Κεφάλαιον 11
Ο Μεσσίας του Αιωνίου Σκοπού του Θεού
1. Πότε έγινε αναγέννησις μιας γης και ενός έθνους;
ΜΙΑ πόλις, που έκειτο νεκρή σε ερείπια εβδομήντα χρόνια, αναστήθηκε—το έτος 537 π.Χ.! Η πόλις αυτή ήταν η Ιερουσαλήμ, που είχε καταστραφή από τους Βαβυλωνίους το 607 π.Χ. Όταν αυτή η αγία πόλις ηγέρθη από το χώμα, έγινε αναγέννησις της γης του Ιούδα, η αναγέννησις ενός έθνους, ο επαναπατρισμός του λαού του Ιεχωβά Θεού. (Ησαΐας 66:8) Αυτό ήταν κάτι θαυμάσιο στα μάτια όλων των παρατηρητών.
2. (α) Μετά από ποιον κεχρισμένον εκπρόσωπο του Ιεχωβά επρόκειτο ν’ έλθη ο υποσχεμένος Μεσσίας; (β) Πώς εκπληρώθηκαν τα εβδομήντα χρόνια εξορίας μολονότι η Βαβυλών έπεσε το 539 π.Χ.
2 Παράλληλα μ’ αυτή την εθνική ανάστασι αναζωογονήθηκαν και οι ελπίδες για την έλευσι του υποσχεμένου Μεσσία. (Ιεζεκιήλ 37:1-14) Ακόμη και στη διάρκεια των εβδομήντα ετών που ο λαός του βασιλείου του Ιούδα ήταν εξόριστος στη Βαβυλώνα, είχε υποδειχθή σ’ αυτούς ο ωρισμένος καιρός για την έλευσι του Μεσσία. Αυτός ο Μεσσίας έπρεπε να έλθη μετά τον Πέρση κατακτητή Κύρον τον Μέγαν, για τον οποίο ο προφήτης Ησαΐας είχε εμπνευσθή να πη τα εξής: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά προς τον κεχρισμένον [Εβραϊκά Μεσσίαν] αυτού, τον Κύρον, του οποίου την δεξιάν χείρα εκράτησα, διά να υποτάξω τα έθνη έμπροσθεν αυτού· και θέλω λύσει την οσφύν των βασιλέων, διά να ανοίξω τα δίθυρα έμπροσθεν αυτού· και αι πύλαι δεν θέλουσι κλεισθή.» (Ησαΐας 45:1, ΜΝΚ) Ο Κύρος, ως κεχρισμένος εκπρόσωπος του Ιεχωβά, ήλθε και πέρασε από τις πύλες της Βαβυλώνος, που περιεβάλλετο με υψηλά τείχη και ανέτρεψε και εθανάτωσε τον αυτοκρατορικό άρχοντα Βαλτάσαρ, γυιο του Ναβονίδη. Αυτό έγινε το 539 π.Χ. Αλλ’ ο Κύρος δεν απελευθέρωσε αμέσως τους εξορίστους Ιουδαίους. Όταν ανέλαβε τη βασιλεία της Βαβυλώνος, εκράτησε τους Ιουδαίους αιχμαλώτους δύο περίπου χρόνια ακόμη, ως το 537 π.Χ. Έτσι συμπληρώθηκαν εβδομήντα χρόνια!
3. Πόσον καιρό ετήρησε σάββατα η ερημωμένη γη του Ιούδα;
3 Αυτό έγινε, ακριβώς όπως προελέχθη στο εδάφιο Ιερεμίας 25:11. Και τα εδάφια 2 Χρονικών 36:20, 21 το περιγράφουν αυτό, λέγοντας: «Και τους εκφυγόντας την μάχαιραν μετώκισεν εις Βαβυλώνα, όπου ήσαν δούλοι εις αυτόν και εις τους υιούς αυτού, μέχρι του καιρού της βασιλείας των Περσών δια να πληρωθή ο λόγος του Ιεχωβά ο δια στόματος Ιερεμίου, εωσού η γη χαρή τα σάββατα αυτής· διότι πάντα τον καιρόν της ερημώσεως αυτής εφύλαττε σάββατον, εωσού συμπληρωθώσιν εβδομήκοντα έτη»—από το έτος 607 π.Χ. έως το 537 π.Χ.
4. (α) Πότε υπελόγισε ο Δανιήλ ότι θα τελείωνε η Ιουδαϊκή εξορία; (β) Ποια πληροφορία έδωσε ο Γαβριήλ στον Δανιήλ για τον καιρό που θα ήρχετο ο Μεσσίας;
4 Μεταξύ των εξορίστων Ιουδαίων στη Βαβυλώνα ήταν και ο προφήτης Δανιήλ. Από τις θεόπνευστες γραφές του Ιερεμία, ο Δανιήλ δεν ανέμενε να έλθη για τους Ιουδαίους η απελευθέρωσις από την εξορία πριν από το τέλος των εβδομήντα ετών, στη διάρκεια των οποίων η Ιερουσαλήμ έκειτο έρημη και τηρούσε τα σάββατα. (Δανιήλ 9:1, 2) Στη διάρκεια του πρώτου έτους του νέου Μηδοπερσικού καθεστώτος που επεκράτησε στη Βαβυλωνιακή αυτοκρατορία, ο Δανιήλ προσευχήθηκε για το ζήτημα αυτό. Τότε ήλθε ο άγγελος του Ιεχωβά Γαβριήλ και έδωσε στον Δανιήλ την ακόλουθη πληροφορία σχετικά με τον καιρό που θα ήρχετο ο Μεσσίας:
«Εβδομήκοντα εβδομάδες (ετών) διορίσθησαν επί τον λαόν σου και επί την πόλιν την αγίαν σου, διά να συντελεστή η παράβασις και να τελειώσωσιν αι αμαρτίαι, και να γείνη εξιλέωσις περί της ανομίας και να εισαχθή δικαιοσύνη αιώνιος και να σφραγισθή όρασις και προφητεία και να χρισθή ο Άγιος των αγίων.
«Γνώρισον λοιπόν και κατάλαβε ότι από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ, έως του Χριστού του Ηγουμένου, θέλουσιν είσθαι εβδομάδες (ετών) επτά και εβδομάδες (ετών) εξήκοντα δύο· θέλει οικοδομηθή πάλιν η πλατεία και το τείχος, μάλιστα εν καιροίς στενοχώριας.
«Και μετά τας εξήκοντα δύο εβδομάδας (ετών) θέλει εκκοπή ο Χριστός, πλην ουχί δι’ εαυτόν και ο λαός του ηγουμένου, όστις θέλει έλθει, θέλει αφανίσει την πόλιν και το αγιαστήριον· και το τέλος αυτής θέλει έλθει μετά κατακλυσμού, και έως του τέλους του πολέμου είναι διορισμένοι αφανισμοί.
«Και θέλει στερεώσει την διαθήκην εις πολλούς εν μια εβδομάδι (ετών)· και εν τω ημίσει της εβδομάδος (ετών) θέλει παύσει η θυσία και η προσφορά, και επί το πτερύγιον του Ιερού θέλει είσθαι το βδέλυγμα της ερημώσεως, και έως της συντέλειας του καιρού θέλει δοθή διορία επί την ερήμωσιν.»—Δαν. 9:24-27.
Η «ΠΡΩΙΑ» ΤΗΣ ΕΒΔΟΜΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗΣ «ΗΜΕΡΑΣ» ΑΡΧΙΖΕΙ ΤΟ 526 ΠΕΡΙΠΟΥ Π.Χ.
5. Πώς υπολογίζεται πότε τελείωσαν οι επτά εβδομάδες και οι εξήντα δύο ‘εβδομάδες ετών’;
5 Ετελείωνε τώρα το πρώτο ήμισυ, ή η «εσπερινή» περίοδος της εβδόμης δημιουργικής «ημέρας» του Θεού, δηλαδή 3.500 χρόνια από τη δημιουργία του Αδάμ και της Εύας. Η πρωία αυτής της δημιουργικής «ημέρας» επρόκειτο ν’ αρχίση περίπου στο έτος 526 π.Χ. Από τότε τα πράγματα θα καλυτέρευαν εν σχέσει με το σκοπό του Θεού και για τον λαό Του. Σύμφωνα με την προφητεία του Δανιήλ, από ένα ωρισμένο χαρακτηριστικό της ανοικοδομήσεως της αναστηθείσης πόλεως της Ιερουσαλήμ θα άρχιζαν να μετρώνται εβδομήντα ‘εβδομάδες (ετών)’ (που ισοδυναμούσαν με 490 χρόνια). ‘Επτά εβδομάδες (ετών)’ και ‘εξήντα δύο εβδομάδες (ετών)’ θα έκαναν ένα σύνολο από 483 έτη ως την έλευσι του Χριστού (Εβραϊκά: Μεσσία). Υπολογίζοντας από τότε που ο Ιουδαίος κυβερνήτης Νεεμίας ανοικοδόμησε τα τείχη της Ιερουσαλήμ, αυτές οι εξήντα εννέα ‘εβδομάδες ετών’ θα τελείωναν στο πρώτο ήμισυ του πρώτου αιώνος μ.Χ. Υπολογίζοντας από το εικοστό έτος του βασιλέως Αρταξέρξου (455 π.Χ.), το έτος στο οποίο ο Νεεμίας ανοικοδόμησε εκείνα τα τείχη, τα 483 έτη θα τελείωναν το έτος 29 μ.Χ. (Νεεμ. 2:1-18) Αυτό ήταν περίπου 41 χρόνια πριν από τη δεύτερη καταστροφή της Ιερουσαλήμ, που έγινε αυτή τη φορά από τους Ρωμαίους. Συνέβη κανένα ιστορικό γεγονός στο 29 μ.Χ.;
6. Πώς ανετράπη η Περσική αυτοκρατορία, και πώς η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου έπαιξε ρόλο στην Ιουδαϊκή ζωή;
6 Ο πρώτος αιών μ.Χ. και ο πρώτος αιών π.Χ. ήσαν κρίσιμα έτη για τους Ισραηλίτας της Παλαιστίνης. Στον τέταρτο αιώνα π.Χ. η εξουσία των επαναπατρισθέντων Ισραηλιτών ή Ιουδαίων είχε διαφύγει από τα χέρια του Πέρσου αυτοκράτορος, και είχε περιέλθει στην εξουσία της Ελληνικής Αυτοκρατορίας, λόγω των κατακτήσεων του Μακεδόνος Μεγάλου Αλεξάνδρου. Στο έτος 332 π.Χ. αυτός ανέλαβε τη διοίκησι της Παλαιστίνης και άφησε την Ιερουσαλήμ ανέπαφη. Κατόπιν ανέτρεψε τον Πέρση αυτοκράτορα και ίδρυσε την Ελληνική Παγκόσμια Δύναμι, την πέμπτη της Βιβλικής ιστορίας. Το ίδιο εκείνο έτος ο Αλέξανδρος διέταξε να οικοδομηθή η πόλις της Αλεξανδρείας στην κατακτημένη Αίγυπτο. Αυτή έγινε μια ακμάζουσα πόλις και αναπτύχθηκε εκεί ένας μεγάλος Ιουδαϊκός πληθυσμός. Οι Ιουδαίοι μιλούσαν την Ελληνική γλώσσα η οποία έγινε τότε διεθνώς γνωστή και εχρησιμοποιείτο λόγω των κατακτήσεων του Αλεξάνδρου. Κι αυτοί επίσης επιθυμούσαν ν’ αποκτήσουν Βιβλική γνώσι.
7. Πώς έγινε η Ελληνική μετάφρασις των εβδομήκοντα και τι λέγει στα εδάφια Δανιήλ 9:25, 26;
7 Στη διάρκεια του επομένου αιώνος, το έτος 280 περίπου π.Χ., άρχισαν να μεταφράζουν τις ιερές θεόπνευστες Γραφές των από τη Γένεσι εως τον Μαλαχία, στην κοινή Ελληνική γλώσσα που μιλούσαν. Αυτή η μετάφρασις συμπληρώθηκε στον πρώτο αιώνα π.Χ. και ωνομάσθηκε «Ελληνική Μετάφρασις των Εβδομήκοντα.» Λόγω της ευρείας χρήσεως της κοινής Ελληνικής ακόμη και στη διάρκεια των πρώτων αιώνων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αυτή η μετάφρασις που έγινε από τους Αλεξανδρινούς Ιουδαίους μπορούσε να χρησιμοποιήται διεθνώς. Αυτή απέδιδε αρκετά πιστά το Εβραϊκό κείμενο της Βίβλου. Παραδείγματος χάριν η Ελληνική απόδοσις του Δανιήλ 9:25, 26, λέγει τα εξής (σύμφωνα με τη Νεοελληνική μετάφρασι) σχετικά με τον Μεσσία:
«Γνώρισον λοιπόν και κατάλαβε ότι από της εξελεύσεως της προσταγής του να ανοικοδομηθή η Ιερουσαλήμ έως του Χριστού του ηγουμένου θέλουσιν είσθαι εβδομάδες επτά και εβδομάδες εξήκοντα δύο· θέλει οικοδομηθή πάλιν η πλατεία και το τείχος, μάλιστα εν καιροίς στενοχώριας. Και μετά τας εξήκοντα δύο εβδομάδας θέλει εκκοπή ο Χριστός, πλην ουχί δι’ εαυτόν.»
8. (α) Πώς η Ιερουσαλήμ ήλθε κάτω από τη Ρωμαϊκή εξουσία και πώς κατεστράφη αργότερα; (β) Από πότε οι Ιουδαίοι δεν είχαν ναό στην Ιερουσαλήμ και από πότε δεν ανεγνώριζαν κανένα προφήτη από τον Θεό;
8 Η κοινή Ελληνική εξακολούθησε να είναι η διεθνής γλώσσα του αρχαίου κόσμου ακόμη και μετά την κατάρρευσι της Ελληνικής Αυτοκρατορίας από τη Ρωμαϊκή παγκόσμιο δύναμι τον πρώτον αιώνα π.Χ. Μία μερίς των Μακαββαίων ανταγωνιστών, που εμάχοντο για την εξουσία στην Ιερουσαλήμ, ζήτησε βοήθεια από τη Ρώμη εναντίον της άλλης μερίδος κι έτσι το 63 π.Χ. ο Ρωμαίος στρατηγός Πομπήιος εισέβαλε και κυρίευσε την Ιερουσαλήμ και η Παλαιστίνη περιήλθε στην εξουσία των Ρωμαίων. Το 40 π.Χ. οι Ιουδαίοι επανέκτησαν τη βασιλεία. Το έτος όμως 37 π.Χ. ο Ηρώδης ο Μέγας, απόγονος του Ησαύ ή Εδώμ, επετέθη κατά της Ιερουσαλήμ και την κατέλαβε και κυβέρνησε ως βασιλεύς διωρισμένος από τη Ρώμη. Τον πρώτον αιώνα μ.Χ. οι Ιουδαίοι επανεστάτησαν πάλι εναντίον της Ρώμης το 66 μ.Χ., αλλ’ η σύντομη αυτή ανεξαρτησία των τελείωσε το 70 μ.Χ. με την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και του ενδόξου ναού της που είχε ανοικοδομήσει ο Ηρώδης ο Μέγας. Από τότε, δηλαδή πάνω από δέκα εννέα αιώνες έως τώρα, οι Ιουδαίοι δεν είχαν ναό στην Ιερουσαλήμ ούτε και αφ’ ότου ιδρύθηκε η Δημοκρατία του Ισραήλ το 1948 μ.Χ. Εκτός απ’ αυτό, οι Ισραηλινοί δεν αναγνωρίζουν κανένα προφήτη από τον Θεό μετά τον Μαλαχία που έζησε τον πέμπτο αιώνα π.Χ., δηλαδή πριν από 2400 και πλέον χρόνια. Δεν είναι περίεργο αυτό; Τι το εσφαλμένο υπάρχει;
Η ΕΚΠΛΗΡΩΣΙΣ ΤΗΣ ΒΙΒΛΙΚΗΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑΣ ΕΞΗΓΕΙ ΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ
9. Ποια άλλη σπουδαία πόλις αποκαταστάθηκε, όταν επανιδρύθη η Ιερουσαλήμ το 537 π.Χ.
9 Όταν η αρχαία Ιερουσαλήμ είχε επανιδρυθή το 537 π.Χ., μια άλλη πόλις αποκαταστάθηκε στη γη του Ιούδα—η Βηθλεέμ. Στο βιβλίο του Νεεμία 7:5-26 ο κυβερνήτης της Ιερουσαλήμ μάς λέγει για το υπόλοιπο των Ιουδαίων οι οποίοι επέστρεψαν στην πατρίδα των το 537 π.Χ., λέγοντας:
«Και εύρηκα βιβλίον της γενεαλογίας εκείνων, οίτινες ανέβησαν κατ’ αρχάς, και εύρηκα γεγραμμένον εν αυτώ:
«Ούτοι είναι οι άνθρωποι της επαρχίας, οι αναβάντες εκ της αιχμαλωσίας, εκ των μετοικισθέντων, τους οποίους μετώκισε Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, και επιστρέψαντες εις Ιερουσαλήμ και εις την Ιουδαίαν, έκαστος εις την πόλιν αυτού· οι ελθόντες μετά Ζοροβάβελ, Ιησού, Νεεμία, . . . Αριθμός των ανδρών του λαού Ισραήλ· . . . Άνδρες Βηθλεέμ και Νετωφά, εκατόν ογδοήκοντα οκτώ. . . .»—Βλέπε επίσης Έσδρας 2:21.
10. (α) Ποια προφητεία μπορούσε τότε να εκπληρωθή στη Βηθλεέμ; (β) Γιατί δεν πρέπει να είναι απίστευτο ότι η υποσχεμένη εκείνη γέννησις θα ανηγγέλλετο από αγγέλους;
10 Έτσι, ήλθε και πάλι σε ύπαρξι η πόλις της Βηθλεέμ, «η πόλις Δαβίδ,» στην οποία μπορούσε να εκπληρωθή η Μεσσιανική προφητεία του Μιχαία 5:2. Επειδή κάθε ανεξάρτητη ανθρώπινη ζωή από τον καιρό του Κάιν και του Άβελ αρχίζει από τη γέννησι, η προφητεία του Μιχαία μάς κάνει ν’ αποβλέπωμε σε μια ωρισμένη γέννησι στην ανοικοδομημένη Βηθλεέμ. Αυτή επρόκειτο να είναι μια γέννησις που είχε προλεχθή. Όταν ο Ισαάκ, ο γιος του Αβραάμ και της Σάρρας, επρόκειτο να γεννηθή θαυματουργικά, τρεις άγγελοι του Θεού τούς επεσκέφθηκαν και τους ανήγγειλαν τη γέννησι για το επόμενο έτος· ο δε επικεφαλής άγγελος είπε: «Είναι τι αδύνατον εις τον Ιεχωβά;» (Γένεσις 18:1-14, ΜΝΚ) Αιώνες αργότερα, όταν ο Σαμψών, ο σωματικώς δυνατώτερος άνθρωπος που υπήρξε ποτέ στη γη, επρόκειτο να γεννηθή από μία μέχρι τότε στείρα Ισραηλίτισσα, ο άγγελος του Θεού εμφανίσθηκε πρώτα στη μέλλουσα μητέρα και κατόπιν σ’ αυτήν και στον άτεκνο σύζυγό της, για να αναγγείλη την επικείμενη γέννησι ενός εξέχοντος κριτού του Ισραήλ. (Κριταί 13:1-20) Θα έπρεπε, λοιπόν, οποιοσδήποτε άνθρωπος να θεωρήση περίεργο, απίστευτο, ότι και η γέννησις που επρόκειτο να είναι σημαντικώτερη όλων των ανθρωπίνων γεννήσεων, η θαυματουργική γέννησις του Μεσσία, θα ανηγγέλλετο στους ανθρώπους από ουράνιους αγγέλους;
11. Σύμφωνα με το εδάφιον Γένεσις 3:15, από πού θα ελαμβάνετο εκείνος που εξελέγη για τον επίγειο Μεσσιανικό ρόλο;
11 Σύμφωνα με την προφητεία του Ιεχωβά στη Γένεσι 3:15, το σπέρμα που θα συνέτριβε την κεφαλή του όφεως θανάσιμα επρόκειτο να είναι από την ουράνια «γυναίκα» του Θεού, δηλαδή από την όμοια με σύζυγο οργάνωσι των ‘ουρανίων υιών του αληθινού Θεού.’ Από εκείνη την οργάνωσι ο Θεός μπορούσε να εκλέξη τον ιδιαίτερο πνευματικό υιό για τον επίγειο Μεσσιανικό ρόλο.
12. Ποια ερωτήματα εγείρονται τώρα σχετικά με την κόρη που θα ήταν η ανθρώπινη μητέρα του Μεσσία και σχετικά με τον σύζυγό της;
12 Ποιο ήταν το όνομα αυτού του ευνοημένου υιού; Ιδού μια ενδιαφέρουσα ερώτησις. Αλλά για τη γέννησι αυτού του εκλεκτού υιού που θα εγεννάτο στην ανθρώπινη οικογένεια στη Βηθλεέμ, στη γη του Ιούδα, χρειαζόταν μια ανθρώπινη μητέρα. Αυτή, όχι μόνο έπρεπε να είναι από τη φυλή του Ιούδα, άλλα έπρεπε επίσης να είναι και απόγονος του βασιλέως Δαβίδ, και επομένως να μπορή να μεταβιβάση μια φυσική απαίτησι στη βασιλεία του Δαβίδ. Ποια κόρη, της οποίας η γενέτειρα ήταν η Βηθλεέμ του Ιούδα, είχε αυτά τα προσόντα; Και τι θα πούμε για έναν ανθρώπινο σύζυγο αυτής, επίσης από τη βασιλική οικογενειακή γραμμή του Δαβίδ; Και υπήρξε καμμιά αγγελική αναγγελία για τη γέννησι ενός που θα ήταν μεγαλύτερος από τον Ισαάκ; Η ιστορική αφήγησις που γράφθηκε από προσωπικούς φίλους της κόρης απαντά σ’ αυτά τα ζωτικά ερωτήματα.
13, 14. (α) Πού βρέθηκε η κατάλληλη Ιουδαία παρθένος; (β) Τι είπε ο άγγελος Γαβριήλ αφού την εχαιρέτησε;
13 Ήταν προς το τέλος του πρώτου αιώνος π.Χ. Ο Ηρώδης ο Μέγας, γιος του Αντιπάτρου 2ου, ήταν ακόμη βασιλεύς στην Ιερουσαλήμ. Ο Ηλί, ένας άνδρας της Δαβιδικής γραμμής, είχε μετοικήσει από τη Βηθλεέμ της επαρχίας της Ιουδαίας προς βορράν στη Ναζαρέτ της επαρχίας της Γαλιλαίας. Εκεί μια κόρη του ονόματι Μυριάμ (Εβραϊκά) η Μαριάμ (επίσης Μαρία) Ελληνικά, ήλθε σε ηλικία γάμου. Αυτή ηρραβωνίσθη με έναν άνδρα της Δαβιδικής γραμμής ονόματι Ιωσήφ, που ήταν ξυλουργός στη Ναζαρέτ, αλλά κατήγετο από τη Βηθλεέμ. Αυτό την υποχρέωνε να παραμείνη παρθένος. Αλλά μήνες πριν από το γάμο της κάτι το αξιόλογο συνέβη. Στη Μαρία εμφανίσθηκε ένας άγγελος ο οποίος ωνομαζόταν Γαβριήλ. Αφού την εχαιρέτησε, είπε:
14 «Μη φοβού, Μαριάμ· διότι εύρες χάριν παρά τω Θεώ. Και ιδού, θέλεις συλλάβει εν γαστρί και θέλεις γεννήσει υιόν και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού ΙΗΣΟΥΝ. Ούτος θέλει είσθαι μέγας και Υιός Υψίστου θέλει ονομασθή· και θέλει δώσει εις αυτόν Ιεχωβά ο Θεός τον θρόνον Δαβίδ του πατρός αυτού· και θέλει βασιλεύσει επί τον οίκον του Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος.»—Λουκάς 1:26-33.
15. (α) Ποια διαθήκη που είχε γίνει με τον Δαβίδ θα εξεπληρώνετο στον γιο της Μαρίας; (β) Τι εσήμαινε το ότι αυτός ήταν Υιός Υψίστου;
15 Σύμφωνα με τη δήλωσι του αγγέλου, ο γιος της Μαρίας θα ήταν πραγματικά ο υποσχεμένος Μεσσίας. Θα ωνομαζόταν με το ίδιο όνομα του Αρχιερέως που είχε επιστρέψει με τον Ζοροβάβελ από τη Βαβυλώνα το 537 π.Χ., δηλαδή, Ιεσούα ή, Ελληνικά, Ιησούς. Επειδή γεννήθηκε από τη Μαρία, θα ωνομαζόταν υιός «του Δαβίδ του πατρός αυτού.» Επομένως ο Ιεχωβά Θεός θα του έδιδε το θρόνο, δηλαδή τη βασιλική έδρα του βασιλέως Δαβίδ. Όπως συνέβη με τον Δαβίδ, η βασιλική του εξουσία θα ήταν «επί τον οίκον του Ιακώβ,» δηλαδή, σε όλον τον Ισραήλ. Αφού η βασιλική του εξουσία θα ήταν αιώνιος και «της βασιλείας αυτού δεν θέλει είσθαι τέλος,» αυτό θα εσήμαινε ότι ο Ιεχωβά Θεός θα εξεπλήρωνε σ’ αυτόν τη διαθήκη που είχε κάμει με τον Δαβίδ για μια αιώνια βασιλεία. Έτσι δεν θα χρειαζόταν κανένα διάδοχο. (2 Σαμουήλ 7:11-16) Αλλά πώς και γιατί αυτός θα ωνομαζόταν «Υιός Υψίστου;» Αυτός δεν θα ήταν ο Ύψιστος Θεός ο ίδιος, ο οποίος είναι ο Ιεχωβά, αλλά θα ήταν Υιός αυτού του Υψίστου· πώς όμως;
16. Τι είπε ο Γαβριήλ απαντώντας στην ερώτησι της Μαρίας για το πώς θα συνέβαινε αυτό;
16 Η ίδια η Μαρία ρώτησε γι’ αυτό, λέγοντας: «Πώς θέλει είσθαι τούτο, επειδή άνδρα δεν γνωρίζω;» Ο Γαβριήλ απήντησε: «Πνεύμα άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει· διά τούτο και το γεννώμενον εκ σου άγιον θέλει ονομασθή Υιός Θεού. Και ιδού, Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνέλαβεν υιόν εις το γήρας αυτής· και ούτος είναι μην έκτος εις αυτήν την καλουμένην στείραν. Διότι ουδέν πράγμα θέλει είσθαι αδύνατον παρά τω Θεώ.»—Λουκάς 1:34-37.
17. Πότε έγινε η θαυματουργική σύλληψις της Μαρίας;
17 Αποδείχθηκε αδύνατον εκείνο που ελέχθη τότε στη Μαρία; Αυτή η Ιουδαία παρθένος ήταν ένα παράδειγμα για μας σήμερα, διότι επίστεψε ότι αυτό δεν θα απεδεικνύετο αδύνατο για τον Ύψιστο Θεό. Αυτή λοιπόν απεκρίθη στον άγγελο Γαβριήλ: «Ιδού η δούλη του Ιεχωβά· γένοιτο εις εμέ κατά τον λόγον σου.» (Λουκ. 1:38) Χωρίς αμφιβολία, όταν η Μαρία δέχθηκε το θείο θέλημα, έλαβε χώραν μέσα της σύλληψις, μολονότι ήταν παρθένος. Πνεύμα άγιον ήλθε σ’ αυτήν και δύναμις του Υψίστου την επεσκίασε. Πώς έγινε επομένως η θαυματουργική σύλληψις;
18, 19. (α) Γιατί στη σύλληψι της Μαρίας δεν ήλθε σε ύπαρξι ένα απολύτως νέο πλάσμα χωρίς παρελθόν; (β) Τίνος υιός μπορούσε ορθώς να ονομασθή;
18 Σ’ αυτή την περίπτωσι δεν ήλθε σε ύπαρξι ένα απολύτως νέο ζωντανό πλάσμα χωρίς καμμιά προηγουμένη πείρα ή παρελθόν, όπως συμβαίνει με τον συνήθη τρόπον της ανθρώπινης συλλήψεως μέσω ενός ανθρωπίνου πατρός. Έπρεπε να ληφθή υπ’ όψιν η όμοια με γυναίκα ουράνια οργάνωσις του Θεού. Πραγματικά απ’ αυτήν θα προήρχετο το «σπέρμα» που ανεφέρθη στη Γένεσι 3:15. Αυτή έπρεπε να δώση έναν από τους πνευματικούς γιους της γι’ αυτόν τον επίγειο διορισμό, ώστε το «σπέρμα» να κεντηθή στη πτέρνα από τον Όφιν.
19 Αυτό δεν εσήμαινε ότι για να συλλάβη η Ιουδαία παρθένος Μαρία έπρεπε να σταλή ένας από τους πνευματικούς γιους του Θεού και να εισχωρήση μέσα στο μικροσκοπικό ωάριο ή ωοκύτταρο του σώματος της Μαρίας για να το γονιμοποιήση. Ένα τέτοιο πράγμα είναι παράλογο, είναι παραλογισμός. Μάλλον, ο Παντοδύναμος Θεός, ο ουράνιος Πατήρ, μέσω του αγίου του πνεύματος, μετεβίβασε τη δύναμί της ζωής του εκλεκτού ουρανίου Υιού του από το αόρατο πνευματικό βασίλειο στο ωοκύτταρον του σώματος της Μαρίας και το εγονιμοποίησε. Με αυτόν τον τρόπον η Μαρία έμεινε έγκυος και το παιδί που συνελήφθη ήταν άγιο. Ήταν πράγματι «Υιός Υψίστου,» όπως τον ωνόμασε ο άγγελος Γαβριήλ.—Λουκάς 1:32.
20. (α) Ποιος υιός της ουράνιας οργανώσεως του Θεού εξελέγη; (β) Πώς έγινε δυνατόν να εκπληρωθούν σ’ αυτόν τα λόγια του Ησαΐα 53:10;
20 Ποιος όμως ήταν ο Υιός τον οποίον εξέλεξε ο Θεός για να γεννηθή ως ένα τέλειο ανθρώπινο πλάσμα; Δεν ήταν ο άγγελος Γαβριήλ, διότι αυτός ήταν εκείνος που υλοποιήθηκε και εμφανίσθηκε στη Μαρία και της ανήγγειλε ότι θα γινόταν μητέρα. Οι Άγιες Γραφές δείχνουν ότι ήταν εκείνος τον οποίον ένας άγγελος που μίλησε στον προφήτη Δανιήλ, τον ωνόμασε «ο άρχων υμών,» «ο άρχων ο μέγας, ο ιστάμενος υπέρ των υιών του λαού σου,» δηλαδή, ο Μιχαήλ. (Δανιήλ 10:21· 12:1) Αυτός ενεργούσε ως ηγετικός εποπτεύων άγγελος υπέρ του έθνους Ισραήλ, και αυτός ήταν αναμφιβόλως ο άγγελος που φανερώθηκε στο Μωυσή στην καιόμενη βάτο στους πρόποδες του όρους Χωρήβ, τον δέκατον έκτο αιώνα π.Χ. Ορθώς εκαλείτο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος.a Η μεταβίβασις της δυνάμεως της ζωής του στο ωοκύτταρον της Μαρίας με τη δύναμι του Παντοδυνάμου Θεού που επεσκίασε τη Μαρία, εσήμαινε ότι ο Μιχαήλ εξαφανίσθηκε από τον ουρανό. Με την ανθρώπινη γέννησι από τη Μαρία, την Ιουδαία παρθένο, επρόκειτο να γίνη μια ανθρώπινη ψυχή. Έτσι έγινε δυνατόν να εκπληρωθούν σ’ αυτόν τα λόγια του εδαφίου του Ησαΐα 53:10 σχετικά με τον ‘βασανισμένο δούλο’ του Ιεχωβά:
«Αλλ’ ο Κύριος ηθέλησε να βασανίση αυτόν· εταλαιπώρησεν αυτόν· Αφού όμως δώσης την ψυχήν αυτού προσφοράν περί αμαρτίας, θέλει ιδεί έκγονα, θέλει μακρύνη τας ημέρας αυτού και το θέλημα του Κυρίου θέλει ευοδωθή εν τη χειρί αυτού.»
ΑΥΤΟΠΤΑΙ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΙΚΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ
21. Πώς πληροφορήθηκε ο Ιωσήφ για την εγκυμοσύνη της Μαρίας και τι έκαμε κατόπιν;
21 Στον ωρισμένο καιρό η εκπληκτική εγκυμοσύνη της Ιουδαίας παρθένου έγινε φανερή στους άλλους στη Ναζαρέτ. Ο μνηστήρ της Μαρίας το διεπίστωσε αυτό και ταράχθηκε πολύ. Η εγκυμοσύνη της δεν μπορούσε να αποδοθή σ’ αυτόν. Οι Ιουδαίοι εκεί στη Ναζαρέτ θα αμφέβαλλαν για τη θαυματουργική σύλληψι της Μαρίας και οι αυστηρώς αφωσιωμένοι στο Νόμο του Μωυσέως θα την κατεδίκαζαν σε θάνατο με λιθοβολισμό ως μοιχαλίδα, η οποία παρεβίασε τον αρραβώνα της με τον Ιωσήφ. Ποιος θα μπορούσε να έλθη σε βοήθεια της Μαρίας και να σώση κι αυτήν και το αγέννητο παιδί της από τον θάνατο με λιθοβολισμό; Ποιος θα μπορούσε να διευκρινίση τα πράγματα στον Ιωσήφ; Ακούστε:
«Αφού ηρραβωνίσθη η μήτηρ αυτού Μαρία μετά του Ιωσήφ, πριν συνέλθωσιν, ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου. Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής, δίκαιος ων και μη θέλων να θεατρίση αυτήν, ηθέλησε να απολύση αυτήν κρυφίως. Ενώ δε αυτός διελογίσθη ταύτα, ιδού, άγγελος του Ιεχωβά εφάνη κατ’ όναρ εις αυτόν, λέγων Ιωσήφ, υιέ του Δαβίδ, μη φοβηθής να παραλαβής Μαριάμ την γυναίκα σου· διότι το εν αυτή γεννηθέν είναι εκ πνεύματος αγίου. Θέλει δε γεννήσει υιόν και θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν (Εβραϊκά: Ιεσούα)· διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών.
«Τούτο δε όλον έγεινε διά να πληρωθή το ρηθέν υπό του Ιεχωβά διά του προφήτου, λέγοντος· ‘Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει και θέλει γεννήσει υιόν, και θέλουσι καλέσει το όνομα αυτού Εμμανουήλ,’ το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι, Μεθ’ ημών ο Θεός.
«Εξεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου, έκαμεν ως προσέταξεν αυτόν ο άγγελος του Ιεχωβά· και παρέλαβε την γυναίκα αυτού, και δεν εγνώριζεν αυτήν, εωσού εγέννησε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν, (Ιεσούα).»—Ματθαίος 1:18-25.
22. (α) Ποιο χαρακτηριστικό ετόνισε ιδιαίτερα ο Γαβριήλ, μιλώντας στη Μαρία, σχετικά με τον Μεσσιανικό της γιο; (β) Τι ετόνισε ιδιαίτερα ο άγγελος που μίλησε στον Ιωσήφ για τον γιο της Μαρίας;
22 Συγκρίνοντας τα όσα είπε ο Γαβριήλ στη Μαρία με αυτά που είπε ο άγγελος στον Ιωσήφ στο όνειρο, παρατηρούμε ότι ο Γαβριήλ ετόνισε περισσότερο τον ρόλο που θα εκτελούσε ο Μεσσίας ως Βασιλεύς που κατήγετο από τον Δαβίδ για να εκπληρώση τη διαθήκη του Ιεχωβά με τον Δαβίδ για μια αιώνια βασιλεία. Ο άγγελος που εμφανίσθηκε στον Ιωσήφ έδωσε την έμφασι στο ρόλο του Μεσσία ως ιερέως, που επρόκειτο να βαστάση και να άρη την αμαρτία. Αυτός ο άγγελος ετόνισε το όνομα που θα εδίδετο στον Μεσσία, όνομα που, στα Εβραϊκά, σημαίνει «Σωτηρία του Ιεχωβά.» Ο Μεσσίας θα ζούσε σύμφωνα με το προσωπικό του όνομα, διότι θα ‘έσωζε τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών.’ Αυτό συμφωνεί με το γεγονός ότι ο Μεσσίας, ο απόγονος του Δαβίδ, επρόκειτο να γίνη «ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.»—Ψαλμός 110:1-4.
23. Πώς συνέβη να μη γίνη στη Ναζαρέτ η γέννησις του Ιησού;
23 Έγινε στη Ναζαρέτ η γέννησις, αφού ο Ιωσήφ πήρε την Μαρία εκεί στο σπίτι του; Όχι, σύμφωνα με τη θεόπνευστη αφήγησι. Η γέννησις έγινε στην πόλι του Δαβίδ, στη Βηθλεέμ του Ιούδα. Πώς συνέβη αυτό; Ένα αυτοκρατορικό διάταγμα από τη Ρώμη συνέβαλε στην εκπλήρωσι του εδαφίου Μιχαίας 5:2 σχετικά με τον τόπο της γεννήσεως του Μεσσία. Ιδού τι λέγει η αφήγησις.
«Εν εκείναις δε ταις ημέραις εξήλθε διάταγμα παρά του Καίσαρος Αυγούστου να απογραφή πάσα η οικουμένη. Αυτή η απογραφή έγινε πρώτη, ότε ηγεμόνευε της Συρίας ο Κυρήνιος. Και ήρχοντο πάντες να απογράφωνται, έκαστος εις την εαυτού πόλιν. Ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας, εκ της πόλεως Ναζαρέτ, εις την Ιουδαίαν, εις την πόλιν του Δαβίδ, ήτις καλείται Βηθλεέμ, επειδή αυτός ήτο εκ του οίκου και της πάτριας του Δαβίδ, διά να απογραφή μετά της Μαριάμ της ηρραβωνισμένης με αυτόν εις γυναίκα, ήτις ήτο έγκυος. Και ενώ ήσαν εκεί, επληρώθησαν αι ημέραι του να γεννήση· και εγέννησε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον, και εσπαργάνωσεν αυτόν, και κατέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη, διότι δεν ήτο τόπος δι’ αυτούς εν τω καταλύματι.»—Λουκάς 2:1-7.
24, 25. Πώς υπολογίζεται κατά προσέγγισιν η ημερομηνία της γεννήσεως του Ιησού;
24 Ο μήνας και η ημέρα της γεννήσεως δεν δόθηκαν, όπως δεν δίδεται επίσης στην Αγία Γραφή καμμιά ημέρα γεννήσεως ατόμων που ήσαν από τον λαό του Θεού.
25 Υπάρχει, όμως, σοβαρός λόγος να λεχθή ότι ο πρωτότοκος γιος της Μαρίας Ιησούς δεν γεννήθηκε στη φανταστική ημερομηνία της 25ης Δεκεμβρίου ούτε στον καιρό της χειμερινής εορτής Χανουκά (Εγκαίνια), που άρχιζε την 25η ημέρα του Σεληνιακού μηνός Χισλέβ. (Ιωάν. 10:22) Σύμφωνα με υπολογισμούς που βασίζονται στα εδάφια Δανιήλ 9:24-27 σχετικά με την εμφάνισι, τη δημοσία σταδιοδρομία και την εκκοπή του Μεσσία, ο Ιησούς γεννήθηκε περίπου την 14η ημέραν του σεληνιακού μηνός Τισρί. Δηλαδή, μια μέρα πριν από την έναρξι της εβδομαδιαίας εορτής των Σουκόθ (Σκηνών), στη διάρκεια της οποίας οι Ιουδαίοι έμεναν στην ύπαιθρο σε σκηνές και οι ποιμένες ήσαν στους αγρούς, φυλάττοντας τα ποίμνιά των, στη διάρκεια των νυκτερινών φυλακών. (Λευϊτικόν 23:34-43· Αριθμ. 29:12-38· Δευτ. 16:13-16) Αφού ο Ιησούς έζησε 33 χρόνια και πέθανε την ημέρα του Πάσχα του 33 μ.Χ., δηλαδή στις 14 του Νισάν εκείνου του έτους, αυτό τοποθετεί την ημέρα της γεννήσεώς του προς την αρχή του φθινοπώρου του έτους 2 π.Χ., δηλαδή περίπου στις 14 Τισρί εκείνου του έτους.
26. Σε ποιον εστάλη ο άγγελος του Θεού να αναγγείλη τη γέννησι του Ιησού και με ποια ουράνια συνοδεία;
26 Επειδή επρόκειτο για τη γέννησι του από πολύν καιρό αναμενόμενου Μεσσία, αυτό ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός και δεν αφέθηκε να περάση χωρίς αυτόπτες μάρτυρας. Ο Θεός εφρόντισε για αυτό, στέλλοντας τον άγγελό του να αναγγείλη αυτή τη θαυματουργική παρθενική γέννησι. Αλλά σε ποιον; Μήπως στον Ηρώδη τον Μέγα στο Βασιλικό του ανάκτορο, μόνον έξη μίλια βορείως της Ιερουσαλήμ; Ή στον στρατηγό του ναού, τον Αρχιερέα Ιαζάρ, που είχε διορισθή από τον βασιλέα Ηρώδη; Όχι, διόλου. Ο Ιεχωβά, έχοντας υπ’ όψιν την ασφάλεια του νεογέννητου παιδιού Ιησού, έστειλε τον άγγελό του σε ανθρώπους που είχαν την παιδική ενασχόλησι του Δαβίδ, εκεί στους αγρούς κοντά στη Βηθλεέμ. Δεν έκαμε να εμφανισθή το λεγόμενο «άστρο της Βηθλεέμ» για να το ιδούν όλοι. Διαβάζομε:
«Και ποιμένες ήσαν κατά το αυτό μέρος διανυκτερεύοντες εν τοις αγροίς και φυλάττοντες φυλακάς της νυκτός επί το ποίμνιον αυτών. Και ιδού, άγγελος του Ιεχωβά εξαίφνης εφάνη εις αυτούς και δόξα του Ιεχωβά έλαμψε περί αυτούς, και εφοβήθησαν φόβον μέγαν. Και είπε προς αυτούς ο άγγελος· Μη φοβείσθε· διότι ιδού, ευαγγελίζομαι εις εσάς χαράν μεγάλην, ήτις θέλει είσθαι εις πάντα τον λαόν διότι σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος. Και τούτο θέλει είσθαι το σημείον εις εσάς· Θέλετε ευρεί βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν τη φάτνη. Και εξαίφνης μετά του αγγέλου εφάνη πλήθος στρατιάς ουρανίου, υμνούντων τον Θεόν και λεγόντων Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκίας.»—Λουκάς 2:8-14, ΜΝΚ.
27. Ποιες εκφράσεις μεταχειρίσθηκε ο άγγελος για τον νεογέννητον Ιησού και πώς αυτές ήσαν κατάλληλες γι’ αυτόν;
27 Ο άγγελος ωνόμασε το νεογέννητο βρέφος που εκείτο σε μια φάτνη στη Βηθλεέμ «Σωτήρα»· αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους ωνομάσθηκε Ιεσούα ή Ιησούς, που σημαίνει «Σωτηρία του Ιεχωβά.» Αυτό το βρέφος επρόκειτο να γίνη επίσης ο Κεχρισμένος του Ιεχωβά, δηλαδή Μεσσίας ή Χριστός (στην Ελληνική). Επρόκειτο επίσης να είναι «Κύριος,» Εκείνος τον οποίον ο Βασιλεύς Δαβίδ, μιλώντας προφητικά κάτω από έμπνευσι, εκάλεσε ‘Κύριόν του.’—Ψαλμός 110:1.
28. Σε ποιον ωφείλετο η δόξα γι’ αυτή τη γέννησι, και για ποιους εσήμαινε ειρήνη, καθώς και ‘ευαγγέλιο χαράς μεγάλης’;
28 Μόνον ο Παντοδύναμος Θεός, μ’ ένα θαύμα, μπορούσε να φροντίση ώστε να γεννηθή ένα παιδί με τέτοιο διορισμό ως ο Μεσσίας. Τι έκπληξις λοιπόν όταν ένα αγγελικό «πλήθος στρατιάς ουρανίου» εμφανίσθηκε και έψαλλε προς δόξαν του Θεού! Η θαυματουργική αυτή γέννησις απ’ όλες τις ανθρώπινες γεννήσεις ήταν μια φιλάγαθη εκδήλωσις της καλής θελήσεως του Θεού προς τους ανθρώπους τούς οποίους επιδοκιμάζει. Έτσι οι άνθρωποι, που έχουν την εύνοια του Θεού, θα μπορούσαν να έχουν ειρήνη καρδιάς και διανοίας. Αυτή η γέννησις θα είναι ακόμη μια αιτία ‘μεγάλης χαράς’ για ‘όλους τους λαούς.’ Αναμφιβόλως η αγγελική αναγγελία της γεννήσεως ήταν αγαθά νέα, όχι μόνον για τον ουρανό αλλά και για τους ανθρώπους στη γη.
29. Πώς οι ποιμένες έγιναν αυτόπται μάρτυρες της γεννήσεως του Μεσσία;
29 Ο άγγελος είχε δώσει στους ποιμένες το αναγνωριστικό σημείο κι έτσι τώρα μπορούσαν να γίνουν αυτόπται μάρτυρες της γεννήσεως του Μεσσία.
«Και καθώς οι άγγελοι ανεχώρησαν απ’ αυτών εις τον ουρανόν, οι άνθρωποι οι ποιμένες είπον προς αλλήλους· Ας υπάγωμεν λοιπόν έως Βηθλεέμ, και ας ίδωμεν το πράγμα τούτο το γεγονός, το οποίον ο Ιεχωβά εφανέρωσεν εις ημάς. Και ήλθον μετά σπουδής και εύρον την τε Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος κείμενον εν τη φάτνη. Και ιδόντες, διεκήρυξαν τον λόγον τον λαληθέντα προς αυτούς περί του παιδιού τούτου. Και πάντες οι ακούσαντες εθαύμασαν περί των λαληθέντων υπό των ποιμένων προς αυτούς. Η δε Μαριάμ εφύλαττε πάντας τους λόγους τούτους, διαλογιζομένη περί αυτών εν τη καρδία, αυτής. Και επέστρεψαν οι ποιμένες, δοξάζοντες και υμνούντες τον Θεόν διά πάντα όσα ήκουσαν και είδον, καθώς ελαλήθησαν προς αυτούς.»—Λουκάς 2:15-20.
30. Πώς θα επηρεασθούμε αν απορρίψωμε αυτό το αυθεντικό ‘ευαγγέλιο της μεγάλης χαράς’;
30 Έτσι, αυτή η θαυματουργική παρθενική γέννησις δεν είναι μύθος. Έχει πιστοποιηθή από ουράνιους αγγέλους και επιβεβαιωθή από ανθρωπίνους αυτόπτας μάρτυρας. Ο ιατρός Λουκάς έκαμε μια προσωπική έρευνα και συνέλεξε τη ζωτική αυτή πληροφορία για μας. (Λουκάς 1:1-4· Κολοσσαείς 4:14) Θα ζημιωθούμε απλώς εμείς οι ίδιοι αν δεν δεχθούμε αυτή την αυθεντική μαρτυρία. Θα είμαστε δυστυχείς εμείς οι ίδιοι αν απορρίψωμε υπερήφανα αυτό το ‘ευαγγέλιο της μεγάλης χαράς.’
31. Πότε ο Ιωσήφ υιοθέτησε τον Ιησού ως θετό γιο του και πότε έκαμε θυσία καθαρισμού γι’ αυτόν και για τη μητέρα του παιδιού;
31 Την ογδόη ημέρα από της γεννήσεώς του το βρέφος περιετμήθη όπως όλα τα άλλα άρρενα παιδιά των Ιουδαίων που εγεννώντο κάτω από το Νόμο του Μωυσέως. (Λουκάς 2:21· Γαλάτας 4:4, 5) Εκείνο τον καιρό ο Ιωσήφ έδειξε ότι υιοθέτησε τον Ιησού. Δεν υιοθέτησε ένα νόθο τέκνο, άλλα προστάτευσε τον Ιησού από την ψευδή κατηγορία ότι ήταν παιδί πορνείας. Την τεσσαρακοστή ημέρα από τη γέννησι του Ιησού, ο Ιωσήφ και η Μαρία έφεραν τον πρωτότοκο γιο τους στην Ιερουσαλήμ για να τον παρουσιάσουν εκεί στο ναό και να κάμουν θυσία καθαρισμού γι’ αυτήν και για τον θετό πατέρα του βρέφους. (Λουκάς 2:22-24· Λευϊτικόν 12:1-8) Ο βασιλεύς Ηρώδης δεν εγνώριζε τίποτα απ’ όλα αυτά.
32. (α) Είχε η Μαρία άλλους γιους και θυγατέρες; (β) Πώς ο υιοθετημένος Ιησούς είχε τώρα δικαίωμα στη διακοπείσα βασιλεία του Δαβίδ;
32 Στον ωρισμένο καιρό η Μαρία είχε σχέσεις με τον σύζυγό της τον Ιωσήφ και εγέννησε τέκνα με αυτόν. Το υπόμνημα δείχνει ότι τουλάχιστον δώδεκα χρόνια μετά από τη γέννησι του Ιησού ο Ιωσήφ εξακολούθησε να ζη με τη Μαρία. Αυτό του επέτρεψε να έχη τέκνα μαζί της. Το υπόμνημα αναφέρει τέσσερις γιους: Ιάκωβον, Ιωσήν, Σίμωνα και Ιούδαν, καθώς και θυγατέρες που γεννήθηκαν από τη Μαρία. Αυτοί έγιναν ετεροθαλείς αδελφοί και αδελφές του Ιησού, του πρωτοτόκου. (Λουκάς 2:41-52· Ματθαίος 13:53-56· Μάρκος 6:1-3· Πράξεις 1:14) Επειδή όμως ο Ιωσήφ υιοθέτησε τον πρωτότοκο γιο της Μαρίας ως δικό του, μετεβίβασε στον Ιησούν το νομικό δικαίωμα που είχε επί της βασιλείας Δαβίδ του προπάτορός του. Επίσης ο Ιησούς με το να είναι φυσικός πρωτότοκος της Μαρίας δια θαύματος Θεού, εκληρονομησε ένα φυσικό δικαίωμα στη διακοπείσα βασιλεία του Δαβίδ. Ο ιστορικός Ματθαίος, που αφηγείται τη γενεαλογία του θετού πατρός του Ιωσήφ, καλεί τον Ιησούν Μεσσία, λέγοντας: «Βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού [Εβραϊκά: Μεσσία], υιού του Δαβίδ, υιού του Αβραάμ.»—Ματθαίος 1:1. Βλέπε και Λουκά 3:23-38, που δείχνει τη γενεαλογική γραμμή της Μαρίας.
33, 34. Γιατί ο βασιλεύς Ηρώδης δεν επέτυχε να θανατώση τον Μεσσία, και γιατί ο Ιησούς ωνομάσθηκε Ναζωραίος;
33 Η γέννησις του Ιησού δεν ήταν καλή είδησις για τον Εδωμίτη άρχοντα της Ιερουσαλήμ, τον βασιλέα Ηρώδη τον Μέγαν, που πέθανε λίγο μετά τη γέννησι του Ιησού. Επεστήθη η προσοχή του στη γέννησι, όχι από τον άγγελον του Ιεχωβά, ή από τους ποιμένας της Βηθλεέμ, αλλ’ από μάγους από την ανατολή, από αστρολόγους, ανθρώπους που ήσαν κάτω από την επιρροή των δαιμόνων και οι οποίοι καταδικάζονταν από τον νόμον του Μωυσέως.—Δευτερονόμιον 18:9-14· Ησαΐας 47:12-14· Δανιήλ 2:27· 4:7· 5:7.
34 Στην αυλή του Ηρώδη είχε υποδειχθή στους αστρολόγους για πρώτη φορά η προφητεία του Μιχαία 5:2, προτού το φωτεινό εκείνο πράγμα που φαντάσθηκαν ότι ήταν «αστήρ,» τους οδηγήση στη Βηθλεέμ και μάλιστα εκεί όπου ήταν ο Ιησούς. Ο Θεός τούς προειδοποίησε σ’ ένα όνειρο να μη επιστρέψουν στον φονέα Ηρώδη. Για να μη ματαιωθή η προσπάθειά του να φονεύση τον Μεσσία, ο Ηρώδης εφόνευσε τα αρσενικά από δύο ετών και κάτω στη Βηθλεέμ, αλλά όχι και τον Ιησού. Κατόπιν αγγελικής προειδοποιήσεως, ο Ιωσήφ και η Μαρία πήραν τον Ιησού και κατέφυγαν στην Αίγυπτο. Ο Ηρώδης πέθανε αφήνοντας τον γιο του Αρχέλαο βασιλέα της Ιουδαίας, περιλαμβανομένης και της Βηθλεέμ. Γι’ αυτό οι γονείς του δεν έφεραν τον Ιησού στη Βηθλεέμ, αλλά τον πήγαν προς βορράν στην Ναζαρέτ της Γαλιλαίας όπου και μεγάλωσε. Γι’ αυτό ωνομάσθηκε Ιησούς ο Ναζωραίος, και όχι Ιησούς ο Βηθλεεμίτης.—Ματθ. 2:1-23· 21:11.
ΕΝΑΣ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΜΕΣΣΙΑ
35. Από ποιον επρόκειτο να παρουσιασθή στο έθνος Ισραήλ ο Μεσσίας, και τι εκήρυττε αυτός;
35 Ο Μεσσίας επρόκειτο να παρουσιασθή στο έθνος Ισραήλ από ένα πρόδρομο, σύμφωνα με την προφητεία του Μαλαχία 3:1. Αυτός ο πρόδρομος ήταν ο γιος τον οποίον θα αποκτούσε ο ηλικιωμένος ιερεύς Ζαχαρίας και η ηλικιωμένη σύζυγός του Ελισάβετ, όπως είπε ο άγγελος Γαβριήλ, και τον οποίον ο Ζαχαρίας θα ωνόμαζε Ιωάννην. (Λουκάς 1:5-25, 57-80) Στις αρχές της ανοίξεως του έτους 29 μ.Χ., στη διάρκεια του δεκάτου πέμπτου έτους της βασιλείας του Τιβερίου Καίσαρος, «έγεινε λόγος Θεού προς Ιωάννην, τον υιόν του Ζαχαρίου, εν τη ερήμω, και ήλθεν εις πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου, κηρύττων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών.» (Λουκάς 3:1-3) Εκήρυττε σ’ εκείνους που εξήρχοντο να τον ακούσουν, λέγοντας: «Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Ματθαίος 3:1, 2) Αυτός ο κήρυξ εκλήθη «Ιωάννης ο βαπτιστής.»—-Μάρκ. 1:1-4.
36. Πότε και γιατί πήγε ο Ιησούς στον Ιωάννη για να βαπτισθή, και πώς έδειξε ο Θεός την ευαρέσκειά του γι’ αυτό;
36 Ο Ιησούς, αφού παρετήρησε τον Ιωάννη να κηρύττη και να βαπτίζη επί έξη περίπου μήνες, ανέλαβε δράσι. Ανεγνώρισε ότι αυτός επρόκειτο να είναι ο επίγειος εκπρόσωπος εκείνης της ‘βασιλείας των ουρανών.’ Το φθινόπωρο του έτους εκείνου, 29 μ.Χ., ο Ιησούς ήταν τριάντα ετών. Εγκατέλειψε το έργο του ξυλουργού εκεί στη Ναζαρέτ, άφησε τη μητέρα του εκεί με τους άλλους γιους της και τις θυγατέρες της, και πήγε να συναντήση τον πρόδρομό του, τον Ιωάννη. Είχε υπ’ όψιν τα προφητικά λόγια του βασιλέως Δαβίδ, όπως είχαν γραφή στον Ψαλμό 40:6-8. (Εβρ. 10:1-10) Πήγε, λοιπόν, για να βαπτισθή όχι σε ένδειξι μετανοίας για συγχώρησι αμαρτιών, αλλά για να βαπτισθή και να συμβολίση ότι παρουσιάζεται για να κάμη το θέλημα του Θεού στο μέλλον. Πώς έδειξε ο Θεός ότι τον δέχθηκε; Διαβάζομε:
«Τότε έρχεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας εις τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννην δια να βαπτισθή υπ’ αυτού. Ο δε Ιωάννης εκώλυεν αυτόν, λέγων· Εγώ χρείαν έχω να βαπτισθώ υπό σου, και συ έρχεσαι προς εμέ; Αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν, Άφες τώρα· διότι ούτως είναι πρέπον εις ημάς να εκπληρώσωμεν πάσαν δικαιοσύνην. Τότε αφήνει αυτόν. Και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος· και ιδού, ηνοίχθησαν εις αυτόν οι ουρανοί, και είδε το Πνεύμα του Θεού καταβαίνον ως περιστεράν και ερχόμενον επ’ αυτόν και ιδού φωνή εκ των ουρανών, λέγουσα, Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.—Ματθαίος 3:13-17.
37. Τι εμαρτύρησε ο Ιωάννης στους μαθητάς του για την ταυτότητα του Ιησού, και πώς τον εχαρακτήρισε ως θυσιαστικόν θύμα;
37 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είδε τι συνέβη και άκουσε τη φωνή του ουρανίου Πατρός. Αργότερα είπε στους μαθητάς του τι είδε και τι άκουσε να λέγη ο Θεός από τον ουρανό, και εμαρτύρησε, λέγοντας: «Και εγώ είδον και εμαρτύρησα ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» Ο Ιωάννης επίσης υπέδειξε τον βαπτισθέντα Ιησούν ως εκείνον που έπρεπε να θυσιασθή για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, λέγοντας: «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου!» (Ιωάννης 1:29-34) Δεν είναι αξιόπιστη η μαρτυρία του Ιωάννου του Βαπτιστού να τη δεχθούμε και να την πιστέψωμε σήμερα; Είναι πράγματι.
38. (α) Τι εσήμαινε η κάθοδος του θείου πνεύματος στον Ιησού; (β) Ποιος αριθμός ‘εβδομάδων ετών’ τελείωσε τότε, και τι επρόκειτο να γίνη την επόμενη εβδομάδα;
38 Αυτή η κάθοδος του αγίου πνεύματος του Θεού στον βαπτισθέντα Ιησού εσήμαινε περισσότερα από το ότι απλώς επρόκειτο να γίνη ένας πνευματικός υιός του Θεού με την ελπίδα να αποκατασταθή σε πνευματική ζωή. Εσήμαινε επίσης ότι εχρίετο με το πνεύμα του Θεού. Τώρα έγινε πραγματικά ο κεχρισμένος Μεσσίας, ή, στα Ελληνικά, ο Χριστός. Η εκπλήρωσις της προφητείας έγινε στον ακριβή καιρό. Τότε, στο έτος 29 μ.Χ. οι επτά εβδομάδες (ετών) και οι εξήντα δύο εβδομάδες (ετών, συνολικά 483 ετη) τελείωσαν με την παρουσίασι του Κεχρισμένου, του Μεσσία, του Χριστού. (Δαν. 9:25) Τώρα άρχιζε η εβδομηκοστή εβδομάς ετών, στο ήμισυ της οποίας θα έκανε να παύση η θυσία και η προσφορά προσφέροντας τον εαυτό του ως ανθρώπινη θυσία, διότι επρόκειτο να «εκκοπή» σε θυσιαστικό θάνατο ως ο Αμνός του Θεού.—Δαν. 9:26, 27.
39. Πού και σε ποια περίπτωσι επέστησε ο Ιησούς την προσοχή στην εκπλήρωσι των εδαφίων Ησαΐας 61:1-3 σ’ αυτόν;
39 Η προφητεία του Ησαΐα 61:1-3 εκπληρώθηκε επίσης ως προς το χρίσμα του Μεσσία με το πνεύμα του Ιεχωβά. Ο Δαβίδ είχε χρισθή με απλό φυτικό έλαιον, αλλά εδώ ο Υιός και Κύριος του Δαβίδ εχρίσθη με πνεύμα άγιον. Το επόμενο έτος, όταν ο Ιησούς επέστρεψε στη Ναζαρέτ, όχι για να κάμη το έργον του ξυλουργού πάλι, αλλά για να κηρύξη στη συναγωγή των Ιουδαίων, επέστησε τη προσοχή των στην εκπλήρωσι της προφητείας του Ησαΐα σ’ αυτόν. Η αφήγησις του Λουκά 4:16-21 μας λέγει τα εξής:
«Και εδόθη εις αυτόν το βιβλίον Ησαΐου του προφήτου, και ανοίξας το βιβλίον εύρε τον τόπον, όπου ήτο γεγραμμένον «Πνεύμα του Ιεχωβά είναι επ’ εμέ, διά τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, διά να κηρύξω ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά ενιαυτόν.» Και κλείσας το βιβλίον, απέδωκεν εις τον υπηρέτην και εκάθησε· πάντων δε οι οφθαλμοί τών εν τη συναγωγή ήσαν ατενίζοντες εις αυτόν. Και ήρχισε να λέγη προς αυτούς, ότι σήμερον επληρώθη η γραφή αυτή εις τα ώτα υμών.»
40, 41. (α) Γιατί ο Σατανάς ήθελε ιδιαίτερα να διαρρήξη την ακεραιότητα του κεχρισμένου Ιησού; (β) Πώς τελείωσε η δοκιμασία του Ιησού από τον πειραστή;
40 Ο Μέγας Όφις, Σατανάς ο Διάβολος, ήξερε ότι αυτός ο κεχρισμένος Ιησούς ήταν το Μεσσιανικό «σπέρμα» της ουράνιας «γυναικός» του Θεού. Από όλους τους «υιούς του αληθινού Θεού,» αυτός ήταν ο ιδιαίτερος υιός του οποίου την ακεραιότητα ήθελε να διάρρηξη ο Μέγας Όφις για να επισωρεύση το μεγαλύτερο όνειδος εναντίον του Θεού. Γι’ αυτό πλησίασε τον Ιησούν στην έρημο της Ιουδαίας, όπου πήγε ο Ιησούς αμέσως μετά το βάπτισμά του και το χρίσμα του με το πνεύμα του Ιεχωβά, για να μείνη εκεί σαράντα μέρες. Ο Μέγας Όφις προσπάθησε να δελεάση τον Ιησούν: Για ν’ αποδείξη ολοφάνερα στον Διάβολο ότι ήταν υιός του Θεού έπρεπε να μετατρέψη θαυματουργικά τις πέτρες σε ψωμιά, ή να κάμη τους αόρατους αγγέλους να τον βαστάσουν στα χέρια τους αφού θα έπεφτε από το πτερύγιον του ναού της Ιερουσαλήμ.
41 Τελικά, σε μια τρίτη και τελευταία απεγνωσμένη προσπάθεια, ο Πειραστής προσέφερε στον Ιησού όλα τα βασίλεια του κόσμου και την δόξαν αυτών ως αμοιβή για μια μόνο πράξι λατρείας από τον Ιησούν. Για τρίτη φορά ο Ιησούς παρέθεσε από τον γραπτό Λόγο του Θεού και είπε: «Είναι γεγραμμένον, Ιεχωβά τον Θεόν σου θέλεις προσκυνήσει και αυτόν μόνον θέλεις λατρεύσει.»—Ματθ. 4:1-10.
42. Πώς αυτή η πείρα του Ιησού αντιστοιχεί με την πείρα του Μωυσέως που πέρασε σαράντα μέρες στο όρος Χωρήβ με τον άγγελο του Θεού;
42 Οι άγγελοι παρακολουθούσαν αυτή τη δοκιμασία ακεραιότητος του Μεσσία προς τον Ύψιστον Θεόν. Γι’ αυτό κατόπιν, όταν ο Διάβολος απήλθε ηττημένος, «ιδού, άγγελοι προσήλθον και υπηρετούν αυτόν.» (Ματθαίος 4:11· Μάρκος 1:13) Πολύν καιρό πριν από τότε, ο Μωυσής ήταν σαράντα μέρες με τον άγγελο του Ιεχωβά στο όρος Χωρήβ, στην έρημο του Σινά· και τώρα ο Ιησούς ο Μεσσίας, μετά από σαράντα μέρες νηστείας και στοχασμού στην έρημο της Ιουδαίας, ήταν έτοιμος ν’ αρχίση μ’ εμπιστοσύνη τη δημοσία σταδιοδρομία του στη γη του Ισραήλ.—Έξοδος 24:18.
[Υποσημείωση]
a Βλέπε Ιούδας εδάφιον 9· Αποκάλυψις 12:7. Για μια προγενέστερη και πληρέστερη εξέτασι τούτου, βλέπε το σύγγραμμα του Ε.Γ. Χένγκστενμπεργκ με τίτλο: «Χριστολογία της Παλαιάς Διαθήκης και Σχόλια,» Τόμος 4, σελίδες 301-304 (Έκδοσις 1836-1839 μ.Χ.)