Θάρρος Κάτω από Θεία Προστασία
1. Μόνο σε όλες τις ημέρες μας επάνω στη γη στη διάρκεια του παλαιού αυτού κόσμου θα κατοικούμε στον οίκον του Ιεχωβά, ή ποιες είναι οι προσδοκίες;
Ο ΟΙΚΟΣ της λατρείας του Ιεχωβά είναι μια προφυλαγμένη θέσις και οποιοσδήποτε κατοικεί εκεί απολαμβάνει θεία προστασία. Το να κατοικούμε θαρραλέα στον οίκον του Ιεχωβά όλες τις ημέρες μας επάνω στη γη, στη διάρκεια μόνο της υπάρξεως του παλαιού αυτού κόσμου, δεν είναι όλο εκείνο που περιλαμβάνεται στο ζήτημα. Οι Χριστιανοί, που είναι πνευματικοί «ζώντες λίθοι», θα μεταφερθούν, με ανάστασι εκ νεκρών, στους ουρανούς για ν’ αποτελέσουν τον συμπληρωμένο ναό του Ιεχωβά εκεί επάνω μαζί με τον Ακρογωνιαίον Λίθον Ιησούν Χριστόν. Οι εκατοντάδες χιλιάδες άλλων αφιερωμένων λατρευτών που έρχονται σήμερα στον ναόν του Ιεχωβά θα εξακολουθήσουν να κατοικούν στον οίκον Του όλες τις ημέρες της ζωής των στον ατελεύτητο νέο κόσμο συνεχίζοντας την καθαρά Του λατρεία επάνω στην παραδείσια γη.
2. Ζητώντας τι τώρα οι μάρτυρες του Ιεχωβά, δείχνουν τι θέλουν για το μέλλον;
2 Αλλά το τι θέλομε για το μέλλον το δείχνομε με το τι θέλομε και ζητούμε τώρα. Έτσι ακόμη και με την προσδοκία τού να κατοικούμε για πάντα στον οίκον του Ιεχωβά στο μέλλον μετά τον Αρμαγεδδώνα, θέλομε να κατοικούμε εκεί επίσης τώρα πριν από τον Αρμαγεδδώνα. Επομένως, παρ’ όλη τη θλίψι και τον διωγμό που υποφέρομε σ’ αυτόν τον κόσμο, ο Ιεχωβά καθιστά δυνατόν για μας ν’ απολαμβάνωμε αυτό το προνόμιο τώρα. Σε μερικές χώρες και πίσω και έξω από το Κομμουνιστικό Σιδηρούν Παραπέτασμα οι μάρτυρες του Ιεχωβά δεσμεύονται και εμποδίζονται να συγκεντρώνωνται μαζί για Γραφική μελέτη, και διατρέχουν μεγάλους κινδύνους προσπαθώντας να το κάμουν αυτό. Αλλά με μεγάλο θάρρος επιτυγχάνουν να το κάνουν αυτό, συγκεκαλυμμένα. Με τούτο δείχνουν τι θέλουν για το μέλλον.
3, 4. (α) Πώς υποφέρομε διωγμό μαζί, και παρά τον διωγμό τι πρέπει να κάμωμε; (β) Πώς ο Δαβίδ, στον Ψαλμό 27:5- 10, εξέφρασε την εμπιστοσύνη του ότι θα κατοικούσε πάλι στον οίκο του Ιεχωβά;
3 Είτε άμεσα είτε έμμεσα, ως συμπαθούντες σύντροφοι άλλων, εμείς ως Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά υποφέρομε διωγμό μαζί. Παρά τούτο, πρέπει να λάβωμε θάρρος και να προσπαθούμε να συνερχώμεθα μαζί όπως έκανε και ο Δαβίδ κάτω από το πυρ του εχθρού. Ενεπιστεύετο στην προστασία του Ιεχωβά και στη βοήθειά Του και απελευθέρωσι για να τον καταξιώσουν να αρχίση πάλι να κατοική στον οίκο του Θεού. Συνεπώς ο Δαβίδ είπε:
4 «Διότι εν ημέρα συμφοράς θέλει με κρύψει εν τη σκηνή αυτού· θέλει με κρύψει εν τω αποκρύφω της σκηνής αυτού· θέλει με υψώσει επί βράχον· και ήδη η κεφαλή μου θέλει υψωθή υπεράνω των εχθρών μου, των περικυκλούντων με. Και θέλω θυσιάσει εν τη σκηνή αυτού θυσίας αλαλαγμού· θέλω υμνεί, και θέλω ψαλμωδεί, εις τον Ιεχωβά. Άκουσον, ω Ιεχωβά, της φωνής μου, όταν κράζω· και ελέησόν με, και εισάκουσόν μου. Ζητήσατε το πρόσωπόν μου, είπε περί σου η καρδία μου. Το πρόσωπόν σου, ω Ιεχωβά, θέλω ζητήσει. Μη κρύψης απ’ εμού το πρόσωπόν σου· μη απορρίψης εν οργή τον δούλόν σου· συ εστάθης βοήθειά μου· μη με αφήσης, και μη με εγκαταλείψης, Θεέ της σωτηρίας μου. Και αν ο πατήρ μου και η μήτηρ μου με εγκαταλείψωσιν, ο Ιεχωβά όμως θέλει με προσδεχθή.»—Ψαλμ. 27:5-10, ΜΝΚ.
5. Πώς προσπαθούσαν οι εχθροί να καταστρέψουν τον Δαβίδ πνευματικώς, αλλά γιατί ήταν βέβαιος ότι δεν θα επετύγχαναν;
5 Σ’ αυτά τα λόγια του διωκομένου Δαβίδ ηχεί μια βεβαιότης τελικής νίκης εναντίον των εχθρών του που επεμβαίνουν στη λατρεία του προς τον Ιεχωβά στον ναό του. Οι εχθροί θα εσχεδίαζαν πνευματική συμφορά γι’ αυτόν, ειδικά ‘μηχανώμενοι αδικίαν δια νόμου’, νομιμοποιώντας τον πονηρό διωγμό, και έτσι προσπαθώντας να αναγκάσουν τον Δαβίδ να εγκαταλείψη την πίστι του στον Θεό και τη λατρεία του και υπηρεσία του προς Αυτόν. (Ψαλμ. 94:20, ΜΝΚ) Αλλά δεν θα επετύγχαναν να καταστρέψουν τον Δαβίδ ως δούλον και μάρτυρα του Ιεχωβά. Ακόμη και συμφορά δεν θα επηρέαζε τον Δαβίδ πνευματικώς, διότι ήταν κρυμμένος στο άσυλον ασφαλείας του Ιεχωβά, φυλαγμένος στον απρόσιτον ‘απόκρυφο τόπο’ της ιερής σκηνής του Ιεχωβά, σαν σ’ ένα υψηλό βράχο απρόσβατο σε όλους τους εχθρούς του. Ο Θεός θα ήγειρε την κεφαλή του Δαβίδ υψηλά σε νίκη εναντίον των εχθρών της αληθινής λατρείας. Θα είχε πάλι ελεύθερη πρόσοδο στο θυσιαστήριο του Θεού στη σκηνή της λατρείας του για να προσφέρη θυσίες και να υμνή και να ψαλμωδή σε μια δημοσία εκδήλωσι ευχαριστιών στον Ιεχωβά, ο οποίος είναι πιστός στους λατρευτάς του.
6. (α) Σε ποια θεία πρόσκλησι ανταποκρινόμεθα, και γιατί το κάνομε αυτό παρά τα εμπόδια; (β) Τίνος, επομένως, τη βοήθεια υπολογίζομε;
6 Λάβετε θάρρος, λοιπόν, όλοι εσείς οι διωκόμενοι μάρτυρες του πιστού αυτού Θεού. Οι αποδείξεις της ευνοίας του προς εμάς θα έλθουν ανυπερθέτως πλήρεις σ’ εμάς σε απάντησι στις προσευχές μας, παρ’ όλες τις παρεμβάσεις και όλον τον πόλεμο που διεξάγουν εναντίον μας οι ασεβείς εχθροί μας. Οι καρδιές μας αποδέχονται την πρόσκλησι του Ιεχωβά προς τον λαό του και μας υπενθυμίζουν την πρόσκλησί του λέγοντάς την μέσα μας, δηλαδή: «Ζητήσατε το πρόσωπόν μου.» Ως αφιερωμένος λαός του απαντούμε πρόθυμα και ζητούμε να εύρωμε το πρόσωπο της ευνοίας του και του κάλλους του. (Σοφον. 2:1-3, ΜΝΚ) Για να επιτύχωμε πράττοντας τούτο, πρέπει να υπερνικήσωμε πολλά εμπόδια που θέτουν στο δρόμο μας οι εχθροί και ο υλιστικός αυτός κόσμος των δελεασμάτων· αλλά με αγάπη και πιστότητα στον Θεό ενεργούμε έτσι, διότι η εύνοιά του σημαίνει ζωή για μας. Το κάνομε αυτό μολονότι μπορεί να μας εγκαταλείπη η βοήθειά μας από όλες τις άλλες πηγές. Όταν βρισκώμεθα μόνοι και εγκαταλελειμμένοι από όλους, ο Ιεχωβά πρέπει να γίνη η μέσω του Χριστού βοήθειά μας, διότι η βοήθειά του ποτέ δεν εγκαταλείπει τους πιστούς. Μπορούμε να υπολογίζωμε σ’ αυτήν αν ζητούμε το πρόσωπό του.
7. (α) Τι υπαινίχθηκε ο Δαβίδ ως περίπτωσι ακροτάτης ανθρωπίνης εγκαταλείψεως; (β) Σε μια τέτοια περίπτωσι, όμως, σε ποιον θα μπορούσε να επιστηρίζεται;
7 Πόσο τρομερό είναι να εγκαταλειφθή κανείς από τον πατέρα του και τη μητέρα του! Διωκόμενος ο Δαβίδ δεν είχε αυτή την πείρα. Ο πατέρας του και η μητέρα του δεν τον εγκατέλειψαν. Όταν επήγε να κρυφθή από τον διώκτη του βασιλέα Σαούλ, και κατέφυγε σ’ ένα σπήλαιο κοντά στην Οδολλάμ, οι «αδελφοί αυτού, και πας ο οίκος του πατρός αυτού» το άκουσαν αυτό και επήγαν από τη Βηθλεέμ σ’ αυτόν εκεί. Αργότερα ο Δαβίδ επήρε τον πατέρα του και τη μητέρα του ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού και είπε στον βασιλέα της γης Μωάβ: «Ας έλθωσι, παρακαλώ, ο πατήρ μου και η μήτηρ μου προς εσάς, εωσού γνωρίσω τι θέλει κάμει ο Θεός εις εμέ.» Εκεί παρέμειναν οι γονείς του για τον καιρό που ήταν. (1 Σαμ. 22:1-3) Αν ο πατέρας και η μητέρα του Δαβίδ τον εγκατέλειψαν ποτέ, αυτό έγινε αναγκαστικώς όταν πέθαναν και τον άφησαν πίσω στη γη των ζώντων. Επομένως στον ψαλμό του ο Δαβίδ υπαινίχθηκε απλώς μια σχεδόν αδιανόητη περίπτωσι ανθρωπίνης εγκαταλείψεως, την εγκατάλειψι από τον πατέρα του και τη μητέρα του· και αν οι γονείς ενεργούσαν έτσι, τότε έπρεπε ν’ αναμένεται ότι και όλοι οι άλλοι άνθρωποι θα έκαναν το ίδιο. Τότε, σ’ αυτή την κατάστασι της άκρας εγκαταλείψεως, υπήρχε ένας που μπορούσε ν’ αναμένεται ότι δεν θα εγκατέλειπε τον Δαβίδ—ω, τι παρηγορία! Ο Ιεχωβά Θεός, του οποίου το πρόσωπο ο Δαβίδ εξακολουθητικά ζητούσε, θα τον προσεδέχετο· και ο Ιεχωβά δεν πεθαίνει.—Αββακ. 1:12, ΜΙΡ· ΜΝΚ.
8, 9. (α) Ποιον διαχωρισμό, όπως προελέχθη, προκαλεί σε μερικές περιπτώσεις η εκλογή της λατρείας του Ιεχωβά; (β) Σε μια τέτοια περίπτωσι, ποιος δείχνει κυριότητα για μας, και σύμφωνα με ποια υποσχεμένη βεβαίωσι;
8 Στον «καιρόν του τέλους» του κόσμου του Σατανά η εκλογή της λατρείας του Ιεχωβά προκαλεί διαχωρισμό σε πολλούς στενά συνδεδεμένους οικογενειακούς ομίλους. Ο Ιησούς Χριστός, όταν αποκαθιστούσε την καθαρά λατρεία του Πατρός του Ιεχωβά επάνω στη γη, είπε ότι θα εγίνετο έτσι. Ο Ιησούς δεν ήλθε να εγκαταστήση θρησκευτική ειρήνη στη γη: «Ήλθον να διαχωρίσω άνθρωπον κατά του πατρός αυτού, και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής, και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής. Και εχθροί του ανθρώπου θέλουσιν είσθαι οι οικιακοί αυτού.» Στην επακολουθούσα δοκιμή της στοργής, οι γονείς επρόκειτο να απαρνηθούν ή εγκαταλείψουν τα τέκνα των που έδειχναν περισσότερη στοργή για τον Ιησού Χριστό και τον ουράνιο Πατέρα του. (Ματθ. 10:33-37) Για ν’ αντιμετωτισθή μια τέτοια εγκατάλειψις απαιτείται θάρρος για έναν που επιθυμεί να ακολουθήση την αληθινή, ζωοπάροχη λατρεία του Ιεχωβά του Πατρός του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αλλά τι θα γίνη αν οι γονείς αποδοκιμάζουν την εκλογή που κάναμε του ουρανίου Πατρός Ιεχωβά και μας απαρνούνται και μας εγκαταλείπουν; Ο αθάνατος ουράνιος Πατήρ μας θα δείξη ότι ανήκομε στην κυριότητά του και θα μας περιλάβη σ’ αυτήν, δίνοντάς μας μια θέσι μέσα στην οργάνωσί του. Εκφράζοντας την αδιάρρηκτη πιστότητά του στην οργάνωσί του Σιών, λέγει:
9 «Δύναται γυνή να λησμονήση το θηλάζον βρέφος αυτής, ώστε να μη ελεήση το τέκνον της κοιλίας αυτής; αλλά και αν αύται λησμονήσωσιν, εγώ όμως δεν θέλω σε λησμονήσει. Ιδού, επί των παλαμών μου σε εζωγράφισα· τα τείχη σου είναι πάντοτε ενώπιόν μου.»—Ησ. 49:15, 16· ιδέτε Ιώβ 39:14, 15.
10. (α) Πώς ο Ιεχωβά εβεβαίωσε με αποδείξεις αυτή την προφητεία στους Χριστιανούς μάρτυράς του στους τελευταίους καιρούς; (β) Τι έχει οικοδομήσει για να μας δεχθή, και πώς θεραπεύει το πλήγωμα των αισθημάτων μας;
10 Από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο 1918 ο Ιεχωβά Θεός εβεβαίωσε με αποδείξεις αυτή την προφητεία της απαρέγκλιτης πιστότητός του. Δεν επέτρεψε να σαρωθή η οργάνωσις των Χριστιανών μαρτύρων του από τις μοχθηρές καταδιώξεις εναντίον των στη διάρκεια της πρώτης εκείνης παγκοσμίου συρράξεως. Στο 1919 τους αποκατέστησε από τη θρησκευτική των αιχμαλωσία και τους επήρε πάλι στην εύνοιά του, και τα χέρια του άρχισαν ν’ ανοικοδομούν τα τείχη της κατερειπωμένης οργανώσεώς των. Δεν τους είχε πραγματικά λησμονήσει, όπως είχε φανή. Ούτε τους ελησμόνησε στη διάρκεια των χειροτέρων συνθηκών του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Από τότε, τι ισχυρά περιτειχισμένη και καλά προστατευμένη οργάνωσι έχει οικοδομήσει γι’ αυτούς, καθώς επιδίδονται στο προειπωμένο έργο της διακηρύξεως τούτου του ευαγγελίου της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του Θεού δημοσία και από σπίτι σε σπίτι, σε όλη την οικουμένη, για μαρτυρία σε όλα τα έθνη, προτού έλθη το τέλος αυτών των πολιτικών ιδρυμάτων στον επικείμενο πόλεμο του Αρμαγεδδώνος! (Ματθ. 24:14) Ώστε, λοιπόν, ας μας αφήσουν οι πιο στενοί φυσικοί συγγενείς μας—ακόμη και οι γήινοι πατέρας μας και μητέρα μας—επειδή ζητούμε τον Ιεχωβά ως Θεό. Αυτός χαίρει να προσδεχθή εμάς τους εγκαταλελειμμένους. Το ότι μας προσδέχεται στοργικά, θεραπεύει τις πληγές των καρδιών μας. Μας βεβαιώνει για αιώνια ζωή στον νέο του κόσμο, ζωή που οι θνητοί, θνήσκοντες πατέρας μας και μητέρα μας δεν θα μπορούσαν ποτέ να μας δώσουν.
11. Τώρα που έχομε γίνει δεκτοί, τι δεν πρέπει ποτέ να κάμωμε, και γιατί όχι;
11 Τώρα που μας έχει προσδεχθή στη θεοκρατική του οργάνωσι, δεν πρέπει ποτέ να την εγκαταλείψωμε, ποτέ να παύσωμε να συνερχώμεθα μαζί της. Αυτός ποτέ δεν λησμονεί την πιστή του οργάνωσι και έτσι δεν μπορεί να την αφήση και να την εγκαταλείψη. Αν ο Ιεχωβά ποτέ δεν εγκαταλείπη την οργάνωσί του, τότε το να την εγκαταλείψωμε εμείς θα ήταν ισοδύναμο με το να εγκαταλείψωμε αυτόν. Αν διαμένωμε στην οργάνωσί του που δεν μπορεί να λησμονηθή, αυτός ποτέ δεν θα μας λησμονήση. Το να μας λησμονήση και να μας εγκαταλείψη θα εσήμαινε την αιώνια καταστροφή μας. Είθε αυτό να μη συμβή ποτέ!
ΝΑ ΕΛΠΙΖΕΤΕ ΠΑΝΤΟΤΕ ΚΑΙ ΝΑ ΕΙΣΘΕ ΘΑΡΡΑΛΕΟΙ
12. Γιατί αντιμετωπίζομε την πείρα που δοκιμάζει την πίστι περισσότερο από κάθε άλλη φορά στη ιστορία των μαρτύρων του Ιεχωβά;
12 Τώρα περισσότερο παρά ποτέ, ας θυμούμεθα ότι εμείς, μαζί με ολόκληρο τον κόσμο, κινούμεθα ολοένα πλησιέστερα προς την ‘ημέραν εκείνην την μεγάλην του Θεού του Παντοκράτορος’, η οποία πρόκειται να σημειωθή με τον πόλεμον του σύμπαντος, στον οποίον ο Θεός θα επιβάλη μια όμοια με Αρμαγεδδώνα ήττα σε όλους τους «βασιλείς της γης και της οικουμένης όλης» και στα ολοκληρωτικώς κινητοποιημένα έθνη των. Το αμετάβλητο χρονολογικό πρόγραμμα του Θεού καθορίζει το γεγονός αυτό στο εγγύς μέλλον. Για τούτο, εμείς ως ο αφιερωμένος λαός του αντιμετωπίζομε την πείρα που δοκιμάζει την πίστι περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην ιστορία των μαρτύρων του Ιεχωβά από τον καιρό του Άβελ του πρώτου μάρτυρος υπέρ του Ιεχωβά ως την παρούσα «συντέλεια του αιώνος». (Αποκάλ. 16:14-16· Ματθ. 24:3· 28:20) Ο πληθυσμός του κόσμου αυξάνει πολύ ταχύτερα από όσο εμείς βρίσκομε τα ‘απολωλότα πρόβατα’ και τα φέρνομε στην ασφάλεια της οργανώσεως του Παντοδυνάμου Θεού. Αφού ο Σατανάς παρατάσσει όλα τα έθνη του κόσμου εναντίον της βασιλείας του Θεού, οι εχθροί μας συνεχώς αυξάνουν μέσα και έξω από τον «Χριστιανικό κόσμο». Επειδή δεν αποτελούμε μέρος αυτού του σατανικά στρατευμένου κόσμου, η ολόψυχη επιθυμία των είναι να μας καταστρέψουν, τουλάχιστον να μας εκμηδενίσουν πνευματικώς και να ματαιώσουν τις ελπίδες μας για τον νέο κόσμο του Ιεχωβά υπό τον Χριστόν.
13. Τι μηχανεύονται οι εχθροί μας εναντίον μας, και ποιος είναι ο σκοπός του Διαβόλου σε τούτο;
13 Όπως στην περίπτωσι της νομοθεσίας για τη σημαία, της νομοθεσίας για τη μετάγγισι αίματος, των δικτατορικών διαταγμάτων εναντίον της υπάρξεως μαρτύρων του Ιεχωβά, και ούτω καθεξής, οι εχθροί μας με γνώσι τους ή με άγνοιά τους ‘μηχανώνται αδικίαν δια νόμου’ εναντίον μας. Ο σκοπός του Διαβόλου σε τούτο είναι να τους καταστήση ικανούς να μας κατηγορήσουν ως παραβάτας του νόμου, αφού δεν μπορούν να εύρουν πρόσχημα για να ενεργήσουν εναντίον μας εκτός αν το εύρουν εναντίον μας στον νόμον του Θεού μας. Όπως στην περίπτωσι του Δανιήλ, γνωρίζουν ότι δεν θα παραβούμε τον νόμον του Θεού ακόμη και αν ο νόμος του ανθρώπου είναι αντίθετος σ’ αυτόν. (Ψαλμ. 94:20, ΜΝΚ· Δαν. 6:5-9) Θα μας αφήση άρα γε ο Θεός μας και θα μας παραδώση στην ολόψυχη επιθυμία των αντιπάλων μας που τώρα χειρίζονται εξουσία; Όχι αν αρνηθούμε να συμβιβασθούμε, όχι αν τηρήσωμε την κατεύθυνσί του ακόμη και με δαπάνη παθημάτων.
14. Όπως διετυπώθη από τον Δαβίδ, τίνος έχομε επείγουσα ανάγκη, και γιατί;
14 Η επείγουσα ανάγκη μας είναι για εξακολουθητική εκπαίδευσι στις αρχές της δικαίας οδού του Θεού, για να έχωμε την καθοδηγία του στην κατεύθυνσι, στην οποίαν οι εχθροί μας δεν μπορούν ορθά να μας κατηγορήσουν ως παραβάτας του νόμου ενώπιον του Θεού. Ακόμη και αν οι γήινοι πατέρας μας και μητέρα μας μάς εγκαταλείψουν θρησκευτικώς και δεν μας δώσουν τέτοια διδασκαλία και καθοδηγία, ο Θεός θα μας δώση. Η προσευχή του διωκομένου, μισουμένου Δαβίδ είναι πάρα πολύ κατάλληλη για να την αναπέμπωμε εμείς τώρα: «Δίδαξόν με, ω Ιεχωβά, την οδόν σου, και οδήγησόν με εν οδώ ευθεία ένεκεν των εχθρών μου. Μη με παραδώσης εις την επιθυμίαν των εχθρών μου· διότι ηγέρθησαν κατ’ εμού μάρτυρες ψευδείς, και πνέοντες αδικίαν.»—Ψαλμ. 27:11, 12, ΜΝΚ.
15, 16. (α) Προσπαθώντας να μας κάμουν να συμβιβασθούμε, πού θα φθάσουν οι εχθροί μας; (β) Υπό όμοιες περιστάσεις τι είπε ο Δαβίδ για τον εαυτό του και σ’ εμάς τους ομοίους με αυτόν μάρτυρας του Ιεχωβά;
15 Η ασυμβίβαστη πορεία για μας είναι να μη φοβούμεθα την αδικία ή βία που οι εχθροί μας πνέουν ή απειλούν να εκδηλώσουν εναντίον μας, όταν ο συμβολικός Γωγ του Μαγώγ κάμη την τελική, ολοκληρωτική του επίθεσι εναντίον της κοινωνίας Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά ολόγυρα στη γη. Θα προσπαθήσουν να την κάμουν τόσο σκληρή για μας, που ένα κοινό άτομο του παλαιού αυτού κόσμου θα έχανε κάθε ελπίδα για το μέλλον. Θέλουν να συντρίψουν την πίστι μας στην τελική εκπλήρωσι των καλών επαγγελιών του Θεού για το μέλλον πέρα από αυτόν τον κόσμο της θλίψεως. Τόσο ακριβώς σκληρά συμπεριφέρθηκαν στον Δαβίδ, που ήταν προφητικός τύπος του Ιησού Χριστού, του Υιού του Δαβίδ. Κάτω από αυτές τις περιστάσεις μήπως ο Δαβίδ παρέσχε σ’ εμάς ένα καλό και ορθό παράδειγμα; Μάλιστα. Τι είπε για τον εαυτό του και έπειτα λέγει στον καθένα από μας τους ομοίους με αυτόν μάρτυρας του Ιεχωβά; Τούτο:
16 «Ουαί, εάν δεν επίστευον να ιδώ τα αγαθά του Ιεχωβά εν γη ζώντων! Έλπιζε εις τον Ιεχωβά· έσο θαρραλέος και ας κραταιωθή η καρδία σου. Ναι, έλπιζε εις τον Ιεχωβά.»—Ψαλμ. 27:13, 14, ΜΝΚ.
17. (α) Πώς είδε ο Δαβίδ την αγαθότητα του Ιεχωβά εν γη ζώντων; (β) Τι έκανε ο ίδιος που μας είπε να το κάμωμε;
17 Αντημείφθη η πίστις του Δαβίδ με το να ιδή αργότερα την αγαθότητα του Ιεχωβά εν γη ζώντων; Αντημείφθη. Παρά τις πολλές σκληρές μάχες και δοκιμασίες ο Δαβίδ εβασίλευσε επί σαράντα χρόνια και ετοίμασε τα υλικά του ναού και παρέδωσε τον θρόνο του στον οικοδόμο του ναού, στον αγαπητό του υιό, τον σοφό Σολομώντα. Αλλά ακόμη και ενόσω ήταν στο μέσον μιας καταστάσεως που εδοκίμαζε την πίστι, μας προέτρεπε να ελπίζωμε πάντοτε στον Ιεχωβά. Νουθετώντας άλλους να ενεργούν έτσι, απέδειξε ότι αυτός ο ίδιος το έπραττε αυτό, όταν τέτοια ελπίδα ήταν αναγκαία για να τον υποστηρίξη στη θεοσεβή ακεραιότητά του. Παρέμεινε θαρραλέος.
18. (α) Σύμφωνα με την Εβραϊκή έκφρασι του Δαβίδ, τι σημαίνει να είμεθα θαρραλέοι; (β) Πώς μπορεί να καταδειχθή το θάρρος;
18 Η πίστις και η ελπίδα μάς βοηθούν να είμεθα θαρραλέοι. Να είμεθα θαρραλέοι, σύμφωνα με την Εβραϊκή έκφραση που εχρησιμοποιήθη από τον Δαβίδ, σημαίνει να κρατούμε μια εσωτερική δύναμι, να παραμένωμε μαζί σαν σφιχτά συνδεδεμένοι μαζί και έτσι να μην καταρρέωμε κάτω από πίεσι, να μη φεύγωμε συντριμμένοι κάτω από τη δυνατή ώθησι της θλίψεως ή των εχθρικών επιθέσεων. Κάνοντας τούτο, μπορούμε να υποφέρωμε με πίστι και ελπίδα κάτω από την έντασι των δυσχερειών και των κινδύνων. Δεν χρειάζεται να κάμωμε κάποια τολμηρή επίδειξι του εαυτού μας, τέτοια που συνήθως συνδέεται με την ανδρεία. «Θαρραλέος», λέγει το Αμερικανικό Κολλεγιακό Λεξικό (σελίς 146), «σημαίνει ένα υψηλότερο και ευγενέστερο είδος ανδρείας, που ειδικά προκύπτει από μια έμφυτη ιδιότητα διανοίας ή πνεύματος, η οποία αντιμετωπίζει ή υπομένει κινδύνους ή δυσκολίες χωρίς φόβο και ακόμη με ενθουσιασμό.» Το να παραμένωμε σταθερά στο δρόμο της πιστότητος στον Θεό, ακόμη και αν είναι ήσυχος και αφανής, σημαίνει θάρρος. Δεν ζητούμε θαυμασμό με επίδειξι τόλμης.
19. (α) Πώς θα επηρεάση το θάρρος τις καρδιές μας; (β) Από ποια ελπίδα δεν πρέπει ν’ απομακρυνθούμε ποτέ, και γιατί;
19 Το θάρρος μας θα βοηθήση τις καρδιές μας να παραμείνουν ισχυρές. Δεν θα λυώσουν από φόβο, αλλά θα είναι αταλάντευτες στην αγάπη του Θεού και θα διώξουν έξω τον φόβο και τη δυσπιστία. (1 Ιωάν. 4:18) Έτσι θα έχωμε επίσης αγάπη για τον Ιεχωβά Θεό και τον Υιό του Ιησού Χριστό ως την ενεργό δύναμι που μας ωθεί προς τα εμπρός δια μέσου των δοκιμασιών, των δυσκολιών, των διωγμών, των θλίψεων και των κινδύνων, ναι, δια μέσου της επιθέσεως του Γωγ που προκαλεί τον πόλεμο του Θεού, τον Αρμαγεδδώνα. Πάντοτε πιστοί στον Θεό, θα κρατούμε τα πρόσωπά μας εστραμμένα πάντοτε προς τον νέο Του κόσμο της νίκης εναντίον κάθε πονηρού. Αφού ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος είναι εκείνος που μας έδωσε αυτή την ελπίδα του νέου κόσμου υπό την δικαία βασιλεία του Υιού του Ιησού Χριστού, έπεται ότι η ελπίδα αυτή δεν είναι κάτι για να το απορρίψωμε. Μπορούμε ασφαλώς και επωφελώς να απορρίψωμε όλες τις άλλες ελπίδες, αλλά όχι εκείνη που προέρχεται από τον Θεό που δίνει ελπίδα. «Ναι, έλπιζε εις τον Ιεχωβά.» Αυτός δεν απεγοήτευσε τον Δαβίδ, ούτε τον Ιησού Χριστό, τον Υιό του Δαβίδ. Δεν θ’ απογοητεύση κι εμάς. Με τη δύναμι της ελπίδος μας και της πίστεώς μας μπορούμε να είμεθα, ναι, θα είμεθα θαρραλέοι εν όψει του Αρμαγεδδώνος του κόσμου, όπου ο Ιεχωβά θα θριαμβεύση ένδοξα προς διεκδίκησιν της παγκοσμίου κυριαρχίας του.