Ο Τρόπος Διδασκαλίας του Κυρίου
«Ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ούτω, καθώς ούτος ο άνθρωπος.»—Ιωάν. 7:46
1. Ποιος είναι ο μέγιστος διδάσκαλος που υπήρξε ποτέ στη γη; Ποια πράγματα πρέπει να μάθωμε απ’ αυτόν, και με ποιο αποτέλεσμα;
ΟΤΑΝ ήταν στη γη πριν από χίλια εννιακόσια χρόνια, εσυνήθιζαν να τον αποκαλούν Κύριο, Διδάσκαλο και Επιστάτη. (Ματθ. 8:19, 21· Λουκ. 5:5· 8:24, 25) Αυτός ήταν ο Ιησούς, του οποίου τη γέννησι στη Βηθλεέμ ανήγγειλαν οι άγγελοι του ουρανού και τον οποίον ο Θεός, ο ουράνιος Πατήρ του, απέστειλε και έχρισε με το πνεύμα του για να κηρύττη και διδάσκη μεταξύ των ανθρώπων. (Λουκ. 2:4-14· 3:21-23· 4:16-22) Ουδέποτε υπήρξε μεγαλύτερος διδάσκαλος στη γη από τον Ιησούν! Κανείς ατελής άνθρωπος δεν μπορεί να υπερβή την αποτελεσματικότητά του στη διακονία. Καθώς είπε ο ίδιος ο Ιησούς: «Δεν είναι μαθητής ανώτερος του διδασκάλου αυτού· πας δε,» προσέθεσε, «τετελειοποιημένος θέλει είσθαι ως ο διδάσκαλος αυτού.» Ο Ιησούς, ο Κύριος και Διδάσκαλος, κατηύθυνε τους μαθητάς του να κηρύττουν όπως αυτός εκήρυττε, και τους ωδήγησε να διδάσκουν όπως αυτός εδίδασκε. Όταν μιμούμεθα τον Ιησούν μιλώντας τον λόγον του Θεού και όχι ιδέες δικής μας προελεύσεως, δείχνομε ότι τον ακολουθούμε. Όταν χρησιμοποιούμε τις ίδιες μεθόδους διδασκαλίας, που χρησιμοποιούσε ο Ιησούς, τότε γινόμεθα ως ο ‘διδάσκαλός μας’. Θα αναγνωρισθή τότε και για μας, όπως είχε αναγνωρισθή και για τους αποστόλους, ότι έχομε διδαχθή από τον Ιησούν.—Λουκ. 6:40· Πράξ. 4:13.
2. (α) Ποιο μήνυμα ανήγγελλε ο Ιησούς, και γιατί κατάλληλα ανήγγελλε αυτό; (β) Ποια αγαθά νέα πρέπει να κηρυχθούν στην εποχή μας, και πώς;
2 Το μήνυμα που ανήγγελλε ο Ιησούς ήταν: «Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Όταν απέστειλε τους δώδεκα μαθητάς του τους είπε: «Και υπάγοντες κηρύττετε λέγοντες, Ότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» Ναι, η βασιλεία είχε πλησιάσει στο πρόσωπο του κεχρισμένου Βασιλέως του ιδίου. Όσον αφορά τον καιρό του τέλους, στον οποίο τώρα ζούμε, ο Ιησούς είπε: «Θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν.» Πάλι το άγγελμα της Βασιλείας πρέπει να κηρύξουν οι ακόλουθοι του Ιησού, αλλ’ αυτή τη φορά είναι τα αγαθά νέα ότι η ουράνια βασιλεία του Θεού ιδρύθη, ότι «τώρα έγεινεν η σωτηρία και η δύναμις και η βασιλεία του Θεού ημών, και η εξουσία του Χριστού αυτού.» Ο Ιησούς έκανε τη Βασιλεία να ζη στις διάνοιες των ακροατών του, και πρέπει να μάθωμε να κάνωμε το ίδιο. Και αυτός επίσης εγνώριζε ότι υπήρχαν λίθοι προσκόμματος που εμπόδιζαν μερικούς να ενστερνισθούν τα αγαθά νέα, και βοηθούσε να αφαιρεθούν από το μέσον. Προσέχοντας τον Ιησούν μπορούμε να μάθωμε απ’ αυτόν πώς να είμεθα αποτελεσματικοί διάκονοι.—Ματθ. 4:17· 10:7· 24:14· Αποκάλ. 12:10.
3. Γιατί ο τρόπος διδασκαλίας του Ιησού, μολονότι ηλικίας αιώνων, έχει ειδικό ενδιαφέρον για μας σήμερα, και τι απαιτείται για να είναι καρποφόρος η διακονία μας;
3 Ο τρόπος διδασκαλίας που χρησιμοποιούσε ο Ιησούς είναι τόσο αποτελεσματικός τώρα όσο ήταν και στον πρώτον αιώνα. Οι άνθρωποι σήμερα είναι όπως ήσαν και στις ημέρες εκείνες, ερευνητικοί, φιλοπερίεργοι, και που ήθελαν να γνωρίζουν γιατί; πώς; πού; Μολονότι οι καιροί αλλάζουν και οι παγκόσμιες συνθήκες μπορεί να διαφέρουν, η βασική όμως φύσις των ανθρώπων παραμένει η ίδια. Όπως ήταν τότε, έτσι είναι και τώρα οι άνθρωποι έχουν τις ίδιες αδυναμίες, επιθυμίες και στενοχωρίες, συνεπώς υπάρχει η ίδια ανάγκη για έλεος, παρηγορία, ελπίδα και ασφάλεια. Δεν χρειάζεται να μπορούμε να κάνωμε θαύματα για να πείσωμε άλλους για την αλήθεια, αλλά πρέπει να έχωμε ακριβή γνώσι και το πνεύμα του Θεού για να φέρωμε καρπό που αποτελεί τιμή στο όνομά του. Πρέπει να παραμένωμε κοντά στον Θεό και στην οργάνωσί του. Ο Ιησούς το διευκρίνισε αυτό με τον εξής τρόπο: «Εγώ είμαι η άμπελος η αληθινή, και ο Πατήρ μου είναι ο γεωργός. . . . Καθώς το κλήμα δεν δύναται να φέρη καρπόν αφ’ εαυτού, εάν δεν μείνη εν τη αμπέλω, ούτως ουδέ σεις, εάν δεν μείνητε εν εμοί.» Πρέπει να παραμένωμε κοντά στον λόγον του Θεού και να μιμούμεθα προσεκτικά το παράδειγμα του Ιησού για να είμεθα αποτελεσματικοί στη διακονία.—Ιωάν. 15:1, 4.
4, 5. Τι έδειχνε τη διόρασί του στην πολιτεία του με τους ανθρώπους;
4 Ο Ιησούς εγνώριζε πώς θα αντιδρούσαν οι άνθρωποι κάτω από διάφορες περιστάσεις, και εχρησιμοποίησε τη γνώσι αυτή εκλέγοντας εκφραστικές παραβολές. Δείχνοντας γιατί επήγαινε στους αμαρτωλούς, εκείνους που ήσαν σαν απωλολότα πρόβατα, για να τους διδάξη, είπε: «Τις γυνή έχουσα δέκα δραχμάς, εάν χάση δραχμήν μίαν, δεν ανάπτει λύχνον, και σαρόνει την οικίαν, και ζητεί επιμελώς, έως ότου εύρη αυτήν; και αφού εύρη, συγκαλεί τας φίλας και τας γείτονας, λέγουσα, Συγχάρητέ μοι, διότι εύρον την δραχμήν την οποίαν έχασα.» Αυτή ερεύνησε όλο το σπίτι για να βρη τη μία χαμένη δραχμή. Αν και είχε ακόμη εννέα, αυτή επιθυμούσε τη χαμένη, και όταν τη βρήκε εχάρηκε περισσότερο γι’ αυτή τη μία παρά για τις εννέα που είχε ήδη, επειδή η χαμένη δραχμή ήταν μία από μια ειδική σειρά από δέκα. Αυτή η σειρά μπορεί να ήταν ραμμένη στο γαμήλιο κάλυμμα της κεφαλής της ως μέρος της προικός της. Λόγω, λοιπόν, της σχέσεως της χαμένης δραχμής με τις άλλες, αυτή ήταν αναντικατάστατη. Η απουσία της από το κάλυμμα της γυναικός λόγω απωλείας θα ήγειρε επίσης υπόνοιες για την αρετή της ως νυμφευμένης γυναικός. Ή αν η σειρά των δέκα δραχμών ήταν ένα κληρονομημένο κειμήλιο, τότε θα ήταν ειδικώς πολύτιμη, και κάθε κέρμα στη σειρά θα ήταν ειδικής αξίας. Η σειρά δεν θα ήταν πλήρης αν έλειπε ένα από τα κέρματα. Η απώλεια και ενός ακόμη κέρματος θα μπορούσε να εγείρη υποψίες για κάποιον που επεσκέφθη το σπίτι προτού η απώλεια ανακαλυφθή. Επομένως οι επισκέπται του σπιτιού θα ενδιεφέροντο για την απώλεια του κέρματος και θα ήσαν χαρούμενοι ν’ αποδειχθούν αθώοι κλοπής οποιουδήποτε μέρους του κειμηλίου. Όταν, λοιπόν, η γυναίκα που έχασε τη δραχμή θα διερευνούσε το σπίτι της και θα την ανεκάλυπτε εκεί και θα εξεπλήρωνε την υποχρέωσί της προς όλους τους επισκέπτας της να αναγγείλη με χαρά την ανεύρεσι, όλοι οι φίλοι της και οι γείτονές της θα έχαιραν μαζί της, και επειδή απεδείχθησαν αθώοι από υποψία κλοπής, και επειδή το πολύτιμο κειμήλιο αποκατεστάθη πλήρες.
5 Μήπως δεν συμβαίνει αυτό σήμερα στους ανθρώπους; Αν χάση ένα άτομο ένα πρωτότυπο τεμάχιο μιας ανεκτίμητης σειράς, με την οποία συνδέεται πολύ αίσθημα, ή ακόμη οικογενειακή αρετή και τιμή, δεν θα είναι ευτυχές ώσπου να το βρη και μπορεί, με τη χαρά μιας ανακουφίσεως, να αναγγείλη την επιτυχή εύρεσι στους ενδιαφερομένους φίλους και γείτονές του. Έτσι, επίσης, «ο Υιός του ανθρώπου ήλθε να ζητήση και να σώση το απολωλός.» Πόσο καθαρά ο Ιησούς διευκρίνισε το σημείο! Κατανοούσε τους ανθρώπους, και αυτό το έδειχνε με τον τρόπο που μιλούσε.—Λουκ. 15:8, 9· 19:10.
6. Γιατί οι παραβολές του ήσαν τόσο αποτελεσματικές;
6 Η χρήσις παραβολών απ’ αυτόν έγινε χαρακτηριστική της διδασκαλίας του. Αντί να κάνη περίπλοκες συγκρίσεις, χρησιμοποιούσε ζητήματα της καθημερινής ζωής. Έκανε χρήσιν μικρών πραγμάτων για να εξηγή τα μεγάλα πράγματα, και ευκόλων πραγμάτων για να διευκρινίζη τα δύσκολα πράγματα. Ποια γυναίκα δεν θα μπορούσε στη στιγμή να εκτιμήση την παραβολή για το ράψιμο καινούργιου μπαλώματος σ’ ένα παλαιό φόρεμα; Ποιος άνδρας στην αγροτική εκείνη χώρα δεν θα έβλεπε και δεν θα ανεγνώριζε τον εαυτό του στην αφήγησι για τον άνθρωπο που βγήκε να σπείρη σπόρο που έπεσε σε διαφορετικά είδη γης; Εκείνα ήσαν πράγματα της καθημερινής ζωής, και όταν συνεδέοντο πνευματικές αλήθειες με τέτοια συμβάντα, οι αλήθειες μπορούσαν να απεικονίζωνται νοερά και να επανέρχωνται πιο εύκολα στη μνήμη.—Ματθ. 9:16· 13:3-9, 18-23.
7. (α) Γιατί οι παραβολές ή εξεικονίσεις καθιστούν ευκολώτερο για τους ανθρώπους να δεχθούν νέες ιδέες; (β) Πώς ο Ιησούς έκαμε δυνατή τη δημοσία καταγγελία του εναντίον της πλεονεξίας και της ελλείψεως ελέους;
7 Οι παραβολές αυτές έκαναν με τόση δύναμι νοητά τα διάφορα σημεία, ώστε κανείς δεν μπορούσε να αντιμιλήση. Πάρα πολλοί άνθρωποι πιστεύουν εκείνο που βλέπουν πιο εύκολα από όσο πιστεύουν πράγματα που έχουν απλώς ακούσει. Αν χρησιμοποιήτε μια παραβολή ή εξεικόνισι, είναι ευκολώτερο γι’ αυτούς να δεχθούν εκείνο που διδάσκετε, επειδή μπορούν να ιδούν, ή να απεικονίσουν νοερά, την αλήθεια που περιλαμβάνεται. Παραδείγματος χάριν, όταν ο Ιησούς μιλούσε εναντίον της πλεονεξίας και της ελλείψεως ελέους, δεν είπε απλώς, «Δεν είναι καλό να είσθε πλεονέκται.» Όχι· μίλησε για έναν άνθρωπο που ήθελε να τακτοποιήση τους λογαριασμούς με τους δούλους του. Ένας δούλος τού ώφειλε δέκα χιλιάδες τάλαντα, αλλά δεν μπορούσε να πληρώση. «Πεσών λοιπόν ο δούλος προσεκύνει αυτόν, λέγων, Κύριε, μακροθύμησον εις εμέ, και πάντα θέλω σοι αποδώσει. Σπλαγχνισθείς δε ο κύριος του δούλου εκείνου, απέλυσεν αυτόν, και το δάνειον αφήκεν εις αυτόν. Αφού όμως εξήλθεν ο δούλος εκείνος, εύρεν ένα των συνδούλων αυτού, όστις εχρεώστει εις αυτόν εκατόν δηνάρια και πιάσας αυτόν, έπνιγε, λέγων, Απόδος μοι ό,τι χρεωστείς. Πεσών λοιπόν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού, παρεκάλει αυτόν, λέγων, Μακροθύμησον εις εμέ, και πάντα θέλω σοι αποδώσει. Εκείνος όμως δεν ήθελεν, αλλ’ απελθών έβαλεν αυτόν εις φυλακήν.» Μπορείτε να το φαντασθήτε αυτό; Ένας άνθρωπος που του αφέθη ένα χρέος δέκα εκατομμυρίων και πλέον δολλαρίων, εστράφη και εφυλάκισε έναν άλλον επειδή παρέλειψε να του πληρώση δεκαεπτά δολλάρια! Πώς θα μπορούσε οποιοσδήποτε να υπερασπίση πιθανώς τέτοια πλεονεξία και έλλειψι ελέους; Ο Ιησούς έκαμε την πλεονεξία και την έλλειψι συγχωρητικότητος τόσο αποκρουστικές, ώστε οι μαθηταί του θα προσπαθούσαν ειλικρινώς να τις ξερριζώσουν από τη ζωή τους.—Ματθ. 18:23-35.
8, 9. Τι είδους άτομο ήταν ο Ιησούς, όπως έδειχνε η ομιλία του, και πώς μπορούμε να ωφεληθούμε από το παράδειγμά του;
8 Ο Ιησούς ήταν χωρίς συμβιβασμούς υπέρ της αληθείας· ήταν δυναμικός καθώς επετίθετο εναντίον της υπερηφανείας, της αυτοδικαιώσεως και των καταθλιπτικών παραδόσεων. Το ύφος της ομιλίας ενός ανθρώπου αποκαλύπτει τι είδους άτομο είναι, η ομιλία δε του Ιησού ήταν σθεναρή. Οι περιγραφές του ήσαν ζωηρές. Οι ακροαταί του άκουαν καθώς ο Ιησούς εζωγράφιζε με λόγια εικόνες ανθρώπων με δοκούς στα μάτια τους, που προσπαθούσαν να αφαιρέσουν άχυρα από τα μάτια των άλλων, χοιροβοσκούς που προσέφεραν μαργαριτάρια στους χοίρους, σπίτια χτισμένα στην άμμο που κατέρρεαν στη θύελλα ενώ εκείνα που ήσαν στη πέτρα παρέμεναν, ανθρώπους που απέκοπταν χέρια και εξέβαλλαν οφθαλμούς για να διαφύγουν την καταστροφή, πταίστας με πελώριες μυλόπετρες γύρω στους τραχήλους των, που ερρίπτοντο μέσα στη θάλασσα, καμήλες που συνεθλίβοντο μέσα από τις τρύπες βελονών, και ανθρώπους που διύλιζαν κώνωπας και κατέπιναν καμήλους. Τώρα φαντασθήτε απλώς το καταβρόχθισμα μιας καμήλου! Μόνο ένα δυναμικό άτομο θα μπορούσε ποτέ να διανοηθή μια τέτοια λεκτική εικόνα, επειδή ένας άνθρωπος ομιλεί σύμφωνα με την προσωπικότητά του. Ο Χριστός Ιησούς ήταν ο Λέων ο εκ της φυλής Ιούδα, ήταν γεμάτος από το πνεύμα του Θεού, και μιλούσε σαν αυτό. Εκείνοι που θέλουν να είναι ακόλουθοί του πρέπει να μάθουν τον τρόπο της διδασκαλίας του και ν’ ακολουθήσουν το παράδειγμά του ως σθεναροί, ενθουσιώδεις συνήγοροι της Βιβλικής αληθείας.
9 Η ομιλία του τον αποκαλύπτει ως έναν που ήταν όχι δειλά συγκρατημένος ή ελλιπής θάρρους, αλλά ειλικρινής και αποτελεσματικός. Οι σκέψεις του Ιησού πετούσαν επάνω και πέρα από τη δύναμι ενός λεξιλογίου, και μερικές φορές μόνο εξαιρετικά εξεικονιστική γλώσσα μπορούσε να μεταδώση την έντασι των αισθημάτων του σ’ εκείνους που άκουαν. Τα πλήθη εξεπλήττοντο με τη διδασκαλία του και την εξουσία της ομιλίας του. Με πεποίθησι μιλούσε την αλήθεια σ’ αυτά στο όνομα του Πατρός του, ο οποίος τον είχε αποστείλει. Μας λέγεται, «Και ο πολύς όχλος ήκουεν αυτόν ευχαρίστως.»—Μάρκ. 12:37.
10. Τι καταξίωνε τον Ιησού να μιλή στους ανθρώπους σύμφωνα με τις ατομικές των ανάγκες;
10 Είχε επίσης και άλλες ιδιότητες, πιο μαλακές. Ηταν σε άνεσι με κάθε είδους ανθρώπους—νέους ή γέρους, άρρενας ή θήλεις, πλουσίους ή πτωχούς, δικαίους ή αμαρτωλούς—και μιλούσε στον καθένα επάνω σε μια προσωπική βάσι, με τον τρόπο που εχρειάζετο να μιλήση στο άτομο αυτό. Η διόρασις των αναγκών των άλλων ήταν ένα από τα εξέχοντα χαρακτηριστικά του και πολύ επηρέαζε τη διδασκαλία του. Όπως αναφέρεται στο κατά Ιωάννην 2:25: «Δεν είχε χρείαν δια να μαρτυρήση τις περί του ανθρώπου· επειδή αυτός εγνώριζε τι ήτο εντός του ανθρώπου.»
11, 12. Γιατί ο Ιησούς έδωσε τη συμβουλή που έδωσε στον πλούσιον νεαρόν άρχοντα, αλλά ποιοι ενήργησαν σύμφωνα με τη συμβουλή αυτή;
11 Εκτιμώντας την ανάγκη του καθενός, μιλούσε σ’ αυτούς με διόρασι. Παραδείγματος χάριν, ένας πλούσιος νεαρός άρχων ήλθε στον Ιησούν ερωτώντας τι έπρεπε να κάμη για ν’ αποκτήση ζωή, ο δε Ιησούς είπε να τηρή τις εντολές του Μωσαϊκού νόμου. Ο άρχων απήντησε: «Ταύτα πάντα εφύλαξα εκ νεότητός μου.» Αλλά τα είχε φυλάξει; Μπορούσε οποιοσδήποτε ατελής άνθρωπος να φυλάξη αυτόν τον τέλειο νόμο; Όχι. Όμως ο Ιησούς δεν εσπατάλησε χρόνο για να το διαμφισβητήση αυτό, αλλά είπε: «Έτι έν σοι λείπει· πάντα όσα έχεις πώλησον, και διαμοίρασον εις πτωχούς, και θέλεις έχει θησαυρόν εν ουρανώ· και ελθέ, ακολούθει μοι.» Ο άνθρωπος έφυγε περίλυπος. (Λουκ. 18:18-23) Δεν ήταν ευτυχής όπως ο Σίμων Πέτρος, ο οποίος είπε για τον εαυτό του και τους συναποστόλους του: «Ιδού, ημείς αφήκαμεν πάντα και σοι ηκολουθήσαμεν.» (Ματθ. 19:27) Δεν ήταν όπως ο πλούσιος τελώνης Ζακχαίος, ο οποίος με χαρά εδέχθη τον Ιησού στο σπίτι του και τον εφιλοξένησε και επρόσεξε τη διδασκαλία του Ιησού και έπειτα είπε: «Ιδού, τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδω εις τους πτωχούς.»
12 Αλλά γιατί ο Κύριος δεν είπε στο Ζακχαίο να δώση όλα τα υπάρχοντά του στους πτωχούς για να γίνη μαθητής και ν’ ακολουθήση τον Ιησού; Η αιτία ήταν ότι ο Ζακχαίος ήθελε ν’ αποδώση δικαιοσύνη με το άλλο ήμισυ των υπαρχόντων του και έτσι να δείξη ότι ήταν ένας πραγματικός ακόλουθος του Ιησού. Ο Ζακχαίος δεν εκράτησε το άλλο ήμισυ των υπαρχόντων του υλιστικά, αλλά χάριν της δικαιοσύνης, για να εκπληρώση τις δίκαιες υποχρεώσεις του. Ο Ζακχαίος είπε όσον αφορά τη χρήσι του άλλου ημίσεως που δεν θα διανέμετο στους πτωχούς: «Και εάν εσυκοφάντησά τινα εις τι, αποδίδω τετραπλούν.» Ο Μωσαϊκός νόμος απαιτούσε από έναν κλέπτη που είχε διαθέσει ένα κλεμμένο πρόβατο να κάμη αποζημίωσι με τέσσερα πρόβατα αλλ’ αν το κλοπιμαίο ήταν ακόμη ζωντανό στο χέρι του, έπρεπε να κάμη μόνο διπλάσια αποζημίωσι. (Έξοδ. 22:1, 4) Ο Ζακχαίος έτσι έδειξε μετάνοια και όχι μόνο αγάπη για τον πτωχό, αλλά και δικαιοσύνη προς τους καταδυναστευομένους ως καρπόν της μετανοίας του. Ο Ιησούς ευηρεστήθη με τέτοια διάθεσι των υπαρχόντων του Ζακχαίου ως φυσικού απογόνου του πιστού Αβραάμ, διότι είπε: «Σήμερον έγεινε σωτηρία εις τον οίκον τούτον, καθότι και αυτός υιός του Αβραάμ είναι. Διότι ο Υιός του ανθρώπου ήλθε να ζητήση και να σώση το απολωλός.»—Λουκ. 19:1-10.
13. (α) Γιατί είπε στη Μάρθα ότι άσοφα ‘μεριμνούσε και ηγωνίζετο περί πολλά’, και είναι αυτή η συμβουλή κατάλληλη για άλλους; (β) Πώς μπορούμε ν’ αναπτύξωμε στη διδασκαλία αυτή την ιδιότητα που χρησιμοποιούσε ο Ιησούς αποτελεσματικά;
13 Όταν ο Ιησούς επεσκέφθη το σπίτι της Μαρίας και της Μάρθας, εδίδασκε την αλήθεια στη Μαρία ενώ η Μάρθα ετοίμαζε πολύ περιποιημένο φαγητό. Τελικά η Μάρθα παρεπονέθη: «Κύριε, δεν σε μέλει ότι η αδελφή μου με αφήκε μόνην να υπηρετώ; ειπέ λοιπόν προς αυτήν να μοι βοηθήση.» Ο Ιησούς είπε: «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και αγωνίζεσαι περί πολλά· πλην ολίγων είναι χρεία, ή ενός· η Μαρία όμως εξέλεξε την αγαθήν μερίδα, ήτις δεν θέλει αφαιρεθή απ’ αυτής.» (Λουκ. 10:38-42, ΜΝΚ) Ενώ ένα πολύ απλό φαγητό θα ήταν αρκετό, η Μάρθα δαπανούσε πάρα πολύν χρόνο σε υπερβολικές προετοιμασίες για τον ξένον της, αμελώντας τα πιο σπουδαία πνευματικά πράγματα, ο δε Ιησούς το κατέστησε αυτό σαφές. Αλλά δεν διήλθε την Παλαιστίνη λέγοντας στις γυναίκες να μην ετοιμάζουν πλούσια φαγητά για τους ξένους των. Η μέριμνα της Μάρθας για τις λεπτομέρειες του έργου της στο σπίτι ήταν ο προσωπικός της λίθος προσκόμματος. Η συμβουλή του Ιησού εταίριαζε στην ανάγκη της, καθώς και στην ανάγκη όλων όσοι έχουν τάσι να είναι όμοιοι με τη Μάρθα. Σε άλλες περιπτώσεις της διδασκαλίας του, είναι προφανές ότι ο Ιησούς έδειξε όμοια διόρασι, κάνοντας να εξέχη το προσωπικό εμπόδιο του ατόμου και έπειτα αφυπνίζοντας το άτομο ως προς αυτό. Κι εμείς, επίσης, πρέπει να είμεθα παρατηρητικοί, σημειώνοντας τις τάσεις και αντιδράσεις εκείνων, τους οποίους διδάσκομε, και έπειτα λαμβάνοντας αυτά τα πράγματα υπ’ όψι καθώς εξακαλουθούμε να τους βοηθούμε.
ΚΑΤΕΤΡΟΠΩΣΕ ΤΗΝ ΑΥΤΟΪΚΑΝΟΠΟΙΗΣΙ
14, 15. Πώς άρχισε ο Ιησούς την επί του όρους ομιλία του, και με ποιο αποτέλεσμα;
14 Η περίφημη επί του όρους ομιλία του Ιησού δεν θα εχρειάζετο περισσότερα από είκοσι λεπτά για να εκφωνηθή, όπως αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 5:1 έως 7:27, αλλά διήρκεσε επί δεκαεννέα αιώνες και καμμιά άλλη ομιλία δεν την έφθασε από τότε! Βρισκόταν κοντά στην Καπερναούμ και τα πλήθη τον ακολουθούσαν· επήγε, λοιπόν, στο όρος και κάθησε για να διδάξη εκείνους που τον ακολουθούσαν. Τι είπε; Είπε μήπως εκείνα που η πλειονότης θα τα εδέχετο εύκολα; Μήπως είπε ότι είναι οι πλούσιοι εκείνοι που δεν έχουν ανάγκη, ή οι ευτυχείς εκείνοι που δεν έχουν ανάγκη παρηγορίας; Μήπως επήνεσε εκείνους που αρέσουν πολύ στους ανθρώπους; Όχι! Μάλλον, είπε εκπληκτικά πράγματα:
15 «Μακάριοι σεις οι πτωχοί, διότι υμετέρα είναι η βασιλεία του Θεού. Μακάριοι οι πεινώντες τώρα, διότι θέλετε χορτασθή. Μακάριοι οι κλαίοντες τώρα, διότι θέλετε γελάσει. Μακάριοι είσθε όταν σας μισήσωσιν οι άνθρωποι, και όταν σας αφορίσωσι, και ονειδίσωσι, και εκβάλωσι το όνομά σας ως κακόν, ένεκεν του Υιού του ανθρώπου. Χαίρετε εν εκείνη τη ημέρα και σκιρτήσατε· διότι ιδού, ο μισθός σας είναι πολύς εν τω ουρανώ· επειδή ούτως έπραττον εις τους προφήτας οι πατέρες αυτών.» Οι πνευματικώς πεινώντες, διψώντες, οι ονειδιζόμενοι, οι διωκόμενοι, οι ενδεείς και οι πενθούντες ήσαν εκείνοι που τους ανεκήρυξε μακαρίους.—Λουκ. 6:20-23.
16. Ποιους υψηλούς κανόνες εξέθεσε, και ποιο αποτέλεσμα θα είχαν οι διδασκαλίες αυτές στους ακροατάς του;
16 Ο Ιησούς συνέχισε: «Ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, “Μη φονεύσης·” όστις δε φονεύση, θέλει είσθαι ένοχος εις την κρίσιν. Εγώ όμως σας λέγω, ότι πας ο οργιζόμενος αναιτίως κατά του αδελφού αυτού, θέλει είσθαι ένοχος εις την κρίσιν.» (Ματθ. 5:21, 22) Πολλοί άνθρωποι μπορούν να πουν, «Ποτέ δεν διέπραξα φόνο. Εφύλαξα αυτόν τον νόμο.» Αλλά πόσοι μπορούν να πουν, «Ποτέ δεν έχω οργισθή εναντίον του αδελφού μου»; Κατόπιν ο Ιησούς είπε: «Ηκούσατε ότι ερρέθη εις τους αρχαίους, “Μη μοιχεύσης.” Εγώ όμως σας λέγω, ότι πας ο βλέπων γυναίκα δια να επιθυμήση αυτήν, ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδιά αυτού.» (Ματθ. 5:27, 28) Πολλοί από το ακροατήριό του θα μπορούσαν να πουν, «Ποτέ δεν διέπραξα μοιχεία», αλλά πόσοι απ’ αυτούς θα μπορούσαν ειλικρινώς να πουν ότι ποτέ δεν είχαν μια σκέψι λαγνείας στη ζωή τους; Ο Ιησούς είπε επίσης: «Ηκούσατε ότι ερρέθη, “Οφθαλμόν αντί οφθαλμού, και οδόντα αντί οδόντος.” Εγώ όμως σας λέγω, να μη αντισταθήτε προς τον πονηρόν· αλλ’ όστις σε ραπίση εις την δεξιάν σου σιαγόνα, στρέψον εις αυτόν και την άλλην.» Πολλοί άνθρωποι μπορούν να πουν ότι δεν περιφέρονται αρχίζοντας μάχες, αλλ’ αν κάποιος έλθη και προκλητικά ραπίση πρώτος, πόσοι μπορούν να συγκρατήσουν το θυμό τους και τα χέρια τους και ν’ αποφύγουν μια μάχη;—Ματθ. 5:38, 39.
17. Ποιους πρέπει ν’ αγαπούμε, και γιατί; Και πώς μπορεί να νικηθή το μίσος;
17 «Ηκούσατε ότι ερρέθη, “Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου,” και μίσει τον εχθρόν σου. Εγώ όμως σας λέγω, Αγαπάτε του εχθρούς σας, . . . και προσεύχεσθε υπέρ εκείνων οίτινες σας βλάπτουσι και σας κατατρέχουσι. Διότι εάν αγαπήσητε τους αγαπώντάς σας, ποίον μισθόν έχετε;» (Ματθ. 5:43, 44, 46) Είναι εύκολο ν’ αγαπάτε εκείνους που σας αγαπούν, αλλά είναι εξαιρετικά δύσκολο ν’ αγαπάτε εκείνους που σας μισούν και σας καταδιώκουν. Ο Ιεχωβά μπορεί ν’ αγαπά τους εχθρούς του, και πρέπει να τον μιμηθούμε αν πρόκειται να είμεθα τέκνα του. Γιατί ν’ αφήσετε τη διαγωγή σας να κυβερνάται από την κακή συμπεριφορά των άλλων; Γιατί να μισήτε απλώς επειδή άλλοι μισούν; Γιατί να μπήτε στον φαύλο κύκλο ν’ ανταποδίδετε κακόν αντί κακού; Γιατί να υποβιβάζετε τον εαυτό σας στους χαμερπείς κανόνες των εχθρών σας; Η συνάντησις μίσους με μίσος φέρνει ταραχή, ενώ η συνάντησίς του με αγάπη μπορεί να τερματίση τη δυσκολία. Τι ευλογία θα ήταν αν με την ορθή διαγωγή σας θα μπορούσατε να κερδίσετε ακόμη και τον εχθρό σας! Ο Παύλος είπε: «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού.» «Αλλά νίκα δια του αγαθού το κακόν.»—Ρωμ. 12:17, 21.
18. Στη διδασκαλία του πώς επήγαινε ο Ιησούς κατ’ ευθείαν στον πυθμένα του προβλήματος, και πώς οι Χριστιανοί συμμορφώνονται με τη συμβουλή του;
18 Στη διδασκαλία του ο Ιησούς ερευνούσε πλήρως τη ρίζα του προβλήματος, φροντίζοντας ν’ αποβάλλεται το αίσθημα αυτοδικαιώσεως και αυτοϊκανοποιήσεως ενός ατόμου. Έδειχνε ότι απαιτούνται περισσότερα από απλή αποχή από πράξεις βίας και ανηθικότητος. Ετόνιζε τις σκέψεις που θα ωδηγούσαν σ’ αυτές τις άδικες πράξεις, και παρακινούσε για άλλες σκέψεις που θα καλλιεργούσαν ευσεβείς επιθυμίες έτσι ώστε οι δίκαιες πράξεις των να υποκινούνται από αγάπη. Μ’ αυτό τον τρόπο θα απεφεύγετο η πτώσις στον θανατηφόρο κύκλο που περιεγράφη αργότερα από τον Ιάκωβο όταν είπε: «Πειράζεται δε έκαστος, υπό της ιδίας αυτού επιθυμίας παρασυρόμενος και δελεαζόμενος. Έπειτα η επιθυμία αφού συλλάβη, γεννά την αμαρτίαν· η δε αμαρτία εκτελεσθείσα γεννά τον θάνατον.» (Ιάκ. 1:14, 15) Οι Χριστιανοί θέτουν στην καρδιά τους τη συμβουλή του Ιησού και σοβαρά προσπαθούν να την εφαρμόσουν, αλλά ποιος αμαρτωλός άνθρωπος μπορεί ειλικρινώς να πη ότι ανταποκρίνεται πλήρως στον τέλειον αυτόν κανόνα; Ποιος μπορεί να πη ότι δεν χρειάζεται τη μακροθυμία του Ιεχωβά Θεού και την προμήθειά Του μέσω του Μεσσία του; Στην εποχή του Ιησού οι αλήθειες αυτές, που επέσυραν την προσοχή στις ανθρώπινες ελλείψεις, διετάρασσαν πολύ τους θρησκευτικούς υποστηρικτάς της παραδόσεως, των οποίων η αυτοδικαίωσις εστηρίζετο στην εξωτερική τήρησι των κανόνων και των κανονισμών. (Ματθ. 23:23) Ο Ιησούς έβαλλε σκληρά εναντίον της αυτοϊκανοποιήσεως για να φέρη σε διανοητική ισορροπία τους ειλικρινείς και να τους σώση από την παγίδα της υπερηφανείας και της αυτοδικαιώσεως.
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΚΗΡΥΤΤΕ ΔΡΑΣΙ
19. Για ποιες μέριμνες εγνώριζε ο Ιησούς, αλλά πού μας εδίδαξε να προσηλώνωμε την προσοχή μας;
19 Η ομιλία του εξακολούθησε: «Μη μεριμνάτε περί της ζωής σας, τι να φάγητε και τι να πίητε· μηδέ περί του σώματός σας, τι να ενδυθήτε. Δεν είναι η ζωή τιμιώτερον της τροφής, και το σώμα του ενδύματος;» Κατόπιν, συλλέγοντας εξεικονίσεις από εκεί πλησίον, από τη βουνοπλαγιά, είπε στους ακροατάς του να παρατηρήσουν τα πουλιά που έτρωγαν χωρίς να σπέρνουν και τα κρίνα του αγρού που ήσαν τόσο ωραία ντυμένα χωρίς να γνέθουν. Ο άνθρωπος, επίσης, πρέπει να μάθη ν’ αποβλέπη στον Θεό και να Τον ευχαριστή για τα πράγματα που Αυτός προμηθεύει. «Αλλ’ εάν τον άρτον του αγρού, όστις σήμερον υπάρχει, και αύριον ρίπτεται εις κλίβανον, ο Θεός ενδύη ούτω, δεν θέλει ενδύσει πολλώ μάλλον εσάς, ολιγόπιστοι;» Ο Ιησούς ετόνισε να θέτωμε μάλλον πρώτα τα πνευματικά πράγματα, τη Βασιλεία και τη δικαιοσύνη του Θεού, παρά να δαπανούμε τόσον καιρό και μέριμνα για υλικά πράγματα.—Ματθ. 6:25-34.
20. (α) Ποια πράγματα ετόνισε ο Ιησούς, και ποιες αποδείξεις μπορείτε να δώσετε; (β) Επηρεάζει αυτό τη διδασκαλία μας; Πώς;
20 Ο Ιησούς εδίδαξε τους μαθητάς του ότι η δράσις είναι σπουδαία. Έδωσε περισσότερη έμφασι στο να κάνωμε καλά πράγματα παρά στο να μην κάνωμε κακά πράγματα. Αν κάνετε εκείνο που είναι δίκαιο, δεν μπορείτε να κάνετε συγχρόνως εκείνο που είναι άδικο. «Παν δένδρον καλόν κάμνει καλούς καρπούς· το δε σαπρόν δένδρον κάμνει κακούς καρπούς. Δεν δύναται δένδρον καλόν να κάμνη καρπούς κακούς, ουδέ δένδρον σαπρόν να κάμνη καρπούς καλούς. Δεν θέλει εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε· αλλ’ ο πράττων το θέλημα του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς.» Το να ισχυριζώμεθα απλώς ότι είμεθα Χριστιανοί και να απέχωμε από κακές πράξεις δεν είναι αρκετό. Ο Ιησούς, αντί να καταρτίση έναν μακρόν κατάλογον πραγμάτων που δεν έπρεπε να πράττουν οι μαθηταί του, τους προέτρεψε να πράττουν το θέλημα του Θεού. Κυρίως επολιτεύθη με θετική ενέργεια, όχι με αρνητική καλωσύνη. Πιο συχνά κατεδίκαζε ανθρώπους επειδή παρέλειπαν να πράττουν το καλό παρά επειδή διέπρατταν το κακό. Παραδείγματος χάριν, υπήρχαν ο ιερεύς και ο Λευίτης που επήγαν από την άλλη πλευρά του δρόμου και άφησαν το θύμα των ληστών αβοήθητο, οι εριφοειδείς που απέσχον από το να πράττουν καλό στους αδελφούς του Βασιλέως, και ο πλούσιος που δεν έκαμε τίποτε για τον επαίτη Λάζαρο. Ο Ιησούς προειδοποίησε τους μαθητάς του να μην ακολουθούν τον κακό δρόμο, αλλά ετόνισε τον δρόμο του Θεού. Άφησε υπόδειγμα για να το ακολουθήσουν οι Χριστιανοί διδάσκαλοι.—Ματθ. 7:17, 18, 21.
21. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της ομιλίας του στους ακροατάς του, και τι θα προσθέση διαφώτισι στα περιστατικά της Βίβλου που τον περιλαμβάνουν;
21 «Ότε δε ετελείωσεν ο Ιησούς τους λόγους τούτους, εξελήττοντο οι όχλοι δια την διδαχήν αυτού. Διότι εδίδασκεν αυτούς ως έχων εξουσίαν, και ουχί ως οι γραμματείς. Πώς εδίδασκαν οι γραμματείς; Ποιοι ήσαν; Ποιοι άλλοι θρησκευτικοί όμιλοι λειτουργούσαν στην Παλαιστίνη όταν ο Ιησούς εδίδασκε εκεί; Το να γνωρίζωμε κάτι για τη θρησκευτική κατάστασι στην Παλαιστίνη τον καιρό του κηρύγματος του Ιησού, θα μας βοηθήση να κατανοήσωμε καλύτερα πολλά περιστατικά που αναγράφονται στη βίβλο. (Ματθ. 7:28, 29) Θα εκτιμήσωμε επίσης περισσότερο γιατί τα πλήθη που άκουαν εξεπλήττοντο για τη διαφορά που υπήρχε στον τρόπο διδασκαλίας του Κυρίου Ιησού.