Είναι ο Συμβιβασμός των Διαφόρων Πίστεων ο Δρόμος του Θεού;
«Ολίγη ζύμη καθίστα όλον το φύραμα ένζυμον.»—Γαλάτας 5:9.
1, 2. Ποια παρότρυνσι έδωσε ο Τρούμαν σε εκκλησιαστικά πρόσωπα, και γιατί η αληθινή θρησκεία θα αρνηθή να συμμορφωθή;
Ο ΙΕΧΩΒΑ είναι Θεός αληθείας. Δεν συμβιβάζεται με την πλάνη. Από καμμιά κρίσι δεν μπορεί να πανικοβληθή ώστε να εγκαταλείψη χάριν σκοπιμότητος τις αρχές του, που είναι αρχές αληθείας. Κανένας κίνδυνος δεν μπορεί να τον τρομάξη ώστε να ενώση δυνάμεις με την πλάνη για να παρουσιάση ένα ισχυρότερο μέτωπο εναντίον κοινού εχθρού. Καμμιά απειλή δεν μπορεί να τον κάμη να θεωρήση τη διαφορά μεταξύ αληθείας και πλάνης ως παραμικρή και ασήμαντη, κάνοντας έτσι να φαίνεται δικαιολογημένη μια συγχώνευσις των δύο, κάτω από τέτοιες περιστάσεις. Η αλήθειά του αναγράφεται στον λόγον του, την Αγία Γραφή, και εις πείσμα οποιωνδήποτε κρίσεων ή κινδύνων, το μέλλον αυτής της αληθείας είναι εξασφαλισμένο. «Ο λόγος όμως του Ιεχωβά μένει εις τον αιώνα.» (Δευτερονόμιον 32:4· Ιωάννης 17:17· 1 Πέτρου 1:25, Μ.Ν.Κ..) Επομένως η αληθινή θρησκεία δεν θα συγχωνευθή με ψευδείς θρησκείες για ν’ αντιμετωπίση με μεγαλυτέρους αριθμούς τον διπλό κίνδυνο του κομμουνισμού και του παγκοσμίου πολέμου, όπως παρώτρυνε έντονα ο Πρόεδρος Τρούμαν σε μια ομιλία που απηύθυνε σε εκκλησιαστικά πρόσωπα στις 28 Σεπτεμβρίου 1951:
2 «Σ’ αυτή την κρίσι των ανθρωπίνων υποθέσεων, όλοι οι άνθρωποι που ομολογούν πίστι στον Θεό πρέπει να ενωθούν για να ζητήσουν τη βοήθειά του και την οδηγία του. Πρέπει να θέσωμε κατά μέρος τις διαφορές μας και να βρεθούμε μαζί τώρα—διότι ποτέ οι διαφορές μας δεν εφάνηκαν τόσο παραμικρές και ασήμαντες όπως φαίνονται εν όψει του κινδύνου που αντιμετωπίζομε σήμερα. Δεν βρίσκεται σε κίνδυνο αυτή ή εκείνη απλώς η εκκλησία. Δεν απειλείται αυτή ή εκείνη απλώς η πίστις. Όλες οι εκκλησίες, όλες οι πίστεις, απειλούνται. Το ίδιο το μέλλον του λόγου του Θεού—της διδασκαλίας που έφθασε έως εμάς από τις ημέρες των προφητών και της ζωής του Ιησού—βρίσκεται σε κίνδυνο.» (Τάιμς της νέας Υόρκης, 29 Σεπτεμβρίου 1951) Σχεδόν δύο χρόνια ενωρίτερα, όταν υπέσχετο υποστήριξι στην Εβδομάδα Αδελφοσύνης της Εθνικής Συνδιασκέψεως Χριστιανών και Ιουδαίων, ο Τρούμαν είπε: «Η αδελφοσύνη δεν είναι μόνο μια γενναιόφρων ώθησις αλλά και μια θεία εντολή. Άλλοι μπορεί να κινούνται σε αδελφοσύνη μόνο από το αίσθημα. Εμείς αναγνωρίζομε την αδελφοσύνη ως ένα θρησκευτικό καθήκον.» (Τάιμς Νέας Υόρκης, 12 Νοεμβρίου 1949) Αλλά είναι η αδελφοσύνη μεταξύ εκκλησιαστικών ομάδων που διαφέρουν, μια θεία εντολή κι ένα θρησκευτικό καθήκον; Επειδή αυτό είναι Γραφικό ζήτημα, ανατρέχομε στη Γραφή για μια αυθεντική απάντησι.
3. Στην αρχή πώς έδειξε ο Θεός ότι ήταν εναντίον του συμβιβασμού των πίστεων;
3 Με αναμφισβήτητες εκφράσεις πιστοποιεί αυτή ότι ο Ιεχωβά Θεός υπήρξε εναντίον του συμβιβασμού των πίστεων από την αρχή ως το τέλος. Από τον καιρό που εμφανίσθηκαν για πρώτη φορά η αληθινή και η ψευδής λατρεία η μια στο πλευρό της άλλης, ο Ιεχωβά εδέχθηκε την αληθινή και απέρριψε την ψευδή. Δεν εθέσπισε συμβιβασμό των πίστεων με το να επιβλέψη με εύνοια και στου Κάιν και στου Άβελ τη λατρεία. «Προσέφερεν ο Κάιν από των καρπών της γης προσφοράν προς τον Ιεχωβά. Και ο Άβελ προσέφερε και αυτός από των πρωτοτόκων των προβάτων αυτού, και από των στεάτων αυτών. Και επέβλεψε με ευμένειαν ο Ιεχωβά επί τον Άβελ, και επί την προσφοράν αυτού· επί δε τον Κάιν και επί την προσφοράν αυτού δεν επέβλεψε. Και ηγανάκτησεν ο Κάιν σφόδρα, και εκατηφίασε το πρόσωπον αυτού. Και είπεν ο Ιεχωβά προς τον Κάιν, Δια τι ηγανάκτησας; και δια τι εκατηφίασε το πρόσωπόν σου; αν συ πράττης καλώς, δεν θέλεις είσθαι ευπρόσδεκτος; και εάν δεν πράττης καλώς, εις την ηνεωγμένην [θύραν] κείται μία προσφορά περί αμαρτίας· και εις σε είναι η επιθυμία της, και συ εξουσιάζεις επ’ αυτής.» Η θυσία ζώου από τον Άβελ έδειχνε αναγνώρισι της ανάγκης που είχε μιας εξιλεωτικής για την αμαρτία θυσίας· προεικόνιζε τον θάνατον του Χριστού ως αντιλύτρου. Η αναίμακτη προσφορά του Κάιν ήταν κενός τυπικισμός. Ακόμη και μετά τη διόρθωσι από τον Θεό, η πληγωμένη θρησκευτική υπερηφάνεια του Κάιν δεν τον άφησε να μιμηθή τον ευπρόσδεκτο τρόπο λατρείας του Άβελ, με το να προσφέρη ένα κατάλληλο ζώο, που ήταν πλησίον, πρόχειρο για χρήσι. Αντίθετα απ’ αυτό, εφόνευσε τον Άβελ. (Γένεσις 4:3-8, Μ.Ρ.Γ.· Εβραίους 9:22) Ποιος έδειξε μισαλλοδοξία; ο Άβελ; ο Ιεχωβά; Ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος· ο ψευδοθρησκευόμενος Κάιν ήταν εκείνος που έδειξε τη μισαλλοδοξία του.
4, 5. Έπειτα από αιώνες, τι έκαμε ο Θεός για να δείξη ότι εναντιώνονταν ακόμη στο συμβιβασμό των πίστεων και στους ψευδείς θεούς;
4 Πολλούς αιώνες αργότερα, ο Ιεχωβά κατέδειξε μ’ ένα θεαματικό τρόπο ότι εναντιώνονταν ακόμη στην ιδέα του συμβιβασμού των πίστεων. Οι αιχμάλωτοι Ισραηλίτες στην Αίγυπτο επιθυμούσαν να λατρεύσουν τον Θεό, αλλά δεν μπορούσαν να το πράξουν ελεύθερα ανάμεσα στους Αιγυπτίους αιχμαλωτιστάς των, που ήσαν βυθισμένοι στην ψευδή θρησκεία. (Έξοδος 8:25, 26) Με τις δέκα πληγές που επακολούθησαν, ο Ιεχωβά έδειξε ότι ήταν σε αντίθεσι προς τους θεούς των Αιγυπτίων και δεν θα ηνείχετο καμμιά κίνησι αναμίξεως των πίστεων, που θα περιελάμβανε τον λαό του και τις ψευδείς θρησκείες. Αυτό φανερώνεται καθαρά από την ακόλουθη περικοπή του βιβλίου Τι Έκαμε η Θρησκεία για το Ανθρώπινο Γένος;:
5 «Με καθεμιά από τις πληγές οι δαιμονικοί θεοί της Αιγύπτου εταπεινώθηκαν και καταισχύνθηκαν ενώπιον του Ιεχωβά, τον οποίον επροκάλεσε ο Φαραώ· πρώτον, ο ποταμός θεός των ο Νείλος, με τη μετατροπή του, καθώς και όλων των υδάτων της Αιγύπτου, σε αίμα· έπειτα, η θεά των βατράχων, η Χεκτ· έπειτα, ο Ουάτσιτ ο Θεός των σκνιπών· έπειτα, με το θανατηφόρο λοιμό που επήλθε στα κτήνη της Αιγύπτου, η θεά-αγελάδα Χάθορ και η αντίστοιχή της θεότης ο Άπις ο ταύρος· έπειτα, με την πληγή των ελκωδών εξανθημάτων ο Ιμχοτέπ ο Θεός της ιατρικής· έπειτα, με την πληγή της χαλάζης ο Ρεσπού και ο Κετές, οι θεοί της θυέλλης και της μάχης· έπειτα, με την πληγή των ακρίδων, οι θεότητες της προνοίας οι υπεύθυνες για την ευφορία και τις συγκομιδές της Αιγύπτου· έπειτα, με την τριήμερη πληγή του σκότους, ο Θωθ ο σύμβουλος του Οσίριδος και θεός της σελήνης, καθώς και συντονιστής του ηλίου, της σελήνης και των αστέρων· επίσης, ο Αμών-Ρα ο Θεός του ηλίου· και με τη δεκάτη και τελευταία πληγή, ο Θεός Ρα, ο οποίος κατά περιστάσεις ενεφανίζετο ως αρσενικό πρόβατο και στον οποίον καθιερώνοντο όλα τα πρωτότοκα, που ήσαν αφιερωμένα σ’ αυτόν εκ γενετής.»—Σελίδα 118.
Ο ΙΣΡΑΗΛ ΕΛΑΒΕ ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΝΑΜΙΞΕΩΣ ΤΩΝ ΠΙΣΤΕΩΝ
6. Πώς ο νόμος του Ιεχωβά απηγόρευε κινήσεις αναμίξεως πίστεων για τον λαό του;
6 Ο Ιεχωβά, αφού απεχώρισε τον λαό του από τις ψευδείς πίστεις της Αιγύπτου, και κατήσχυνε με τις ενέργειες του τις Αιγυπτιακές μορφές λατρείας, έδωκε στον λαό του τον νόμο του στην έρημο. Ο νόμος αυτός ειδικά απηγόρευε οποιεσδήποτε κινήσεις για ανάμιξι πίστεων. Βέβαια η αδελφοσύνη με τους ψευδείς λάτρεις στη Γη της Επαγγελίας δεν καθιδρύθη με «θεία εντολή» ή ως «θρησκευτικό καθήκον», όπως μαρτυρούν τα ακόλουθα λόγια διδασκαλίας στο μέρους του Ιεχωβά: «Πρόσεχε εις σεαυτόν, μη κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης εις την οποίαν υπάγεις, μήποτε γείνη παγίς εν τω μέσω σου· αλλά τους βωμούς αυτών θέλεις καταστρέψει, και τα είδωλα αυτών θέλεις συντρίψει, και τα άλση αυτών θέλεις κατακάψει. Διότι δεν θέλεις προσκυνήσει άλλον θεόν· επειδή ο Κύριος, του οποίου το όνομα είναι Ζηλότυπος, είναι Θεός ζηλότυπος· μήποτε κάμης συνθήκην μετά των κατοίκων της γης, και όταν πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών, και θυσιάσωσι προς τους θεούς αυτών, σε προσκαλέση τις, και φάγης από της θυσίας αυτού· και μήποτε λάβης εκ των θυγατέρων αυτού εις τους υιούς σου, και όταν αι θυγατέρες αυτού πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών, κάμωσι τους υιούς σου να πορνεύσωσι κατόπιν των θεών αυτών.» (Έξοδος 34:12-16· Δευτερονόμιον 7:1-6, 16, 25, 26) Συνθήκες με τους ψευδείς λάτρεις για ανάμιξι των πίστεων απηγορεύοντο από τον νόμον του Ιεχωβά. Ακόμη και μη θρησκευτικές ενώσεις, όπως του γάμου, απηγορεύοντο ως επικίνδυνες στην ακεραιότητα του αληθινού λατρευτού.
7. Τι αποτέλεσμα προέκυψε όταν ο Ισραήλ απέτυχε να προσέξη αυτή την εντολή;
7 Εν τούτοις, οι Ισραηλίτες δεν επρόσεξαν την εντολή αυτή που απηγόρευε την ανάμιξι των πίστεων και τον γάμο με τους «εθνικούς» δαιμονολάτρας της Χαναάν, το δε αποτέλεσμα υπήρξε ότι καταπιέσθηκαν και υποδουλώθηκαν και δεν ήσαν πια αποτελεσματικοί στην υπηρεσία του Ιεχωβά. Συμβιβάσθηκαν και έκαμαν συνθήκες με τους γηγενείς κατοίκους της Γης της Επαγγελίας και απέτυχαν να εκριζώσουν και να καταστρέψουν τελείως τη δαιμονική θρησκεία· μάλλον υποδουλώθηκαν σ’ αυτήν. Για τούτο ο Ιεχωβά είπε: «Δεν θέλω εκδιώξει αυτούς απ’ έμπροσθέν σας· αλλά θέλουσιν είσθαι άκανθαι εις τα πλευρά σας, και οι θεοί αυτών θέλουσιν είσθαι παγίς εις εσάς.» (Κριταί 2:3, Μετ. Βασ. Ιακ.) Λόγω του ότι έδειξαν ασύνετη ανοχή της ψευδούς λατρείας, οι Ισραηλίτες διαπεράσθηκαν με ακανθώδη δαιμονισμό και επαγιδεύθηκαν από τους ψευδείς θεούς. Ακόμη και ο σοφώτατος ανθρώπινος βασιλεύς του Ισραήλ δεν μπορούσε να αγνοήση, χωρίς να τιμωρηθή, τη συμβουλή του Ιεχωβά να μην περιπλακούν σε συμμαχίες με τους ειδωλολάτρας. Η αφήγησις της παρακοής του βασιλέως αυτού και των καταστρεπτικών αποτελεσμάτων βρίσκεται στο 1 Βασιλέων 11:1-11:
8. Σε ποια άθλια κατάστασι εβύθισε τον Σολομώντα η απείθειά του στο σημείο αυτό;
8 «Ηγάπησε δε ο βασιλεύς Σολομών πολλάς ξένας γυναίκας, εκτός της θυγατρός του Φαραώ, Μωαβίτιδας, Αμμωνίτιδας, Ιδουμαίας, Σιδωνίας, Χετταίας· εκ των εθνών περί των οποίων ο Κύριος είπε προς τους υιούς Ισραήλ, Δεν θέλετε εισέλθει προς αυτά, ουδέ αυτά θέλουσιν εισέλθει προς εσάς, μήποτε εκκλίνωσι τας καρδίας σας κατόπιν των θεών αυτών· εις αυτά ο Σολομών προσεκολλήθη με έρωτα. Και είχε γυναίκας βασιλίδας επτακοσίας, και παλλακάς τριακοσίας· και αι γυναίκες αυτού εξέκλιναν την καρδίαν αυτού. Διότι, ότε εγήρασεν ο Σολομών, αι γυναίκες αυτού εξέκλιναν την καρδίαν αυτού κατόπιν άλλων θεών· και η καρδία αυτού δεν ήτο τελεία μετά του Κυρίου του Θεού αυτού, ως η καρδία Δαβίδ του πατρός αυτού. Και επορεύθη ο Σολομών κατόπιν της Αστάρτης, της θεάς των Σιδωνίων, και κατόπιν του Μελχώμ, του βδελύγματος των Αμμωνιτών. Και έπραξεν ο Σολομών πονηρά ενώπιον του Κυρίου, και δεν επορεύθη εντελώς κατόπιν του Κυρίου, ως Δαβίδ ο πατήρ αυτού. Τότε ωκοδόμησεν ο Σολομών υψηλόν τόπον εις τον Χεμώς, το βδέλυγμα του Μωάβ, εν τω όρει τω απέναντι της Ιερουσαλήμ, και εις τον Μολόχ, το βδέλυγμα των υιών Αμμών. Και ούτως έκαμε δι’ όλας τας γυναίκας αυτού τας ξένας, αίτινες εθυμίαζον και εθυσίαζον εις τους θεούς αυτών. Και ωργίσθη Κύριος κατά του Σολομώντος, επειδή η καρδία αυτού εξέκλινεν από του Κυρίου του Θεού τού Ισραήλ, όστις εφανερώθη δις εις αυτόν, και προσέταξεν εις αυτόν περί του πράγματος τούτου, να μη υπάγη κατόπιν άλλων θεών· δεν εφύλαξεν όμως εκείνο το οποίον ο Κύριος προσέταξε. Δια τούτο είπεν ο Κύριος εις τον Σολομώντα, Επειδή τούτο ευρέθη εν σοι, και δεν εφύλαξας την διαθήκην μου και τα διατάγματά μου, τα οποία προσέταξα εις σε, θέλω εξάπαντος διαρρήξει την βασιλείαν από σου, και δώσει αυτήν εις τον δούλόν σου.»
9. Σε τι κατέληξαν οι ενέργειες του Σολομώντος για συμβιβασμό των πίστεων, και ποιοι άλλοι έθεσαν τον εαυτό τους σε όμοιες περιστάσεις;
9 Ο Σολομών επίστευε πραγματικά στο συμβιβασμό των πίστεων και εβυθίσθηκε σ’ αυτόν σε μεγάλη κλίμακα. Αυτό μπορεί να προήγαγε καλή θέλησι με τις ξένες γυναίκες του και να έφερε ένα μέτρον θρησκευτικής ειρήνης στην οικογενειακή του ζωή, όπως ακριβώς και οι κινήσεις για συμβιβασμό των πίστεων σήμερα μπορεί να υποτάσσουν τις θρησκευτικές διαφορές στην εθνική ζωή. Αλλά αυτό δεν έφερε ειρήνη με τον Θεό. Μαζί με την πρόνοια που ελάμβανε για τους δαιμονικούς θεούς των ξένων γυναικών του, διατηρούσε ένα πρόσχημα ότι υπηρετούσε επίσης και τον Ιεχωβά, αλλά ενέπαιζε τον θείον νόμον: «Θέλεις αγαπά Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της δυνάμεώς σου.» (Δευτερονόμιον 6:5) «Δεν είχε αδιαίρετο φρόνημα» για τη λατρεία του Ιεχωβά, αλλά εμοίραζε την προσοχή του. Ο ψαλμωδός εξέφράζε την άποψι του Ιεχωβά όταν έγραφε: «Μισώ τους ανθρώπους που επαμφοτερίζουν» Πριν από την πτώσι του απίστου Ιούδα στο 607 π.Χ., απηγγέλθη καταδίκη στους «ομνύοντας εις τον Ιεχωβά, και τους ομνύοντας εις τον Μαλχόμ». (Ψαλμός 119:113, Μ.Μ.· Σοφονίας 1:5, Α.Σ.Μ.) Αυτοί ήσαν όπως πολλά από τα σημερινά δόγματα του «Χριστιανισμού» που λαμβάνουν το όνομα του Θεού και του Χριστού στα χείλη των, αλλά διδάσκουν και ασκούν δαιμονικές διδασκαλίες και ειδωλολατρικές τελετουργίες. (Ματθαίος 7:20-23) Αυτοί που διασκελίζουν τους φράχτες των πίστεων δεν είναι ούτε ζεστοί ούτε ψυχροί για τη λατρεία του Ιεχωβά, και για τούτο ο Ιησούς Χριστός λέγει γι’ αυτούς τους αδιαφόρους και συμβιβαστικούς: «Εξεύρω τα έργα σου, ότι ούτε ψυχρός είσαι ούτε ζεστός· είθε να ήσο ψυχρός ή ζεστός· ούτως, επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματός σου.»—Αποκάλυψις 3:15, 16.
10. Ποια θρησκευτική ενότης υπήρχε στις ημέρες του Ιησού;
10 Αιώνες αργότερα, όταν ο Ιησούς ο Μεσσίας ήταν στη γη, οι Ιουδαίοι θρησκευόμενοι ήσαν διηρημένοι σε διάφορες αιρέσεις, ήσαν όμως ενωμένοι στο να λαμβάνουν το όνομα Κυρίου του Θεού στα χείλη των και ήσαν επίσης ενωμένοι σε ωρισμένους πολιτικούς και κοινωνικούς σκοπούς και ακόμη στη θρησκευτική πρόθεσι να κατασιωπήσουν τον Ιησούν και τους ακολούθους του. Αλλά αυτή η επιφανειακή συνεργασία σε ωρισμένες υποθέσεις, δεν έφερνε πραγματική ενότητα στο σπουδαίο πεδίον της λατρείας, όπως φανερώνεται από το ότι ήσαν διηρημένοι και βρίσκονταν σε διαφωνία ο ένας με τον άλλον ακόμη και όταν ενώνοντο για ένα κοινό σκοπό, τη συντριβή της μιας αληθινής λατρείας.—Πράξεις 23:6-10.
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΥΠΕΡΜΑΧΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΥ ΤΩΝ ΠΙΣΤΕΩΝ
11. Τι ισχυρίζονται μερικοί σήμερα σχετικά με το Μάρκος 9:38-40;
11 Εν τούτοις, μερικοί καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί σήμερα λέγουν ότι ο Ιησούς ο ίδιος ήταν υπέρ του συμβιβασμού των πίστεων, παραθέτουν δε προς υποστήριξιν τούτου, το Μάρκος 9:38-40: «Απεκρίθη δε προς αυτόν ο Ιωάννης λέγων, Διδάσκαλε, είδομέν τινα εκβάλλοντα δαιμόνια εις το όνομά σου, όστις δεν ακολουθεί ημάς· και εμποδίσαμεν αυτόν, διότι δεν ακολουθεί ημάς. Ο δε Ιησούς είπε, Μη εμποδίζετε αυτόν· διότι δεν είναι ουδείς όστις θέλει κάμει θαύμα εις το όνομά μου, και θέλει δυνηθή ευθύς να με κακολογήση· επειδή όστις δεν είναι καθ’ ημών, είναι υπέρ ημών.» Ισχυρίζονται πώς αυτό δείχνει ότι είναι κατάλληλο να υπάρχουν χωριστές θρησκευτικές οργανώσεις, που η καθεμία κάνει καλό έργο με τον τρόπο της· αφού όμως ενεργούν όλες με βάσι το όνομα του Ιησού μπορούν και πρέπει να ενώνωνται σε κινήσεις συμβιβασμού των πίστεων που συμβάλλουν στην πραγματοποίησι ωρισμένων κοινών, ευρέων σκοπών, ενώ επιτρέπουν πλήρη δογματική ανεξαρτησία για κάθε οργάνωσι.
12. Τι αγνοούν και τι αστοχούν να εκτιμήσουν, αυτοί που ισχυρίζονται τα παραπάνω;
12 Χρησιμοποιώντας αυτή την περικοπή για να υποστηρίξουν την ύπαρξι χωριστών εκκλησιαστικών ομίλων ή πίστεων, αγνοούν τις περιστάσεις των καιρών εκείνων. Δεν ακολουθούσαν τον Ιησούν μαζί με τους δώδεκα αποστόλους όλοι όσοι τον επίστευαν. Σε μερικούς που ήθελαν ν’ ακολουθήσουν τον Ιησούν, ελέχθη να επιστρέψουν στο σπίτι τους και να δώσουν μαρτυρία γι’ αυτόν εκεί. (Μάρκος 5:18-20) Επομένως, δεν ήταν απαραίτητο γι’ αυτόν τον άνθρωπο ν’ ακολουθή σωματικώς τον Ιησούν για να είναι με το μέρος του. Όταν ο Ιησούς απέστειλε τους δώδεκα αποστόλους του να κηρύξουν, οι οδηγίες του δεν περιελάμβαναν κάποια παραγγελία να ιδρύσουν εκκλησίες Χριστιανών, ούτε εδόθη η εντολή αυτή στους εβδομήκοντα που απεστάλησαν αργότερα. (Ματθαίος 10:1-42· Λουκάς 10:1-16) Έπρεπε απλώς να δώσουν μαρτυρία από σπίτι σε σπίτι και να εύρουν πιστούς εκεί. Ο Ιησούς δεν εγκαθίδρυε τότε την εκκλησιαστική διάταξι σε αντίθεσι με τις συναγωγές, αλλά επέτρεπε να παραμένουν οι συναγωγές και οι πιστοί του να παρακολουθούν τις υπηρεσίες εκεί. Επήγαινε εκεί ο ίδιος και εκήρυττε για τους προφήτας και τον Νόμον, ο οποίος Νόμος ήταν ακόμη σε ισχύν και στον οποίον ο Ιησούς δεν αντετίθετο. (Ματθαίος 5:17· Λουκάς 4:15-21) Επομένως αυτός ο νεανίας που εκήρυττε και εξέβαλλε δαιμόνια με βάσι το όνομα του Ιησού, δεν ήταν ανάγκη να βρίσκεται σε άμεση επικοινωνία με τον Ιησούν και τους δώδεκα αποστόλους, και το ότι βρισκόταν αποχωρισμένος απ’ αυτούς, δεν εσήμαινε ότι ήταν από χωριστή εκκλησία, διότι η Χριστιανική εκκλησία δεν είχε ακόμη ιδρυθή εκείνο τον καιρό.
13, 14. Πώς άλλαξε η κατάστασις μετά την Πεντηκοστή, και ποιο περιστατικό δείχνει ότι μια αλλαγή έλαβε χώραν;
13 Μετά την Πεντηκοστή, όταν ο Ιησούς οικοδόμησε την πνευματική του εκκλησία επάνω στον εαυτό του ως τον κεχρισμένον Βασιλέα, τότε ιδρύθησαν ξεχωριστές εκκλησίες Χριστιανών. Τότε, αν αυτός ο νεανίας ήθελε να είναι πραγματικός ακόλουθος του Χριστού, δεν θα μπορούσε να κρατή τον εαυτό του χωριστά από την ομάδα των Χριστιανών, αλλά έπρεπε να ενωθή με κάποια ομάδα Χριστιανών και να επικοινωνή μαζί τους για να λάβη την έκχυσι του αγίου πνεύματος και τα πνευματικά χαρίσματα μέσω των αποστόλων του Ιησού ή με την παρουσία τους. Είχε περάσει ο καιρός για τέτοιο ατομικό κήρυγμα και εκβολή δαιμονίων, και αν ο νεανίας απεπειράτο να το κάμη αυτό, θα απεπειράτο ατόπως να συγκροτήση μια οργάνωσι οπαδών για τον εαυτό του. Η χρήσις που θα έκανε του ονόματος του Ιησού για τον εξορκισμό των δαιμόνων θα ήταν άτοπη, και τα αποτελέσματα θα ήσαν εξίσου καταστρεπτικά, όσο και στην περίπτωσι των υιών του Σκευά, οι οποίοι ήσαν Ιουδαίοι που χρησιμοποιούσαν το όνομα του Ιησού χωρίς να γίνουν Χριστιανοί. Σημειώστε ότι η έκθεσις της ακατάλληλης χρήσεως εκ μέρους των του ονόματος του Ιησού συνεχίζεται και δείχνει ότι ειλικρινείς προσήλυτοι εγκατέλιπαν αυτές τις προηγούμενες συνήθειες και έγιναν μέρος της εγκαθιδρυμένης Χριστιανικής εκκλησιαστικής διατάξεως:
14 «Και τινές από των περιερχομένων εξορκιστών Ιουδαίων επεχείρησαν να προφέρωσιν επί τους έχοντας τα πνεύματα τα πονηρά το όνομα του Κυρίου Ιησού, λέγοντες, Σας ορκίζομεν εις τον Ιησούν τον οποίον ο Παύλος κηρύττει. Και οι πράττοντες τούτο ήσαν επτά τινές υιοί Ιουδαίου αρχιερέως ονομαζομένου Σκευά. Αποκριθέν δε το πνεύμα το πονηρόν είπε, Τον Ιησούν γνωρίζω, και τον Παύλον εξεύρω· σεις δε τίνες είσθε; Και πηδήσας επ’ αυτούς ο άνθρωπος, εις τον οποίον ήτο το πνεύμα το πονηρόν, και νικήσας αυτούς, ίσχυσε κατ’ αυτών, ώστε γυμνοί και τετραυματισμένοι έφυγαν εκ του οίκου εκείνου. Και τούτο έγεινε γνωστόν εις πάντας, Ιουδαίους τε και Έλληνας, τους κατοικούντας την Έφεσον· και επέπεσε φόβος επί πάντας αυτούς, και εμεγαλύνετο το όνομα του Κυρίου Ιησού. Και πολλοί των πιστευσάντων ήρχοντο εξομολογούμενοι τας πράξεις αυτών. Πολλοί δε και εξ εκείνων οίτινες έκαμνον τας μαγείας, φέροντες τα βιβλία αυτών, κατέκαιον ενώπιον πάντων· και αριθμήσαντες τας τιμάς αυτών εύρον πεντήκοντα χιλιάδας αργυρίου. Ούτω κραταιώς ηύξανε και ίσχυεν ο λόγος του Κυρίου.»—Πράξεις 19:13-20.
15. Πώς οι αιρέσεις και τα δόγματα σήμερα δείχνουν ότι είναι εναντίον του Χριστού;
15 Η περίπτωσις, λοιπόν, αυτού του νεανίου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθή για να δικαιολογήση την ύπαρξι πολυαρίθμων αιρέσεων και δογμάτων που λειτουργούν στο όνομα του Ιησού. Αυτά είναι εναντίον των πιστών μαρτύρων του Ιεχωβά που κηρύττουν τώρα τον Ιησούν και τη βασιλεία του, και, επειδή είναι εναντίον αυτών των ελαχίστων αδελφών του, είναι εναντίον του, και η απλή χρήσις του ονόματος του Ιησού εκ μέρους των, δεν κερδίζει ευνοϊκή αναγνώρισι αυτών ως αληθινών ακολούθων. (Ματθαίος 7:21· 25:40, 45) Είναι σαν τις θρησκευτικές αιρέσεις των Ιουδαίων στις ημέρες του Ιησού, που χρησιμοποιούσαν το όνομα του Θεού, αλλά ζητούσαν να διασκορπίσουν τα πρόβατα: «Όστις δεν είναι μετ’ εμού, είναι κατ’ εμού· και όστις δεν συνάγει μετ’ εμού, σκορπίζει.» (Ματθαίος 12:30) Δεν υπάρχει ουδέτερο έδαφος· ή υπέρ θα είναι κανείς ή εναντίον. Δεν μπορούν οι χαλαροί δεσμοί συμβιβασμού των πίστεων να ενώσουν τα δύο μέρη.
16. Ποια παραβολή παρατίθεται για εξέτασι;
16 Η αντίθεσις του Ιησού Χριστού σε μια ανάμιξι διαφόρων πίστεων δείχνεται έντονα από μια παραβολή που εχρησιμοποίησε σε μια περίπτωσι. Μερικοί είχαν ειπεί, «Οι μαθηταί του Ιωάννου νηστεύουσι συχνά, και κάμνουσι δεήσεις, ομοίως και οι των Φαρισαίων, οι δε ιδικοί σου τρώγουσι και πίνουσι,» και σε τούτο ο Ιησούς απήντησε: «Ουδείς βάλλει επίρραμμα ιματίου νέου επί ιμάτιον παλαιόν· ει δε μη, και το νέον σχίζει, και με το παλαιόν δεν συμφωνεί το επίρραμμα το από του νέου. Και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς· ει δε μη, ο νέος οίνος θέλει σχίσει τους ασκούς, και αυτός θέλει εκχυθή, και οι ασκοί θέλουσι φθαρθή. Αλλά πρέπει να βάλληται ο νέος οίνος εις ασκούς νέους· και αμφότερα διατηρούνται. Και ουδείς αφού πίη οίνον παλαιόν, θέλει ευθύς νέον διότι λέγει, Ο παλαιός είναι καλήτερος.»—Λουκάς 5:33-39.
17. Πώς η παραβολή αυτή δείχνει έντονα ότι δεν έπρεπε να γίνη ανάμιξις των διαφόρων πίστεων;
17 Με την παραβολή αυτή ο Ιησούς έδειξε ότι έφερνε εντελώς καινούργιο σύστημα πραγμάτων, και ότι αυτό δεν επρόκειτο να προσαρτηθή στους ομίλους που ακολουθούσαν τον Ιωάννη το Βαπτιστή ή τους Φαρισαίους. Οι μαθηταί του Ιησού δεν επρόκειτο να προσκολληθούν σε τέτοιους ομίλους ή να συμμορφωθούν με τις συνήθειές τους ή τις τελετουργίες τους. Ο Ιησούς δεν έφερνε αυτό το νέο σύστημα πραγμάτων για να μπαλώση ή να υποστηρίξη ή να παρατείνη παλαιά φθαρμένα συστήματα λατρείας που ήσαν έτοιμα για να απορριφθούν. Τα προηγούμενα θρησκευτικά συστήματα δεν μπορούσαν να περιλάβουν το νέο σύστημα πραγμάτων, δεν ήσαν επαρκή γι’ αυτό το νέο σύστημα, δεν μπορούσαν να συνυπάρχουν με το νέο σύστημα, αλλά θα εφέροντο στο τέλος των από το νέο σύστημα πραγμάτων. Ακόμη και ο Νόμος του Μωυσέως επρόκειτο να καρφωθή στο ξύλο του μαρτυρίου ως εκπληρωμένος και ακυρωμένος. Όπως ακριβώς ένα νέο ένδυμα δεν έπρεπε να κοπή και να χρησιμοποιηθή για να μπαλώση απελπιστικώς παλαιά ενδύματα, αλλά έπρεπε να μένη άθικτο και εντελώς νέο· όπως ακριβώς ο νέος ο οίνος δεν έπρεπε να χυθή μέσα σε αποξηραμμένους παλαιούς ασκούς που είχαν χάσει την ελαστικότητα τους και θα έσπαζαν, αλλά έπρεπε να έχη τον δικό του νέον ασκό, έτσι και η νέα Χριστιανική οργάνωσις έπρεπε να έχη ένα εντελώς νέο σύστημα πραγμάτων, μονίμως αποχωρισμένο από τα παλαιά θρησκευτικά συστήματα που ή είχαν αποτύχει ή είχαν διέλθει την περίοδο της χρησιμότητάς των. Εν τούτοις, οι οπαδοί των παλαιών αυτών συστημάτων θα προσεκολλώντο στα παλαιά, λέγοντας ότι είχαν συνηθίσει στην άνετη, ταιριαστή και ώριμη ηλικία των παλαιών συστημάτων. Γι’ αυτούς το παλαιό ήταν ωραίο· ήσαν ικανοποιημένοι με τη θρησκεία τους, την είχαν στην οικογένεια επί πολύν καιρό, και δεν ήθελαν να την αλλάξουν με κάτι νέο. Έτσι υπάρχει κάτι που χωρίζει και εμποδίζει να περιληφθή η αληθινή πίστις σε κάποια κίνησι αναμίξεως των πίστεων.
18. Γιατί είναι τόσο αναγκαίο για την αληθινή πίστι να μένη μακριά από τις κινήσεις συμβιβασμού των πίστεων;
18 Ο Ιησούς Χριστός με αλάνθαστες εκφράσεις έδειξε ότι δεν ήθελε καμμιά κίνησι συμβιβασμού των πίστεων με τον κλήρο των ημερών του. Αντί να ενωθή μαζί του, είπε στους μαθητάς του: «Αφήσατε αυτούς· είναι οδηγοί τυφλοί τυφλών· τυφλός δε τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθρον θέλουσι πέσει.» (Ματθαίος 15:14) Σε μια άλλη περίπτωσι ο Ιησούς είπε: «Βλέπετε και προσέχετε από της ζύμης των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων.» Βλέποντας ότι οι μαθηταί του έκαμαν σύγχυσι και ενόμιζαν ότι πρόκειται για κατά γράμμα άρτους με ζύμη μέσα τους, ο Ιησούς τούς διεφώτισε ως προς τη σημασία της εικονικής του γλώσσης: «Πώς δεν καταλαμβάνετε ότι περί άρτου δεν σας είπον να προσέχητε από της ζύμης των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων; Τότε ενόησαν ότι δεν είπε να προσέχωσιν από της ζύμης του άρτου, αλλ’ από της διδαχής των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων.» Ο Ιησούς επίσης είπε: «Προσέχετε εις εαυτούς από της ζύμης των Φαρισαίων, ήτις είναι υπόκρισις.» Ο μεγάλος κίνδυνος που θ’ αποτελούσε αυτή η ζύμη της ψευδούς θρησκείας για την αληθινή Χριστιανική εκκλησία εκτίθεται για μας ως εξής: «Ολίγη ζύμη κάμνει όλον το φύραμα ένζυμον.» (Ματθαίος 16:6, 11, 12· Λουκάς 12:1· 1 Κορινθίους 5:6· Γαλάτας 5:9) Η αληθινή, λοιπόν, πίστις μένει μακριά από τις μολυσματικές κινήσεις αναμίξεως των πίστεων.
19. Ποια γεγονότα συντρίβουν τον ισχυρισμό ότι ο Ιησούς ευνοούσε το συμβιβασμό των πίστεων;
19 Αν ο Ιησούς ευνοούσε τη σιωπηλή ανοχή της πλάνης, όπως κάνουν οι σύγχρονοι υπέρμαχοι του συμβιβασμού των πίστεων, γιατί εξαπέλυσε τέτοιες καυστικές καταγγελίες εναντίον των γραμματέων και Φαρισαίων, αποκαλώντας τους υποκριτάς, τυφλούς οδηγούς, μωρούς, έξωθεν ωραίους, αλλά έσωθεν ακαθάρτους, όφεις και γεννήματα εχιδνών καταδικασμένα σε καταστροφή; (Ματθαίος 23:1-33) Αν θεωρούσε την αδελφοσύνη «θεία εντολή» και «θρησκευτικό καθήκον», γιατί είπε στους θρησκευτικούς ηγέτας: «Σεις είσθε εκ πατρός του Διαβόλου»; (Ιωάννης 8:44) Θα ενώνονταν μαζί τους σε μια Εβδομάδα Αδελφοσύνης; Το να τους αναγνωρίση ως αδελφούς του θα εσήμαινε ότι ανεγνώριζε τον πατέρα τους ως πατέρα του. Αυτός δεν θα συνεδέετο ποτέ μ’ ένα σχέδιο αδελφοσύνης που θα έκανε τον Διάβολο πατέρα του αντί του Ιεχωβά! Εν τούτοις, οι σύγχρονοι ζηλωταί του συμβιβασμού των πίστεων θα τους ενηγκαλίζοντο όλους, όπως φανερώνεται από ένα άρθρο για την «Ημέρα Συμβιβασμού των πίστεων»: «Χριστιανοί, Ιουδαίοι, Μουσουλμάνοι, Βουδδισταί, ή ο,τιδήποτε και αν είμεθα, είμεθα όλοι τέκνα του Θεού, οσοδήποτε διαφορετικά και αν τον αντιλαμβανώμεθα.» (Τάιμς της Νέας Υόρκης, 23 Σεπτεμβρίου 1951) Αλλά η δική μας αντίληψις περί Θεού είναι εκείνη που ενδιαφέρει. Αυτός πλησιάζεται μόνο μέσω του Χριστού. (Ιωάννης 14:6) Ακόμη και οι καθ’ ομολογίαν Χριστιανοί που δεν επιτρέπουν να διαπαιδαγωγηθή ο εαυτός τους από τον Θεό σε συμμόρφωσι με τον λόγον του, είναι «νόθοι, και ουχί υιοί». (Εβραίους 12:4-11) Ο πλατύς δρόμος του συμβιβασμού των πίστεων, από τον οποίον «όλα περνούν», είναι ο πλατύς δρόμος της απωλείας.—Ματθαίος 7:13, 14.
20. Αιώνες μετά την εποχή του Ιησού ποια κίνησις συμβιβασμού των πίστεων προωθήθηκε, και για ποιες Γραφικές αιτίες την απέφυγαν οι Χριστιανοί;
20 Έπειτα από αιώνες μετά την εποχή του Ιησού, ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος προώθησε μια κίνησι συμβιβασμού των πίστεων για να συγχωνεύση όλες τις θρησκείες, επιτρέποντας στα διάφορα δόγματα και θρησκεύματα να διατηρήσουν τις πολλές αλληλοσυγκρουόμενες δοξασίες των, συμφωνώντας όμως επάνω σε λίγα κύρια σημεία, όπως ακριβώς συμβαίνει και στις κινήσεις συμβιβασμού των πίστεων σήμερα. Ο σκοπός του ήταν να προαγάγη την πολιτική σταθερότητα και τη θρησκευτική ομοιομορφία. Μόνο οι αληθινοί Χριστιανοί αντιστάθηκαν, γνωρίζοντας ότι οι αποστάται Χριστιανοί που συνεχωνεύοντο με την ειδωλολατρία και υπέκυπταν στην ώθησι για συμβιβασμό των πίστεων που είχε αναλάβει το κράτος, είχαν παραβή τον λόγον του Ιεχωβά: «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους· διότι τίνα μετοχήν έχει η δικαιοσύνη με την ανομίαν; τίνα δε κοινωνίαν το φως προς το σκότος; Τίνα δε συμφωνίαν ο Χριστός με τον Βελίαλ; η τίνα μερίδα ο πιστός με τον άπιστον; Τίνα δε συμβίβασιν ο ναός του Θεού με τα είδωλα; διότι σεις είσθε ναός Θεού ζώντος, καθώς είπεν ο Θεός, “Ότι θέλω κατοικεί εν αυτοίς και περιπατεί· και θέλω είσθαι Θεός αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαός μου.” Δια τούτο “εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αποχωρίσθητε,” λέγει ο Ιεχωβά, “και μη εγγίσητε ακάθαρτον” και “εγώ θέλω σας δεχθή”.» Τότε ο Ιεχωβά θα είναι πατήρ μας και εμείς υιοί του, αλλά όχι με άλλον τρόπο.—2 Κορινθίους 6:14-18, Μ.Ν.Κ.