Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Ο Παύλος είπε ότι ένας Χριστιανός αδελφός δεν πρέπει να φέρη σε κοσμικό δικαστήριο έναν άλλον Χριστιανόν αδελφό, αλλά πρέπει ν’ αναφέρη την υπόθεσι σε ωρίμους αδελφούς της εκκλησίας για να λάβουν απόφασι. Αλλά τι θα γίνη, όταν ένας εξαπατά τον άλλον σε βαθμό που να προκαλέση εξαιρετική ταλαιπωρία στο θύμα, κι ωστόσο ο παραβάτης αυτός δεν συμμορφώνεται με την απόφασι των εκπροσώπων της εκκλησίας;—Γκ. Σ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Παύλος έγραψε στους Κορινθίους: «Τολμά τις από σας, όταν έχη διαφοράν προς τον άλλον, να κρίνηται ενώπιον των αδίκων, και ουχί ενώπιον των αγίων; Δεν εξεύρετε ότι οι άγιοι θέλουσι κρίνει τον κόσμον; Και εάν ο κόσμος κρίνηται από σας, ανάξιοι είσθε να κρίνητε ελάχιστα πράγματα; Δεν εξεύρετε ότι αγγέλους θέλομεν κρίνει; πόσω μάλλον βιωτικά; Βιωτικάς λοιπόν κρίσεις εάν έχητε, τους εξουθενημένους εν τη εκκλησία, τούτους καθίζετε κριτάς. Προς εντροπήν σας λέγω τούτο· ούτω δεν υπάρχει μεταξύ σας ουδέ είς σοφός, όστις θέλει δυνηθή να κρίνη αναμέσον του αδελφού αυτού; Αλλά αδελφός κρίνεται με αδελφόν, και τούτο ενώπιον απίστων; Τώρα λοιπόν είναι διόλου ελάττωμα εις εσάς, ότι έχετε κρίσεις μεταξύ σας· δια τι δεν αδικείσθε; δια τι μάλλον δεν αποστερείσθε; Αλλά σεις αδικείτε και αποστερείτε, και μάλιστα αδελφούς.»—1 Κορ. 6:1-8.
Αν Χριστιανοί αδελφοί είναι σε αντιδικία για οικονομικά ζητήματα, που είναι τόσο σοβαρών διαστάσεων ώστε να γίνεται σκέψις για μια δικαστική αγωγή, οφείλουν να φέρουν το πρόβλημά τους σε ωρίμους αδελφούς της εκκλησίας για να εκφέρουν κρίσι μεταξύ αυτών ώστε να μην προσφύγουν σ’ ένα κοσμικό δικαστήριο και να γίνουν αιτία να τους βλέπη ο κόσμος να διαπληκτίζωνται για χρηματικά ζητήματα. Αυτό θα έβλαπτε την καλή φήμη της Χριστιανικής οργανώσεως, φέροντας στη δημοσιότητα τέτοια ζητήματα και δείχνοντας στον κόσμο ότι δεν είναι παρόν το Χριστιανικό πνεύμα. Αντί να προσαφθή τέτοια μομφή στην οργάνωσι, ο Παύλος τονίζει ότι καλύτερο θα ήταν ν’ αδικηθή ένας. Αν αδελφοί πρόκειται να κρίνουν τον κόσμο και αγγέλους, όταν ενωθούν με τον Ιησού Χριστό στον ουρανό, δεν μπορούν να κρίνουν ασήμαντα ζητήματα μεταξύ των, χωρίς να παραστή ανάγκη να προστρέξουν σε απίστους, μη υπολογιζομένους από την εκκλησία, να τακτοποιήσουν τις δυσκολίες των; Το να πάη κανείς έξω στον κόσμο και να βάλη τέτοιους ανθρώπους να κρίνουν τα πράγματα αντί να τα διευθετή μέσα στην εκκλησία θα ήταν, βέβαια, μια επαίσχυντος ήττα για την εκκλησία. Καλύτερα ν’ αδικηθή κάνεις παρά να γίνη αιτία να συμβή αυτό!
Αλλ’ ας υποτεθή ότι η υπόθεσις εφέρθη ενώπιον των εκπροσώπων της εκκλησίας κι ένας από τους διαδίκους απεδείχθη οριστικά πταίστης και απεδείχθη ένοχος επιζημίας απάτης εις βάρος ενός αδελφού, κι ωστόσο αυτός ο ένοχος δεν θέλει να δεχθή την απόφασι της εκκλησίας και δεν αποδίδει τα οφειλόμενα. Όταν η απόδειξις είναι σαφής και πειστική, η εκκλησία δεν μπορεί να την αγνοήση, αλλά πρέπει ν’ αποκόψη εκείνον που είναι κλέπτης. Εν σχέσει με τούτο, ο Παύλος είπε ότι ένας κλέπτης, μεταξύ άλλων παραβατών, δεν θα κληρονομήση τη βασιλεία του Θεού· ούτε δικαίωμα έχει να είναι μέσα στη Χριστιανική εκκλησία επάνω στη γη. (1 Κορ. 6:9, 10) Όταν, λοιπόν, η απόδειξις είναι πειστική, ο δε παραβάτης δεν δείχνη μετάνοια ούτε διάθεσι ν’ αποδώση τα οφειλόμενα, πρέπει ν’ αποκοπή.
Τώρα ο αποκοπείς κλέπτης είναι έξω από την εκκλησία. Δεν είναι πια αδελφός. Δεν περιλαμβάνεται πια στις οδηγίες του Παύλου που είναι στην επιστολή 1 Κορινθίους 6:1-6. Όσο για τον αδικημένο, που είναι ακόμη μέσα στην εκκλησία, το να φέρη τον απατεώνα σε κοσμικό δικαστήριο δεν θ’ αποτελούσε παράβασι της συμβουλής του Παύλου, διότι τώρα δεν θα επρόκειτο για περίπτωσι καταγγελίας αδελφού από αδελφόν, πράγμα που είναι το απαγορευόμενον από τον Παύλο. Αν ο αδικημένος θα ήθελε, ή αν η περίπτωσις θα άξιζε τον χρόνον και την ενόχλησι και τη δαπάνη μιας δίκης, αυτό είναι άλλο ζήτημα, για το οποίον πρέπει αυτός ατομικά ν’ αποφασίση για τον εαυτό του. Ο ρόλος της εκκλησίας σ’ αυτό το ζήτημα τερματίζεται με την πράξι της αποκοπής.
Η διαδικασία της κλήσεως ωρίμων αδελφών για τη λήψι αποφάσεων, όταν χωρίζουν τους αδελφούς διαφορές, όπως συμβουλεύει εδώ ο Παύλος, συμπίπτει με τη συμβουλή που έδωσε κι ο Ιησούς: «Εάν δε αμαρτήση εις σε ο αδελφός σου, ύπαγε, και έλεγξον αυτόν μεταξύ σου και αυτού μόνου· εάν σου ακούση, εκέρδησας τον αδελφόν σου· εάν όμως δεν ακούση, παράλαβε μετά σου έτι ένα ή δύο, δια να βεβαιωθή πας λόγος επί στόματος δύο μαρτύρων ή τριών. Και εάν παρακούση αυτών, ειπέ τούτο προς την εκκλησίαν· αλλ’ εάν και της εκκλησίας παρακούση, ας είναι εις σε ως ο εθνικός και ο τελώνης.» (Ματθ. 18:15-17) Αν το αμάρτημα είναι σοβαρό και δεν μπορή να παραβλεφθή, προσπαθήστε να τακτοποιήσετε τα πράγματα πρώτα με τον αμαρτήσαντα αδελφό. Αν αυτό δεν επιτύχη, πάρτε μαζί σας άλλους δύο ή τρεις. Αν αποτύχη κι αυτό, καλέστε τους εκπροσώπους της εκκλησίας. Αν αυτός που διέπραξε την αμαρτία, αντιμετωπίζοντας απόδειξι της ενοχής του, δεν δείξη μετάνοια για ένα πολύ βαρύ παράπτωμα και στασιάση κατά της αποφάσεως της εκκλησίας, τότε αποκόπτεται για να γίνη «ως ο εθνικός και ο τελώνης.» Εκβάλλεται από την εκκλησία. Αυτό είναι το λογικό τέλος της θεοκρατικής ενεργείας, που γίνεται όταν κληθή η εκκλησία για να εξετάση την υπόθεσι, σύμφωνα με την οδηγία που εδόθη από τον Ιησούν καθώς και μ’ εκείνη που εδόθη από τον Παύλο.
● Πώς μπορεί το Ματθαίος 8:11, που μιλεί για τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ στη βασιλεία των ουρανών, να εναρμονισθή με το Ματθαίος 11:11, που δείχνει ότι ούτε και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν θα είναι σ’ αυτήν;
Στην προς Εβραίους επιστολή 11:8-19 διαβάζομε: «Δια πίστεως . . . ο Αβραάμ . . . κατοικήσας εν σκηναίς, μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της αυτής επαγγελίας· διότι περιέμενε την πόλιν την έχουσαν τα θεμέλια, της οποίας τεχνίτης και δημιουργός είναι ο Θεός. . . . Τώρα όμως επιθυμούσι καλητέραν [πατρίδα], τουτέστιν επουράνιον· δια τούτο ο Θεός δεν επαισχύνεται αυτούς, να λέγηται Θεός αυτών· διότι ητοίμασε δι’ αυτούς πόλιν. Δια πίστεως, ο Αβραάμ, ότε εδοκιμάζετο προσέφερε τον Ισαάκ . . . συλλογισθείς ότι ο Θεός δύναται και εκ νεκρών να ανεγείρη· εξ ων και έλαβεν αυτόν οπίσω παραβολικώς.»
Πώς ο Αβραάμ ανέμενε να λάβη πίσω τον Ισαάκ νεκρών; Στον ουρανό ως πνεύμα; Όχι, αλλά εδώ στη γη ως ανθρώπινο πλάσμα. Παραβολικώς έλαβε πίσω τον Ισαάκ εκ νεκρών εδώ επάνω στη γη. Επομένως ο Αβραάμ δεν ζητούσε κάποια πνευματική, ουράνια ανάστασι για να τον θέση ανάμεσα στους ουρανίους αγγέλους, όπως δεν ανέμενε να έχη ο Ισαάκ μια τέτοια ανάστασι και να τον συναντήση πάλι στον ουρανό.
Ο Αβραάμ είχε εξέλθει από την Ουρ των Χαλδαίων, και δεν ήθελε πια αυτή την πόλι. Αυτός και ο γυιός του Ισαάκ και ο εγγονός του Ιακώβ ήθελαν μια καλύτερη θέσι, δηλαδή, μια θέσι που θα ανήκε στον ουρανό, μια πόλι κυβέρνησι, δηλαδή, την κυβέρνησι ή πόλι που ο Θεός έχει ετοιμάσει και στην οποία το Σπέρμα της Επαγγελίας ή Έκγονος του Αβραάμ θα είναι ο Βασιλεύς του Θεού. Αυτή είναι η «βασιλεία του Θεού», ή «η βασιλεία των ουρανών», οι οποίες δύο εκφράσεις μπορούν να εναλλάσσωνται, διότι η έκφρασις «των ουρανών» αναφέρεται στον Θεό. Κάτω από αυτή τη βασιλεία των ουρανών ή βασιλεία του Θεού, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ ανέμεναν να ζήσουν επάνω στη γη.
Στο έτος 30 (μ.Χ.) ο Ιησούς είπε στον Νικόδημο ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ δεν ήσαν στον ουρανό. (Ιωάν. 3:13) Έπειτα από τρία έτη, στην ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33, ο απόστολος Πέτρος είπε ότι ο απόγονος του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, δηλαδή, ο Βασιλεύς Δαβίδ, δεν είχε αναβή στον ουρανό και επομένως δεν ήταν σε κάποια βασιλεία των ουρανών ή βασιλεία του Θεού. (Πράξ. 2:34) Ο Πέτρος το είπε αυτό αφού ο Ιησούς είχε ήδη κάμει τη δήλωσι για τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ—που αναφέρεται στο κατά Ματθαίον 8:11—τον καιρό της θεραπείας του δούλου ενός Ρωμαίου εκατοντάρχου.
Επομένως, οι τρεις εκείνοι πατριάρχαι δεν μπορούσαν να είναι στην τάξι της Βασιλείας ως συγκληρονόμοι του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ήσαν οι πρόγονοί του, οι οποίοι προηγήθησαν αυτού κατά χίλια επτακόσια χρόνια και πλέον.
Είναι, συνεπώς, προφανές ότι στο κατά Ματθαίον 8:11 ο Ιησούς ανεφέρετο στον Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ μεταφορικώς. Στην περίπτωσι που ο Αβραάμ προσέφερε τον γυιό του Ισαάκ, ο Αβραάμ παρίστανε τον Ιεχωβά Θεό και ο Ισαάκ παρίστανε τον μονογενή Υιό του Θεού Ιησού Χριστό, ο οποίος προσεφέρθη ως θυσία. Συνεπώς, ο Ιακώβ παρίστανε την πνευματική Χριστιανική εκκλησία, την τάξι της «βασιλείας των ουρανών»· διότι, όπως ακριβώς η εκκλησία λαμβάνει ζωή μέσω του Ιησού Χριστού, έτσι και ο Ιακώβ έλαβε ζωή από τον Αβραάμ μέσω του Ισαάκ. Από αυτή την άποψι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, που αναφέρονται μαζί στην εξεικόνισι του Ιησού, εικονίζουν τη μεγάλη θεοκρατική κυβέρνησι, στην οποίαν ο Ιεχωβά είναι ο Μέγας Θεοκράτης, ο Ιησούς Χριστός είναι ο κεχρισμένος αντιπροσωπευτικός Βασιλεύς του, και η πιστή, νικηφόρος Χριστιανική εκκλησία των 144.000 μελών είναι το σώμα των συγκληρονόμων του Χριστού στη Βασιλεία.
Όταν η Χριστιανική εκκλησία ιδρύθη την ημέρα της Πεντηκοστής, τα χρισμένα με το πνεύμα μέλη της έγιναν συγκληρονόμοι του Χριστού και ετέθησαν στη σειρά για μια θέσι στην ουράνια βασιλεία, για ν’ ανακλιθούν εκεί στην πνευματική τράπεζα μαζί με τον Μεγαλύτερο Αβραάμ και τον Μεγαλύτερον Ισαάκ. Οι φυσικοί ή σαρκικοί Ιουδαίοι του έθνους Ισραήλ ισχυρίζοντο ότι είναι οι «υιοί της βασιλείας» ή τα πιθανά μέλη της βασιλείας του Θεού. Από την ημέρα της Πεντηκοστής και έπειτα είδαν την έναρξι και τη βαθμιαία ανάπτυξι αυτής της θεοκρατικής διατάξεως, αλλά, επειδή είχαν έλλειψι πίστεως στον Χριστό, δεν ήσαν σ’ αυτήν. Επομένως, όπως είπε ο Ιησούς (Ματθ. 8:12): «Οι δε υιοί της βασιλείας θέλουσιν εκβληθή εις το σκότος το εξώτερον· εκεί θέλει είσθαι ο κλαυθμός και ο τριγμός των οδόντων.»
Γι’ αυτόν τον λόγο, χρειάσθηκε ώστε πολλοί εθνικοί (μη Ιουδαίοι)—όπως ο Ρωμαίος εκατόνταρχος, του οποίου η πίστις επέφερε μια θαυματουργική θεραπεία από τον Ιησούν—να έλθουν «από ανατολών και δυσμών», από όλη τριγύρω τη γη, για να γίνουν αφιερωμένοι, βαπτισμένοι Χριστιανοί. Έτσι μπόρεσαν να συμβάλουν στο ν’ αποτελεσθή ο πλήρης αριθμός της τάξεως της Βασιλείας. Για πιστότητα μέχρι θανάτου αυτοί οι μεταστραφέντες Εθνικοί ανασταίνονται σε ουράνια ζωή για ν’ ανακλιθούν στην ουράνια τράπεζα, να το πούμε έτσι, μαζί με τον Ιεχωβά Θεό και τον Ιησού Χριστό στη «βασιλεία των ουρανών».
Όταν κατανοηθή έτσι, το Ματθαίος 8:11 συμφωνεί με τα λόγια του Ιησού στο κατά Ματθαίον 11:11: «Μεταξύ των γεννηθέντων υπό γυναικών δεν ηγέρθη μεγαλήτερος Ιωάννου του Βαπτιστού· πλην ο μικρότερος εν τη βασιλεία των ουρανών, είναι μεγαλήτερος αυτού.» Επειδή ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ δεν είναι μεγαλύτεροι από τον Ιωάννη, δεν θα είναι κατά γράμμα στη βασιλεία των ουρανών. Ο Ιησούς τους εχρησιμοποίησε μόνο για εξεικόνισι εκείνων που θα είναι πραγματικά σ’ αυτήν.