«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
Γιατί ο Ιησούς Χριστός Δεν Ήθελε Καμμιά Διαφήμισι;
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ που ενδιαφέρονται ν’ αποκτήσουν φήμη και θέσι, αγωνίζονται να κερδίσουν δημόσια αναγνώρισι. Προσπαθούν να συμβιβάζονται και να δημιουργούν ένα δημοφιλές ρεύμα που θα το εκμεταλλευθούν για να κερδίσουν την εξουσία. Ο Ιησούς Χριστός, όμως, δεν επεδίωκε την επιδεικτική δημοσιότητα. Την απέφευγε. Η βασιλεία του δεν ήταν αυτού του κόσμου και γι’ αυτό δεν χρειαζόταν την αναγνώρισι του κόσμου.
Σχετικά με την εκτέλεσι των θαυματουργικών θεραπειών του, διαβάζομε επανειλημμένως ότι ο Ιησούς συνιστούσε σ’ αυτούς που εθεράπευε να μη πουν γι’ αυτό τίποτα σε κανένα. (Ματθ. 9:30· Μάρκ. 1:44· 7:36) Παρήγγειλε επίσης στους μαθητάς του να μη κάμουν γνωστό ότι αυτός ήταν ο Χριστός.—Ματθ. 16:20.
Οι ετεροθαλείς αδελφοί του Ιησού δεν μπορούσαν ν’ αντιληφθούν γιατί ήθελε να κάνη το έργο του με φαινομενική αφάνεια στη Γαλιλαία. Γι’ αυτό, κοντά στον καιρό του εορτασμού της εορτής της σκηνοπηγίας στο έτος 32 μ.Χ., του είπαν: «Μετάβηθι εις την Ιουδαίαν, για να ίδωσι και οι μαθηταί σου τα έργα σου τα οποία κάμνεις· διότι ουδείς πράττει τι κρυφίως, και ζητεί αυτός να είναι φανερός. Εάν πράττης ταύτα, φανέρωσον σεαυτόν εις τον κόσμον.» (Ιωάν. 7:3, 4) Αυτή η σύστασις ήταν μια απόδειξις της ελλείψεως πίστεως εκ μέρους των. Αν επίστευαν ότι ο Ιησούς ήταν ο Υιός του Θεού, ποτέ δεν θα τολμούσαν να του συστήσουν τι έπρεπε να κάμη. Θα προσπαθούσαν να καταλάβουν γιατί ο Ιησούς έκανε τη διακονία του χωρίς επιδεικτική δημοσιότητα.
Οκτώ σχεδόν αιώνες νωρίτερα ο Ιεχωβά Θεός, μέσω του προφήτου Ησαΐα, απεκάλυψε γιατί ο Μεσσίας θα απεδοκίμαζε τη θορυβώδη δημοσιότητα. Η προφητεία, που βρίσκεται στον Ησαΐα 42:1, 2, εφαρμόσθηκε από τον Ματθαίο στον Ιησού Χριστό και λέγει: «Ιδού ο δούλος μου τον οποίον υπεστήριξα· ο εκλεκτός μου, εις τον οποίον η ψυχή μου ευηρεστήθη· έθεσα το πνεύμα μου επ’ αυτόν· θέλει εξαγγείλει κρίσιν εις τα έθνη. Δεν θέλει φωνάξει, ουδέ θέλει ανακράξει, ουδέ θέλει κάμει την φωνήν αυτού να ακουσθή εν ταις οδοίς.» (Ματθ. 12:15-19). Έτσι το ότι ο Ιησούς συνιστούσε σε άλλους να μη κοινολογούν τα θαυματουργικά του έργα ήταν πραγματικά μια επιβεβαίωσις του ότι ήταν ο υποσχεμένος Μεσσίας.
Φαίνεται όμως ότι υπήρχαν και άλλοι λόγοι. Αντί να επιδιώκη να γίνη διάσημος και να κάμη τους ανθρώπους να βγάλουν συμπεράσματα βάσει εντυπωσιακών φημών, ο Ιησούς ήθελε προφανώς ν’ αποφασίσουν οι άλλοι βάσει βάσιμων αποδείξεων ότι αυτός ήταν ο Χριστός. Γι’ αυτό δεν ήγειρε δημοσίως το ζήτημα της Μεσσιανικής του ιδιότητος, αλλ’ άφηνε τα έργα του να μιλούν γι’ αυτό. Επί παραδείγματι, σε μια περίπτωσι οι Ιουδαίοι τον περικύκλωσαν, λέγοντας: «Έως πότε κρατείς εν αμφιβολία την ψυχήν ημών; εάν συ ήσαι ο Χριστός, ειπέ προς ημάς παρρησία.» Ο Ιησούς απεκρίθη: «Σας είπον και δεν πιστεύετε. Τα έργα τα οποία εγώ κάμνω εν τω ονόματι του Πατρός μου, ταύτα μαρτυρούσι περί εμού. Αλλά σεις δεν πιστεύετε· διότι δεν είσθε εκ των προβάτων των εμών.» (Ιωάν. 10:24-26) Ναι, αυτοί που απεδεικνύοντο ότι ήσαν «πρόβατα» του Ιησού είχαν άφθονες αποδείξεις για να λάβουν απόφασι σχετικά με το αν ήταν ο Χριστός.
Ο Χριστός, βέβαια, είπε σε μια Σαμαρείτισσα στο πηγάδι κοντά στη Συχάρ ότι αυτός ήταν ο Χριστός. Αλλ’ αυτό έγινε αφού αυτή ανεγνώρισε ότι ήταν προφήτης και εκδήλωσε πίστη στην έλευσι του Μεσσία. (Ιωάν. 4:19-26) Αργότερα αυτή η γυναίκα είπε στους άνδρες της πόλεώς της: «Έλθετε, να ίδητε άνθρωπον, όστις μοι είπε πάντα όσα έπραξα· μήπως ούτος είναι ο Χριστός;»—Ιωάν. 4:29.
Ως αποτέλεσμα πολλοί Σαμαρείτες επίστευσαν στον Ιησού, θα πρέπει όμως να σημειωθή ότι δεν πίστευσαν απλώς λόγω της μαρτυρίας της γυναίκας. Έβγαλαν τα δικά τους συμπεράσματα βάσει αυτών που οι ίδιοι προσωπικώς άκουσαν να λέγη ο Ιησούς. Η Γραφική αφήγησις μας λέγει: «Και προς την γυναίκα έλεγον, ότι δεν πιστεύομεν πλέον διά τον λόγον σου· επειδή ημείς ηκούσαμεν, και γνωρίζομεν ότι ούτος είναι αληθώς ο Σωτήρ του κόσμου, ο Χριστός.»—Ιωάν. 4:39-42.
Ενώ ο Ιησούς συνήθως συμβούλευε τους ανθρώπους να μη διαφημίζουν τα θαύματά του και ότι ήταν ο Χριστός, αναφέρεται στη Γραφή μια αξιοσημείωτη εξαίρεσις. Αυτό αφορούσε τη θεραπεία δύο δαιμονιζομένων ανδρών στη χώρα των Γαδαρηνών. Ο Ιησούς επέτρεψε στους δαίμονες που έβγαλε απ’ αυτούς τους ανθρώπους να μπουν σε μια αγέλη χοίρων. Ως αποτέλεσμα ολόκληρη η αγέλη από 2.000 χοίρους ώρμησε στον γκρεμό και πνίγηκε στη θάλασσα της Γαλιλαίας. Αυτό ενώχλησε τόσο πολύ τους ντόπιους κατοίκους ώστε παρεκάλεσαν τον Ιησού να φύγη από την περιοχή. (Ματθ. 8:28-34· Μάρκ. 5:11-17) Όταν ο Ιησούς επρόκειτο να φύγη με τη βάρκα, ένας από τους άνδρες τούς δαιμονισθέντες «παρεκάλει αυτόν . . . να ήναι μετ’ αυτού. Πλην ο Ιησούς δεν αφήκεν αυτόν, αλλά λέγει προς αυτόν, ‘Ύπάγε εις τον οίκον σου προς τους οικείους σου, και ανάγγειλον προς αυτούς όσα ο Ιεχωβά σοι έκαμε, και σε ηλέησε.’»—Μάρκ. 5:18, 19, ΜΝΚ.
Αν και ήταν μια εξαίρεσις η συμβουλή που δόθηκε στον πρώην δαιμονισμένο, προφανώς εξυπηρέτησε καλά τον σκοπό του Ιησού. Ο θεραπευθείς θα μπορούσε να δώση μαρτυρία στους ανθρώπους με τους οποίους ο Υιός του Θεού θα είχε περιωρισμένη επαφή, ιδιαίτερα αν έχωμε υπ’ όψι ότι ζήτησαν από τον Ιησού να φύγη από την περιοχή. Η παρουσία του ανθρώπου αυτού θα παρείχε μαρτυρία για τη δύναμι του Ιησού να εργάζεται το καλό, εξουδετερώνοντας οποιαδήποτε δυσμενή φήμη που μπορούσε να κυκλοφορήση για την απώλεια της αγέλης των χοίρων.
Με την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό δεν ήταν πια δυνατόν σε άτομα ν’ ακούν τους λόγους του και να βλέπουν προσωπικά τα έργα του. Τώρα που υπήρχαν πια όλες οι αποδείξεις, έφθασε ο καιρός να δοθή θαρραλέα και δημοσία μαρτυρία ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός. Ακριβώς πριν από την ανάληψί του ο ίδιος ο Ιησούς είχε πει στους ακολούθους του: «Θέλετε είσθαι εις εμέ μάρτυρες και εν Ιερουσαλήμ και εν πάση τη Ιουδαία και έως εσχάτου της γης.» (Πράξ. 1:8) Με το να τους κάμη ικανούς να εκτελούν θαύματα και να μιλούν σε ξένες γλώσσες που ποτέ δεν είχαν μάθει, ο ίδιος ο Ιεχωβά Θεός επιβεβαίωσε την ειλικρίνεια αυτών των μαρτύρων.—Εβρ. 2:3, 4.
Τελικά τα γεγονότα της επιγείου διακονίας του Ιησού διετυπώθησαν γραπτώς. Σύμφωνα με τη νομική αρχή ότι κάθε ζήτημα πρέπει να βεβαιώνεται από το στόμα δύο ή τριών μαρτύρων, ο Ιεχωβά Θεός προνόησε φιλάγαθα ώστε να γραφούν τέσσερες χωριστές αφηγήσεις για τη δράσι του Υιού του όταν ήσαν στη γη. (Δευτ. 19:15) Έτσι κανένας σήμερα δεν χρειάζεται να βασίζη τις πεποιθήσεις του σε προφορικές παραδόσεις, σε απλές διαδόσεις που έφθασαν ως εμάς διά μέσου των αιώνων. Εξετάζοντας τα Γραφικά βιβλία του Ματθαίου, του Μάρκου, του Λουκά και του Ιωάννου, μπορεί ένα άτομο ν’ αποφασίση μόνο του κατά πόσον οι αποδείξεις που παρουσιάζονται εκεί αποδεικνύουν ότι ο Ιησούς είναι πράγματι ο Χριστός.
Προφανώς οι οδηγίες του Ιησού να μη διαφημισθούν η ταυτότης του και τα θαύματά του ήσαν προσωρινές. Όσο ο Ιησούς βρισκόταν στο προσκήνιο της δράσεως, ήθελε να πιστεύουν σ’ αυτόν οι άνθρωποι ως τον Μεσσία λόγω αυτών που οι ίδιοι προσωπικά έβλεπαν και άκουγαν, όπως έκαμαν οι απόστολοί του και οι μαθηταί του. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι η ενέργεια του Ιησού ν’ αποφεύγη την επιδεικτική δημοσιότητα εξεπλήρωνε την προφητεία και ήταν η ίδια μια επιβεβαίωσις της Μεσσιανικής του ταυτότητος.