Κεφάλαιον 12
Ένας Πλούσιος στον Άδη
ΑΦΟΥ ο Άδης είναι απλώς ο κοινός τάφος του νεκρού ανθρωπίνου γένους, γιατί η Αγία Γραφή αναφέρει για έναν πλούσιο σαν να υφίσταται βασανισμό στο πυρ του Άδου; Μήπως αυτό δείχνει ότι ο Άδης, ή τουλάχιστον ένα μέρος του, είναι τόπος πύρινων βασάνων;
Οι διδάσκαλοι του πυρίνου άδου με ενδιαφέρον παρουσιάζουν αυτή την αφήγησι ως θετική απόδειξι ότι υπάρχει πράγματι ένας άδης βασάνων που αναμένει τους ασεβείς. Αλλά κάνοντας αυτό, παραβλέπουν τις σαφείς και επανειλημμένες Βιβλικές δηλώσεις όπως αυτές: «Η ψυχή η αμαρτήσασα, αυτή θέλει αποθάνει.» (Ιεζεκιήλ 18:4, 20) Επίσης: «Οι νεκροί δεν γνωρίζουσιν ουδέν.» (Εκκλησιαστής 9:5) Είναι φανερό ότι αυτές οι δηλώσεις δεν υποστηρίζουν την ιδέα των βασάνων για τις «χαμένες ψυχές» σ’ έναν πύρινο άδη.
Επομένως, η διδασκαλία της Αγίας Γραφής για την κατάστασι των νεκρών φέρνει πολλούς κληρικούς του Χριστιανικού κόσμου σε μια δυσχερή θέσι. Αυτό το ίδιο το βιβλίο στο οποίο αυτοί ισχυρίζονται ότι βασίζουν τις διδασκαλίες των, η Αγία Γραφή, αντικρούει τις δοξασίες των. Ωστόσο, συνειδητά ή υποσυνείδητα αυτοί αισθάνονται την ανάγκη να καταφύγουν στην Αγία Γραφή για να βρουν κάτι ν’ αποδείξουν τον ισχυρισμό τους, τυφλώνοντας έτσι τον εαυτό τους και τους άλλους σχετικά με την αλήθεια. Συχνά αυτό γίνεται από σκοπιμότητα.
Από την άλλη πλευρά, ειλικρινείς εκζητηταί της αληθείας θέλουν να γνωρίζουν ποιο είναι το ορθό. Κατανοούν ότι θα απατούσαν τον εαυτό τους αν απέρριπταν ωρισμένα τμήματα του Λόγου του Θεού, ενώ ταυτόχρονα θα ισχυρίζοντο ότι βασίζουν τις πεποιθήσεις των σε άλλα μέρη. Θέλουν να γνωρίζουν τι ακριβώς λέγει η Αγία Γραφή για την κατάστασι των νεκρών. Και για να ολοκληρώσουν την εικόνα, θέλουν να γνωρίζουν ποιο είναι το νόημα της αφηγήσεως σχετικά με τον πλούσιο, ο οποίος εβασανίζετο στον Άδη, και πώς αυτό συμφωνεί με το υπόλοιπο της Αγίας Γραφής.
Ο Ιησούς Χριστός ήταν εκείνος που μίλησε για κάποιον πλούσιο καθώς και για έναν επαίτη ονομαζόμενο Λάζαρο. Τα λόγια του βρίσκονται στα εδάφια Λουκάς 16:19-31 και είναι τα εξής:
«Ήτο δε άνθρωπος τις πλούσιος και ενεδύετο πορφύραν και στολήν βυσσίνην, ευφραινόμενος καθ’ ημέραν μεγαλοπρεπώς. Ήτο δε πτωχός τις ονομαζόμενος Λάζαρος, όστις εκείτο πεπληγωμένος πλησίον της πύλης αυτού και επεθύμει να χορτασθή από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου· αλλά και οι κύνες ερχόμενοι έγλειφον τας πληγάς αυτού. Απέθανε δε ο πτωχός και εφέρθη υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ· απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. Και εν τω άδη υψώσας τους οφθαλμούς αυτού, ενώ ήτο εν βασάνοις, βλέπει τον Αβραάμ από μακρόθεν και τον Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού. Και αυτός φωνάξας είπε· Πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με και πέμψον τον Λάζαρον, δια να βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού εις ύδωρ και να καταδροσίση την γλώσσαν μου, διότι βασανίζομαι εν τη φλογί ταύτη· είπε δε ο Αβραάμ· Τέκνον, ενθυμήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά· τώρα ούτος μεν παρηγορείται, συ δε βασανίζεσαι· και εκτός τούτων πάντων, μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα είναι εστηριγμένον, ώστε οι θέλοντες να διαβώσιν εντεύθεν προς εσάς να μη δύνανται, μηδέ οι εκείθεν να διαπερώσι προς ημάς. Είπε δε· Παρακαλώ σε λοιπόν, πάτερ, να πέμψης αυτόν εις τον οίκον του πατρός μου· διότι έχω πέντε αδελφούς· δια να μαρτυρήση εις αυτούς, ώστε να μη έλθωσι και αυτοί εις τον τόπον τούτον της βασάνου. Λέγει προς αυτόν ο Αβραάμ, Έχουσι τον Μωυσήν και τους προφήτας· ας ακούσωσιν αυτούς. Ο δε είπεν· Ουχί, πάτερ Αβραάμ, αλλ’ εάν τις από νεκρών υπάγη προς αυτούς, θέλουσι μετανοήσει. Είπε δε προς αυτόν· Εάν τον Μωυσήν και τους προφήτας δεν ακούωσιν, ουδέ εάν τις αναστηθή εκ νεκρών θέλουσι πεισθή.»
Σημειώστε τι αναφέρει η αφήγησις για τον πλούσιο. Γιατί εβασανίζετο στον Άδη; Τι είχε κάμει; Ο Ιησούς δεν είπε ότι ο πλούσιος είχε ζήσει μια έκφυλη ζωή. Εκείνο που είπε ο Ιησούς ήταν ότι ο άνθρωπος ήταν πλούσιος, ενεδύετο καλά και ευφραίνετο μεγαλοπρεπώς. Μήπως ένας τέτοιος τρόπος ζωής αξίζει να τιμωρηθή με βασανισμό; Είναι αλήθεια ότι η στάσις του πλουσίου απέναντι του Λαζάρου παρουσίαζε μια σοβαρή παράλειψι. Ο πλούσιος δεν έδειξε συμπάθεια αυτόν. Αλλά μήπως αυτή η παράλειψις τον έκαμε να διαφέρη τόσο πολύ από τον Λάζαρο;
Σκεφθήτε τι είπε ο Ιησούς για τον Λάζαρο. Υπάρχει τίποτε στην αφήγησι που να μας οδηγή να συμπεράνωμε ότι αν η κατάστασις αντεστρέφετο, θα ήταν ο Λάζαρος ένας σπλαχνικός άνθρωπος; Μήπως διαβάζομε ότι ο Λάζαρος είχε ένα υπόμνημα με καλά έργα απέναντι του Θεού, που τον έκαμαν να έλθη στους «κόλπους του Αβραάμ,» δηλαδή σε μια θέσι θείας ευνοίας; Ο Ιησούς δεν είπε κάτι τέτοιο. Απλώς περιέγραψε τον Λάζαρο ως έναν ασθενικό επαίτη.
Είναι, λοιπόν, λογικό να συμπεράνωμε ότι όλοι οι επαίται που πάσχουν θα λάβουν θείες ευλογίες όταν πεθάνουν, ενώ όλοι οι πλούσιοι θα πάνε σ’ έναν τόπο συνειδητών βασάνων; Όχι, διόλου. Η ίδια η επαιτεία δεν αποτελεί ένδειξι θείας ευνοίας. Αντιθέτως, η Γραφή περιέχει την παράκλησι: «Πτωχείαν και πλούτον μη δώσης εις εμέ.» (Παροιμίαι 30:8) Και ο Βασιλεύς Δαβίδ έγραψε για την εποχή του: «Δεν είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον, ουδέ το σπέρμα αυτού ζητούν άρτον.»—Ψαλμός 37:25.
Αν παίρναμε κατά γράμμα τα λόγια του Ιησού, αυτό θα μας ωδηγούσε και σε άλλα συμπεράσματα που θα καθιστούσαν την παραβολή πραγματικά παράδοξη. Μεταξύ αυτών είναι τα εξής: Ότι εκείνοι που απολαμβάνουν ουράνια ευτυχία είναι σε θέσι να βλέπουν εκείνους που υποφέρουν βάσανα στον Άδη και να μιλούν μαζί τους. Ότι το νερό που μένει στο άκρον του δακτύλου ενός ανθρώπου δεν εξατμίζεται από το πυρ του Άδου. Και ότι, μολονότι τα βάσανα του Άδου είναι μεγάλα, μια απλή σταγόνα νερού θα έφερνε ανακούφισι σ’ έναν πάσχοντα.
Αν αυτά τα πράγματα ληφθούν κατά γράμμα, σας φαίνονται λογικά; Ή, αντιθέτως πιστεύετε, ότι εκείνα που είπε ο Ιησούς δεν θα μπορούσαν να ληφθούν κατά γράμμα; Υπάρχει κανένας τρόπος να το διαπιστώσωμε;
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΠΛΟΥΣΙΟΥ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΛΑΖΑΡΟΥ»
Εξετάστε τα συμφραζόμενα. Σε ποιους μιλούσε Ιησούς; Το εδάφιο Λουκάς 16:14 μας λέγει: «Ήκουον δε ταύτα πάντα και οι Φαρισαίοι, φιλάργυροι όντες, και περιεγέλων αυτόν.»
Εφόσον ο Ιησούς μιλούσε και τον άκουαν οι Φαρισαίοι, αφηγείτο μια πραγματική περίπτωσι ή μήπως χρησιμοποιούσε απλώς μια παραβολή; Σχετικά με τον τρόπο διδασκαλίας του Ιησού προς τα πλήθη, διαβάζομε τα εξής: «Χωρίς παραβολής δεν ελάλει προς αυτούς.» (Ματθαίος 13:34) Επομένως, η αφήγησις για τον πλούσιο και τον Λάζαρο πρέπει να ήταν παραβολή.
Αυτή η παραβολή προφανώς απευθύνετο στους Φαρισαίους. Αυτοί ως τάξις ήσαν όπως ο πλούσιος. Αγαπούσαν το χρήμα, τις διακρίσεις και τους κολακευτικούς τίτλους. Ο Ιησούς είπε γι’ αυτούς: «Πράττουσι πάντα τα έργα αυτών δια να βλέπωνται υπό των ανθρώπων. Και πλατύνουσι τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσι τα κράσπεδα των ιματίων αυτών, και αγαπώσι τον πρώτον τόπον εν τοις δείπνοις και τας πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και τους ασπασμούς εν ταις αγοραίς και να ονομάζωνται υπό των ανθρώπων, Ραββί, Ραββί.»—Ματθαίος 23:5-7.
Οι Φαρισαίοι περιφρονούσαν τους άλλους, ιδιαίτερα τους τελώνας, τις πόρνες και άλλους που εφημίζοντο ως αμαρτωλοί. (Λουκάς 18:11, 12) Σε μια περίπτωσι όταν εστάλησαν αξιωματούχοι να συλλάβουν τον Ιησού και επέστρεψαν άπρακτοι, επειδή εντυπωσιάσθηκαν τη διδασκαλία του, οι Φαρισαίοι είπαν: «Μήπως σεις επλανήθητε; Μήπως τις εκ των αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν, ή εκ των Φαρισαίων; Αλλ’ ο όχλος ούτος όστις δεν γνωρίζει τον νόμον, είναι επικατάρατοι.»—Ιωάννης 7:47-49,
Γι’ αυτό, στην παραβολή ο επαίτης Λάζαρος κατάλληλα αντιπροσωπεύει τους ταπεινούς τους οποίους Φαρισαίοι καταφρονούσαν, αλλ’ οι οποίοι μετενόησαν και έγιναν ακόλουθοι του Ιησού Χριστού. Ο Ιησούς έδειξε ότι αυτοί οι καταφρονεμένοι αμαρτωλοί, αν μετανοούσαν, θα αποκτούσαν μια θέσι θείας ευνοίας, ενώ οι Φαρισαίοι και οι άλλοι εξέχοντες θρησκευτικοί ηγέται ως τάξις θα απετύγχαναν. Ο Ιησούς είχε πει: «Αληθώς σας λέγω ότι οι τελώναι και αι πόρναι υπάγουσι πρότερον υμών εις την βασιλείαν του Θεού. Διότι ήλθε προς υμάς ο Ιωάννης εν οδώ δικαιοσύνης, και δεν επιστεύσατε εις αυτόν· οι τελώναι όμως και αι πόρναι επίστευσαν εις αυτόν· σεις δε ιδόντες, δεν μετεμελήθητε ύστερον, ώστε να πιστεύσητε εις αυτόν.»—Ματθαίος 21:31, 32.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ «ΠΛΟΥΣΙΟΥ» ΚΑΙ ΤΟΥ «ΛΑΖΑΡΟΥ»
Τι συμβολίζει, λοιπόν, ο θάνατος του πλουσίου και του Λαζάρου; Δεν είναι ανάγκη να συμπεράνωμε ότι πρόκειται για πραγματικό θάνατο. Όπως συνηθίζεται στην Αγία Γραφή, ο θάνατος μπορεί να συμβολίζη και μια μεγάλη αλλαγή στην κατάστασι των ατόμων. Λόγου χάριν: Εκείνοι που ακολουθούν μια πορεία ζωής αντίθετη με το θέλημα του Θεού λέγεται ότι είναι ‘νεκροί δια τας παραβάσεις και τας αμαρτίας.’ Αλλ’ όταν έρχωνται στην εύνοια του Θεού ως μαθηταί του Ιησού Χριστού τότε λέγεται ότι ο Θεός τους «εζωοποίησε.» (Εφεσίους 2:1, 5· Κολοσσαείς 2:13) Ταυτόχρονα αυτά τα ζωοποιημένα άτομα γίνονται «νεκρά» ως προς την αμαρτία. Διαβάζομε τα εξής: «Φρονείτε εαυτούς ότι είσθε νεκροί μεν κατά την αμαρτίαν, ζώντες δε εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού του Κυρίου ημών.»—Ρωμαίους 6:11.
Επειδή τόσο ο «πλούσιος» όσο και ο «Λάζαρος» της παραβολής του Ιησού είναι σαφώς συμβολικά πρόσωπα, λογικά συμπεραίνεται ότι και ο θάνατος των είναι επίσης συμβολικός. Αλλά με ποια έννοια πεθαίνουν αυτοί;
Το κλειδί στην απάντησι αυτού του ερωτήματος βρίσκεται σ’ αυτά ακριβώς που είπε ο Ιησούς λίγο πριν αρχίση την παραβολή: «Πας όστις χωρίζεται την γυναίκα αυτού και νυμφεύεται άλλην, μοιχεύει, και πας όστις νυμφεύεται κεχωρισμένην από ανδρός, μοιχεύει. (Λουκάς 16:18) Αυτή η δήλωσις μπορεί να φαίνεται ότι είναι τελείως άσχετη με την παραβολή. Αλλά δεν συμβαίνει αυτό.
Μέσω του Μωσαϊκού νόμου, το έθνος Ισραήλ ήταν σε μια σχέσι διαθήκης με τον Θεό και επομένως θα μπορούσε να χαρακτηρισθή ως σύζυγος του. Στον Ιερεμία 3:14, ΜΝΚ, λόγου χάριν, ο Θεός χαρακτηρίζει αυτό το έθνος σαν μια άπιστη σύζυγο: «Επιστρέψατε, υιοί αποστάται, λέγει ο Ιεχωβά. Διότι εγώ έγινα ο συζυγικός κύριός σας.» Αργότερα με την έλευσι του Ιησού εδόθη η ευκαιρία στους Ιουδαίους ν’ αποτελέσουν μέρος της «νύμφης» του. Γι’ αυτό και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είπε στους μαθητάς του: «Σεις αυτοί είσθε μάρτυρες μου ότι είπον· Δεν είμαι εγώ ο Χριστός, αλλ’ ότι είμαι απεσταλμένος έμπροσθεν εκείνου. Όστις έχει την νύμφην είναι νυμφίος· ο δε φίλος του νυμφίου, ο ιστάμενος και ακούων αυτόν, χαίρει καθ’ υπερβολήν δια την φωνήν του νυμφίου. Αυτή λοιπόν η χαρά η ιδική μου επληρώθη. Εκείνος [ο Ιησούς] πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττώνωμαι.»—Ιωάννης 3:28-30.
Οι Ιουδαίοι, για ν’ αποτελέσουν μέρος της «νύμφης» του Χριστού, έπρεπε να ελευθερωθούν από τον Νόμο ο οποίος τους καθιστούσε, με μια συμβολική έννοια, σύζυγο του Θεού. Χωρίς αυτή την απαλλαγή, δεν μπορούσαν να έλθουν σε συζυγική σχέσι με τον Χριστό, διότι αυτή θα ήταν μια μοιχευτική σχέσις. Τα λόγια της επιστολής προς Ρωμαίους 7:1-6 το επιβεβαιώνουν αυτό:
«Ή αγνοείτε, αδελφοί, διότι λαλώ προς γινώσκοντας τον νόμον, ότι ο νόμος έχει κυριότητα επί του ανθρώπου εφ’ όσον χρόνον ζη; Διότι η ύπανδρος γυνή είναι δεδεμένη δια του νόμου με τον άνδρα ζώντα· εάν δε αποθάνη ο ανήρ, απαλλάττεται από του νόμου του ανδρός. Άρα λοιπόν εάν ζώντος του ανδρός συζευχθή με άλλον άνδρα, θέλει είσθαι μοιχαλίς· εάν όμως αποθάνη ο ανήρ, είναι ελευθέρα από του νόμου, ώστε να μη ήναι μοιχαλίς εάν συζευχθή με άλλον άνδρα.
«Λοιπόν, αδελφοί μου, και σεις εθανατώθητε ως προς τον νόμον δια του σώματος του Χριστού, δια να συζευχθήτε με άλλον, τον αναστάντα εκ νεκρών, δια να καρποφορήσωμεν εις τον Θεόν. Διότι ότε ήμεθα εν τη σαρκί, τα πάθη των αμαρτιών, τα δια του νόμου, ενηργούντο εν τοις μέλεσιν ημών, δια να καρποφορήσωμεν εις τον θάνατον· τώρα όμως απηλλάχθημεν από του νόμου αποθανόντος εκείνου υπό του οποίου εκρατούμεθα, δια να δουλεύωμεν κατά το νέον πνεύμα και ουχί κατά το παλαιόν γράμμα.»
Μολονότι ο θάνατος του Ιησού Χριστού απετέλεσε τη βάσι για την απαλλαγή των Ιουδαίων από τον Νόμο, ακόμη και πριν από τον θάνατο του όσοι μετανοούσαν μπορούσαν να έλθουν σε μια θέσι ευνοίας με τον Θεόν ως μαθηταί του Υιού του. Το άγγελμα και το έργο του Ιωάννου του Βαπτιστού και του Ιησού Χριστού άνοιξαν τη θύρα στους Ιουδαίους για να λάβουν την ευκαιρία ν’ αποκτήσουν τη θεία εύνοια και να γίνουν άξιοι για την ουράνια κληρονομία ως μέλη της νύμφης του Χριστού, όπως εξεφράσθη ο ίδιος ο Ιησούς: «Από δε των ημερών Ιωάννου του Βαπτιστού έως του νυν η βασιλεία των ουρανών βιάζεται, και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν.»—Ματθαίος 11:12.
Επομένως το έργο και το άγγελμα του Ιωάννου του Βαπτιστού και του Ιησού Χριστού άρχισαν να οδηγούν σε μια πλήρη αλλαγή της καταστάσεως του συμβολικού «πλουσίου» και του «Λαζάρου.» Και οι δύο αυτές τάξεις πέθαναν ως προς την προηγούμενη κατάστασί των. Η μετανοημένη τάξις του «Λαζάρου» περιήλθε σε μια θέσι ευνοίας, ενώ η τάξις του πλουσίου περιήλθε σε δυσμένεια επειδή παρέμεινε αμετανόητη. Κάποτε η τάξις του «Λαζάρου» απέβλεπε στους Φαρισαίους και τους άλλους θρησκευτικούς ηγέτας του Ιουδαϊσμού για να λάβη πνευματικά «ψιχία.» Αλλ’ η γνώσις της αληθείας που έλαβαν από τον Ιησούν ικανοποίησε τις πνευματικές των ανάγκες. Η Αγία Γραφή, αντιπαραβάλλοντας την πνευματική τροφή που έδινε ο Ιησούς με την τροφή των θρησκευτικών ηγετών, λέγει τα εξής: «Εξεπλήττοντο οι όχλοι δια την διδαχήν αυτού· διότι εδίδασκεν αυτούς ως έχων εξουσίαν, και ουχί ως οι γραμματείς.» (Ματθαίος 7:28, 29) Πράγματι είχε γίνει μια πλήρης αντιστροφή. Είχε αποδειχθή ότι οι θρησκευτικοί ηγέται του Ιουδαϊσμού δεν είχαν τίποτα να προσφέρουν στην τάξι του «Λαζάρου.»
Την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ. πραγματοποιήθηκε η αλλαγή των καταστάσεων. Τότε η διαθήκη αντικατέστησε την παλαιά διαθήκη του Νόμου. Εκείνοι που μετανόησαν και δέχθηκαν τον Ιησού ελευθερώθηκαν τότε πλήρως από την παλαιά διαθήκη του Νόμου. Πέθαναν ως προς αυτήν. Εκείνη την ημέρα της Πεντηκοστής υπήρχε, επίσης, η αλάνθαστη απόδειξις ότι οι μαθηταί του Ιησού Χριστού εξυψώθηκαν πολύ πιο πάνω από τους Φαρισαίους και τους εξέχοντας θρησκευτικούς αρχηγούς. Όχι οι θρησκευτικοί ηγέται του Ιουδαϊσμού, αλλά αυτοί οι μαθηταί έλαβαν το πνεύμα του Θεού, που τους κατέστησε ικανούς να μιλούν για τα «μεγαλεία του Θεού» στις τοπικές γλώσσες των λαών που είχαν έλθει από πολύ μακρυνούς τόπους. (Πράξεις 2:5-11) Τι θαυμαστή απόδειξις ήταν αυτή ότι είχαν τη θεία ευλογία και επιδοκιμασία! Η τάξις του «Λαζάρου» είχε πράγματι έλθει στην κατάστασι της ευνοίας με το να γίνη το πνευματικό σπέρμα του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, του Ιεχωβά. Αυτό εξεικονίσθηκε από τον «κόλπον του Αβραάμ.»—Παράβαλε Ιωάννης 1:18.
Όσο για τους αμετανόητους Φαρισαίους και τους άλλους εξέχοντας θρησκευτικούς ηγέτας, αυτοί ήσαν νεκροί ως προς την προηγούμενη θέσι της φαινομενικής ευνοίας που είχαν. Αυτοί ήσαν στον «Άδη.» Επειδή παρέμειναν αμετανόητοι, αποχωρίσθηκαν από τους πιστούς μαθητάς του Ιησού σαν να μεσολάβησε ένα μεγάλο χάσμα. Αυτό ήταν ένα χάσμα που προκάλεσε η αμετάβλητη και δίκαιη κρίσις του Θεού. Σχετικά μ’ αυτό διαβάζομε στην Αγία Γραφή: «Αι κρίσεις σου άβυσσος μεγάλη.»—Ψαλμός 36:6.
Ο ΒΑΣΑΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ «ΠΛΟΥΣΙΟΥ»
Η τάξις του πλουσίου εβασανίζετο επίσης. Πώς; Από τα αγγέλματα της πυρίνης κρίσεως του Θεού που εκήρυτταν οι μαθηταί του Ιησού.—Παράβαλε Αποκάλυψις 14:10.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι θρησκευτικοί ηγέται εβασανίζοντο από το άγγελμα που διεκήρυτταν οι μαθηταί του Ιησού. Έκαναν απεγνωσμένες προσπάθειες για να σταματήσουν το κήρυγμα. Όταν οι απόστολοι του Ιησού Χριστού απολογήθηκαν ενώπιον του Ιουδαϊκού ανωτάτου δικαστηρίου που απετελείτο από εξέχοντας θρησκευτικούς άνδρας, οι δικασταί «έτριζον τους οδόντας, και εβουλεύοντο να θανατώσωσιν αυτούς.» (Πράξεις 5:33) Αργότερα, η απολογία του μαθητού Στεφάνου είχε μια παρόμοια βασανιστική επίδρασι στα μέλη εκείνου του δικαστηρίου. «Κατεκόπτοντο τας καρδίας αυτών και έτριζον τους οδόντας κατ’ αυτού.»—Πράξεις 7:54.
Αυτοί οι θρησκευτικοί ηγέται ζητούσαν από τους μαθητάς του Ιησού να έλθουν και να ‘δροσίσουν τη γλώσσα τους.’ Ζητούσαν από την τάξι του «Λαζάρου» να εγκαταλείψη τους «κόλπους’ της θείας ευνοίας και να παρουσιάση το θείο άγγελμα με τέτοιον τρόπο ώστε να μη τους στενοχωρή. Ομοίως, ζητούσαν από την τάξι του «Λαζάρου» να νοθεύση το θείο άγγελμα ώστε οι «πέντε αδελφοί» των, οι θρησκευτικοί των σύντροφοι, να μην πάνε σ’ έναν «τόπο βασάνων.» Δεν ήθελαν να βασανίζεται κανένας από τους συντρόφους των με αγγέλματα κρίσεως.
Αλλ’ όπως τονίσθηκε στην παραβολή του Ιησού, ούτε η τάξις του «πλουσίου» ούτε οι θρησκευτικοί της σύντροφοι θα μπορούσαν ν’ απαλλαγούν από τα βασανιστικά αποτελέσματα του αγγέλματος που εκήρυττε η τάξις του Λαζάρου. Οι απόστολοι του Κυρίου Ιησού Χριστού αρνήθηκαν να νοθεύσουν το άγγελμα. Αρνήθηκαν να παύσουν να διδάσκουν εν ονόματι του Ιησού. Η απάντησίς των στο ανώτατο Ιουδαϊκό δικαστήριο ήταν: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.»—Πράξεις 5:29.
Αν οι θρησκευτικοί σύντροφοι του «πλουσίου» ήθελαν να διαφύγουν αυτά τα βάσανα, μπορούσαν να το πράξουν. Είχαν τον «Μωυσήν και τους προφήτας,» δηλαδή είχαν τις θεόπνευστες Άγιες Γραφές που ήσαν γραμμένες από τον Μωυσή και τους άλλους αρχαίους προφήτας. Ούτε μια φορά εκείνες οι θεόπνευστες Γραφές δεν ανέγραψαν κανένα κατά γράμμα τόπο βασανισμού μετά θάνατον, αλλά περιείχαν όλα όσα εχρειάζοντο για προσδιορίσουν τον Ιησούν ως τον υποσχεμένο Μεσσία ή Χριστόν. (Δευτερονόμιον 18:15, 18, 19· 1 Πέτρου 1:10, 11) Επομένως, αν η τάξις του «πλουσίου» και των «πέντε αδελφών» του είχαν δώσει προσοχή στον «Μωυσήν και τους προφήτας,» θα είχαν δεχθή τον Ιησού ως τον Μεσσία. Αυτό θα τους έκανε ν’ αποκτήσουν τη θεία επιδοκιμασία και θα τους προστάτευε από τα βασανιστικά αποτελέσματα του αγγέλματος της θείας κρίσεως.
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΟΦΕΙΛΕ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΗ
Δεν δικαιολογούνται οι κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου να μη γνωρίζουν ότι αυτό είναι το νόημα της παραβολής του Ιησού. Μια αξιόλογη Προτεσταντική έκδοσις με σχόλια, Η Βίβλος του Ερμηνευτού, εφιστά την προσοχή μας σε μια παρόμοια εξήγησι. Τονίζει ότι πολλοί ερμηνευταί πιστεύουν ότι τα λόγια του Ιησού αποτελούν «ένα αλληγορικό συμπλήρωμα που αναφέρεται στη διαμάχη μεταξύ της πρώτης Χριστιανοσύνης και του ορθοδόξου Ιουδαϊσμού. Ο πλούσιος και οι αδελφοί του αντιπροσωπεύουν τους απίστους Ιουδαίους. Ο Ιησούς είχε σκοπό να βεβαιώση ότι αυτοί με πείσμα θα ηρνούντο να μετανοήσουν παρά τη φανερή μαρτυρία της Γραφής γι’ αυτόν και είχε προείπει ότι αυτοί δεν θα εντυπωσιάζοντο από την ανάστασί του. Φαίνεται ότι ο Λουκάς και οι αναγνώσται του είχαν δεχθή μια παρόμοια ερμηνεία γι’ αυτά τα εδάφια.» Και σε μια υποσημείωσι του 16ου κεφαλαίου του Λουκά, η Καθολική Βίβλος της Ιερουσαλήμ αναγνωρίζει ότι πρόκειται για μια «παραβολική αφήγησι χωρίς ν’ αναφέρεται σε ιστορικά πρόσωπα.»
Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, μπορούμε ορθώς να ρωτήσουμε: Γιατί οι κληρικοί του Χριστιανικού κόσμου δεν είπαν τουλάχιστον στο εκκλησίασμά των ότι αυτή είναι μια παραβολή; Γιατί εκείνοι που γνωρίζουν ότι η Αγία Γραφή δεν διδάσκει την αθανασία της ανθρωπίνης ψυχής εξακολουθούν να παίρνουν κατά γράμμα μια αφήγησι που είναι καθαρά παραβολική; Δεν είναι ανέντιμο αυτό; Δεν δείχνουν έτσι περιφρόνησι στον Λόγο του Θεού, αποκρύπτοντας σκοπίμως την πραγματικότητα;
Η παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου περιέχει ζωτικά μαθήματα για μας σήμερα. Προσέχομε εμείς στον εμπνευσμένο Λόγο του Θεού; Επιθυμούμε να τον ακολουθούμε ως αφοσιωμένοι μαθηταί του Ιησού Χριστού; Εκείνοι που αρνούνται να το πράξουν αυτό, όπως οι Ιουδαίοι Φαρισαίοι, δεν θα διαφύγουν από τα βασανιστικά αποτελέσματα του αγγέλματος της θείας κρίσεως εναντίον των. Οι πιστοί δούλοι του Θεού θα εξακολουθήσουν να διακηρύττουν την αλήθεια, εκθέτοντας άφοβα τη θρησκευτική πλάνη.
Ποια είναι η στάσις σας σ’ αυτό το ζήτημα; Πιστεύετε ότι θα έπρεπε να παύση κάθε καταγγελία εναντίον της θρησκευτικής πλάνης, επειδή νομίζετε ότι υπάρχει κάτι καλό σε όλες τις θρησκείες; Ή μήπως αισθάνεσθε αγανάκτησι για τον Χριστιανικό κόσμο που κακοπαρέστησε τον Θεό με τις ψευδείς του δοξασίες σχετικά με τους νεκρούς; Θέλετε να δήτε το όνομα του Θεού απηλλαγμένο από τη μομφή που έφερε επάνω του η διδασκαλία των ψευδών δοξασιών; Επιθυμείτε να καταβάλετε κάθε προσπάθεια για να ελευθερώσετε τους ειλικρινείς ανθρώπους που είναι υποδουλωμένοι στα θρησκευτικά ψεύδη; Αν το επιθυμήτε πραγματικά, θα διαπιστώσετε ότι ο σκοπός του Θεού για τους νεκρούς και τους ζώντας είναι πολύ παρηγορητικός.