Μέρος 4
Πηγή της Ζωής Του
33. (α) Ως Υιός, τι απέδιδε ο Ιησούς σ’ Εκείνον που ήταν ο Πατέρας του; (β) Πόσο έλεγε ο Ιησούς ότι όλοι οι άνθρωποι έπρεπε να τιμούν τον Υιόν;
ΟΛΕΣ μαζί οι αποδείξεις καταλήγουν, ως σε αποκορύφωμα, σ’ εκείνο που έχει γράψει ο Ιωάννης, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός του Θεού. Αυτό τούτο το γεγονός αποδεικνύει ότι ο Ιησούς ως Υιός εξηρτάτο από τον Θεόν και ότι δεν ήταν ίσος με τον Θεό. Ένας υιός δεν είναι μεγαλύτερος από τον πατέρα του, αλλά πρέπει να τιμά τον πατέρα του, σύμφωνα με την εντολή του Θεού. Ως Υιός του Θεού, ο Ιησούς είπε: «Τιμώ τον Πατέρα μου.» (Ιωάν. 8:49) Πώς, λοιπόν, μπορεί οποιοσδήποτε να λέγη ότι αυτός έκανε τον εαυτό του Θεό ή ίσον με τον Θεό, όταν έλεγε: «Ουδέ κρίνει ο Πατήρ ουδένα, αλλ’ εις τον Υιόν έδωκε πάσαν την κρίσιν δια να τιμώσι πάντες τον Υιόν, καθώς τιμώσι τον Πατέρα. Ο μη τιμών τον Υιόν, δεν τιμά τον Πατέρα τον πέμψαντα αυτόν»; (Ιωάν. 5:22, 23) Μ’ αυτά τα λόγια ο Ιησούς δεν μας έλεγε να τιμούμε αυτόν ως να ήταν ο Πατήρ ή ως να ήταν ο Θεός. Δεν έλεγε ότι έπρεπε να τιμούμε τον Υιόν τόσο όσο τον Πατέρα.
34. Σχετικά με τούτο, γιατί έπρεπε να τιμάτε ο Υιός, και πόσο;
34 Παρατηρήστε και πάλι τα λόγια του Ιησού και ιδέτε γιατί έπρεπε αυτός να τιμάται όπως πρέπει να τιμάται ο Πατήρ. Ο Ιησούς είπε ότι ο Πατήρ διώρισε αυτόν να είναι κριτής, να ενεργή ως ο απεσταλμένος ή αντιπρόσωπος του Θεού του Υπέρτατου Κριτού. Συνεπώς ως ο από τον Θεό διορισμένος Κριτής, ο Υιός είναι άξιος τιμής. Με το να τιμούμε τον Υιό δείχνομε σεβασμό προς τον διορισμό από τον Θεό του Υιού ως Κριτού. Αν δεν τιμούμε τον Υιό ως Κριτή, τότε, δεν τιμούμε «τον Πατέρα τον πέμψαντα αυτόν.» Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι τιμούμε τον Υιό ως να είναι ο Θεός ο ίδιος ή ότι τιμούμε τον Υιό τόσο όσο τον ίδιο τον Θεό, ο οποίος έστειλε τον Υιό.
35. (α) Ποιος ήταν εκείνος που ετίμησε τον Ιησούν, και πόσο; (β) Ως προς τη μεγαλωσύνη, πώς μπορούσε να συγκριθή ο Ιησούς με τον Θεό και με τον Αβραάμ;
35 Ακόμη και ο Θεός ο Πατήρ δεν ετίμησε ή εδόξασε τον Υιόν ως ίσον του. Αλλ’ ο Θεός ετίμησε ή εδόξασε τον Υιό του Ιησού Χριστό περισσότερο από όλους τους άλλους υιούς του. Βεβαίως, λοιπόν, εκείνον που ο Θεός τιμά ή δοξάζει, κι εμείς, επίσης, οφείλομε να τιμούμε. Πραγματικά, ο Θεός απαιτεί από μας να το κάνωμε αυτό. Ο Ιησούς ο ίδιος είπε: «Εάν εγώ δοξάζω εμαυτόν, η δόξα μου είναι ουδέν· ο Πατήρ μου είναι όστις με δοξάζει, τον οποίον σεις λέγετε ότι είναι Θεός σας.» (Ιωάν. 8:54) Ο Πατήρ του Ιησού ήταν ο Θεός των Ιουδαίων. Αυτοί δεν θεωρούσαν τον Ιησούν ως Θεάνθρωπον, τον ίδιο τον Θεό εν σαρκί· και ο Ιησούς δεν ισχυρίσθη ότι είναι ο Θεός. Είπε ότι η Θεότης, που οι Ιουδαίοι έλεγαν ότι ήταν ο Θεός των, ήταν Εκείνος που ετίμησε τον Ιησού. Ο Ιησούς, λοιπόν, προέβη στο να διακηρύξη ότι αυτός δεν ήταν μέγας ως ο Θεός, αλλ’ ήταν μεγαλύτερος από τον Αβραάμ επειδή είχε προανθρώπινη ύπαρξι στον ουρανό.
36. Τι σημαίνει ο τίτλος «πατήρ», και τι ο ουράνιος Πατήρ έδωσε κατάλληλα στον Υιόν του Θεού;
36 Η λέξις «πατήρ» σημαίνει ένα άρρενα γονέα, και ένας άρρην γονεύς σημαίνει πρόγονο, πρωτουργό ή πηγή, έναν που γεννά ή παράγει σπέρμα. Εφόσον ο Θεός ήταν ο Πατήρ του Ιησού, εξηρτάτο και ο Ιησούς, επίσης, από τον Θεό για ζωή; Μόνο τα λόγια τον Ιησού θα μπορούσαν να μας δώσουν μια πειστική απάντησι σ’ αυτή την ερώτησι. Σημειώστε τώρα τα λόγια αυτά του Ιησού: «Οι νεκροί θέλουσιν ακούσει την φωνήν του Υιού του Θεού, και οι ακούσαντες θέλουσι ζήσει. Διότι καθώς ο Πατήρ έχει ζωήν εν εαυτώ, ούτως έδωκε και εις τον Υιόν να έχη ζωήν εν εαυτώ.» (Ιωάν. 5:25, 26) Ο Θεός ως ο Πατήρ είναι η πηγή της ζωής· και δίνει στον Υιό του το προνόμιο να έχη «ζωήν εν εαυτώ.» Μπορούμε, λοιπόν, να εκτιμήσωμε εκείνο που ο Ιωάννης 1:4, 5 λέγει για τον Λόγον: «Εν αυτώ ήτο ζωή, και η ζωή ήτο το φώς των ανθρώπων. Και το φώς εν τη σκοτία φέγγει, και η σκοτία δεν κατέλαβεν αυτό.»
37. Από ποίον και μέσω ποίου έρχεται η ζωή που διαφωτίζει τους ανθρώπους;
37 Η ζωή, που διαφωτίζει τους ανθρώπους, οι οποίοι κατέρχονται στο σκότος του θανάτου, προέρχεται από τον Πατέρα ως την Πηγή και δίδεται δια του Υιού ως αγωγού. Ο Υιός έλαβε τη ζωή από τον Πατέρα. Έτσι ο απόστολος Πέτρος μπορούσε καλώς να λέγη στον Κύριόν του Ιησού Χριστό: «Κύριε, προς τίνα θέλομεν υπάγει; λόγους ζωής αιωνίου έχεις· και ημείς επιστεύσαμεν και εγνωρίσαμεν ότι συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού του ζώντος.»—Ιωάν. 6:68, 69.
38. Πώς ο Ιησούς συνέκρινε την προέλευσι της ζωής του μ’ εκείνην που αποκτάται από όσους τρέφονται απ’ αυτόν με πίστι;
38 Ο Ιησούς, όταν μιλούσε για τον εαυτό του ως μια ανθρώπινη θυσία που επρόκειτο να κατατεθή για τη ζωή ανθρώπων που θα επίστευαν, έδειξε την προέλευσι της ζωής του, λέγοντας: «Όστις τρώγει την σάρκα μου, και πίνει το αίμά μου, εν εμοί μένει, και εγώ εν αυτώ. Καθώς με απέστειλεν ο ζων Πατήρ, και εγώ ζω δια του Πατρός, ούτω και όστις με τρώγει, θέλει ζήσει και εκείνος δι’ εμού.» (Ιωάν. 6:56, 57, ΚΕΜ) Οι τρώγοντες ζουν δια του Ιησού, αρχίζουν να ζουν μέσω αυτού. Έτσι, επίσης, ο Ιησούς άρχισε να ζη μέσω του Θεού. Συνεπώς, αν ο Υιός Ιησούς ήταν συναιώνιος με τον Πατέρα του και χωρίς αρχήν ζωής, πώς θα μπορούσε αληθώς να λέγη: «Εγώ ζω δια του Πατρός»; Ο Ιησούς, λοιπόν, ήταν πραγματικά Υιός του Θεού εφόσον είχε λάβει τη ζωή του από τον Θεό. Απέκτησε τη ζωή του από τον ουράνιο Πατέρα ακριβώς όπως ένας άνθρωπος, που τρέφεται από την ανθρώπινη θυσία του Ιησού δια πίστεως, αποκτά ζωή μέσω του Ιησού και ζη δι’ αυτού. Αν δεν υπήρχε ο Ιησούς ως ανθρώπινη θυσία, ο άνθρωπος ουδέποτε θα μπορούσε να ζήση για πάντα στον νέον κόσμο του Θεού. Έτσι, αν δεν υπήρχε ο Θεός, ο Υιός ουδέποτε θα είχε ζήσει.
39, 40. (α) Από τι εξηρτάτο η συνέχισις της ζωής του Ιησού; (β) Πώς η εξάρτησις του Ιησού από τον Θεό για ζωή κατεδείχθη μ’ έναν άλλο τρόπο θαυματουργικά;
39 Η συνέχισις της ζωής του ιδίου του Ιησού εξηρτάτο από την υπακοή του στον Θεό τον Πατέρα του. Πολύ κατάλληλα, λοιπόν, όταν ο Ιησούς επειράσθη απτό τον Διάβολο να μετατρέψη τους λίθους σε άρτους για ν’ αντιμετωπίση την τεσσαρακονθήμερη νηστεία του, ο Ιησούς εφήρμοσε στον εαυτό του τα λόγια του προφήτου Μωυσέως: «Με άρτον μόνον δεν θέλει ζήσει ο άνθρωπος, αλλά με πάντα λόγον εξερχόμενον δια στόματος Θεού.» (Ματθ. 4:4) Η εξάρτησις του Ιησού από τον Θεό τον Πατέρα για ζωή καταφαίνεται και με άλλον τρόπο. Πώς; Στο ότι ο Θεός ανέστησε τον Υιόν του Ιησούν εκ νεκρών την τρίτη ημέρα μετά την κατάθεσι της ανθρωπινής του ζωής σε θυσία.
40 Στο κατά Ιωάννην 5:21 βλέπομε να τονίζη ο Ιησούς την δύναμι του Θεού ν’ ανιστά τους νεκρούς και να τους δίνη ζωή, λέγοντας: «Καθώς ο Πατήρ εγείρει τους νεκρούς και ζωοποιεί, ούτω και ο Υιός ούστινας θέλει ζωοποιεί.» Ο Ιησούς δεν ανέστησε τον εαυτό του από τον θάνατο· εξηρτάτο από τον αθάνατο Πατέρα του στον ουρανό να τον αναστήση από τον θάνατο. Την τρίτη ημέρα του θυσιαστικού του θανάτου ο Θεός ανέστησε τον Υιό του και του έδωσε πάλι ζωή, ο δε Υιός του την έλαβε, την εδέχθη ή την ανέλαβε πάλιν. Έγινε ακριβώς όπως ο Ιησούς είχε ειπεί: «Δια τούτο ο Πατήρ με αγαπά, διότι εγώ βάλλω την ψυχήν μου, δια να λάβω αυτήν πάλιν. Ουδείς αφαιρεί αυτήν απ’ εμού, αλλ’ εγώ βάλλω αυτήν απ’ εμαυτού· εξουσίαν έχω να βάλω αυτήν, και εξουσίαν έχω πάλιν να λάβω αυτήν. Ταύτην την εντολήν έλαβον παρά του Πατρός μου.»—Ιωάν. 10:17, 18.
41. Πώς και γιατί κατέθεσε ο Ιησούς τη ζωή του, και πώς την έλαβε και πάλιν;
41 Ο Ιησούς κατέθεσε τη ζωή του (ψυχήν του). Βεβαίως, οι Ρωμαίοι στρατιώται τον εφόνευσαν στον Γολγοθά, αλλ’ ο Ιησούς τους επέτρεψε να ενεργήσουν έτσι, και αυτό ήταν σε αρμονία με το θέλημα του Πατρός του, ή με την εντολή του Πατρός του προς τον Ιησού. Ο Ιησούς έλαβε πάλι τη ζωή του, όχι, όμως, ότι επήρε την ανθρώπινη θυσία του από το θυσιαστήριο ή ότι ανέστησε τον εαυτό του σε ζωή, αλλ’ ότι την τρίτη ημέρα ο Θεός διέταξε να εγερθή ο Ιησούς εκ νεκρών. Ο Ιησούς ηγέρθη δεχόμενος ή λαμβάνοντας ζωή από το χέρι του Πατρός του, με την εξουσία του Θεού. Όπως ο Ιησούς είπε: «Εξουσίαν έχω πάλιν να λάβω αυτήν. Ταύτην την εντολήν έλαβον παρά του Πατρός μου.»
42. Πώς είναι ο Ιησούς, όπως είπε στον Ιωάννη, «ο πρώτος και ο έσχατος»;
42 Ο Ιησούς τώρα ζη πάλι στον ουρανό. Μετά την επιστροφή του εκεί στον Πατέρα του, ο Ιησούς εμφανίσθηκε σε μια όρασι στον απόστολο Ιωάννη και είπε: «Εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος, και ο ζων, και έγεινα νεκρός· και ιδού, είμαι ζων εις τους αιώνας των αιώνων· και έχω τα κλειδιά του άδου και του θανάτου.» Ήταν ο πρώτος και ο έσχατος όσον αφορά την ανάσταση διότι ο Ιωάννης μιλεί γι’ αυτόν ως ‘Ιησούν Χριστόν, όστις είναι ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος εκ των νεκρών, . . . τον αγαπήσαντα ημάς, και λούσαντα ημάς από των αμαρτιών ημών με το αίμα αυτού.’ (Αποκάλ. 1:17, 18, 5) Ήταν ο πρώτος στη γη, που ο Θεός ανέστησε εκ νεκρών για να είναι «ζων εις τους αιώνας των αιώνων.» Αυτός είναι, επίσης, ο τελευταίος, τον οποίον ο Θεός εγείρει έτσι απ’ ευθείας, διότι τώρα ο Θεός έχει δώσει στον αναστημένον Ιησούν τη δύναμι να ξεκλειδώνη, δίνοντάς του τα «κλειδία του άδου και του θανάτου.» Έτσι στη διάρκεια της βασιλείας του ο Ιησούς ως Κριτής εγείρει και δίνει ζωή σε όποιον θέλει.
43. (α) Τι υποστηρίζουν οι τριαδισταί ως προς τη σημασία του Αποκάλυψις 3:14; (β) Αλλά για ποιου το έργο δημιουργίας μιλούσε εκεί ο Ιησούς;
43 Όλ’ αυτά μας βοηθούν να συλλάβωμε την αληθή σημασία εκείνου που ο αναστημένος Ιησούς είπε στον Ιωάννη να γράψη στην εκκλησία της Λαοδικείας (Μικρά Ασία). Ο Ιησούς είπε: «Ταύτα λέγει ο Αμήν, ο μάρτυς ο πιστός και αληθινός, η αρχή της κτίσεως του Θεού.» (Αποκάλ. 3:14)a Οι τριαδισταί υποστηρίζουν ότι αυτό σημαίνει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Πρωτουργός ή Εκείνος που έδωσε αρχή στη δημιουργία του Θεού. Σημειώστε την έκφρασι «της κτίσεως του Θεού.» Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει εκείνον που δημιούργησε τον Θεό, διότι ο Θεός δεν έχει δημιουργηθή. Ο Ιησούς είπε «της κτίσεως του Θεού», όχι, «της κτίσεως δι’ εμού», σαν να μιλούσε για πράγματα που είχαν δημιουργηθή μέσω αυτού. Μιλούσε για έργα κτισμένα από κάποιον άλλον, δηλαδή, τα δημιουργικά έργα του Θεού.
44, 45. (α) Σε ποια πτώσι είναι η λέξις «Θεός»—στην ονομαστική ή στη γενική; (β) Τι σημαίνει η λεγόμενη Υποκειμενική Γενική, σύμφωνα με τη γραμματική;
44 Στο Ελληνικό κείμενο η λέξις «Θεού» είναι στη γενική πτώσι. Τώρα στα Ελληνικά, καθώς και στα Αγγλικά, η γενική πτώσις είναι δυνατόν να σημαίνη μερικές διαφορετικές σχέσεις, τις οποίες η λέξις πού βρίσκεται στη γενική πτώσι έχει προς το πρόσωπο ή πράγμα που αυτή τροποποιεί.
45 Σύμφωνα με τον Δρα Α. Τ. Ρόμπερτσον μπορεί να είναι μια γενική μερικών ειδών, όπως Γενική Κτητική, Γενική Προσδιοριστική, Γενική Υποκειμενική, Γενική Αντικειμενική.b Μια Ελληνική Γραμματική εξηγεί τη γενική της πηγής ή του πρωτουργού, λέγοντας: «Η Υποκειμενική Γενική. Έχομε την υποκειμενική γενική, όταν το όνομα στη γενική παράγη την ενέργεια, όταν, συνεπώς, σχετίζεται ως υποκείμενον προς την εκφραζόμενη ιδέα του τροποποιημένου ονόματος. . . . Το κήρυγμα του Ιησού Χριστού. Ρωμ. 16:25.»c Μια άλλη Ελληνική Γραμματική εξηγεί τη σημασία της υποκειμενικής γενικής, λέγοντας: «ΤΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΝ μιας ενεργείας ή αισθήματος: . . . . η καλή θέλησις του λαού (δηλαδή, την οποίαν ο λαός αισθάνεται).»d
46. (α) Σε ποιο είδος γενικής μπορούσε να είναι η λέξις «Θεός» στην Αποκάλυψι 3:14; (β) Ποια είναι η έννοια της λέξεως «αρχή στις Παροιμίες 8:22 στην Ελληνική μετάφρασι των Εβδομήκοντα;
46 Έτσι η έκφρασις «η κτίσις του Θεού», θα μπορούσε να σημαίνη την κτίσι που κατέχεται από τον Θεό ή ανήκει στον Θεό. Ή, θα μπορούσε γραμματικώς να σημαίνη, επίσης, την κτίσι που παρήχθη από τον Θεό. Ο απόστολος Ιωάννης μάς βοηθεί με τα γραφόμενά του να γνωρίσωμε τι είδους γενική είναι στα Ελληνικά. Εν τούτοις, είναι συμφωνημένο από παραγωγούς του Ελληνικού κειμένου των Χριστιανικών Γραφών ότι το Αποκάλυψις 3:14 παρατίθεται ή έχει δανεισθή τις Ελληνικές λέξεις του από το Παροιμίαι 8:22. e Όπως μετεφράσθη από τον Τσάλες Τόμσον από το Ελληνικό κείμενο Ο΄, το Παροιμίαι 8:22 λέγει: «Ο Κύριος με έκτισε, αρχήν των οδών Αυτού, εις τα έργα Αυτού.» Βεβαίως εδώ η λέξις «αρχή» δεν σημαίνει Εκείνον που έδωσε αρχή ή τον Πρωτουργόν. Σαφώς αυτό σημαίνει τον πρώτον ή τον αρχικόν στη δημιουργική πορεία του Θεού. Η ίδια σκέψις μεταβιβάζεται στο Αποκάλυψις 3:14 σχετικά με την φράσι «η αρχή της κτίσεως του Θεού.» Εδώ η λέξις «Θεού» πρέπει να είναι στην Υποκειμενική Γενική.
47. (α) Πότε υπήρξε διακοπή της ζωής του Λόγου; (β) Πώς, λοιπόν, ήταν ο Ιησούς Χριστός η «αρχή της κτίσεως του Θεού;
47 Ο Ιωάννης αναφέρει τον Ιησούν ως λέγοντα ότι έλαβε την ζωή του από τον Πατέρα του, τον Θεό. Υπήρξε μια διακοπή της ζωής αυτής, όχι όταν «ο Λόγος έγεινε σαρξ», αλλά όταν εθανατώθη ως άνθρωπος και έκειτο νεκρός επί τρείς ημέρες. Έπειτα επανήλθε στη ζωή με τη δύναμι του Παντοδυνάμου Θεού, για να είναι ζων αιωνίως, αθάνατος. Στην ανάστασί του ο Ιησούς Χριστός ήταν κτίσις του Θεού. Αλλά και στην πρώτη αρχή όλης της κτίσεως ο Ιησούς ήταν κτίσις του Θεού, ένα πλάσμα που παρήχθη από τον Θεό. Ως ο Λόγος «εν αρχή» στον ουρανό αυτός ήταν ο πρώτος της Δημιουργίας του Θεού, «ο πρώτος της κτίσεως του Θεού.» (ΜΡΓ) Μέσω αυτού ως ενός εκπροσώπου ο Θεός έκαμε όλα τα άλλα πράγματα, όπως αναφέρεται στο κατά Ιωάννην 1:3. Δεν ήταν αυτός ο Πρωτουργός της κτίσεως του Θεού. Ήταν, μάλλον, ο Αρχικός (το αρχικό δημιούργημα) της κτίσεως του Θεού.
48. (α) Γιατί μπορεί να λεχθή ότι η Μετάφρασις Νέου Κόσμου αποδίδει ορθά το Αποκάλυψις 3:14; (β) Σε ποιον αποδίδουν όλη την κτίσι τα συγγράμματα του Ιωάννου;
48 Η Μετάφρασις Νέου Κόσμου αποδίδει το Αποκάλυψις 3:14 ορθά ως ακολούθως: «η αρχή της κτίσεως [υπό] του Θεού.» Σ’ όλα όσα έχει γράψει ο απόστολος Ιωάννης δεν εφαρμόζει στον Ιησού Χριστό τον τίτλο Δημιουργός (Κτίστης), αλλ’ ο Ιωάννης αποδίδει όλη τη δημιουργία (την κτίσι) στον Θεό, που τον ονομάζει «Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ, ο Ην και ο Ων και ο Ερχόμενος», σ’ εκείνον που κάθηται στον ουράνιο θρόνο του. Σ’ αυτόν λέγεται: «Άξιος είσαι, Κύριε, να λάβης την δόξαν και την τιμήν και την δύναμιν· διότι συ έκτισας τα πάντα, και δια το θέλημά σου υπάρχουσι και εκτίσθησαν.» (Αποκάλ. 4:8-11· 10:5, 6) Ο Λόγος ήταν το πρώτο ουράνιο κτίσμα ή δημιούργημα του Θεού.
«Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ, ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ»
49. Πώς συνέβη ο απόστολος Θωμάς να ειπή στον Ιησούν «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου»;
49 Οι διδάσκαλοι της Τριαδικής διδασκαλίας θα ισχυρισθούν ότι η ιδιότης του Ιησού Χριστού ως του Θεού αποδεικνύεται από τους λόγους του αποστόλου Θωμά στο κατά Ιωάννην 20:28. Ο Θωμάς είχε ειπεί στους άλλους αποστόλους ότι δεν θα επίστευε ότι ο Ιησούς είχε αναστηθή εκ νεκρών ως ότου ο Ιησούς υλοποιείτο μπροστά του και τον άφηνε να θέση τον δάκτυλο του στον τύπον των ήλων, με τους οποίους είχε καρφωθή στο ξύλο και ως ότου έθετε το χέρι του στο πλευρό του Ιησού, όπου ένας Ρωμαίος στρατιώτης τον είχε τρυπήσει με λόγχη για να βεβαιωθή ο θάνατος του Ιησού. Έτσι την επόμενη εβδομάδα ο Ιησούς παρουσιάσθη εκ νέου στους αποστόλους και είπε στον Θωμά να κάμη εκείνο που είχε ειπεί, για να πεισθή ο ίδιος. «Και απεκρίθη ο Θωμάς, και είπε προς αυτόν, Ο Κύριος μου, και ο Θεός μου.»
50. Σύμφωνα με τον Έλληνα Καθηγητή Μάουλ, σημαίνει μήπως κατ’ ανάγκην η χρήσις του οριστικού άρθρου ο πριν από το Θεός ότι ο Ιησούς εκαλείτο ο ίδιος ο Θεός;
50 Έτσι οι τριαδισταί ισχυρίζονται ότι η έκφρασις του Θωμά «ο Θεός» που ελέχθη στον Ιησού αποδεικνύει ότι ο Ιησούς ήταν αυτός ούτος ο Θεός, ένας Θεός τριών Προσώπων. Εν τούτοις, ο Καθηγητής Κ. Φ. Ν. Μάουλ λέγει ότι το άρθρον ο πριν από το όνομα Θεός μπορεί να μην είναι σημαντικό τόσο, ώστε να σημαίνη ένα τέτοιο πράγμα.f Άσχετα προς αυτό το γεγονός, ας αναλογισθούμε την κατάστασι, που υφίστατο τότε, για να βεβαιωθούμε τι ο απόστολος Θωμάς εννοούσε.
51. Την ημέρα της αναστάσεως του Ιησού ποιο μήνυμα έλαβε ο Θωμάς από τον Ιησού, και έτσι τι εγνώριζε ο Θωμάς για τον Ιησού και τη λατρεία του;
51 Μόλις πριν από δύο εβδομάδες ο Θωμάς είχε ακούσει τον Ιησού να προσεύχεται στον ουράνιο Πατέρα του και να λέη: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάν. 17:3) Την τέταρτη ημέρα ύστερ’ από την προσευχή αυτή, δηλαδή, την ημέρα της αναστάσεως του, ο Ιησούς απέστειλε ένα ειδικό μήνυμα στον Θωμά και τους άλλους μαθητάς μέσω της Μαρίας της Μαγδαληνής. «Λέγει προς αυτήν ο Ιησούς, Μη μου άπτου· διότι δεν ανέβην έτι προς τον Πατέρα μου· αλλ’ ύπαγε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ προς αυτούς, Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεόν μου και Θεόν σας. Έρχεται Μαρία η Μαγδαληνή και απαγγέλλει προς τους μαθητάς, ότι είδε τον Κύριον και ότι είπε ταύτα προς αυτήν.» (Ιωάν. 20:17, 18) Έτσι από την προσευχή του Ιησού και από αυτό το μήνυμα μέσω της Μαρίας της Μαγδαληνής ο Θωμάς εγνώριζε ποιος ήταν ο Θεός του. Θεός του ήταν όχι ο Ιησούς Χριστός, αλλά Θεός του ήταν ο Θεός του Ιησού Χριστού. Επίσης Πατήρ του ήταν ο Πατήρ του Ιησού Χριστού. Έτσι ο Θωμάς εγνώριζε ότι ο Ιησούς Χριστός είχε ένα Θεόν, τον οποίον ελάτρευε, δηλαδή, τον ουράνιο Πατέρα του.
52. Γιατί δεν πρέπει να διαβάσωμε το εσφαλμένο νόημα στα λόγια του Θωμά: «Ο Κύριος μου, και ο Θεός μου»;
52 Πώς, λοιπόν, μπορούσε ο Θωμάς σε μια έκστασι χαράς μόλις είδε τον αναστημένον Ιησούν για πρώτη φορά να ξεσπάση με μια αναφώνησι και να ειπή στον ίδιο τον Ιησού ότι είναι ο ένας και μόνος ζων Θεός, ο αληθινός Θεός, ο Θεός του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά; Πώς ήταν δυνατόν ο Θωμάς, με ό,τι είχε ειπεί, να εννοούσε ότι ο Ιησούς ήταν ο ίδιος ‘ο μόνος αληθινός Θεός’ ή ότι ο Ιησούς ήταν Θεός στο Δεύτερο Πρόσωπο μιας Τριάδος; Έχοντας υπ’ όψι τι ο Θωμάς είχε ακούσει από τον Ιησού και τι είχε λεχθή από τον Ιησού, πώς μπορούμε να διαβάσωμε ένα τέτοιο νόημα στα λόγια του Θωμά: «Ο Κύριος μου, και ο Θεός μου»;
53. Γιατί ο Ιησούς δεν επέπληξε τον Θωμά για ό,τι είπε;
53 Ο Ιησούς θα είχε επιπλήξει τον Θωμά αν είχε αντιληφθή ότι ο Θωμάς εννοούσε, ότι αυτός, ο Ιησούς, ήταν ‘ο μόνος αληθινός Θεός’, τον οποίον ο Ιησούς είχε αποκαλέσει «Θεόν μου» και «Πατέρα μου». Βεβαίως ο Ιησούς δεν μπορούσε ν’ αφαιρέση έναν τίτλο από τον Θεό τον Ποτέρα του ή ν’ αφαιρέση την μοναδική θέσι από τον Θεό τον Πατέρα του. Εφόσον ο Ιησούς δεν επέπληξε τον Θωμάν για το ότι απευθύνθη σ’ αυτόν με εσφαλμένο τρόπο, εγνώριζε πώς έπρεπε να εννοήση τα λόγια του Θωμά, Γραφικώς. Και αυτό έκαμε ο απόστολος Ιωάννης.g
54. Το σημείο αυτό της αφηγήσεως του Ιωάννου θα ήταν μια έξοχη ευκαιρία γι’ αυτόν να πράξη τι εν σχέσει με το κατά Ιωάννην 1:1;
54 Ο Ιωάννης ήταν εκεί και άκουσε την αναφώνησι του Θωμά: «Ο Κύριος μου, και ο Θεός μου.» Είπε ο Ιωάννης ότι το μόνο πράγμα που πρέπει εμείς να συμπεράνωμε από τους λόγους του Θωμά είναι ότι ο Ιησούς ήταν Θεός, ‘ο μόνος αληθινός Θεός’ του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά; (Ψαλμ. 35:23, 24) Εδώ θα ήταν μια έξοχη ευκαιρία για τον Ιωάννη να εξηγήση το Ιωάννης 1:1 και να ειπή ότι ο Ιησούς Χριστός, που ήταν ο Λόγος ο οποίος έγινε σαρξ, ήταν ο Θεός ο ίδιος, ότι ήταν «Θεός ο Υιός, το Δεύτερον Πρόσωπον της Ευλογημένης Τριάδος». Αλλ’ είναι αυτό το συμπέρασμα στο οποίαν έφθασε ο Ιωάννης; Είναι αυτό το συμπέρασμα, στο οποίον ο Ιωάννης οδηγεί τους αναγνώστας του; Παρατηρήστε το συμπέρασμα στο οποίον θέλει ο Ιωάννης να φθάσωμε:
55, 56. (α) Για να μας κάμη να πιστεύσωμε τι για τον Ιησού Χριστό έγραψε ο Ιωάννης τα όσα έγραψε στην αφήγησι του; (β) Σε ποιό, λοιπόν, συμπέρασμα ακολουθούμε τον Ιωάννη ως το σημείο αυτό;
55 «Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς, Επειδή με είδες, Θωμά, επίστευσας· μακάριοι όσοι δεν είδον, και επίστευσαν. Και άλλα πολλά θαύματα έκαμεν ο Ιησούς ενώπιον των μαθητών αυτού, τα οποία δεν είναι γεγραμμένα εν τω βιβλίω τούτω. Ταύτα δε εγράφησαν, δια να πιστεύσητε.» Δια να πιστεύσωμεν τι; «Ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού.»—Ιωάν. 20:29-31.
56 Στην αφήγησι της ζωής του Ιησού, που συνέταξε ο Ιωάννης, έγραψε τα πράγματα που μας πείθουν να πιστεύσωμε, όχι ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός, ότι ο Χριστός είναι ο Θεός, ή ότι ο Ιησούς είναι «Θεός ο Υιός», αλλ’ ότι «ο Ιησούς είναι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού.» Οι τριαδισταί σκοπίμως διαστρέφουν τα πράγματα λέγοντας «Θεός ο Υιός.» Αλλά εμείς λαμβάναμε την επεξήγησι του Ιωάννου με τον τρόπο που ο ίδιος την διατυπώνει, δηλαδή, «Χριστός ο Υιός του Θεού.» Ακολουθούμε τον Ιωάννη στο ίδιο συμπέρασμα, στο οποίον αυτός έφθασε, ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός Εκείνου, τον οποίον ο Ιησούς καλεί «Πατέρα μου» και «Θεόν μου», στο ίδιο εικοστό κεφάλαιο του Ιωάννου. Συνεπώς, ο Θωμάς δεν ελάτρευε «Θεόν τον Πατέρα» και «Θεόν τον Υιόν» σε ένα πρόσωπο και ταυτόχρονα ως ίσους σ’ έναν «τριαδικό Θεό».
57. (α) Με τα λόγια του «ο Θεός μου» που απηύθυνε στον Ιησού, τι ανεγνώριζε ο Θωμάς για τον Πατέρα του Ιησού; (β) Τι διευκρινίζουν τα κεφάλαια 4 και 5 της Αποκαλύψεως ως προς το νόημα του κατά Ιωάννην 14:28;
57 Ο Θωμάς ελάτρευε τον ίδιο Θεό, τον οποίον ο Ιησούς Χριστός ελάτρευε, δηλαδή, τον Ιεχωβά Θεό, τον Πατέρα. Έτσι, αν ο Θωμάς απηυθύνθη στον Ιησού ως «Θεόν μου», έπρεπε ν’ αναγνωρίζη τον Πατέρα του Ιησού ως τον Θεόν ενός Θεού, συνεπώς ως ένα Θεό υψηλότερον από τον Ιησού Χριστό, ένα Θεόν τον οποίον ο Ιησούς ο ίδιος ελάτρευε. Η Αποκάλυψις 4:1-11 μας δίνει μια συμβολική περιγραφή αυτού του Θεού, ότι είναι «Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ», ο οποίος κάθηται στον ουράνιο θρόνο και ο οποίος ζη εις τους αιώνας των αιώνων· αλλά το επόμενο κεφάλαιο, Αποκάλυψις 5:1-8, περιγράφει τον Ιησού Χριστό ως το Αρνίον του Θεού που έρχεται προς Κύριον τον Θεόν τον Παντοκράτορα επάνω στον θρόνο του και παίρνει ένα βιβλίο από το χέρι του Θεού. Αυτό διευκρινίζει τη σημασία των λόγων του Ιησού προς τον Θωμά και τους άλλους αποστόλους: «Υπάγω προς τον Πατέρα· διότι ο Πατήρ μου είναι μεγαλήτερός μου.» (Ιωάν. 14:28) Ο Ιησούς έτσι ανεγνώρισε τον Πατέρα του ως Κύριον τον Θεόν τον Παντοκράτορα, χωρίς κάποιον ίσον του, μεγαλύτερον από τον Υιόν του.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε επίσης Αποκάλυψις 3:14, ΑΣ· ΚΜΝ· ΑΣΜ· ΜΙΡ· Λάμσα· Συναδελφώσεως.
b Βλέπε A Grammar of the Greek New Testament in the Light of Historical Research, υπό A. T. Robertson, σελίδες 495-505, έκδοσις 1934.
c Βλέπε A Manual Grammar of the Greek New Testament, υπό Dana and Mantey, σελίς 78 της εκδόσεως 1943.
d Βλέπε Greek Grammar, υπό Dr. Wm. W. Goodwin, σελίς 230, της εκδόσεως 1893.
e Βλέπε σελίς 613, στήλη 1η, του Student’s Edition of The New Testament in Greek, υπό Westcott and Hort, στο τμήμα υπό τον τίτλον «Quotations from the Old Testament». Βλέπε επίσης σελίδα 665, στήλη 1η, (έκδοσις 1960) του Novum Testamentum Graece, υπό Dr. Eberhard Nestle, in its List of Passages Quoted from the Old Testament. Βλέπε επίσης Novi Testamenti Biblia Graeca et Latina, υπό Joseph M. Bover, Society of Jesus, σελίς 725, υποσημείωσις 14.
Στην Ελληνική Μετάφρασι Ο΄ το εδάφιο Παροιμίαι 8:22 λέγει: «Κύριος έκτισέ με αρχήν οδών αυτού εις έργα αυτού.» Βλέπε επίσης The Septuagint Version—Greek & English, εκδοθέν υπό S. Bagster and Sons, Limited.
f Παραθέτομε από τον Καθηγητή Moule: «Στο κατά Ιωάννην 20:28 Ο Κύριός μου, και ο Θεός μου, πρέπει να σημειωθή ότι ένα ουσιαστικό [όπως Θεός] στην Ονομαστική πτώσι χρησιμοποιούμενο με κλητική έννοια [σε προσφώνησι στον Ιησούν] και ακολουθούμενον από ένα κτητικό [μου] δεν θα μπορούσε να είναι άναρθρο [δηλαδή, χωρίς το οριστικό άρθρον ο] . . .· το άρθρον [ο] πριν από το θεός μπορεί, επομένως, να είναι χωρίς σημασία. . . . η χρήσις του άρθρου [ο] με μια ουσιαστική Κλητική (παράβαλε Ιωάννης 20:28 ως άνω, και 1 Πέτρου 2:18, Κολοσσαείς 3:18 υποσημειώσεις) μπορεί επίσης να οφείλωνται σε Σημιτικό Ιδιωματισμό.»—Σελίδες 116, 117, του An Idiom-Book of New Testament Greek, από C. F. D. Moule, Καθηγητού της Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Καίμπριτζ, έκδοσις 1953, Αγγλία.
Λόγου χάριν, για να καταδειχθή ότι μια κλητική πτώσις στην Ελληνική συνήθως έχει το οριστικό άρθρο προ αυτής, παρατηρούμε ότι στα εδάφια 1 Πέτρου 2:18· 3:1, 7 η κατά γράμμα ή λέξιν προς λέξιν μετάφρασις λέγει: «Οι οικέται, υποτάσσεσθε . . . Ομοίως [αι] γυναίκες υποτάσσεσθε . . . Οι άνδρες, ομοίως συνοικείτε.» Στο Κολοσσαείς 3:18 ως 4:1: «Αι γυναίκες . . . Οι άνδρες, . . . Τα τέκνα . . . Οι πατέρες . . . Οι δούλοι . . . Οι κύριοι.»
g Ο μεταφραστής Hugh J. Schonfield αμφιβάλλει αν είπε ο Θωμάς: «Ο Κύριος μου και ο Θεός μου». Γι’ αυτό σε μια υποσημείωσι αριθ. 6 στο Ιωάν. 20:28 ο Schonfield λέγει: «Ο συγγραφεύς μπορεί να έθεσε αυτή τη φράσι στο στόμα του Θωμά σε απάντησι στο γεγονός ότι ο Αυτοκράτωρ Δομιτιανός επέμεινε ν’ απευθύνωνται σ’ αυτόν έτσι: «Ο Κύριος μας και ο Θεός», Suetonius’ Domitian xiii».—Βλέπε The Authentic New Testament, σελίς 503.
Εν τούτοις, εμείς δεν συμβαδίζομε μ’ ένα τέτοιον υπαινιγμό.