ενθρονισμένος. Απ’ αυτόν τον σαπφειροειδή θρόνο ο Ιεχωβά ωμίλησε στον προφήτη του Ιεζεκιήλ.
40. Το επόμενο έτος ο Ιεζεκιήλ είχε μια όρασι ότι το ουράνιο άρμα ήταν πού;
40 Το επόμενο έτος ο προφήτης Ιεζεκιήλ είχε άλλη μια όρασι του ουρανίου άρματος του Ιεχωβά με τους τροχούς, παράπλευρα στους οποίους ήσαν τα χερουβικά ζώα, αυτή τη φορά, ενώπιον του ναού που είχε κτίσει ο Βασιλεύς Σολομών στην Ιερουσαλήμ. «Έπειτα είδον,» λέγει ο Ιεζεκιήλ, «και ιδού, εν τω στερεώματι τω άνωθεν της κεφαλής των χερουβείμ, εφαίνετο υπεράνω αυτών ως λίθος σάπφειρος, κατά την θέαν ομοιώματος θρόνου. . . . Τα δε χερουβείμ ίσταντο εν δεξιοίς του οίκου, ότε εισήρχετο ο ανήρ· και η νεφέλη εγέμισε την εσωτέραν αυλήν. Και η δόξα του Ιεχωβά υψώθη άνωθεν των χερουβείμ κατά το κατώφλιον του οίκου· και ενέπλησε τον οίκον η νεφέλη, και η αυλή ενεπλήσθη από της λάμψεως της δόξης του Ιεχωβά. Και ο ήχος των πτερύγων των χερουβείμ ηκούετο έως της εξωτέρας αυλής, ως φωνή του Παντοδυνάμου Θεού, οπόταν λαλή.»—Ιεζ. 10:1-5, ΜΝΚ· 8:1.
41. (α) Από πού είχε κυλίσει το άρμα, και τι υπεδείκνυε η νέα θέσις του; (β) Πώς εφαίνετο ως να κατέστρεφε την Ιερουσαλήμ ο ίδιος ο Ιεζεκιήλ;
41 Έτσι, το ουράνιο άρμα του Ιεχωβά εκύλισε από τον ποταμό Χεβάρ της Βαβυλώνος, όπου ο Ιεζεκιήλ για πρώτη φορά είδε την όρασί του και κατευθύνθηκε δυτικά προς την Ιερουσαλήμ και τον ναό της. Αυτό προανήγγελλε ότι η πύρινη εκτέλεσις της δικαστικής αποφάσεως του Ιεχωβά εναντίον της απίστου Ιερουσαλήμ και του βεβηλωμένου ναού της επλησίαζε. Η πόλις, μαζί με τον ναό της, επρόκειτο να καταστραφή. (Ιεζ. 10:6-22) Μ’ ένα εξεικονιστικό τρόπο, ο Ιεζεκιήλ ο ίδιος κατέστρεφε την άπιστη πόλι Ιερουσαλήμ. Πώς; Με το να λάβη εντολή από τον Ιεχωβά να είναι προφήτης και από τότε να διακηρύττη το άγγελμα της επικείμενης καταστροφής. Ύστερ’ από είκοσι χρόνια αφότου ο Ιεζεκιήλ είδε το άρμα του Ιεχωβά στον ποταμό Χεβάρ, δηλαδή, δεκατέσσερα χρόνια μετά την πραγματική καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ο Ιεζεκιήλ είχε λόγο να σκέπτεται πάλι την καταστροφική αποστολή του. Στο εικοστό πέμπτο έτος της εξορίας του στη Βαβυλώνα τού δόθηκε μια όρασις ενός νέου ναού του Ιεχωβά σε όλη την πληρότητά του. Ένας άγγελος, προσλαμβάνοντας την όψι ανθρώπου, ωδήγησε τον Ιεζεκιήλ σε μια περιήγησί του.
42. Δεκατέσσερα χρόνια ύστερ’ από την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, ποια όρασι του Θεού είχε ο Ιεζεκιήλ σχετικά με το νέο ναό;
42 «Και με έφερεν εις την πύλην, την πύλην την βλέπουσαν κατά ανατολάς,» λέγει ο Ιεζεκιήλ. «Και ιδού, η δόξα του Θεού του Ισραήλ ήρχετο από της οδού της ανατολής· και η φωνή αυτού ως φωνή υδάτων πολλών· και η γη έλαμπεν από της δόξης αυτού. Και η θέα την οποίαν είδον ήτο κατά την θέαν, κατά την θέαν την οποίαν είδον, ότε ήλθον να χαλάσω την πόλιν· και αι θέαι ήσαν κατά την θέαν την οποίαν είδον παρά τον ποταμόν Χεβάρ· και έπεσον επί πρόσωπόν μου. Και η δόξα του Ιεχωβά εισήλθεν εις τον οίκον διά της οδού τής πύλης τής βλεπούσης κατά ανατολάς.»—Ιεζ. 43:1-4, ΜΝΚ· 40:1-4.
43. Τι δείχνει η επίδρασις της οράσεως επάνω στον Ιεζεκιήλ όσον αφορά τη δόξα του Θεού;
43 Τόσο ένδοξη ήταν η όρασις του Παντοδυνάμου Θεού Ιεχωβά ώστε ήταν αρκετή για να κάμη τον ευπαθή σαρκικό άνθρωπο να πέση κατά πρόσωπον και να γονυπετήση. Η δόξα του Ιεχωβά Θεού δεν είναι κάτι στο οποίον να βλέπη κανείς βέβηλα, αναίσχυντα, προκλητικά. Οι θαυματουργικές οράσεις της ‘δόξης του Ιεχωβά’ από τον Ιεζεκιήλ ήσαν αρκετά φοβερές ώστε να κάμουν έναν άνθρωπο να φοβηθή και να αισθανθή την υποχρέωσι να τον λατρεύση. Αλλ’ ο Ιεζεκιήλ επέζησε απ’ αυτές τις ασυνήθεις πείρες σύμφωνα με τον σκοπό του Θεού γι’ αυτόν.
44. Κατόπιν της οράσεως του Ιεζεκιήλ, γιατί επιβάλλεται τώρα να γνωρισθούν οι άνθρωποι με τον Θεό και να έχουν ειρήνη με αυτόν;
44 Ένδοξος είναι ο Ιεχωβά Θεός καθώς βαίνει νικηφόρως με το ουράνιο άρμα του, συνοδευόμενος από τα χερουβικά ζώα. Ομοίως προβαίνει και σήμερα στην εκτέλεσι των κρίσεών του. Τώρα επιβάλλεται να γνωρισθούν οι άνθρωποι με τον Θεόν αυτόν και να ειρηνεύσουν και να διαφυλάξουν ειρήνη με αυτόν.