Η Έρημος Μεταβαλλόμενη σε Παράδεισο
ΚΑΝΕΝΑ μέρος της γης σήμερα δεν είναι παράδεισος, απηλλαγμένο από κάθε μόλυνσι και κίνδυνο. Ο αέρας και το νερό μολύνονται σε ανησυχητικό βαθμό. Απέραντες εκτάσεις της γης μεταβάλλονται σε αηδιαστικούς τόπους. Ο άγριος ανταγωνισμός ή αντιζηλία και το μίσος απειλούν την ευτυχία και την ευημερία του ανθρώπου. Τα δυστυχήματα οι ασθένειες και ο θάνατος έχουν τη μερίδα τους στα δεινά και τις θλίψεις που από πολλά χρόνια υπήρξαν η μοίρα της ανθρώπινης οικογένειας.
Θα γίνη ποτέ καμμιά αλλαγή; Ναι, η Αγία Γραφή μάς δίνει την παρήγορη διαβεβαίωσι ότι αυτή η γη θα γίνη ένας παράδεισος απηλλαγμένος από κάθε ασθένεια, θλίψι, πόνο και θάνατο. (Λουκ. 23:43· Αποκάλ. 21:3-5) Εκείνος που υποσχέθηκε ένα παράδεισο, ο Ιεχωβά Θεός, έχει τη δυναμι και τη σοφία να τον πραγματοποιήση. Με το έλεος του μας επρομήθευσε και μια γραπτή εξιστόρησι των περασμένων ενεργειών του για την εκπλήρωσι των υποσχέσεων του. Αυτή η εξιστόρησις μέσα στην Αγία Γραφή μάς παρέχει μια θετική εγγύησι ότι τίποτα δεν θα εμποδίση τον Ιεχωβά ώστε να μη πραγματοποίηση τον σκοπό του.
Το να πραγματοποιήση ένα παράδεισο δεν αποτελεί τίποτα νέο για τον Ιεχωβά Θεό. Αυτός έθεσε τους πρώτους ανθρώπους, τον Αδάμ και την Εύα, μέσα σ’ ένα παράδεισο σ’ ένα μέρος της γης που ήταν γνωστό ως «Εδέμ.» Ύστερ’ από αιώνες εφρόντισε ώστε η γη του Ιούδα, που είχε γίνει ένας έρημος τόπος μετά τη Βαβυλωνιακή κατάκτησι, να μεταβληθή σ’ ένα «κήπο της Εδέμ,» σ’ ένα παράδεισο. ·πνευματικό παράδεισο.
Η ΓΗ ΤΟΥ ΙΟΥΔΑ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΝΕΤΑΙ
Πριν από είκοσι πέντε αιώνες και πλέον η γη του Ιούδα είχε ερημωθή, χωρίς άνθρωπο ή κατοικίδιο ζώο. Η μεταμόρφωσις της γης εκείνης σ’ ένα παράδεισο δεν ήταν εύκολο πράγμα. Τα γειτονικά έθνη δεν ήθελαν να ιδούν να γίνη αυτό. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά Θεός είπε στον προφήτη του Ιεζεκιήλ:
«Προφήτευσον επί τα όρη Ισραήλ, και ειπέ: Όρη του Ισραήλ, ακούσατε τον λόγον του Ιεχωβά· Ούτω λέγει Ιεχωβά· ο Θεός· Επειδή ο εχθρός είπεν εναντίον σας, Εύγε! οι αιώνιοι υψηλοί τόποι έγιναν κληρονομιά ημών, διά τούτο προφήτευσον και ειπέ: Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· επειδή ηρήμωσαν και κατέπιον εσάς κυκλόθεν, διά να γείνητε κληρονομιά εις το υπόλοιπον των εθνών, και κατεστάθητε λάλημα της γλώσσης, και όνειδος των λαών· διά τούτο, όρη του Ισραήλ, ακούσατε τον λόγον Ιεχωβά του Θεού· Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός προς τα όρη και προς τα βουνά, προς τους χείμαρρους, και προς τας φάραγγας, και προς τους ηρημωμένους και ηφανισμένους τόπους, και προς τας εγκαταλελειμμένας πόλεις, αίτινες έγειναν λάφυρον και εμπαιγμός εις το υπόλοιπον των πέριξ εθνών· διά τούτο ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Εξάπαντος εν τω πυρί του ζήλου μου ελάλησα κατά του υπολοίπου των εθνών, και κατά παντός του Εδώμ, οίτινες έκαμον την γην μου κληρονομίαν εαυτών εν χαρά όλης της καρδίας αυτών, και εν περιφρονήσει ψυχής, διά να εκθέσωσιν αυτήν εις λάφυρον.»—Ιεζ. 36:1-5, ΜΝΚ.
Τα εχθρικά έθνη γύρω από την ερημωμένη γη του Ιούδα είχαν τον δικό τους ιδιοτελή σκοπό για την άδεια εκείνη περιοχή. Αλλ’ ο Ιεχωβά είχε έναν άλλο σκοπό, και ο σκοπός του επρόκειτο να πραγματοποιηθή. Τα άπληστα γειτονικά έθνη δεν επρόκειτο ν’ αποκτήσουν τη γη. Οι αχόρταγες προσπάθειες των θα εμποδίζοντο διότι τα ίδια αυτά έθνη θα πάθαιναν συμφορά. Ούτε οι Εδωμίται ούτε άλλες εθνικότητες θα αφήνοντο να λαφυραγωγησουν τις εγκαταλελειμμένες πόλεις του Ιούδα και να χρησιμοποιήσουν τη γη σαν βοσκότοπο. Τελικά ο Ιεχωβά θα φρόντιζε ώστε η χώρα «η γη του Ισραήλ» να μεταμορφωθή από την κατάστασι της ερημώσεως και ν’ ανθίση σαν ένας παράδεισος με τους επαναπατρισμένους Ισραηλίτας και με τα κατοικίδια ζώα των. Ο Ιεχωβά είπε στον Ιεζεκιήλ:
«Προφήτευσον επί την γην Ισραήλ, και ειπέ προς τα όρη, και προς τα βουνά, προς τους χείμαρρους, και προς τας φάραγγας: Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Ιδού, εγώ λάλησα εν τω ζήλω μου, και εν τω θυμώ μου, διότι εβαστάσατε την ύβριν των εθνών· διά τούτο ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Εγώ ύψωσα την χείρα μου· εξάπαντος τα έθνη, τα πέριξ υμών, αυτά θέλουσι βαστάσει την αισχύνην αυτών. Σεις δε, όρη του Ισραήλ, θέλετε εκβλαστήσει τους κλάδους σας, και θέλετε δώσει τον καρπόν σας εις τον λαόν μου Ισραήλ· διότι πλησιάζουσι να έλθωσι. Διότι, Ιδού, εγώ επιβλέπω εφ’ υμάς, και θέλω στραφή προς υμάς, και θέλετε αροτριασθη και σπαρθή. Και θέλω πληθύνει εφ’ υμών ανθρώπους, άπαντα τον οίκον Ισραήλ, άπαντα αυτόν· και αι πόλεις θέλουσι κατοικηθή, και αι ερημώσεις θέλουσιν οικοδομηθή. Και θέλω πληθύνει εφ’ υμών ανθρώπους και κτήνη, και θέλουσιν αυξηνθή και καρποφορήσει· και θέλω σας κατοικίσει ως ήσθε πρότερον, και αγαθοποιήσει μάλλον παρά τας αρχάς σας· και θέλετε γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά. Και θέλω κάμει να περιπατώσιν εφ’ υμών άνθρωποι, ο λαός μου Ισραήλ· και θέλουσι σας κληρονομήσει, και θέλετε είσθαι κληρονομιά αυτών, και του λοιπού δεν θέλετε πλέον ατεκνώσει αυτούς.»—Ιεζεκ. 36:6-12.
Στις ημέρες του προφήτου Ιεζεκιήλ η εκπλήρωσις του όρκου του Ιεχωβά ήταν κάτι που θα το εγύρευαν και θα το αναζητούσαν, στη διάρκεια δεκαετηρίδων που θα παρέμεναν στη Βαβυλωνιακή εξορία. Όπως εδήλωσε ο Ιεχωβά διά του Ιεζεκιήλ:
«Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός· Και τούτο θέλει ζητηθή παρ’ εμού, εκ του οίκου Ισραήλ, να κάμω εις αυτούς, να πληθύνω αυτούς με ανθρώπους ως ποίμνιον προβάτων. Ως το άγιον ποίμνιον, ως το ποίμνιον της Ιερουσαλήμ εν ταις επισήμοις εορταίς αυτής, ούτως αι πόλεις αι ηρημωμέναι θέλουσι γείνει πλήρεις ποιμνίων ανθρώπων· και θέλουσι γνωρίσει ότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά.»—Ιεζ. 36:37, 38, ΜΝΚ.
Αυτή η κατοίκησις των ερημωμένων πόλεων της γης του Ιούδα έπρεπε να ζητηθή παρά του Ιεχωβά από τους εξόριστους εκείνους Ιουδαίους οι οποίοι μετενόησαν και επιθυμούσαν την εκπλήρωσι των ευσπλάγχνων υποσχέσεων του Ιεχωβά. Πολλοί από τους εξορίστους εκείνους Ιουδαίους δεν επέζησαν και δεν επέστρεψαν στην πατρίδα τους για να δουν την πραγματοποίησι των υποσχέσεων του Ιεχωβά. Το έτος 537 π.Χ. ο κατακτητής της Βαβυλώνος Κύρος εξέδωκε ένα διάταγμα που επέτρεπε στους Ιουδαίους εξόριστους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους και ν’ ανοικοδομήσουν τον ναό της Ιερουσαλήμ. (Έσδρας 3:1, 2, 12) Όταν οι Ισραηλίται επέστρεψαν στις πόλεις των και άρχισαν το έργο της ανοικοδομήσεως και της φυτεύσεως, τα έθνη έπρεπε ν’ αναγνωρίσουν ότι ο Ιεχωβά είχε πραγματοποιήσει θαυμαστή αλλαγή. Ήταν ακριβώς όπως είχε δηλώσει ο Ιεχωβά διά του Ιεζεκιήλ: «Και θέλουσι λέγει: Η γη αυτή ήτις ήτο ηφανισμένη, κατεστάλη ως ο παράδεισος της Εδέμ· και αι πόλεις αι ηρημωμέναι, και ηφανισμέναι, και κατηδαφισμέναι, ωχυρώθησαν, κατωκίσθησαν.» (Ιεζ. 36:33-36) Οι Εδωμίται, όμως, τελικά έγιναν ένας λαός εκτοπισμένος και μετά τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ το έτος 70 μ.Χ. έπαυσαν να υπάρχουν ως λαός.
ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΕΝΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ
Στους συγχρόνους καιρούς το κεχρισμένο υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ, οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, είχαν υποστή πείρες ανάλογες μ’ εκείνες των φυσικών Ισραηλιτών στον έβδομο και έκτο αιώνα π.Χ. Στη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου υπέστησαν θρησκευτικό διωγμό και καταδυνάστευσι και περιήλθαν σε μια κατάστασι αιχμαλωσίας. Ο Ιεχωβά Θεός επέτρεψε να γίνη αυτό ένεκα σφάλματος εκ μέρους του υπολοίπου του πνευματικού Ισραήλ. Αλλά δεν αποτελούσε σκοπό του να μείνη έρημη η πνευματική ιδιοκτησία του και να καταλάβη ο Χριστιανικός κόσμος το σύνολο του θρησκευτικού αγρού στη διάρκεια της μεταπολεμικής περιόδου.
Όπως οι Εδωμίται και τα άλλα έθνη που περιέβαλλαν τον Ισραήλ στους αρχαίους χρόνους, ο Χριστιανικός κόσμος υπέστη μεγάλη ταπείνωσι το έτος 1919 μ.Χ. Αυτό έγινε διότι τα ταπεινωτικά πράγματα που είχε προείπει ο Χριστιανικός κόσμος εναντίον του διωκωμένου υπολοίπου των πνευματικών Ισραηλιτών και ήλπιζε να συμβούν δεν πραγματοποιήθηκαν. Εκείνο το έτος η πνευματική αυτή περιοχή άρχισε να ζωογονήται με πνευματικούς Ισραηλίτας.
Μολονότι τα μέλη των εκκλησιών και των εισαγομένων σε ιερατικές σχολές ελαττώθηκαν σημαντικά στα πρόσφατα χρόνια, οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά από το έτος 1919 κι εμπρός απήλαυσαν θαυμαστές αυξήσεις έως σήμερα. Τα «όρη» της πνευματικής των γης ζωογονήθηκαν με πολλούς αφωσιωμένους λάτρεις του Ιεχωβά Θεού. Το έτος 1935 ο «πολύς όχλος» των άλλων προβάτων του Καλού Ποιμένος άρχισε να συνταυτίζεται με το κεχρισμένο υπόλοιπο των πνευματικών Ισραηλιτών και έτσι ανέπτυξε δράσι επάνω στα συμβολικά «όρη του Ισραήλ.» Ακόμη και οι παγκόσμιοι διωγμοί στη διάρκεια του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου δεν αποστέρησαν τα συμβολικά «όρη του Ισραήλ» από τον πληθυσμό τους ούτε και τον ελάττωσαν. Ενώ στο έτος 1928 ήσαν μόνο 44.080 εκείνοι που εκήρυτταν δημοσία το «ευαγγέλιον» της βασιλείας του Θεού, το έτος 1972 ο αριθμός αυτών των κηρύκων έφθασε σε 1.658.990 σε 28.407 εκκλησίες σε 208 χώρες.
Από το έτος 1919 μ.Χ. κι εμπρός οι εκκλησίες του αποκαταστημένου υπολοίπου των πνευματικών Ισραηλιτών ήσαν όπως οι πόλεις του αρχαίου Ισραήλ. «Ωχυρώθησαν» ιδιαίτερα λόγω της καλύτερης οργανώσεως των για δράσι στην εκτέλεσι της προφητείας του Ιησού να κηρύξουν το ευαγγέλιον της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού. (Ματθ. 24:14) Ωχυρώθηκαν πληρέστερα στο έτος 1938 οπότε η συγκεντρωτική θεοκρατική διακυβέρνησις της οργανώσεως και όχι η τοπική εκκλησιαστική διακυβέρνησις, εφαρμόσθηκε σε όλες τις εκκλησίες σ’ όλο τον κόσμο.
Αληθινά ο Ιεχωβά Θεός εγέμισε την πνευματική περιοχή των Χριστιανών μαρτύρων του με ένα απέραντο ανθρωποποίμνιο. (Ιεζ. 36:11, 37, 38) Όπως οι δώδεκα φυλές του Ισραήλ συνήθιζαν να συγκεντρώνωνται στην Ιερουσαλήμ και στο ναό της στη διάρκεια των τριών εορταστικών εποχών (Πάσχα, Πεντηκοστή και Σκηνοπηγία), έτσι και οι Χριστιανοί Μάρτυρες του Ιεχωβά απήλαυσαν μια επισυναγωγή όχι μόνο στις τοπικές των Αίθουσες Βασιλείας αλλά με ένα καταπληκτικό τρόπο, στις τακτικές των συνελεύσεις περιοχής, περιφερείας καθώς και στις εθνικές και διεθνείς συνελεύσεις.
Οι πιέσεις σ’ αυτόν τον αιώνα της αναρχίας και της βίας δεν έκαμαν τους αποκαταστημένους πνευματικούς Ισραηλίτας να εξαφανισθούν από τη νεοκατειλημμένη πνευματική τους περιοχή, σαν να είχαν καταβροχθισθή, καταποθή από επιδρομές εισβολέων η από πείνα στη χώρα των. Η πείρα των ήταν όμοια μ’ εκείνη που περιεγράφη στον Ιεζεκιήλ 36:13-15, ΜΝΚ, όπου ο Ιεχωβά ομιλεί περαιτέρω στη γη του Ισραήλ:
«Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός: Επειδή είπον προς εσάς, Συ είσαι γη κατατρώγουσα ανθρώπους, και ατεκνόνουσα τους λαούς σου, διά τούτο δεν θέλεις πλέον κατατρώγει ανθρώπους, ουδέ ατεκνώσει πλέον τους λαούς σου, λέγει Ιεχωβά ο Θεός. Και δεν θέλω πλέον κάμει να ακουσθή εν σοι η ύβρις των εθνών, και δεν θέλεις φέρει πλέον τον ονειδισμόν των λαών, και δεν θέλεις κάμει πλέον τους λαούς σου να ατεκνωθώσι, λέγει Ιεχωβά ο Θεός.»
Η γη Χαναάν είχε μια κακή φήμη για την καταστροφή των λαών της, σαν αυτοί οι λαοί να καταβροχθίσθηκαν από τη γη. (Αριθμ. 13:32) Όταν ο Ιεχωβά έφερε τους Ισραηλίτας μέσα στη γη Χαναάν στο έτος 1473 π.Χ. και αυτοί προέβησαν στην καταστροφή επτά εθνών, αυτό ήταν σαν η γη να κατέφαγε, να κατεβρόχθισε εκείνους τους κατοίκους.
Στο έτος 607 π.Χ. ο βασιλεύς της Βαβυλώνος εκυρίευσε τη γη του Ιούδα και εξώρισε πολλές εκατοντάδες επιζώντων Ιουδαίων, και η γη έγινε έρημη χωρίς άνθρωπο και κατοικίδιο ζώο. Φάνηκε πάλι σαν η γη να κατεβρόχθισε τους κατοίκους της και να αποστέρησε το έθνος και το Βασίλειο του Ιούδα από τα τέκνα του. Ενωρίτερα στο έτος 740 π.Χ. είχε αποστερήσει το έθνος του Βασιλείου του Ισραήλ από τα τέκνα του. Αλλά με την ειδική ευλογία και προστασία του Ιεχωβά η άλλοτε ερημωμένη γη δεν επρόκειτο να λάβη άλλη πείρα σαν αυτή που είχε σχέσι με το υπόλοιπο των πιστών Ισραηλιτών που αποκατεστάθησαν από την εξορία της Βαβυλώνος στο έτος 537 π.Χ. και μετέπειτα. Έτσι επίσης έγινε και με την πνευματική περιοχή στην οποία αποκαταστάθηκε ένα υπόλοιπο στο μεταπολεμικό έτος 1919 μ.Χ. Αυτοί είναι ακόμη εκεί, ζωογονημένοι, αποδοτικοί, πληθυνόμενοι. Ο πνευματικός παράδεισος που απήλαυσε ο λαός του Θεού θα παραμείνη.
Η ΑΝΑΜΙΞΙΣ ΤΟΥ ΘΕΙΟΥ ΟΝΟΜΑΤΟΣ
Γιατί ο Ιεχωβά Θεός έφερε τα μεγαλειώδη αυτά πράγματα; Αυτό δεν ωφείλετο σε καμμιά αξία από μέρους του τυπικού υπολοίπου στο έτος 537 π.Χ. και μετέπειτα και από μέρους του αντιτυπικού υπολοίπου στο έτος 1919 μ.Χ. και έπειτα. Ήταν αναμεμιγμένο το άγιο όνομα του Θεού. Διαβάζομε:
«Και έγεινε λόγος του Ιεχωβά προς εμέ, λέγων: Υιέ ανθρώπου, ότε ο οίκος Ισραήλ κατώκησαν εν τη γη αυτών, εμίαναν αυτήν διά της οδού αυτών και διά των πράξεων αυτών· η οδός αυτών ήτο έμπροσθεν μου ως ακαθαρσία αποκεχωρισμένης. Διά τούτο εξέχεα τον θυμόν μου επ’ αυτούς, διά το αίμα, το οποίον έχυσαν επί την γην, και διά τα είδωλα αυτών, με τα οποία εμόλυναν αυτήν· και διέσπειρα αυτούς μεταξύ των εθνών, και ήσαν διεσκορπισμένοι εν τοις τόποις· κατά την οδόν αυτών, και κατά τα έργα αυτών, έκρινα αυτούς. Και ότε εισήλθον εις τα έθνη, όπου ήλθον, εβεβήλωσαν το όνομα μου το άγιον, ενώ ελέγετο περί αυτών: Ούτοι είναι ο λαός του Ιεχωβά, και εκ της γης αυτού εξήλθον. Θέλω όμως σπλαχνισθή το άγιον όνομα μου, το οποίον ο οίκος Ισραήλ εβεβήλωσε μεταξύ των εθνών εις τα οποία ήλθον.»—Ιεζ. 36:16-21, ΜΝΚ.
Επειδή οι Ισραηλίται είχαν εξέλθει από τη γη του Ιεχωβά ως εξόριστοι, εφάνη σαν ο Ιεχωβά, ο Θεός που ανεγνώριζαν, να μην μπορούσε να τους προστατεύση από τους εχθρούς του. Αυτοί έφεραν μομφή στο άγιο του όνομα. Αυτό έκαμε τα ειδωλολατρικά έθνη να ομιλούν βέβηλα για το όνομα του. Ομοίως, όταν το κεχρισμένο υπόλοιπο των πνευματικών Ισραηλιτών εφέρθη σε δουλεία στη Βαβυλώνα τη Μεγάλη και τους πολιτικούς και στρατιωτικούς εραστάς της στη διάρκεια του 1ου Παγκοσμίου Πολέμου εφαίνετο σαν αυτοί ως μέλη του Διεθνούς Συλλόγου των Σπουδαστών της Γραφής να μην ήσαν πραγματικοί Χριστιανοί. Εφαίνετο σαν να μην ήταν με το μέρος τους και να μην τους προστάτευε ο αληθινός Θεός. Αυτό έφερε μομφή στο όνομα του Θεού στον οποίον ήσαν αφιερωμένοι. Γι’ αυτό ο Ιεχωβά ήταν υποχρεωμένος να δείξη αυτοσεβασμό με το να σπλαχνισθή το όνομά του. Ήταν ένα άγιο όνομα και δεν του άξιζε να βεβηλώνεται από κοσμικούς. Επειδή ο Ιεχωβά είχε ένα αφωσιωμένο υπόλοιπο ανθρώπων που ήσαν συνδεδεμένοι με το όνομά του, τότε οτιδήποτε και αν έκανε από ευσπλαχνία για το όνομά του, θα απαιτούσε ευσπλαχνία και γι’ αυτό το υπόλοιπο.
Εκείνο που έκαμε ο Ιεχωβά Θεός για ν’ αποκαταστήση το λαό του στους συγχρόνους καιρούς απετέλεσε εκπλήρωσι των λόγων της προφητείας του Ιεζεκιήλ. (Ιεζ. 36:22-24) Ο Ιεχωβά πραγματικά αγίασε το όνομά του μεταξύ των εθνών με το να παραγάγη ένα αφιερωμένο λαό ο οποίος σέβεται το όνομά του ως άγιον. (Ιεζ. 36:38) Αυτοί ενδιαφέρονται ν’ αποδώσουν δόξα σ’ αυτό το όνομα και να μη το ονειδίζουν διόλου με οποιαδήποτε κακή διαγωγή από μέρους των. Προτιμούν να υπακούσουν στον Θεό ως Άρχοντα μάλλον παρά σε ανθρώπους όταν υπάρχη αντίθεσις μεταξύ του νόμου του Θεού και των νόμων που θεσπίζουν οι άνθρωποι που αγνοούν τον Θεό.—Πράξ. 5:29.
Ο Ιεχωβά εκαθάρισε το αποκαταστημένο υπόλοιπο του από τη θρησκευτική ακαθαρσία με μέσα καθαρισμού, σαν να ερράντισε καθαρό νερό επάνω τους. Καθαρισμένοι από τα ρυπαρά είδωλα, αρνούνται να ειδωλοποιήσουν πολιτικούς, στρατιωτικούς η θρησκευτικούς τιτλούχους ή να κάνουν ειδωλολατρικές χειρονομίες ή να λάβουν ειδωλολατρικές στάσεις εμπρός σε εικόνες, αγάλματα η εμβλήματα. Ο Ιεχωβά απομάκρυνε απ’ αυτούς την πέτρινη καρδιά και τους έδωσε «καρδίαν σαρκίνην» που υποκινείται από αγάπη και στοργή για να πράξουν το θέλημα του Το ‘νέο πνεύμα’ που έθεσε μέσα τους είναι το άγιο του πνεύμα. Αυτό τους έκαμε να παραγάγουν τους καρπούς του πνεύματος—«αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.»—Ιεζ. 36:25-28· Γαλ. 5:22, 23.
Ο Ιεχωβά για να επανορθώση κάθε κακή εντύπωσι που είχαν τα έθνη γι’ αυτόν επειδή ετιμώρησε τον λαό του, τους ευλόγησε αφθόνως από το έτος 1919. Έγινε ακριβώς όπως είχε υποσχεθή ο Ιεχωβά διά του Ιεζεκιήλ:
«Και θέλω σας σώσει από πασών των ακαθαρσιών σας· και θέλω ανακαλέσει τον σίτον, και πληθύνει αυτόν και δεν θέλω πλέον επιφέρει εις εσάς πείναν. Και θέλω πληθύνει τον καρπόν των δένδρων, και τα γεννήματα του αγρού, διά να μη λάβετε πλέον ονειδισμόν πείνης μεταξύ των εθνών. Και θέλετε ενθυμηθή τας οδούς υμών τας πονηράς, και τα έργα υμών τα μη αγαθά, και θέλετε αποστροφή αυτοί εαυτούς έμπροσθεν των οφθαλμών σας, διά τας ανομίας σας, και διά τα βδελύγματά σας. Εγώ δεν κάμνω ταύτα ένεκεν υμών, λέγει Ιεχωβά ο Θεός, ας ήναι γνωστόν εις εσάς· αισχύνθητε, και εντράπητε διά τας οδούς σας, οίκος Ισραήλ!»—Ιεζ. 36:29-32.
Ένεκα της θείας αυτής καλωσύνης προς αυτούς, τα μέλη του κεχρισμένου υπολοίπου αισθάνονται απέχθεια για τον εαυτό τους όταν βλέπουν προς τα οπίσω στο τι ήσαν στο παρελθόν. Αυτό τους κάνει να ντρέπωνται, τους κάνει να αισθάνωνται ταπεινωμένοι, και να το σκέπτωνται ακόμη. Αυτή η στάσις απομακρύνει απ’ αυτούς κάθε διάθεσι να ενασχολούνται σε πνευματικές και ανήθικες ακαθαρσίες και πάλι, θεληματικά. Εξαιτίας της επιδράσεως που είχε η παρ’ αξίαν αγαθότης του Ιεχωβά σ’ αυτούς στην αποκαταστημένη θέσι τους τους λυτρώνει από όλες τις ακαθαρσίες των. Αυτοί εκτιμούν ζωηρά το ότι δεν ωφείλετο σε καμμιά περασμένη καλωσυνη των, ούτε ήταν προς χάριν των το ότι, για να μιλήσωμε μεταφορικά, έκαμε τον ζωοπάροχο σπόρο ν’ αναβλαστήση από τη γη και να κάμη τόσο άφθονη παραγωγή, ώστε τα κοσμικά έθνη να μην μπορούν να τους ονειδίσουν ότι στερούνται από εφόδια πνευματικής τροφής. Είναι ευγνώμονες διότι ο Ιεχωβά κατέστησε γνωστό σ’ αυτούς ότι χάριν του αγίου του ονόματος έκαμε όλ’ αυτά γι’ αυτούς. Με όλη, λοιπόν, την ταπεινότητα αγιάζουν το όνομά του.
Όλ’ αυτά αποδεικνύουν ότι οι υποσχέσεις του Ιεχωβά που συνδέονται με το άγιο του όνομα θα εκπληρωθούν. Επειδή αποτελεί σκοπό του να μεταμορφωθή αυτή η γη σε παράδεισο, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι αυτό θα γίνη. Το «ευαγγέλιον» για σήμερα είναι ότι η προφητεία της Γραφής τονίζει ότι αυτή η γενεά είναι εκείνη που θα δη και το τέλος της ερημώσεως της γης από τον άνθρωπο. Τώρα λοιπόν είναι ο καιρός για τους ειλικρινείς ανθρώπους να λάβουν τη στάσι των με την αληθινή λατρεία και να ενωθούν με τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά, οι οποίοι τώρα απολαμβάνουν τις ευλογίες ενός πνευματικού παραδείσου.