Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Πώς είναι δυνατόν να ‘λυπήση’ ένας το άγιο πνεύμα, εφόσον αυτό δεν είναι, ένα πρόσωπο;—Χ. Η.Π.Α.
Στη θεόπνευστη επιστολή του προς τους Χριστιανούς της Εφέσου, ο απόστολος Παύλος έδωσε αυτή τη συμβουλή όσον αφορά το πώς έπρεπε να συμπεριφέρωνται οι Χριστιανοί: «Μη λυπείτε το πνεύμα το άγιον του Θεού, με το οποίον εσφραγίσθητε δια την ημέραν της απολυτρώσεως.»—Εφεσ. 4:30.
Πολλοί σχολιασταί στον «Χριστιανικό κόσμο» εξήγησαν με εσφαλμένο τρόπο αυτό το εδάφιο διότι επίστευαν στην διδασκαλία των τριών προσώπων σ’ ένα Θεό, ή Τριάδα. Πολλές φορές έχομε παρουσιάσει στις εκδόσεις μας Γραφική και ιστορική απόδειξι ότι η Τριάς δεν είναι διδασκαλία της Γραφής, αλλά, μάλλον, είναι, ειδωλολατρικής προελεύσεως. (Βλέπε, παραδείγματος χάριν, κεφάλαιον 12 του βιβλίου ‘Πράγματα, Εις τα Οποία Είναι Αδύνατον Να Ψευσθή ο Θεός’ και κεφάλαιον 3 του βιβλίου «Έπεσε Βαβυλών η Μεγάλη» Η Βασιλεία του Θεού Κυβερνά! [στην Αγγλική].) Επομένως, το εδάφιο Εφεσίους 4:30 δεν ομιλεί για το άγιο πνεύμα ως ένα πρόσωπο, ένα Θεό, μέρος μιας Τριάδος που μπορεί να λυπηθή.
Μακριά από το να διδάξη ότι το άγιο πνεύμα είναι ένα πρόσωπο και ένας Θεός ίσος με τον Ιεχωβά, η Γραφή δείχνει, ότι είναι απλώς η αόρατη ενεργός δύναμις του Θεού. Ο Ιησούς επρόκειτο να βαπτίζη «εν πνεύματι αγίω και πυρί», όπως ακριβώς ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εβάπτιζε εν ύδατι. (Λουκ. 3:16) Ένα πρόσωπο μπορεί τα βαπτίση ένα άλλο με ύδωρ ή πυρ με το να βυθίση ή να καταδύση αυτό το άτομο σε ύδωρ ή σε φλόγες, αλλά πώς μπορεί ένα άτομο να βαπτίση κάποιον μ’ ένα άλλο πρόσωπο; Το ύδωρ και το πυρ δεν είναι πρόσωπα, ούτε και το άγιο πνεύμα είναι πρόσωπο. Την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ. οι 120 μαθηταί «επλήσθησαν . . . πνεύματος αγίου.» Είναι καταφανές ότι δεν επλήσθησαν μ’ ένα πρόσωπο. (Πράξ. 1:5, 8· 2:4) Στον ουρανό ο Ιησούς είχε λάβει άγιο πνεύμα από τον Ιεχωβά και το εξέχεε επάνω στους ακολούθους του. Το άγιο πνεύμα δεν ήταν ένα πρόσωπο που να τυγχάνη τέτοιου χειρισμού, αλλά ήταν η ενεργός δύναμις του Θεού.—Πράξ. 2:33.
Εκείνοι του πρώτου αιώνος, στους οποίους έγραφε ο Παύλος, «Μη λυπείτε το πνεύμα το άγιον του Θεού», ήσαν κεχρισμένοι Χριστιανοί· είχαν λάβει άγιον πνεύμα και είχαν κληθή σε ουράνια ζωή. Σ’ αυτούς, οι οποίοι, ήσαν της ουρανίας τάξεως, ο Παύλος είπε: «Ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας.» Εκείνο το πνεύμα εχρησίμευσε ως σφραγίδα, ή ως ‘αρραβών’. (Ρωμ. 8:15· 2 Κορ. 1:22) Αλλά τι έκανε αυτό γι’ αυτούς όσο καιρό ήσαν ακόμη στη γη; Αυτό τους ωδήγησε ή τους κατηύθυνε σε μια ζωή πιστότητας, προς τον τελικό θάνατόν των και την ανάστασί των στον ουρανό. (Ρωμ. 8:14, 17) Τους βοήθησε ν’ αποφεύγουν «τα έργα της σαρκός», τα οποία μπορούσαν να οδηγήσουν στην αποδοκιμασία του Θεού και πλήρη απώλεια του Αγίου πνεύματος. Επίσης, τους βοήθησε να εκδηλώνουν τον ‘καρπόν του πνεύματος’ έτσι, ώστε μπορούσαν να εξακολουθούν να περιπατούν μεθοδικά με το πνεύμα και να έχουν την επιδοκιμασία του Θεού».—Γαλ. 5:19-25.
Ένας Χριστιανός, ο οποίος θ’ αγνοούσε την καλή συμβουλή της Αγίας Γραφής, η οποία έχει εμπνευσθή ή γραφή κάτω από την κατεύθυνσι του αγίου πνεύματος, θα μπορούσε ν’ αρχίση ν’ αναπτύσση τάσεις ή χαρακτηριστικά που θα κατέληγαν σε εκουσία αμαρτία και απώλεια της θείας ευνοίας. Ίσως να μη αμάρτανε αμέσως, ωστόσο, όμως, θα μπορούσε ν’ αποχωρισθή σε μια πάροδο η οποία, κάποτε, θα μπορούσε να τον κατευθύνη ακριβώς αντίθετα προς την ηγεσία του πνεύματος. Έτσι θα μπορούσε να ‘λυπήση’ το άγιο πνεύμα, για να χρησιμοποιήσωμε το σχήμα λόγου του Παύλου. Ενώ το άγιο πνεύμα δεν είναι ένα πρόσωπο, αποτελεί εκφραστικόν μέσον της προσωπικότητος του Θεού όπως ακριβώς είναι η Αγία Γραφή. Αν ένας έπαιζε άσχημα ένα ωραίο μουσικό τεμάχιο, η πράξις του θα μπορούσε να λεχθή ότι είναι προσβολή για τη μουσική· θ’ αποτελούσε, επίσης, προσβολή στον συνθέτη. Ομοίως, εφόσον το πνεύμα βρίσκεται κάτω από την κατεύθυνσι του Θεού, ένας ο οποίος θα το δυσαρεστούσε ή θα το ‘ελυπούσε’ θα ανθίστατο στον Ιεχωβά ή θα ελυπούσε αυτόν.
Μολονότι οι δούλοι εκείνοι του Θεού οι οποίοι ελπίζουν να ζήσουν για πάντα στη γη δεν έχουν χρισθή με το πνεύμα και κληθή σε ουρανία ζωή, μπορούν, εν τούτοις, να έχουν τόσο από το πνεύμα του Θεού όσο και εκείνοι της ουρανίας τάξεως. Έτσι και αυτοί, επίσης, θα μπορούσαν να ‘λυπήσουν’ το πνεύμα του Θεού.
Αλλά τι θα μπορούσε να κάμη ένα άτομο, με επίγνωσι ή χωρίς επίγνωσι, που θα ισοδυναμούσε με το να ‘λυπήση’ το πνεύμα; Στο ίδιο κεφάλαιο, προς Εφεσίους 4, ο Παύλος ωμίλησε για την ανάγκη ν’ αποφεύγωνται ροπές προς ανέντιμες δηλώσεις, επίμονη οργή, αδιαφορία και ακατάλληλη ομιλία. Αν ένα άτομο, το οποίο έχει φορέσει τη νέα Χριστιανική προσωπικότητα, άφηνε τον εαυτό του να συρθή οπίσω προς τέτοια πράγματα, θα εστρέφετο εναντίον της θεοπνεύστου συμβουλής της Γραφής, θα απέρριπτε την καλή επιρροή και το παράδειγμα των ωρίμων Χριστιανών που είναι γύρω του, ναι, θα ‘ελυπούσε’ το άγιο πνεύμα.
Στην προς Εφεσίους επιστολή κεφάλαιο 5, ο Παύλος προχωρεί στο να προσφέρη συμβουλή για την αποφυγή κάθε μη πρέποντος ενδιαφέροντος για την πορνεία, την αισχρότητα και την βωμολοχία. Οι Χριστιανοί, που επιθυμούν ν’ αποφύγουν να ‘λυπήσουν’ οποιοδήποτε το πνεύμα, πρέπει να ενθυμούνται αυτό, όταν παίρνουν αποφάσεις για διασκεδάσεις και για το πώς θα περάσουν στη διάρκεια των περιόδων αναπαύσεως. Γιατί να δείχνετε ενδιαφέρον για τέτοια πράγματα με το να ομιλήτε γι’ αυτά, να διαβάζετε γι’ αυτά σε βιβλία και εφημερίδες και με το να τα βλέπετε να προβάλλωνται από την οθόνη του κινηματογράφου και από τη σκηνή;
Ας εξετάσωμε μερικές άλλες καταστάσεις. Το άγιο πνεύμα χρησιμοποιείται για ν’ αναπτύξη ενότητα στην εκκλησία και για να διορίση Χριστιανούς να είναι υπηρέται. Αν ένας διέδιδε σπερμολογίες, φιλονεικούσε για μικρά πράγματα, τα οποία θα μπορούσαν να γίνουν με πολλούς τρόπους, ή ενεθάρρυνε διαιρέσεις, θα εργαζόταν εναντίον της ηγεσίας του πνεύματος για ειρήνη και ενότητα. Μ’ ένα γενικό τρόπο, αυτό θα προξενούσε ‘λύπη’ στο άγιο πνεύμα. Έτσι, εκείνοι στην Κόρινθο, οι οποίοι προξενούσαν διαιρέσεις στην εκκλησία, ανθίσταντο στη λειτουργία του πνεύματος. (1 Κορ. 1:10· 3:1-4, 16, 17) Είναι ενδιαφέρον ότι ο Παύλος ετόνισε, επίσης, τη σπουδαιότητα της ενότητος και στους Εφεσίους. (Εφεσ. 4:1-6, 16) Ένας ο οποίος υπονομεύει τον σεβασμό για τους διωρισμένους από το πνεύμα υπηρέτας με καταστρεπτική κριτική θα έθλιβε, επίσης, το πνεύμα.—Πράξ. 20:28· 1 Θεσ. 5:12, 13.
Έτσι, κάθε Χριστιανός μπορεί να εξετάση τη διαγωγή του και τις τάσεις του κάτω από το φως των όσων γνωρίζει ότι είναι οι κατευθύνσεις του πνεύματος όπως αντανακλώνται στην Αγία Γραφή και στην οργάνωσι των Χριστιανών σήμερα. Αυτό θα τον βοηθήση να συνεργασθή με το πνεύμα και να μη στραφή σε μια αντίθετη πορεία, η οποία θα ισοδυναμούσε με το να ‘λυπήση’ το πνεύμα και η οποία θα μπορούσε να οδηγήση τελικά σε αποδοκιμασία από τον Θεό και τελεία απομάκρυνσι του πνεύματος.
● Πώς μπορούσε να υποσχεθή ο Ιησούς, όπως αναφέρεται στο εδάφιο Ιωάννης 11:26, ότι εκείνοι οι οποίοι θ’ ασκούσαν πίστι σ’ αυτόν δεν θ’ απέθνησκαν ποτέ, εφόσον οι Χριστιανοί αποθνήσκουν;—Μ. Φ., Η.Π.Α.
Όπως αναφέρεται στα εδάφια Ιωάννης 11:25, 26 ο Ιησούς, πράγματι, υπέσχετο αιώνια ζωή. Είπε στη Μάρθα, την αδελφή του νεκρού Λαζάρου: «Εγώ είμαι η ανάστασις και η ζωή· ο πιστεύων εις εμέ, και αν αποθάνη, θέλει ζήσει· Και πας όστις ζη και πιστεύει εις εμέ, δεν θέλει αποθάνει εις τον αιώνα.» Η έννοια των λόγων αυτών είναι ομοία με προηγουμένη δήλωσί του: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Εάν τις φυλάξη τον λόγον μου, θάνατον δεν θέλει ιδεί εις τον αιώνα.»—Ιωάν. 8:51.
Τα άτομα που άκουαν τον Ιησού μπορούσαν, αν υπηρετούσαν πιστά τον Θεό, να τρέφουν την προσδοκία να βασιλεύσουν με τον Χριστό στον ουρανό. (2 Τιμ. 4:18· Αποκάλ. 20:4-6) Ύστερ’ από τον θάνατο και την ανάστασι του Ιησού άρχισε η κλήσις για μέλη της τάξεως της βασιλείας των ουρανών. Φυσικά, ο Ιησούς δεν μπορούσε να πη σ’ αυτούς ότι ποτέ δεν θα έβλεπαν σωματικό θάνατο. Αν επρόκειτο να βασιλεύσουν μαζί του στον ουρανό, τα σάρκινα σώματά των έπρεπε ν’ αποθάνουν, όπως ακριβώς αυτός ο ίδιος επρόκειτο ν’ αποθάνη. (Ματθ. 16:21· Ρωμ. 6:5· 1 Κορ. 15:42-50) Μόνο αν έμεναν πιστοί μέχρι θανάτου θα εκέρδιζαν αθανασία. (Αποκάλ. 2:10) Την εποχή εκείνη, αυτοί οι ακροαταί, πιθανόν να μη είχαν εκτιμήσει πλήρως αυτό. Αλλά ο Ιησούς, «η ανάστασις και η ζωή,» τους εβεβαίωνε τουλάχιστον ότι ‘ήθελον ζήσει,’ ή ότι θ’ ανεσταίνοντο σ’ αιώνια ζωή.
Τότε ποιος θάνατος είναι που ‘δεν ήθελον ιδεί εις τον αιώνα’; Δεν ήθελαν «ιδεί» ή δοκιμάσει, ποτέ «δεύτερον θάνατον.» Δεν θα απόθνησκαν εις τον αιώνα όπως θα συνέβαινε με μερικούς. (Λουκ. 12:4, 5· Αποκάλ. 21:8) Όπως αναφέρεται στο εδάφιο Αποκάλυψις 20:6 σχετικά μ’ εκείνους οι οποίοι θα ήσαν με τον Χριστό στον ουρανό: «Επί τούτων ο θάνατος ο δεύτερος δεν έχει εξουσίαν.» Ο Χριστός, την ώρα εκείνη που πενθούσαν για τον Λάζαρο, δεν ανέφερε όλες τις λεπτομέρειες για τη διαφορά μεταξύ του Αδαμιαίου θανάτου που θα εδοκίμαζαν οι κεχρισμένοι ακόλουθοί του και του αιωνίου ή δευτέρου θανάτου. Ωστόσο, με τη σύντομη δήλωσί του προσέφερε μια βεβαία υπόσχεσι αιωνίου ζωής γι’ αυτούς που θ’ ασκούσαν πίστι σ’ αυτόν.
Μολονότι ο Ιησούς δεν είχε ειδικά υπ’ όψιν άτομα που θα ζούσαν στο τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων που θα μπορούσαν να επιζήσουν του Αρμαγεδδώνος, είναι αληθές ότι μερικοί που ζουν τώρα δεν θα δοκιμάσουν ποτέ σωματικό θάνατο. Αλλ’ ακόμη και αυτοί που έχουν επίγειες ελπίδες και θα επιζήσουν δια μέσου του Αρμαγεδδώνος οφείλουν ν’ αποδειχθούν πιστοί σ’ όλη τη χιλιετηρίδα και στην τελική δοκιμασία προτού πραγματικά ‘ζήσουν’ ή λάβουν το δώρον της αιωνίου ζωής—Αποκάλ. 20:5.
Η σταθερή υπόσχεσις αιωνίου ζωής, ‘όπως αυτή που δίδεται, στους λόγους του Ιησού στα χωρία Ιωάννης 8:51 και 11:25, 26, ήταν εκείνη που έδωσε στους Χριστιανούς το θάρρος ν’ αντιμετωπίσουν ένα προσωρινό θάνατο. (2 Τιμ. 4:6-8· Φιλιππησ. 3:8-11) Εγνώριζαν ότι δεν απέθνησκαν για πάντα, αλλ’ απλώς ότι έκαναν ένα περαιτέρω βήμα στο δρόμο προς την αιώνια ζωή.
● Στην σταύρωσι του Ιησού, ποιο ιμάτιο ή ιμάτια διεμερίσθησαν οι στρατιώται με κλήρο;—Ντ. Τ., Νέα Ζηλανδία.
Αυτή η ερώτησις βασίζεται σε μια φαινομενική διαφορά μεταξύ της αφηγήσεως του Ματθαίου και των όσων λέγει ο Ιωάννης ότι συνέβησαν μ’ αυτή την ευκαιρία. Πρώτον ο Ματθαίος γράφει: «Αφού δε εσταύρωσαν αυτόν, διεμερίσθησαν τα ιμάτια αυτού, βάλλοντες κλήρον.» (27:35) Ο Μάρκος δίνει ουσιαστικώς την ίδια πληροφορία. (15:24) Εν τούτοις, ο Ιωάννης έγραψε: «Οι στρατιώται λοιπόν, αφού εσταύρωσαν τον Ιησούν, έλαβον τα ιμάτια αυτού, και έκαμον τέσσερα μερίδια, εις έκαστον στρατιώτην έν μερίδιον, και τον χιτώνα· ήτο δε ο χιτών άρραφος . . . Είπον λοιπόν προς αλλήλους, Ας μη σχίσωμεν αυτόν, αλλ’ ας ρίψωμεν λαχνόν περί αυτού, τίνος θέλει, είσθαι· δια να πληρωθή η γραφή η λέγουσα, “Διεμερίσθησαν τα ιμάτιά μου εις εαυτούς, και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον.” Οι μεν λοιπόν στρατιώται ταύτα έκαμον.»—Ιωάν. 19:23, 24.
Από την αφήγησι του Ιωάννου, ο οποίος ήταν αυτόπτης μάρτυς, μαθαίνομε ότι ο Ιησούς είχε εξωτερικά ιμάτια και ένα εσωτερικόν χιτώνα. Το εδάφιο Ιωάννης 19:23 μας πληροφορεί ότι οι στρατιώται έκαμαν τα ιμάτια τέσσαρα μερίδια, και έλαβε ένα ο καθένας· εν τούτοις, ο Ιωάννης δεν μας λέγει πώς απεφάσισαν ποιος θα πάρη ποιο τεμάχιο. Τελικά, το εδάφιο Ιωάννης 19:24 αποκαλύπτει ότι οι στρατιώται έβαλαν κλήρο για τον άρραφο χιτώνα του Ιησού.
Η αφήγησις στον Ματθαίο 27:35 δεν αρνείται το γεγονός ότι ο Ιησούς είχε χιτώνα· ούτε αντιφάσκει με το γεγονός ότι έβαλαν κλήρο γι’ αυτόν. Ο Ματθαίος απλώς δεν αναφέρει, αυτόν τον ιδιαίτερο χιτώνα. Μάλλον, ο Ματθαίος δίνει λεπτομέρειες για τα ιμάτια του Ιησού, για τα οποία λέγει ο Ιωάννης ότι έγιναν τέσσερα μερίδια, προσθέτοντας ότι και αυτά επίσης διενεμήθησαν με κλήρο.
Όταν λάβωμε υπ’ όψιν και τα δύο ευαγγέλια, του Ματθαίου και του Ιωάννου, μπορούμε να ιδούμε ότι οι στρατιώται έβαλαν κλήρο και για τα ιμάτια και για τον χιτώνα. Αντί να υπάρχη αντίφασις, έχομε δύο αφηγήσεις γραμμένες από διαφορετικά άτομα, που το καθένα προμηθεύει λεπτομέρειες, τις οποίες δεν περιλαμβάνει το άλλο, κι εν τούτοις κανένα τους δεν αντιφάσκει, με το άλλο. Και, όπως τονίζει η τελευταία αφήγησις που εγράφη από τον Ιωάννη, το ότι έβαλαν κλήρο για τον ιματισμό του Μεσσία εξυπηρέτησε την εκπλήρωσι του Ψαλμού 22:18. Μπορούμε ν’ αντλήσωμε αυτό το ορθό συμπέρασμα διαβάζοντας οποιοδήποτε από αυτά τα θεόπνευστα βιβλία.