Υψηλοφροσύνη του Πνεύματος Προηγείται της Πτώσεως
1. Ποιος ελάλησε τους λόγους, που ευρίσκονται στις Παροιμίες 16:18 και σε ποιον εφαρμόζονται;
«Η ΥΠΕΡΗΦΑΝΙΑ προηγείται του ολέθρου, και υψηλοφροσύνη του πνεύματος προηγείται της πτώσεως», είναι οι λόγοι του σοφωτάτου βασιλέως των αρχαίων χρόνων. Ο σοφός αυτός άνθρωπος ανεγνώριζε ότι η αρχή αυτή εφηρμόζετο στον ίδιο τον εαυτό του ως βασιλέα. Αλλά προχωρεί ακόμη περισσότερο και εφαρμόζεται με την αυτή δύναμι σ’ ένα έθνος.—Παροιμ. 16:18.
2. Πώς το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ έδειξε υπερηφάνεια και υψηλοφροσύνη, και με ποιο αποτέλεσμα;
2 Σε προηγούμενες εκδόσεις είχαμε συζητήσει πώς το δεκάφυλο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, με την πρωτεύουσά του στη Σαμάρεια, απεσπάσθη από τον βασιλικό οίκο των βασιλέων της γραμμής του Δαβίδ, ο οποίος εκάθησε «επί του θρόνου του Ιεχωβά» στην Ιερουσαλήμ. Επί πλέον απεμάκρυνε τον λαό του από τη λατρεία του Ιεχωβά στο ναό της Ιερουσαλήμ, απορρίπτοντας έτσι την λατρεία του Ιεχωβά και τον λόγο του και να γίνη υψηλόφρων εναντίον του. Αναποφεύκτως το έθνος άρχισε να χειροτερεύη και να παρακμάζη. Άρχισε να σκοντάφτη γιατί ο Θεός επέτρεψε τότε τα εχθρικά έθνη, που ήσαν γύρω του, να εισβάλλουν και να κάνουν επιδρομές, στο έδαφός του. Το βασίλειο αυτό, ύστερ’ από 257 χρόνια, σκόνταψε μέχρι της πλήρους συντριβής του, όταν κατελήφθη από την Ασσυρία, και οι υπήκοοί του απήχθησαν και διεσκορπίσθησαν σε μακρινές χώρες.
3. (α) Πώς το βασίλειο του Ιούδα δεν επωφελήθη παρατηρώντας την πείρα της Σαμαρείας; (β) Ποιους συμβολισμούς εχρησιμοποίησε ο Ιεχωβά στην προφητεία του περί κρίσεως, και ποια θα ήταν η εκπλήρωσίς των;
3 Το βασίλειο του Ιούδα, αδελφικό βασίλειο της Σαμαρείας, δεν εδιδάχθη ένα μάθημα από την πτώσι της Σαμαρείας, αλλά, επίσης, επέδειξε υψηλοφροσύνη εναντίον του Ιεχωβά. Τελικά ο Θεός απέστειλε τον προφήτη του Ιερεμία με την ισχυρότατη προειδοποίησί του. Στην προφητεία αυτή παρωμοίασε τον θυμό του εναντίον του Ιούδα με οίνο, ο θυμός δε αυτός επρόκειτο να εκχυθή για εκτέλεσι της κρίσεώς του. Το ποτήριον αντιπροσώπευε το όργανο που θα χρησιμοποιούσε για να πραγματοποιήση την εκτέλεσι. Για να εκτελέση τον θυμό του εναντίον του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ και πολλών από τα άλλα έθνη, ο Ναβουχοδονόσορ θα ήταν το ποτήριον. Αργότερα, όμως, λόγω της πονηρίας της Βαβυλώνος και της υψηλοφροσύνης της εναντίον του Ιεχωβά και του λαού του, και αυτή η Βαβυλών επρόκειτο να πίη εκ του θυμού του από κάποιο άλλο ποτήριον ή όργανο, έναν άλλον βασιλέα. Το αποτέλεσμα της πόσεως αυτού του ποτηριού περιγράφεται με λόγια του Θεού στον Ιερεμία:
ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ ΠΟΤΗΡΙΟΝ ΘΥΜΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΙΟΥΔΑ
4. Ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα της πόσεως του συμβολικού ποτηρίου οίνου, και ποιος θα το έπινε;
4 «Θέλεις ειπεί προς αυτούς, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων, ο Θεός του Ισραήλ· Πίετε, και μεθύσατε, και εμέσατε, και πέσετε, και μη σηκωθήτε, εξ αιτίας της μαχαίρας, την οποίαν εγώ θέλω αποστείλει εν μέσω υμών. Και εάν δεν θελήσωσι να λάβωσι το ποτήριον εκ της χειρός σου δια να πίωσι, τότε θέλεις ειπεί προς αυτούς, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων· Εξάπαντος θέλετε πίει, Διότι, ιδού, ενώ εγώ επί την πόλιν, επί της οποίας εκλήθη το όνομά μου, αρχίζω να φέρω κακόν, σεις [έθνη] θέλετε μείνει λοιπόν ατιμώρητοι; δεν θέλετε μείνει ατιμώρητοι· διότι εγώ θέλω καλέσει μάχαιραν επί πάντας τους κατοίκους της γης.»—Ιερεμ. 25:27-29, ΜΝΚ.
5. (α) Πώς ο Ιερεμίας προσέφερε το ποτήριον; (β) Πότε και γιατί ωδήγησε ο Ιεχωβά τον Ιερεμίαν να γράψη την προφητείαν του εναντίον του Ισραήλ και Ιούδα;
5 Κατά ένα συμβολικό τρόπο ο Ιερεμίας έπρεπε να δώση στην Ιερουσαλήμ και στη γη του Ιούδα και στους άρχοντάς της να πιούν πρώτοι το ποτήριον, με το να εκφέρη το προφητικό αυτό άγγελμα θείας οργής. Ήταν αντιπαθητικό για τα έθνη ν’ ακούσουν αυτούς τους λόγους. Ήταν ως να είχαν μια πρόγευσι του συμβολικού ποτηρίου οίνου. Αυτό συνέβη ειδικά στη βασιλεία του Ιωακείμ, του πρώτου από τους τρεις τελευταίους βασιλείς στο θρόνο του Ιούδα. Ο Ιεχωβά είπε στον Ιερεμία: «Λάβε εις σεαυτόν τόμον βιβλίου, και γράψον εν αυτώ πάντας τους λόγους τους οποίους ελάλησα προς σε κατά του Ισραήλ, και κατά του Ιούδα, και κατά πάντων των εθνών, αφ’ ης ημέρας [αρχίζοντας από το 647 π.Χ.] ελάλησα προς σε, από των ημερών του Ιωσίου, έως της ημέρας ταύτης· ίσως ακούση ο οίκος Ιούδα πάντα τα κακά, τα οποία εγώ βουλεύομαι να κάμω εις αυτούς, ώστε να επιστρέψωσιν έκαστος από της οδού αυτού της πονηράς, και να συγχωρήσω την ανομίαν αυτών και την αμαρτίαν αυτών.»—Ιερεμ. 36:1-3.
6. Ποιος ανέγνωσε δημοσίως το κείμενον της προφητείας, πώς και πότε;
6 Ο Ιερεμίας υπαγόρευσε το άγγελμα του Ιεχωβά στον γραμματέα του Βαρούχ. Λόγω αδυναμίας του Ιερεμία να μεταβή ο ίδιος την εποχή εκείνη, είπε στον Βαρούχ να μεταφέρη το γραπτό άγγελμα στο ναό στην Ιερουσαλήμ και να το αναγνώση μεγαλοφώνως σε όλους εκείνους που θα ευρίσκοντο εκεί την ημέρα της νηστείας. Η ημέρα αυτή της νηστείας είχε καθορισθή εννέα ή περισσοτέρους μήνες αφότου ο Ιερεμίας άρχισε να υπαγορεύη και να παράγη τον ρόλο. Καθώς ο Βαρούχ θαρραλέα εδιάβαζε την προφητεία στην άνω αυλή του ναού, στην είσοδο της νέας πύλης του ναού, ο Μιχαΐας ο υιός του Άρχοντος Γεμαρίου ήταν εκεί και άκουε.
ΚΑΥΣΙΣ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ
7. (α) Πώς αντέδρασαν οι άρχοντες, όταν άκουσαν ν’ αναγινώσκεται η προφητεία; (β) Ποια ερώτησις ηγέρθη τώρα σχετικά με τον Βασιλέα Ιωακείμ;
7 Ο Μιχαΐας ανέφερε το ζήτημα, και ο Βαρούχ εκλήθη ενώπιον των αρχόντων ν’ αναγνώση σ’ αυτούς την προφητεία. Κατόπιν πήραν τον ρόλο και είπαν στον Βαρούχ και τον κύριό του τον Ιερεμία να κρυφθούν. Μόλις άκουσε για τον προφητικό ρόλο, ο Βασιλεύς Ιωακείμ τον εζήτησε. Θα άκουε τώρα ο βασιλεύς και θα τιμούσε την προφητεία ή θα έδειχνε υψηλοφροσύνη ενεργώντας εναντίον εκείνου, που τώρα δεν ήταν μόνο λόγος που ελαλήθη, αλλ’, επίσης, ήταν ο εμπνευσμένος γραπτός λόγος του Θεού;
8. (α) Πώς αντέδρασε ο βασιλεύς πίνοντας αυτό το προφητικό «ποτήριον»; (β) Πώς ο Ιωακείμ εξεδήλωσε μεγάλη υψηλοψροσύνη με τις πράξεις του σ’ αυτή την περίπτωσι;
8 Όλοι οι άρχοντες στάθηκαν γύρω καθώς ο Ιουδεί διάβαζε τον ρόλο. «Ο δε βασιλεύς εκάθητο εν τω οίκω τω χειμερινώ, εν τω εννάτω μηνί [Νοέμβριος-Δεκέμβριος], και ήτο έμπροσθεν αυτού εστία καίουσα. Και καθώς ο Ιουδεί ανεγίνωσκε τρεις και τέσσαρες σελίδας, εκείνος έκοπτεν αυτό δια του μαχαιριδίου του γραμματέως, και έρριπτεν εις το πυρ το επί της εστίας.» Τρεις από τους άρχοντας ικέτευσαν τον βασιλέα να μη καύση τον ρόλο του Ιερεμία, αλλ’ αυτός δεν τους επρόσεξε· όλος ο ρόλος εκάη. Έτσι ο Ιωακείμ έφθασε στο κατακόρυφο της υψηλοφροσύνης του εναντίον του Ιεχωβά, προχωρώντας μέχρι του σημείου να καύση πραγματικά τον γραπτό λόγο του Θεού. Ο Ιωακείμ μάλιστα προσπάθησε να συλλάβη τον Ιερεμία και τον Βαρούχ, αλλά ματαίως. «Ο Ιεχωβά έκρυψεν αυτούς.»—Ιερεμ. 36:4-26, ΜΝΚ.
9. (α) Τι προσέταξε τότε ο Ιεχωβά τον Ιερεμίαν να κάμη, και ποια ήταν η κρίσις πάνα στον Ιωακείμ; (β) Ποιο μάθημα θα έπρεπε να διδαχθούν τα έθνη από αυτό το γεγονός;
9 Στην προκειμένη περίπτωσι εδόθη ένα μάθημα που θα έπρεπε να δείξη στα έθνη, τα οποία προσπαθούν να καταστρέψουν τον λόγο του Θεού με το να τον καίουν ή με το να τον ξεσχίζουν ή ν’ απαγορεύουν την κυκλοφορία του στην επικράτειά των, ότι οι προσπάθειές των είναι μάταιες και τελείως άκαρπες· ότι ο λόγος του Ιεχωβά παραμένει για πάντα και δεν μπορεί να καταστραφή από πονηρούς ανθρώπους. Ο Ιεχωβά είπε στον Ιερεμία: «λάβε πάλιν εις σεαυτόν άλλον τόμον, και γράψον επ’ αυτώ πάντας τους προτέρους λόγους, οίτινες ήσαν εν τω πρώτω τόμω, τον οποίον κατέκαυσεν Ιωακείμ ο βασιλεύς του Ιούδα· και προς τον Ιωακείμ, τον βασιλέα του Ιούδα, θέλεις ειπεί, Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Συ κατέκαυσας τον τόμον τούτον, λέγων, Δια τι έγραψας εν αυτώ, λέγων, Ο βασιλεύς της Βαβυλώνος θέλει ελθεί εξάπαντος, και θέλει εξολοθρεύσει την γην ταύτην, και κάμει να εκλείψη απ’ αυτής άνθρωπος και κτήνος; Δια τούτο ούτω λέγει Ιεχωβά περί του Ιωακείμ του βασιλέως του Ιούδα· Δεν θέλει έχει καθήμενον επί του θρόνου του Δαβίδ· και το πτώμα αυτού θέλει εκριφθή την ημέραν εις το καύμα, και την νύκτα εις τον παγετόν και θέλω παιδεύσει αυτόν, και το σπέρμα αυτού, και τους δούλους αυτού, δια την ανομίαν αυτών· και θέλω φέρει επ’ αυτούς, και επί τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ, και επί τους ανθρώπους του Ιούδα, πάντα τα κακά τα οποία ελάλησα προς αυτούς, και δεν ήκουσαν.»
10. Όταν η προφητεία εγράφη εκ νέου, τι προσετέθη στο συμβολικό «ποτήριον»;
10 Ο Ιερεμίας υπήκουσε. Υπαγόρευσε στον γραμματέα του «πάντας τους λόγους του βιβλίου, το οποίον κατέκαυσεν εν πυρί Ιωακείμ ο βασιλεύς του Ιούδα· και έτι προσετέθησαν εις αυτούς πολλοί λόγοι παρόμοιοι.»—Ιερεμ. 36:27-32, ΜΝΚ· 45:1-5.
Ο ΙΟΥΔΑΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΥΠΟΤΕΛΗΣ ΣΤΗΝ ΒΑΒΥΛΩΝΑ
11. (α) Σε ποιο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ συνέβη αυτό; Σε ποιο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ; (β) Τον καιρό εκείνο είχαν αρχίσει τα τρία έτη αιχμαλωσίας του Ιωακείμ στη Βαβυλώνα; (γ) Πώς το βασίλειο του Ιούδα άρχισε να υφίσταται τιμωρία πριν λήξη η βασιλεία του Ιωακείμ;
11 Αυτό συνέβη κατά το τέλος του πέμπτου έτους της βασιλείας του Βασιλέως Ιωακείμ και το δεύτερο έτος του Ναβουχοδονόσορ, ή το 624 π.Χ. Ο Βασιλεύς της Βαβυλώνος Ναβουχοδονόσορ δεν είχε ακόμη ελθεί εναντίον της Ιερουσαλήμ, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι ο Ιωακείμ έφερε αντίρρησι στην προφητεία του Ιερεμία που προέλεγε την επίθεσι του Ναβουχοδονόσορ. (Ιερεμ. 36:9, 29) Αυτό μας βοηθεί να κατανοήσωμε τον χρόνο που συνέβησαν τα γεγονότα που αναφέρονται στο 2 Βασιλέων 24:1-6: «Εν ταις ημέραις αυτού ανέβη Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, και ο Ιωακείμ έγεινε δούλος αυτού τρία έτη· έπειτα εστράφη, και απεστάτησε κατ’ αυτού. Και απέστειλεν ο Ιεχωβά εναντίον αυτού τα τάγματα των Χαλδαίων, και τα τάγματα των Συρίων, και τα τάγματα των Μωαβιτών, και τα τάγματα των υιών Αμμών, και απέστειλεν αυτούς εναντίον του Ιούδα, δια να καταστρέψωσιν αυτόν· κατά τον λόγον του Ιεχωβά, τον οποίον ελάλησε δια χειρός των δούλων αυτού, των προφητών. Τω όντι κατά προσταγήν του Ιεχωβά έγεινε τούτο εις τον Ιούδαν . . . Και εκοιμήθη ο Ιωακείμ μετά των πατέρων αυτού, και εβασίλευσεν αντ’ αυτού Ιωαχείν ο υιός αυτού.»
12. Ποια συμπεράσματα μπορούμε να βγάλωμε όσον αφορά το πότε ο Ναβουχοδονόσορ ήλθε εναντίον της Ιερουσαλήμ την πρώτη φορά; τη δευτέρα φορά;
12 Δεν συνέβη το 628 π.Χ., το οποίον ήταν το πρώτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ, αλλά το 620 π.Χ., που ο Βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ έκαμε τον Ιωακείμ υποτελή ή δούλον του. Το τρίτον έτος της υποτέλειας αυτής (όχι το τρίτον έτος της βασιλείας του, αλλά το ενδέκατο έτος), ο Ιωακείμ εστασίασε και έπαυσε να πληρώνη φόρον υποτελείας στη Βαβυλώνα. Τότε ήλθε ο Ναβουχοδονόσορ για δεύτερη φορά για να τιμωρήση τον Ιωακείμ. Αυτό συνέβη το 618 π.Χ.—Βλέπε Λεξικόν της Γραφής Χάρπερ, υπό Μ. Σ. και Ι. Λ. Μίλλερ, έκδοσις 1952, σελίς 306, κάτω από το όνομα «Ιωακείμ».
13. (α) Ποια ήταν η πρόθεσις του Ναβουχοδονόσορ απέναντι στον Ιωακείμ κατά τον καιρό της δευτέρας ελεύσεώς του εναντίον της Ιερουσαλήμ; (β) Επραγματοποιήθη αυτή η πρόθεσις; Εξηγήστε.
13 Η προφητεία του Θεού έλεγε για τον Ιωακείμ: «Θέλει ταφή ταφήν όνου, συρόμενος και ριπτόμενος πέραν των πυλών της Ιερουσαλήμ.» (Ιερεμ. 22:18, 19· 36:30) Η πρόθεσις του Ναβουχοδονόσορ ήταν να μεταφέρη τον Βασιλέα Ιωακείμ ζώντα και δέσμιο στη Βαβυλώνα ως αιχμάλωτο, όπως αναφέρεται εις 2 Χρονικών 36:6: «Ανέβη εναντίον αυτού Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, και έδεσεν αυτόν με αλύσεις, δια να φέρη αυτόν εις Βαβυλώνα.» Ο Ιωακείμ, όμως, ουδέποτε συνελήφθη αιχμάλωτος από τον Ναβουχοδονόσορ ούτε και έκαμε ειρήνη μαζί του, αλλ’ απέθανε μέσα στην Ιερουσαλήμ. Η Γραφή δεν αποκαλύπτει πώς. Για τα «βδελύγματα αυτού όσα έκαμε», το σώμα του ερρίφθη έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ.—2 Χρον. 36:8.
ΑΙΧΜΑΛΩΣΙΑ ΤΩΝ ΚΥΡΙΩΤΕΡΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ
14. (α) Πώς μπορούμε να εναρμονίσωμε την άνοδο του Ιωαχείν στο θρόνο με τους λόγους που βρίσκονται στο Ιερεμίας 36:30; (β) Το όγδοο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ, όταν ο Ιωαχείν συνελήφθη αιχμάλωτος, πότε άρχισε και πότε έληξε;
14 Ο Ιωαχείν ο υιός του εβασίλευσε μόνο τρεις μήνες και δέκα ημέρες, μια περίοδο χρόνου τόσο μικρή ώστε να μη συμπεριληφθή καν στους λόγους του Ιεχωβά στον Ιερεμία 36:30. (2 Χρον. 36:9, 10) «Κατ’ εκείνον τον καιρόν, . . . ήλθε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος κατά της πόλεως, και οι δούλοι αυτού επολιόρκουν αυτήν. Και εξήλθεν ο Ιωαχείν βασιλεύς του Ιούδα προς τον βασιλέα της Βαβυλώνος, . . . και συνέλαβεν αυτόν ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, εν τω ογδόω έτει της βασιλείας αυτού.» Το όγδοο έτος της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ άρχιζε από τον πρώτο μήνα του Ιουδαϊκού ημερολογίου, τον Νισάν, την πρώτη ημέρα, κι έφθανε ως τον δωδέκατο μήνα των Αδάρ, την 29η ημέρα. Η τελευταία αυτή ημέρα αντιστοιχούσε, στο Γρηγοριανό ημερολόγιο, με την 19η Μαρτίου του 617 π.Χ.
15. Ποίας εκτάσεως ήταν η εξορία των Ιουδαίων την εποχή εκείνη, και πώς συνεχίσθη η βασιλεία στην Ιερουσαλήμ;
15 Από αυτή την αιχμαλωσία «δεν έμεινεν ειμή το πτωχότερον μέρος του λαού της γης. Και μετώκισε τον Ιωαχείν εις την Βαβυλώνα· και την μητέρα του βασιλέως, και τας γυναίκας του βασιλέως, και τους ευνούχους αυτού, και τους δυνατούς της γης, έφερεν αιχμαλώτους εξ Ιερουσαλήμ εις την Βαβυλώνα. . . . Και έκαμεν ο βασιλεύς της Βαβυλώνος βασιλέα, αντ’ αυτού, Ματθανίαν τον αδελφόν του πατρός αυτού, και μετήλλαξε το όνομα αυτού εις Σεδεκίαν.»—2 Βασ. 24:8-17.
16. (α) Πότε λέγει ο Δανιήλ ότι συνέβη η πολιορκία της Ιερουσαλήμ; (β) Με ποια έννοια ήταν αυτό το τρίτο έτος του βασιλέως του Ιούδα, και ποιο έτος ήταν στην πραγματικότητα; (γ) (υποσημείωσις) Πώς το ανωτέρω επιχείρημα επιβεβαιώνεται από τον Ιώσηπο όσον αφορά τον χρόνο της μερικής εξορίας;
16 Ήταν αυτό το γεγονός για το οποίον ο προφήτης Δανιήλ έγραψε: «Εν τω τρίτω έτει της βασιλείας του Ιωακείμ, βασιλέως του Ιούδα, ήλθε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος εις Ιερουσαλήμ, και επολιόρκησεν αυτήν.» (Δαν. 1:1) Αυτό το «τρίτον έτος» υποτελείας στην Βαβυλώνα θα ήταν το ενδέκατο έτος ολοκλήρου της βασιλείας του Ιωακείμ και θα έληγε στις 29 του μηνός Αδάρ, ή 19 Μαρτίου, 617 π.Χ. Πέθανε πριν συμπληρώση το ενδέκατο έτος του.a
17. (α) Ποια σημαντικά γεγονότα δεν μπορεί να λεχθή ότι συνέβησαν το έτος 625 π.Χ.; (β) Μπορεί να λεχθή ότι τα εβδομήντα έτη της ερημώσεως που προελέχθησαν από τον Ιερεμία (25:11) άρχισαν το 617 π.Χ.; Γιατί; (γ) (υποσημείωσις) Με ποια έννοια μπορεί το γεγονός που αναφέρεται στον Ιερεμία 52:28 να είναι το «έβδομον έτος» και ταυτοχρόνως το «όγδοον έτος» της βασιλείας του Ναβουχοδονόσορ, όπως φαίνεται στο 2 Βασιλέων 24:12; (δ) (υποσημείωσις) Πώς αυτό βοηθεί να εναρμονισθή η έκφρασις «δέκατον όγδοον έτος», στο Ιερεμίας 52:29, και «δέκατον ένατον έτος», στο 2 Βασιλέων 25:8;
17 Έτσι, λοιπόν, η εξορία και αιχμαλωσία και μέρους ακόμη των Ιουδαίων στη Βαβυλώνα δεν άρχισε το 625 π.Χ., κατά το τέλος του τρίτου έτους ανεξαρτήτου διακυβερνήσεως του Βασιλέως Ιωακείμ στην Ιερουσαλήμ. Ομοίως, η εβδομηκονταετής περίοδος, η οποία είχε προλεχθή από τον προφήτη Ιερεμία, δεν άρχισε το έτος εκείνο, 625 π.Χ. Η προφητεία ότι η γη του Ιούδα θα εγύριζε άνω κάτω σαν ένα σκεύος και θα εκενώνετο από όλους τους κατοίκους της βεβαίως δεν είχε εκπληρωθή τότε. Ακόμη και οκτώ χρόνια αργότερα, το 617 π.Χ., την εποχή της αιχμαλωσίας του Ιωαχείν μαζί με τα κυριώτερα πρόσωπα της Ιερουσαλήμ, μόνο ένα μικρό τμήμα του λαού είχε παραληφθή. Η μεγάλη πλειονότης του λαού εξακολουθούσε να κατοική στην Ιερουσαλήμ και στις πόλεις του Ιούδα, και η γη δεν είχε καθόλου αφεθή μια ακατοίκητη ερήμωσις.b
18. (α) Πώς τα ανωτέρω επιχειρήματα μας εμποδίζουν από το να κάνωμε το ίδιο λάθος που κάνουν οι χρονολόγοι του «Χριστιανικού κόσμου»; (β) Τι είναι εκείνο που τους ωδήγησε εσφαλμένα;
18 Λόγω ακριβώς του λάθους αυτού της χρονολογήσεως της ενάρξεως της εβδομηκονταετούς περιόδου της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ και της γης Ιούδα, αφού ο Βασιλεύς Ιωακείμ εβασίλευσε στην Ιερουσαλήμ μόνο τρία χρόνια, οι χρονολόγοι του «Χριστιανικού κόσμου» μετετόπισαν το πρόγραμμα χρόνου της ιστορίας τουλάχιστον κατά δέκα εννέα χρόνια εκτός της θέσεώς του, συντομεύοντας έτσι το ρεύμα του χρόνου κατά τόσα χρόνια. Αυτό το κάνουν, διότι προσπαθούν να εναρμονίσουν τη Βιβλική αφήγησι με τον αστρονομικό Κανόνα του Κλαυδίου Πτολεμαίου, ενός Αλεξανδρινού ή Αιγυπτίου αστρονόμου του δευτέρου αιώνος μετά Χριστόν, του οποίου, όμως, το αστρονομικό σύστημα έχει προ πολλού ανατραπή. Σ’ αυτό δεν συμβαδίζομε με αυτούς τους αστρολόγους.
19. (α) Ποια διευθέτησι όσον αφορά τη βασιλεία του Ιούδα έκαμε ο Ναβουχοδονόσορ τον καιρό της αιχμαλωσίας το 617 π.Χ.; (β) Ώστε πότε επρόκειτο να έλθη η ερήμωσις του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ;
19 Έτσι, κατά την αιχμαλωσία αυτή του 617 π.Χ., η έναρξις της ερημώσεως του Ιούδα ώφειλε ν’ αναμείνη μέχρι του ενδεκάτου έτους του τελευταίου βασιλέως του Ιούδα, του Σεδεκία, ο οποίος είχε τεθή υπό όρκον υποταγής από τον Ναβουχοδονόσορ.—2 Χρον. 36:13· Ιεζ. 17:2-14.
ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ ΠΟΤΗΡΙΟΝ ΘΥΜΟΥ ΠΡΟΣΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΗ ΒΑΒΥΛΩΝΑ
20. (α) Πώς ο ψευδοπροφήτης Ανανίας αντετάχθη στον Ιερεμία; (β) Ποια πολιτική επίσκεψι έκαμε ο Σεδεκίας; (γ) Ενώπιον τίνος ως κυβερνήτου της Βαβυλώνος φαίνεται ότι ενεφανίσθη ο Σεδεκίας; (δ) Πώς ο Ιερεμίας επωφελήθη από την επίσκεψι του Σεδεκία στη Βαβυλώνα;
20 Ο υψηλόφρων Βασιλεύς Ιωακείμ απέθανε ένα επονείδιστο θάνατο. Ο ευπειθής ιερεύς Ιερεμίας, όμως, παρέμεινε στη ζωή όπως προφητεύη για τον Ιεχωβά. Το τέταρτο έτος της βασιλείας του Σεδεκία, ή το 614 π.Χ., ο Ιερεμίας έγραψε μια προφητεία εκθέτοντας λεπτομερώς την επικείμενη πτώσι της Βαβυλώνος. Ήταν σε αντίθεσι με την προφητεία, που έκαμε ο ψευδοπροφήτης Ανανίας για να εκμηδενίση το αποτέλεσμα της προφητείας του Ιερεμία εναντίον της Ιερουσαλήμ. (Ιερεμ. 28:1-4) Το ίδιο εκείνο έτος ο Βασιλεύς Σεδεκίας, μαζί με τον κοιτωνάρχη του Σεραΐαν, επεσκέφθη την Βαβυλώνα για πολιτικούς λόγους, αναμφιβόλως για να καθησυχάση τον βασιλέα της Βαβυλώνος, κομίζοντας αυτοπροσώπως τον φόρο που ωφείλετο στον Ναβουχοδονόσορ. Τον καιρό εκείνο φαίνεται ότι κυβερνήτης της πόλεως της Βαβυλώνος ήταν κάποιος Ναβονίδης, στον οποίον ο βασιλεύς Ναβουχοδονόσορ εσκόπευε να δώση για σύζυγο την ευνοούμενη κόρη του Νίτοκριν.c Ο Ιερεμίας επωφελήθη από την επίσκεψι του Σεδεκία για να δώση στον Σεραΐα τον ρόλο, που περιείχε την προφητεία για την πτώσι της Βαβυλώνος, ώστε να την αναγνώση μεγαλοφώνως στη Βαβυλώνα. Μας λέγει τα εξής:
21. Μέσω τίνος και με ποιους λόγους και πράξεις προσέφερε ο Ιερεμίας κατά ένα συμβολικό τρόπο το ποτήριον του θυμού του Ιεχωβά στη Βαβυλώνα;
21 «Έγραψε δε ο Ιερεμίας εν ενί βιβλίω πάντα τα κακά, τα οποία έμελλον να έλθωσιν επί την Βαβυλώνα . . . Και είπεν ο Ιερεμίας προς τον Σεραΐαν, Όταν ελθης εις την Βαβυλώνα, και ίδης, και ανάγνωσης πάντας τους λόγους τούτους, τότε θέλεις ειπεί, Ιεχωβά, συ ελάλησας κατά του τόπου τούτου, δια να εξολοθρεύσης αυτόν, ώστε να μη υπάρχη ο κατοικών εν αυτώ, από ανθρώπου έως κτήνους, αλλά να ήναι ερήμωσις αιωνία. Και αφού τελειώσης αναγινώσκων το βιβλίον τούτο, θέλεις δέσει επ’ αυτό λίθον, και ρίψει αυτό εις το μέσον του Ευφράτου· και θέλεις ειπεί, Ούτω θέλει βυθισθή η Βαβυλών, και δεν θέλει σηκωθή εκ των κακών, τα οποία εγώ θέλω φέρει επ’ αυτήν και οι Βαβυλώνιοι θέλουσιν εξασθενήσει.»—Ιερεμ. 51:59-64, ΜΝΚ.
22. Πώς μαθαίνομε από τα γεγονότα, των οποίων έγινε ανασκόπησις, την αλήθεια του 1 Κορινθίους 10:12;
22 Από τα γεγονότα αυτά των τελευταίων ημερών του βασιλείου του Ιούδα, με βασιλείς της γραμμής του Δαβίδ καθήμενους επί του θρόνου του Ιεχωβά στην Ιερουσαλήμ, διδασκόμεθα το εξής μάθημα: «Ο νομίζων ότι ίσταται, ας βλέπη μη πέση.» (1 Κορ. 10:12) Η Ιερουσαλήμ, η πόλις του μεγάλου Βασιλέως, που είχε τόσο πλουσίως ευλογηθή από τον Ιεχωβά Θεό, που είχε προστατευθή από αυτόν, ακόμη και επί πολλά έτη ύστερ’ από την πτώσι του αδελφικού βασιλείου της Σαμαρείας, έφθασε σ’ ένα κατακόρυφο υψηλοφροσύνης και υπερηφανείας, προχωρώντας ακόμη και ως το σημείο να καύση τον γραπτό λόγο του Ιεχωβά Θεού. Ύστερ’ απ’ αυτό ολόκληρο το έθνος άρχισε να παρακμάζη ταχύτατα και να σκοντάφτη σοβαρά ως το σημείο να χάση την ελευθερία του και να έλθη κάτω από δουλεία σ’ ένα ειδωλολάτρη βασιλέα, με επικείμενη την πτώσι και πλήρη ερήμωσί του. Το πώς αυτό συνέβη θα συζητηθή στις αμέσως επόμενες εκδόσεις του περιοδικού αυτού.
23. Πώς η αφήγησις, ιδιαίτερα όσον αφορά τον Ιωακείμ και το αποτέλεσμα της καύσεως από αυτόν του βιβλίου της προφητείας, παρηγορεί τον λαό του Ιεχωβά σήμερα;
23 Οι κυβερνήσεις, που καίουν τις Γραφές, κι εκείνες, που προσπαθούν να καταστρέψουν τον λόγο του Θεού, τη Γραφή, ή που προσπαθούν να τον κρατήσουν μακριά από τον λαό με το να τον θέτουν υπό απαγόρευσιν και να συλλαμβάνουν τους κατόχους Γραφών, και να διώκουν εκείνους, οι οποίοι πιστεύουν και κηρύττουν το άγγελμά της, θα σκοντάψουν σοβαρώς, και, λόγω υπερηφανείας και υψηλοφροσύνης εναντίον του Ιεχωβά, σύντομα θα πέσουν και θα συντριβούν σε μια ερήμωσι, από την οποίαν ποτέ πια δεν θα μπορέσουν ν’ αναλάβουν.
[Υποσημειώσεις]
a Σε αρμονία με αυτό, ο Ιώσηπος στην Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίο 10, κεφάλαιο 6, λέγει, εν μέρει: «Το τέταρτο έτος του Ιωακείμ, ένας, που ελέγετο Ναβουχοδονόσορ, ανέλαβε την κυβέρνησι των Βαβυλωνίων και συγχρόνως ξεκίνησε μ’ ένα μεγάλο στράτευμα προς την πόλι Χαρκεμίς, που ήταν επί του Ευφράτου· κατόπιν μιας αποφάσεως που είχε λάβει να πολεμήση τον Νεχαώ βασιλέα της Αιγύπτου, κάτω από τον οποίον ευρίσκετο τότε όλη η Συρία. . . . Όταν, όμως, ο Ναβουχοδονόσορ είχε ήδη βασιλεύσει τέσσερα χρόνια, ήταν δε το όγδοον έτος της βασιλείας του Ιωακείμ επί των Εβραίων, ο βασιλεύς της Βαβυλώνος έκαμε μια εκστρατεία με ισχυρές δυνάμεις εναντίον των Ιουδαίων, και ζήτησε φόρον υποτελείας από τον Ιωακείμ· διετύπωσε την απειλή ότι αν αρνηθή θα κηρύξη πόλεμον εναντίον του. Αυτός εφοβήθη από αυτή την απειλή, και αγόρασε την ειρήνη του με χρήματα· και έφερε τον φόρο, που διετάχθη να φέρη επί τρία χρόνια.
»Αλλά το τρίτο έτος, ακούοντας ότι ο βασιλεύς της Βαβυλώνος έκαμε μια εκστρατεία εναντίον των Αιγυπτίων, δεν επλήρωσε φόρο· απογοητεύθηκε όμως από την ελπίδα του, διότι οι Αιγύπτιοι δεν ετόλμησαν να πολεμήσουν την εποχή εκείνη. . . .
»Λίγον καιρό αργότερα, ο βασιλεύς της Βαβυλώνος έκαμε μια εκστρατεία εναντίον του Ιωακείμ . . . και έκαμε τον υιό του Ιωαχείν βασιλέα της χώρας, και της πόλεως· έλαβε, επίσης, τα κυριώτερα πρόσωπα που είχαν αξίωμα ως αιχμαλώτους, τρεις χιλιάδες τον αριθμό, και τους ωδήγησε στη Βαβυλώνα. Μεταξύ αυτών ήταν και ο προφήτης Ιεζεκιήλ, ο οποίος ήταν τότε πολύ νέος. Και αυτό ήταν το τέλος του βασιλέως Ιωακείμ, όταν είχε ζήσει τριάντα έξη χρόνια και εβασίλευσε ένδεκα. Τον διεδέχθη, όμως, στη βασιλεία ο Ιωαχείν . . .» [Βλέπε, επίσης, Ιεζ. 1:1-3.]
b Στον Ιερεμία 52:28 διαβάζομε: «Ούτος είναι ο λαός, τον οποίον μετώκισεν ο Ναβουχοδονόσορ· εν τω εβδόμω έτει, τρεις χιλιάδας και εικοσιτρείς Ιουδαίους.» Αυτό το ‘έβδομο έτος ‘μπορεί να σημαίνη το έβδομο έτος μετά το έτος της νίκης του εναντίον του Φαραώ Νεχαώ στο Χαρκεμίς το 625 π.Χ., διότι μετά την νίκη του στη θέσι εκείνη ο Ναβουχοδονόσορ έθεσε όλη την Παλαιστίνη υπό το έλεός του. Αναφέροντας τι ακολούθησε μετά από αυτό, το εδάφιο 2 Βασιλέων 24:7 λέγει: «Ο δε βασιλεύς της Αιγύπτου δεν εξήλθε πλέον εκ της γης αυτού· διότι ο βασιλεύς της Βαβυλώνος έλαβεν, από του ποταμού της Αιγύπτου μέχρι του ποταμού Ευφράτου, πάντα όσα ήσαν του βασιλέως της Αιγύπτου.»
Επομένως, με μια ειδική απειλή προς την Ιερουσαλήμ και τον Ιούδα, η βασιλεία του Ναβουχοδονόσορ ως βασιλέως της Βαβυλώνος μπορούσε να υπολογισθή ότι άρχισε το 624 π.Χ. ή το έτος μετά τη νίκη του εναντίον του Φαραώ Νεχαώ στο Χαρκεμίς. Από αυτή την άποψι το «έβδομο έτος», που αναφέρεται στον Ιερεμία 52:28, θα μπορούσε να είναι το 618-617 π.Χ., που ήταν, επίσης, το ενδέκατο έτος του βασιλέως της Ιερουσαλήμ Ιωακείμ. Από τότε, όμως, που ο Ναβουχοδονόσορ πράγματι άρχισε να βασιλεύη στη Βαβυλώνα, το 618-617 π.Χ., θα ήταν το «όγδοο έτος» της βασιλείας του. (2 Βασιλέων 24:12) Έτσι, λοιπόν, το όγδοο έτος της βασιλείας του στη Βαβυλώνα μετέφερε πραγματικά στην εξορία τους άνω αναφερομένους 3.023 Ιουδαίους, προφανώς μη υπολογιζομένων των συζύγων και οικογενειών των, που αριθμούντο κατά χιλιάδες.—2 Βασ. 24:14-16.
Παραλλήλως προς τα ανωτέρω, το «δέκατον όγδοον έτος» του Ναβουχοδονόσορ, που αναφέρεται στον Ιερεμία 52:29, πρέπει να ήταν το «δέκατον όγδοον έτος» της κυριαρχίας του πάνω στην Παλαιστίνη, αλλά το «δέκατον ένατον έτος» ολοκλήρου της βασιλείας του στη Βαβυλώνα, καθώς αναφέρεται στο 2 Βασιλέων 25:8.
c Βλέπε το βιβλίον του Γ. Ρ. Ταμπουί με τον τίτλο «Ναβουχοδονόσορ», και το τέταρτο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Η Πρεσβεία του Σεδεκία», ιδιαίτερα τις σελίδες 96-99.
[Εικόνα στη σελίδα 56]
Ο Ιωακείμ καίει τον γραπτό Λόγο του Θεού