Προσδιορισμός του Χρόνου της Διακονίας του Ιησού
ΜΕΤΑΞΥ των θρησκευτικών διδασκάλων δεν υπάρχει ομοιομορφία απόψεως περί της διαρκείας της μεγάλης διακονίας του Ιησού. Μερικοί απ’ αυτούς λέγουν ότι η διακονία του Ιησού διήρκεσε απλώς ένα έτος,1 άλλοι λέγουν δύο ή δυόμισυ έτη, ενώ άλλοι, περιλαμβανομένων και των μαρτύρων του Ιεχωβά, αξιούν ότι είναι τριάμισυ ετών διαρκείας.2 Συνεπώς, στον «Χριστιανικό κόσμο» δεν υπάρχει ομοιόμορφο έτος παραδεδεγμένο για το ιστορικό γεγονός της σταυρώσεως του Ιησού, οι δε χρονολογίες ποικίλλουν καθ’ όλην την γραμμήν από το έτος 28 ως το 33 (μ.Χ.).3 Τι λόγους έχουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά να είναι τόσο πεπεισμένοι ότι όχι μόνο η διακονία του Ιησού διήρκεσε τριάμισυ έτη, αλλά και ότι άρχισε το φθινόπωρον του έτους 29 (μ.Χ.) και συνεχίσθη ως το αποκορύφωμά της στη σταύρωσι του Ιησού, Παρασκευή, 1η Απριλίου (ή 3 Απριλίου κατά το Ιουλιανό Ημερολόγιο), του έτους 33 μ.Χ.;
Από το κοινώς παραδεδεγμένο βασικό κείμενο του Λουκά 3:1, 2, προσδιωρίσθησαν χρονολογίες που ποικίλλουν από το έτος 25 ως το 29 (μ.Χ.), προκειμένου να καθορισθή το έτος ενάρξεως την άνοιξι της διακονίας του Ιωάννου του Βαπτιστού και της διακονίας του Ιησού, έξη μήνες αργότερα, το φθινόπωρο. Για ειδική προσοχή έχομε αναγράψει με κεφαλαία στοιχεία τα ονόματα των επτά αρχόντων, τους οποίους ο επιμελής ιστορικός Λουκάς χρησιμοποιεί για να χρονολογήση την αφήγησί του επακριβώς σ’ αυτό το κείμενο. «Εν δε τω δεκάτω πέμπτω έτει της ηγεμονίας ΤΙΒΕΡΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΟΣ, ότε ο ΠΟΝΤΙΟΣ ΠΙΛΑΤΟΣ ηγεμόνευε της Ιουδαίας, και τετράρχης της Γαλιλαίας ήτο ο ΗΡΩΔΗΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ δε ο αδελφός αυτού τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίτιδος χώρας, και Ο ΛΥΣΑΝΙΑΣ τετράρχης της Αβιληνής, επί αρχιερέων ΑΝΝΑ και ΚΑΪΑΦΑ, έγεινε λόγος Θεού προς Ιωάννην τον υιόν του Ζαχαρίου, εν τη ερήμω.»
Ας εξετάσωμε αυτούς αντιστρόφως. Ο ιστορικός Ιώσηπος αναγράφει ότι ο ΚΑΪΑΦΑΣ υπηρέτησε ως αρχιερεύς στην Ιερουσαλήμ από το έτος 18 ως το 36 (μ.Χ.) περίπου, διωρισμένος σ’ αυτή την υπηρεσία από τον Βαλέριον Γράτον, Ρωμαίον διοικητήν της Ιουδαίας.4 Ο ΑΝΝΑΣ, πενθερός του Καϊάφα, είχε προαχθή στο αρχιερατικό αξίωμα το έτος 7 μ.Χ. από τον Κουιρίνιον, ανώτερον Ρωμαίον διοικητήν της Συρίας, και υπηρέτησε ως τοιούτος ως το έτος 15 μ.Χ., οπότε και επαύθη από τον Βαλέριον Γράτον.5 Ακόμη και μετά την απομάκρυνσί του ως αρχιερέως, ο Άννας ήσκησε μεγάλη εξουσία ως το επικρατούν μέλος της Ιουδαϊκής ιεραρχίας και ήταν ακόμη εν ενεργεία κατά τον χρόνον της δίκης του Ιησού στην Ιερουσαλήμ και αργότερα όταν ο Πέτρος κι ο Ιωάννης εφέρθησαν ενώπιον του Σανχεδρίν.—Ιωάν. 18:13· Πράξ. 4:6.
Λίγα είναι γνωστά για τον ΛΥΣΑΝΙΑ, τον περιφερειακό άρχοντα της Αβιληνής. Εν τούτοις, έχει βρεθή μια επιγραφή στην πόλι της Αβιλά, κοντά στη Δαμασκό, περί του καιρού κατά τον οποίον ο Τιβέριος Καίσαρ καθώρισε ιστορικώς ότι ο Λυσανίας εξουσίαζε εκεί ως τετράρχης.6 Ο μη Βιβλικός ιστορικός Ιώσηπος προσεπιβεβαιοί ότι ο ΦΙΛΙΠΠΟΣ όσον και ο ΗΡΩΔΗΣ (Αντίπας) κατέστησαν Ρωμαίοι κυβερνήται στα εδάφη που σημειώνει ο Λουκάς.7 Και οι δύο αυτοί άρχισαν την κυβερνητική εξουσία των λίγον καιρό μετά τη γέννησι του Ιησού. Ο Φίλιππος διοίκησε ως το έτος 34 μ.Χ., ο δε Ηρώδης Αντίπας ως το έτος 40 μ.Χ.8
Ο Ιώσηπος είναι, επίσης, ο αυθεντικός ιστορικός που προσδιορίζει τη διάρκεια και τον χρόνον της διακυβερνήσεως υπό του ΠΟΝΤΙΟΥ ΠΙΛΑΤΟΥ. «Ο Βιτέλλιος, ένας ο οποίος υπήρξε πρόξενος, και ο οποίος τώρα ήταν πρόεδρος της Συρίας, . . . κατηγόρησε τον Πιλάτον για τον φόνο των θανατωθέντων. Ο Βιτέλλιος, λοιπόν, έστειλε τον Μάρκελλον, ένα φίλον του, ν’ αναλάβη τις υποθέσεις της Ιουδαίας, και διέταξε τον Πιλάτον να πάη στη Ρώμη, για ν’ απαντήση ενώπιον του αυτοκράτορος για τις κατηγορίες των Ιουδαίων. Ο Πιλάτος, λοιπόν, αφού διέτριψε δέκα έτη στην Ιουδαία, έσπευσε στη Ρώμη. . . . αλλά πριν μπορέση να φθάση στη Ρώμη, ο Τιβέριος απέθανε.»9 Ο Τιβέριος Καίσαρ πέθανε στις 16 Μαρτίου του 37 μ.Χ.10 Αυτό, λοιπόν, το γεγονός καθορίζει χρονολογικώς τη δεκαετή εξουσία του Πιλάτου από το 27 ως το 37 μ.Χ. Εφόσον ο Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Ιησούς άρχισαν τις διακονίες των στη διάρκεια της καλά προσδιωρισμένης εξουσίας του Πιλάτου, το έτος 28 μ.Χ. είναι το ενωρίτερο που θα μπορούσε να θεωρηθή ότι ανταποκρίνεται στη μνεία του Λουκά. Έτσι, τα έτη 25, 26 και 27 μ.Χ. εξαλείφονται ως πιθανά εναρκτήρια έτη της διακονίας του Ιησού.
Ο τελικός προσδιοριστικός παράγων είναι ο της αρχής της εξουσίας του Αυτοκράτορος ΤΙΒΕΡΙΟΥ ΚΑΙΣΑΡΟΣ. Όλες οι αξιόπιστες ιστορίες αναγράφουν το έτος 14 μ.Χ. ως την έναρξιν της αυτοκρατορίας του. Ο Τιβέριος ήταν ο προγονός και προσδιωρισμένος διάδοχος του Καίσαρος Αυγούστου, που πέθανε στις 19 Αυγούστου του έτους 14 μ.Χ.11 Η εξουσία του, λοιπόν, άρχισε τον Αύγουστο του έτους 14 μ.Χ. Εν τούτοις, παρά τα σαφή αυτά ιστορικά γεγονότα, εκείνοι που υποστηρίζουν προγενέστερες χρονολογίες της διακονίας του Ιησού βασίζονται στην εικασία ότι ο Λουκάς εννοούσε το έτος 11 μ.Χ. ή πιθανώς το 12 μ.Χ. ως τη χρονολογία ενάρξεως της βασιλείας του Τιβερίου, διότι ελέγετο ότι αυτός υπήρξε συμβασιλεύς με τον θετό πατέρα του λίγο πριν από τον θάνατο του Αυγούστου. Εδώ πάλιν ο ιστορικός Ιώσηπος υποστηρίζει το έτος 14 μ.Χ. ως την αναμφισβήτητη χρονολογία που αναφέρεται από τον Λουκάν. «Καίσαρ [Αύγουστος], ο δεύτερος αυτοκράτωρ των Ρωμαίων, του οποίου η διάρκεια της βασιλείας ήταν πενήντα επτά χρόνια, πλην έξη μηνών και δύο ημερών (από τον οποίον καιρόν ο Αντώνιος συνεβασίλευσε με αυτόν επί δεκατέσσερα έτη αλλ’ η διάρκεια της ζωής του [του Αυγούστου] ήταν εβδομήντα επτά έτη) κατά τον θάνατο του οποίου τον διεδέχθη ο Τιβέριος Νέρων, γυιός της συζύγου του Ιουλίας. Αυτός ήταν τώρα ο τρίτος αυτοκράτωρ.»12 Έτσι, στον καιρό του Λουκά ο Τιβέριος εθεωρείτο ότι άρχισε τη βασιλεία του στον θάνατο του Αυγούστου το έτος 14 (μ.Χ.) και όχι όταν ήταν ένας πιθανός συμβασιλεύς. Επίσης, σημειώστε ότι ο Ιώσηπος μνημονεύει άλλον, έναν Αντώνιον, ως έχοντα βοηθήσει τον Αύγουστο στην άσκησι της αυτοκρατορικής του εξουσίας.
Η 19η Αυγούστου του 14 μ.Χ., ημερομηνία θανάτου του Αυγούστου, είναι επομένως η απόλυτη ημερομηνία ενάρξεως της βασιλείας του Τιβερίου επάνω στην οποίαν ο Λουκάς βασίζει τη μνεία του. Ο Λουκάς αναφέρει ότι ο Ιωάννης άρχισε να κηρύτττη στο δέκατο πέμπτο έτος του Τιβερίου Καίσαρος. Πρόκειται για τακτικό αριθμό, που σημαίνει ότι πρέπει να μετρήσωμε δεκατέσσερα πλήρη έτη, πλέον μερικών μηνών προς άλλο ένα έτος, ακριβώς όπως λέγεται ότι αυτός είναι ο εικοστός αιών, που σημαίνει ότι πέρασαν δεκαεννέα πλήρεις αιώνες και είμεθα τώρα πάνω από εξήντα χρόνια μέσα στον επόμενον αιώνα. Δεκατέσσερα πλήρη χρόνια από τις 19 Αυγούστου του 14 μ.Χ., θα ήταν θέρος, 19 Αυγούστου του 28 μ.Χ. Εφόσον ο Ιωάννης ο Βαπτιστής άρχισε να κηρύττη την άνοιξι, όταν έφθασε σε ηλικία τριάντα ετών, αυτή θα έπρεπε να ήταν η επόμενη άνοιξις, δηλαδή, περίπου Μάρτιος-Απρίλιος του 29 μ.Χ., ακόμη μέσα στο δέκατο πέμπτο έτος του Τιβερίου. Ο Ιησούς, που ήταν έξη μήνες νεώτερος από τον Ιωάννη, θα έφθασε στα τριάντα έτη της ηλικίας του το φθινόπωρον του 29 μ.Χ. (Λουκ. 3:21-23) Έτσι, το φθινόπωρον του 29 μ.Χ. είναι ο σαφώς αποδεδειγμένος καιρός για την έναρξι της επισήμου διακονίας του Ιησού.
ΤΡΙΑ ΚΑΙ ΗΜΙΣΥ ΕΤΗ
Τώρα ως προς το ότι η διακονία του Ιησού ήταν διαρκείας τριών και ημίσεος ετών. Είναι αληθές ότι από τις αφηγήσεις περί της διακονίας του Ιησού στα ευαγγέλια Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά τα πλήρη τριάμισυ έτη δεν εμφαίνονται τόσο σαφώς. Αλλ’ ο Ιωάννης, που έγραψε την αφήγησί του κατά το έτος 98 μ.Χ., πολύν καιρό μετά τη συγγραφή και την κυκλοφόρησι των τριών άλλων αφηγήσεων, συνεπλήρωσε τις ελλείπουσες αποδείξεις. Ο Ιωάννης παρέχει απόδειξιν του ότι η Ιησούς παρευρέθη σε τέσσερα Πάσχα στην Ιερουσαλήμ μετά την έναρξι της διακονίας του το φθινόπωρο του έτους 29. Το εδάφιον Ιωάν. 2:13 αναφέρεται στο Πάσχα του έτους 30 μ.Χ.· το Ιωάν. 5:1 στο Πάσχα του 31 μ.Χ.· το Ιωάν. 6:4 στο Πάσχα του 32 μ.Χ.· και, τέλος, το Ιωάν. 13:1 στο Πάσχα του 33 μ.Χ., το τελευταίο ακριβώς πριν από τον θάνατο του Ιησού. Έτσι, με την αναγραφή του Ιωάννου περί τεσσάρων Πάσχα στη διάρκεια της διακονίας του Ιησού αποδεικνύεται η διάρκεια των τριάμισυ ετών. Πολλοί εκτός από τους μάρτυρας του Ιεχωβά υποστηρίζουν την ορθή αυτή άποψι.2
Μια δεύτερη απόδειξις της διαρκείας τριάμισυ ετών προέρχεται από τη Βιβλική προφητεία. Το εδάφιον Δανιήλ 9:27 χαρακτηρίζει τον Ιησούν ως τον Μεσσίαν, «τον Ηγούμενον», στερεώνοντας την Αβρααμιαία διαθήκη με πολλούς από το Ιουδαϊκό υπόλοιπο για μια περίοδο μιας εβδομάδος επτά ετών. Αυτό δείχνει ότι στην αρχή της διακονίας του Ιησού, το φθινόπωρον του 29 μ.Χ., η αποκλειστική ευκαιρία του ν’ αποτελέσουν μέρος του σπέρματος του Αβραάμ κατά την Αβρααμιαία επαγγελία, που είχε γίνει από τον Ιεχωβά, ανήκε μόνο στους Ιουδαίους. Η μοναδική αυτή ευκαιρία έληξε μετά επτά έτη, στο 36 μ.Χ., οπότε η κλήσις εξετάθη στα έθνη, καλώντας κι αυτά επίσης ν’ αποτελέσουν μέρος αυτού του σπέρματος της Βασιλείας των 144.001 μελών. (Γαλ. 3:28, 29) Κατόπιν, εκφραστικά, ο Δανιήλ προχωρεί στο να πη ότι «εν τω ημίσει της εβδομάδος,» δηλαδή στο μέσον αυτών των επτά ετών, και συνεπώς μετά από τριάμισυ έτη, ο Ιησούς θα έκανε να παύσουν επισήμως οι θυσίες του Νόμου. Στην επιστολή προς Κολοσσαείς 2:14 ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι ο Θεός εχρησιμοποίησε τον θάνατο του Ιησού για ν’ αφαιρέση ή καταργήση νομίμως τη διαθήκη του Νόμου με τις θυσίες της προσηλώνοντας αυτήν επί του σταυρού. Αυτό προφανώς έγινε την άνοιξι του έτους 33 μ.Χ. Ενταύθα στηρίζεται άλλη μια πλήρης απόδειξις.
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΠΕΘΑΝΕ ΤΟ 33 μ.Χ.
Τελικά, όλες οι από παντού προερχόμενες ενδείξεις υποδεικνύουν την 14ην του μηνός Νισάν του έτους 33 μ.Χ. ως τη μόνη πιθανή χρονολογία της σταυρώσεως του Ιησού. Όλες οι άλλες χρονολογίες που υποστηρίζονται από άλλους, όπως λόγου χάριν 28, 29, 30, 31, 32 και 34 μ.Χ., δεν ανταποκρίνονται προς τα πράγματα.
Σχεδόν όλοι οι θρησκευτικοί διδάσκαλοι, καθώς και οι μάρτυρες του Ιεχωβά, συμφωνούν ότι οι Γραφές δείχνουν ότι ο Ιησούς εξέπνευσε μια Παρασκευή απόγευμα. Γι’ αυτό τον λόγο οι Καθολικοί και οι Διαμαρτυρόμενοι χαρακτηρίζουν αυτή την ημέρα ως «Μεγάλη Παρασκευή». Το κατά Ιωάννην 19:31 αποδεικνύει ότι ο Ιησούς πρέπει να είχε πεθάνει μια Παρασκευή. Και πώς; Διότι αναφέρεται ότι το σάββατο που άρχισε τρεις ώρες μετά τον θάνατο του Ιησού (ο Ιησούς απέθανε κατά τις 3 μ.μ.) δεν ήταν απλώς ένα σύνηθες σάββατον εβδομάδος που αρχίζει από την Παρασκευή στις 6 μ.μ. και διαρκεί ως το Σάββατο στις 6 μ.μ. Θυμηθήτε, επίσης, ότι οι Βιβλικές ημέρες αρχίζουν στις 6 μ.μ., όχι τα μεσάνυχτα, όπως υπολογίζομε σήμερα τις μέρες. Ο Ιωάννης λέγει ότι «ήτο μεγάλη εκείνη η ημέρα του σαββάτου.» Με άλλα λόγια, δύο νόμιμες ημέρες σαββάτου συνέπιπταν στη διάρκεια της ιδίας εικοσιτετραώρου περιόδου, συνεπώς ήταν ένα διπλό σάββατο. Κατά τον Νόμον του Μωυσέως η 15η του Νισάν εκάστου έτους έπρεπε να είναι μέρα σαββάτου, ασχέτως του τι μέρα της εβδομάδος μπορεί να συνέπιπτε. (Λευιτ. 23:6, 7) Η κατάστασις αυτή είναι όπως εκείνη μιας εθνικής εορτής των «Εθνικών.» Αν μια τέτοια εορτή συμπέση Κυριακή, τότε ο λαός έχει δύο εορτάσιμες μέρες που συμπίπτουν την ίδια εικοσιτετράωρη μέρα, και αυτό συμβαίνει μόνο άπαξ κάθε τόσα χρόνια. Έτσι, λοιπόν, στο έτος 33 μ.Χ. συνέπεσε η 15η Νισάν με το εβδομαδιαίο σάββατο. Αυτό αποδεικνύει ότι η 14η Νισάν πρέπει να είχε αρχίσει την εσπέρα μιας Πέμπτης στις 6 μ.μ. και είχε διαρκέσει ως την Παρασκευή 6 μ.μ. για να καταστή δυνατόν να επέλθη ο θάνατος του Ιησού το απόγευμα της Παρασκευής. Το να συμπέση Παρασκευή η 14η Νισάν σπανίως συμβαίνει ένα έτος μετά το άλλο, αλλά τυγχάνει μόνο άπαξ σε μερικά χρόνια. Τώρα θα ιδούμε πώς το έτος 33 μ.Χ. συνοδεύεται από όλους τους απαιτουμένους παράγοντας που προσαρμόζονται στη Βιβλική ιστόρησι για την ημέρα του θανάτου του Χριστού.
Ο Ιησούς ως ο Αμνός του Θεού απέθανε την ημέρα του Πάσχα, η οποία, κατά τον νόμον του Μωυσέως, είναι η 14η Νισάν. Η 14η Νισάν συμπίπτει πάντοτε με πανσέληνο, διότι είναι η 14η μέρα μετά τη νέα σελήνη που είναι ορατή πρώτα στην Αίγυπτο και στην Παλαιστίνη. (Έξοδ. 12:2, 6) Η αστρονομία έρχεται εις βοήθειάν μας παρέχοντας τους αριθμούς στον επόμενο πίνακα.13
Έτος Πάσχα Πανσέληνος Ημέρα Ιουλιανού Ημέρα
Αρ. Ημέρα Εβδομάδ.
μ.Χ. Ιουλιανόν Γρηγοριανόν
Ημερολόγιον Ημερολόγιον
28 29 Μαρτίου 27 Μαρτίου 1.731.373 Δευτέρα
29 18 Απριλ. 16 Απριλ. 1.731.758 Δευτέρα
30 7 Απριλ. 5 Απριλ. 1.732.112 Παρασκ.
31 27 Μαρτίου 25 Μαρτίου 1.732.466 Τρίτη
32 14 Απριλ. 12 Απριλ. 1.732.850 Δευτέρα
33 3 Απριλ. 1 Απριλ. 1.733.204 Παρασκ.
34 24 Μαρτίου 22 Μαρτίου 1.733.559 Τετάρτη
Όλα τα πιθανά χρονολογικά έτη που μνημονεύονται ανωτέρω, εκτός από τα έτη 30 και 33 μ.Χ., πρέπει να εξαλειφθούν, διότι σ’ αυτά η 14η Νισάν δεν συμπίπτει Παρασκευή. Μολονότι στο έτος 30 μ.Χ. η 14η Νισάν είναι Παρασκευή, κι αυτό επίσης πρέπει ν’ απορριφθή, διότι αυτό θα εσήμαινε εξάμηνη μόνο διακονία για τον Ιησού, η οποία είναι πολύ βραχεία και δεν προσαρμόζεται στα γεγραμμένα της Βίβλου. Καθώς εξετάσαμε ήδη, η αρχή της διακονίας του Ιησού καθωρίσθη σταθερά από τον Λουκά ότι ήταν ως γνωστόν το φθινόπωρον του 29 (μ.Χ.). Αυτό μας οδηγεί μόνο στο έτος 33 μ.Χ. με τη 14η Νισάν Παρασκευή, που ανταποκρίνεται σε όλους τους παράγοντας σχετικά με τον θυσιαστικό θάνατο του Ιησού επάνω στο ξύλο. Προς επιβεβαίωσιν των ανωτέρω, στο σύγγραμμα Τα Έργα του Φλαβίου Ιωσήπου, υπό Ουίστον, εμφαίνεται μια υποσημείωσις στο έργον Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίον 18ον, κεφάλαιον Γ΄, παράγραφος 3, που αναγράφει την 3η Απριλίου του 33 μ.Χ. (Ιουλιανόν Ημερολόγιον), ως την ημερομηνία σταυρώσεως του Ιησού, επίσης δε την 5η Απριλίου του έτους εκείνου ως την ημερομηνία της αναστάσεώς του. Έτσι το έτος 33 μ.Χ. προβάλλει ως το μόνο πιθανόν έτος.
Περαίνοντας, παρατηρούμε ότι η θέσις των μαρτύρων του Ιεχωβά είναι ισχυρή στο να πιστεύουν όχι μόνον ότι η διακονία του Ιησού ήταν τριάμισυ ετών διαρκείας αλλά και ότι αυτή η διακονία άρχισε το φθινόπωρον του 29 (μ.Χ.) κι ετελείωσε την άνοιξι του 33 (μ.Χ.).
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1 Η Καθολική Εγκυκλοπαιδεία, 1908, Τόμος Γ, σελ. 736.
2 Η Διεθνής Πρότυπος Βιβλική Εγκυκλοπαιδεία, 1957, Τόμ. Γ, σελ. 1628, 1629.
3 Βιβλική Εγκυκλοπαιδεία, 1894, υπό Μακ Κλίντοκ και Στρογκ, Τόμ. Δ΄, σελ. 874, 875, 877.
4 Η Διεθνής Πρότυπος Βιβλική Εγκυκλοπαιδεία, 1957, Τόμ. 1 , σελ. 538.
5 Αυτόθι, Τόμ. Α΄, σελ. 137.
6 Φως από το Αρχαίον Παρελθόν, 1946, υπό Φίνεγκαν, σελ. 219.
7 Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ιωσήπου, ΙΖ΄, η΄, 1.
8 Βιογραφικόν Λεξικόν Ουέμπστερ, 1943, σελ. 701, 1178.
9 Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ιωσήπου, ΙΗ΄, δ΄, 2.
10 Η Διεθνής Πρότυπος Βιβλική Εγκυκλοπαιδεία, 1957, Τόμ. Δ΄, σελ. 2396.
11 Αυτόθι, Τόμ. Ε΄, σελ. 2979.
12 Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Ιωσήπου, ΙΗ΄, β΄, 2.
13 Βαβυλωνιακή Χρονολογία 626 π.Χ. - 45 μ.Χ., 1942, υπό Πάρκερ και Ντουμπερστάιν, σελ. 46, επίσης Σεληνιακές Εκλείψεις, 1887, υπό Οππόλτσερ, Τόμ. Β΄, σελ. 344.
[Πίνακας στη σελίδα 233]
ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΙΗΣΟΥ 3 1/2 ΕΤΗ ΘΑΝΑΤΟΣ ΙΗΣΟΥ
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΝ 29 μ.Χ. 14 ΝΙΣΑΝ 33 μ.Χ.