Λήξις των «Καιρών των Εθνών»
1. Τι δείχνει ο Παύλος εις Εβραίους 10:12, 13 για την αναμονή του Χριστού;
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Παύλος δείχνει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν άρχισε την υποσχεμένη παρουσία του στο τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος το 70 μ.Χ. Σαράντα μέρες μετά την ανάστασί του, ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό, εκάθησε εκεί στα δεξιά του Θεού και άρχισε να περιμένη ώσπου να τελειώσουν οι «καιροί των εθνών». Σχετικά ο απόστολος λέγει: «Αλλ’ αυτός αφού προσέφερε μίαν θυσίαν υπέρ αμαρτιών, εκάθισε διαπαντός εν δεξιά του Θεού, προσμένων του λοιπού εωσού τεθώσιν οι εχθροί αυτού υποπόδιον των ποδών αυτού.»—Εβραίους 10:12, 13.
2. Γιατί η αναμονή του δεν έληξε το 70 (μ.Χ.); Πώς αποδεικνύεται αυτό;
2 Σημειώστε τώρα γιατί ο χρόνος της αναμονής του Ιησού στα δεξιά του Θεού δεν ετελείωσε μαζί με το τέλος του Ιουδαϊκού συστήματος πραγμάτων το 70 μ.Χ. Δεν ετελείωσε διότι οι «καιροί των Εθνών» δεν έληξαν τότε αλλά είχαν συνέχεια. Αυτό τονίζεται από το ότι στο έτος 70 η Ιερουσαλήμ κατεστράφη για δεύτερη φορά από τους Εθνικούς. Ότι η καταστροφή της εσήμαινε τη συνέχισι των καιρών των Εθνών επί ένα μακρό χρονικό διάστημα μετά το 70 μ.Χ., το εξήγησε ο Ιησούς στην προφητεία του, λέγοντας: «Θέλει είσθαι μεγάλη στενοχωρία επί της γης, και οργή κατά του λαού τούτου. Και θέλουσι πέσει εν στόματι μαχαίρας, και θέλουσι φερθή αιχμάλωτοι, εις πάντα τα έθνη· και η Ιερουσαλήμ θέλει είσθαι πατουμένη υπό εθνών, εωσού εκπληρωθώσιν οι καιροί των εθνών.» (Λουκάς 21:23, 24) Με την ανάληψι εκεί της πλήρους κυριαρχίας της γης από τους Εθνικούς, οι εχθροί του Ιησού δεν έγιναν υποπόδιον των ποδών του τότε. Προφανώς αυτός δεν κατέβαλε τότε προσπάθεια να τους κάμη υποπόδιόν του, αλλά τους άφησε να καταστρέψουν την Ιερουσαλήμ στην οποία ο Ιεχωβά Θεός είχε άλλοτε θέσει το όνομά του, στο ναό του. Αφού ο Ιησούς Χριστός δεν μπορούσε να αναλάβη τη βασιλεία του και να αρχίση τη βασιλική του παρουσία, και να κυβερνά εν μέσω των εχθρών του, πριν από το τέλος των «καιρών των Εθνών», έπεται ότι η παρουσία του στο τέλος του κόσμου, για το οποίον επροφήτευσε, δεν έλαβε χώραν το 70 μ.Χ. Η παρουσία του εν τη δυνάμει της Βασιλείας άρχισε το 1914 μ.Χ. Αυτό ήταν το έτος του Ιεχωβά για να φέρη σε γέννησι τη βασιλεία του.
3. Γιατί λέμε τόσο θετικά ότι το 1914 σημειώνει τη γέννησι της Βασιλείας;
3 Η βασιλεία του Ιεχωβά δια του Χριστού του είναι μια ουράνια κυβέρνησις, και η εγκατάστασις του Χριστού του πρέπει να λάβη χώραν στους αοράτους ουρανούς. Γιατί, λοιπόν, λέμε με τόση θετικότητα ότι το 1914 σημειώνει την έναρξι της Βασιλείας και επομένως την έναρξι της δευτέρας παρουσίας του Χριστού; Διότι το 1914 οι «καιροί των Εθνών» ετελείωσαν. Επίσης, γιατί αυτό πρέπει να καθορίση τη χρονολογία του να ‘γίνη η βασιλεία του κόσμου Κυρίου του Θεού και του Χριστού αυτού’; Γιατί αυτή πρέπει να είναι η χρονολογία για να αναλάβη ο Ιεχωβά Θεός ο Παντοκράτωρ τη μεγάλη του δύναμι και να αρχίση να βασιλεύη σχετικά με τη γη μας; (Αποκάλυψις 11:15-17) Διότι όταν άρχισαν οι «καιροί των Εθνών», ο Ιεχωβά Θεός άφησε την τυπική του βασιλεία στη γη να ανατραπή από τις κοσμικές Εθνικές δυνάμεις. Αυτοί οι «καιροί των Εθνών» δεν άρχισαν με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τις Ρωμαϊκές λεγεώνες υπό τον στρατηγό Τίτο το 70 μ.Χ. Αν οι «καιροί των Εθνών» συνεχίσθηκαν μετά το 70 μ.Χ. διότι η Ιερουσαλήμ υπέστη τότε τη δευτέρα της καταστροφή, λογικώς οι «καιροί των Εθνών» πρέπει να άρχισαν πραγματικά το 607 π.Χ. Το έτος αυτό η Ιερουσαλήμ κατεστράφη για πρώτη φορά από τους Εθνικούς, από τα Βαβυλωνιακά στρατεύματα του Αυτοκράτορος Ναβουχοδονόσορος. Καταπατήθηκε κάτω από την πτέρνα των Εθνικών και ποτέ έπειτα δεν ανέκτησε απόλυτη ανεξαρτησία από την εξουσία των Εθνών υπό ένα κυβερνήτην της γραμμής του Βασιλέως Δαβίδ, ακόμη και αφού αυτή και ο ναός της ανοικοδομήθηκαν εβδομήντα χρόνια αργότερα, το 537 π.Χ.
4. Γιατί οι καιροί των ΕΘΝΩΝ πρέπει να άρχισαν το 607 π.Χ.;
4 Όταν για πρώτη φορά κατεστράφη η Ιερουσαλήμ το 607 π.Χ., τότε ακριβώς εξετελέσθη η διαταγή του Θεού σχετικά με τα σύμβολα της ενεργού βασιλικής εξουσίας, το διάδημα και το στέμμα: «Και συ, βέβηλε ασεβή, [Σεδεκία] ηγεμών του Ισραήλ, του οποίου ήλθεν η ημέρα, ότε η ανομία έφθασεν εις πέρας, ούτω λέγει Κύριος ο Ιεχωβά· Σήκωσον το διάδημα, και αφαίρεσον το στέμμα· αυτό δεν θέλει είσθαι τοιούτον· ο ταπεινός θέλει υψωθή, και ο υψηλός θέλει ταπεινωθή. Θέλω ανατρέψει, ανατρέψει, ανατρέψει αυτό, και δεν θέλει υπάρχει εωσού έλθη εκείνος εις ον ανήκει· και εις τούτον θέλω δώσει αυτό.» (Ιεζεκιήλ 21:25-27, Αμερικανική Στερεότυπη Μετάφρασις) Ο βασιλεύς, στον οποίον είχαν απευθυνθή οι λόγοι αυτοί, ήταν από τη βασιλική γραμμή του Δαβίδ μέσω του Βασιλέως Σολομώντος, σχετικά δε με τη βασιλεία του Σολομώντος διαβάζομε: «Τότε ο Σολομών εκάθισεν επί του θρόνου του Ιεχωβά βασιλεύς αντί Δαβίδ του πατρός αυτού.» (1 Χρονικών 29:23, Α.Σ.Μ.) Έτσι ο θρόνος των βασιλέων του Ισραήλ της γραμμής του Δαβίδ αντιπροσώπευε τον θρόνο του Ιεχωβά, ο Ιεχωβά δε ήταν ο αληθινός και δικαιωματικός Βασιλεύς του αρχαίου Ισραήλ. Αυτό εξηγεί την εντολή του Ιησού σχετικά με την αρχαία Ιερουσαλήμ: «Να μη ομόσητε μηδόλως· μήτε εις τον ουρανόν, διότι είναι θρόνος του Θεού· μήτε εις την γην, διότι είναι υποπόδιον των ποδών αυτού· μήτε εις τα Ιεροσόλυμα, διότι είναι πόλις του μεγάλου βασιλέως.» (Ματθαίος 5:34, 35) Το 607 π.Χ. το διάδημα και το στέμμα, που συμβολίζουν ενεργό βασιλική εξουσία, αφαιρέθηκαν από τον βασιλέα του Ισραήλ, και ο «θρόνος του Ιεχωβά» ανετράπη και μετετοπίσθη, για να μη αποκατασταθή στη γη για έναν Ιουδαίο που να καθήση επάνω σ’ αυτόν· στους Εθνικούς δε επετράπη να καταστρέψουν την τυπική ‘πόλιν του βασιλέως του μεγάλου’ και έτσι να κυριαρχήσουν σε όλη τη γη. Έχοντας όλα αυτά υπ’ όψι, πρέπει να συμπεράνωμε ότι οι «καιροί των Εθνών» άρχισαν το μοιραίο εκείνο έτος.
5. Συνεπώς, τι θα εσήμαινε το τέλος των καιρών των εθνών;
5 Η έναρξις, λοιπόν, των καιρών των Εθνών εσήμαινε ότι η βασιλεία και η κυριαρχία του Ιεχωβά ακόμη και όσον αφορά το τμήμα εκείνο της γης που κατείχετο από τους Ιουδαίους, είχε τελειώσει ή ανασταλή. Αλλά ο Ιεχωβά είχε αποφασίσει ότι δεν θα υπήρχε πλέον η διάταξις της βασιλείας του μ’ ένα Ιουδαίο άρχοντα που να κάθεται στο «θρόνο του Ιεχωβά», ώσπου να έλθη ο Μεσσίας που έχει το δικαίωμα στη βασιλεία, οπότε ο Θεός θα την έδιδε σ’ αυτόν. Αυτό σημαίνει ότι η βασιλεία του Ιεχωβά δια του Χριστού του θα εγκαθιδρύετο μόλις ακριβώς θα ετελείωναν οι καιροί των Εθνών. Με άλλα λόγια, το τέλος των καιρών των Εθνών εσήμαινε τον καιρό για την ίδρυσι της βασιλείας του Θεού. Αυτό εσήμαινε, επίσης, την έλευσι με βασιλική εξουσία του Μεσσίου, στον οποίον ανήκει το Θεόδοτο δικαίωμα να κυβερνά.
6. Πόσοι είναι αυτοί οι καιροί; Στη διάρκεια τους τι συμβαίνει με τη Βασιλεία;
6 Ο Ιησούς είπε ότι οι «καιροί των Εθνών» θα εξετείνοντο πέρα από το 70 μ.Χ., οπότε η Ιερουσαλήμ κατεδαφίσθηκε από τα αυτοκρατορικά στρατεύματα της Ρώμης. Πότε, λοιπόν, πρέπει να τελειώσουν οι «καιροί» αυτοί; Το να το βρούμε αυτό, σημαίνει να βρούμε οριστικά τη χρονολογία της ιδρύσεως της βασιλείας του Θεού και της εν δυνάμει ελεύσεως του Μεσσίου και της ενάρξεως της παρουσίας του. Η προφητεία του Δανιήλ, κεφάλαιον τέταρτον, φανερώνει το μήκος των καιρών των Εθνών, δηλαδή το μήκος επτά συμβολικών καιρών. Ο Ναβουχοδονόσορ, ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, ήταν ο Εθνικός μονάρχης που εχρησιμοποίησε ο Θεός για να εκτελέση κρίσι στον άπιστο Ισραήλ και να καταστρέψη την Ιερουσαλήμ. Ο Θεός έστειλε ένα όνειρο στον Ναβουχοδονόσορα και εχρησιμοποίησε τον Δανιήλ να του το εξηγήση. Μ’ αυτό ο Ιεχωβά Θεός απεκάλυψε ότι η θεία κυβέρνησις θα ήταν χωρίς έκδηλη ύπαρξι ή θα ήταν προσωρινώς αδρανής, επί «επτά καιρούς». Στη διάρκεια αυτών των συμβολικών «καιρών» οι Εθνικές κυβερνητικές εξουσίες, που παριστάνοντο από τον Ναβουχοδονόσορα, θα συμπεριφέρονταν σαν άλογα κτήνη. Στο τέλος των «επτά καιρών» θα αποκαθίστατο η βασιλεία του Θεού σχετικά με τη γη, και ο Θεός θα έδιδε την κυβερνητική εξουσία σ’ Εκείνον που ήθελε να την δώση. Όταν ήταν στη γη, Αυτός εθεωρείτο ως το «εξουθένημα των ανθρώπων» και υπέστη ατιμωτικό θάνατο στο Γολγοθά. Αυτός ήταν ο Χριστός Ιησούς, ο απόγονος του Βασιλέως Δαβίδ.
7. Σε τίνος την αποκατάστασι αναφέρθηκε ο Πέτρος; Τι αποδεικνύει αυτό;
7 Η διάταξις των «επτά καιρών» δεν ήταν κάτι που οι Εθνικές εξουσίες ανάγκασαν τον Ιεχωβά να παραχωρήση. Ήταν κάτι που ο ίδιος διευθέτησε σύμφωνα με το υπέρτατο θέλημά του και τον σοφό του σκοπό. Αλλά αυτό τακτοποιεί οριστικά το ζήτημα, ότι η αποκατάστασις της βασιλείας του Θεού δια του Χριστού έρχεται στο τέλος των καιρών των Εθνών και θέτει τέρμα σ’ αυτούς. Αυτή η αποκατάστασις της Βασιλείας είναι εκείνο που εννοούσε ο απόστολος Πέτρος όταν έλεγε στους Ιουδαίους μερικές εβδομάδες μετά την ανάληψι του Ιησού στην παρουσία Κυρίου του Θεού: «Δια να έλθωσι καιροί αναψυχής από της παρουσίας του Κυρίου, και αποστείλη τον προκεκηρυγμένον εις εσάς Ιησούν Χριστόν· τον οποίον πρέπει να δεχθή ο ουρανός μέχρι των καιρών της αποκαταστάσεως πάντων όσα ελάλησεν ο Θεός απ’ αιώνος δια στόματος πάντων των αγίων αυτού προφητών.» (Πράξεις 3:20, 21) Οι λόγοι του Πέτρου εδώ αποδεικνύουν ότι η Βασιλεία δεν αποκαταστάθηκε όταν ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό και εκάθησε στα δεξιά του Θεού. Δεν θα μπορούσε να έχη γίνει αυτό, διότι η Ιερουσαλήμ κατεστράφη τριάντα επτά χρόνια μετά την ανάληψι του Ιησού, πράγμα που ήταν αιτία να συνεχισθή ακόμη η καταπάτησις της Ιερουσαλήμ ώσπου να συμπληρωθούν οι καιροί των Εθνών.
8. Πόσο διήρκεσε η παραφροσύνη του Ναβουχοδονόσορος; Τι εσυμβόλιζε;
8 Επτά κατά γράμμα καιροί πέρασαν επάνω στον Βασιλέα Ναβουχοδονόσορα όταν ξαφνικά παρεφρόνησε και φανταζόταν τον εαυτό του ως ένα κτήνος που τρώγει χόρτο, ωθήθηκε δε έξω στον ανοιχτό αγρό για να ζη σαν ένα τέτοιο κτήνος. Οι «επτά καιροί» που εδαπάνησε ο Ναβουχοδονόσορ ήταν επτά χρόνια από δώδεκα σεληνιακούς μήνες, ή από 360 ημέρες το χρόνο. Το ποσόν αυτό ανέρχεται σε 2.520 ημέρες (7Χ360 ημέρες) για τους επτά κατά γράμμα καιρούς. Αυτές οι 2.520 ημέρες των «επτά καιρών» της παραφροσύνης του ήταν μια προφητική προτύπωσις των «καιρών των Εθνών», στη διάρκεια των οποίων η Ιερουσαλήμ θα κατεπατείτο από διανοητικώς ανισόρροπες, θηριώδεις Εθνικές εξουσίες. Στην περίπτωσι των Εθνικών εξουσιών οι «επτά καιροί» δεν είναι κατά γράμμα, αλλά πρέπει να είναι συμβολικοί. Ο ίδιος ο Θεός μάς δίνει τον κανόνα για την εξήγησι του συμβολισμού λέγοντας σχετικά με την τιμωρία του Ισραήλ: «Εκάστης ημέρας λογιζομένης δι’ έν έτος.» (Αριθμοί 14:34) «Εκάστην μίαν ημέραν προσεδιώρισα εις σε αντί ενός έτους.» (Ιεζεκιήλ 4:6) Επομένως οι 2.520 ημέρες της παραφροσύνης του Ναβουχοδονόσορος εσυμβόλιζαν 2.520 χρόνια που είχαν ορισθή για τους «καιρούς των Εθνών». Πότε άρχισε αυτή η μακρά περίοδος ετών;
ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ
9. Πού συνδέεται η Βιβλική χρονολογία με την κοσμική;
9 Ο χρονολογικός πίναξ της Γραφής συνδέεται με τον χρονολογικό πίνακα της κοσμικής ιστορίας στο πρώτο έτος του Κύρου του Μεγάλου, του Βασιλέως της Περσίας. Ο Κύρος, μαζί με τον θείο του Δαρείον τον Μήδον,a ανέτρεψε την αυτοκρατορία της Βαβυλώνος. Πάνω στο ζήτημα αυτό, το Βιβλικό Λεξικό του Ουεστμίνστερ, έκδοσις 1944, λέγει στον πίνακά του κάτω από τη λέξι «Χρονολογία» (σελίδα 108): «539 π.Χ. ο Κύρος κυριεύει τη Βαβυλώνα.» Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία του 1929 λέγει επίσης κάτω από το «Κύρος ο Μέγας» (σελίδα 373): «Το 546 ενίκησε τον Κροίσο, τον πλούσιο και ισχυρό βασιλέα της Λυδίας, και το 539 εκυρίευσε τη Βαβυλώνα, η οποία δεν προέβαλε μεγάλη αντίστασι, διότι ήταν διχασμένη από εσωτερικές έριδες.» Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία (έκδοσις ενδεκάτη, του 1910) λέγει κάτω από το «Κύρος ο Μέγας» (σελίδα 707): «Γιατί ο πόλεμος με τη Βαβυλώνα, που είχε γίνει αναπόφευκτος, αργοπόρησε ως το 539, δεν ξέρομε. Και εδώ ο Κύρος σε μια μόνη εκστρατεία κατέστρεψε ένα ισχυρό κράτος. Ο στρατός του Ναβονίδου νικήθηκε· η Βαβυλών η ίδια δεν προσπάθησε να αντισταθή, αλλά παρεδόθη στις 16 του Τισρί (10b Οκτωβρίου) του 539, στον Πέρση στρατηγό Γοβρύα.»
10. Πώς φθάνομε στη χρονολογία του πρώτου έτους του Κύρου ως βασιλέως;
10 Ο Γοβρύαςc αυτός συχνά θεωρείται ως ο Δαρείος ο Μήδος. Τα εδάφια Δανιήλ 9:1 και 11:1 μιλούν για το ‘πρώτο έτος του Δαρείου’ ως ‘βασιλέως επί το βασίλειον των Χαλδαίων’. Η Βαβυλών ανετράπη τον Οκτώβριο του 539 π.Χ., αλλά ο συνήθης Βαβυλωνιακός υπολογισμός της βασιλείας ενός βασιλέως ήταν από την 1η του μηνός Νισάν, στην άνοιξι του έτους.d Επομένως οι μήνες από τον Οκτώβριο του 539 π.Χ. έως την 1η του Νισάν του 538 π.Χ. ανεφέροντο ως η «αρχή της βασιλείας». Το πρώτο, συνεπώς, πλήρες έτος του Δαρείου θα ήταν από την 1η του Νισάν του 538 π.Χ., έως το τέλος του μηνός Αδάρ του 537 π.Χ., ή, περίπου, από τις 24 Μαρτίου 538 έως τις 11 Μαρτίου 537 π.Χ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο (ή από τις 18 Μαρτίου 538 έως τις 5 Μαρτίου 537 π.Χ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο).e Το πρώτο έτος του Κύρου ορίζεται τώρα συνήθως ως το 538 π.Χ. Αν, λοιπόν, ο Κύρος εβασίλευσε μαζί με τον Δαρείο, το πρώτο πλήρες έτος του Κύρου παρείχε σ’ αυτόν πάνω από δυο μηνών διάστημα μέσα στο 537 π.Χ., για να εκδώση το διάταγμά του για την ανοικοδόμησι του ναού στην Ιερουσαλήμ.f Αλλ’ αν ο Κύρος διεδέχθη τον Δαρείο στη διάρκεια του πρώτου έτους της βασιλείας του ή αμέσως έπειτα από αυτό, τότε το πρώτο πλήρες έτος του Κύρου θα ήταν από την 1η του Νισάν του 537 π.Χ., έως το τέλος του Αδάρ του 536 π.Χ., ή, περίπου, από τις 12 Μαρτίου 537 έως τις 29 Μαρτίου 536 π.Χ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο (ή, από τις 6 Μαρτίου 537 έως τις 23 Μαρτίου 536 π.Χ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο). Αυτό θα παρείχε αρκετούς μήνες μέσα στο 537 π.Χ. για να διατρέξη το διάταγμα του Κύρου όλο το βασίλειό του, για να γίνουν εισφορές για την ανοικοδόμησι του ναού, για ετοιμασίες και για να γίνη το ταξίδι των Ισραηλιτών στην Ιερουσαλήμ, καθώς και για να εγκατασταθούν αυτοί στις πόλεις τους πριν από την πρώτη μέρα του εβδόμου μηνός (Τισρί) το 537 π.Χ.—Έσδρας 1:1· 2:68-70· 3:1, 6. Βλέπε την υποσημείωσι.g
11, 12. Πώς προεγνώρισε ο Δανιήλ τα έτη της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ;
11 Το 538 π.Χ., ή ενώ εβασίλευε ο Δαρείος, ο Δανιήλ έγραψε: «Εν τω πρώτω έτει του Δαρείου, του υιού του Ασσουήρου, εκ του σπέρματος των Μήδων, όστις εβασίλευσεν επί το βασίλειον των Χαλδαίων, εν τω πρώτω έτει της βασιλείας αυτού, εγώ ο Δανιήλ ενόησα εν τοις βιβλίοις τον αριθμόν των ετών, περί των οποίων ο λόγος του Ιεχωβά έγεινε προς Ιερεμίαν τον προφήτην, ότι ήθελον συμπληρωθή εβδομήκοντα έτη εις τας ερημώσεις της Ιερουσαλήμ.»—Δανιήλ 9:1, 2, Α.Σ.Μ.
12 Σχετικά με αυτές τις «ερημώσεις της Ιερουσαλήμ » ο Ιερεμίας 25:11, 12 είπε: «Και πάσα αύτη η γη [όχι μόνο η Ιερουσαλήμ, αλλά και όλη η γη του Ιούδα] θέλει είσθαι εις ερήμωσιν, και θάμβος· και τα έθνη ταύτα θέλουσι δουλεύσει τον βασιλέα της Βαβυλώνος εβδομήκοντα έτη. Και όταν συμπληρωθώσι τα εβδομήκοντα έτη, θέλω ανταποδώσει επί τον βασιλέα της Βαβυλώνος, και επί το έθνος εκείνο, λέγει ο Ιεχωβά, την ανομίαν αυτών, και επί την γην των Χαλδαίων, και θέλω καταστήσει αυτήν ερήμωσιν αιώνιον.» (Α.Σ.Μ.) Αναφερόμενος σ’ αυτά τα ίδια εβδομήντα χρόνια της ερημώσεως, ο Ιερεμίας 29:10 είπε στους αιχμαλώτους Ιουδαίους στη Βαβυλώνα: «Διότι ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Ότι αφού πληρωθώσιν εβδομήκοντα έτη εν Βαβυλώνι, θέλω επισκεφθή υμάς, και θέλω εκτελέσει προς υμάς τον λόγον μου τον αγαθόν, να επαναφέρω υμάς εις τον τόπον τούτον.»—Α.Σ.Μ.
13. Τι ετερμάτισε αυτά τα έτη της ερημώσεως, καθώς είχε προλεχθή;
13 Έπειτα από τα εβδομήντα αυτά χρόνια της ερημώσεως οι αιχμάλωτοι Ισραηλίτες αποκατεστάθησαν, όπως προείπε ο Ιερεμίας 33:10, 11: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά· Πάλιν θέλει ακουσθή εν τω τόπω τούτω, περί του οποίου σεις λέγετε, Είναι έρημος, χωρίς ανθρώπου και χωρίς κτήνους, εν ταις πόλεσι του Ιούδα και εν ταις πλατείαις της Ιερουσαλήμ, αίτινες είναι έρημοι, χωρίς ανθρώπου και χωρίς κατοίκου, και χωρίς κτήνους, η φωνή της χαράς, και η φωνή της ευφροσύνης.» (Α.Σ.Μ.) Η γη έπρεπε να κείται έτσι ερημωμένη χωρίς ανθρώπινο κάτοικο και χωρίς κατοικίδιο ζώο για να απολαύση μια αδιάσπαστη σειρά σαββάτων επί εβδομήντα χρόνια. (Ιερεμίας 32:43· 33:12· 36:29) Αυτά τα εβδομήντα χρόνια της ερημώσεως της γης του Ιούδα ετελείωσαν το 537 π.Χ., αφού ο Κύρος—στο πρώτο έτος της βασιλείας του στη Βαβυλώνα—εξέδωσε το διάταγμά του. Αυτό συνέβη, όπως λέγει το 2 Χρονικών 36:21-23, «δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, εωσού η γη χαρή τα σάββατα αυτής· διότι πάντα τον καιρόν της ερημώσεως αυτής εφύλαττε σάββατον, εωσού συμπληρωθώσιν εβδομήκοντα έτη. Εν δε τω πρώτω έτει Κύρου του βασιλέως της Περσίας, δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, διήγειρεν ο Ιεχωβά το πνεύμα του Κύρου βασιλέως της Περσίας, και διεκήρυξε δια παντός του βασιλείου αυτού, και μάλιστα εγγράφως, λέγων, Ούτω λέγει Κύρος ο βασιλεύς της Περσίας· Πάντα τα βασίλεια της γης έδωκεν εις εμέ Ιεχωβά ο Θεός του ουρανού· και αυτός προσέταξεν εις εμέ να οικοδομήσω εις αυτόν οίκον εν Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία· τις εξ υμών είναι εκ παντός του λαού αυτού; Ιεχωβά ο Θεός αυτού έστω μετ’ αυτού, και ας αναβή.» (Α.Σ.Μ.) Ένα πιστό υπόλοιπο Ιουδαίων ή Ισραηλιτών ανέβηκε το έτος εκείνο.
14, 15. Ποιο έτος άρχισαν οι καιροί των Εθνών; Γιατί, όχι νωρίτερα;
14 Έτσι, στο 537 π.Χ., η ερήμωσις της γης του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ ετελείωσε. Αφού η χρονολογία αυτή ετερμάτισε τα εβδομήντα χρόνια της ερημώσεως, τα χρόνια αυτά πρέπει να είχαν αρχίσει επτά δεκάδες ετών νωρίτερα, το 607 π.Χ., και η Ιερουσαλήμ πρέπει να είχε καταστραφή αυτό το έτος από τον Ναβουχοδονόσορα.
15 Επομένως, οι «καιροί των Εθνών», ή οι συμβολικοί «επτά καιροί», δεν άρχισαν όταν ο Φαραώ-νεχαώ της Αιγύπτου συνέλαβε αιχμάλωτο τον Ιωάχαζ, τον βασιλέα του Ιούδα, και έκαμε αντ’ αυτού βασιλέα της Ιερουσαλήμ τον Ιωακείμ, τον αδελφό του Ιωάχαζ. Αυτό έγινε το 628 π.Χ. Ούτε άρχισαν οι «καιροί των εθνών» αφού πέθανε ο Βασιλεύς Ιωακείμ, όταν ο Ναβουχοδονόσορ ήλθε στην Ιερουσαλήμ και απεμάκρυνε τον γυιό του Ιωακείμ, τον Ιωαχείν, από το θρόνο. Μετέφερε αιχμάλωτον τον Ιωαχείν στη Βαβυλώνα και έκαμε βασιλέα της Ιερουσαλήμ τον αδελφό τού Ιωακείμ, τον Σεδεκία. Αυτό έγινε το 617 π.Χ. (2 Βασιλέων 23:31 έως 24:18) Όχι· αλλά αυτοί οι «καιροί των Εθνών» άρχισαν στο ενδέκατο έτος της βασιλείας του Σεδεκία, το 607 π.Χ., όταν αυτός εκθρονίσθηκε και η γη του Ιούδα ερημώθηκε από άνθρωπο και κτήνος. Τότε η Ιερουσαλήμ και η επικράτειά της άρχισαν να καταπατούνται από τα Έθνη.
ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ «ΕΠΤΑ ΚΑΙΡΩΝ»
16. Ποια ημέρα ποιου Ιουδαϊκού μηνός κατεστράφη η Ιερουσαλήμ;
16 Ο Ιερεμίας επέζησε της καταστροφής της Ιερουσαλήμ το 607 π.Χ. Μας λέγει ότι οι Βαβυλώνιοι έκαμαν ένα ρήγμα στα τείχη της Ιερουσαλήμ στις 9 του Θαμμούζ, δηλαδή, στην 9η ημέρα του 4ου Ιουδαϊκού μηνός του έτους. Ύστερα από αυτό, ο Βασιλεύς Σεδεκίας και οι άνθρωποι του έφυγαν από την Ιερουσαλήμ, αλλά μόνο για να αιχμαλωτισθούν. Τότε, στη 10η ημέρα του 5ου Ιουδαϊκού μηνός, δηλαδή, στις 10 του Αβ, οι Βαβυλώνιοι ήλθαν και άρχισαν να κατακαίουν το ναό, το παλάτι του βασιλέως, και τα άλλα σπίτια της πόλεως. Κατέρριψαν τα τείχη της και συνέλαβαν αιχμαλώτους τους επιζώντας Ιουδαίους για να μεταφέρουν τους περισσοτέρους απ’ αυτούς στη Βαβυλώνα εκατοντάδες μίλια μακριά. (Ιερεμίας 52:6-16) Πότε ήταν 10 του Αβ το 607 π.Χ.;
17. Σύμφωνα με το ημερολόγιό μας, πότε ήταν η ημέρα αυτή το 607 π.Χ.;
17 Το Ιουδαϊκό έτος, που ήταν σεληνιακό, άρχιζε με την πρώτη νέα σελήνη την πλησιέστερη στην εαρινή ισημερία. Πληροφορία που εδόθηκε από την Εταιρία Ναυτικού Ημερολογίου της Βρεττανίας και φέρει ημερομηνία 11 Δεκεμβρίου 1945, μας λέγει: «Η Εαρινή Ισημερία στο έτος 607 π.Χ. ήταν την 28η Μαρτίου, η πλησιέστερη δε Νέα Σελήνη συνέπεσε την 2α Απριλίου, 23η ώρα· λεπτομερέστερος υπολογισμός θα ήταν χωρίς σημασία.» Αλλά ο Αναπληρωματικός Διευθυντής του Ναυτικού Ημερολογίου του Αστεροσκοπείου του Ναυτικού των Ηνωμένων Πολιτειών, την 1η Αυγούστου 1946, μας δίδει ως ημερομηνία της εαρινής ισημερίας του 607 π.Χ. την 27η Μαρτίου, ώρα 7 μ.μ. (Ιουλιανό Ημερολόγιο),h που διαφέρει από τον Βρεττανικό υπολογισμό κατά μία ημέρα. Δίδει ως ημερομηνία της νέας σελήνης που ήταν πλησιέστερη προς την εαρινή ισημερία την 2α Απριλίου, ώρα 10 μ.μ. (Ιουλιανό Ημερολόγιο),i συμφωνώντας έτσι με τον Βρεττανικό υπολογισμό. Ορίζει ότι η 5η νέα σελήνη, στην αρχή του 5ου Ιουδαϊκού μηνός Αβ, συνέπεσε στις 10 π.μ. της 30ής Ιουλίου (Ιουλιανό Ημερολόγιο) ή της 23ης Ιουλίου (Γρηγοριανό).j Αυτή η νέα σελήνη δεν θα μπορούσε να είναι ορατή στην Ιερουσαλήμ παρά 30 ώρες αργότερα. Επομένως η 1η του Αβ, ή η 1η ημέρα του 5ου Ιουδαϊκού μηνός, δεν άρχισε πριν από τη δύσι του ηλίου της 1ης Αυγούστου (Ιουλιανόν), ή, της 25ης Ιουλίου (Γρηγοριανόν). Και έτσι η 10η του Αβ, ή η 10η ημέρα του 5ου μηνός θα άρχισε κατά την δύσι του ηλίου της 10ης Αυγούστου και θα εξετάθη έως την δύσι του ηλίου της 11ης Αυγούστου, κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο, ή από την 3η έως την 4η Αυγούστου, κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.k Την ημέρα αυτή το 607 π.Χ. άρχισε η καταστροφή της Ιερουσαλήμ, όπως περιγράφηκε παραπάνω.l
18. Αλλά από ποιον μήνα υπολογίζομε την έναρξι των καιρών των Εθνών; Γιατί;
18 Αλλά η τελεία ερήμωσις της γης του Ιούδα δεν άρχισε στις 11 Αυγούστου (Ιουλιανόν), ή, στις 4 Αυγούστου (Γρηγοριανόν), του 607 π.Χ. Ο αρχισωματοφύλαξ του Ναβουχοδονόσορος άφησε τους πιο πτωχούς από τον πληθυσμό της γης να την καλλιεργούν και να διατηρούν αμπελώνες, και αυτοί δεν φοβήθηκαν ώστε να φύγουν στην Αίγυπτο παρά στο τελευταίο περίπου ήμισυ του εβδόμου Ιουδαϊκού μηνός του 607 π.Χ. (Ιερεμίας 41:1-4, 11-15· 42:7· 43:4-7) Η νέα σελήνη για τον 7ο αυτόν μήνα άρχισε στις 27 Σεπτεμβρίου, ώρα 3 μ.μ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο·a και έτσι η γη του Ιούδα και η Ιερουσαλήμ δεν αφέθηκε έρημη χωρίς κάτοικο παρά τον Οκτώβριο του 607 π.Χ. Από τότε κι εμπρός υπολογίζομε την έναρξι των καιρών των Εθνών.
19. Έτσι, ποιον μήνα, ποιο έτος, ετελείωσαν; Με ποιο συμβάν;
19 Αφού οι επτά συμβολικοί καιροί άρχισαν τον Οκτώβριο του 607 π.Χ., και επρόκειτο να διαρκέσουν 2.520 χρόνια, έπεται ότι οι «καιροί των Εθνών» πρέπει να ετελείωσαν τον Οκτώβριο του 1914 (μ.Χ.). Τότε ο καιρός που ο Ιεχωβά είχε επιτρέψει στις Εθνικές εξουσίες της γης να εξασκούν παγκόσμια κυριαρχία χωρίς την επέμβασί Του, ετελείωσε. Τότε έληξε ο καιρός που ο Ιησούς Χριστός, στα δεξιά Του, καθόταν περιμένοντας να γίνουν οι εχθροί του υποπόδιό του. Αυτό σημαίνει ότι ο καιρός για να αναλάβη ο Ιεχωβά Θεός την παγκόσμια εξουσία του και να αρχίση τη βασιλεία του σχετικά με τη γη αυτή, είχε έλθει. Ο καιρός είχε έλθει για την γέννησι της βασιλείας Του με την εγκατάστασι του Υιού του Ιησού Χριστού επάνω στο θρόνο για να ενεργή ως Βασιλεύς γι’ αυτόν με πλήρη εξουσία. Τότε πρέπει να εκπληρώθηκε η όρασις που είδε ο Δανιήλ, ότι ο Υιός του ανθρώπου έπρεπε να έλθη στον Ιεχωβά Θεό, τον ‘Παλαιόν των ημερών’, και να του δοθή «η εξουσία, και η δόξα, και η βασιλεία, δια να λατρεύωσιν αυτόν πάντες οι λαοί, τα έθνη, και αι γλώσσαι.» Δεν έπρεπε πλέον να κρατήται σε αδράνεια η Θεοκρατική Κυβέρνησις, αλλά η Βασιλεία έπρεπε να αποκατασταθή και ο Ιεχωβά Θεός έπρεπε να δώση την εξουσία σ’ εκείνον που είναι δικαίωμά του να την έχη. Τότε ο Ιεχωβά έπρεπε να εξαποστείλη απ’ τη Σιών την ράβδο της δυνάμεως του Υιού του, με την προσταγή: «Κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου.» (Δανιήλ 7:13, 14· Ιεζεκιήλ 21:27· Ψαλμός 110:1, 2) Όλα αυτά έλαβαν χώραν στην προσδιωρισμένη χρονολογία του Υψίστου Θεού, δηλαδή, το 1914 μ.Χ.
ΤΙ ΕΤΕΛΕΙΩΣΕ, ΚΑΙ ΤΙ ΑΡΧΙΣΕ
20, 21. Ποια Ιερουσαλήμ δεν καταπατείται έπειτα από αυτό; Πώς συμβαίνει τούτο;
20 Εδώ εγείρονται ενδιαφέροντα ερωτήματα. Κάποιος θα ρωτήση: ‘Αν ο Ιησούς είπε ότι η Ιερουσαλήμ θα κατεπατείτο από τα έθνη ώσπου να εκπληρωθούν οι καιροί των Εθνών, και αν οι επτά αυτοί καιροί ετελείωσαν τον Οκτώβριο του 1914, γιατί η Ιερουσαλήμ δεν έπαυσε να καταπατήται από τα Έθνη τον μήνα εκείνον προ τριάντα έξη ετών;’ Η απάντησίς μας είναι αυτή: Ο Ιησούς δεν είπε ότι η Ιερουσαλήμ θα ανοικοδομείτο επάνω στη γη από τον λαό του Ιεχωβά στο τέλος των καιρών των Εθνών και ότι θα απηλευθερώνετο από την κυριαρχία των Εθνών. Η σημερινή πόλις της Ιερουσαλήμ στην Παλαιστίνη δεν είναι η πόλις του μεγάλου Βασιλέως Ιεχωβά Θεού, και αν ακόμη ο «Χριστιανισμός» ονομάζει μερικούς τόπους εκεί «αγίους». Η πόλις αυτή είναι καταδικασμένη σε καταστροφή στο τέλος αυτού του κόσμου. Αλλά η αληθινή Ιερουσαλήμ θα μένη για πάντα ως η πρωτεύουσα της παγκοσμίου οργανώσεως του Ιεχωβά» Εννοούμε τη Νέα Ιερουσαλήμ, της οποίας ο Ιησούς Χριστός έδωσε μια συμβολική όρασι στον απόστολο Ιωάννη στη νήσο Πάτμο. Αυτή είναι ουράνια, όχι γήινη. Είναι πνευματική, όχι υλική ή ανθρωποποίητη. Κατεβαίνει από τον ουρανό για να κυβερνήση τη γη. Όχι με το να έλθη κατά γράμμα κάτω, αλλά με το να λάβη όλη τη γη υπό τον έλεγχό της και να στείλη κάτω τη θαυματουργική της δύναμι από τον ουρανό, για να εκπληρώση το θέλημα του Θεού επάνω σε όλη τη γη.—Αποκάλυψις 21:1-23.
21 Ο Ιησούς Χριστός είναι ο «Βασιλεύς βασιλέων και Κύριος κυρίων» της αληθινής αυτής Ιερουσαλήμ. Στο τέλος των καιρών των Εθνών το 1914 ενθρονίσθηκε ως ενεργός Άρχων στην ‘πόλι του μεγάλου Βασιλέως’ Ιεχωβά. Έτσι, έπειτα από μια διακοπή 2.520 ετών από Εθνικές εξουσίες, η Θεοκρατική Κυβέρνησις για τη γη ανέλαβε πάλι την εξουσία στη Νέα Ιερουσαλήμ, και δεν πρόκειται ποτέ πλέον να καταπατηθή από τα Έθνη. Αντιθέτως, ο καιρός ήλθε το 1914 για να γίνουν οι Εθνικοί εκείνοι εχθροί υποπόδιο του Βασιλέως της Νέας Ιερουσαλήμ, και αυτός να κυβερνά εν μέσω αυτών.—Ψαλμός 110:2.
22. Μήπως το αναιρεί αυτό η καταδίωξις των μαρτύρων του Ιεχωβά από το 1914;
22 Αλλά κάποιος άλλος ρωτά: ‘Αν ο καιρός της καταπατήσεως της Ιερουσαλήμ από τα Έθνη ετελείωσε το 1914, γιατί άρχισε μεγάλη καταδίωξις εναντίον των μαρτύρων του Ιεχωβά το έτος εκείνο και κορυφώθηκε το 1918, όταν οι εχθροί ουσιαστικώς εθανάτωσαν το έργο της μαρτυρίας της Βασιλείας; Απαντούμε: Καταδίωξις έγινε από τον «Χριστιανισμό» εναντίον του αληθινού Ισραήλ του Θεού, των ακολουθών του Ιησού Χριστού, αλλά αυτό δεν επηρέασε ούτε μετέβαλε τη βασιλική θέσι του Χριστού στον ουρανό. Ενώ προώδευε ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος από το 1914 έως το 1918, διεξήχθη ο «πόλεμος εν τω ουρανώ» μεταξύ του προσφάτως ενθρονισμένου Βασιλέως του Ιεχωβά και της δαιμονικής οργανώσεως του Διαβόλου. Ο νέος Βασιλεύς συνέχισε την παραμονή του στον ουράνιο θρόνο του, αλλά ο Διάβολος και οι δαίμονές του κατερρίφθησαν στη γη και τους επιφυλάσσεται εκεί καταστροφή στον κατάλληλο καιρό. Ο Διάβολος και οι δαίμονές του αποδείχθηκαν ανίκανοι να καταπατήσουν την ουράνια Νέα Ιερουσαλήμ, αλλά οι ίδιοι ετέθησαν υπό τους πόδας του Βασιλέως.—Αποκάλυψις 12:1-13.
23. Γιατί, λοιπόν, επετράπη η καταδίωξις; Τι γίνεται εις πείσμα της;
23 Οι μάρτυρες του Ιεχωβά στη γη διεκήρυτταν το τέλος των καιρών των εθνών στο 1914 και την ίδρυσι της βασιλείας Του δια του Χριστού. Επετράπη λυσσώδης καταδίωξις αυτών των μαρτύρων, ακόμη και ως το σημείο να θανατωθή στο 1918 η από μέρους των δημοσία διακήρυξις της Βασιλείας, για μια ωρισμένη αιτία. Όχι για να φανερωθή μια περαιτέρω καταπάτησις της Ιερουσαλήμ, αλλά για ν’ αποδειχθή, σε όλο το σύμπαν ότι όλα τα επίγεια έθνη, περιλαμβανομένου και του «Χριστιανισμού», απέρριψαν τον Ιησού Χριστό ως τον δικαιωματικόν Βασιλέα της γης. Πώς θα μπορούσαν ν’ αποδείξουν το γεγονός αυτό αφού ο Χριστός έγινε ο ενεργός ουράνιος Άρχων, παρά με το ν’ απορρίψουν το άγγελμα της Βασιλείας του και τους πρέσβεις του, τους πιστούς ακολούθους του; Εάν επρόκειτο να τακτοποιηθή το ζήτημα από το τέλος της καταδιώξεως των μαρτύρων του Ιεχωβά, τότε η ‘καταπάτησις της Ιερουσαλήμ από τα έθνη’ δεν θα ετελείωνε πριν από τη μάχη του Αρμαγεδδώνος, οπότε όλοι οι Εθνικοί αυτοί εχθροί της Νέας Ιερουσαλήμ θα γλείψουν το χώμα σε καταστροφή. Αλλά για να φανερωθή ότι ο Βασιλεύς της Νέας Ιερουσαλήμ εξακολουθούσε ακόμη να είναι ανεξάρτητος επάνω από όλη την εξουσία και την κυριαρχία των Εθνών και επάνω από τον θεό τους Σατανά ή Διάβολο, ο Ιησούς αναζωογόνησε τη δημοσία δράσι του υπολοίπου των πιστών ακολούθων του το 1919. Στη διάρκεια των τριάντα ένα ετών από τότε, τίποτε δεν μπόρεσε να σταματήση ή να ελαττώση το κήρυγμά τους για τη Βασιλεία σε όλο τον κόσμο.
24. Γιατί δεν αποτελεί διάψευσι η έκρηξις του παγκοσμίου πολέμου πριν από τον Οκτώβριο του 1914;
24 Αλλ’ αν οι καιροί των Εθνών ετελείωσαν τον Οκτώβριο του 1914, γιατί τα έθνη άρχισαν να οργίζωνται με παγκόσμιο πόλεμο στις 28 Ιουλίου; Την ημέρα αυτή η Αυστροουγγαρία προέβη σε πόλεμο εναντίον της Σερβίας, την 1η δε Αυγούστου η Γερμανία εκήρυξε τον πόλεμο κατά της Ρωσίας, ακολούθησαν δε γοργά και άλλες κηρύξεις πολέμου από τη μια χώρα του «Χριστιανισμού» εναντίον της άλλης. Απαντούμε: Οι περισσότερες από τις κηρύξεις πολέμου το 1914 έγιναν στη διάρκεια του μηνός Αυγούστου, μολονότι κηρύξεις πολέμου συνεχίσθηκαν όλα τα χρόνια έως τις 19 Ιουλίου του 1918, ημέρα κατά την οποία η Ονδούρα εκήρυξε τον πόλεμο εναντίον της Γερμανίας. Ο μήνας Αύγουστος του 1914 αντιστοιχούσε με τον μήνα Αύγουστο προ 2.520 ετών, όταν η αρχαία Ιερουσαλήμ εκυριεύθηκε από τους Βαβυλώνιους, και ο ναός της και το βασιλικό παλάτι κατεστράφησαν στις 3-4 Αυγούστου του 607 π.Χ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.b Αλλά αυτό δεν εσήμαινε ότι οι καιροί των Εθνών άρχισαν τότε. Πράγματι, η Ιερουσαλήμ άρχισε να πολιορκήται από τους Βαβυλώνιους ένα έτος και επτά μήνες πριν από την πτώσι της. Ομοίως στον «Χριστιανισμό» υπήρξαν ‘ακοές’ πολέμων στο μακρό εκείνο διάστημα προτού έλθη πραγματικά η σύρραξις στο τέλος Ιουλίου του 1914. Δεν σημαίνει, λοιπόν, αυτό ότι οι καιροί των Εθνών άρχισαν ή με την έναρξι της πολιορκίας της Ιερουσαλήμ ή με την πτώσι της Ιερουσαλήμ. Οι καιροί των Εθνών άρχισαν με την τελεία ερήμωσι και της Ιερουσαλήμ και της γης του Ιούδα τον Οκτώβριο του 607 π.Χ. Συνεπώς έπρεπε να τελειώσουν τον ίδιο μήνα 2.520 χρόνια αργότερα, τον Οκτώβριο του 1914 μ.Χ. Στο τέλος αυτού του μηνός, δέκα έθνη της Ευρώπης και της Άπω Ανατολής είχαν εμπλακή στον πόλεμο.
25. Ετελείωσε ο κόσμος το 1914; Τι άρχισε για τον παλαιό κόσμο;
25 Τώρα ρωτούμε χωρίς περιστροφές, Ετελείωσε ο παλαιός κόσμος το 1914 μ.Χ.; Απαντούμε Όχι! Το παλαιό σύστημα πραγμάτων και τα ειδωλολατρικά έθνη του είναι ακόμη πάρα πολύ ζωντανά, φαινομενικά ισχυρότερα παρά ποτέ άλλοτε, εξωπλισμένα με την ατομική βόμβα και άλλα πολεμικά όπλα για να διατηρήσουν την κατάστασι. Η απάντησις, λοιπόν, στο ερώτημα πρέπει να είναι καθαρά Όχι! Και ο Ιησούς στην προφητεία του δεν είπε ότι ο κόσμος θα ετελείωνε στη χρονολογία αυτή. Οι «καιροί των Εθνών» του ετελείωσαν τότε, αλλά αυτό δεν επέφερε το τέλος του κόσμου. Κάτι, όμως, άρχισε τότε για τον καταδικασμένο παλαιό κόσμο. Τι; Ο ‘καιρός του τέλους’ του, η συντέλειά του, στην οποία ωρισμένοι παράγοντες κατεργάζονται μαζί ένα κοινό τέλος. Το 1914, λοιπόν, ήταν η αρχή του τέλους του κόσμου τούτου. Ο ‘καιρός του τέλους’ του έχει μια αρχή κι ένα τέρμα. Είχε την αρχή του το 1914 μ.Χ., με τον «πόλεμον εν τω ουρανώ». Θα έχη επίσης ένα τέρμα, δηλαδή, στη μάχη του Αρμαγεδδώνος, όπου ο κόσμος αυτός, αόρατος και ορατός, θα εξαλειφθή. Οι απόστολοι εζήτησαν από τον Ιησού ένα σημείο της παρουσίας του, και η παρουσία του σημαίνει μια χρονική περίοδο. Η παρουσία του αντιστοιχεί με τη συντέλεια του κόσμου τούτου, ή με τον ‘καιρό του τέλους’ του. (Ματθαίος 24:3) Γνωρίζομε ότι ο κόσμος στο 1914 εισήλθε στον ‘καιρό του τέλους’ του, διότι το σημείο που προείπε ο Ιησούς άρχισε να εμφανίζεται στον καιρό του ακριβώς, στο τέλος των καιρών των Εθνών. Αυτό δεν ήταν ένα τυχαίο συμβάν, χωρίς σημασία.
26. Πώς έδειξε ο Ιησούς ότι το τελικό τέλος του κόσμου δεν θα ήταν το 1914;
26 Η προφητεία του Ιησού δείχνει ότι ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος του 1914 ήταν η αρχή του ‘καιρού του τέλους’. Πώς; Ο Ιησούς μιλεί για τη λήξι ή το τέρμα του ‘καιρού του τέλους’ και χρησιμοποιεί τότε ακριβώς τη λέξι τέλος, που σημαίνει «συμπληρωμένο τέρμα· και επομένως, εκπλήρωσις, περάτωσις, αποτελείωσις οποιουδήποτε πράγματος». (Λίντελ και Σκοτ Ελληνο-Αγγλικόν Λεξικόν, 1856) Έτσι, μιλώντας για πράγματα που θα συνέβαιναν προτού φθάση ο ‘καιρός του τέλους’, ο Ιησούς είπε στους αποστόλους του: «Θέλετε δε ακούσει πολέμους και φήμας πολέμων· προσέχετε, μη ταραχθήτε· επειδή πάντα ταύτα πρέπει να γείνωσιν· αλλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΤΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ.» Ή, όπως αναφέρει τα λόγια του ο Λουκάς: «Αλλά δεν είναι ευθύς το τέλος.» Γιατί, όμως, ‘δεν είναι ακόμη’ το συμπληρωμένο τέλος το 1914, ή «δεν είναι ευθύς»; Γιατί δεν είναι ευθύς μόλις φθάνομε στο τέλος των καιρών των Εθνών το 1914; Ο Ιησούς μάς λέγει γιατί, με τα εξής λόγια: «Διότι θέλει εγερθή έθνος επί έθνος, και βασιλεία επί βασιλείαν· και θέλουσι γείνει πείναι και λοιμοί, και σεισμοί κατά τόπους. Πάντα δε ταύτα είναι αρχή ωδίνων.» (Ματθαίος 24:6-8· Λουκάς 21:9-11) Τα πράγματα αυτά, που μαρτυρούν την αόρατη παρουσία του, πρέπει να συμβούν προτού έλθη το τελικό τέλος.
27. Πώς δείχνει επίσης ο Δανιήλ ότι ο ‘καιρός του τέλους’ άρχισε το 1914;
27 Ακριβώς στη λήξι των καιρών των Εθνών το 1914, βρίσκομε ολόκληρο έθνος να εγείρεται εναντίον ολοκλήρου έθνους, και ολόκληρη βασιλεία εναντίον ολοκλήρου βασιλείας, σ’ ένα παγκόσμιο πόλεμο που όμοιός του δεν έλαβε χώραν ποτέ προηγουμένως. Αυτός συνωδεύθηκε και ακολουθήθηκε επίσης από σεισμούς, πείνες, λοιμούς, με φόβητρα και σημεία μεγάλα από τον ουρανό. (Λουκάς 21:10, 11) Αλλά αυτά τα πράγματα, καθώς είπε ο Ιησούς, ήταν μόνο «αρχή ωδίνων.» Εσημείωσαν ακριβώς την αρχή του ‘καιρού του τέλους’ του κόσμου, αλλά όχι το συμπληρωμένο τέλος. Το γεγονός, ότι αυτός ο πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν η έναρξις του ‘καιρού του τέλους’ ή «εσχάτου καιρού» δείχνεται από την προφητεία του Δανιήλ. Αυτός εξεικονίζει τις δημοκρατικές δυνάμεις, σ’ αυτή τη σύγκρουσι, με τον «βασιλέα του νότου», τις δε δικτατορικές ή απολυταρχικές δυνάμεις με τον «βασιλέα του βορρά», τον οποίον υποστηρίζει η εκκλησιαστική Ρώμη ή το Βατικανό. Έπειτα ο Δανιήλ 11:40 λέγει: «Και εν τω εσχάτω καιρώ, ο βασιλεύς του νότου θέλει συγκερατισθή μετ’ αυτού· και ο βασιλεύς του βορρά θέλει ελθεί εναντίον αυτού ως ανεμοστρόβιλος, μετά αμαξών, και μετά ιππέων, και μετά πολλών πλοίων· και θέλει ελθεί εις τους τόπους, και θέλει πλημμυρήσει, και διαβή.» Σημειώστε πως ο Δανιήλ λέγει ότι οι στρατιωτικές αυτές κινήσεις μεταξύ των δύο αυτών βασιλέων ή δυνάμεων του κόσμου λαμβάνουν χώραν «εν τω εσχάτω καιρώ». Δεδομένου ότι αυτά άρχισαν το 1914, έπεται ότι ο ‘καιρός του τέλους’ του κόσμου άρχισε στο αξιοσημείωτο αυτό έτος.
28. Εν μέσω ποίων πρέπει να κυβερνά ο Χριστός σ’ αυτόν τον ‘καιρό του τέλους’; Γιατί;
28 Όταν ετελείωσαν το ίδιο αυτό έτος οι καιροί των εθνών για παγκόσμια κυριαρχία και γεννήθηκε η βασιλεία του Θεού, ήταν εντελώς κατάλληλο να οργισθούν τα έθνη εναντίον του ενθρονισμένου Βασιλέως του Ιεχωβά για να δώσουν ένα σημείο που ν’ αποδεικνύη ότι τον απέρριπταν. Γι’ αυτό ακριβώς στη διάρκεια αυτής της συντελειακής περιόδου του κόσμου, Αυτός πρέπει ‘να κυβέρνα εν μέσω των εχθρών του’. Πρέπει να είναι παρών με βασιλική εξουσία στη διάρκεια της περιόδου αυτής. Η παρουσία του, λοιπόν, κατά τον καιρό του τέλους των εχθρών του συμφωνεί με το γεγονός ότι η συντέλεια του παλαιού κόσμου είναι μια περίοδος ετών.
29. Τι αποδεικνύει για τη συντέλεια η παραβολή του σίτου και των ζιζανίων;
29 Το γεγονός, ότι η συντέλεια είναι μια περίοδος, αποδεικνύεται περαιτέρω από τις παραβολές του Ιησού. Αφού ανέφερε την παραβολή του σίτου και των ζιζανίων και περιέγραψε την περισυλλογή των ζιζανίων στον καιρό του θερισμού και έπειτα τη συγκέντρωσι του σίτου στην αποθήκη, είπε: «Ο δε θερισμός είναι η συντέλεια του αιώνος· οι δε θερισταί είναι οι άγγελοι. Καθώς λοιπόν συλλέγονται τα ζιζάνια και κατακαίονται εν πυρί, ούτω θέλει είσθαι εν τη συντελεία τους αιώνος τούτου· θέλει αποστείλει ο Υιός του ανθρώπου τους αγγέλους αυτού, και θέλουσι συλλέξει εκ της βασιλείας αυτού πάντα τα σκάνδαλα, και τους πράττοντας την ανομίαν· και θέλουσι ρίψει αυτούς εις την κάμινον του πυρός· εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων. Τότε οι δίκαιοι θέλουσιν εκλάμψει ως ο ήλιος, εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών.» (Ματθαίος 13:39-43) Για να διεξαχθούν αυτές οι ενέργειες του θερισμού και να φθάσουν σ’ ένα αποκορύφωμα, η συντέλεια του αιώνος πρέπει να είναι μια περίοδος ετών από το 1914 κι εμπρός.
30. Πώς η παραβολή της «σαγήνης» το αποδεικνύει αυτό περαιτέρω;
30 Το γεγονός αυτό τονίζεται περαιτέρω από την παραβολή του Ιησού για τη «σαγήνη». «Ομοία είναι η βασιλεία των ουρανών με δίκτυον, το οποίον ερρίφθη εις την θάλασσαν, και συνήγαγεν από παντός είδους· το οποίον, αφού εγεμίσθη, ανεβίβασαν επί τον αιγιαλόν, και καθήσαντες, συνέλεξαν τα καλά εις αγγεία, τα δε αχρεία έρριψαν έξω. Ούτοι θέλει είσθαι εν τη συντελεία του αιώνος· θέλουσιν εξέλθει οι άγγελοι, και θέλουσιν αποχωρίσει τους πονηρούς εκ μέσου των δικαίων, και θέλουσι ρίψει αυτούς εις την κάμινον του πυρός· εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων.» (Ματθαίος 13:47-50) Για να διεξαχθή μια τέτοια ενέργεια από τους αγγέλους του Ιησού Χριστού στη διάρκεια της βασιλικής του παρουσίας, θα έπρεπε η συντέλεια αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων να είναι μια εκτεταμένη χρονική περίοδος από το 1914 μ.Χ. και έπειτα, μετά το τέλος των καιρών των Εθνών.
[Υποσημειώσεις]
a Ο Φλάβιος Ιώσηπος στο έργο του Αρχαιότητες των Ιουδαίων (που συνεγράφη γύρω στο 93 μ.Χ.), Βιβλίο 10ο, Κεφάλαιο 11ο, παράγραφος 4η, λέγει: «Όταν η Βαβυλών εκυριεύθηκε από το Δαρείο, και όταν αυτός, μαζί με τον συγγενή του Κύρο, είχε θέσει τέρμα στην κυριαρχία των Βαβυλωνίων, ήταν ηλικίας εξήντα δύο ετών. Ήταν γυιός του Αστυάγους [ο οποίος αποκαλείται επίσης Ασσουήρης εις Δανιήλ 9:1], και είχε ένα άλλο όνομα μεταξύ των Ελλήνων.» Το όνομα που είχε ο Δαρείος μεταξύ των Ελλήνων και η ακριβής του συγγένεια με τον Κύρο εκτίθενται από τον Έλληνα συγγραφέα Ξενοφώντα, ο οποίος πέθανε το 355 π.Χ. Στην Κύρου Παιδεία του 1 5. 2, ο Ξενοφών λέγει: «Ο δε Κυαξάρης, ο του Αστυάγους παις, της δε Κύρου μητρός αδελφός, την βασιλείαν έσχε των Μήδων.»
b Είναι προφανώς τυπογραφικό λάθος αντί «13η», κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο. Η χρονολογία αυτή θα ήταν 7 Οκτωβρίου 539 π.Χ. κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο που χρησιμοποιούμε σήμερα. Βλέπε Βαβυλωνιακή Χρονολογία, 626 π.Χ.-45 μ.Χ., υπό Ρ. Α. Πάρκερ και Γ. Χ. Νταμπερστάιν, του 1942. Σύμφωνα με τις αυθεντίες αυτές το μεταγενέστερο έτος 537 π.Χ. είχε έναν εμβόλιμο έκτον μήνα (Ελούλ) στη Βαβυλώνα, που άρχιζε στις 5 Σεπτεμβρίου, κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο, ή στις 30 Αυγούστου κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο. Αυτό θα έκαμε τον μήνα Τισρί (κανονικά τον έβδομο μήνα) να αρχίση στις 5 Οκτωβρίου, κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο, ή στις 29 Σεπτεμβρίου του 537 π.Χ. κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
c Αλλά ο Γοβρύας αυτός ζούσε ακόμη πέντε χρόνια αργότερα, το 534 π.Χ.—Α. Τ. Όλμστεντ, Ιστορία της Περσικής Αυτοκρατορίας, 1948, σελίδα 73.
d Στη Βαβυλωνιακή αυτοκρατορία, καθώς και στη Μηδο-Περσική, ήταν συνήθεια να υπολογίζωνται οι μήνες ή μέρες μεταξύ του θανάτου ενός βασιλέως και της επομένης 1ης του Νισάν, ως το έτος της ανόδου του νέου βασιλέως. Το πρώτο έτος του νέου βασιλέως άρχιζε να υπολογίζεται την 1η του Νισάν. (Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμος 5, σελίδα 655, του 1942) Αφού η 1η του Νισάν του 538 π.Χ. συνέπεσε στις 24 Μαρτίου, κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο (ή, στις 18 Μαρτίου, κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο), η χρονολογία αυτή εσημείωσε το τέλος του έτους της ανόδου του Δαρείου και την έναρξι του πρώτου του έτους.—Βαβυλωνιακή Χρονολογία, 626 π.Χ.-45 μ.Χ., που εξεδόθη το 1942.
e Στο Λεξικόν της Βίβλου, που εξεδόθη από τον Ιάκωβο Άστιγκ (1898), ο Α. Χ. Σέυς, στο άρθρο του για τον «Κύρο», Τόμος 1ος, σελίδα 542, λέγει: «Ο Ξενοφών αναφέρει ότι [ο Κύρος] πέθανε ειρηνικά και ετάφη εις Πασαργάδας, επτά έτη μετά τον θάνατο του Κυαξάρους.» Αφού ο Κύρος πέθανε το 530 π.Χ., έπεται ότι η χρονολογία του θανάτου του Δαρείου (Κυαξάρους) είναι το 537.
f Το πρώτο έτος της βασιλείας του Κύρου ετελείωσε στις 11 Μαρτίου 537 π.Χ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο (ή στις 5 Μαρτίου 537 π.Χ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο).
g Εμμένομε στο έτος 537 π.Χ. ως το έτος της αποκαταστάσεως του πιστού υπολοίπου των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ και στην Ιουδαία. Επάνω στη βάσι αυτής της αποκαταστάσεως υπολογίζεται ότι τα 70 χρόνια της ερημώσεως της γης των άρχισαν το 607 π.Χ. Είτε στο πρώτο έτος της βασιλείας του Κύρου υπολογισθή ο καιρός της αφίξεώς των και αποκαταστάσεως εκεί, είτε στο δεύτερο πλήρες έτος, αυτό δεν μεταβάλλει τα πράγματα. Και στη μία και στην άλλη περίπτωσι, όπως δείχθηκε παραπάνω, και το διάταγμα του Κύρου και η αποκατάστασις των Ιουδαίων μπορούσαν να γίνουν και τα δύο το 537 π.Χ.
Παρεμπιπτόντως σημειώνομε ότι το άλλοτε διδακτικό βιβλίο των ανωτέρων σχολών Στο Δρόμο προς τον Πολιτισμό-Παγκόσμιος Ιστορία, υπό Χέκελ και Σίγκμαν, που εξεδόθη το 1937, λέγει στη σελίδα 61, κάτω από τον τίτλο «Η Βαβυλωνιακή Αιχμαλωσία», τα ακόλουθα: «Κύρος ο Πέρσης εκυρίευσε τη Βαβυλώνα. (538 π.Χ.) Επέτρεψε στους Εβραίους να επιστρέψουν στη γενέτειρα τους γη του Ιούδα και την εκράτησε ως επαρχία της Περσικής Αυτοκρατορίας.» Σύμφωνα μ’ αυτό, το πρώτο πλήρες έτος του Κύρου θα συνέπεσε στο 537 π.Χ., από την 1η του Νισάν κι εμπρός.
h 20 Μαρτίου, ώρα 7 μ.μ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
i 26 Μαρτίου, ώρα 10 μ.μ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
j Για να εξυπηρετηθούν οι αναγνώσται μας στους υπολογισμούς των, παρέχομε τον πίνακα που μας εδόθηκε από το Αστεροσκοπείο του Ναυτικού των Η.Π., και που βασίζεται στην Αστρονομική Χρονολογία του Π. Β. Νοϊγκεμπάουερ, αντίγραφο δε αυτού βρίσκεται στη δημοσία βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης:
Ιουλιανό Ημερολόγιο 607 π.Χ.
Ώρα Γκρήνουϊτς
Εαρινή Ισημερία: 27 Μαρτίου 7 μ.μ.
Νέα Σελήνη [1η] 2 Απριλίου 10 μ.μ.
» [2η] 2 Μαΐου Μεσημβρία
» [3η] 1 Ιουνίου 3 π.μ.
» [4η] 30 Ιουνίου 7 μ.μ.
» [5η] 30 Ιουλίου 10 π.μ.
» [6η] 29 Αυγούστου 1 π.μ.
» [7η] 27 Σεπτεμβρίου 3 μ.μ.
«Για τον καθορισμό των ημερομηνιών του μακρινού αυτού παρελθόντος, οι κινήσεις του ηλίου και της σελήνης δεν μπορούν να υπολογισθούν με αρκετή ακρίβεια ώστε να δώσουν τους χρόνους των φαινομένων αυτών με μεγαλύτερη από μερικών ωρών προσέγγισι.»
k Αυτό συμφωνεί με τη Βαβυλωνιακή Χρονολογία, 626 π.Χ.-45 μ.Χ. Στο Λουκά 21:20-24 ο Ιησούς προείπε τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Σχετικά μ’ αυτή ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος λέγει στο σύγγραμμα του Πόλεμοι των Ιουδαίων, Βιβλίο 6ο, Κεφάλαιο 8ο, ότι αφού η Ιερουσαλήμ επυρπολήθη, «ενώ όλη εκαίετο, επήλθε στην Ιερουσαλήμ η ογδόη εκείνη ημέρα του μηνός Γορπίου, ή Ελούλ.»
Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία, τόμος 26ος, ενδεκάτη έκδοσις του 1910, λέγει κάτω, από τη λέξι «Τίτος» (σελίδα 1032): «Ο Βεσπασιανός, που ανακηρύχθηκε αυτοκράτωρ, επέστρεψε στην Ιταλία, και άφησε τον Τίτο να συνεχίση την πολιορκία της Ιερουσαλήμ, η οποία εκυριεύθηκε την 8η Σεπτεμβρίου του 70.»
Η ημερομηνία, 8 Σεπτεμβρίου, πρέπει να είναι μόνο κατά προσέγγισιν. Ο μήνας Ελούλ, κατά τον οποίον—όπως λέγει ο Ιώσηπος—κατεστράφη η Ιερουσαλήμ, είναι ο 6ος Ιουδαϊκός μήνας. Σύμφωνα με τον πίνακα που μας εδόθηκε από τον Διευθυντή του Ναυτικού Ημερολογίου του Αστεροσκοπείου του Ναυτικού των Η.Π. την 5 Αυγούστου 1947, η νέα σελήνη για τον πρώτο Ιουδαϊκό μήνα άρχισε στις 8 μ.μ. της 30 Μαρτίου του 70 μ.Χ., η δε νέα σελήνη για τον 6ο μήνα άρχισε στις 24 Αυγούστου, ώρα 1 μ.μ. Συνεπώς, η ογδόη ημέρα του Ελούλ, κατά την οποία η Ιερουσαλήμ κατεστράφη, πρέπει να είχε αρχίσει στην δύσι του ηλίου της 2 Σεπτεμβρίου (Ιουλιανόν), ή, της 31 Αυγούστου (Γρηγοριανόν) του 70 μ.Χ.
Αλλά μολονότι η Ιερουσαλήμ κατεστράφη ως πόλις εκείνη την ημέρα, ο Ιώσηπος μάς λέγει ότι ο ναός της κατεστράφη από τους Ρωμαίους την 10η του Αβ, ή 5-6 Αυγούστου (Ιουλιανόν), ή, 3-4 Αυγούστου (Γρηγοριανόν), του 70 μ.Χ., η οποία ημέρα, όπως λέγει, ήταν η ίδια ημέρα του έτους που ο ναός κατεστράφη από τους Βαβυλώνιους το 607 π.Χ. (Πόλεμος των Ιουδαίων, Βιβλίο 6ο, Κεφάλαιο 4ο, παράγραφος 8η) Βλέπε το άρθρο μας, σελίδα 91, παράγρ. 16, 17.
l Στην Αστρονομία, Εγχειρίδιο για Κολλέγια του Γουλιέλμου Κέννον, έκδοσις 1948, σελίδα 98, διαβάζομε τα ακόλουθα αναφορικά με τη σχέσι μεταξύ του Ιουλιανού και του Γρηγοριανού ημερολογίου: «Στο 1800, το Ιουλιανό Ημερολόγιο απέκτησε μια ακόμη ημέρα, πράγμα που έθεσε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο 12 ημέρες μπροστά. Από το 1900 είναι 13 μέρες μπροστά από το Ιουλιανό Ημερολόγιο.» Αν προεκτείνωμε το Γρηγοριανό Ημερολόγιο πίσω στην προ Χριστού περίοδο θα βρούμε ότι οι ημερομηνίες του Γρηγοριανού είναι πίσω από τις ημερομηνίες του Ιουλιανού για τα ίδια ακριβώς συμβάντα. Στον έβδομον αιώνα π.Χ. οι ημερομηνίες του Γρηγοριανού συμπίπτουν 7 ημέρες πίσω από τις ημερομηνίες του Ιουλιανού. Έτσι η 10η Αυγούστου του 607 π.Χ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο, θα ήταν 3 Αυγούστου του 607 π.Χ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
a Ή, 20 Σεπτεμβρίου, ώρα 3 μ.μ., κατά το Γρηγοριανό Ημερολόγιο.
b Ή, 10-11 Αυγούστου του 607 π.Χ., κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο.