Δείξτε Σεβασμό για την Οργάνωσι του Ιεχωβά
«Υιέ μου, φύλαττε την εντολήν του πατρός σου, και μη απορρίψης την διδασκαλίαν της μητρός σου. Διότι λύχνος είναι η εντολή, και φως η διδασκαλία, και οι έλεγχοι της παιδείας οδός ζωής.»—Παροιμ. 6:20, 23, ΑΣΜ.
1. Ποια είναι τα τέκνα του «Χριστιανισμού», και ποια είναι η κατάστασίς των;
TA ΤΕΚΝΑ του «Χριστιανισμού» είναι τέκνα του παρόντος συστήματος πραγμάτων, διότι ο «Χριστιανισμός» αποτελεί επικρατούν μέρος αυτού. Τα τέκνα του «Χριστιανισμού» έχουν ένα λύχνο, τη Γραφή, σε εκατοντάδες εκατομμυρίων αντίτυπα σε πολλές γλώσσες· αλλά γι’ αυτούς είναι ένας λύχνος δίχως φως. Γιατί; Διότι ο πατέρας αυτού του συστήματος πραγμάτων και ο ακατάστατος γόνος του, ο «Χριστιανισμός», έχουν τυφλώσει τις διάνοιές των ως προς το φως του λύχνου. Ακόμη χειρότερο είναι, ότι εσκεμμένως ώθησαν τα τέκνα τους έξω από το φως, χωρίς κατάλληλη εκτίμησι του λύχνου των, και τα άφησαν να περιπλανώνται σε μια σκοτισμένη και σχεδόν ενδεή κατάστασι. Ακόμη και ο λύχνος που φέρουν, καλυμμένος καθώς είναι γι’ αυτούς, θα είχε αποσπασθή απ’ αυτούς αν δεν το είχε εμποδίσει ένα πιο ισχυρό χέρι. Αυτή είναι η εικόνα των τέκνων του παλαιού κόσμου στον «Χριστιανισμό».—2 Κορ. 3:15· 4:4, 6.
2. Από ποια σημαντική άποψι τα τέκνα της κοινωνίας Νέου Κόσμου διαφέρουν από τα τέκνα του «Χριστιανισμού»;
2 Τι αντίθεσις όταν κυττάζωμε τα τέκνα της κοινωνίας Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά! Αυτοί φέρουν επίσης ένα λύχνο, τον ίδιο λύχνο πραγματικά, τον γραπτόν λόγον του Θεού. Αλλ’ όπως είναι γραμμένο στον Ψαλμό 119:105: «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο λόγος σου, και φως εις τας τρίβους μου.» Γιατί αυτοί έχουν φως ενώ τα τέκνα του «Χριστιανισμού» δεν έχουν; Και τα δύο μέρη έχουν τον ίδιο λύχνο, τον λόγον του Θεού, τη Γραφή. Πού είναι η διαφορά; Η απάντησις είναι ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά εκύτταξαν με ακάλυπτα πρόσωπα τον λαμπρόν λόγον του ουρανίου Πατρός και εδέχθησαν επίσης τη διαφωτιστική διδασκαλία μέσω της μητρικής οργανώσεώς του. Καθώς είναι γραμμένο στις Παροιμίες 6:20, 23 (ΑΣΜ): «Υιέ μου, φύλαττε την εντολήν του πατρός σου, και μη απορρίψης την διδασκαλίαν της μητρός σου. Διότι λύχνος είναι η εντολή, και φως η διδασκαλία, και οι έλεγχοι της παιδείας οδός ζωής.»
3. Τι απαιτείται από εκείνους που θα ήθελαν να έχουν φως από τη Γραφή;
3 Εξετάστε τούτο για μια στιγμή. Δύο πράγματα αναφέρονται: η εντολή του πατρός και η διδασκαλία ή νόμος της μητρός. Κατόπιν η παροιμία εξηγεί ότι η εντολή του πατρός είναι ένας λαμπρός λύχνος, αλλ’ ότι φως επίσης προέρχεται από τη διδασκαλία ή νόμον της μητρός. Ο κόσμος είναι γεμάτος από Γραφές, το Βιβλίο δε αυτό περιέχει τις εντολές του Θεού. Γιατί, λοιπόν, οι άνθρωποι δεν ξέρουν ποιον δρόμο ν’ ακολουθήσουν; Διότι δεν έχουν επίσης και τη διδασκαλία ή νόμον της μητρός, που είναι φως. Ο Ιεχωβά Θεός έχει προμηθεύσει τον άγιον γραπτόν λόγον του για όλο το ανθρώπινο γένος και αυτός περιέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται οι άνθρωποι για ν’ αναλάβουν πορεία που οδηγεί στη ζωή, Αλλ’ ο Θεός δεν εκανόνισε να μιλή ανεξάρτητα ο λόγος αυτός ή να εξαποστέλλη μόνος του λαμπρές ζωοπάροχες αλήθειες, Ο λόγος Του λέγει: «Φως σπείρεται δια τον δίκαιον.» (Ψαλμ. 97:11) Μέσω της οργανώσεώς του ο Θεός προμηθεύει το φως αυτό που η παροιμία λέγει ότι είναι η διδασκαλία ή νόμος της μητρός. Αν πρόκειται να βαδίζωμε στο φως της αληθείας, πρέπει ν’ αναγνωρίζωμε όχι μόνο τον Ιεχωβά Θεό ως πατέρα μας, αλλά και την οργάνωσί του ως μητέρα μας.
4. Σε ποιο βαθμό απητείτο από τους Ισραηλίτας να τιμούν τον πατέρα και τη μητέρα; και σε ποιο βαθμό από τους Χριστιανούς σήμερα;
4 Μερικοί που αυτοκαλούνται Χριστιανοί και που ισχυρίζονται ότι ο Θεός είναι Πατέρας των, καυχώνται ότι βαδίζουν με τον Θεό μόνοι, ότι αυτός διευθύνει τα βήματά τους προσωπικώς. Τα άτομα αυτά, όχι μόνο εγκαταλείπουν τη διδασκαλία ή νόμον της μητρός, αλλά κυριολεκτικώς πετούν τη γυναίκα του Θεού έξω στους δρόμους. Το φως της αληθείας του Θεού δεν είναι γι’ αυτούς. Στο έθνος Ισραήλ ο Ιεχωβά είχε κάμει επιτακτική την υπακοή στους γονείς, «Τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου» ήταν η πέμπτη εντολή από τις Δέκα. (Έξοδ. 20:2-17· Δευτ. 5:16) Η ανταμοιβή για την υπακοή ήταν μακροζωία· για την παρακοή, θάνατος. «Εάν τις έχη υιόν πεισματώδη και απειθή, όστις δεν υπακούει εις την φωνήν του πατρός αυτού, ή εις την φωνήν της μητρός αυτού, και, αφού παιδεύσωσιν αυτόν, δεν υπακούη εις αυτούς, τότε . . . πάντες οι άνθρωποι της πόλεως αυτού θέλουσι λιθοβολήσει αυτόν με λίθους, και θέλει αποθάνει.» (Δευτ. 21:18-21) Τέτοια τιμή και υπακοή απητείτο όχι μόνο ως οφειλόμενη στους αμέσους γονείς κατά σάρκα, αλλ’ επίσης ως ανήκουσα δικαιωματικά στους πρεσβυτέρους επιρροής στον Ισραήλ. Παράλειψις αποδόσεως τέτοιου καταλλήλου σεβασμού στον Ελισσαιέ, τον προφήτην του Ιεχωβά, επέφερε σ’ έναν όμιλο νεαρών πταιστών τη δίκαιη καταδίκη ταχείας θανατικής εκτελέσεως. (2 Βασ. 2:24) Σήμερα, επίσης, ο Θεός ζητεί και απαιτεί από τα τέκνα του υπακοή, τιμή και σεβασμό. Αυτά πρέπει ν’ αποδίδωνται όχι μόνο στον ζώντα Θεό τον ίδιο, αλλά και στην ομοία με σύζυγο οργάνωσί του.
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΗΤΡΙΚΗΣ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΣ
5. Πώς προσδιορίζει ο Παύλος την αληθινή μητέρα των Χριστιανών;
5 Η πραγματική μητέρα των Χριστιανών δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μια επίγεια οργάνωσις. Ο Παύλος, για να δείξη αυτό το γεγονός, αντιπαραβάλλει τη θέσι των κατά σάρκα Ιουδαίων μ’ εκείνην των πνευματικών Ιουδαίων, ή Χριστιανών, και κατόπιν λέγει: «Η δε άνω Ιερουσαλήμ είναι ελευθέρα, ήτις είναι μήτηρ πάντων ημών.» (Γαλ. 4:26) Κατόπιν παραθέτει μέρος μιας προφητείας του Ησαΐα. Ανατρέχοντας σ’ αυτή την προφητεία του πεντηκοστού τετάρτου κεφαλαίου του Ησαΐα, μαθαίνομε από τα συμφραζόμενα την ταυτότητα αυτής που ονομάζεται «μήτηρ ημών». Τα εδάφια πέμπτον και έκτον (ΑΣ) λέγουν: «Ο ανήρ σου είναι ο Ποιητής σου· το όνομα αυτού είναι, Ο Ιεχωβά των δυνάμεων· και ο Λυτρωτής σου είναι ο Άγιος του Ισραήλ· . . . Διότι ο Ιεχωβά σε εκάλεσεν ως γυναίκα εγκαταλελειμμένην και τεθλιμμένην το πνεύμα.» Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Παύλος προσδιορίζει την σύζυγο του Ιεχωβά ως την αόρατη παγκόσμια οργάνωσί Του, τη μητέρα του Χριστού και των συγκληρονόμων του.
6. (α) Ποια είναι η σχέσις που υπάρχει μεταξύ της «άνω Ιερουσαλήμ» και της κοινωνίας Νέου Κόσμου, όπως δείχνει το Ησαΐας 66:8; (β) Σε ποια περαιτέρω σχέσι πρόκειται να φερθούν;
6 Ποια, λοιπόν, είναι η σχέσις που υπάρχει μεταξύ αυτής της ουρανίας γυναικός και της ορατής θεοκρατικής οργανώσεως της κοινωνίας του Νέου Κόσμου; Και σε ποια οφείλεται ο σεβασμός μας; Πάλι ανατρέχομε στην προφητεία του Ησαΐα για την απάντησι. Το κεφάλαιο εξηκοστό έκτο, εδάφιο έβδομο, περιγράφει τη γέννησι του άρρενος της κυβερνήσεως της Βασιλείας, με τον Χριστόν Ιησούν, τον πρώτιστον από τα τέκνα της Σιών, ως τον Βασιλέα στους ουρανούς. Αυτό έγινε στο 1914. Κατόπιν, στο όγδοο εδάφιο (ΑΣ) λέγει: «Ήθελε γεννηθή χώρα εν μια ημέρα; ή έθνος ήθελε γεννηθή ενταυτώ; αλλ’ η Σιών άμα εκοιλοπόνησεν, εγέννησε τα τέκνα αυτής.» Αυτό προλέγει τη γέννησι περισσοτέρων τέκνων, αλλ’ αυτή τη φορά επάνω στη γη. Αυτό συνέβη στο 1919. Η χώρα που γεννάται είναι η αποκαταστημένη κατάστασις επάνω στη γη του κεχρισμένου υπολοίπου του Ιεχωβά σε μια κοινωνία Νέου Κόσμου, μια κατάστασις ελεύθερη για τη λατρεία του Ιεχωβά και για ωργανωμένη υπηρεσία θεοκρατικώς. Το νέο έθνος είναι το υπόλοιπο του πνευματικού Ισραήλ απελευθερωμένο από τη Βαβυλώνα και τώρα υπό την εγκαθιδρυμένη νεογέννητη Βασιλεία. Εκείνοι που ανήκουν σ’ αυτό το έθνος κατοικούν τη θεοκρατική χώρα επάνω στη γη, την απελευθερωμένη, αποκαταστημένη κατάστασι του υπολοίπου των συγκληρονόμων του Χριστού. Αλλ’ αφού αυτά τα τέκνα της άνω Σιών έχουν ουράνιο προορισμό για να συμβασιλεύσουν με τον Χριστό, γίνονται επίσης μέρος της παγκοσμίου οργανώσεως που είναι η σύζυγος του Ιεχωβά, και θ’ αποτελέσουν με τον Χριστό, την πρωτεύουσα πόλι αυτής της οργανώσεως. Συνεπώς η γυνή του Θεού, η άνω Σιών ή Ιερουσαλήμ, είναι η παγκόσμια οργάνωσίς του, της οποίας εκατόν τεσσαράκοντα τέσσερες χιλιάδες και ένα μέλη ή τέκνα αποτελούν τελικά την πρωτεύουσα πόλι ως ένα «άρρεν» κυβερνήσεως, όλα δε αυτά είναι το κύριο μέρος της ίδιας παγκοσμίου οργανώσεως. Τα τέκνα αυτά, ο Χριστός Ιησούς και οι εκατόν τεσσαράκοντα τέσσερες χιλιάδες, είναι άτομα που αποτελούν την πρωτεύουσα πόλι, τη βασιλική οργάνωσι, η δε «νύμφη» του Χριστού είναι η Νέα Ιερουσαλήμ. Εντούτοις, τα 144.000 αποκυημένα από το πνεύμα τέκνα του Θεού, μαζί με τον Χριστόν Ιησού την Κεφαλή τους και όλα τα αόρατα άγια αγγελικά πνευματικά πλάσματα, αποτελούν την παγκόσμια οργάνωσι του Θεού, την σύζυγό του. Όπως εγεννώντο τέκνα στην αρχαία Ιερουσαλήμ και εγίνοντο κάτοικοι αυτής της πόλεως, έτσι και τα 144.000 πνευματικά τέκνα της Σιών γεννώνται για να αποτελέσουν μέρος της παγκοσμίου οργανώσεως και συγχρόνως της πρωτευούσης της με τον Ιησούν Χριστόν.
7. Πώς μπορεί να προσδιορισθή η αληθινή θυγάτηρ οργάνωσις, και τι δείχνει ότι μερικές είναι ψευδείς στις αξιώσεις των;
7 Η «νύμφη» του Χριστού, με το να είναι τόσο στενά συνδεδεμένη με τη μητέρα οργάνωσι, θα ωμοίαζε ασφαλώς με τη μητέρα της από κάθε άποψι, όπως θα ωμοίαζαν και οι Χριστιανοί εκείνοι που βρίσκονται ακόμη στη γη εν σαρκί και που είναι μνηστευμένοι για να νυμφευθούν με τον Χριστό. Αυτοί θα εχρησίμευαν ως αντιπρόσωποί της και θα μπορούσαν, επομένως, εύκολα να αναγνωρισθούν από τη συμμόρφωσί τους προς τις απαιτήσεις του Θεού για το ορατό του μέσον επικοινωνίας. Γίνεται πολύ φανερό ότι οι λεγόμενες εκκλησιαστικές οργανώσεις του «Χριστιανισμού» δεν θα μπορούσαν ν’ αποτελούν την πραγματική θυγατέρα οργάνωσι της Σιών. Δεν έχουν καμμιά ομοιότητα με τη γυναίκα-οργάνωσι του Θεού στον ουρανό. Με την αποστασία των από την αληθινή λατρεία, η «εκκλησιαστική» των διάρθρωσις δεν είναι γνησία ούτε αποστολική, αλλά ποικίλλει σε μορφή, διότι μερικές ακολουθούν την ιεραρχική διάρθρωσι, άλλες είναι δημοκρατικές ή ιερατικώς ανεξάρτητες, και άλλες ακόμη παραδέχονται τον συνοδικόν τύπον εκκλησιαστικής διακυβερνήσεως. Όλες αυτές οι μορφές στερούνται κύρους και αναπτύσσουν ιδιοτέλεια και εγωκεντρική φιλοδοξία. Επειδή δεν είναι πράγματι τέκνα της «μητρός», όλες αυτές οι κίβδηλες οργανώσεις εναντιώνονται κακεντρεχώς στη «μητέρα» των αληθινών Χριστιανών και έτσι βρίσκουν τον εαυτό τους να πολεμά εναντίον του Θεού και του Βασιλέως του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι ο πρώτιστος στην παγκόσμια οργάνωσι του Ιεχωβά.—Ψαλμός 2.
8. Πώς και από ποιον γεννάται η θυγάτηρ οργάνωσις ως η εκκλησία του Θεού, και πώς αυτή γίνεται ο αγωγός του Θεού;
8 Η εκκλησία του Θεού, η Θυγάτηρ της Σιών, δεν σχεδιάζεται ούτε αναπτύσσεται από ανθρώπους. Ο Παύλος εδήλωσε καθαρά: «Αλλά τώρα ο Θεός έθεσε τα μέλη έν έκαστον αυτών εις το σώμα, καθώς ηθέλησεν. Και άλλους μεν έθεσεν ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους»· και ούτω καθεξής σε ολόκληρη την ορατή διάταξι. (1 Κορ. 12:18, 28) Κατόπιν ο Παύλος δείχνει στην προς Εφεσίους επιστολή του ότι ο αγωγός του Θεού ενισχύεται και οικοδομείται από εκείνους τους οποίους ο Χριστός έδωσε ως «χαρίσματα εις τους ανθρώπους», προσθέτει δε ο Παύλος τα ακόλουθα λόγια για να διευκρινίση το ζήτημα και να δείξη πώς αυτό επιτελείται: «Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησιν των αγίων, δια το έργον της διακονίας, δια την οικοδομήν του σώματος του Χριστού.» (Εφεσ. 4:8, 11, 12) Είναι φανερό από αυτά τα λόγια ότι όλοι στην εκκλησία επρόκειτο να είναι διάκονοι, σ’ αυτό δε το διακονικό σώμα ως «πιστόν και φρόνιμον δούλον» ο Ιησούς είπε ότι θα ενεπιστεύετο όλα τα συμφέροντα της βασιλείας του. Μια τέτοια διάρθρωσις αντιστοιχεί προς τη θεοκρατική οργάνωσι στον ουρανό· και σήμερα, από το 1919 και τη γέννησι του υπολοίπου των τέκνων της Σιών, τούτο πραγματοποιεί μια εκπλήρωσι των λόγων του Ησαΐα: «Ιδού, βασιλεύς [ο Ιησούς Χριστός] θέλει βασιλεύσει εν δικαιοσύνη, και άρχοντες θέλουσιν άρχει εν κρίσει.»—Ησ. 32:1.
9. Ποια υποσχεμένη αποκατάστασις του αγωγού του Θεού αναιρεί περαιτέρω τις ψευδείς αξιώσεις του «Χριστιανικού κόσμου» ότι αποτελεί τέκνα Θεού;
9 Ο ορατός αυτός αγωγός του Θεού, που έχει ιδρυθή με δικαιοσύνη, πρέπει να διατηρηθή σύμφωνα με τις ίδιες υψηλές αρχές. Προελέχθη μια θεραπεία και αποκατάστασις της οργανώσεως αυτής από την εξευτελιστική αποστασία, στην οποίαν οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί είχαν βυθισθή μετά τον θάνατο των αποστόλων. «Αντί χαλκού θέλω φέρει χρυσίον, και αντί σιδήρου θέλω φέρει αργύριον, και αντί ξύλου χαλκόν, και αντί λίθων σίδηρον· και θέλω καταστήσει τους αρχηγούς σου ειρήνην, και τους επιστάτας σου δικαιοσύνην.» Αυτή είναι η θεοκρατική τάξις που εγκαινίασε ο Ιησούς μεταξύ των μαθητών του και που κατέδειξε ότι έπρεπε να διατηρηθή άσχετα με άτομα. Η απόφασίς του να διατηρήση την οργάνωσι καθαρή και αφωσιωμένη στις δίκαιες αρχές εξεδηλώθη με την ενέργεια που έκαμε ν’ αποκόψη από την επικοινωνία έναν από τους αρχικούς δώδεκα αποστόλους. Είναι, λοιπόν, πολύ σαφές ότι η θέσις, που ένας κατέχει στην οργάνωσι του Θεού, δεν αποτελεί εξασφάλισι, το γεγονός δε αυτό θετικά αναιρεί τις πολλές ψευδείς αξιώσεις που έγιναν από τους πνευματικώς μοιχούς και πονηρούς ηγέτας των νόθων «θυγατέρων» οργανώσεων του «Χριστιανικού κόσμου». Αυτές είναι έξω από την οργάνωσι του Θεού και δεν υπάρχει καθόλου φως σ’ αυτές.
ΕΚΤΙΜΗΣΙΣ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ
10. Ποια είναι η πηγή αληθινού φωτός που χύνεται επάνω στις Γραφές, και πώς μας φανερώνεται σε ποιον οφείλεται ο σεβασμός μας;
10 Η διδασκαλία, λοιπόν, ή νόμος της μητρός μας, δεν είναι φως από μια επίγεια οργάνωσι, το οποίο προβάλλει ως «αλάθητος ερμηνεία», όπως το ισχυρίζεται αυτό η Ρωμαιοκαθολική Ιεραρχία. Η πηγή αυτού του φωτός πρέπει να είναι ο θρόνος του αληθινού Θεού και το φως αποστέλλεται μέσω του Υιού του, του πρωτοτόκου από τα τέκνα της Σιών, του Βασιλέως της πρωτευούσης πόλεως. Και ο αληθινός αγωγός επάνω στη γη πρέπει να είναι το έθνος των συγκληρονόμων του, οι οποίοι σήμερα κατέχουν την αποκαταστημένη θεοκρατική κατάστασι ως ο πυρήν αυτής της χώρας-οργανώσεως. Αυτό καθιστά σαφές το νόημα της δηλώσεως του Ιησού όσον αφορά τα «πρόβατα» και τα «ερίφια» στην παραβολή του που αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 25:31-46. Αφού αυτά τα προωρισμένα για τον ουρανό τέκνα της Σιών είναι αδελφοί του Χριστού επάνω στη γη, ο Ιησούς θα μπορούσε κάλλιστα να πη στα πρόβατα που τους δείχνουν εύνοια: «Αληθώς σας λέγω, καθ’ όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε.» Με τι βαθύ σεβασμό, λοιπόν, πρέπει να βλέπωμε όχι μόνο τη γυναίκα του Θεού στον ουρανό, αλλά και τα τέκνα της επάνω στη γη, τα οποία την αντιπροσωπεύουν! Η τελική μας τύχη είναι στα χέρια μας. Το αν θα γίνωμε «πρόβατα» ή «ερίφια» αποφασίζεται από τη δική μας πορεία ενεργείας έναντι της οργανώσεως του Ιεχωβά.
11. Τι καταδεικνύεται με το ν’ αγνοούμε κάποιους στην εκκλησία που φαίνεται να έχουν έλλειψι ωρισμένων ιδιοτήτων, αλλά ποια είναι κατάλληλη διάθεσις προς αυτούς;
11 Σήμερα είναι συνταυτισμένοι με τον λαό του Θεού μερικοί που έχουν πολύ ολίγα από τα υλικά αγαθά του κόσμου. Υπάρχουν, επίσης, μερικοί, που μπορεί να υστερούν σε ευχέρεια λόγου ή που μπορεί να φαίνωνται ότι υστερούν σε ό,τι ο κόσμος αυτός συχνά αναφέρει ως «κοινωνικές χάριτες». Το να τους αγνοούμε αυτούς στην εκκλησία ή, ακόμη χειρότερο, να τους περιφρονούμε, είναι απόδειξις ελλείψεως σεβασμού για ολόκληρη την οργάνωσι. Ο Παύλος ερωτά: «Ή την εκκλησίαν του Θεού καταφρονείτε, και καταισχύνετε τους μη έχοντας;» (1 Κορ. 11:22) Πόσο περισσότερο θα κατεδεικνύετο η ενότης και η αγάπη των αδελφών στην κοινωνία του Νέου Κόσμου αν εκείνοι που φαίνεται ότι έχουν πλεόνασμα υλικών πραγμάτων καλλιεργούσαν τη φιλία εκείνων που φαίνεται ότι έχουν έλλειψι! Αυτό δεν θα έπρεπε να γίνεται με πνεύμα συγκαταβάσεως, ωσάν το «δίδειν» να γίνεται όλο προς μία κατεύθυνσι, επειδή συχνά εκείνοι που είναι φαινομενικά πτωχοί σε υλικά αγαθά, είναι πλούσιοι σε πνευματικά έργα πίστεως. Πολλοί απ’ αυτούς έχουν επιζήσει ταλαιπωριών και δοκιμασιών που τους κατέστησαν πράγματι προσφιλείς στην καρδιά του Ιεχωβά. Αυτοί αληθινά θα μπορούσε να είναι όμοιοι με τον πιστόν Φιλιππήσιον, για τον οποίον ο Παύλος έγραψε: «Δέχθητε λοιπόν αυτόν εν Κυρίω μετά πάσης χαράς, και τιμάτε τους τοιούτους· επειδή δια το έργον του Χριστού επλησίασε μέχρι θανάτου, καταφρονήσας την ζωήν αυτού.» (Φιλιππησ. 2:29, 30) Ακόμη και αν αυτοί δεν είχαν παρόμοιες πείρες, όλοι στην οργάνωσι του Ιεχωβά είναι προσφιλείς σ’ Αυτόν και το να παραμελή κανείς έναν απ’ αυτούς είναι σαν να παραμελή τον Ιεχωβά τον ίδιον ή να αμφισβητή τη σοφία του διότι εκάλεσε αυτόν τον δούλον να συμμετάσχη στις ευλογίες που εκχύνει σε όλους όσους αγαπά.
12. Πώς εκδηλώνεται δυσαρέσκεια για τον αγωγόν του Θεού από μερικούς που δεν σέβονται την οργάνωσι ;
12 Μερικοί που είναι συνδεδεμένοι με την ορατή οργάνωσι του Θεού δεν είναι ικανοποιημένοι με το φως που επιχύνεται στον λόγον του Θεού μέσω του αγωγού Του. Οι ολίγοι αυτοί κλίνουν προς την ατομική ερμηνεία ή και προσπαθούν να «διαβάζουν» στη Σκοπιά πράγματα που ποτέ δεν υπήρχε πρόθεσις να μεταδοθούν και έπειτα προπαγανδίζουν τα πράγματα αυτά ως αλήθειαν. Ή οικειοποιούνται κάποια πεποίθησι ως βασιζόμενη στις Γραφές, όπως δίαιτα, ιδέες γύρω από χρονολογίες και τα όμοια, και κατόπιν ζητούν προσηλύτους μεταξύ των πιστών τέκνων της Σιών. Η πορεία των είναι σαν να λέγουν ότι η οδός του Ιεχωβά δεν είναι ορθή ή επαρκής και ότι Η Σκοπιά δεν είναι πλήρης για τον καιρό μας.
13. (α) Πώς μερικοί αποπειρώνται να «διευθύνουν» την οργάνωσι; (β) Ποια πρέπει να είναι η κατάλληλη άποψις για τους υπηρέτας, άσχετα με την ηλικία τους σε χρόνια ή στην αλήθεια;
13 Έπειτα υπάρχουν ολίγοι που αναλαμβάνουν εξουσία ή προσπαθούν να «διευθύνουν» την οργάνωσι. Μερικοί είναι πολύ πανούργοι στα σχέδιά των, ζητώντας να επηρεάσουν την υπηρεσιακή επιτροπή της εκκλησίας με το να επεξεργάζωνται ένα είδος «εκκλησιαστικής γνώμης». Αυτό το πράττουν με ιδιωτικές μικρές εκστρατείες, προάγοντας προσωπική γνώμη ώσπου άλλοι μολύνονται και κατά περιστάσεις εγείρεται μεγάλη δυσκολία για ασήμαντα ζητήματα. Η προσπάθεια πιέσεως εκείνων που βρίσκονται σε υπεύθυνες θέσεις ή η προσπάθεια προαγωγής προσωπικών συμφερόντων ή γνωμών είναι μια πολιτική μορφή «παρασκηνιακής ενεργείας», η οποία δεν έχει θέσι μεταξύ των δούλων του Θεού που έχουν το φρόνημα του Νέου Κόσμου. (Ρωμ. 16:17, 18) Ένα παιδί που προσπαθεί να κυβερνήση ένα σπίτι, θεωρείται «απειθάρχητο» και πρέπει να διαπαιδαγωγηθή. Έτσι κι εκείνοι που τείνουν να προτιμούν τις δικές των ιδέες από εκείνες που προάγουν οι υπηρέται της εκκλησίας, μολονότι οι παραπονούμενοι αυτοί μπορεί να είναι πρεσβύτεροι στην ηλικία και σε χρόνια υπηρεσίας του Θεού, πρέπει ταπεινά να ερωτήσουν τον εαυτό τους: «Μπορεί να συγκριθή η ηλικία οποιουδήποτε από μας με την ηλικία της ‘μητρός’ μας ή με την αιωνιότητα του Πατρός μας;» Οι υπηρέται της εκκλησίας, ασχέτως ηλικίας, βρίσκονται εκεί με θεοκρατικό διορισμό της οργανώσεως του Ιεχωβά και στην εκπλήρωσι των καθηκόντων των υποστηρίζονται από την πείρα και εξουσία του κυβερνώντος σώματος και, επομένως, ολοκλήρου της οργανώσεως του Ιεχωβά. Ενώ τούτο πρέπει να κάμη τον υπηρέτην ενήμερον της σοβαρότητος της ευθύνης του, συγχρόνως πρέπει να κάμη τον παραπονούμενον να κατανοήση ότι εναντιώνεται σ’ αυτό ακριβώς το αξίωμα που αντιπροσωπεύει τη «μητέρα» οργάνωσι. Γι’ αυτόν τον λόγο ο Πέτρος μάς συμβουλεύει: «Οι νεώτεροι υποτάχθητε εις τους πρεσβυτέρους· πάντες δε υποτασσόμενοι εις αλλήλους, ενδύθητε την ταπεινοφροσύνην.»—1 Πέτρ. 5:5.
14. Γιατί δεν είναι κατάλληλο να ενδιαφέρεται ο καθένας στην εκκλησία για τα προβλήματα της διευθύνσεώς της;
14 Το ν’ αρνούμεθα να το πράξωμε αυτό είναι το ίδιο σαν να λέμε στους υπηρέτας της εκκλησίας: «Αρκεί εις εσάς, διότι πάσα η συναγωγή, πάντες είναι άγιοι, και ο Ιεχωβά είναι μεταξύ αυτών· και διατί υψώνεσθε υπεράνω της συναγωγής του Ιεχωβά;» (Αριθμ. 16:3, ΜΝΚ) Αυτή ήταν η πορεία που ακολούθησαν ο Κορέ, ο Δαθάν και ο Αβειρών εναντιούμενοι στον Μωυσή και στον Ααρών, η οποία ωδήγησε σε καταστρεπτικά αποτελέσματα γι’ αυτούς. Είναι αλήθεια ότι ο Ιεχωβά βρίσκεται στο μέσον του λαού του και εκχύνει μια πλούσια ευλογία επάνω σε όλους για την πιστή εκτέλεσι απ’ αυτούς της Θεόδοτης αποστολής τους. Συγχρόνως έχει οικοδομήσει τη θεοκρατική του οργάνωσι και έχει ενθρονίσει τον Βασιλέα του, ο οποίος διευθύνει τις υποθέσεις της μ’ έναν εύτακτο τρόπο, έτσι ώστε εκείνοι που προσδιορίζονται ως «άρχοντες» για να λαμβάνουν αποφάσεις για την εκκλησία, να μπορούν να επωμισθούν αυτή την ευθύνη. Θα πιεσθούν ο Ιεχωβά ή ο Βασιλεύς του να ευλογήσουν μια διαφορετική διάταξι; Η εκκλησία δεν θα αφεθή όπως στον Ισραήλ όταν «έκαστος έπραττε το αρεστόν εις τους οφθαλμούς αυτού» και το έθνος παρέπαιε σε πολλές μοιραίες παρεκκλίσεις. Πόσο ευγνώμονες μπορούμε να είμεθα ότι ο Ιεχωβά μας έχει έτσι προστατεύσει! Ας εξακολουθήση, λοιπόν, ο καθένας μας να εκπληρώνη τη Θεόδοτη αποστολή του να κηρύττη «τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας» και ας αφήση τον χειρισμό των εκκλησιαστικών υποθέσεων σ’ εκείνους που είναι προσδιωρισμένοι γι’ αυτή την ευθύνη.
15. Ποιο παράδειγμα σεβασμού προς την οργάνωσι του Ιεχωβά δίδεται από τα τμήματα σε όλο τον κόσμο;
15 Αν πρόκειται να διατηρηθή η ενότης της οργανώσεως, είναι ουσιώδες να αναγνωρίζεται και τυγχάνη σεβασμού το κυβερνών σώμα για τη θέσι που κατέχει μεταξύ του λαού του Θεού σήμερα. Αυτή είναι η πορεία που ακολουθείται από τις οργανώσεις των τμημάτων που είναι διεσπαρμένα σε όλο τον κόσμο. Αυτά, αντί να διατηρούν δικές τους, ανεξάρτητες, μικρές οργανώσεις, φέρνουν στο κυβερνών σώμα για απόφασι σπουδαία ζητήματα τακτικής, όπως έκαμε και ο απόστολος Παύλος στο σπουδαίο ζήτημα της περιτομής ή όπως έκαναν οι διάφοροι πιστοί βοηθοί του Μωυσέως στην εκκλησία του Ισραήλ.—Πράξ. 15:2· Έξοδ. 18:26.
16. Με ποιον τρόπο ο κατάλληλος σεβασμός της οργανώσεως του Ιεχωβά δεν είναι ζήτημα τυφλής ακολουθήσεως ανθρώπων;
16 Αυτό δεν είναι η τυφλή ακολούθησις ανθρώπων, για την οποία προειδοποίησε ο Ιησούς. Όταν είπε: «Τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει», ανεφέρετο στην άπιστη πορεία των ψευδοθρησκευομένων. (Ματθ. 15:14) Ανεφέρετο στους ευπίστους εκείνους του Ισραήλ, που εδέχοντο τους ηγέτας των χωρίς καμμιά άλλη σύστασι από την αυτοεξύμνησι των τυφλών αυτών οδηγών. Συγχρόνως κατεδίκαζε τους τυφλούς ακολούθους εκείνων που μελλοντικά, στον «Χριστιανισμό», δεν θα διέκριναν από τον λόγον του Θεού τις οριζόμενες απαιτήσεις για ανθρώπους που ηγούνται και δεν θα τις ακολουθούσαν στην εκτέλεσι των έργων των. Αυτό πρέπει να τονίση το γεγονός ότι όλοι στην οργάνωσι του Ιεχωβά πρέπει να εκπαιδευθούν στη θεοκρατική δράσι και να εκγυμνασθούν για θέσεις ευθύνης. Αυτό συμβαίνει επειδή η οργάνωσίς του είναι μια θεοκρατική κοινωνία διακόνων και όχι μια ιεραρχία. Όταν κενούται μια θέσις υπηρέτου, δεν πληρούται από έναν που φέρεται απ’ έξω από την εκκλησία, ως ένας ειδικώς εκπαιδευμένος, αλλ’ από έναν ο οποίος ανέπτυξε τα αναγκαία προσόντα ενώ υπηρετούσε ως τακτικό μέλος της εκκλησίας και ο οποίος κατέδειξε ήδη πιστότητα στην εκπλήρωσι ευθύνης. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο καθένας στην οργάνωσι μαθαίνει τη θεοκρατική πορεία και ζητεί τη θέσι ενός επισκόπου, όχι με το να προσπαθή φιλόδοξα να εξασφαλίση για τον εαυτό του τη θέσι ενός αδελφού, ο οποίος εκτελεί πιστά την υπηρεσία αυτή, αλλά με το να προσπαθή ν’ αποκτήση, μέσω πνευματικής επιδόσεως, τα προσόντα εκείνα που θα τον καθιστούσαν ικανόν να εκπληρώση επιτυχώς μια τέτοια ευθύνη αν του ελάχαινε.—Ιακ. 3:1· 1 Τιμ. 3:1-13.
17. Γιατί η κατάλληλη υποταγή είναι τόσο σπουδαία για τον θεοκρατικόν διάκονον;
17 Μια από τις εξέχουσες απαιτήσεις για τους αληθινούς επισκόπους είναι η ταπεινοφροσύνη. Συνεπώς, για την ατομική μας και τη συνδυασμένη θεοκρατική πρόοδο, ο Πέτρος έγραψε: «Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν δια τον Κύριον· είτε εις βασιλέα [δηλαδή, τον Ιησούν Χριστόν], ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας [δηλαδή, τους ορατούς του αντιπροσώπους, τους «άρχοντας»], ως δι’ αυτού πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών.»—1 Πέτρ. 2:13, 14.