Κάμετε εις Εαυτούς Φίλους
«Και εγώ σας λέγω, Κάμετε εις εαυτούς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας, δια να σας δεχθώσιν εις τας αιωνίους σκηνάς, όταν εκλείψη.»—Λουκ. 16:9, ΜΝΚ, Κριτ. Έκδ. Κειμένου.
1. Πού μπορεί κανείς να εύρη την αξιόπιστη συμβουλή για την απόκτησι φίλων, και με ποιο αποτέλεσμα;
Η ΑΓΙΑ Γραφή είναι το μόνο Βιβλίο που λέγει στους ανθρώπους πώς να κάμουν φίλους του ορθού είδους και πώς να τους κρατήσουν. Κοσμικά βιβλία σε σημαντικούς αριθμούς προσέφεραν συμβουλή για το πώς να κάμωμε φίλους· αλλά η συμβουλή των βιβλίων αυτών για την απόκτησι φίλων δεν εβοήθησε τους ανθρώπους ν’ αποκτήσουν την ευτυχία που ζητούν. Μόνο πηγαίνοντας στο Βιβλίο που είναι η Αυθεντία για την απόκτησι φίλων μπορούμε να βρούμε τη γνησία ευτυχία που προέρχεται από το να έχωμε το ορθό είδος φίλων.
2. Τι είπε ο Ιησούς για τη φιλία, και ποια οφέλη προκύπτουν από το παράδειγμα που έδωσε;
2 Αφού εκείνος, που είπε: «Κάμετε εις εαυτούς φίλους», δεν ήταν κανείς άλλος εκτός από τον Ιησού Χριστό, τον Υιόν του Θεού, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι αυτό είναι ένα ζωτικό ζήτημα. Κατάλληλα ο Ιησούς Χριστός ο ίδιος έδωσε το παράδειγμα της φιλίας: «Μεγαλητέραν ταύτης αγάπην δεν έχει ουδείς, του να βάλη τις την ψυχήν αυτού υπέρ των φίλων αυτού.» (Ιωάν. 15:13) Καταθέτοντας την τελεία ανθρώπινη ζωή του ως απολυτρωτική θυσία προς όφελος όλων των ανθρώπων που υπακούουν σ’ αυτόν, ο Ιησούς κατέστησε δυνατόν για τα άτομα αυτά να έλθουν σε φιλική κατάστασι με τον ουράνιο Πατέρα του, του οποίου μόνου το όνομα είναι Ιεχωβά. Ο Ιησούς απέδειξε την πιστή του φιλία στον Ιεχωβά Θεό καταθέτοντας έτσι τη ζωή του και απέδειξε, επίσης, τη φιλία του προς όλους εκείνους που έχουν την ίδια πιστή αφοσίωσι στον ουράνιο Πατέρα του.
3, 4. (α) Ποιες ιδιότητες χρειάζονται σ’ έναν αληθινό φίλο, και σε τι απέτυχε ο Ιούδας; (β) Ποιο παράδειγμα δείχνει ότι υπάρχει φίλος «προσκεκολλημένος στενώτερα από αδελφόν»; Πώς γίνεται αυτό;
3 Ποιος είναι ένας πραγματικός φίλος; Από το παράδειγμα του Ιησού βλέπομε ότι ένας φίλος πρέπει να είναι πιστός, ότι δεν πρέπει ποτέ να επιτρέψη να υπονομεύση αυτή την πιστότητα ιδιοτέλεια και απληστία. Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης είναι ένας που επέτρεψε να υπονομεύση την πιστότητά του η απληστία. Όταν αντιμετώπισε την ευκαιρία να κάμη χρήματα, εστράφη εναντίον του πιο καλού του φίλου, του Κυρίου Ιησού, προδίδοντάς τον και παραδίδοντάς τον στα χέρια των εχθρών του αντί τριάντα αργυρίων και κάνοντάς το αυτό με μια υποκριτική πράξι φιλίας: «Και ευθύς πλησιάσας προς τον Ιησούν, είπε, Χαίρε, Ραββί· και κατεφίλησεν αυτόν. . . . Τότε προσελθόντες, επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν, και επίασαν αυτόν.» (Ματθ. 26:49, 50) Τι ψευδής φίλος! Η φιλαργυρία του τον απεχώρισε από τον πιο καλό του φίλο και έθεσε τον Ιησού στα χέρια εκείνων που ήθελαν να επιφέρουν τον θάνατό του. Όπως ακριβώς διακηρύττει η Γραφή: «Υπάρχουν σύντροφοι διατεθειμένοι να συντρίψουν ο είς τον άλλον, αλλά υπάρχει φίλος προσκεκολλημένος στενώτερα από αδελφόν.»—Παροιμ. 18:24, ΜΝΚ.
4 Ένας πραγματικός φίλος, λοιπόν, προσκολλάται στενώτερα από αδελφόν και είναι σταθερός στην πιστότητά του και στη φιλία του. Δεν είναι θερμός και φιλικός τη μια μέρα και ψυχρός και αποτραβηγμένος την επομένη· καθώς λέγουν οι Παροιμίες 17:17 (ΜΝΚ): «Εν παντί καιρώ αγαπά ο φίλος, και είναι αδελφός όστις γεννάται δια καιρόν ανάγκης.» Ένας αληθινός φίλος έρχεται προς βοήθειαν του συντρόφου του που βρίσκεται σε ανάγκη. Από αυτή την άποψι μπορούμε να μάθωμε πολλά για τη φιλία από το παράδειγμα του Ιωνάθαν και του Δαβίδ. Οι ιδιότητες εκείνες της αγάπης, της πιστότητος και της ανιδιοτελείας και άλλες που αποτελούν την αληθινή φιλία βρίσκονται όλες σ’ αυτό το έξοχο παράδειγμα: «Η ψυχή του Ιωνάθαν συνεδέθη μετά της ψυχής του Δαβίδ, και ηγάπησεν αυτόν ο Ιωνάθαν ως την ιδίαν αυτού ψυχήν. Τότε ο Ιωνάθαν έκαμε συνθήκην μετά του Δαβίδ· διότι ηγάπα αυτόν ως την ιδίαν αυτού ψυχήν. Και εκδυθείς ο Ιωνάθαν το επένδυμα το εφ’ εαυτόν, έδωκεν αυτό εις τον Δαβίδ, και την στολήν αυτού, έως και αυτό το ξίφος αυτού, και το τόξον αυτού, και την ζώνην αυτού.» (1 Σαμ. 18:1, 3, 4) Αργότερα, μετά τον θάνατο του Ιωνάθαν στη μάχη του Όρους Γελβουέ, ο Δαβίδ εθρήνησε βαθιά την απώλεια του φίλου του και είπε: «Περίλυπος είμαι δια σε, αδελφέ μου Ιωνάθαν· προσφιλέστατος εστάθης εις εμέ· η προς εμέ αγάπη σου ήτο εξαίσιος· υπερέβαινε την αγάπην των γυναικών.» (2 Σαμ. 1:26) Από το παράδειγμα αυτό είναι σαφές ότι «υπάρχει φίλος προσκεκολλημένος στενώτερα από αδελφόν.»
5, 6. Ποιο πρέπει να είναι το υποκείμενο θεμέλιο για κάθε αξιόπιστη φιλία, και ποια παραδείγματα το δείχνουν αυτό;
5 Αλλά, τώρα, τι έκαμε δυνατή μια τέτοια έξοχη φιλία; Από κοινού αγάπη και αφοσίωσις και πιστότης στον Ιεχωβά Θεό! Συνεπώς, έχει λεχθή: «Καμμιά φιλία σε ειδωλολατρικό έδαφος δεν μπορεί να συγκριθή με τις ιδιότητες που εξεδηλώθησαν από τον Ιωνάθαν και τον Δαβίδ: ‘το καλύτερο που έχουν να δείξουν η Ελλάς και η Ρώμη σε φιλίες, ωχριά μπροστά στις ιδιότητες αυτές’.»a Η ανιδιοτέλεια και η πιστότης που εξεδηλώθησαν από τον Ιωνάθαν επήγαζαν από το ότι έθετε τον Ιεχωβά Θεό και το θέλημά Του πρώτα. Επειδή ήταν γυιός του Σαούλ, ο Ιωνάθαν ήταν στη γραμμή για τη βασιλεία. Όταν, όμως, ο Ιεχωβά απεμάκρυνε την εύνοιά του από τον Βασιλέα Σαούλ και την έθεσε στον Δαβίδ, παρερχόμενος τον Ιωνάθαν, τον φυσικό κληρονόμο του θρόνου, ο Ιωνάθαν δεν εμίσησε τον Δαβίδ, θεωρώντας τον ως αντίπαλο για εξόντωσι, όπως έκαμε ο Σαούλ. Αλλά, αναγνωρίζοντας ότι η εύνοια του Ιεχωβά ήταν στον Δαβίδ, ο Ιωνάθαν υπετάχθη θεοκρατικά στη θεία διάταξι. Μόνο με το να δώσουν πρώτα στον Ιεχωβά Θεό την πιστότητά των και ο Δαβίδ και ο Ιωνάθαν, κατέστη δυνατή η θαυμαστή των φιλία. Είναι αληθές, λοιπόν: Χωρίς, αυτή την πρωτίστη αγάπη και πιστότητα προς τον Ιεχωβά Θεό, το θεμέλιο για οποιαδήποτε ανθρώπινη φιλία κείται σε αμμώδες έδαφος.
6 Ο Δαβίδ έλαβε, επίσης, πείρα ψευδών φίλων. Ο Αχιτόφελ, ο πανούργος σύμβουλος του Δαβίδ, ήταν μεταξύ εκείνων των συντρόφων, που είναι, «διατεθειμένοι να συντρίψουν ο είς τον άλλον». (2 Σαμ. 15:12· Ψαλμ. 41:9· 55:12-14) Οι φίλοι εκείνοι του Δαβίδ, που έγιναν άπιστοι, έχασαν την αγάπη των και την αποκλειστική αφοσίωσί των στον Ιεχωβά, τον πραγματικό Βασιλέα του Ισραήλ. Εξ άλλου, η Ρουθ η Μωαβίτις, επειδή είχε αυτές ακριβώς τις ιδιότητες, εξεδήλωσε πιστή φιλία για τη Ναομί. «Η δε Ρουθ επροσκολλήθη εις αυτήν.» (Ρουθ 1:14) Απαρέγκλιτη αφοσίωσις στον Ιεχωβά Θεό πρέπει να είναι το υποκείμενο θεμέλιο για κάθε διαρκή και αξιόπιστη φιλία.
ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΝ ΚΑΤΑΛΛΗΛΩΝ ΦΙΛΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ
7. (α) Τι πρέπει να μπορή να κάμη το ορθό είδος φίλου; (β) Ποιο λάθος όσον αφορά τη φιλία έκαμε ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ, και με ποιες συνέπειες;
7 Το ορθό είδος φίλου, λοιπόν, πρέπει να είναι εκείνο που ενθαρρύνει τον Χριστιανό να είναι πιστός στον Ύψιστο Θεό. Μόνο όσοι αγαπούν τον Ιεχωβά μπορούν να το πράξουν αυτό. Ας μάθωμε ένα μάθημα από το λάθος που έκαμε ο Ιωσαφάτ, ο βασιλεύς του Ιούδα. Ο βασιλεύς αυτός, στον οποίον ο Ιεχωβά είχε δώσει τη φιλία του, έκαμε το λάθος να συνδεθή μ’ έναν που δεν ήταν φίλος του Θεού, τον βασιλέα του Ισραήλ, Αχαάβ. Ο ασεβής αυτός βασιλεύς εζήτησε από τον Ιωσαφάτ να ενωθή μαζί του σε μια εκστρατεία για την ανάκτησι της Ραμώθ-γαλαάδ. Ο Ιωσαφάτ συνεφώνησε. Μολονότι οι προφήται του Βάαλ προέλεγαν επιτυχία για την εκστρατεία, ο Μιχαΐας, ο μόνος προφήτης του Ιεχωβά που μπορούσαν να έχουν, προείπε τον θάνατο του Αχαάβ. Πηγαίνοντας στη μάχη, ο Αχαάβ μετημφιέσθη· αλλά είχε προτείνει να ενδυθή τη βασιλική του στολή ο βασιλεύς του Ιούδα και έτσι να γίνη στόχος για κάθε βέλος. Στην έντασι της μάχης ο Ιωσαφάτ, βασιλικά ντυμένος, αντελήφθη ότι κάθε πολεμιστής της Συρίας είχε στραφή εναντίον του, νομίζοντας ότι ήταν ο βασιλεύς του Ισραήλ. «Αλλ’ ο Ιωσαφάτ ανεβόησε, και εβοήθησεν αυτόν ο Ιεχωβά· και απέστρεψεν αυτούς ο Θεός απ’ αυτού.» (2 Χρον. 18:31, ΜΝΚ) Επαληθεύοντας τους λόγους του προφήτου του Ιεχωβά, ο Αχαάβ υπέστη την καταδίκη του, διότι κάποιος άνθρωπος, τοξεύοντας ασκόπως, έρριξε ένα βέλος στον βασιλέα του Ισραήλ, έτσι ώστε απέθανε. Όταν ο βασιλεύς του Ιούδα επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ, ο Ιηού, ο υιός του Ανανί, ο βλέπων, είπε στον Βασιλέα Ιωσαφάτ: «Τον ασεβή βοηθείς, και τους μισούντας τον Ιεχωβά αγαπάς; δια τούτο οργή παρά του Ιεχωβά είναι επί σε.»—2 Χρον. 19:2, ΜΝΚ.
8, 9. Πώς μπορεί να ωφεληθή ο Χριστιανός από το λάθος του Ιωσαφάτ, και γιατί πρέπει από τις κακές φιλίες να προκύψη η δυσμένεια του Θεού προς ένα άτομο;
8 Ο Ιωσαφάτ έκαμε ένα σοβαρό λάθος, καλλιεργώντας φιλία και παρέχοντας βοήθεια σ’ έναν που μισούσε τον Ιεχωβά Θεό. Ο Χριστιανός, εκλέγοντας φίλους, θα κάμη καλά να κρατή στο νου εκείνα τα λόγια του προφήτου: «Τους μισούντας τον Ιεχωβά αγαπάς;» Πόσο πρέπει να φυλάγεται ο δούλος του Θεού από ακατάλληλες φιλίες! Το αν θα λάβωμε την εύνοια του Θεού ή θα υποστούμε την αγανάκτησί του εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το είδος της φιλίας που διαμορφώνομε. Δεν πρέπει να μας εκπλήξη ότι ο Ύψιστος Θεός θεωρεί ένοχον οποιονδήποτε από τους δούλους του, που συναναστρέφεται άτομα τα οποία αυτός δεν επιδοκιμάζει. Δεν μπορούμε να συναναστρεφώμεθα άτομα που δεν επιδοκιμάζει ο Θεός και ν’ αποκτήσωμε τη φιλία του.
9 Η επιρροή κακών φίλων, που διαφθείρει, είναι κάτι που απομακρύνει ένα άτομο από την επικράτεια της αξιοπιστίας, διότι είναι κάτι που αναπόφευκτα θα παραγάγη ενάντια αποτελέσματα: «Ο περιπατών μετά σοφών θέλει είσθαι σοφός· ο δε σύντροφος των αφρόνων θέλει απολεσθή.» (Παροιμ. 13:20) Αν δεν υπήρχε η επέμβασις του Θεού, η πολιτεία του Ιωσαφάτ με τον άφρονα Αχαάβ θα του είχε πιθανώς στοιχίσει τη ζωή του.
10. Ποιο παράδειγμα έδωσε ο Δαβίδ για τον δούλον του Θεού;
10 Εκτός του ότι μπορούμε να ωφεληθούμε από το λάθος που έκαμε ο Ιωσαφάτ, μπορούμε επίσης να διδαχθούμε από το καλό παράδειγμα που έδωσε ο Δαβίδ, ο οποίος μπορούσε να πη: «Δεν εκάθισα μετά ανθρώπων ματαίων· και μετά υποκριτών δεν θέλω υπάγει. Εμίσησα την σύναξιν των πονηρευομένων, και μετά ασεβών δεν θέλω καθίσει. Θέλω νίψει εν αθωότητι τας χείρας μου, και θέλω περικυκλώσει το θυσιαστήριόν σου, ω Ιεχωβά.» (Ψαλμ. 26:4-6, ΜΝΚ) Ο Δαβίδ μιλεί ωσάν να ήταν στο βάθρον του μάρτυρος, δίδοντας μαρτυρία για την ιδιωτική του ζωή για να δείξη την αθωότητά του εν σχέσει με φιλίες. Διακηρύττει την αθωότητά του για συναναστροφή μ’ εκείνους που δεν αγαπούν τον Θεό και τις δίκαιες εντολές του. Είθε κάθε αληθινός λάτρης του Παντοδυνάμου Θεού Ιεχωβά να μπορή να βεβαιώση όμοια αθωότητα για τις φιλίες του!
ΕΚΛΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΔΟΥΛΩΝ ΩΣ ΦΙΛΟΥ
11. (α) Εκτός από άτομα, από ποιες άλλες ακατάλληλες φιλίες πρέπει να φυλαγώμαστε; Πώς ο Ιησούς έθεσε το ορθό παράδειγμα; (β) Γιατί είναι μωρία για ένα Χριστιανό να κάνη τον κόσμο φίλο του;
11 Πρέπει να είμεθα προσεκτικοί όχι μόνο στην εκλογή ατόμων ως φίλων, αλλά πρέπει επίσης να φυλαγώμαστε από ακατάλληλες φιλίες με ομάδες, συλλόγους και οργανώσεις που δεν μας ενθαρρύνουν στη λατρεία του Ιεχωβά, αλλά μάλλον προάγουν δουλεία στον Θεό του κόσμου τούτου, τον Σατανά ή Διάβολο. (2 Κορ. 4:4) Για τούτο ο Ιησούς Χριστός απέρριψε ένα δημοκρατικό σχέδιο να γίνη τοπικός πολιτικός άρχων. (Ιωάν. 6:15) Πράγματι, ο Ιησούς όχι μόνο απέρριψε τοπική βασιλεία αλλά και παγκόσμια βασιλεία στην οργάνωσι του Σατανά! Ο Διάβολος «δεικνύει εις αυτόν πάντα τα βασίλεια του κόσμου και την δόξαν αυτών, και λέγει προς αυτόν, Ταύτα πάντα θέλω σοι δώσει, εάν πεσών προσκυνήσης με.» (Ματθ. 4:8, 9) Ο Ιησούς απέρριψε όλες αυτές τις κοσμικές προσφορές, επειδή εκτιμούσε τη φιλία του Θεού επάνω απ’ όλα. Το να δεχθή την προσφορά του Διαβόλου θα έκανε τον Ιησούν εχθρόν του Θεού. Είναι σαν να ζητούμε την έχθρα του Ιεχωβά αν καλλιεργούμε φιλία με τον κόσμο. Ο θείος κανών είναι άκαμπτος: «Δεν εξεύρετε ότι η φιλία του κόσμου είναι, έχθρα τον Θεού; όστις λοιπόν θέληση να ήναι φίλος του κόσμου, εχθρός του Θεού καθίσταται.» (Ιάκ. 4:4) Ο πονηρός αυτός κόσμος είναι καταδικασμένος σε καταστροφή κατά τον πόλεμο του Θεού, τον Αρμαγεδδώνα, και οι φίλοι του κόσμου τούτου θα παρέλθουν μαζί του. (1 Ιωάν. 2:15-17) Καθώς προείπε το προφητικό νικητήριο άσμα του Βαράκ και της Δεβόρρας: «Ούτω να απολεσθώσι πάντες οι εχθροί σου, ω Ιεχωβά! οι δε αγαπώντες αυτόν ας ήναι ως ο ήλιος ανατέλλων εν τη δόξη αυτού.»—Κριτ. 5:31, ΜΝΚ.
12, 13. (α) Γιατί ο πλούτος δεν είναι το είδος του φίλου που πρέπει να κάμουν οι Χριστιανοί; (β) Ποια εκλογή υπάρχει μεταξύ κυρίων δούλων, και γιατί ο Χριστιανός δεν μπορεί να δουλεύη δύο κυρίους;
12 Ούτε είναι ο πλούτος («μαμωνάς») το είδος φίλου που οι Χριστιανοί πρέπει να κάμουν για τον εαυτό τους. Ο Ιησούς, όταν εξήταζε αυτό το ζήτημα του να κάμωμε, το ορθό είδος φίλων, είπε: «Κάμετε εις εαυτούς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας.» Μολονότι ο πλούτος μπορεί να χρησιμοποιηθή για να βοηθήση να κάμωμε φίλους, ο πλούτος αυτός καθ’ εαυτόν δεν πρέπει να θεωρήται ως να είναι δήθεν ο μόνος φίλος του ανθρώπου, διότι, όπως εξήγησε ο Ιησούς: «Ουδείς δούλος δύναται να δουλεύη δύο κυρίους· διότι ή τον ένα θέλει μισήσει, και τον άλλον θέλει αγαπήσει· ή εις τον ένα θέλει προσκολληθή, και τον άλλον θέλει καταφρονήσει. Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και μαμωνά.»—Λουκ. 16:9, 13.
13 Ο Ιησούς έτσι εξέθεσε ένα θεμελιώδη κανόνα: Κανείς δεν μπορεί να δουλεύη δύο κυρίους. Οι δύο κύριοι, εννοείται εδώ, βρίσκονται σε αντίθεσι ο ένας με τον άλλον· ο ένας είναι αγαθός και ο άλλος κακός. Ο Ιησούς έδειξε ότι αν ένα άτομο είναι προσκολλημένο στον ένα απ’ αυτούς, θα καταφρονή τον άλλον, αγαπώντας τον ένα και μισώντας τον άλλον. Η αντίθεσις μεταξύ των αρχόντων είναι τόσο μεγάλη, ώστε δεν μπορεί κανείς να είναι δούλος και των δύο. Ο Ιεχωβά Θεός είναι ο πρώτιστος Κύριος δούλων· είναι ο πρώτιστος ιδιοκτήτης όλων των πλασμάτων δικαιωματικά, διότι είναι ο Δημιουργός των. Και αν θέλωμε να είμεθα φίλοι του, πρέπει πιστά να τον υπηρετούμε, δίνοντάς του την αποκλειστική μας αφωσίωσι, αφιερώνοντας τη ζωή μας σ’ αυτόν και δίνοντας κάθε τι που έχομε στην υπηρεσία του, γινόμενοι ακόλουθοι του αγαπητού του Υιού Ιησού Χριστού. Περαιτέρω, ο Ιεχωβά δεν επιτρέπει οι δούλοι του να τον υπηρετούν μέρος που χρόνου των και να υπηρετούν τον μισητόν εχθρό του το άλλο μέρος του χρόνου των. Ο Ιησούς το εξέφρασε αυτό με τον εξής τρόπο στην εκκλησία της Λαοδικείας: «Εξεύρω τα έργα σου, ότι ούτε ψυχρός είσαι ούτε ζεστός· είθε να ήσο ψυχρός ή ζεστός· ούτως, επειδή είσαι χλιαρός, και ούτε ψυχρός ούτε ζεστός, μέλλω να σε εξεμέσω εκ του στόματός μου.» (Αποκάλ. 3:15, 16) Εκείνους που δεν είναι ούτε ζεστοί ούτε ψυχροί τους εξεμεί ο Κύριος, τους απορρίπτει με αηδία. Έτσι ο Χριστιανός, ζητώντας τη φιλία του Θεού και του Υιού του, δεν μπορεί να είναι διηρημένος στην καρδιά μεταξύ του Ιεχωβά και του αντιθέτου κυρίου, του Σατανά ή Διαβόλου, του ‘θεού του αιώνος τούτου’.
14. (α) Ως προς τη φιλία, σε τι απέτυχε ο πλούσιος νεαρός άρχων; (β) Γιατί είναι πολύ σπουδαία η κατάλληλη χρήσις του πλούτου;
14 Ο Ιησούς κατέστησε σαφές ότι εκείνος που επιθυμεί φιλία με τον Θεό δεν μπορεί να είναι δούλος του κοσμικού πλούτου ή μαμωνά και έτσι να γίνεται δούλος του αδίκου κυρίου δούλων. Δεν πρέπει να είμεθα σαν τον πλούσιον νεαρόν άρχοντα, ο οποίος, αν και ήθελε να είναι φίλος του Θεού, δεν ήθελε να παραιτηθή από δουλικούς δεσμούς με αυτόν τον κόσμο. Ο Ιησούς τού είπε να πωλήση όσα είχε και να τα δώση στους πτωχούς του Ιεχωβά Θεού, και «θέλεις έχει θησαυρόν εν ουρανώ· και ελθέ ακολουθεί μοι». (Ματθ. 19:21) Λέγοντας τούτο στον νεαρόν άρχοντα, ο Ιησούς εφήρμοζε τον κανόνα: Κανείς δεν μπορεί να δουλεύη δύο κυρίους. Αποκλειστική αφοσίωσις στον Ιεχωβά Θεό ήταν το ζήτημα. Θα έδινε ο πλούσιος άρχων στον Ιεχωβά ό,τι του ανήκε, ή θα προτιμούσε δουλεία στον μαμωνά; Έλαβε την εσφαλμένη απόφασι και απέτυχε ν’ αποκτήση τον θησαυρό τού να είναι φίλος του Θεού. Ο πλούτος είναι χρήσιμος, και η ορθή χρήσις του, όπως δείχνει ο Ιησούς, είναι για να κάμωμε φίλους τον Θεό και τον Υιό του. Γνωρίζοντας τούτο, ο δούλος του Θεού δεν θ’ αφήση ποτέ τον πλούτο να γίνη κύριός του, αλλά θα κυριαρχή επάνω του και θα τον χρησιμοποιή στη διακονία του Ιεχωβά Θεού. Αλλιώς, αν ο πλούτος κυριαρχήση επάνω μας λόγω του ότι τον εκάμαμε φίλο μας, μπαίνομε σε μια κατάστασι έχθρας με τον Ιεχωβά Θεό, διότι εγίναμε φίλοι του κόσμου τούτου και δούλοι του μισητού εχθρού του Θεού, του θεού του κόσμου τούτου.
15. (α) Ποιοι είναι οι κατάλληλοι φίλοι που πρέπει να κάμωμε, και γιατί δεν συνδέεται μίσος με το να είμεθα δούλοι των; (β) Πώς απέδειξε ο Ιησούς τη φιλία του για κείνους που υπακούουν σ’ αυτόν, και τι δεν ακυρούται με τούτο;
15 Οι κατάλληλοι φίλοι για κείνους, που αληθινά ζητούν αιώνια ζωή, είναι ο πρώτιστος Κύριος δούλων, ο Ιεχωβά Θεός, και ο Υιός του «τον οποίον έθεσε κληρονόμον πάντων». (Εβρ. 1:2) Με το να γίνη κανείς δούλος του Θεού και του Ιησού Χριστού δεν έρχεται σε μια μισητή θέσι, μια θέσι στην οποία καταδυναστεύεται και καταπατείται και τηρείται σε άγνοια των σκοπών του κυρίου του. Όχι, αλλά με το να γίνωμε πιστά ευπειθείς δούλοι του Θεού και του Υιού του, γινόμεθα φίλοι των. Είναι εξυψωτικό το να συλλογιζώμεθα τα λόγια του Ιησού προς τους πιστούς ακολούθους του: «Σεις είσθε φίλοι μου, εάν κάμνητε, όσα εγώ σας παραγγέλλω. Δεν σας λέγω πλέον δούλους, διότι ο δούλος δεν εξεύρει τι κάμνει ο κύριος αυτού· εσάς δε είπον φίλους, διότι πάντα όσα ήκουσα παρά του Πατρός μου, εφανέρωσα εις εσάς.» (Ιωάν. 15:14, 15) Ανόμοια προς τη συνήθη ψυχρή και τυπική σχέσι δούλου προς κύριον, εκείνοι που ακολουθούν τον Ιησούν, ενώ είναι δούλοι, είναι επίσης φίλοι του. Ο Ιησούς Χριστός απέδειξε τη φιλία του παραδίδοντας την ψυχή του «υπέρ των φίλων αυτού». (Ιωάν. 15:13) Το τίμημα που επλήρωσε ο Ιησούς ήταν το πολύτιμο αίμα του· έτσι η φιλία αυτή δεν εκμηδενίζει το γεγονός ότι οι Χριστιανοί είναι δούλοι του Θεού και του Ιησού Χριστού. Αν επιθυμούν να διατηρήσουν τη φιλική των σχέσι δούλων προς κύριον, οι Χριστιανοί πρέπει να φυλαγώνται από το να κάμουν φιλικούς δεσμούς με αυτόν τον κόσμο και τον σατανικό του κύριον δούλων, τον Διάβολο. Κανείς δεν μπορεί να δουλεύη δύο κυρίους.
16. Ποια παραβολή ανέφερε ο Ιησούς για έναν οικιακόν οικονόμο, και ποιο σημείο ετόνισε ο Ιησούς;
16 Πώς μπορούμε να κάμωμε φίλους τον Ιεχωβά και τον Υιό του, και γιατί είναι επείγον να το πράξωμε αυτό τώρα; Στο βιβλίο του Λουκά, δέκατο έκτο κεφάλαιο, αναφέρεται ότι ο Ιησούς είπε μια παραβολή για έναν οικιακό δούλο, έναν οικονόμο που επρόκειτο να χάση την εργασία του και ο οποίος έδειξε πρακτική σοφία κάνοντας φίλους με τον μαμωνά. Ο οικονόμος στην παραβολή του Ιησού δεν ελάμβανε μισθό, όπως είναι η συνήθεια σήμερα. Όταν απεβλήθη από την εργασία του, θα έπρεπε να επαιτή ή να κάνη δουλοπρεπές έργο όπως το να σκάπτη. Επειδή δεν ήταν αρκετά δυνατός για το σκάψιμο και δεν ήθελε να επαιτή, ο οικονόμος ελάττωσε διάφορα χρέη που άνθρωποι ώφειλαν στον κύριό του. Όταν έχασε την εργασία του ως οικονόμου, είχε έτσι ανθρώπους που θα τον εδέχοντο ευμενώς στα σπίτια τους· διότι τους είχε κάμει φίλους μέσω του μαμωνά. Τώρα δεν θα εχρειάζετο να κερδίζη τα προς το ζην μ’ ένα μισητό τρόπο σκάβοντας ή μ’ ένα ταπεινωτικό τρόπο επαιτώντας. Απέβλεπε αισίως στο μέλλον, και ενήργησε με πρακτική σοφία χρησιμοποιώντας πλούτο ή υλικά αγαθά για να κάμη φίλους. Ο Ιησούς Χριστός, λοιπόν, λέγει ότι οι Χριστιανοί πρέπει να ενεργούν με όμοια πρακτική σοφία: «Και εγώ σας λέγω, Κάμετε εις εαυτούς φίλους εκ του μαμωνά της αδικίας, δια να σας δεχθώσιν εις τας αιωνίους σκηνάς, όταν εκλείψη.»—Λουκ. 16:9, ΜΝΚ, Κριτ. Έκδ. Κειμένου.
17. (α) Τίνος κάτοχοι είναι ο Ιεχωβά και ο Ιησούς Χριστός, και τι πολλοί άνθρωποι αστοχούν να σκεφθούν; (β) Σε αντίθεσι με την αβεβαιότητα του πλούτου και της ζωής σ’ αυτόν τον κόσμο, ποια γνώσις όσον αφορά τις υποσχέσεις του Θεού πρέπει να μας υποκινήση να λάβωμε την πορεία της πρακτικής σοφίας;
17 Ο Ιεχωβά Θεός και ο Ιησούς Χριστός είναι οι μόνοι κάτοχοι «αιωνίων σκηνών». Θα λάβουν σ’ αυτάς τας «αιωνίους σκηνάς» μόνο τους φίλους των. Σ’ αυτή την εποχή και στον αιώνα που πολλά άτομα ανησυχούν πολύ και ενοχλούνται από έλλειψι στεγάσεως, από το υψηλό κόστος της στεγάσεως και τους υψηλούς φόρους επί των κατοικιών, είναι πιθανόν ότι πολύ λίγο θα σκεφθούν οι άνθρωποι το ζήτημα της εξασφαλίσεως για τον εαυτό τους αιωνίων σκηνών στον δίκαιο νέο κόσμο του Θεού. Ο κόσμος αυτός, όχι μόνο είναι ένας νέος κόσμος στον οποίο «δικαιοσύνη κατοικεί», αλλά και θα είναι ένας κόσμος για τον οποίο ο Θεός μάς βεβαιώνει: «Ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον· ούτε πένθος, ούτε κραυγή, ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον.» (2 Πέτρ. 3:13· Αποκάλ. 21:4) Αυτό υπεσχέθη ο Θεός στον λόγο του. Το πιστεύετε; Οι λόγοι του Ιεχωβά ποτέ δεν αστοχούν, καθώς είπε ο Ιησούς του Ναυή στους Ισραηλίτας: «Γνωρίζετε εν όλη τη καρδία υμών, και εν όλη τη ψυχή υμών, ότι δεν διέπεσεν ουδέ είς εκ πάντων των αγαθών λόγων, τους οποίους Ιεχωβά ο Θεός σας ελάλησε δια σας· πάντες ετελέσθησαν εις εσάς, ουδέ είς εξ αυτών διέπεσε.» (Ιησ. Ναυή 23:14, ΜΝΚ) Έχοντας την ασφαλή υπόσχεσι του Θεού για ένα δίκαιο νέο κόσμο, γιατί, λοιπόν, να ζητούμε μόνιμες κατοικίες, στον παρόντα κόσμο; Αυτό θα ήταν μάταιο ακόμη και αν προσπαθούσαμε, διότι όχι μόνο μπορούν τα πλούτη να εκλείψουν σε μια νύχτα, αλλά και η ζωή μας είναι εξίσου αβέβαιη. Επομένως η πορεία της πρακτικής σοφίας είναι να χρησιμοποιήσωμε τα υλικά μας υπάρχοντα με τέτοιον τρόπο, ώστε να κάμωμε φίλους τον Οικοδόμον των πάντων και τον Ιησού Χριστό τον Υιό του, ο οποίος είπε στους ακολούθους του: «Εν τη οικία του Πατρός μου είναι πολλά οικήματα· ει δε μη, ήθελον σας ειπεί· υπάγω να σας ετοιμάσω τόπον.» (Ιωάν. 14:2) Όταν, λοιπόν, θα εκλείψη ο μαμωνάς, μπορούμε να είμεθα βέβαιοι για μια στοργική υποδοχή στας «αιωνίους σκηνάς» του νέου κόσμου.
18. Γιατί το χρήμα δεν αγοράζει τα χαρίσματα του Θεού, και ποιοι μπορούν να είναι φίλοι του Θεού;
18 Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός δωροδοκείται ή ότι μπορούμε να εξαγοράσωμε την οργή του Θεού; Όχι, καθόλου. Ο Ανανίας και η Σαπφείρα ενόμισαν ότι θα μπορούσαν να αγοράσουν την εύνοια του Θεού ως τον βαθμό του να έχουν μεγάλη υπόληψι. Απέτυχαν να κατανοήσουν ότι το να δώσουν χρήματα για ν’ αγοράσουν κάτι για ιδιοτελή σκοπό δεν μπορούσε να είναι φιλική πράξις απέναντι του Θεού. Περαιτέρω, ο Σίμων, που κάποτε ασκούσε μαγικές τέχνες, ενόμισε ότι θα μπορούσε ν’ αγοράση τις εκδηλώσεις της ευνοίας του Θεού πληρώνοντας χρήματα. Βρήκε ότι το πράγμα ήταν διαφορετικό, καθώς του είπε ο Πέτρος: «Το αργύριόν σου ας ήναι μετά σου εις απώλειαν, διότι ενόμισας ότι η δωρεά του Θεού αποκτάται δια χρημάτων.» (Πράξ. 8:20) Όχι, το χρήμα δεν μπορεί ν’ αγοράση, τα χαρίσματα του Θεού· αν συνέβαινε αυτό, τότε οι πλούσιοι θα ήσαν σε πλεονεκτική θέσι και θα μπορούσαν να αγοράσουν πράγματα που επιφυλάσσονται για τον νέο κόσμο του Θεού. Αλλ’ ο Θεός δεν αγοράζεται με χρήμα· δεν είναι μεροληπτικός. Οποιοσδήποτε μπορεί να κάμη φίλους τον Θεό και τον Υιό Του, ακόμη και αν τα υλικά του υπάρχοντα είναι ολιγοστά και ασήμαντα.
19. (α) Πώς μπορεί, λοιπόν, να χρησιμοποιηθή το χρήμα ή τα υλικά αγαθά, για να κερδίσωμε τη φιλία του Θεού; (β) Ποια είναι η κατάλληλη χρήσις των πόρων μας;
19 Πώς, λοιπόν, χρησιμοποιούμε τον πλούτο ή τα υλικά αγαθά για να κάμωμε φίλο τον Θεό; Όχι για να δωροδοκήσωμε τον Θεό, αλλά για να δοξάσωμε τον Θεό! Ο Θεός κατέχει ολόκληρο τον κόσμο, και «εμού είναι το αργυρίον, και εμού το χρυσίον», λέγει ο Ιεχωβά. «Εμού είναι πάντα τα θηρία του δάσους, τα κτήνη τα επί χιλίων ορέων.» (Αγγαίος 2:8· Ψαλμ. 50:10) Δεν θα μπορούσαμε, επομένως, να πλουτίσωμε υλικώς τον Θεό, αλλά μπορούμε να χρησιμοποιήσωμε τους πόρους μας για να δοξάσωμε τον Θεό, πληροφορώντας άλλους για τους σκοπούς του, δίνοντας σ’ αυτόν αποκλειστική αφοσίωσι και πιστή αγάπη. Όταν ενθαρρύνωμε άλλα άτομα να μελετούν τη Γραφή, όταν τους φέρνωμε βοηθήματα Γραφικής μελέτης, όταν μιλούμε μαζί τους και τα βοηθούμε να κατανοήσουν τους σκοπούς του Θεού και την υπόσχεσί του για ένα δίκαιο νέο κόσμο—χρησιμοποιούμε τους πόρους μας για να δοξάσωμε τον Θεό.
20. Γιατί είναι επείγον να κάμωμε φίλο τον Θεό τώρα, και με ποιους πρέπει να συνερχώμεθα;
20 Χρησιμοποιώντας τους πόρους μας για να δοξάσωμε τον Θεό, αποταμιεύομε ουράνιο θησαυρό και κάνομε φίλους εκείνους του ποτέ δεν θα μας αφήσουν, ποτέ δεν θα μας εγκαταλείψουν και που μπορούν να μας δώσουν το δώρο της αιωνίου ζωής υπό την βασιλεία των ουρανών. Αυτό το ζήτημα του να κάμωμε φίλους τον Θεό και τον Υιό του είναι επείγον επειδή ο κόσμος αυτός βρίσκεται τώρα στον «καιρόν του τέλους» του, και γρήγορα θα παρέλθη στον πόλεμο του Θεού, στον Αρμαγεδδώνα. Τώρα είναι ο καιρός να δείξωμε ότι είμεθα φιλικά διατεθειμένοι προς τον Θεό. Τώρα είναι ο καιρός να λάβωμε όλη τη βοήθεια που μπορούμε για να κερδίσωμε τη φιλία του Θεού. Γι’ αυτό ακριβώς χρειάζεται να συνερχώμεθα τακτικά μ’ εκείνους που αγαπούν τον Θεό και υπακούουν σ’ αυτόν, εκείνους που ο Ιησούς Χριστός ωνόμασε «φίλους μου». (Λουκ. 12:4) Χιλιάδες άτομα, με το να συνέρχωνται τακτικά με την κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά, μαθαίνουν την πορεία που πρέπει να λάβουν για να κάμουν φίλους για τον εαυτό τους ‘εκ του μαμωνά της αδικίας, δια να τους δεχθώσιν εις τας αιωνίους σκηνάς, όταν εκλείψη’.—Λουκ. 16:9.
[Υποσημειώσεις]
a Εγκυκλοπαιδεία της Θρησκείας και της Ηθικής του Χάστιγκ, Τόμ. VI, σελ. 132.