«Ό,τι Αν Σπείρη ο Άνθρωπος, Τούτο Και Θέλει Θερίσει»
«Μη πλανάσθε· ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει· διότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού, θέλει θερίσει εκ της σαρκός φθοράν· αλλ’ ο σπείρων εις το πνεύμα, θερίσει εκ του πνεύματος ζωήν αιώνιον.—Γαλ. 6:7, 8.
1, 2. (α) Πώς η αρχή η οποία αναγράφεται στο εδάφιο Γαλάτας 6:7 αποδεικνύεται αληθινή όσον αφορά την κατά γράμμα σπορά; (β) Πώς εφαρμόζει, ο Παύλος αυτή την αρχή στους Χριστιανούς;
ΠΟΣΟ καλά γνωρίζει ο γεωργός την αληθινότητα αυτής της αρχής «ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει» εφόσον αυτό μπορεί να εφαρμοσθή στην κατά γράμμα σπορά και τον θερισμό του! Αφού σπείρη τους αγρούς του με βρώμη, όταν θα έλθη ο καιρός ν’ αρχίσουν να βλαστάνουν νέα φύλλα, είναι πολύ αργά να σκεφθή ότι θα ήταν καλύτερα να είχε σπείρει σιτάρι. Όσος μεγάλος κι αν είναι ο ευσεβής πόθος του, η συγκομιδή του δεν θα μεταβληθή σε κάτι άλλο. Όχι! Ο γεωργός είναι αναγκασμένος να θερίση ό,τι έχει σπείρει. Ένας αναλλοίωτος νόμος της φύσεως βρίσκεται σε λειτουργία, ένας νόμος ο οποίος πηγάζει από τον Δημιουργό όλων των ζώντων πραγμάτων. Όπως μας λέγει η θεόπνευστη αφήγησις της δημιουργίας: «Και είπεν ο Θεός, Ας βλαστήση η γη χλωρόν χόρτον, χόρτον κάμνοντα σπόρον, και δένδρον κάρπιμον κάμνον καρπόν κατά το είδος αυτού, του οποίου το σπέρμα να ήναι εν αυτώ επί της γης.» (Γέν. 1:11) Στη λειτουργία αυτού του φυσικού νόμου, «ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει.»—Γαλ. 6:7.
2 Το αναπόφευκτον αυτού του φυσικού νόμου υπογραμμίζει τη δύναμι των λόγων του Παύλου στο όγδοο εδάφιο αυτού του κεφαλαίου της επιστολής του προς Γαλάτας: «Διότι ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού, θέλει θερίσει εκ της σαρκός φθοράν· αλλ’ ο σπείρων εις το πνεύμα, θέλει θερίσει εκ του πνεύματος ζωήν αιώνιον.» Ναι, ό,τι σπείρομε στο έδαφος της ζωής μας πρόκειται να καρποφορήση, επίσης, «κατά το είδος αυτού,» σύμφωνα με το αν ο σπόρος που σπείρομε είναι καλός ή κακός, «εις το πνεύμα» ή «εις την σάρκα». Εφόσον «ο Θεός δεν εμπαίζεται» και σ’ αυτό το σημείο, επιβάλλεται να προσέξωμε πολύ στον τρόπο που σπείρομε τώρα.
3. Όσον αφορά την προσωπική μας ζωή, τι μπορεί να λεχθή σχετικά με τον σπόρο που μπορούμε να σπείρωμε και σχετικά με το ελατήριο μας της σποράς;
3 Όσον αφορά την προσωπική μας ζωή, ο σκοπός για τον οποίο σπείρομε είναι τόσο σπουδαίος όσο και ο ίδιος ο σπόρος. Μπορούμε να έχουμε καλόν «σπόρον» για σπορά, αλλά κακό ελατήριο, ‘σπείροντες εις την σάρκα.’ Αυτό μπορεί να διαφθείρη τον σπόρο και ν’ αποδώση διεφθαρμένο καρπό. Υγεία, ισχύς, χρόνος, δύναμις λόγου, ακοής, ή ικανότης αναγνώσεως, άλλες φυσικές ικανότητες, ευκαιρίες συναντήσεως με άλλους, ευθύνη απέναντι σε άλλους—το καθένα από αυτά και άλλα όμοια μπορούν να χρησιμοποιηθούν για καλό ή για κακό, για την ιδιοτελή ικανοποίησι της σαρκός ή για την εποικοδόμησι της δικής μας πνευματικής ζωής και άλλων.
4. Ποιος είναι ένας τρόπος να ‘σπείρη ένας εις την σάρκα’;
4 Εξαιτίας του γεγονότος ότι σπορά στην σάρκα σημαίνει θερισμό φθοράς, θα θέλετε ασφαλώς ν’ αποφεύγετε να σπείρετε με τέτοιο τρόπο. Πώς συμβαίνει, ώστε ένας να ‘σπείρη εις την σάρκα’; Πολλά πράγματα έρχονται αμέσως στο νου, τα οποία ορθώς περιλαμβάνονται σ’ αυτό το είδος σποράς. Το μικρότερο απ’ αυτά δεν είναι η επιδίωξις υλικών αποκτημάτων ως αντικειμενικός σκοπός καθ’ εαυτόν. Μήπως είσθε δυσαρεστημένος με όσα έχετε; ζηλότυπος ή φθονερός για τα’ αγαθά των άλλων; Μήπως έχετε εμπλακή στον φρενιτιώδη αγώνα για να συμβαδίζετε με τους νεόπλουτους; Αν ναι, είναι καιρός να ρίξετε μια έντιμη ματιά στον τρόπο που σπείρετε. Είναι πολύ πιθανόν να σπείρετε στην σάρκα.
5. Πώς μπορούμε να σπείρωμε στο πνεύμα ακόμη και με τα υλικά πράγματα;
5 Δεν σημαίνει ότι είναι κακό να έχη ένας κάποιο ενδιαφέρον για υλικά πράγματα. Ένας που έχει οικογένεια οφείλει να φροντίζη για την προμήθεια των αναγκαιούντων υλικών πραγμάτων της ζωής: τροφής, ρουχισμού και καταλλήλου στέγης για τη σύζυγο και τα τέκνα του. Ένας Χριστιανός, ο οποίος δεν προνοεί γι’ αυτές τις προμήθειες, αναφέρεται ως ‘αρνηθείς την πίστιν’ και ως «απίστου χειρότερος.» (1 Τιμ. 5:8) Αλλά ο Χριστιανός δεν θέλει να μεριμνά για την ικανοποίησι των υλικών του αναγκών ως αντικειμενικό, σκοπό της ζωής του, όπως συμβαίνει με τους λαούς των εθνών ως σύνολο. (Ματθ. 6:32) Ο Ιησούς διέταξε: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην αυτού· και ταύτα πάντα θέλουσι σας προστεθή.» (Ματθ. 6:33) Επομένως, είναι ζήτημα του να τοποθέτηση ένας τα πράγματα στην ορθή των θέσι, όχι να ‘σπείρη εις την σάρκα’ με το να κάνη τα υλικά πράγματα αντικειμενικό σκοπό της ζωής του, αλλά να χρησιμοποιούμε τα υλικά αγαθά μας ως μέσον αυξήσεως του αίνου και της υπηρεσίας μας στον αληθινό Θεό, Ιεχωβά. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα σπείρωμε έτσι ώστε να προκύψη ωφέλεια στην πνευματική μας ζωή, και θα λαμβάνωμε υπ’ όψιν το θέλημα του Ιεχωβά, του Μεγάλου Πνεύματος, όπως αυτό μας διασαφηνίζεται με τη λειτουργία του αγίου του πνεύματος ή ενεργού δυνάμεως και μέσω του Λόγου του της αληθείας.
6. Πώς πολλοί από τους Ιουδαίους που ακολούθησαν τον Ιησού εξεδήλωσαν εσφαλμένη άποψι για τη διακονία του:
6 Πολλοί από τους Ιουδαίους, οι οποίοι ακολούθησαν για ένα διάστημα τον Ιησού, διαπίστωσαν ότι τον ακολουθούσαν ‘από την άποψι της σαρκός’ και όχι με τα πνευματικά πράγματα υπ’ όψιν, Σε μια περίπτωσι ένα πλήθος Ιουδαίων ακολούθησε τον Ιησού από την ανατολική όχθη της Θαλάσσης της Γαλιλαίας ως πέραν της Καπερναούμ. Όταν τελικά βρήκαν τον Ιησού, τους είπε: «Αληθώς, αληθώς σας λέγω, με ζητείτε, ουχί διότι είδετε θαύματα, αλλά διότι εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε. Εργάζεσθε μη δια την τροφήν την φθειρομένην, αλλά δια την τροφήν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον.» (Ιωάν. 6:26, 27) Επειδή είχαν μόλις συμμετάσχει στην υπεράφθυνη προμήθεια τροφής που έγινε με θαυματουργικό τρόπο για 5.000, ενόμισαν ότι το ν’ ακολουθούν τον Ιησού ήταν ένας εύκολος τρόπος να ικανοποιούν τις ιδιοτελείς των ορέξεις. Δεν έκαναν καμμιά σκέψι για τη σημασία των θαυμάτων που έβλεπαν, τα οποία, στην πραγματικότητα, ήσαν σημεία που απεδείκνυαν ότι ο Ιησούς ήταν ο από πολύν χρόνον υποσχεμένος Μεσσίας, ο πραγματικός «άρτος της ζωής.»—Ιωάν. 6:41-48.
7. Ποιες ευκαιρίες και κίνδυνοι έρχονται μαζί με τα υλικά πλούτη, και ποιες πιθανές συνέπειες;
7 Πιθανόν ν’ αληθεύη ότι η κατοχή υλικού πλούτου προσφέρει κάποιον βαθμόν ευχαριστήσεως. Ένας Χριστιανός ο οποίος κατέχει πλούτη είναι, πράγματι, σε θέσι να κάνη πολύ καλό προς όφελος άλλων, και ιδιαιτέρως για την πρόοδο των συμφερόντων της βασιλείας του Θεού. Το να το πράττη αυτό καταλήγει σε γνησία απόλαυσι και ικανοποίησι. Αλλά πολύ συχνά η κατοχή πλούτου οδηγεί στην επιδίωξι ιδιοτελούς ευχαριστήσεως, σε ‘σπορά εις την σάρκα.’ Το χρήμα ανοίγει την θύρα για ευκαιρίες κοσμικών ευχαριστήσεων τις οποίες ένας εστερείτο ως τώρα, και ο πειρασμός για να τις απολαύση είναι ισχυρός όταν η θύρα είναι ανοικτή. Αν «η απάτη του πλούτου» κυριεύση ένα, τότε εκδιώκει την αγάπη της αληθείας και, σε λίγο χρονικό διάστημα, τον κάνει να είναι «άκαρπος,» όσον αφορά τα πνευματικά πράγματα. (Ματθ. 13:22) Ναι, «όσοι . . . θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανόητους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία.» (1 Τιμ. 6:9, 10) Έτσι, λοιπόν, δεν θα θελήσετε να παροδηγηθήτε. Αν σπείρετε στη σάρκα λόγω φιλαργυρίας, τότε πρόκειται να θερίσετε φθορά, ναι, καταστροφή και όλεθρο. Διότι «ο Θεός δεν εμπαίζεται» όσον αφορά την λειτουργία αυτού του νόμου της ζωής.
ΑΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΠΙΘΥΜΙΑ
8-10. (α) Με ποιό τρόπο είναι δυνατόν να σπαρούν στη διάνοια οι σπόροι ακαταλλήλων σεξουαλικών επιθυμιών; (β) Αν μείνουν ανεξέλεγκτες, πού μπορούν αναποφεύκτως να οδηγήσουν τέτοιες επιθυμίες;
8 Το να φιλοξενή ένας ακατάλληλες σεξουαλικές επιθυμίες είναι, επίσης, μια ‘σπορά εις την σάρκα,’ η οποία, αν δεν ελέγχεται, είναι βέβαιο ότι τελικά θα παραγάγη τον καρπό της διαφθοράς. Στο εδάφιο Γαλάτας 5:19 ο απόστολος Παύλος παραθέτει πρώτα μεταξύ των ‘έργων της σαρκός’ καρπούς ακαταλλήλων σεξουαλικών επιθυμιών, δηλαδή, ‘πορνείαν, ακαθαρσίαν, ασέλγειαν.’
9 Σχετικά μ’ αυτό, θα μπορούσαμε να στραφούμε πίσω για λίγο στην παραβολή του γεωργού ο οποίος σπείρει σπόρον στους αγρούς του. Πράγματι, οι κόκκοι σπόρου που σπείρει είναι πολύ μικροί, και όταν πέφτουν στη γη γίνονται ουσιαστικά αόρατοι. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ακατάλληλες σεξουαλικές επιθυμίες. Ο σπόρος πιθανόν να είναι μικρός και να σπείρεται σχεδόν δυσδιάκριτα στους άλλους, πιθανόν και σ’ εμάς τους ιδίους ακόμη. Σήμερα, από κάθε διεύθυνσι συσσωρεύονται επάνω μας και ειδικά επάνω στη νεολαία της προεφηβικής ηλικίας, δελεασμοί για ακατάλληλες σεξουαλικές επιθυμίες. «Ρομαντικά» διηγήματα, και ιδιαιτέρως φθηνά εικονογραφημένου τύπου περιοδικά, παρουσιάζουν γοητευτική την πορνεία και την μοιχεία κάτω από το πρόσχημα της «αληθινής αγάπης,» τον ήρωα ο οποίος διασώζει την ηρωίδα από ένα «ατυχή γάμο», και τα όμοια. Λίγες κινηματογραφικές ταινίες σήμερα μπορούν να ελπίζουν σ’ επιτυχία, αν κάπου στο σενάριο δεν ενθαρρύνωνται οι διεστραμμένες ηθικές ορέξεις της πλειονότητος των πελατών του κινηματογράφου. Παιδιά του σχολείου, ειδικά του γυμνασίου, είναι εκτεθειμένα στις συζητήσεις συμμαθητών των, οι οποίες συχνά περιστρέφονται γύρω από το σεξ και από πραγματικές ή φανταστικές «περιπέτειες» με πρόσωπα του αντιθέτου φύλου.
10 Ένας νεαρός Χριστιανός πιθανόν να παρασυρθή να πη ότι μπορεί ν’ ακούη τέτοιες συζητήσεις χωρίς να υποστή βλάβη. «Μπαίνουν απλώς από το ένα αυτί και βγαίνουν από το άλλο,» μπορεί να πη. Αλλά, προσέξτε! Καθώς η πληροφορία μπαίνει από το ένα αυτί και βγαίνει από το άλλο διέρχεται μέσω της διανοίας, και, στη διαδρομή της, μικροί σπόροι ακαθάρτων σκέψεων μπορούν να ριζώσουν και αργότερα να βλαστήσουν ακατάλληλες σεξουαλικές επιθυμίες. Ασφαλώς αν ένας δαπανά χρόνο σε βιβλία που ομιλούν για σεξ και αφήνη τη διάνοιά του να εντρυφά σ’ αυτά που διαβάζει ή βλέπει σε εικόνες του σεξ, το αποτέλεσμα δεν μπορεί παρά να είναι ακάθαρτες σκέψεις μαζί με ακατάλληλες σεξουαλικές επιθυμίες. Και μια τέτοια ‘σπορά εις την σάρκα,’ μολονότι στη μυστικότητα της διανοίας ενός, θα οδηγήση στον ωρισμένο καιρό στα έργα της σαρκός όπως η «πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια.» «Μη πλανάσθε· ο Θεός δεν εμπαίζεται», διότι εκείνος ο οποίος σπείρει μ’ αυτό τον τρόπο θα θερίση επίσης με τον ίδιο τρόπο, με ‘φθοράν εκ της σαρκός.’
11. (α) Σε ποια ακόμη μεγαλύτερη φθορά οδηγεί η χαλαρή σεξουαλική διαγωγή; (β) Ποια συμβουλή, λοιπόν, είναι κατάλληλη;
11 Μολονότι αληθεύει ότι η χαλαρή σεξουαλική διαγωγή δεν οδηγεί συχνά σε κατά γράμμα φθορά της σαρκός με τη σύφιλι, την γονόρροια και άλλες κοινωνικές νόσους, εν τούτοις ‘η σπορά εις την σάρκα’ οδηγεί σε μεγαλύτερη φθορά, η οποία σημαίνει απώλεια όλης της ζωής από τον Θεό, απώλεια της ελπίδος αιωνίου ζωής. Ο Παύλος έγραψε στους Ρωμαίους: «Το φρόνημα της σαρκός είναι θάνατος· το δε φρόνημα του πνεύματος, ζωή και ειρήνη. Διότι το φρόνημα της σαρκός είναι έχθρα εις τον Θεόν . . . Όσοι δε είναι της σαρκός, δεν δύνανται να αρέσωσιν εις τον Θεόν.» (Ρωμ. 8:6-8) Ναι, ο καιρός για τέτοια ‘σπορά εις την σάρκα’ πρέπει ν’ ανήκη στο παρελθόν γι’ αυτούς οι οποίοι έχουν έλθει στο φως της αληθείας. Δεν θέλουν πια να θερίζουν τους καρπούς του σκότους, αλλά θέλουν να θερίζουν τους καρπούς του φωτός. «Διότι ήσθε ποτέ σκότος,» έγραψε ο απόστολος, «τώρα όμως φως εν Κυρίω· περιπατείτε ως τέκνα φωτός· (διότι ο καρπός του πνεύματος [του φωτός, ΜΝΚ] είναι εν πάση αγαθωσύνη, και δικαιοσύνη, και αληθεία·) . . . Προσέχετε λοιπόν πώς να περιπατήτε ακριβώς· μη ως άσοφοι· αλλ’ ως σοφοί, εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, διότι αι ημέραι είναι πονηραί.»—Εφεσ. 5:8-16.
ΤΟ ΟΡΘΟ ΕΛΑΤΗΡΙΟ
12. Ποια επίδρασι έχει στην πνευματική ζωή του Χριστιανού το εσφαλμένο ελατήριο;
12 Αλλά υπάρχουν και άλλοι τρόποι ‘σποράς εις την σάρκα,’ οι οποίοι πιθανόν να μη είναι τόσο καταφανείς κι εν τούτοις μπορούν να επηρεάσουν, επίσης, πολύ την πνευματική μας ανάπτυξι ως Χριστιανών και μάλιστα να είναι ολέθριοι για μας. Μπορούμε ακόμη να κάνωμε πράγματα που είναι ορθά και καλά καθ’ εαυτά, αλλά, αν το ελατήριο είναι εσφαλμένο, αν οι πράξεις μας είναι για αυτοδικαίωσι, αίνο του εαυτού μας ή από πνεύμα ζηλοτυπίας ή ανταγωνισμού, τα καλά έργα μας θα ήσαν χωρίς αξία και θα βλέπαμε την φθορά της πνευματικής μας ζωής.—Ρωμ. 10:3· Παροιμ. 14:30.
13. Γιατί ο Νόμος δεν ωδήγησε την πλειονότητα των Ιουδαίων να δεχθούν τον Χριστό;
13 Αυτή ακριβώς η στάσις διέφθειρε το έθνος του Ισραήλ. Ο Ιεχωβά Θεός, έδωσε στο έθνος, μέσω του μεσίτου Μωυσέως, μια συλλογή νόμων, «τον Νόμον.» Ο Παύλος, στην επιστολή του προς τους Γαλάτας, εξηγεί ότι ο Νόμος «εξ αιτίας των παραβάσεων προσετέθη,» για να υπενθυμίζη στους Ιουδαίους ότι ήσαν αμαρτωλοί και είχαν ανάγκη από εκείνο το είδος της θυσίας που θα μπορούσε πράγματι ν’ αφαιρέση αμαρτίες και να τους ελευθερώση από την καταδίκη του θανάτου. Πράγματι ‘εφρουρούντο υπό τον νόμον,’ πράγμα που έπρεπε να καταλήξη στο ν’ αποβλέπουν «εις την πίστιν ήτις έμελλε να αποκαλυφθή.» Έτσι ο Νόμος θα ήταν γι’ αυτούς «παιδαγωγός . . . εις τον Χριστόν.» (Γαλ. 3:19, 23, 24.) Αλλά οι Ιουδαίοι ως έθνος δεν το ενόησαν έτσι. Τηρούσαν πολλά πράγματα του Νόμου, αλλά δεν επέτυχαν τον αντικειμενικό σκοπό, στον οποίον ωδηγούσε ο Νόμος. «Ο . . . Ισραήλ ζητών νόμον δικαιοσύνης, εις νόμον δικαιοσύνης δεν έφθασε. Δια τι; Επειδή δεν εζήτει αυτήν εκ πίστεως, αλλ’ ως εκ των έργων του νόμου.» Οι Ιουδαίοι ήθελαν να «αρέσκωσι κατά την σάρκα» και ήθελαν να περιτέμνωνται και να τηρούν τον Νόμο οι άλλοι έτσι ώστε αυτοί να έχωσι «καύχησιν εις την σάρκα» των άλλων.—Ρωμ. 9:31, 32· Γαλ. 6:12, 13.
14, 15. (α) Πώς εξεικόνισε ο Ιησούς τη στάσι αυτοδικαιώσεως των Φαρισαίων; (β) Πώς οι Χριστιανοί σήμερα μπορούν να πέσουν στην ιδία παγίδα της αυτοδικαιώσεως;
14 Ο Ιησούς, βλέποντας αυτό το πνεύμα στους Ιουδαίους ηγέτας της εποχής του, «είπε και προς τινας, τους θαρρούντας εις εαυτούς ότι είναι δίκαιοι, και καταφρονούντας τους λοιπούς, την παραβολήν ταύτην· Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν δια να προσευχηθώσιν· ο είς Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προσηύχετο καθ’ εαυτόν ταύτα· Ευχαριστώ σοι, Θεέ, ότι δεν είμαι καθώς οι λοιποί άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και καθώς ούτος ο τελώνης. Νηστεύω δις της εβδομάδος, αποδεκατίζω πάντα όσα έχω. Και ο τελώνης μακρόθεν ιστάμενος δεν ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς να υψώση εις τον ουρανόν, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού, λέγων, Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Σας λέγω, Κατέβη ούτος εις τον οίκον αυτού δεδικαιωμένος μάλλον παρά εκείνος· διότι πας ο υψών εαυτόν, θέλει ταπεινωθή· ο δε ταπεινών εαυτόν, θέλει υψωθή.»—Λουκ. 18:9-14.
15 Μολονότι οι Χριστιανοί σήμερα δεν είναι υπό τον Νόμον, ο οποίος είχε δοθή μέσω του Μωυσέως στον Ισραήλ, εν τούτοις, επειδή είναι ατελείς και υπόκεινται στην αμαρτία, μπορούν να πέσουν στην ιδία παγίδα της αυτοδικαιώσεως, να είναι μεροληπτικοί βάσει των έργων της σαρκός, και να ζητούν δικαιοσύνη όχι «εκ πίστεως, αλλ’ ως εκ των έργων του νόμου.» (Ιάκ. 3:17· Ρωμ. 9:32) Επομένως, ας ενθυμούμεθα πάντοτε ότι οποιαδήποτε στάσι και αν έχωμε ενώπιον του Θεού όσον αφορά τη δικαιοσύνη, αυτό είναι μόνο αποτέλεσμα της παρ’ αξίαν αγαθότητος του Θεού βάσει της απολυτρωτικής θυσίας του αγαπητού του Υιού, του Ιησού.
16. Γιατί οι μάρτυρες του Ιεχωβά τηρούν αρχείο του έργου που επετέλεσαν στη διακονία, και ποιος είναι ο σκοπός για τον οποίο τίθενται αντικειμενικοί σκοποί στη διακονία;
16 Οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι πολυάσχολος λαός. Είναι «περισσεύοντες πάντοτε εις το έργον του Κυρίου,» και, καθώς διατηρούν το ελατήριον της υπηρεσίας των αγνό και βασισμένο στην αγάπη, έχουν εμπιστοσύνη ότι ο ‘κόπος των δεν είναι μάταιος εν Κυρίω.’ (1 Κορ. 15:58) Καλούν και άλλους απ’ όλα τα έθνη να συμμετάσχουν μαζί των στο καλό των έργο της διακηρύξεως του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού, αναγνωρίζοντας ότι «δεν είναι προσωπολήπτης ο Θεός· αλλ’ εν παντί έθνει όστις φοβείται αυτόν, και εργάζεται δικαιοσύνην, είναι δεκτός εις αυτόν.» (Πράξ. 10:34, 35) Επειδή ενδιαφέρονται για την πρόοδο αυτού του έργου της Βασιλείας, κρατούν αρχείον της δράσεώς των, των ωρών που εδαπάνησαν στο κήρυγμα και των αποτελεσμάτων που επετεύχθησαν. Εκτός του ότι αυτό προσφέρει ενθάρρυνσι καθώς διαπιστώνεται πρόοδος, βοηθεί, επίσης, τις εκκλησίες να βλέπουν αμέσως σε ποιο σημείο μπορεί να υπάρξη πρόοδος και πώς μπορεί η διακονία να διεξαχθή πιο αποτελεσματικά. Αυτό το αρχείο προμηθεύει, επίσης, τη βάσι για να προσφερθή στοργική προσωπική βοήθεια σε νέους διακόνους και σ’ εκείνους οι οποίοι συναντούν δυσκολία στο να σημειώσουν πρόοδο στη διακονία. Για να υπάρχη μια βάσις για τη διαπίστωσι της προόδου της εκκλησίας ως συνόλου, έχουν προσφερθή εισηγήσεις για μέσους όρους επιδιωκομένων σκοπών ως ενθάρρυνσις για μια ισορροπημένη διακονία, έτσι ώστε να δίδεται προσοχή στην τακτική κάλυψι του τομέως με από σπίτι σε σπίτι επισκέψεις καθώς επίσης και με επανεπισκέψεις και διεξαγωγή οικιακών Γραφικών μελετών μ’ ενδιαφερόμενα άτομα.
17. Τι δεν πρέπει να γίνη βάσις για να κριθή η ακεραιότης συγ-Χριστιανών, και γιατί;
17 Αλλ’ αυτοί οι αντικειμενικοί σκοποί που υποδεικνύονται δεν μπορούν ποτέ να χρησιμοποιηθούν ως βάσις για τον υπολογισμό της ακεραιότητος ενός Χριστιανού. Ούτε και πρέπει τα έργα ενός στη διακονία ν’ αποτελέσουν τη βάσι για να γίνωνται συγκρίσεις με άλλους Χριστιανούς έτσι ώστε να οδηγούν σε αυτοδικαίωσι και καύχησι. Πολλά έτη ολοχρονίου κηρύγματος ή υπηρεσίας σε κάποια εξέχουσα θέσι στην οργάνωσι του Ιεχωβά δεν προμηθεύουν καμμιά βάσι για να γίνωνται μεροληπτικές διακρίσεις ή για να γίνη κάποιος όμοιος μ’ εκείνους για τους οποίους είπε ο Ιησούς την παραβολή η οποία παρετέθη ανωτέρω, εκείνους «τους θαρρούντας εις εαυτούς ότι είναι δίκαιοι, και καταφρονούντας τους λοιπούς.» (Λουκ. 18:9) Όλοι δεν βρίσκονται στο ίδιο σημείο αυξήσεως όσον αφορά τη Χριστιανική ωριμότητα. Επίσης, περιστάσεις και σωματικές ικανότητες καθορίζουν έως κάποιο βαθμό τι μπορεί ή δεν μπορεί να κάνη ένας σχετικά με τη Χριστιανική δράσι, όπως ακριβώς μπορούν να καθορίσουν τι μπορεί να κάμη ένας σχετικά με την οικονομική υποστήριξι του έργου του Θεού, όπως περιέγραψε ο Ιησούς στα σχόλιά του για την εισφορά υπέρ του ναού που είχε κάμει μια πτωχή χήρα.—Λουκ. 21:1-4.
18. Ποια ορθή στάσι απέναντι στη διακονία θα θελήση να λάβη ο Χριστιανός;
18 Ο Χριστιανός διάκονος δεν θα θελήση ποτέ να γίνη δούλος αριθμών να δαπανά χρόνο στο κήρυγμα απλώς για να φθάση κάποιο όριο ωρών, ή για να δημιουργήση ένα αρχείο υπηρεσίας στην εκκλησία ή στην Εταιρία Σκοπιά. Μολονότι είναι αξιέπαινο να ζητή ένας διάκονος να φθάση ή να υπερβή αντικειμενικούς σκοπούς που έχουν υποδειχθή για μια ισορροπημένη διακονία, εν τούτοις θα ήταν πράγματι άσοφο το να κάμη αυτούς καθ’ εαυτούς τους αριθμούς σκοπούς του. Ο Χριστιανός διάκονος θα θέλη να διατηρή πάντοτε ζωηρά στην καρδιά και τη διάνοιά του τα ορθά ελατήρια για την υπηρεσιακή του δραστηριότητα, πράγματι, στο κάθετι που πράττει σχετικά με την εκκλησία. «Παν ό,τι αν πράττητε, εκ ψυχής εργάζεσθε, ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι από του Ιεχωβά θέλετε λάβει την ανταπόδοσιν της κληρονομίας.»—Κολ. 3:23, 24, ΜΝΚ.
19, 20. Γιατί είναι κατάλληλη και ωφέλιμη η προσευχή προτού ξεκινήση ένας για δράσι κηρύγματος;
19 Γι’ αυτό είναι πάρα πολύ κατάλληλο να δαπανά κάθε αφιερωμένος μάρτυς του Ιεχωβά λίγο χρόνο σε προσευχή πριν από κάθε ευκαιρία συμμετοχής στη διακονία. Οποτεδήποτε οι μάρτυρες του Ιεχωβά συνέρχονται ομού προτού συμμετάσχουν σε ομαδική δράσι κηρύγματος προσφέρεται πάντοτε μια προσευχή για την ευλογία του Ιεχωβά στη δράσι των. Εν πρώτοις, αυτό τους βοηθεί να ενθυμούνται τον σκοπό του κηρύγματος των. Πρώτος και κύριος σκοπός είναι να εξαγγέλλεται το μέγα όνομα και ο σκοπός του Ιεχωβά. Κατόπιν, επίσης, προμηθεύει ευκαιρία υποβοηθήσεως δίκαια διατεθειμένων ανθρώπων να εξεύρουν την οδόν της σωτηρίας και της ζωής, και, ταυτοχρόνως να κάμουν να ηχή η προειδοποίησις των κρίσεων του Ιεχωβά, οι οποίες πρόκειται να επέλθουν σ’ αυτό το παρόν πονηρό σύστημα πραγμάτων. Επίσης, η διακονία προμηθεύει στον καθένα μας την ευκαιρία να εκδηλώση την πιστότητα και ακεραιότητά του στον Ύψιστο Θεό.
20 Το να κηρύσση ένας μ’ αυτές τις σκέψεις στο νου καταλήγει πάντοτε σε χαρωπή ικανοποίησι, ασχέτως αν οι άνθρωποι ανταποκρίνωνται στο άγγελμα. Πράγματι, αυτό σημαίνει να σπείρη ένας στο πνεύμα.
21. Γιατί μπορεί η Χριστιανική διακονία να γίνη βαρύ φορτίο σε κάποιον, και ποιος κίνδυνος εμφανίζεται τότε;
21 Πιθανόν να είσθε ένας ο οποίος έχει συμμετάσχει στη Χριστιανική διακονία πολλά χρόνια αλλά τώρα διαπιστώνετε ότι σας λείπει αυτό το αίσθημα της χαρωπής ικανοποιήσεως. Το κήρυγμα του ευαγγελίου της βασιλείας του Θεού πιθανόν να σας έχη γίνει τόσο βαρύ φορτίο ώστε να βρίσκεσθε στο σημείο να εγκαταλείψετε τελείως αυτό το ευλογητό έργο, ή πιθανόν να το έχετε ήδη πράξει αυτό. Γιατί να έχη συμβή αυτό; Κάποτε είχατε χαρά στην υπηρεσία του Θεού· δεν είν’ έτσι; Ναι, κάποτε ήσθε γεμάτος από ενθουσιασμό και ζήλο. Μπορούσατε να λέτε ότι είχατε το «πνεύμα» της Χριστιανικής υπηρεσίας. Είχατε αρχίσει να σπείρετε στο πνεύμα. Αλλά κάπου κατά μήκος του δρόμου αλλάξατε ίσως τις συνήθειες σας σποράς. Μήπως διότι αφήσατε τον εαυτό σας να πέση στη συνήθεια να βλέπη τα πράγματα με σαρκικό τρόπο, να παρατηρήτε απλώς όρια αριθμούς, να εργάζεσθε μόνο χάριν του έργου χωρίς πραγματικό αντικειμενικό σκοπό στο νου και ν’ αποτυγχάνετε έτσι να διατηρήτε την πίστι σας ζώσα με το να την τρέφετε με τον Λόγο του Θεού; Ενώ έχετε ξεκινήσει καλά σπείροντας στο πνεύμα, πιθανόν τώρα να βρίσκεσθε σε κίνδυνο ν’ αποτύχετε πλήρως να φθάσετε σε πληρότητα πνευματικής ωριμότητος, κάτι που δεν μπορεί ποτέ να επιτευχθή όταν ένας σπείρη στην σάρκα.—Γαλ. 3:2, 3.
22. (α) Τι μας διεγείρει στο να σπείρωμε «εις το πνεύμα»; (β) Ποιον καρπό πρόκειται να θερίσουν τώρα όσοι σπείρουν σε αρμονία με το πνεύμα του Θεού;
22 Εξετάστε με ειλικρίνεια την ερώτησι: Πώς σπείρετε; Στην σάρκα ή στο πνεύμα; Χωρίς αμφιβολία η επιθυμία σας είναι να σπείρετε στο πνεύμα. Γιατί θα διαβάζατε αυτό το περιοδικό, αν συνέβαινε διαφορετικά; Να είσθε βέβαιος για το εξής: όπως ακριβώς «ο σπείρων εις την σάρκα εαυτού, θέλει θερίσει εκ της σαρκός φθοράν,» έτσι ακριβώς και «ο σπείρων εις το πνεύμα» θα θερίση κάτι. Τι; Αιώνιο ζωή! (Γαλ. 6:8.) Πόσο μας διεγείρει αυτό να προσέχωμε καλά πώς σπείρομε, να μάθωμε πώς να σπείρωμε σε αρμονία με το πνεύμα του Θεού για τα αιώνια συμφέροντα της πνευματικής μας ζωής! Και τώρα ακόμη υπάρχει άφθονη καρποφορία για να θερίσωμε καθώς σπείρομε στο πνεύμα. Όπωσδήποτε, λοιπόν, «περιπατείτε κατά το πνεύμα . . . ο . . . καρπός του πνεύματος [και τώρα ακόμη] είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια. . . . Εάν ζώμεν κατά το πνεύμα, ας περιπατώμεν και κατά το πνεύμα.»—Γαλ. 5:16, 22-25.