Ο Ναός στους Χρόνους των Αποστόλων
ΤΟ ΠΑΣΧΑ του έτους 30 (μ.Χ.) επλησίαζε γοργά καθώς ο Ιησούς Χριστός «ανέβη εις Ιεροσόλυμα. . . . Και εύρεν εν τω ιερώ τους πωλώντας βόας και πρόβατα και περιστεράς, και τους αργυραμοιβούς καθημένους. Και ποιήσας μάστιγα εκ σχοινίων, εδίωξε πάντας εκ του ιερού, και τα πρόβατα και τους βόας και τα νομίσματα των αργυραμοιβών έχυσε, και τας τραπέζας ανέτρεψε. Απεκρίθησαν λοιπόν οι Ιουδαίοι και είπον προς αυτόν, Τι σημείον δεικνύεις εις ημάς διότι κάμνεις ταύτα; Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτούς, Χαλάσατε τον ναόν τούτον, και δια τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν.»—Ιωάν. 2:13-15, 18, 19.
Μπορεί βέβαια να ερωτηθή, Τι είδους κτίριο θα ήταν αυτό που είχε χώρο για όλη αυτή την εμπορική κίνησι; Το γεγονός είναι ότι αυτός ο ναός δεν ήταν μόνο ένα κτίριο, αλλά μια σειρά κτισμάτων των οποίων το ιερόν του ναού αποτελούσε το κέντρον. Στην πρωτότυπη γλώσσα αυτό διασαφηνίζεται πλήρως, διότι οι Βιβλικοί συγγραφείς έκαναν διάκρισι μεταξύ των δύο με τη χρήσι των λέξεων «ιερόν» και «ναός.» Το «ιερόν» ανεφέρετο σε όλη την εδαφική έκτασι του ναού, ενώ η λέξις «ναός» εφηρμόζετο στο ίδιο το κτίριο του ναού, που διεδέχθη τη σκηνή του μαρτυρίου στην έρημο. Έτσι, ο Ιωάννης λέγει ότι ο Ιησούς βρήκε όλη αυτή την εμπορική κίνησι στο «ιερό». Αλλ’ όταν ο Ιησούς παρωμοίωσε το σώμα του με ναόν, εχρησιμοποίησε τη λέξι «ναός» εννοώντας το «αγιαστήριον» του ναού, όπως σημειώνεται στην υποσημείωσι της Μεταφράσεως Νέου Κόσμου.
Αυτή η σειρά κτισμάτων των αποστολικών χρόνων ανοικοδομήθη από τον Βασιλέα Ηρώδη. Ο φιλήδονος εκείνος κι αιμοδιψής Ιδουμαίος άρχων ήταν απεχθής στους Ιουδαίους υπηκόους του, τόσο για το ότι προσέβαλλε τη θρησκευτική τους ευαισθησία όσο και για τους αχαλίνωτους φόνους που διέπραξε, όπως, λόγου χάριν, ο φόνος της συζύγου του Μαριάμνης, Ασμοναίας πριγκηπίσσης. Επιδιώκοντας την εύνοιά των, και συγχρόνως για να ικανοποιήση την άμετρη υπερηφάνειά του, επρότεινε την ανοικοδόμησι του ναού των, ο οποίος, μετά από πεντακόσια περίπου χρόνια, έδειχνε σημεία παρακμής.
Οι Ιουδαίοι, πάντοτε δυσπιστώντας στον Ηρώδη, και όχι χωρίς επαρκή λόγον, επέμειναν ν’ αποδείξη τις αγαθές του προθέσεις προμηθεύοντας πρώτα όλα τ’ απαιτούμενα υλικά, πράγμα που έκαμε. Για το έργον της οικοδομής εμίσθωσε 10.000 ικανούς εργάτας και 1.000 ιερείς, οι οποίοι εξεπαιδεύθησαν ειδικά γι’ αυτό το έργον. Για να μη μείνουν οι Ιουδαίοι χωρίς ναό, η κατεδάφισις του παλαιού ναού έγινε τμηματικώς με την ανέγερσι του νέου. Γι’ αυτόν τον λόγο πολλοί ομιλούν για δύο μόνο ναούς στην Ιερουσαλήμ, τον πρώτο και τον δεύτερο, αντί για τρεις ναούς, του Σολομώντος, του Ζοροβάβελ και του Ηρώδου. Αυτό, ιδιαίτερα, αποτελούσε συνήθεια των συγχρόνων Ιουδαίων, οι οποίοι τόσο μισούσαν τον Ηρώδη, ώστε, μολονότι αυτός είχε προμηθεύσει όλα τα υλικά και πληρώσει τα εργατικά, κανείς ποτέ απ’ αυτούς δεν εμνημόνευσε τ’ όνομά του στα συγγράμματά του σχετικά με τον ναό.
Ο Ηρώδης εδιπλασίασε την έκτασι της περιοχής του ναού. Για να το κάμη αυτό ισοπέδωσε μεγάλες βραχώδεις εκτάσεις και με ογκώδεις λίθους έκτισε τις πλευρές του όρους Μοριά σε μήκος έως 160 ποδών. Το ιερό του ναού επερατώθη σε ενάμισυ έτος, και άλλα κύρια κτίσματα σε οκτώ έτη. Εν τούτοις, εξακολούθησε να λαμβάνη χώραν μια συνεχής ανοικοδόμησις ώσπου μέσα σε έξη έτη απ’ τον καιρό της καταστροφής του, το 70 μ.Χ., ο Ιώσηπος έδωσε δύο αντιφατικές χρονολογίες για το πότε άρχισε το κτίσιμο, αλλ’ εξαιτίας του ότι στο έτος 30 (μ.Χ.) οι Ιουδαίοι είπαν ότι η ανοικοδόμησις του ναού διήρκεσε σαράντα έξη έτη, έπεται ότι το έργον αυτό πρέπει να είχε αρχίσει στο έτος 17 π.Χ.—Ιωάν. 2:20.
Το οικοδόμημα του ναού εκτίσθη κατάλληλα προς ανατολάς και δυσμάς και είχε επτά βαθμούς αγιότητος απ’ τον μικρότερο ως τον μεγαλύτερο βαθμό: (1) την Αυλή των Εθνών (2) την Εξωτέρα Αυλή. (3) την Αυλή των Γυναικών (4) την Αυλή του Ισραήλ (5) την Αυλή των ιερέων (β) τα Άγια (7) τα Άγια των Αγίων. Γενικά κάθε επόμενος τόπος ήταν σε μια υψηλότερη θέσι, σύμφωνα με την υποτιθέμενη μεγαλύτερη αγιότητα· ο κάθε τόπος είχε τη σειρά των πυλών ή εισόδων του και των συνδεομένων κτιρίων. Συνολικά, υπήρχαν είκοσι τέσσερα σημεία όπου οι ιερείς και οι Λευίται φρουρούσαν τον ναό.
Η ΑΥΛΗ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ
Ολόκληρη η περιοχή του ναού περιεβάλλετο από ένα απέραντο τείχος που κατέληγε στο επάνω μέρος σε κιονοστοιχίες. Οι χώροι μέσα σ’ αυτά τα τείχη είχαν έκτασι μεταξύ δεκαπέντε και είκοσι έικρες (60.705 και 80.940 τετραγ. μέτρ.) κι επομένως μπορεί να είχαν τόσο μέγεθος όσο το στάδιο Γιάγκη και το Πόλο Γκράουντς της Νέας Υόρκης ενωμένα.a Η Αυλή των Εθνών ωνομάσθη έτσι, διότι επετρέπετο να εισέρχωνται σ’ αυτήν οι εθνικοί. Απ’ αυτή την αυλή ο Ιησούς, σε δύο περιπτώσεις, μια κοντά στην αρχή και μια κατά το τέλος της επιγείου διακονίας του, εξέβαλε εκείνους που είχαν κάμει τον οίκον του Πατρός του οίκον εμπορίου.—Ιωάν. 2:13-17· Ματθ. 21:12, 13.
Υπήρχαν οκτώ ή δέκα πύλες που ωδηγούσαν στην περιοχή του ναού: τέσσερες ή πέντε ήσαν στη δυτική πλευρά, δύο ή τρεις στα νότια, και από μία προς ανατολάς και βορράν. Ο Ιησούς, στη θριαμβευτική του είσοδο στα Ιεροσόλυμα ασφαλώς εισήλθε στην περιοχή του ναού από τη βορεία του πύλη, και ωδηγήθη προς τον Πιλάτο δια της νοτιοδυτικής πύλης. Ένεκα των πυλών αυτών η Αυλή των Εθνών εχρησίμευε, επίσης, ως δίοδος, όσοι δ’ εταξίδευαν προτιμούσαν να διέλθουν μέσω αυτής αντί να περιέρχωνται απ’ έξω την περιοχή του ναού.
Κατά μήκος της ανατολικής πλευράς του ναού ήταν η κιονοστοιχία του Σολομώντος, μια στεγασμένη στοά πλάτους σαράντα πέντε ποδών και ύψους σαράντα ποδών. Συνίστατο από τρεις μαρμαρίνους στύλους που ελέγοντο «Κορινθιακοί» λόγω των καλλωπιστικών των διακοσμήσεων. Εκεί ο Ιησούς ‘περιεπάτει τον χειμώνα,’ κι εκεί συνήγοντο οι πρώτοι Χριστιανοί για λατρεία. Όμοιες κιονοστοιχίες περιεστοίχιζαν τη δυτική και τη βόρεια πλευρά. Εκεί υπήρχαν καθίσματα, όπου οι ιερείς και άλλοι ερμήνευαν τον Νόμο, και αναμφιβόλως σ’ ένα απ’ αυτά βρήκαν η Μαρία κι ο Ιωσήφ τον δωδεκαετή Ιησούν ν’ απευθύνη ερωτήσεις.—Λουκ. 2:46-49.
Όσο εντυπωσιακές κι αν ήσαν οι κιονοστοιχίες προς δυσμάς, ανατολάς και βορράν, εμειώνοντο από τη Βασιλική Κιονοστοιχία που ήταν στα νότια, και η οποία έφερε τ’ όνομα αυτού του Ηρώδου. Συνίστατο από 162 Κορινθιακού ρυθμού στύλους, των οποίων η περιφέρεια ήταν τόσο μεγάλη, ώστε εχρειάζοντο τρεις άνθρωποι με τεταμένους βραχίονες για ν’ αγκαλιάσουν έναν απ’ αυτούς τους στύλους, που ήσαν τοποθετημένοι σε τέσσερες σειρές.
Έξω, πέρα από το τείχος του ναού στα βορειοδυτικά υψώνετο ο Πύργος της Αντωνίας πάνω σε μια υψηλή δοκό που εδέσποζε της περιοχής του ναού. Στις ημέρες του Ιησού και των αποστόλων εστέγαζε Ρωμαίους στρατιώτας και είχε υπόγειες διόδους που ωδηγούσαν στην αυλή του ναού, που ωνομάζετο Αυλή των Εθνών. Αυτό επέτρεπε στους στρατιώτας να μπορούν να σπεύδουν οποτεδήποτε εσχεδιάζοντο ταραχές, όπως τότε που ένας όχλος απεπειράτο να φονεύση τον Παύλο. Αυτός ο πύργος ωνομάσθη έτσι προς τιμήν του Μάρκου Αντωνίου, φίλου του Ηρώδου.—Πράξ. 21:31-40.
ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΞΩΤΕΡΑ ΑΥΛΗ
Διασχίζοντας την ευρύχωρη Αυλή των Εθνών, ερχόμεθα στην Εξωτέρα Αυλή. Σε λίγη απόστασι από το εξωτερικό της άκρον ήταν το χαμηλό τείχος ή Σορέγ, με ανοίγματα. Σ’ αυτό ήσαν τοποθετημένοι τεράστιοι λίθοι με την προειδοποιητική επιγραφή: «Κανείς Εθνικός να μην εισέρχεται σ’ αυτό το κιγκλίδωμα γύρω από το ιερόν και μέσα στον περίβολο. Οποιοσδήποτε συλληφθή θα καταστή ένοχος θανατικής ποινής που θα επακολουθήση αναπόφευκτα.» Στην περίπτωσι που ο Παύλος έγινε αντικείμενον οχλοκρατίας στον ναό, η αιτία ήταν ότι οι Ιουδαίοι διέδιδαν τη φήμη ότι είχε εισαγάγει έναν εθνικό σ’ αυτή την περιοχή. Η γνώσις του διαχωριστικού αυτού κιγκλιδώματος μάς βοηθεί καλύτερα να εκτιμήσωμε τη δήλωσι του Παύλου ότι ο Ιησούς έλυσε το μεσότοιχον του φραγμού που διεχώριζε τον Ιουδαίο απ’ τον Εθνικό.—Πράξ. 21:20-32· Εφεσ. 2:14.
Θεωμένη από τ’ ανατολικά, στο πρόσθιο τμήμα της Εξωτέρας Αυλής, ήταν η Αυλή των Γυναικών. Εκτός από τις περιπτώσεις που αυτές προσέφεραν θυσίες, η αυλή ήταν τόσο κοντά όσο επετρέπετο σε γυναίκες να πλησιάσουν στο ιερόν. Μεταξύ άλλων η Αυλή των Γυναικών περιείχε τα γαζοφυλάκια σ’ ένα από τα οποία εστάθη ο Ιησούς, όταν επήνεσε τη χήρα που έδωσε «όλην την περιουσίαν όσην είχε.» Μια μεγάλη ημικυκλική κλίμαξ ωδηγούσε από την Αυλή των Γυναικών στην Αυλή του Ισραήλ, στην οποίαν εισήρχετο κανείς μέσω μιας πελωρίας πύλης γνωστής ως Πύλης του Νικάνορος. Η κλίμαξ αυτή είχε δεκαπέντε βαθμίδες, οι οποίες ήσαν οι «αναβαθμοί», για τις οποίες, υποτίθεται, είχαν συντεθή οι δεκαπέντε ωδές των αναβαθμών. Σε εορταστικές περιπτώσεις ιερείς και Λευίται θα έψαλλαν τις ωδές αυτές καθώς ανέβαιναν βαθμίδα προς βαθμίδα στην Αυλή του Ισραήλ.—Λουκ. 21:1-4· Ψαλμ. 120-134.
Μέσα σ’ αυτή την Αυλή του Ισραήλ ήσαν οι υπόλοιποι τέσσερες βαθμοί αγιότητος: ο βαθμός της ιδίας του αυλής, ο της Αυλής των Ιερέων, ο των Αγίων και ο των Αγίων των Αγίων. Καθ’ όλας τας ενδείξεις, η Αυλή του Ισραήλ και η Αυλή των Ιερέων ήσαν ένα και το αυτό, ευρισκόμενες στο ίδιο επίπεδο και διακρινόμενες μόνον από ένα χαμηλό τείχος. Αυτή η έκτασις περιείχε όχι μόνο πολλούς χώρους για εφόδια και για προετοιμασία των θυσιών, αλλά κι ένα «καταπληκτικό σύστημα κρουνών και υπογείων δεξαμενών για εναποθήκευσι νερού, το οποίον εχρησιμοποιείτο στις θρησκευτικές τελετουργίες και για την απόπλυσι υπολειμμάτων από τις θυσίες,» λέγει το Λεξικόν της Γραφής του Χάρπερ. Πιστεύεται ότι εδώ ευρίσκετο και η Αίθουσα Συνεδριάσεων του Σάνχεδριν.
Μέσα στην Αυλή των Ιερέων, που αντιστοιχούσε προς τον αυλόγυρο της διατάξεως της σκηνής, και αμέσως προ του ιδίου του ιερού του ναού ωρθώνετο το μέγα χαλκούν θυσιαστήριον, το οποίον είχε ύψος δεκαπέντε ποδών και του οποίου η βάσις είχε έκτασι πενήντα τετραγωνικών ποδών. Μακριά προς τα δεξιά ήταν η γιγαντιαία «τετηγμένη θάλασσα,» γεμισμένη με νερό που εχρειάζετο για τις θυσίες. Εστηρίζετο πάνω σε δώδεκα κολοσσιαία λιοντάρια αντί των δώδεκα ταύρων, στους οποίους εστηρίζετο η θάλασσα του ναού του Σολομώντος.
ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
Το δάπεδον του ιερού του ναού ήταν δώδεκα βαθμίδες υψηλότερο από την Αυλή των Ιερέων, της οποίας το κύριον μέρος είχε ύψος ενενήντα ποδών και πλάτος ενενήντα ποδών. Όπως και στον ναό του Σολομώντος, υπήρχαν θάλαμοι στα πλάγια, και στο κέντρον υπήρχαν τα Άγια, τριάντα ποδών πλάτους κι εξήντα ποδών ύψους και μήκους, και τα Άγια των Αγίων, ένας κύβος τριάντα ποδών. Τα τρία πατώματα θαλάμων ολόγυρα στις πλευρές και τα «υπερώα» από πάνω, δικαιολογούν τη διαφορά μεταξύ του εσωτερικού των Αγίων και των Αγίων των Αγίων και των εξωτερικών διαστάσεων.
Τα Άγια περιείχαν μεταξύ άλλων, μια χρυσή τράπεζα για τους άρτους της προθέσεως, μια χρυσή λυχνία και το χρυσούν θυσιαστήριον του θυμιάματος. Ένα ωραία διακοσμημένο βαρύ διπλό καταπέτασμα πάχους ιντσών διεχώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων. Στον θάνατο του Ιησού το καταπέτασμα αυτό εσχίσθη στα δύο.—Ματθ. 27:51.
Στα Άγια των Αγίων δεν υπήρχε κιβωτός της διαθήκης, κιβώτιο στο οποίον εστηρίζοντο δύο χρυσά χερούβ με τεταμένες φτερούγιες, πάνω από τις οποίες έλαμπε το υπερφυσικό φως του Σιεκινάχ, όπως στον ναό του Σολομώντος. Στη θέσι της κιβωτού έκειτο μια λίθινη πλάκα, πάνω στην οποία ο ιερεύς ερράντιζε το αίμα την ημέρα του εξιλασμού. Με έρευνα προσδιωρίσθη ο τόπος όπου ήσαν τα Άγια των Αγίων του ναού του Ηρώδου, που είναι το μέρος ακριβώς όπου (κατά την παράδοσι) ο Αβραάμ ήταν έτοιμος να θυσιάση τον Ισαάκ και όπου ο άγγελος ενεφανίσθη στον Βασιλέα Δαβίδ και γι’ αυτό το αγόρασε από τον Ορνάν για να κτίση ναό στον Ιεχωβά. Σήμερα ο Θόλος του Βράχου, ένα Μουσουλμανικό τέμενος, κείται σ’ αυτό ακριβώς το μέρος.
Σχετικά με τον ναόν αυτόν ο Ιώσηπος γράφει: «Η εμφάνισίς του ενείχε ό,τι θα μπορούσε να καταπλήξη τη διάνοια και να εκπλήξει την όρασι. Διότι ήταν κεκαλυμμένος από κάθε πλευρά με συμπαγείς πλάκες χρυσού, έτσι ώστε, όταν ο ήλιος έρριχνε επάνω του τις ακτίνες του, παρήγετο με την αντανάκλασι μια τόσο ισχυρή και θαμβωτική έκλαμψις ώστε το βλέμμα του παρατηρητού ηναγκάζετο ν’ αποσυρθή απ’ εκεί, διότι δεν μπορούσε ν’ ανθέξη στην ακτινοβολία όπως δεν μπορούσε και στη λαμπρότητα του ηλίου.» Κι εκεί όπου δεν ήταν κεκαλυμμένος με χρυσόν ο ναός, το λευκό λαμπερό μάρμαρό του αντανακλούσε τις ηλιακές ακτίνες. Απ’ όλα τα πολλά αρχιτεκτονικά επιτεύγματα του Ηρώδου, ο ναός της Ιερουσαλήμ ήταν το μεγαλύτερο.
Ας μη μας εκπλήσση ότι οι μαθηταί του Ιησού εξέφρασαν τον θαυμασμό τους για τα κτίρια του ναού. Αλλ’ ο Ιησούς που ήταν ικανός ν’ αποβλέπη στο μέλλον, μπόρεσε να πη: «Βλέπεις ταύτας τας μεγάλας οικοδομάς; δεν θέλει αφεθή λίθος επί λίθον, όστις να μη κατακρημνισθή.» Η δε καταδίκη εκείνη δεν αργοπόρησε. Ο ναός του Σολομώντος είχε παραμείνει επί 420 χρόνια, του δε Ζοροβάβελ επί 500 χρόνια περίπου, αλλά του Ηρώδου επρόκειτο να διαρκέση λιγώτερο από ενενήντα. Στην πολιορκία που έγινε το έτος 70 μ.Χ., και παρά την επιθυμία του Στρατηγού Τίτου, οι φλόγες κατέστρεψαν τον ναό. Οι θησαυροί του διεσώθησαν και μετεφέρθησαν στη Ρώμη.—Μάρκ. 13:1, 2.
Η ανωτέρω περιγραφή καθιστά ικανόν τον Χριστιανό, που αγαπά την Αγία Γραφή, να οραματισθή καλύτερα τα γεγονότα που αναγράφονται στα τέσσερα Ευαγγέλια και στις Πράξεις των Αποστόλων.
Με την ανάστασι και την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό, άρχισε να οικοδομήται ο πνευματικός ναός, που αποτελείται από τον Ιησού Χριστό και 144.000 μέλη του σώματός του, ο δε Χριστός τότε είχε τεθή ως ο Ακρογωνιαίας λίθος. Από τότε δεν υπήρξε ανάγκη για κανένα κατά γράμμα ναό. Σήμερα ο ναός αυτός εκπροσωπείται στη γη από ένα μικρό υπόλοιπο, και σ’ αυτό εισρέουν τώρα πολύ εκλεκτά ή πολύτιμα πράγματα (οι άνθρωποι καλής θελήσεως) απ’ όλα τα έθνη. Συνεχίζουν μαζί την αγνή λατρεία του Ιεχωβά Θεού, φέροντας δόξα στ’ όνομά Του που υπερβαίνει τη δόξα την οποία του έφερε ποτέ οποιοσδήποτε κατά γράμμα ναός.—1 Πέτρ. 2:4-10· Αγγαίος 2:7· Αποκάλ. 7:9· 14:1-3.
[Υποσημειώσεις]
a Οι πηγές πληροφοριών, ο Ιώσηπος, το Ιουδαϊκό Μισνά κι η αρχαιολογία, πολλές φορές αντιφάσκουν μεταξύ των. Ωστόσο, έχει γίνει αρκετά καλό έργον εναρμονίσεως των διαφορών αυτών από τον Χόλλις στο βιβλίο του Η Αρχαιολογία του Ναού τον Ηρώδου. Μεταξύ άλλων, αυτός τονίζει ότι το συνεχές κτίσιμο μπορεί να δικαιολογή μερικές από τις διαφορές, καθώς και το σημείο από το οποίο εβλέπετο ο ναός.
[Εικόνα στη σελίδα 525]
1. Αυλή Των Εθνών
2. Εξωτέρα Αυλή
3. Αυλή Των Γυναικών
4. Αυλή Του Ισραήλ
5. Αυλή Των Ιερέων
6. Άγια
7. Άγια Των Αγίων
8. Βασιλική Κιονοστοιχία
9. Σολομώντος Πυλών Ή Κιονοστοιχία
10. Σορέγ, Το Τείχος Της Διαιρέσεως
11. Πύργος Αντωνίας