«Ο Ιεχωβά Είναι εν τω Ναώ τω Αγίω Αυτού»
«Αλλ’ ο Ιεχωβά είναι εν τω ναώ τω αγίω αυτού· σιώπα ενώπιον αυτού, πάσα η γη.»—Αββακ. 2:20, ΑΣ
1. Από το τέλος του πρώτου παγκοσμίου πολέμου, πώς επηρεάσθηκε η θρησκεία από την παρουσία του Ιεχωβά στον ναό του;
ΔΙΕΡΩΤΗΘΗΚΑΤΕ ποτέ γιατί η θρησκεία περνά έναν δύσκολο καιρό αφότου τελείωσε ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος στο 1918; Αυτό γίνεται επειδή «ο Ιεχωβά είναι εν τω ναώ τω αγίω αυτού» και ενώπιόν του δεν έχει σιωπήσει πάσα η γη. Ακριβώς δε ενώπιον της παρουσίας του στον ναό του προχωρεί ο πιο ακατάσχετος θρησκευτικός καθαρισμός και η θρησκεία δεν μπορεί να συνεχίζη την προηγούμενη πορεία της χωρίς γοργές, καταστρεπτικές συνέπειες. (Ψαλμ. 11:4-6) Πού, λοιπόν, είναι ο ναός του Ιεχωβά και πώς μπορούμε να δούμε την παρουσία του εκεί, για να σιωπήσωμε ευλαβικά ενώπιόν του;
2. Ποια ευθύνη όσον αφορά την υπηρεσία του τυπικού του ναού είχε εμπιστευθή ο Ιεχωβά σε μέλη της αρχαίας φυλής του Λευί;
2 Ο Ιεχωβά έχει ένα μόνο ναό στο σύμπαν. Κάποτε είχε τον άγιό του ναό επάνω στη γη, και επί εκατοντάδες χρόνια ο ναός αυτός ευρίσκετο στην αγία πόλι της Ιερουσαλήμ, στη γη του Ιούδα. Εκεί όλοι οι Ισραηλίτες έφερναν τις προσωπικές των θυσίες για να προσφερθούν στο ένα θυσιαστήριο από τα χέρια του διωρισμένου ιερατείου του Θεού, που απετελείτο από έναν αρχιερέα και τους πολλούς υφιερείς του, οι οποίοι ήσαν όλοι από την οικογένεια του Ααρών, του υιού του Λευί. Οι ιερείς είχαν τους βοηθούς των στον ναό, τους Λευίτες, όλοι δε αυτοί ήσαν από την φυλή του Λευί. Οι ιερείς και οι Λευίτες είχαν την υποχρέωσι να τηρούν τη λατρεία του Ιεχωβά Θεού καθαρή και αμόλυντη. Είχαν τη διαταγή όχι μόνο να υπηρετούν στον ναό εν σχέσει με τις θυσίες και τις εορτές, αλλά και να διδάσκουν στον λαό τον νόμον του Θεού και να πληροφορούν τις φυλές του Ισραήλ όσον αφορά το θέλημά του.
3, 4. Ποια ήταν η διαθήκη του Ιεχωβά με τον Λευί; Από ποιους και πώς διεφθάρη;
3 Ο Θεός έκαμε μια διαθήκη ή έκφρασι του θελήματός του προς τη φυλή του Λευί, ότι η υπηρεσία του ναού θα ήταν αποκλειστικό των προνόμιο και ότι αυτός θα ήταν η κληρονομία των, αφού έμεναν δίχως γη στον Ισραήλ. Αυτή η διαθήκη με τον Λευί έλαβε οξεία διατύπωσι στα λόγια επιδοκιμασίας του Ιεχωβά προς τον Φινεέ, τον έγγονον του αρχιερέως Ααρών, επειδή ενήργησε τολμηρά εναντίον της διεισδύσεως της ειδωλολατρίας και της ηθικής εκλύσεως στον Ισραήλ. «Ο Φινεές, ο υιός του Ελεάζαρ, υιού Ααρών του ιερέως, απέστρεψε τον θυμόν μου από των υιών Ισραήλ, δείξας ζήλον υπέρ εμού μεταξύ αυτών, όθεν δεν εξωλόθρευσα τους υιούς Ισραήλ εν τη ζηλοτυπία μου· δια τούτο ειπέ, Ιδού, εγώ δίδω εις αυτόν την διαθήκην μου της ειρήνης· και θέλει είσθαι εις αυτόν και εις το σπέρμα αυτού μετ’ αυτόν, διαθήκη ιερατείας αιωνίου· διότι εστάθη ζηλωτής υπέρ του Θεού αυτού, και έκαμεν εξιλέωσιν υπέρ των υιών Ισραήλ.»—Αριθμ. 25:10-13.
4 Περιγράφοντας περαιτέρω τη διαθήκη του Λευί, ο Ιεχωβά είπε στους ιερείς που ήσαν αμελείς στο καθήκον των: «Και τώρα εις εσάς γίνεται η εντολή αύτη, ιερείς. Και θέλετε γνωρίσει, ότι εγώ εξαπέστειλα την εντολήν ταύτην προς εσάς, δια να ήναι η διαθήκη μου μετά του Λευί, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων. Η της ζωής και της ειρήνης διαθήκη μου ήτο μετ’ αυτού· και έδωκα αυτάς [ζωήν και ειρήνην] εις αυτόν δια τον φόβον τον οποίον με εφοβείτο, και ευλαβείτο το όνομά μου. Ο νόμος της αληθείας ήτο εν τω στόματι αυτού, και ανομία δεν ευρέθη εν τοις χείλεσιν αυτού· περιεπάτησε μετ’ εμού εν ειρήνη και ευθύτητι, και πολλούς επέστρεψεν από ανομίας. Επειδή τα χείλη του ιερέως θέλουσι φυλάττει γνώσιν, και εκ του στόματος αυτού θέλουσι ζητήσει νόμον· διότι αυτός είναι άγγελος [ή, αγγελιαφόρος] του Ιεχωβά των δυνάμεων. Αλλά σεις εξεκλίνατε από της οδού· εκάμετε πολλούς να προσκόπτωσιν εις τον νόμον· διεφθείρατε την διαθήκην του Λευί, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων.»—Μαλαχ. 2:1, 4-8, ΑΣ.
5, 6. (α) Πότε και πώς συμβολίσθηκε για πρώτη φορά η παρουσία του Ιεχωβά στον ναόν του; (β) Πώς συμβολίσθηκε μετά την είσοδο του Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας;
5 Ο πρώτος οικοδόμος ενός ναού για τον Ιεχωβά ήταν ο Λευίτης προφήτης Μωυσής, ο αδελφός του Ααρών. Όταν ο Μωυσής συνεπλήρωσε την κατασκευή του ναού ή σκηνής και την έστησε στην έρημο το 1512 π.Χ., έλαβε χώραν ένα σημαντικό γεγονός. Το θειο υπόμνημα λέγει: «Και συνετέλεσεν ο Μωυσής το έργον. Τότε εκάλυψεν η νεφέλη την σκηνήν της συναντήσεως, και η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε την σκηνήν. Και δεν ηδυνήθη ο Μωυσής να εισέλθη εις την σκηνήν της συναντήσεως· διότι η νεφέλη εκάθητο επ’ αυτήν, και η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε την σκηνήν.» (Έξοδ. 40:33-35, ΜΝΚ· 1 Σαμ. 1:9· 3:3· 2 Σαμ. 22:7) Αυτό το θαύμα εσυμβόλιζε ότι ο Κύριος Ιεχωβά είχε έλθει στον ναό του και ήταν τώρα στον άγιό του ναό. Έπειτα από οκτώ ημέρες, δηλαδή, την πρώτη ημέρα μετά την πλήρη καθιέρωσι του αρχιερέως Ααρών και των υφιερέων υιών του, αυτοί οι ίδιοι ετέλεσαν τις πρώτες θυσίες για τον εαυτό τους και για το έθνος Ισραήλ. Στο αποκορύφωμα έγινε άλλο σημείο από τον ουρανό: «Υψώσας ο Ααρών τας χείρας αυτού προς τον λαόν, ευλόγησεν αυτούς· και κατέβη, αφού προσέφερε την περί αμαρτίας προσφοράν, και το ολοκαύτωμα, και τας προσφοράς κοινωνίας. Και εισήλθεν ο Μωυσής και ο Ααρών εις την σκηνήν της συναντήσεως· και εξελθόντες, ευλόγησαν τον λαόν· και εφάνη η δόξα του Ιεχωβά εις πάντα τον λαόν. Και εξήλθε πυρ απ’ έμπροσθεν του Ιεχωβά, και κατέφαγεν επί του θυσιαστηρίου το ολοκαύτωμα, και τα στέατα· ιδών δε πας ο λαός, ηλάλαξαν, και έπεσον κατά πρόσωπον αυτών.» Αυτή η θεία αποδοχή των θυσιών που προσεφέρθησαν από τον Ααρών και τους υιούς του ήταν απόδειξις ότι ο Ιεχωβά είχε αποδεχθή την καθιέρωσί τους στο ιερατείον σύμφωνα με τη διαθήκη του με τον Λευί. Η νεφέλη που εκάθησε επάνω στη σκηνή εχρησίμευσε ως σημείον ότι ο Ιεχωβά ήταν στον άγιό του ναό.—Λευιτ. 9:22-24, 1, ΜΝΚ· Έξοδ. 40:1, 12-17, 31, 32, 36, 38.
6 Έπειτα από τριάντα εννέα χρόνια, όταν το έθνος Ισραήλ διέβη τον Ιορδάνη Ποταμό και κατώκησε στη Γη της Επαγγελίας, δεν ήταν πια ανάγκη να μετακινήται η σκηνή μαζί μ’ έναν περιπλανώμενο λαό, και ο στύλος της νεφέλης εξηφανίσθη επάνω από τη σκηνή. Εν τούτοις, η παρουσία του Ιεχωβά στον άγιό του ναό εσυμβολίζετο από την κιβωτό της διαθήκης του, το ιερό κιβώτιο που είχε δύο χρυσά χερουβείμ στην κορυφή και που περιείχε μέσα άγια αντικείμενα. Η κιβωτός αυτή ήταν τοποθετημένη στον εσώτατο χώρο ή Άγια των Αγίων της σκηνής, επάνω δε από το κάλυμμα της κιβωτού φαινόταν ένα θαυματουργικό φως. «Εν νεφέλη θέλω εμφανίζεσθαι επί του ιλαστηρίου», είπε ο Ιεχωβά. (Λευιτ. 16:2) Επομένως «ότε εισήρχετο ο Μωυσής εις την σκηνήν της συναντήσεως δια να λαλήση μετ’ αυτού, τότε ήκουε την φωνήν του λαλούντος προς αυτόν άνωθεν του ιλαστηρίου, το οποίον ήτο επί της κιβωτού του μαρτυρίου, ανά μέσον των δύο χερουβείμ [των επί του ιλαστηρίου].» (Αριθμ. 7:89, ΜΝΚ) Κάθε έτος κατά την Ημέρα του Εξιλασμού ο αρχιερεύς εισήρχετο και ερράντιζε εξιλαστήριο αίμα ενώπιον της Κιβωτού, εμφανιζόμενος έτσι ενώπιον της παρουσίας του Ιεχωβά στα Άγια των Αγίων.—Εβρ 9:7.
7, 8. Όταν ετελείωσε ο ναός που οικοδομήθηκε από τον Σολομώντα, πώς υπεδηλώθη εκεί ορατώς η παρουσία του Ιεχωβά;
7 Μετά 446 έτη υπηρεσίας στη Γη της Επαγγελίας, η σκηνή της συναντήσεως αντικατεστάθη με ναόν από ξύλο, πέτρα, ευγενή μέταλλα και πολυτίμους λίθους επάνω στο Όρος Μοριά στην Ιερουσαλήμ. Ο Βασιλεύς Σολομών, ο υιός του Δαβίδ, χρειάσθηκε επτά χρόνια για να τον οικοδομήση. Κατά την ημέρα της εγκαινιάσεως του ενδόξου νέου ναού, ήλθε η ώρα να φερθή το σύμβολο της παρουσίας του Ιεχωβά στον εσώτατο χώρο του μεγαλοπρεπούς αυτού οικοδομήματος. Περί τούτου διαβάζομε: «Και εισήγαγον οι ιερείς την κιβωτόν της διαθήκης του Ιεχωβά εις τον τόπον αυτής, εις το χρηματιστήριον του οίκου, εις τα άγια των αγίων.» Κατόπιν τι έγινε; «Και ως εξήλθον οι ιερείς εκ του αγιαστηρίου, η νεφέλη ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά· και δεν ηδύναντο οι ιερείς να σταθώσι δια να λειτουργήσωσιν, εξ αιτίας της νεφέλης· διότι η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά.» Περισσότερο από την τοποθέτησι της κιβωτού της διαθήκης στον εσώτατο χώρο, το θαυματουργικό αυτό νέφος μαρτυρούσε ότι ο Ιεχωβά είχε έλθει και ήταν στον άγιό του ναό. Εν τούτοις, και με τα δύο τεκμήρια, με την Κιβωτό στον εσώτατο χώρο και με το νέφος της δόξης που εγέμιζε το ιερό ανάκτορο, η παρουσία του Ιεχωβά εσυμβολίζετο ορατώς»—1 Βασ. 8:6, 7, 9-11, ΜΝΚ.
8 Τότε ο Βασιλεύς Σολομών ανεγνώρισε την πιστότητα του Ιεχωβά και ευλόγησε όλον τον λαό που ήταν παρών εκεί στον ναό. Στέκοντας τώρα μπροστά στο μεγάλο θυσιαστήριο επάνω στο οποίο έκειντο θυσίες ζώων για να προσφερθούν στον Θεό, ο Σολομών ανέπεμψε μια μακρά προσευχή, κάνοντας δεήσεις υπέρ του εκλεκτού λαού του Ιεχωβά καθώς και των μελλόντων λατρευτών από ξένες χώρες. Ο Ιεχωβά τότε έδωσε απόδειξι ότι είχε ακούσει την προσευχή του Σολομώντος. «Και αφού ετελείωσεν ο Σολομών προσευχόμενος, κατέβη το πυρ εκ του ουρανού, και κατέφαγε τα ολοκαυτώματα και τας θυσίας· και η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον. Και δεν ηδύναντο οι ιερείς να εισέλθωσιν εις τον οίκον του Ιεχωβά, διότι η δόξα του Ιεχωβά ενέπλησε τον οίκον του Ιεχωβά. Πάντες δε οι υιοί Ισραήλ, βλέποντες το πυρ καταβαίνον και την δόξαν του Ιεχωβά επί τον οίκον, έπεσον κατά πρόσωπον επί την γην, επί το λιθόστρωτον, και προσεκύνησαν, και εδόξασαν τον Ιεχωβά, λέγοντες, Ότι είναι αγαθός· ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.» (2 Χρον. 7:1-3, ΜΝΚ) Η φωτιά από τον ουρανό που άναψε τα ξύλα στο νέο θυσιαστήριο και κατέφαγε τις θυσίες επάνω σ’ αυτό, έδειχνε ότι ο Ιεχωβά είχε αποδεχθή τον ναό και το θυσιαστήριό του. Έδειχνε ότι επεδοκίμασε τη μεταφορά της λατρείας του από την παλαιά σκηνή σ’ αυτό το ιερό ανάκτορο επάνω στο Όρος Μοριά. Ήταν τώρα παρών σ’ αυτόν τον ναό όπως ήταν και στη σκηνή.
9. Με ποιους άλλους τρόπους εξεδηλώθη η παρουσία του Ιεχωβά στον ναό του Σολομώντος;
9 Όχι ότι ο Ιεχωβά ήταν κατά γράμμα παρών σ’ αυτόν τον υλικό ναό, όπως δεν ήταν σωματικώς παρών και στην ολιγωτέρων αξιώσεων σκηνή που είχε κατασκευασθή από τον Μωυσή. Ούτε ο ναός αυτός ούτε η σκηνή εκείνη δεν μπορούσαν να περιλάβουν τον μέγαν Θεόν του σύμπαντος. Ο Σολομών ο ίδιος ωμολόγησε το γεγονός αυτό κατά την εγκαινίασι του ναού, λέγοντας στην προσευχή του: «Αλλά θέλει αληθώς κατοικήσει Θεός μετά ανθρώπων επί της γης; ιδού, ο ουρανός, και ο ουρανός των ουρανών, δεν είναι ικανοί να σε χωρέσωσι· πόσον ολιγώτερον ο οίκος ούτος τον οποίον ωκοδόμησα;» (2 Χρον. 6:18) Ο Ιεχωβά ήταν παρών στον άγιο εκείνο ναό επάνω στο Όρος Μοριά στην Ιερουσαλήμ, μόνο με το ότι απέστειλε τη δύναμί του από τον ουράνιο θρόνο του και κατέστησε την ενέργειά της ορατή στον ναό με το ένδοξο νέφος και με το πυρ από τον ουρανό. Ήταν επίσης παρών σ’ εκείνο τον ναό τηρώντας την προσοχή του προσηλωμένη επάνω σ’ αυτόν και απαντώντας στις προσευχές που ανεπέμποντο εκεί ή που διηυθύνοντο εκεί από πιστούς που προσηύχοντο με τα πρόσωπά των εστραμμένα προς τα εκεί. Όπως ο Σολομών ο ίδιος είπε στην προσευχή της εγκαινιάσεως: «Πλην επίβλεψον επί την προσευχήν του δούλου σου, και επί την δέησιν αυτού, Ιεχωβά Θεέ μου, ώστε να επακούσης της κραυγής και της δεήσεως την οποίαν ο δούλος σου δέεται ενώπιόν σου· δια να ήναι οι οφθαλμοί σου ανεωγμένοι προς τον οίκον τούτον ημέραν και νύκτα, προς τον τόπον περί του οποίου είπας ότι θέλεις θέσει το όνομά σου εκεί, δια να επακούης της δεήσεως την οποίαν ο δούλος σου θέλει δέεσθαι εν τω τόπω τούτω. » (2 Χρον. 6:19, 20, ΜΝΚ) Και καθώς ο Ιεχωβά ο ίδιος είπε στον Σολομώντα αργότερα στη Γαβαών: «Ηγίασα τον οίκον τούτον, τον οποίον ωκοδόμησας, δια να θέσω εκεί το όνομά μου εις τον αιώνα· και θέλουσιν είσθαι οι οφθαλμοί μου και η καρδία μου εκεί δια παντός.»—1 Βασ. 9:3.
Ο ΚΥΡΙΟΣ (ΧΑ-Α·ΔΩΝ) ΕΡΧΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΝΑΟ ΤΟΥ
10. Πότε και γιατί η παρουσία τον Ιεχωβά απεσύρθη τον ναό που οικοδομήθηκε από τον Σολομώντα, και με ποιο αποτέλεσμα;
10 Ήλθε καιρός που ο Ιεχωβά απέσυρε την παρουσία του από τον ναόν εκείνον του Σολομώντος επειδή οι ιερείς και οι Λευίτες εκουσίως εμόλυναν την «διαθήκην του Λευί» και το έθνος Ισραήλ παρέβη όλους τους νόμους της διαθήκης που είχε συνάψει ο Ιεχωβά μαζί του. Με την παρέλευσι της παρουσίας Του, ο ναός εκείνος υπέστη καταστροφή από τις Βαβυλωνιακές στρατιές το 607 π.Χ. και μερικοί που επέζησαν του έθνους που εμόλυνε τον ναό, φέρθηκαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα. Έπειτα από εβδομήντα χρόνια, επειδή ένα πιστό υπόλοιπο διηύθυνε την προσευχή του προς την τοποθεσία όπου άλλοτε εκείτο ο ναός της Ιερουσαλήμ και έδειχνε εγκάρδια επιθυμία να ανανεώση την καθαρή λατρεία εκεί, ο Ιεχωβά το απηλευθέρωσε από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα. Τους έφερε πάλι στη γη του Ιούδα και στην Ιερουσαλήμ για να ανοικοδομήσουν τον ναό και να αποκαταστήσουν τη θεία λατρεία εκεί στην αγνότητά της. Υπό τον κυβερνήτην Ζοροβάβελ και τον αρχιερέα Ιησούν, ο ναός και το θυσιαστήριό του ανοικοδομήθησαν και η λατρεία του Ιεχωβά ανενεώθη στην παλαιά της θέσι. Ο ναός αυτός που οικοδομήθηκε από το μετανοημένο και αποκαταστημένο υπόλοιπο απεδείχθη ότι δεν ήταν σχεδόν τόσο ένδοξος εξωτερικώς όσο και ο ναός του Σολομώντος. Εν τούτοις, εν σχέσει ακριβώς μ’ αυτόν τον ανοικοδομημένον ναόν του αποκαταστημένου υπολοίπου κατηύθυνε ο Ιεχωβά Θεός να εξαγγελθή από τον Μαλαχία η τελευταία προφητεία πριν από τη Χριστιανική εποχή, η οποία περιελάμβανε και την εξής αξιοσημείωτη δήλωσι: «Ιδού, εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου [ή, αγγελιαφόρον], και θέλει κατασκευάσει την οδόν έμπροσθέν μου· και ο Κύριος, τον οποίον σεις ζητείτε, εξαίφνης θέλει ελθεί εις τον ναόν αυτού, ναι, ο άγγελος της διαθήκης, τον οποίον σεις θέλετε· ιδού, έρχεται, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων.»—Μαλαχ. 3:1, ΜΝ.
11. Από ποιες απόψεις ο ναός που ανοικοδομήθηκε στην Ιερουσαλήμ από τον Ζοροβάβελ διέφερε από τον ναόν του Σολομώντος;
11 Αυτός ο ναός που ανοικοδομήθηκε από το υπόλοιπο υπό τον κυβερνήτην Ζοροβάβελ δεν είχε στον εσώτατο χώρο του ή στα Άγια των Αγίων την κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά. Κατά την εγκαινίασί του στο 516 π.Χ. κανένα νέφος δόξης δεν τον είχε γεμίσει· κανένα πυρ δεν κατήλθε από τον ουρανό για να καταφάγη τις θυσίες επάνω στο θυσιαστήριο. Όμως η παρουσία του Θεού είχε επανέλθει σ’ αυτόν τον ναό και η καθαρή του λατρεία είχε αποκατασταθή όπως στις ημέρες του Μωυσέως.
12-14. Γιατί προελέχθη αιφνίδια έλευσις του Ιεχωβά στον ναόν του, πότε έγινε αυτή;
12 Γιατί, λοιπόν, ο Μαλαχίας, έπειτα από εβδομήντα περίπου χρόνια, είπε ότι «ο Κύριος [χα-Α·δών], τον οποίον σεις ζητείτε, εξαίφνης θέλει έλθει εις τον ναόν αυτού, ναι, ο άγγελος της διαθήκης, τον οποίον σεις θέλετε»; Αυτό έγινε επειδή εν τω μεταξύ το ιερατείο του ναού είχε καταστή ανευλαβές προς το θυσιαστήριο και την υπηρεσία του Ιεχωβά και είχε μολύνει τη διαθήκη του με τον Λευί. Επί πλέον, επειδή οι ιερείς παρέλειψαν τα Θεόδοτα καθήκοντά των, ο λαός είχε γίνει υλιστικός. Αμφισβητούσαν αν ήταν άξιον λόγου το να λατρεύουν και υπηρετούν τον Ιεχωβά και αν αυτός ήταν πράγματι παρών στον ναό του δίνοντας προσοχή σε ό,τι συνέβαινε κάτω από τον μανδύαν της θρησκευτικής υποκρισίας. Κατεβάρυναν τον Θεό με το να λέγουν κατ’ επανάληψιν: «Πας όστις πράττει κακόν είναι ευάρεστος ενώπιον του Ιεχωβά, και αυτός ευδοκεί εις αυτούς· ή, Πού είναι ο Θεός της κρίσεως;» (Μαλαχ. 2:17, ΜΝ) Αν ο Θεός κατεβαρύνετο με το ν’ ακούη τέτοια ανευλαβή, προκλητικά λόγια, δεν έπρεπε τέλος να κάμη κάτι σχετικώς, ενεργώντας αιφνίδια; Μάλιστα. Αυτοί ερωτούσαν: «Πού είναι ο Θεός της κρίσεως;» Ας γνωρίσουν, λοιπόν, πού είναι όταν αυτός θα έλθη αιφνίδια στον ναό του για έργον κρίσεως.
13 Ο Κύριος, τον οποίον ισχυρίζοντο ότι ζητούσαν και ο οποίος έρχεται αιφνίδια στον ναό του, είναι ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος. Αυτός είναι Ο Α·δών (Εβραϊκά) ή ο Κύριος, στον οποίον ανήκει ο ναός και του οποίου το όνομα είναι επάνω σ’ αυτόν και ο οποίος έρχεται στον τόπο όπου υποτίθεται ότι λατρεύεται. Αλλ’ όταν έρχεται αυτή τη φορά, έρχεται όχι μόνος, αλλά συνοδευόμενος από τον «άγγελον της διαθήκης.» Λόγω της αυστηρότητος της κρίσεως που θα ελάμβανε χώραν αφού θα ήρχετο μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του, ο Ιεχωβά υπεσχέθη ότι θα απέστελλε ευσπλαγχνικά τον αγγελιαφόρον του και αυτός θα ετοίμαζε την οδόν έμπροσθέν του. Αν δεν είχαν προετοιμασθή οι συνθήκες μεταξύ των λατρευτών του ναού του πριν από την άφιξί του στον ναό, τότε ολόκληρο το έθνος θα ήταν σε κίνδυνο να εξαλειφθή σαν τα Σόδομα και τα Γόμορρα, βαπτιζόμενο με πυρ από τον ουρανό.
14 Αυτή η προφητεία της ελεύσεως του Κυρίου Ιεχωβά στον ναό του μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του δεν εξεπληρώθη στον ναόν του Ζοροβάβελ. Εν τούτοις, ο ναός του Ζοροβάβελ αντικατεστάθη από έναν μεγαλοπρεπέστερο ναό που οικοδομήθη από τον Εδωμίτην Ήρώδην τον Μέγαν όταν έγινε βασιλεύς του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ με διάταγμα της Ρώμης. Σ’ αυτόν τον ναόν έγινε μια εκπλήρωσις της προφητείας του Μαλαχία, και τούτο με μια ειδική προσκίασι γεγονότων των ημερών μας σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα.
15, 16. (α) Πώς ο Κύριος του ναού, ο Ιεχωβά, ήλθε έξαφνα σ’ αυτόν έπειτα από το προπαρασκευαστικό έργο του Ιωάννου του Βαπτιστού; (β) Από ποιον και πότε εξεδηλώθη η κρίσις του Ιεχωβά στον ναό;
15 Ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος έδειξε ποιος ήταν στον καιρό του ο προπαρασκευαστικός αγγελιαφόρος, ότι ήταν, δηλαδή, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, ο οποίος είχε τελειώσει το έργον του και ο οποίος τότε ήταν στη φυλακή για ν’ αποκεφαλισθή εντός ολίγου: «Ούτος είναι περί του οποίου είναι γεγραμμένον, “Ιδού, εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου, όστις θέλει κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου”.» (Ματθ. 11:10) Ο Ιωάννης άρχισε το κήρυγμά του και το βάπτισμά του έξη περίπου μήνες πριν από τον Ιησούν και προετοίμασε ένα μικρό υπόλοιπο Ισραηλιτών για να τον δεχθή. Το γεγονός αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ιησούς ήταν ο Κύριος που αιφνίδια έρχεται στον ναόν του. Ο Ιησούς δεν είναι ο Ιεχωβά ο Κύριος του ναού. Είναι ο «άγγελος της διαθήκης» του Ιεχωβά, ο οποίος τον συνοδεύει στον ναό· η διαθήκη δε αυτή είναι η διαθήκη που έκαμε ο Ιεχωβά με τον πιστόν Αβραάμ, λέγοντας: «Εν τω σπέρματί σου θέλουσιν ευλογηθή πάντα τα έθνη της γης.» (Γεν. 22:18) Αφού ο προπαρασκευαστικός αγγελιαφόρος είχε έλθει, έπεται ότι στις ημέρες του Ιησού επρόκειτο να έλθη αιφνίδια στον ναό ο Κύριος Ιεχωβά για να δείξη πού είναι ο Θεός της κρίσεως. Όχι ότι ο Κύριος Ιεχωβά επρόκειτο να έλθη προσωπικώς και ορατώς στον ναό, όπως δεν ήλθε ορατώς στη σκηνή στην έρημο του Όρους Σινά ή ορατώς στον ναόν του Σολομώντος στην Ιερουσαλήμ. Αλλ’ ο Ιησούς Χριστός ο Άγγελός του της διαθήκης ευλογίας ήλθε τότε ορατώς στον ναόν του Ιεχωβά. Ήλθε ως ο ορατός αντιπρόσωπος του Κυρίου Ιεχωβά, ο δε Ιεχωβά, θέτοντας το πνεύμα του επάνω στον Ιησούν, ήταν μαζί του στην έλευσι σ’ αυτόν τον ναόν της Ιερουσαλήμ το 33 (μ.Χ.).
16 Μετά το βάπτισμά του από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη Ποταμό, ο Ιησούς έλαβε μια πνευματική αποκύησι όταν η φωνή του Ιεχωβά ήλθε από τον ουρανό, λέγοντας: «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην», και εχρίσθη για να είναι βασιλεύς με την κατάβασι του πνεύματος του Ιεχωβά επάνω του όπως συμβολίσθηκε από μια καταβαίνουσα περιστερά. (Ματθ. 3:13-17) Έπειτα από τριάμισυ χρόνια ο Ιησούς εισήλθε επί πώλου όνου, ως βασιλεύς κατά την ημέρα της στέψεως, μέσα στη βασιλική πόλι της Ιερουσαλήμ. Επήγε στον ναό, αλλά δεν έγινε δεκτός από τον αρχιερέα και δεν εχρίσθη ως βασιλεύς των Ιουδαίων ούτε εχαιρετίσθη έπειτα από όλους τους ιερείς και τους Λευίτες. Όχι, αυτοί είχαν μολύνει τη διαθήκη του Λευί· δεν εδέχθησαν τον μέγαν θυσιαστικόν Αμνόν του Ιεχωβά για τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους και ο νόμος της αληθείας δεν ήταν στο στόμα των. Αντέτειναν με αγανάκτησι στον χαιρετισμό του Ιησού από πολλά παιδιά που ήσαν στον ναό και έκραζαν: «Ωσαννά τω υιώ Δαβίδ!» (Ματθ. 21:15, 16) Επειδή είχαν παραλείψει οι ιερείς και οι Λευίτες, ανέλαβε ο Ιησούς να εκδιώξη τους αργυραμοιβούς και τους πωλητάς πτηνών και ζώων από τον ναό και να πη: «Δεν είναι γεγραμμένον [εις Ησαΐαν 56:7], “Ότι ο οίκός μου θέλει ονομάζεσθαι οίκος προσευχής δια πάντα τα έθνη”; σεις δε εκάμετε αυτόν “σπήλαιον ληστών”.» (Μάρκ. 11:15-17) Τα λόγια αυτά ήσαν λόγια του Ιεχωβά που ανέφερε εκεί ο Ιησούς, έτσι δε ο Ιεχωβά ήταν μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του σ’ αυτή την εκδήλωσι κρίσεως στον ναό, καθαρίζοντάς τον τουλάχιστον από αυτή τη θρησκευτική εμπορικότητα.
17, 18. Πώς, έπειτα από μερικές ημέρες, εδόθησαν περισσότερες εκδηλώσεις της κρίσεως του Ιεχωβά στον ναό της Ιερουσαλήμ;
17 Μια ημέρα αργότερα ο Ιησούς διεκήρυξε ότι ο Ιεχωβά εγκατέλειπε τον ναό ή απέσυρε την παρουσία του απ’ αυτόν, λέγοντας στους γραμματείς, στους Φαρισαίους και στον λαό της Ιερουσαλήμ: «Ιδού, αφίνεται εις εσάς ο οίκός σας.» Μην αφήνοντας καμμιά παρανόησι ως προς το ότι αυτό εσήμαινε καταστροφή του ναού του Ηρώδου όμοια με την καταστροφή του ναού του Σολομώντος από τους Βαβυλωνίους κατά το 607 π.Χ., ο Ιησούς είπε στους μαθητάς του όταν περιειργάζοντο τον ναό: «Δεν βλέπετε πάντα ταύτα; αληθώς σας λέγω, δεν θέλει αφεθή εδώ λίθος επί λίθον, όστις δεν θέλει κατακρημνισθή.» (Ματθ. 23:38· 24:1, 2) Έπειτα από δύο ημέρες οι ιερείς που είχαν μολύνει τη διαθήκη του Λευί, είπαν κατ’ ουσίαν: «Πού είναι ο Θεός της κρίσεως;» και παρέδωσαν τον Άγγελον της διαθήκης του Θεού στους απεριτμήτους Ρωμαίους για να τον θανατώσουν εκτεθειμένον σε δημόσιο όνειδος, επάνω σ’ ένα ξύλο σαν εγκληματίαν δούλον.
18 Ο Θεός της κρίσεως είδε ότι όταν αυτοί οι ιερείς και οι Λευίτες θα επέστρεφαν στα καθήκοντά των στον ναό, θα ήσαν τα χέρια των κοκκινισμένα από το αίμα του Αγγέλου της διαθήκης του. Όταν, λοιπόν, ο θνήσκων Άγγελος της διαθήκης του εξέφερε τα τελευταία του λόγια, «Τετέλεσται»· «Πάτερ, εις χείρας σου παραδίδω το πνεύμά μου», τότε ο Ιεχωβά ο ίδιος ήλθε στον ναό, με τη δύναμί του κατευθυνόμενη άμεσα στα Άγια των Αγίων του. Όχι, όχι με μια νεφέλη δόξης που να γεμίζη τον οίκον, όχι με πυρ από τον ουρανό που να καταναλίσκη θαυματουργικά τις θυσίες ζώων επάνω στο θυσιαστήριο του ναού, όχι, αλλά κάνοντας τη γη κάτω από την πόλι του ναού να σεισθή και τις πέτρες να σχισθούν και κρύβοντας τον ήλιο ώστε να μη λάμπη επάνω στον ναό και διαχωρίζοντας το παραπέτασμα του αγιαστηρίου στο μέσον, σχίζοντάς το σαν λεπτότατο χαρτί από την κορυφή του ύψους τριάντα ποδών έως κάτω, μολονότι ήταν ένα διπλό παραπέτασμα πάχους μερικών ιντσών, εκθέτοντας τον εσώτατο χώρο ως γυμνόν από την κιβωτό της διαθήκης.—Ματθ. 27:50, 51· Ιωάν. 19:30· Λουκ. 23:45, 46.
Ο ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ ΤΟΥ
19. Πότε και πώς εξεδηλώθη η ολική και τελική εγκατάλειψις του τυπικού ναού από τον Ιεχωβά;
19 Επέρασαν τριάντα επτά χρόνια ακόμη και όχι μόνο ο εσώτατος χώρος αλλά και ολόκληρος ο ναός της Ιερουσαλήμ υπέστη επιδρομήν με φωτιά που άναψαν οι κατακτηταί Ρωμαίοι, και το οικοδόμημα κατεκρημνίσθη έως εδάφους και δεν αφέθη λίθος επί λίθον, εις εκπλήρωσιν των λόγων του Ιησού. Οι 97.000 Ιουδαίοι που επέζησαν της τετράμηνης πολιορκίας της Ιερουσαλήμ φέρθηκαν «αιχμάλωτοι εις πάντα τα έθνη», η πόλις κατηδαφίσθη, τα οικογενειακά αρχεία των ιερέων και των Λευιτών και της βασιλικής οικογενείας κατεστράφησαν ή απωλέσθησαν, οι δε φυσικοί Ιουδαίοι σε όλη τη γη αφέθησαν χωρίς ναό και χωρίς ενεργό, αναγνωρίσιμο ιερατείο. Αληθινά ο ιερός τους οίκος είχε ‘αφεθή αυτοίς’ από τον Ιεχωβά.
20. Με αντικατεστάθη ο κατεδαφισμένος υλικός ναός της Ιερουσαλήμ;
20 Αλλ’ αφέθη ο Ιεχωβά χωρίς ναό; Δεν θα μπορούσε ποτέ πια να είναι παρών στον άγιό του ναό; Όχι, επειδή είχε αντικαταστήσει τον φθαρτό υλικό ναό που ήταν επάνω στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ, μ’ ένα διαμένοντα πνευματικό ναό. Την τρίτη ημέρα αφότου έσχισε το παραπέτασμα του αγιαστηρίου από επάνω έως κάτω, ο Ιεχωβά Θεός ήγειρε τον «ακρογωνιαίον λίθον» του πνευματικού του ναού. Πώς; Ο Παντοδύναμος Θεός το έκαμε αυτό ανασταίνοντας από τους νεκρούς τον Υιό του, τον Άγγελον της διαθήκης του, σε ζωή στους ουρανούς. Σύμφωνα με τον όρκο του ο Ιεχωβά τον ήγειρε ως βασιλικόν ιερέα όμοιον με τον Μελχισεδέκ αλλά κοινωνόν θείας φύσεως. Λόγω της ανθρωπίνης θυσίας που είχε καταθέσει ως τέτοιος ιερεύς, ο Ιησούς Χριστός ήταν τώρα βασιλικός Αρχιερεύς του Ιεχωβά, ο οποίος κατείχε την αξία μιας θυσίας, μέσω της οποίας μπορούσε να κάμη εξιλέωσι για τις αμαρτίες του ανθρωπίνου γένους και να ενεργή ως Μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων. Μέσω του αγίου πνεύματος ο Ιεχωβά Θεός κατοικούσε στον Ιησούν, τον ζώντα «ακρογωνιαίον λίθον» του πνευματικού ναού και δεν εχρειάζετο πια ο Θεός τον από νεκρούς λίθους υλικόν ναόν της Ιερουσαλήμ.
21, 22. Ποιοι είναι ο Ακρογωνιαίος λίθος και οι «ζώντες λίθοι» του πνευματικού ναού;
21 Μετά σαράντα ημέρες από τότε, ο Ιησούς Χριστός ανελήφθη στον ουράνιο θρόνο του Πατρός του, παίρνοντας μαζί την ζωτική αξία της ανθρωπίνης θυσίας του. Ο Ιεχωβά Θεός την απεδέχθη και έθεσε επίσης τον Αρχιερέα του επάνω στο ουράνιον Όρος Μοριά ή Όρος Σιών ως τον «έντιμον» «ακρογωνιαίον λίθον». Αφού ο δοξασμένος Ιησούς ήταν απλώς ο ακρογωνιαίος λίθος, είναι πρόδηλον ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν εσκόπευε να χρησιμοποιήση τον Ιησούν μόνον ως τον ζώντα πνευματικό του ναό. Την ημέρα, λοιπόν, της Πεντηκοστής, μετά δέκα ακριβώς ημέρες, ο Ιεχωβά άρχισε να εγείρη τον πνευματικό του ναό επάνω στον Ιησούν τον ζώντα Ακρογωνιαίον Λίθον. Εχρησιμοποίησε τον Ιησούν τον Αρχιερέα να οικοδομήση αυτόν τον πνευματικόν οίκον ως ένας αντιτυπικός Σολομών. Συνεπώς στην Πεντηκοστή ο Ιεχωβά Θεός απεκύησε τους πιστούς αποστόλους του Ιησού και άλλους μαθητάς επάνω στη γη με το άγιο πνεύμα του για να τους κάμη πνευματικούς του υιούς. Κατόπιν μέσω του Ιησού εξέχυσε το άγιο πνεύμα επάνω τους για να τους χρίση ως μέλη ενός «βασιλικού ιερατείου» υπό τον Ιησούν Χριστόν τον Αρχιερέα. Τους κατέστησε «ζώντας λίθους» για να τεθούν επάνω στον Ιησούν τον Ακρογωνιαίον Λίθον.
22 Ο απόστολος Πέτρος, λοιπόν, λέγει σε όλους τους κεχρισμένους Χριστιανούς: «Εις τον οποίον προσερχόμενοι, ως εις λίθον ζώντα, υπό μεν των ανθρώπων αποδεδοκιμασμένον, παρά δε τω Θεώ εκλεκτόν, έντιμον, και σεις, ως λίθοι ζώντες, οικοδομείσθε οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, δια να προσφέρητε πνευματικάς θυσίας, ευπροσδέκτους εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού. Δια τούτο και περιέχεται εν τη γραφή, “Ιδού, θέτω εν Σιών λίθον ακρογωνιαίον, εκλεκτόν” . . . είσθε “γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον,” λαός τον οποίον απέκτησεν ο Θεός, δια να εξαγγείλητε τας αρετάς εκείνου, όστις σας εκάλεσεν εκ του σκότους εις το θαυμαστόν αυτού φως.»—1 Πέτρ. 2:4-6, 9· Πράξ. 2:1-36.
23. Για ποιον σκοπόν οικοδομείται ο πνευματικός ναός;
23 Από την ημέρα, λοιπόν, της Πεντηκοστής και έπειτα, ο Ιεχωβά κατοικεί στον άγιο πνευματικό ναό του που αποτελείται από «ζώντας λίθους». Μέσω του αποστόλου Παύλου λέγει σ’ αυτούς τους ιερατικούς Χριστιανούς: «Δεν εξεύρετε ότι είσθε ναός Θεού, και το πνεύμα του Θεού κατοικεί εν υμίν;» «όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού· εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον δια τον Ιεχωβά· εν τω οποίω και σεις συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του πνεύματος.»—1 Κορ. 3:16 και Εφεσ. 2:20-22, ΜΝΚ.
24. (α) Μετά τον θάνατο των αποστόλων, γιατί δεν εφαίνετο πια μεταξύ των ανθρώπων η προοδευτική οικοδόμησις του πνευματικού ναού; (β) Στη διάρκεια του περασμένου αιώνος, ποια αλλαγή έγινε ως προς τους «ζώντας λίθους» του ναού;
24 Κατά το τέλος του πρώτου αιώνος, οι δώδεκα απόστολοι του Χριστού είχαν πεθάνει. Γρήγορα η οικοδόμησις και ανάπτυξις του πνευματικού αυτού ναού εχάθη από την όρασι λόγω μιας αποστασίας από την καθαρή πίστι του ναού. Έγινε όπως όταν οι Ιουδαίοι ήσαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα ενώ η Ιερουσαλήμ εκείτο σε ερείπια, ο δε Ιεχωβά δεν είχε ναό επάνω στη γη για να κατοική σ’ αυτόν με το πνεύμα του. Βέβαια, ο Ιεχωβά κατοικούσε πάντοτε στον Ακρογωνιαίον Λίθον του ναού, τον Ιησούν Χριστόν, στον ουρανό μέσω του πνεύματός του· αλλ’ οι «ζώντες λίθοι» επάνω στη γη ήσαν επί μακρόν χαμένοι από την όρασι και σχεδόν μη αναγνωρίσιμοι. Αλλά λίγο μετά το 1870, δηλαδή, πριν από ογδόντα περίπου χρόνια, άρχισαν να ξαναφαίνωνται, επειδή οι αλήθειες αυτές του πνευματικού ναού άρχισαν ν’ αποκαθίστανται και να εφαρμόζωνται και το πνεύμα του Θεού εφαίνετο να ενεργή για να παραγάγη το τελικό υπόλοιπο των 144.000 «ζώντων λίθων» του «πνευματικού οίκου». Η «Σύγχρονη ιστορία των Μαρτύρων του Ιεχωβά», που δημοσιεύεται στις σελίδες της Σκοπιάς από της 15ης Μαΐου 1955, δίδει τις λεπτομέρειες τούτου.
25, 26. Πώς, για τελική εκπλήρωσι της προφητείας του Μαλαχία, ο Ιεχωβά ήλθε αιφνίδια στον πνευματικό του ναό;
25 Αλλά παράπλευρα με το υπόλοιπο των πνευματικών «ζώντων λίθων», τα κοσμικά θρησκευτικά συστήματα του «Χριστιανικού κόσμου» ισχυρίσθησαν ότι αποτελούν τον οίκον του Θεού, τον αληθινό του ναό, μολονότι εξακολούθησαν να είναι ακόμη αποστατημένα από την πίστι του ναού και δεν έχουν καμμιά απόδειξι ότι ο Ιεχωβά κατοικεί σ’ αυτά με το πνεύμα του. Εκούραζαν ή κατεβάρυναν τον Ιεχωβά Θεό με τα θρησκευτικά τους λόγια, λέγοντας ότι οι κακοποιοί είναι καλοί και ευάρεστοι ενώπιον του Θεού. Έτσι, αναγκαστικά προεβλήθη το ερώτημα, «Πού είναι ο Θεός της κρίσεως;» Ολοένα περισσότερο οι περιστάσεις ζητούσαν να συμβή ένα γεγονός παγκοσμίου θρησκευτικής σπουδαιότητος προς εκπλήρωσιν της προφητείας. Ποιο ήταν αυτό; Τούτο: η αιφνίδια έλευσις του Κυρίου Ιεχωβά στον αληθινό του πνευματικό ναό, με τη συνοδεία του Αγγέλου της διαθήκης του, για μια τελική εκπλήρωσι της προφητείας του Μαλαχία, τερματίζοντάς την.
26 Έχει τώρα έλθει ο Κύριος Ιεχωβά στον πνευματικό του ναό μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του; Ο «Χριστιανικός κόσμος» λέγει Όχι! Αλλ’ αυτό συμβαίνει επειδή ο Ιεχωβά ήλθε αιφνίδια και συνέλαβε τον «Χριστιανικό κόσμο» με χέρια κοκκινισμένα στις αντιχριστιανικές του πράξεις. Ο «Χριστιανικός κόσμος» δεν εκτιμά την έλευσι του Ιεχωβά μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του όπως και οι ιερείς και Λευίτες που εμόλυναν τον ναό δεν εξετίμησαν τη σημασία της ελεύσεως του Ιησού στον ναό και του καθαρισμού των θρησκευτικών αυλών από τους ληστρικούς εκμεταλλευτάς της θρησκείας. Ο Ιησούς ήλθε τότε και το έκαμε αυτό μετά τριάμισυ χρόνια από το βάπτισμά του, την αποκύησί του από το πνεύμα και το χρίσμα του στον Ιορδάνη. Τώρα ο Ιησούς ήλθε και άρχισε τον καθαρισμό την άνοιξι του 1918 μετά τριάμισυ χρόνια από τη γέννησι της βασιλείας του Θεού στο 1914 και την ουράνια ενθρόνισι του Ιησού Χριστού ως ανάσσοντος Βασιλέως τότε.
27. Παρά τους ισχυρισμούς του «Χριστιανικού κόσμου», ποια υπήρξε αντιληπτά η στάσις του από το 1914 απέναντι του ενθρονισμένου Χριστού του Ιεχωβά;
27 Ας αρνήται ο «Χριστιανικός κόσμος» ότι το 1918 είναι η χρονολογία της αιφνιδίας ελεύσεως του Κυρίου Ιεχωβά στον πνευματικό του ναό ως του Θεού της κρίσεως, συνωδευμένου από τον Άγγελον της διαθήκης του Ιησούν Χριστόν. Εν τούτοις, ο καιρός της κρίσεως ήλθε επάνω σε όλους όσοι ισχυρίζονται ότι είναι ο οίκος του Θεού, είτε αληθινά είτε όχι, και η κρίσις υπήρξε εν προόδω από την άνοιξι του 1918 και έπειτα. Είναι, λοιπόν, κατάλληλο να τεθούν οι ερωτήσεις της προφητείας του Μαλαχία: «Αλλά τις δύναται να υπομείνη την ημέραν της ελεύσεως αυτού; και τις δύναται να σταθή εις την παρουσίαν αυτού;» Σήμερα, έπειτα από τα τριάντα επτά αυτά χρόνια από το 1918, ο «Χριστιανικός κόσμος» δείχνει ότι δεν θα υπομείνη και δεν θα σταθή ως ο καθ’ ομολογίαν οίκος του Θεού, επειδή ο Άγγελος της διαθήκης του Ιεχωβά είναι ως «πυρ χωνευτού» και ως «σμίγμα γναφέων». (Μαλαχ. 3:2) Ο «Χριστιανικός κόσμος» δεν μπορεί να δεχθή τον πραγματικό Χριστό στον βασιλικό, ιερατικό του ρόλο σήμερα από τη γέννησι της Βασιλείας στο 1914. Είναι πολύ ζεστός γι’ αυτόν, έχει πάρα πολύ τα χαρακτηριστικά ενός καθαριστού γι’ αυτόν. Δεν υπάρχει πολύτιμο μέταλλο στον «Χριστιανικό κόσμο»· είναι όλος καύσιμη ύλη. Δεν υπάρχει καλό ύφασμα σ’ αυτόν· είναι όλος ακάθαρτος για να καθαρισθή μέχρι φθοράς με άλκαλι. Στον Αρμαγεδδώνα η εκτέλεσις της κρίσεως του Κυρίου Ιεχωβά από τον αληθινό πνευματικό του ναό θα το φέρη αυτό σε φως.
28, 29. (α) Ποιοι τώρα υποβάλλονται πρόθυμα στις πύρινες κρίσεις του Ιεχωβά, και για ποιον σκοπό; (β) Τι περιλαμβάνουν οι πνευματικές θυσίες που προσφέρονται από τους καθαρισμένους αυτούς;
28 Αλλά ποιοι υπήρξαν ικανοί ν’ αντιμετωπίσουν αυτή την ημέρα της ελεύσεως στον ναό μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του και να την υπομείνουν; Είναι εκείνοι που ειλικρινώς εκζητούσαν τον Ιεχωβά· είναι εκείνοι που αληθινά επιθυμούν τον Άγγελον της διαθήκης του και αγαπούν την επιφάνειά του. Είναι εκείνοι που υπήρξαν οι μόνοι οι οποίοι επέστησαν την προσοχή στο γεγονός της ελεύσεως και παρουσίας του στον ναό μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του. Είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτοί είναι εκείνοι που έδειξαν προθυμία να υποβληθούν στις κρίσεις του Ιεχωβά μέσω του Χριστού, αδιάφορο πόσο πύρινες, αδιάφορο πόσο λευκαντικές είναι αυτές, και να υπομείνουν ένα καθαρισμό στις διδασκαλίες των, στην οργάνωσί των και στη δράσι των.
29 Ο Ιεχωβά λέγει μέσω του Μαλαχία (3:3, ΑΣ): «Και θέλει καθίσει ως ο χωνεύων και καθαρίζων το αργύριον· και θέλει καθαρίσει τους υιούς του Λευί, και θέλει στραγγίσει αυτούς ως το χρυσίον και το αργύριον, και θέλουσι προσφέρει εις τον Ιεχωβά προσφοράν εν δικαιοσύνη.» Οι αρχαίοι υιοί του Λευί ήσαν υπηρέται και φύλακες του ναού και ήσαν εκείνοι που προσέφεραν τις θυσίες. Έτσι οι αντιτυπικοί «υιοί του Λευί» σήμερα είναι το υπόλοιπο των «ζώντων λίθων» του πνευματικού ναού. Είναι το υπόλοιπο του «βασιλείου ιερατεύματος» υπό τον Αρχιερέα Ιησούν Χριστόν, οι οποίοι πρέπει να προσφέρουν «πνευματικάς θυσίας» αίνου και καλών έργων προς τον Θεό και οι οποίοι πρέπει να ειδοποιήσουν και άλλους για τη θυσία του Χριστού περί αμαρτιών. Μέχρι της ελεύσεως του Κυρίου μαζί με τον Άγγελον της διαθήκης του στον ναό το 1918, υπήρχε σημαντική ελαττωματικότης όσον αφορά τις πνευματικές θυσίες των οι οποίες δεν ήσαν άξιες του θυσιαστηρίου του Θεού, η δε οργάνωσίς των δεν ήταν εντελώς καθαρή. Αλλά έπειτα από το τέλος του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου στο 1918, υπέστησαν έναν πύρινο καθαρισμό για να προσφέρουν «εις τον Ιεχωβά προσφοράν εν δικαιοσύνη». Όλος ο κόσμος τώρα γνωρίζει ότι προσφέρουν «πνευματικάς θυσίας» με δικαιοσύνη από το 1918, διότι η πιο μεγάλη προσφορά του υπολοίπου αυτού των αντιτυπικών «υιών του Λευί» υπήρξε το κήρυγμά των με υπακοή στην προφητική εντολή του κατά Ματθαίον 24:14, το κήρυγμα «τούτου του ευαγγελίου» της βασιλείας του Θεού που ιδρύθη στο 1914. Σε όλη την οικουμένη προσπάθησαν να εκτείνουν αυτό το κήρυγμα για μαρτυρία σε όλα τα έθνη προτού τερματισθή τελείως η βασιλεία του Σατανά στον Αρμαγεδδώνα. Μέσα σε διάστημα τριάντα ετών από το 1918, ο Άγγελος, για τον οποίον έχει γραφή ότι «θέλει καθίσει ως ο χωνεύων» στον ναό, έκαμε πύρινο καθαρισμό στην οργάνωσι του κηρύγματος για να την καταστήση θεοκρατική στη διάρθρωσί της και στον τρόπο της λειτουργίας της. Το αποτέλεσμα υπήρξε ότι το υπόλοιπο επέστρεψε στον αποστολικό τρόπο δράσεως «καθώς εν ταις ημέραις ταις αρχαίαις», «καθώς εν τοις προλαβούσιν έτεσι», και όλη αυτή η πορεία είναι «αρεστή εις τον Ιεχωβά.»—Μαλαχ. 3:4, ΑΣ.
30. (α) Στον καιρό μας ποια αξιόμεμπτη διαγωγή των πνευματικών «υιών του Λευί» επροκάλεσε την οργή του Ιεχωβά; (β) Όταν απεστράφη η οργή του απ’ αυτούς, ποια καλά αποτελέσματα ακολούθησαν;
30 Είναι λυπηρό να αναφέρωμε ότι στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το ιερατικό υπόλοιπο, οι αντιτυπικοί «υιοί του Λευί», ήσαν ένοχοι διαφθοράς της «διαθήκης του Λευί» μ’ έναν μολυντικό συμβιβασμό με αυτόν τον κόσμο, έτσι ώστε ο Ιεχωβά είχε «οργισθή» μαζί τους. (Ησ. 12:1) Αλλ’ από το 1919 ο Άγγελος που εκτελεί έργον «χωνευτού» στον ναό τούς εκαθάρισε για να είναι σαν πολύτιμα μέταλλα. Τους απηλευθέρωσε από την κοσμική Βαβυλώνα και τους διέταξε ως ‘βαστάζοντες τα σκεύη του Ιεχωβά’ να μην εγγίζουν πια τα ακάθαρτα πράγματα της Βαβυλώνος. (Ησ. 52:11) Κατενόησαν από τότε, ότι «η διαθήκη του Λευί» απαιτεί απ’ αυτούς να είναι ‘αγγελιαφόροι του Ιεχωβά των δυνάμεων’, να φυλάττουν γνώσι στα χείλη των, να κρατούν τον νόμον της αληθείας στο στόμα των, να περιπατούν με τον Θεό με ειρήνη και ευθύτητα και να αποστρέφουν πολλούς από την ανομία. Για να πράξουν αυτό, κατενόησαν ότι έπρεπε να είναι μάρτυρες του Ιεχωβά και να διακηρύττουν τις αλήθειες της Βασιλείας. Εις αναγνώρισιν του γεγονότος αυτού, εγκολπώθηκαν τολμηρά στο 1931 το όνομα «μάρτυρες του Ιεχωβά». Γνωρίζουν τώρα ότι η «διαθήκη του Λευί» απαιτεί ένα καθαρό ιερατείον, ένα ιερατείο που δεν επιδοκιμάζει πορνεία ή μοιχεία είτε πνευματική είτε φυσική, ένα ιερατείο που αποδίδει αποκλειστική αφοσίωσι στον Θεό και το αποδεικνύει αυτό τηρώντας τη λατρεία του στον ναό καθαρή και αγνή και ανυπόκριτη. Όπως οι χωρίς κλήρον γης Λευίτες των αρχαίων χρόνων, αυτοί γνωρίζουν ότι ο Ιεχωβά είναι η κληρονομία των και ότι η ελπίς των είναι η ουράνια βασιλεία και έτσι πρέπει να τηρούν τις διάνοιές των προσηλωμένες στα «άνω». (Κολ. 3:1, 2) Συνεπώς, με κάθε ευσυνειδησία προσπαθούν τώρα να τηρούν την «διαθήκην του Λευί». Επιμένουν να διατηρούν ορθή λατρεία στην κοινωνία του Νέου Κόσμου.
«ΜΑΡΤΥΣ ΣΠΕΥΔΩΝ»
31, 32. Για ποιον ευεργετικό σκοπό ο Ιεχωβά έγινε έως τώρα «μάρτυς σπεύδων» εναντίον των αδίκων πράξεων, μεταξύ των πνευματικών «υιών του Ιακώβ»;
31 Για να καθαρίση τον λαό του ο Ιεχωβά Θεός μάς καθορίζει τα πράγματα εκείνα που αυτός είναι εναντίον τους όταν έρχεται και είναι παρών στον άγιό του ναό για κρίσι και για καθαρισμό της θρησκείας. «Και θέλω πλησιάσει προς εσάς δια κρίσιν· και θέλω είσθαι μάρτυς σπεύδων εναντίον των μάγων, και εναντίον των μοιχευόντων, και εναντίον των επιόρκων, και εναντίον των αποστερούντων τον μισθόν του μισθωτού, των καταδυναστευόντων την χήραν και τον ορφανόν, και των αδικούντων τον ξένον, και των μη φοβουμένων με, λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων. Διότι εγώ είμαι ο Ιεχωβά· δεν αλλοιούμαι’ δια τούτο σεις, οι υιοί του Ιακώβ, δεν απωλέσθητε.»—Μαλαχ. 3:5, 6, ΑΣ· ΜΑΜ.
32 Από την έλευσί του στον ναό του ως τον Αρμαγεδδώνα παραχωρείται μόνον ‘ολίγος καιρός’ και επομένως, για να σώση τον πνευματικόν του Ισραήλ ή τους πνευματικούς «υιούς του Ιακώβ» από το ν’ απολεσθούν σ’ αυτόν τον παγκόσμιο πόλεμο, ο Ιεχωβά χρειάσθηκε να είναι μάρτυς σπεύδων στο να εκθέση την αδικία και να καθαρίση τους μετανοούντας κακοποιούς. Με το να είναι μάρτυς σπεύδων εναντίον των μάγων, μας έδωσε στο 1920, στο 1934 και στο 1955 τρία ισχυρά βιβλιάρια που εκθέτουν τον πνευματισμό. Αφήρεσε επίσης το προσωπείον από τους λεγομένους «σοφούς άνδρας εξ ανατολών» που ήλθαν να επισκεφθούν το βρέφος Ιησούν, δείχνοντας ότι ήσαν απλοί αστρολόγοι, όργανα που εχρησιμοποιήθησαν εν αγνοία των από τον άρχοντα των δαιμονίων για να διεγείρουν τον Βασιλέα Ηρώδην να προσπαθήση να φονεύση τον Ιησούν. Εξέθεσε επίσης την μεγάλη Πυραμίδα της Γκίζης δείχνοντας ότι ήταν, όχι «ο λίθινος μάρτυς του Θεού» ή «η Γραφή εν λίθοις, αλλά ένα μνημείον δαιμονισμού που δοξάζει την πίστι στην αθανασία της ψυχής ή της «επιβιώσεως μετά θάνατον».
33. Πώς το ότι ο Ιεχωβά έγινε «μάρτυς σπεύδων» επηρέασε τους ακαθάρτους και εκείνους που αφιερώθησαν και έπειτα παρέλειψαν να ζουν σύμφωνα με την αφιέρωσί των;
33 Με σπουδή επίσης ο Ιεχωβά στον ναό του έγινε μάρτυς εναντίον εκείνων που είναι ένοχοι μοιχείας ή ηθικής ακαθαρσίας σωματικώς ή πνευματικώς και αντιγραφικών διαζυγίων. Εδίδαξε τον λαό του να λάβη μια μη μοιχευτική στάσι ουδετερότητος απέναντι όλων των πολιτικών και στρατιωτικών συγκρούσεων του κόσμου τούτου. Έγινε μάρτυς εναντίον των επιόρκων, ή εκείνων που ώμοσαν ψευδώς, ειδικώς της τάξεως του «κακού δούλου», εκείνων που ώμοσαν στον Θεό και επεβεβαίωσαν ότι ‘θα φυλάττουν τας κρίσεις της δικαιοσύνης του’, και όμως απεδείχθησαν ψευδείς με το να μην εκτελέσουν την αφιέρωσί των στον Θεό να πράττουν το θέλημά του. Αφού οι επίορκοι είναι όμοιοι με τους αποκριτάς, ο Ιεχωβά δια του Αγγέλου της διαθήκης του απέβαλε την τάξι του «κακού δούλου» την οργάνωσί του και κατεκράτησε περαιτέρω πνευματικό φως απ’ αυτούς.—Ψαλμ. 119:106· Ματθ. 24:48-51.
34, 35. Με ποια διάφορα μέσα ικανοποίησε ο Ιεχωβά τόσο τις σωματικές όσο και τις πνευματικές ανάγκες ποιων εξαρτωμένων ανθρώπων πολυαρίθμων ειδών;
34 Αποκαλύπτοντας τον Λόγον του και ανασυγκροτώντας την οργάνωσί του για να λάβη ελεήμονα φροντίδα για όλους τους ταπεινούς, ο Ιεχωβά έγινε μάρτυς εναντίον εκείνων που καταδυναστεύουν τις εξαρτώμενες τάξεις, τον μισθωτόν ο οποίος ορθώς αποβλέπει στον μισθό του, και την χήραν, ιδιαίτερα την άτεκνη, και τον ορφανόν ή το παιδί που δεν έχει πατέρα και που είναι υπεύθυνο να διατηρή ζωντανό το οικογενειακό όνομα. Ο Ιεχωβά τώρα φροντίζει να βοηθηθούν αυτοί σύμφωνα με τις σωματικές των ανάγκες και ιδιαίτερα τις πνευματικές των ανάγκες, για να μπορούν ν’ απολαμβάνουν μια πλήρη πνευματική ζωή, μετέχοντας σε όλες τις πνευματικές προμήθειες του λαού του. Εδίδαξε τους δυνατούς να βαστάζουν τα βάρη των εξαρτωμένων αδυνάτων.
35 Εκτός απ’ αυτό, ο Ιεχωβά εδίδαξε περισσότερα πρόσωπα παρά τον πνευματικόν του απλώς Ισραήλ, τους πνευματικούς του «υιούς του Ιακώβ». Εδίδαξε επίσης το πολύ μεγαλύτερο πλήθος προβατοειδών ανθρώπων όχι πνευματικών Ισραηλιτών. Επειδή πλησιάζει γοργά η εκτέλεσις της πυρίνης κρίσεως κατά την τρομακτική μάχη του Αρμαγεδδώνος, ο Ιεχωβά ο Μέγας Ποιμήν αναζητεί αυτούς τους προβατοειδείς. Επειδή απλώς δεν είναι πνευματικοί Ισραηλίτες, δεν υπάρχει λόγος να τους αφήση να χαθούν. Ο πνευματικός του Ισραήλ ήταν κάποτε σαν αυτούς, είχε ανάγκην ελέους. Ο Ιεχωβά, λοιπόν, χορηγεί ή παραχωρεί σ’ αυτούς τους άλλους προβατοειδείς το δικαίωμα για μια ευκαιρία ν’ αποκτήσουν ζωή στον νέο του κόσμο. Αυτοί εξεικονίσθησαν από τους παρεπιδήμους, τους προσωρινούς κατοίκους ή αλλοδαπούς στον Ισραήλ, τους οποίους αγαπούσε ο Ιεχωβά. «Διότι Ιεχωβά ο Θεός σας είναι Θεός των θεών, και Κύριος των κυρίων, Θεός μέγας, ισχυρός, και φοβερός, ουκ αποβλέπων εις πρόσωπον, ουδέ λαμβάνων δώρον· ποιών κρίσιν εις τον ορφανόν και εις την χήραν, και αγαπών τον ξένον, δίδων εις αυτόν τροφήν και ενδύματα. Αγαπάτε λοιπόν τον ξένον.»—Δευτ. 10:17-19, ΜΝΚ.
36. Από το 1918 και έπειτα, με ποιες διάφορες άλλες ξεχωριστές προμήθειες εξακολούθησε ο Ιεχωβά να φέρνη αναψυχή και κατανόησι σε εκατομμύρια ανθρώπων που ‘στενάζουν και βοούν’ λόγω των βδελυγμάτων της πόλεως του «Χριστιανικού κόσμου»;
36 Αγανακτώντας εναντίον οποιασδήποτε αδικίας που γίνεται σ’ αυτούς, ο Ιεχωβά στον ναό του υπήρξε μάρτυς σπεύδων εναντίον «των αδικούντων τον ξένον [ή, προσωρινόν κάτοικον].» (Μαλαχ. 3:5, ΑΣ) Διεγείροντας αυξανόμενο ενδιαφέρον σ’ αυτούς, ο Ιεχωβά κατηύθυνε να κηρυχθή από το 1918 και έπειτα το καταπληκτικό δημόσιο άγγελμα «Εκατομμύρια Ήδη Ζώντων Ουδέποτε Θα Αποθάνωσι» και στο 1923 παρέσχε την ερμηνεία της «παραβολής των προβάτων και εριφίων». (Ματθ. 25:31-46) Έδειξε ότι οι δίκαιοι της γης είναι τα «άλλα πρόβατα» τα οποία ο Καλός του Ποιμήν πρέπει να συναθροίση στη μάνδρα για να τα κάμη «μίαν ποίμνην» με τα πρόβατα του πνευματικού Ισραήλ υπό «ένα Ποιμένα». (Η Σκοπιά 15 Οκτ. 1923, σελίς 310, στην Αγγλική) Κατόπιν, στον κατάλληλο καιρό του ο Ιεχωβά έδειξε στο συναθροισμένο του υπόλοιπο ότι πρέπει να δώσουν πλήρη προσοχή σ’ αυτή την άλλη προβατοειδή τάξι, διότι στο 1931 απεκάλυψε ότι το υπόλοιπο πρέπει να ενεργήση όπως ο άνθρωπος της προφητείας, ο «ενδεδυμένος λινά, με γραμματέως καλαμάριον εν τη οσφύι αυτού». Πρέπει να κάμουν σημείον στα μέτωπα αυτών των θλιμμένων προβατοειδών ανθρώπων για να τους φεισθούν οι εκτελεσταί του Ιεχωβά κατά τον Αρμαγεδδώνα. Αφού τώρα ο Ιεχωβά διέταξε να σημειωθούν αυτοί στο μέτωπο, τότε, αν αρνούμεθα να κάμωμε το έργο της επισημάνσεως, αδικούμε τον αντιτυπικόν ξένον ή προσωρινόν κάτοικον. Αν αρνούμεθα, τότε ουαί σ’ εμάς! Ο Ιεχωβά είναι ακόμη στον άγιό του ναό για να ενεργή ως μάρτυς σπεύδων και να δείχνη την έλλειψι στοργής από μέρους εκείνων που αρνούνται να ενδιαφερθούν γι’ αυτά τα πρόβατα και να ενασχοληθούν στο έργο της μαρτυρίας κάνοντας σημείο στα μέτωπά των.—Ιεζ. 9:1-4.
«ΟΙΚΟΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΔΙΑ ΠΑΝΤΑΣ ΤΟΥΣ ΛΑΟΥΣ»
37, 38. (α) Ενεργώντας δικαστικά, πώς από το 1918 διέδωσε ο Ιεχωβά σε όλη τη γη τη διδασκαλία του περί γνησίας λατρείας, μεταξύ εκείνων που είναι πρόθυμοι να παύσουν να ‘μανθάνουν πλέον τον πόλεμον’; (β) Σε ποια γραμμή εκράτησαν εξακολουθητικά την προσφορά «πνευματικών θυσιών» των οι ‘καθαρισμένοι υιοί Λευί’;
37 Αφού ο Ιεχωβά είναι τώρα στον άγιό του πνευματικό ναό για έργον κρίσεως, εκπληρώνεται η προφητεία του Ησαΐα: «Εν ταις εσχάταις ημέραις, το όρος του οίκου του Ιεχωβά θέλει στηριχθή επί της κορυφής των ορέων, και υψωθή υπεράνω των βουνών και πάντα τα έθνη θέλουσι συρρέει εις αυτό, και πολλοί λαοί θέλουσιν υπάγει, και ειπεί, Έλθετε, και ας αναβώμεν εις το όρος του Ιεχωβά, εις τον οίκον του Θεού του Ιακώβ· και θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού. Διότι εκ Σιών θέλει εξέλθει νόμος, και λόγος Ιεχωβά εξ Ιερουσαλήμ. Και θέλει κρίνει [από τον ναόν του] αναμέσον των εθνών, και θέλει ελέγξει πολλούς λαούς· και θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία, και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον.» (Ησ. 2:2-4, ΑΣ) Στους αρχαίους χρόνους ήταν συνήθεια να λατρεύουν σε υψηλούς τόπους. Ο Ιεχωβά ελατρεύετο σε μια σημαντικά υψηλή θέσι, επάνω στο «άγιον όρος» του, στο Όρος Μοριά, 2.400 πόδια και πλέον επάνω από τη Μεσόγειο Θάλασσα και 3.800 πόδια επάνω από το επίπεδο της Νεκράς Θαλάσσης. Εκεί εκείτο ο «οίκος» του ή ναός, εξυψωμένος.
38 Θέτοντας το όνομά του επάνω στο υπόλοιπό του τού πνευματικού ναού και αποστέλλοντας τους κεχρισμένους του ως μάρτυράς του, ο Ιεχωβά έκαμε να εξυψωθή σε όλη τη γη πάρα πολύ υψηλά το όνομά του σ’ αυτές τις «έσχατες ημέρες». Το υπόλοιπο του ναού, επειδή τηρεί την «διαθήκην του Λευί» και αποδίδει αποκλειστική αφοσίωσι στον Ιεχωβά, έθεσε την αγνισμένη λατρεία Του, ως υπέρτατη, επάνω από κάθε άλλο πράγμα και ειδικεύθηκε σ’ αυτήν ως πρωταρχικής σπουδαιότητος σύμφωνα με τις ιερατικές του υποχρεώσεις. Κανένα έθνος, καμμιά κυβέρνησις δεν έχει δικαίωμα να παρέμβη σ’ αυτήν, όταν δε υπάρχη σύγκρουσις μεταξύ της λατρείας του Ιεχωβά και αποδόσεως υπακοής σε ανθρωπίνους άρχοντας οι οποίοι εναντιώνονται σ’ αυτόν, το υπόλοιπο του ναού θέτει τη λατρεία του Ιεχωβά υψηλά και κρατεί σταθερά τις θέσεις της υπηρεσίας του στον ναό, αποδίδοντας πρώτα στον Θεό ό,τι ανήκει στον Θεό. (Ματθ. 22:21) Αυτοί ηρνήθησαν να παύσουν προσφέροντας τις «πνευματικές θυσίες» των αίνου στον Θεό και διακηρύξεως των αγαθών νέων της εγκαθιδρυμένης, θριαμβευούσης βασιλείας του.
39. (α) Ποιους δυσηρέστησαν οι ευγενείς αυτές πράξεις των γνησίων λατρευτών του Ιεχωβά, και γιατί; (β) Πόσο κατάλληλα εσυμβολίσθησαν στον αρχαίο καιρό οι υψηλές απαιτήσεις της λατρείας του Ιεχωβά;
39 Αυτή η πιστότης στη λατρεία του Ιεχωβά ενώπιον όλου του κόσμου, έχει εξυψώσει τον «οίκον του Ιεχωβά», τον οίκον της λατρείας του, ενώπιον όλων των εθνών. Οι πατριώτες του κόσμου τούτου δυσηρεστήθησαν γι’ αυτή την τοποθέτησι της λατρείας του Ιεχωβά, του οίκου του, επάνω από όλες τις εγκόσμιες κυβερνήσεις και υπηκοότητες και άλλες θρησκείες. Αλλά οι προβατοειδείς άνθρωποι όλων των εθνών εξετίμησαν αυτή τη διευκρίνισι της υπεροχής της λατρείας του Ιεχωβά. Από το υπόλοιπο του ναού μαθαίνουν να δίνουν στη λατρεία του την ανώτατη θέσι στη ζωή των και να την κάνουν να κυριαρχή ακόμη και επάνω από όλα τα όμοια με όρη συστήματα του κόσμου του Σατανά. Όπως ο ναός του Σολομώντος επάνω στο Όρος Μοριά, 2.400 πόδια και πλέον επάνω από τη Μεσόγειο Θάλασσα, ήταν υψηλότερος από όλους τους ειδωλολατρικούς ναούς των πρωτευουσών της Αιγύπτου, της Ασσυρίας, της Βαβυλώνος, της Περσίας, της Ελλάδος και της Ρώμης, έτσι και η λατρεία του Ιεχωβά είναι υψηλότερη από όλη την ορατή οργάνωσι του Διαβόλου. Αυτή είναι η μεγάλη ανύψωσις που οι προβατοειδείς άνθρωποι όλων των εθνών τής αποδίδουν στη ζωή τους. Για τούτο δέχονται τις κρίσεις και τις αποφάσεις του Ιεχωβά από τον υπέρτατο ναό του. Εγκαταλείπουν τον κόσμο του Διαβόλου και τα θρησκευτικοπολιτικά του όρη καθώς και τις διαμάχες των και τις πολεμικές των εξαρτύσεις και ανεβαίνουν στο «όρος του οίκου του Ιεχωβά» για να τον λατρεύσουν εκεί, σ’ αυτό το ‘ωραίο ύψωμα’, πιο πάνω από αυτόν τον εξουθενωμένο κόσμο και τη δαιμονική λατρεία του. (Ψαλμ. 48:1, 2) Προσπαθούν ν’ ανταποκριθούν στις υψηλές απαιτήσεις της λατρείας του. Αφιερώνονται σ’ αυτόν μέσω του Αρχιερέως του Ιησού Χριστού. Αναγνωρίζουν ότι η υποχρέωσίς των να τον λατρεύουν στον οίκον του είναι υψηλότερη από κάθε υποταγή στις όμοιες με όρη εξουσίες του καταδικασμένου αυτού παλαιού κόσμου.
40. Γιατί ορθώς διαμορφώνονται τώρα καλές συνήθειες ακροάσεως από πολλούς που διαμένουν προσωρινά μεταξύ των υπολειπομένων μελών του πνευματικού «Ισραήλ του Θεού»;
40 Φθάνοντας να ιδούν ότι ο Ιεχωβά είναι στον άγιό του ναό, οι προβατοειδείς αυτοί σιωπούν ευλαβικά, επειδή η προσδοκία των καθώς έρχονται στον «οίκον του Θεού του Ιακώβ» είναι ότι αυτός «θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού». Προσέχουν, λοιπόν, για ν’ ακούσουν τον νόμον του ο οποίος εξέρχεται από την ουράνια Σιών του και τον λόγον του ο οποίος εξέρχεται από την πρωτεύουσα οργάνωσί του την Ουράνια Ιερουσαλήμ. Κατόπιν περιπατούν στας τρίβους του και γίνονται μέλη της κοινωνίας του Νέου του Κόσμου. Γίνονται «ξένοι» μεταξύ των πνευματικών Ισραηλιτών.
41. (α) Ποιο μοναδικό ‘δικαίωμα του ξένου’ πρέπει τώρα να αναγνωρίζουν και υποστηρίζουν όλοι οι γνήσιοι λάτρεις του Ιεχωβά; (β) Ποια είναι σήμερα η βαθιά σημασία της παραθέσεως από τον Ιησούν της περικοπής του Ησαΐα (56:7) κατά την έλευσί του στον τελευταίον τυπικόν ναόν της Ιερουσαλήμ προς καθαρισμόν του;
41 Σήμερα η ελπίς αυτών των άλλων προβατοειδών ανθρώπων είναι να επιζήσουν του Αρμαγεδδώνος και να εισέλθουν στον νέο κόσμο του Θεού. Σ’ αυτό το βραχύ χρονικό διάστημα που απομένει ως τον Αρμαγεδδώνα, είναι δικαίωμα αυτών των μη Ισραηλιτών που είναι πρόβατα από όλα τα έθνη, να έλθουν στον εξυψωμένον «οίκον του Θεού του Ιακώβ» για να λατρεύσουν τον Ιεχωβά εκεί και ν’ αποκτήσουν σωτηρία. Αντί να κάμωμε κάτι για να τους ‘αδικήσωμε’ ας κάμωμε το παν με υπακοή στον Θεό για να τους κατευθύνωμε και να τους βοηθήσωμε στο δικαίωμά τους. Όταν ο Ιησούς ως ο Άγγελος της διαθήκης ήλθε στον ναό το 33 (μ.Χ.) και τον εκαθάρισε από το να είναι «σπήλαιον ληστών», είπε στους ληστάς εκείνους: «Δεν είναι γεγραμμένον, “Ότι ο οίκός μου θέλει ονομάζεσθαι οίκος προσευχής δια πάντα τα έθνη”;» (Μάρκ. 11:17) Σήμερα, αυτός ο ίδιος Άγγελος της διαθήκης στον πνευματικό ναό θέτει την ίδια ερώτησι, «Δεν είναι γεγραμμένον;» Μάλιστα· και επειδή είναι έτσι γεγραμμένον για τον καιρό μας, είναι τώρα διαταγή του Ιεχωβά Θεού να γίνη ο άγιός του ναός οίκος προσευχής για όλους τους λαούς, για όλα τα έθνη. Στην εγκαινίασι του ναού στο Όρος Μοριά και αφού ο Ιεχωβά ήλθε στον ναό και τον εγέμισε με την ένδοξη νεφέλη τής παρουσίας του, ο Βασιλεύς Σολομών προσηυχήθη για να γίνη ένας τέτοιος οίκος διεθνούς προσευχής, επειδή στα επτά αιτήματά του ο Σολομών περιέλαβε ένα για τον ξένον που έρχεται από μακρινή γη για το όνομα του Ιεχωβά.—1 Βασ. 8:41-43.
42. Γιατί είναι τώρα πρωταρχικής σπουδαιότητος η ενότης μεταξύ όλων των γνησίων λατρευτών του Ιεχωβά;
42 Είσθε μέλος του υπολοίπου; Τότε μη νομίζετε ότι επειδή αυτά τα άλλα πρόβατα δεν είναι πνευματικοί Ισραηλίτες με ουράνια κληρονομία δεν έχουν δικαίωμα να εισέλθουν στην αυλή του πνευματικού ναού για να λατρεύσουν τον Ιεχωβά μέσω του Αρχιερέως του Ιησού. Ή, είσθε ένας αντιτυπικός ξένος από μακρινή χώρα; Τότε μη νομίζετε ότι, επειδή δεν είσθε από το υπόλοιπο, πρέπει ν’ αποχωρισθήτε από τους μάρτυρας του Ιεχωβά και δεν μπορείτε να τύχετε αναγνωρίσεως μεταξύ κοινωνίας του Νέου Κόσμου, ακόμη και αν συνδέεσθε προς τον Ιεχωβά με αφιέρωσι. Δεν είναι καθόλου αυτή η κατεύθυνσις της σκέψεως του Ιεχωβά τώρα που η σωτηρία του μέσω της εγκαθιδρυμένης βασιλείας του είναι πολύ πλησίον. Ο Ιεχωβά λέγει τα ακόλουθα εν σχέσει με όλους τους άλλους πρόβατοειδείς ανθρώπους, οι οποίοι έρχονται σήμερα από όλα τα έθνη που είναι ξένα προς τον πνευματικόν Ισραήλ: «Ο δε υιός του αλλογενούς, ο προστεθειμένος εις τον Ιεχωβά, ας μη είπη, λέγων, Ο Ιεχωβά διόλου θέλει με χωρίσει από του λαού αυτού· . . . Περί δε των υιών του αλλογενούς, οίτινες ήθελον προστεθή εις τον Ιεχωβά, δια να δουλεύωσιν εις αυτόν, και να αγαπώσι το όνομα του Ιεχωβά, δια να ήναι δούλοι αυτού· όσοι φυλάττουσι το σάββατον ώστε να μη βεβηλώσωσιν αυτό, και κρατούσι την διαθήκην μου· και τούτους θέλω φέρει εις το άγιόν μου όρος [στην κορυφή του οποίου βρίσκεται ο ναός], και θέλω ευφράνει αυτούς εν τω οίκω της προσευχής μου· τα ολοκαυτώματα αυτών και αι θυσίαι αυτών θέλουσιν είσθαι δεκταί επί το θυσιαστήριόν μου· διότι ο οίκος μου θέλει ονομάζεσθαι, Οίκος προσευχής δια πάντας τους λαούς. Ούτω λέγει Ιεχωβά ο Θεός ο συνάγων τους διασκορπισμένους του Ισραήλ· Θέλω συνάξει έτι και άλλους εις αυτόν, εκτός των συνηγμένων αυτού.»—Ησ. 56:3, 6-8, ΑΣ.
43, 44. (α) Από το 1919, ποίων οι επίμονες παρεμποδιστικές προσπάθειες απέτυχαν εντελώς να παρακωλύσουν ποιο παγκόσμιο έργο συνάξεως από μέρους του Ιεχωβά; (β) Ποιοι ήχοι και θεάματα που προελέχθησαν από τον Θεό συγχρονίζονται σήμερα με αυτό το προοδευτικά αυξανόμενο έργο συνάξεως;
43 Από το 1919 ως το 1931 ιδιαιτέρως, ο Ιεχωβά συνήθροιζε το υπόλοιπο των πνευματικών Ισραηλιτών που ήσαν απόβλητοι σε δουλεία στον Βαβυλωνιακό κόσμο. Από τότε συναθροίζει άλλους προς τον εαυτό του στον ναό του, εκτός από το Ισραηλιτικό του υπόλοιπο που έχει συναχθή. Έκαμε τη σύναξι αυτών των άλλων. Ποιος μπόρεσε έως τώρα να τον εμποδίση; Η τάξις του «κακού δούλου»; Οι κληρικοί του «Χριστιανικού κόσμου και τα ποίμνιά των; Οι πολιτικοί δικτάτορες, οι ριζοσπαστικές κυβερνήσεις, οι ολοκληρωτικές κυβερνήσεις ή άλλες πολιτικές εξουσίες του κόσμου τούτου; Σατανάς ο Διάβολος και οι δαίμονές του; Όχι, αλλά σήμερα τα ενεργά μέλη της κοινωνίας του Νέου Κόσμου στον ναό του Ιεχωβά έχουν αυξηθή σε 608.000 μάρτυρας γύρω από τους 17.000 του υπολοίπου του ναού. Είναι η ευτυχής ευαρέσκεια του Ιεχωβά σ’ αυτή την ημέρα να ‘ευφράνη’ τους αντιτυπικούς αυτούς ‘αλλογενείς’, αυτά τα άλλα πρόβατα, ‘εν οίκω της προσευχής του’. Τους έκαμε μήπως ευτυχείς στη λατρεία του; Μάλιστα! Το άγιον «όρος του οίκου του Ιεχωβά» αντηχεί από τις κραυγές της ευτυχίας των καθώς προσφέρουν μέσω του Αρχιερέως του τις πνευματικές των ‘δια πυρός προσφορές’ και ‘θυσίες’ επάνω στο θυσιαστήριό του και καθώς αυτός αποδεικνύει την αποδοχή των με το να τους ευλογή στην υπηρεσία του, στο έργο της μαρτυρίας του.
44 Πριν από δεκαεννέα αιώνες ο Αρχιερεύς Ιησούς Χριστός έδωσε ένα όραμα στον απόστολο Ιωάννη, στο οποίο ο Ιωάννης είδε αυτόν τον «πολύν όχλον» των «ξένων» από όλα τα έθνη, με ενδύματα λευκά, με κλάδους φοινίκων στα χέρια τους, συναθροισμένους στον ναό, να χαιρετίζουν εκεί τον Ιεχωβά και τον θυσιασθέντα Υιόν και ν’ αποδίδουν σ’ αυτούς τη σωτηρία των και να υπηρετούν τον Ιεχωβά ημέρα και νύχτα στον ναό του. Τι εκστατική πείρα για τον Ιωάννη να ιδή αυτό στο όραμα! Ναι, αλλά τι διεγερτική της ψυχής πείρα για μας εδώ σήμερα, να το βλέπωμε αυτό σε ένδοξη πραγματικότητα!—Αποκάλ. 7:9-15.
45. Ποιοι συμμερίζονται τώρα την ενοποιημένη γνησία λατρεία του Ιεχωβά στον πνευματικό του οίκο προσευχής, πώς, και με ποιες ευτυχείς προσδοκίες, προς εκπλήρωσιν των Θεοδότων προρρήσεων;
45 Εξασκώντας ακόμη θεία μακροθυμία για τη σωτηρία των προβατοειδών ανθρώπων, ο Ιεχωβά δεν έχει ωστόσο συμπληρώσει τη σύναξί των στον ιδικόν του οίκον της προσευχής για όλα τα έθνη. Θα είμεθα, λοιπόν, ένα μ’ αυτόν και με τον Καλόν Ποιμένα του στο έργο αυτό; Ναι, με το ‘να είμεθα συνεργοί του’, με το να εξακολουθούμε να κηρύττωμε τα αγαθά νέα της θριαμβευούσης Βασιλείας και να διεξάγωμε όλο το εκπαιδευτικό έργον με το οποίο συντελείται η σύναξις των προβάτων. Ας βοηθήσωμε τους προβατοειδείς ξένους ν’ αντιληφθούν τη ζωτική ανάγκη και ευκαιρία τώρα να ‘προστεθούν εις τον Ιεχωβά’, «να δουλεύωσιν εις αυτόν, και να αγαπώσι το όνομα του Ιεχωβά, δια να ήναι δούλοι αυτού», να τηρούν το αντιτυπικό του σάββατο με το να μην το βεβηλώνουν με εγωιστικά έργα αυτοδικαιώσεως προσπαθώντας να σωθούν με το δικό τους τρόπο, αλλά να εμμένουν σταθερά στη νέα διαθήκη του Ιεχωβά με το να δέχωνται τον ναό του, το ιερατείο του, τον μεσίτην του, τις θυσίες του για συγχώρησι αμαρτιών, και την εκπαίδευσί του στη γνώσι του Ιεχωβά για τον μικρόν καθώς και για τον μεγάλον. (Ιερεμ. 31:31-34) Αν κάνωμε αυτό, τότε θα βρεθούμε όχι ‘να αδικούμε τον ξένον’, αλλά να τον αγαπούμε σαν τον εαυτό μας. Επομένως στον Αρμαγεδδώνα ο Ιεχωβά από τον άγιό του ναό δεν θα είναι μάρτυς σπεύδων εναντίον μας με εκτέλεσι πυρίνης κρίσεως, αλλά θα μας επιδοκιμάση και θα μας φεισθή για να διεξάγωμε τη χαρούμενη λατρεία του δια μέσου του Αρμαγεδδώνος και εξακολουθητικά στον νέο του κόσμο.