Αποβλέπετε Προσεκτικά στην Κληρονομιά;
«Τότε ο βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού, Έλθετε, οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου.—Ματθ. 25:34
1-3. (α) Γιατί η κληρονομιά στην οποία έχομε την ευκαιρία ν’ αποβλέπωμε είναι πιο σπουδαία από το χρήμα ή τ’ αποκτήματα; (β) Ποιες κληρονομιές τονίζει η Γραφή ότι είναι ενώπιον εκείνων που υπηρετούν τον Θεό;
ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ότι μπορείτε να έχετε μια κληρονομιά στην οποία ν’ αποβλέπετε; Όχι απλώς κληρονομιά χρημάτων, που μπορεί να σας φέρη και στενοχώριες. Όχι το είδος της κληρονομιάς που κάνει συχνά τους συγγενείς να γίνωνται εχθροί. Όχι, αντιθέτως, αυτή η κληρονομιά είναι εκείνη την οποία όλοι οι μελλοντικοί κληρονόμοι προσπαθούν να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον για να την λάβουν στο πλήρες.
2 Οι απόστολοι του Ιησού Χριστού συχνά μιλούσαν για την κληρονομιά που είναι ενώπιον των πνευματικών αδελφών αυτού του Υιού του Θεού—μια κληρονομιά στους ουρανούς με τον Χριστό. Αυτοί πρόκειται να μετάσχουν στη βασιλεία του. Η κληρονομιά των, επειδή είναι ουράνια, περιλαμβάνει και το δώρον της αφθαρσίας και αθανασίας.—1 Κορ. 6:9, 10· 15:50· Εφεσ. 1:14· 1 Πέτρ. 1:4.
3 Υπάρχει κληρονομιά και ενώπιον των άλλων. Ο Ιησούς σε μια από τις παραβολές του μίλησε για κείνους που θα έδειχναν έλεος στους πνευματικούς αδελφούς του, στους ουράνιους κληρονόμους. Είπε σ’ αυτούς με την καλή καρδιά : «Κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου.» Εδήλωσε ότι αυτό θα εσήμαινε αιώνια ζωή γι’ αυτούς. Αυτή η κληρονομιά δεν θα ήταν όπως εκείνη των ουρανίων κληρονόμων, αλλά σαν την κληρονομιά εκείνων που ανήκουν στο επίγειο βασίλειο που θα διακυβερνάται από τη βασιλεία του Χριστού στη διάρκεια της χιλιετούς βασιλείας του.—Ματθ. 25:34, 46· Αποκάλ. 20:4, 6.
4, 5. Ποια είναι η σημασία της λέξεως κληρονομώ στην Αγία Γραφή;
4 Η λέξις «κληρονομώ» στην ανωτέρω περίπτωσι δεν αναφέρεται σε κάτι που λαμβάνει κανείς ως ένα δικαίωμα απλώς ένεκα συγγενείας, όπως ένας γυιος λαμβάνει κληρονομιά από τον πατέρα του. Μάλλον σημαίνει κάτι το οποίον δίδεται ως αμοιβή, ένα δώρον που παρέχεται για τα όσα έγιναν με πίστι απέναντι στη διάταξι του Ιεχωβά διά του Ιησού Χριστού.
5 Όλοι εκείνοι που πλησίασαν τον Ιεχωβά Θεό βάσει της θυσίας του Ιησού Χριστού και οι οποίοι ζουν αφιερωμένη ζωή προορίζονται για μια τέτοια κληρονομιά. Τι ωραία προοπτική στην οποία πρέπει κανείς ν’ αποβλέπη! Είναι μια κληρονομιά με την οποία δεν μπορεί να παραβληθή καμμιά επίγεια κληρονομιά από γονείς.
ΕΚΕΙΝΟΙ ΠΟΥ ΤΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΑΙΩΝΕΣ
6-8. (α) Περιγράψτε πώς έβλεπαν την κληρονομιά οι πιστοί άνδρες της αρχαιότητος. (β) Πού και πότε ανέμεναν αυτοί οι άνδρες να λάβουν την κληρονομιά;
6 Τι θα μπορούσατε να υποστήτε για να λάβετε την κληρονομιά, την αμοιβή της αιωνίου ζωής; Ο απόστολος Παύλος περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο την έβλεπαν πιστοί άνδρες της αρχαιότητος, που απείχαν αιώνες από την κληρονομιά. Για τον Αβραάμ γράφει τα εξής: «Διά πίστεως υπήκουσεν ο Αβραάμ, ότε εκαλείτο να εξέλθη εις τον τόπον . . . μη εξεύρων που υπάγει. . . Διότι περιέμενε την πόλιν [την Βασιλείαν] την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός.» «Διά πίστεως ο Αβραάμ . . . προσέφερε τον Ισαάκ.»—Εβρ. 11:8-10, 17.
7 Ο Παύλος λέγει για άλλον έναν που εξετίμησε τη θεία κληρονομιά πάνω απ’ όλα τα άλλα: «Διά πίστεως ο Μωυσής, αφού εμεγάλωσεν, ηρνήθη να λέγηται υιός της θυγατρός του Φαραώ, προκρίνας μάλλον να κακουχήται με τον λαόν του Θεού, παρά να έχη πρόσκαιρον απόλαυσιν αμαρτίας· . . . διότι απέβλεπεν εις την μισθαποδοσίαν.»—Εβρ. 11:23-26.
8 Αυτοί οι άνδρες, και πολλοί άλλοι σαν αυτούς, ήσαν ζηλωταί όχι για μια επίγεια κληρονομιά σ’ αυτό το σύστημα πραγμάτων, αλλά για μια κληρονομιά στη νέα τάξι του Θεού. Ο Παύλος λέγει: «Μη λαβόντες τας επαγγελίας, αλλά μακρόθεν ιδόντες αυτάς, και πεισθέντες και εγκολπωθέντες . . . διά τούτο ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς, να λέγηται Θεός αυτών· διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν [την Βασιλείαν].»—Εβρ. 11:13-16.
9. Ποια κληρονομιά μεγάλης σημασίας είχε ο Ισαάκ;
9 Όλοι εκείνοι που είναι μάρτυρες του Ιεχωβά γνωρίζουν ότι υπάρχει η θαυμάσια κληρονομιά, η αμοιβή, ενώπιόν των, και όλοι επιθυμούν να εισέλθουν σ’ αυτήν. Πραγματικά, δεν χρειάζεται να την βλέπωμε πολύ μακρυά στο μέλλον—είμεθα τώρα στο κατώφλι. Αλλά υπάρχει κίνδυνος να καταφρονήσωμε την κληρονομιά, να την περιφρονήσωμε και να τη χάσωμε; Υπάρχει. Απαιτείται συνεχής προσοχή για να διατηρούμε την αγάπη της κληρονομιάς στην κατάλληλη θέσι, διότι αυτή πρέπει να είναι όχι μόνο στη διάνοια μας αλλά και στην καρδιά μας. Για να εξετάζη ο καθένας μας τον εαυτό του, καλό θα είναι να ανασκοπήση μια Γραφική αφήγησι που τονίζει τη σπουδαιότητα της κληρονομιάς. Είναι η ιστορία των διδύμων αδελφών Ιακώβ και Ησαύ.
10. Μολονότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι πιο κοντά στην πραγματοποίησι της αμοιβής απ’ όσο ήσαν οι αρχαίοι εκείνοι πιστοί άνδρες, είναι πιο βέβαιοι ότι θα την λάβουν;
10 Αρχίζομε την αφήγησι από τότε που μεγάλωσαν τα παιδιά. Και οι δυο ανετράφησαν από τον πατέρα των Ισαάκ και την μητέρα των Ρεβέκκα και έμαθαν για το υποσχεμένο «σπέρμα» που θα ευλογούσε όλες τις φυλές της γης. (Γέν. 3:15) Και οι δυο ήξεραν ότι στον πάππο των Αβραάμ είχε λεχθη ότι το «σπέρμα» θα προήρχετο από τη δική του γενεαλογική γραμμή, μέσω του Ισαάκ, και ότι ο Θεός είχε ευλογήσει τον πατέρα των τον Ισαάκ. (Γέν. 21:12· 22:15-18· 25:11· 26:24) Επρόκειτο για μια κληρονομιά τεραστίας σημασίας. Ο Ισαάκ ήταν επίσης ένας πλούσιος άνθρωπος από υλικής απόψεως. Αυτόν τον πλούτο θα τον κληρονομούσαν επίσης τα παιδιά του, ο δε πρωτότοκος θα ελάμβανε διπλή μερίδα. Αλλά ποιο παιδί θα ήταν ενδεδειγμένο να λάβη την κληρονομιά, και ιδιαίτερα την επαγγελία του ‘σπέρματος’ μέσω της οικογενειακής γραμμής; Ο Ησαύ, ο πρωτότοκος, ευρίσκετο στην ευνοϊκή θέσι από ανθρώπινη άποψι.—Γέν. 25:25, 26.
11, 12. Περιγράψτε τη στάσι που έλαβαν τα παιδιά Ιακώβ και Ησαύ όταν μεγάλωσαν.
11 Η Γραφική αφήγησις λέγει: «Ηύξησαν δε τα παιδία· και έγεινεν ο μεν Ησαύ άνθρωπος έμπειρος εις το κυνήγιον, άνθρωπος του αγρού· ο δε Ιακώβ άνθρωπος απλούς, κατοικών εν σκηναίς.»—Γέν. 25:27.
12 Πώς αυτά τα λόγια έχυναν φως στη στάσι των παιδιών; Αποκαλύπτουν τι ήταν στην καρδιά του καθενός. Ο Ησαύ ήταν ένας άνδρας έμπειρος στο κυνήγι. Περνούσε τον καιρό του έξω στους αγρούς μαθαίνοντας την τέχνη του κυνηγού. Ο Ιακώβ, εξ άλλου, ησχολείτο με τα οικιακά. Η Εβραϊκή λέξις που αποδίδεται «απλούς» σημαίνει «συνετός,» «αθώος,» «πλήρης.» Ο Ιακώβ, μολονότι δεν έκανε επίδειξι της δυνάμεώς του ή της ικανότητός του όπως έκανε ίσως ο Ησαύ, δεν ήταν ωστόσο ένας ασθενικός τύπος, διότι ο Ιεχωβά αργότερα είπε ότι ‘ήταν ισχυρός.’ (Ωσηέ 12:3) Το γεγονός είναι ότι ο Ιακώβ εξετίμησε την υπόσχεσι της διαθήκης προς τον Αβραάμ πάνω απ’ όλα τα άλλα και αφιέρωσε όλα όσα είχε στο να μάθη για την επαγγελία από τον πατέρα του. Αφιερώθηκε στο να φροντίζη για τα συμφέροντα αυτής της οικογενείας που είχε προορίσει ο Θεός για κληρονόμους. Ήθελε να μένη κοντά σ’ εκείνους που ευλογούσε ο Θεός, μολονότι απέβλεπε στον Ησαύ ως εκείνον που προηγείτο απ’ αυτόν, αφού ο Ησαύ ήταν ο πρωτότοκος.
13. Πώς, αργότερα, τα παιδιά έδωσαν μια πολύ ισχυρή απόδειξι της στάσεως των απέναντι της κληρονομιάς;
13 Αργότερα τα δύο παιδιά έδωσαν πιο ισχυρή απόδειξι της στάσεώς των. Διαβάζομε:
«Εμαγείρευε δε ο Ιακώβ μαγείρευμα· και ήλθεν ο Ησαύ εκ του αγρού, και ήτο αποκαμωμένος· και είπεν ο Ησαύ προς τον Ιακώβ, Δος μοι, παρακαλώ, να φάγω, από το κόκκινον, το κόκκινον τούτο, διότι είμαι αποκαμωμένος· διά τούτο, εκλήθη το όνομα αυτού, Εδώμ. Και είπεν ο Ιακώβ, Πώλησόν μοι σήμερον τα πρωτοτόκιά σου. Και ο Ησαύ είπεν, Ιδού, εγώ υπάγω να αποθάνω, και τι με ωφελούσι ταύτα τα πρωτοτόκιά; Και είπεν ο Ιακώβ, Όμοσόν μοι σήμερον και ώμοσεν εις αυτόν· και επώλησε τα πρωτοτόκια αυτού εις τον Ιακώβ. Τότε ο Ιακώβ έδωκεν εις τον Ησαύ άρτον, και μαγείρευμα της φακής· και έφαγε και έπιε, και σηκωθείς ανεχώρησεν· ούτως ο Ησαύ κατεφρόνησε τα πρωτοτόκια.»—Γέν. 25:29-34.
ΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΣ
14, 15. Επωφελήθηκε ο Ιακώβ ιδιοτελώς από τον Ησαύ αγοράζοντας τα πρωτοτόκια, και πώς εδικαιώθη η κρίσις του Ιεχωβά από τη συναλλαγή αυτή;
14 Μήπως ο Ιακώβ ήταν ιδιοτελής, και επωφελήθηκε άδικα από τον Ησαύ; Θα μπορούσε να φανή έτσι. Αλλά εξετάστε τα εξής: Εκτιμούσε πραγματικά ο Ησαύ τα θαυμάσια πράγματα που αντιπροσώπευαν τα πρωτοτόκιά του; Στην πραγματικότητα κόντευε να πεθάνη, όπως είχε πει. Αυτό καταδεικνύεται από το ότι αφού έφαγε σηκώθηκε και έφυγε. Η Γραφή λέγει, ‘ήταν αποκαμωμένος.’ Γιατί ο Ησαύ υποκινήθηκε να κάμη αυτό που έκαμε; Η αφήγησις μάς λέγει: «Ούτω ο Ησαύ κατεφρόνησε τα πρωτοτόκιά.» Ο απόστολος Παύλος επεβεβαίωσε αυτή τη δήλωσι όταν απεκάλεσε τον Ησαύ βέβηλον, . . . όστις διά μίαν βρώσιν επώλησε τα πρωτοτόκια αυτού.»—Γέν. 25:34· Εβρ. 12:16.
15 Όλ’ αυτά απέδειξαν ορθή την κρίσι του Θεού, που προείδε τα χαρακτηριστικά των παιδιών και είπε στη μητέρα των Ρεβέκκα προτού γεννηθούν ακόμη: «Ο μεγαλήτερος θέλει δουλεύσει εις τον μικρότερον.»—Γέν. 25:23· Ρωμ. 9:12.
16. Γιατί ο Ιακώβ είχε το δικαίωμα να λάβη την ευλογία του πρωτοτόκου από τον πατέρα του, και γιατί, προφανώς, δεν ανέλαβε την πρωτοβουλία να την ζητήση;
16 Ο Ιακώβ κατείχε τώρα το δικαίωμα του πρωτοτόκου από δύο πράγματα: από την υπόσχεσι του Θεού και από το δικαίωμα της αγοράς. Αλλά δεν είχε ακόμη την ευλογία του Ισαάκ στον πρωτότοκο. Ωστόσο ο Ιακώβ προφανώς ενεργούσε ανιδιοτελώς χωρίς να κάμη καμμιά κίνησι για να προηγηθή από τον Ησαύ σ’ αυτό. Ασφαλώς αυτός πρόσμενε τον Ιεχωβά. Ο Ισαάκ ήταν τώρα τυφλός, και δεν εγνώριζε πλήρως τα γεγονότα που είχαν συμβή. Η Ρεβέκκα, ασφαλώς υποκινούμενη από τον Ιεχωβά να ενεργήση, και ενθυμουμένη τα λόγια του Θεού σ’ αυτήν πριν από τη γέννησι των παιδιών, έδωσε οδηγίες στον Ιακώβ ώστε να λάβη αυτός την ευλογία.
17, 18. Δείξτε ότι η Ρεβέκκα και ο Ιακώβ δεν ήσαν ανέντιμοι, και ότι, το χέρι του Ιεχωβά ήταν στην υπόθεσι ώστε να λάβη ο Ιακώβ την ευλογία.
17 Για ό,τι επακολούθησε, μερικοί αναγνώσται της Βίβλου κατηγορούν τη Ρεβέκκα και τον Ιακώβ για δολοπλοκία και ανεντιμότητα. Αλλά είναι έτσι; Ποιος σ’ αυτό το σημείο κατέλαβε πραγματικά τη θέσι του πρωτοτόκου δικαιωματικά; Ποιος εφρόντισε για την κληρονομιά; Γιατί ο Ησαύ δεν έκαμε γνωστό στον Ισαάκ το γεγονός ότι ο Ιακώβ είχε αγοράσει τα πρωτοτόκια, αλλ’ αντιθέτως προσπάθησε να λάβη την ευλογία ο ίδιος; Ο Ισαάκ, είναι αλήθεια, ευλόγησε τον Ιακώβ νομίζοντας εσφαλμένως ότι ευλογούσε τον Ησαύ. Αλλ’ αργότερα ανεγνώρισε ότι η πράξις του Ιακώβ και της Ρεβέκκας ήταν σωστή. Διέκρινε το χέρι του Ιεχωβά σ’ αυτό το ζήτημα, και ευλόγησε πάλι τον Ιακώβ, εν γνώσει του αυτή τη φορά, με μια προφητεία σχετική με το «σπέρμα.» Κατόπιν έδωσε στον Ιακώβ οδηγίες και τον έστειλε μακρυά για να είναι ασφαλής από τον ωργισμένο αδελφό του Ησαύ. Εκτός αυτού, ο ίδιος ο Θεός ευλόγησε τον Ιακώβ με την υπόσχεσι ότι το σπέρμα θα προήρχετο από τη δική του γενεαλογική γραμμή.—Γέν. κεφ. 27· 28:1-4.
18 Περαιτέρω απόδειξις ότι η ενέργεια του Ιακώβ δεν ήταν για ιδιοτελές κέρδος είναι το γεγονός ότι αυτός έφυγε από το σπίτι χωρίς να πάρη τίποτε από την περιουσία της οικογενείας. Και δεν υπάρχει απόδειξις ότι αυτός εζήτησε ποτέ τη διπλή μερίδα του. Εκείνο που είχε την ασύγκριτη αξία γι’ αυτόν ήταν η μελλοντική κληρονομιά. Αυτός ήθελε να μείνη η διαθήκη του Θεού στην οικογένεια. Η εκτίμησίς του για τον Ιεχωβά και την υπόσχεσί Του επεσκίαζε κάθε άλλο ζήτημα.
19. (α) Πώς αισθανόταν ο Ιακώβ όταν επρόκειτο να συναντηθή πάλι με τον Ησαύ; (β) Ποιο πολύ ασύνηθες περιστατικό συνέβη προτού ο Ιακώβ συναντήση τον Ησαύ;
19 Σε αντίθεσι με την έλλειψι εκτιμήσεως που είχε δείξει ο Ησαύ, η μεγάλη εκτίμησις που είχε ο Ιακώβ για τη θεία κληρονομιά έγινε πάλι φανερή από κάτι που συνέβη όταν ο Ιακώβ επέστρεψε στο σπίτι του ύστερα από είκοσι πέντε χρόνια για να επισκεφθή τον πατέρα του. Ο Ιακώβ είχε λόγους να πιστεύη ότι ο Ησαύ θα μπορούσε να του κάμη κακό, και γι’ αυτό το λόγο ήταν κάπως φοβισμένος και προφυλακτικός. Έστειλε δώρο στον Ησαύ μπροστά από την οικογένειά του που μετανάστευε. Αν ο Ησαύ το εδέχετο, αυτό θα εσήμαινε ότι υπήρχε ειρήνη μεταξύ των. Αλλά προτού γίνει η συνάντησις, συνέβη ένα πολύ ασύνηθες περιστατικό. Η Γραφή αναφέρει:
«Σηκωθείς δε [ο Ιακώβ] την νύκτα εκείνην, έλαβε τας δύο γυναίκας αυτού, και τας δύο θεραπαίνας αυτού, και τα ένδεκα παιδία αυτού, και διέβη το πέρασμα του Ιαβόκ. Και έλαβεν αυτούς, και διεβίβασεν αυτούς τον χείμαρρον· διεδίβασε και τα υπάρχοντα αυτού. Ο δε Ιακώβ έμεινε μόνος· και επάλαιε μετ’ αυτού άνθρωπος έως τα χαράγματα της αυγής· ιδών δε ότι δεν υπερίσχυσε κατ’ αυτού, ήγγισε την άρθρωσιν του μηρού αυτού· και μετετοπίσθη η άρθρωσις του μηρού του Ιακώβ, ενώ επάλαιε μετ’ αυτού. Ο δε είπεν, Άφες με να απέλθω, διότι εχάραξεν η αυγή. Και αυτός είπε, Δεν θέλω σε αφήσει να απέλθης, εάν δεν με ευλογήσης. Και είπε προς αυτόν, Τι είναι το όνομά σου; Ο δε είπεν, Ιακώβ. Και εκείνος είπε, Δεν θέλει καλεσθή πλέον το όνομά σου Ιακώβ, αλλά Ισραήλ· διότι ενίσχυσας μετά Θεού, και μετά ανθρώπων θέλεις είσθαι δυνατός. Ηρώτησε δε ο Ιακώβ, λέγων, Φανέρωσόν μοι, παρακαλώ, το όνομά σου. Ο δε είπε, Διά τι ερωτάς το όνομά μου; Και ευλόγησεν αυτόν εκεί. Και εκάλεσεν Ιακώβ το όνομα του τόπου εκείνου, Φανουήλ, λέγων, Διότι είδον τον Θεόν πρόσωπον προς πρόσωπον, και εφυλάχθη η ζωή μου. Και ανέτειλεν ο ήλιος επ’ αυτού, καθώς διέβη το Φανουήλ· εχώλαινε δε κατά τον μηρόν αυτού.»—Γέν. 32:22-31.
20. Γιατί ο Ιακώβ επάλαιε με τον άγγελο όλη τη νύχτα;
20 Εδώ αποκαλύπτεται η μεγάλη διαφορά στη στάσι του Ιακώβ και του Ησαύ ως προς την κληρονομιά. Ενώ ο Ησαύ δεν μπορούσε να υποφέρη έστω και λίγη πείνα για τα πρωτοτόκια, ο Ιακώβ επάλευε μια ολόκληρη νύχτα μ’ ένα άγγελο του Θεού που είχε υλοποιηθή ως άνθρωπος. Αυτό το έκαμε ο Ιακώβ για να λάβη μια λέξι ευλογίας από τον Ιεχωβά μέσω του αγγέλου. Ασφαλώς ο Ιακώβ εγνώριζε ότι ο άγγελος εμφανίσθηκε για ένα σκοπό, και ήξερε ότι σε περασμένες εμφανίσεις αυτοί οι άγγελοι είχαν φέρει μια ευλογία ή μια εντολή για την επιβεβαίωσι της Αβραμιαίας διαθήκης. (Γέν. 28:10-15· 31:11-13) Για τον λόγο αυτόν επιθυμούσε τόσο πολύ να είναι μαζί του ο Θεός όπως ήταν και με τον πατέρα και με τον πάππο του, ώστε κατέβαλε τις δυνάμεις του σε μια σθεναρή και εξαντλητική πάλη με τον άγγελο κρατώντας τον γερά. Ο Ιακώβ κατέδειξε έτσι τη μεγάλη επιθυμία της καρδιάς του για την εύνοια του Θεού.—Παράβαλε Γένεσις 28:20-22.
21. Για ποιο λόγο ο άγγελος εξάρθρωσε τον μηρό του Ιακώβ;
21 Φυσικά, ο Ιακώβ δεν ενίκησε πραγματικά και δεν κατέβαλε τον άγγελο του Θεού. Το γεγονός χρησίμευσε σαν μια δοκιμασία της επιθυμίας που είχε ο Ιακώβ με όλη του την καρδιά να είναι ευάρεστος στον Θεό. Στην πραγματικότητα ο άγγελος με μια μόνο επαφή, με υπεράνθρωπη δύναμι, έκαμε τον μηρό του Ιακώβ να εξαρθρωθή και γι’ αυτό ο Ιακώβ εχώλαινε από τότε. Αυτό εχρησίμευσε σαν ένα ταπεινωτικό στοιχείο, μια προστασία για τον Ιακώβ. Ήταν μια υπόμνησις για να διδάξη τον Ιακώβ ότι με την παρ’ αξίαν αγαθότητα του Θεού, και όχι με κάποια δύναμι η αξία του Ιακώβ τον ευλόγησε ο Θεός και τον χρησιμοποίησε. Παραβάλατε την πείρα του αποστόλου Παύλου, που αναγράφεται στην επιστολή 2 Κορινθίους 12:6-10.
22. Τι ευλογίες λοιπόν ήλθαν και θα έλθουν στον Ιακώβ λόγω του μεγάλου σεβασμού του στην κληρονομιά από τον Θεό;
22 Η έκβασις του Ιακώβ και του Ησαύ μας παρέχει μια πολύ δυνατή υποκίνησι να είμεθα πιστοί, να κρατούμε γερά την ελπίδα της αμοιβής. Ο Ιακώβ ευλογήθηκε με το να είναι ο προπάτωρ ενός μεγάλου έθνους. Αλλά το σπουδαιότερο είναι ότι το έθνος εκείνο το χρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να απεργασθή σωτηρία για το ανθρώπινο γένος. Το «σπέρμα,» ο Μεσσίας, ήλθε από τη γενεαλογική γραμμή του Ιακώβ. Ο Ιακώβ, λόγω της ισχυρής του πίστεως, ‘ζη’ στα όμματα του Θεού, η δε ανάστασίς του στην κληρονομιά, για να έχη μέρος στην επίγεια επικράτεια της βασιλείας του Θεού, είναι εξασφαλισμένη γι’ αυτόν. Αυτός θα είναι ασφαλώς ένας από τους ‘άρχοντας’ που θα διορίση ο Ιησούς Χριστός ως επισκόπους και ποιμένας του λαού του.—Λουκ. 20:37, 38· Ψαλμ. 45:16.
ΠΩΣ ΣΚΕΠΤΕΣΤΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ;
23, 24. Τι ερωτήματα μπορούμε να θέσωμε στον εαυτό μας, και μπορούμε να εξασφαλίσωμε την κληρονομιά ;
23 Ο καθένας μας βλέποντας τη ζωή του Ιακώβ και του Ησαύ μπορεί να ρωτήση, ‘Τι κάνω εγώ με τη ζωή μου; Πόσο εκτιμώ την υποσχεμένη κληρονομιά ζωής στη νέα τάξι του Θεού; Είμαι διατεθειμένος να υποστώ δυσκολίες χάριν της κληρονομιάς; Θέλω να προσηλωθώ σ’ αυτήν με όλη μου τη δύναμι;’
24 Όπως έκαμε ο Ιακώβ, μπορούμε κι εμείς να εξασφαλίσωμε την κληρονομιά. Η διάνοια και η καρδιά του ήσαν σ’ αυτές τις υποσχέσεις από τη νεότητα του. Αυτός προφανώς εδαπάνησε τον χρόνο του μαθαίνοντας ό,τι μπορούσε για τις σχέσεις του Θεού με τον πατέρα του Ισαάκ και τον πάππο του Αβραάμ. Ήταν άνθρωπος που προσηύχετο στον Θεό. Εργάσθηκε σκληρά και υπέμεινε πολλές δοκιμασίες, αλλά ως το τέλος διετήρησε την πραότητα του πνεύματος και την ισχυρή πίστι του.
25. Τι ερωτήματα μπορούμε να θέσωμε για να καθορισθη αν εκτιμούμε την πνευματική μας ανάγκη;
25 Ο Ιεχωβά υπήρξε πολύ αγαθός προμηθεύοντας τα απαιτούμενα για την πνευματική μας ανάγκη. Το εκτιμάτε αυτό όπως ο Ιακώβ; Διαβάζετε τακτικά τη Γραφή; Διαβάζετε τη Σκοπιά, όχι μόνον τα άρθρα που θα μελετηθούν αλλά και τα άλλα που περιέχει; Υπάρχουν εκεί πολύ καλές πληροφορίες που δεν θα μπορούσατε να τις πάρετε με άλλον τρόπο.
26, 27. Πώς ο Ιακώβ ήταν ένα παράδειγμα υπομονής προσμένοντας τον Ιεχωβά για την κληρονομιά;
26 Είσθε υπομονητικοί και ανιδιοτελείς όπως ήταν ο Ιακώβ; Είσθε πρόθυμοι να υπηρετήτε με την καρδιά σας, προσμένοντας τον Ιεχωβά να σας ευλογήση; Ο Ιακώβ δεν ωργίσθηκε επειδή στην ηλικία των εβδομήντα επτά ετών, έλαβε τη συμβουλή του πατέρα του, να εγκαταλείψη το σπίτι, χωρίς να πάρη μαζί του τίποτα από την κληρονομιά. Ως προς τη στάσι του ήταν ακριβώς το αντίθετο του ασώτου υιού της παραβολής του Ιησού, ο οποίος θέλησε να εγκαταλείψη το σπίτι και ζήτησε και την κληρονομιά του, για να την σπαταλήση στις επιθυμίες του. Ο Ιακώβ ήταν ενενήντα επτά ετών όταν επέστρεψε στο σπίτι του, όχι από επιθυμία να απαιτήση μια επίγεια κληρονομιά, αλλά κατ’ εντολήν του Θεού.—Γέν. 31:3.
27 Ο Ιησούς Χριστός είπε: «Δεν είναι ουδείς όστις, αφήσας οικίαν, ή αδελφούς, ή αδελφάς, ή πατέρα, ή μητέρα, ή γυναίκα, ή τέκνα, ή αγρούς, ένεκεν εμού και του ευαγγελίου, δεν θέλει λάβει εκατονταπλασίονα τώρα εν τω καιρώ τούτω, οικίας και αδελφούς και αδελφάς και μητέρας και τέκνα και αγρούς, μετά διωγμών, και εν τω ερχομένω αιώνι ζωήν αιώνιον.» (Μάρκ. 10:29, 30) Ο Ιακώβ έτσι εσκέπτετο.
28, 29. Πώς το παράδειγμα του Ιακώβ δείχνει τη σταθερότητα με την οποία πρέπει ν’ αποβλέπωμε στην κληρονομιά;
28 Το ζήτημα, λοιπόν, δεν είναι το να υπηρετούμε μ’ ένα χρονικό όριο υπ’ όψιν, ή ν’ αποβλέπωμε σε υλικές ανέσεις και ευκολίες για τους εαυτούς μας ή για το να υπομείνωμε λίγες δοκιμασίες. Είναι ένα ισόβιο ζήτημα, είναι να έχωμε την κληρονομιά συνεχώς προ των οφθαλμών μας.
29 Είναι ένα ζήτημα προσηλώσεώς μας στην κληρονομιά, κάνοντας σθεναρά και εξαντλητικά ό,τι βρίσκουν τα χέρια μας να κάμουν, όπως και ο Ιακώβ επάλεψε μια ολόκληρη νύχτα με τον άγγελο. (Εκκλ. 9:10) Οτιδήποτε έκανε ο Ιακώβ το έκανε καλά, με όλη του τη δύναμι. Επίσης έθετε τα συμφέροντα των άλλων πριν από τα δικά του. Παρατηρήστε πόσο σκληρά εργάσθηκε ο Ιακώβ για τα συμφέροντα του Λάβαν που ήταν συγγενής του και εργοδότης του. Είπε:
«Είκοσι έτη είναι τώρα, αφ’ ότου είμαι μετά σου· τα πρόβατα σου και αι αίγες σου δεν ητεκνώθησαν, και τους κριούς του ποιμνίου σου δεν έφαγον· θηριάλωτον δεν έφερα εις σε· εγώ επλήρονον αυτό· από της χειρός μου εζήτεις ό,τι με εκλέπτετο την ημέραν, ή ό,τι με εκλέπτετο την νύκτα· την ημέραν εκαιόμην υπό του καύματος και την νύκτα υπό του παγετού· και έφευγεν ο ύπνος μου από των οφθαλμών μου.»—Γέν. 31:38-40.
30. Γιατί ο Ιακώβ εργάσθηκε τόσο σκληρά για τον Λαβαν είκοσι χρόνια;
30 Ο Ιακώβ δεν έκανε κοσμική εργασία απλώς για να βοηθήση τον Λαβαν, ούτε για να δημιουργήση υλικόν πλούτον. Ο Ιακώβ μεγάλωνε το ποίμνιο του με σκοπό να επιστρέψη στο σπίτι του εγκαίρως με μια δική του οικογένεια. Γιατί; Διότι εγνώριζε ότι τόσο ο Αβραάμ όσο και ο Ισαάκ ήσαν ξένοι στην χώρα εκείνη και ο Θεός θα έδινε τη χώρα τελικά στους απογόνους του Αβραάμ. Ο Ιακώβ επίστευε σ’ αυτή την υπόσχεσι. Όλη η ψυχή του ήταν γεμάτη απ’ αυτήν. Ήθελε να έχη ελεύθερη οικογένεια που θα μπορούσε να υπηρετή πλήρως τον Θεό. Και ο Θεός τον ευλόγησε έτσι ώστε η οικογένειά του, οι δώδεκα γυιοι του, απετέλεσαν πραγματικά το θεμέλιο του μεγάλου έθνους του Ισραήλ.
31. Τι έργο έχουν σήμερα οι Χριστιανοί που ομοιάζει με το έργο του Ιακώβ;
31 Οι Χριστιανοί σήμερα έχουν να κάμουν έργο που χρειάζεται εγκάρδια φροντίδα. Αυτό το έργο συνίσταται στην φροντίδα των συμφερόντων της βασιλείας. Τα αγαθά νέα πρέπει να διακηρυχθούν. Απαιτείται πιστότης. Το έργο ποιμάνσεως πρέπει να γίνη με τον ίδιο ζήλο και το ίδιο σθένος που κατέβαλε ο Ιακώβ για τα ποίμνιά του και τα ποίμνια του Λαβαν. Όπως συνέβαινε με τον Ιακώβ, η κληρονομιά που είναι εμπρός μας είναι τέτοια που αξίζει ν’ αποβλέπουμε σ’ αυτήν. Η λέξις αποβλέπω, που είναι και στην επιστολή προς Εβραίους 11:26, σημαίνει να αποσύρωμε την προσοχή μας απ’ όλα τ’ άλλα και να την προσηλώνωμε σ’ ένα πράγμα.
32. Τι σημαίνει πραγματικά ν’ αποβλέπωμε στην κληρονομιά;
32 Μ’ αυτή την προσήλωσι λοιπόν στην κληρονομιά τίποτε δεν θα μας κάμη να σκοντάψωμε. Τίποτε δεν θα μας απομακρύνη. Θα είμεθα βέβαιοι για τη μεγαλειώδη κληρονομιά, είτε στους ουρανούς θα είναι αυτή, όπως στην περίπτωσι των πνευματικώς αναγεννημένων αδελφών του Ιησού Χριστού, είτε στην επίγεια επικράτεια της Βασιλείας. Η δεύτερη αυτή ελπίδα διατηρείται από την μεγάλη πλειονότητα των μαρτύρων του Ιεχωβά στη γη σήμερα. Και οι δυο ομάδες έχουν τη στάσι του αποστόλου Παύλου, ο οποίος είχε την ελπίδα της «άνω» (ουρανίας) κλήσεως. Αυτός έγραψε: «Αδελφοί, εγώ δεν στοχάζομαι εμαυτόν ότι έλαβον αυτό. Αλλ’ εν πράττω, τα μεν οπίσω λησμονών, εις δε τα έμπροσθεν επεκτεινόμενος, τρέχω προς τον σκοπόν διά το βραβείον της άνω κλήσεως του Θεού εν Χριστώ Ιησού.» Όλος ο λαός του Θεού ας διατηρή αυτή την προσήλωσι.—Φιλιππ. 3:13, 14.
[Εικόνα στη σελίδα 688]
Ο Ιακώβ εξετίμησε την επαγγελία της διαθήκης προς τον Αβραάμ, αλλά ο Ησαύ επώλησε την κληρονομιά του για ένα φαγητό. Εκτιμάτε σεις τα ιερά πράγματα, όπως τα εξετίμησε ο Ιακώβ; Αποβλέπετε στην κληρονομιά της ζωής στη νέα τάξι του Θεού και το δείχνετε αυτό με ό,τι κάνετε με τη ζωή σας;