Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Τι εννοεί η Γραφή, όταν λέγη στο εδάφιο Γένεσις 6:6 (ΜΝΚ), ότι «ελυπήθη ο Ιεχωβά ότι εποίησε τον άνθρωπον επί της γης»;—Ντ. Μπ., Η.Π.Α.
Εν πρώτοις, ας τονισθή ότι παλαιότερες μεταφράσεις (ΚΕΜ, ΑΣ, ΚΜΝ καθώς και η Νεοελληνική Μετάφρασις) λέγουν ότι ο Θεός «μετεμελήθη» διότι έκαμε αυτό ή εκείνο. Αλλά η λέξις «μεταμελούμαι» περιλαμβάνει τη δευτερεύουσα έννοια του αισθήματος λύπης διότι έχει διαπράξει αμάρτημα ή σφάλμα. Επειδή ο Ιεχωβά Θεός είναι τέλειος σε δικαιοσύνη, απλώς δεν μπορεί να διαπράξη αμάρτημα ή σφάλμα που απαιτεί να μεταμεληθή. Γι’ αυτό οι σύγχρονες μεταφράσεις ομιλούν γι’ αυτόν ως να «ελυπήθη» (ΜΜ. ΑΣΜ) ή να «εθλίβη» (ΜΙΡ) ή να αισθάνθηκε θλίψι.—ΜΑΜ, ΜΝΚ.
Στο εδάφιο Γένεσις 6:6 η Εβραϊκή λέξις που μεταφράζεται «ελυπήθη» είναι «να·χχάμ,» και, όπως συμβαίνει με πολλές άλλες λέξεις, έχει διάφορες σημασίες. Διάφορες μορφές αυτής της λέξεως η «Μετάφρασις Νέου Κόσμου» τις έχει αποδώσει ως «ησθάνθη λύπην» (Γέν. 7:6), «θέλω ανακουφισθή» (Ησ. 1:24) και «παρηγορηθή.»—Ιερεμ. 31:15.
Σχετικά μ’ αυτή την Εβραϊκή λέξι «Η Βίβλος του Ερμηνευτού,» Τόμ. 1, σελ. 225, λέγει: «Μεταφράζεται με γενικό τρόπο ‘μεταμελούμαι’ (στην παθητική μορφή) ‘παρηγορία’ (στην εμφατική μορφή). Στην πραγματικότητα η λέξις σημαίνει ν’αναπνεύση ένας από ανακούφισι’. . . . Η λέξις επομένως έχει σχέσι με ‘αλλαγή της στάσεως,’ ‘αλλαγή της διανοίας,’ κάθε δε άλλη συσχέτισις είναι συμπτωματική. . . . Όταν αυτή η λέξις μεταφράζεται ‘μεταμελούμαι όπως συχνά για τον Θεόν, σημαίνει ‘αλλαγή διαθέσεως ή προθέσεως.’»
Όταν ο Ιεχωβά Θεός είπε, «Θέλω εξαλείψει τον άνθρωπον τον οποίον εποίησα, από προσώπου της γης, . . . επειδή λυπούμαι ότι εποίησα αυτούς,» τι εννοούσε; (Γέν. 6:7, ΜΝΚ) Ότι κατά πρώτον ελυπείτο διότι είχε δημιουργήσει τον άνθρωπο, και ότι όλο αυτό υπήρξε ένα τρομερό σφάλμα; Καθόλου! Αν είχε αισθανθή έτσι, τότε θα είχε εξαλείψει όλο το ανθρώπινο γένος. Η λύπη του αφεώρα μόνο την προ του Κατακλυσμού πονηρή γενεά, διότι αμέσως μετά διαβάζομε, «Ο δε Νώε εύρε χάριν ενώπιον του Ιεχωβά.»—Γέν. 6:8, ΜΝΚ.
Σαφώς προκύπτει η σκέψις ότι επήλθε αλλαγή της καταστάσεως της διανοίας στον Ιεχωβά Θεόν: Μετεστράφη από τη στάσι του Πλάστου ή Δημιουργού των ανθρώπων στη στάσι του καταστροφέως των λόγω της μεγάλης δυσαρεσκείας του. Για να το εξεικονίσωμε: Ένας πατέρας μπορεί να δώση στο γυιο του ένα αυτοκίνητο, αλλά αν ο γυιος κάνη κακή χρήσι του, δημιουργή προβλήματα λόγω ταχύτητος, και άλλα, ο πατέρας είναι πιθανόν να λυπήται και ν’ αφαιρέση το αυτοκίνητο από το γυιο του. Είχε αλλαγή στη στάσι διανοίας, αλλά δεν είχε διαπράξει κατ’ ανάγκην σφάλμα. Ο γυιος είναι εκείνος ο οποίος διέπραξε τα λάθη και έκαμε πράγματα που ήσαν εσφαλμένα. Ο γυιος μπορούσε να είχε δείξει εκτίμησι κι έτσι να φέρη χαρά στον πατέρα του με το να χρησιμοποιή με σύνεσι το αυτοκίνητο.
Το ίδιο συμβαίνει και με το ανθρώπινο γένος. Αν ο Αδάμ και η Εύα είχαν ακολουθήσει σοφή πορεία, η καρδιά του Ιεχωβά θα είχε ευφρανθή. Αλλά εφόσον ακολούθησαν κακή πορεία, ο Θεός δεν ευηρεστήθη μ’ αυτούς· ελυπήθη και αισθάνθηκε υποχρέωσί του να τους αφαιρέση τη ζωή. Το ίδιο συνέβη και με την πονηρή γενεά, η οποία ζούσε στην εποχή του Κατακλυσμού. Ο Θεός μετέβαλε στάσι απέναντί των. Πράγματι, ήταν απολύτως επιτακτικό να ενεργήση έτσι λόγω των εξελίξεων. Ελυπήθη διότι αυτό περιελάμβανε μια μεγάλη καταστροφή ζωής, κι εν τούτοις ήταν υποχρεωμένος ν’ αναλάβη ενέργεια για να υποστηρίξη τους κανόνας του.
Αυτό το αίσθημα λύπης εκ μέρους του Ιεχωβά Θεού ενεργεί με δύο τρόπους, όπως δείχνει η Αγία Γραφή. Αν τα πλάσματά του αποτυγχάνουν στο σκοπό που έχει γι’ αυτά, αισθάνεται θλίψι και προκαλείται ο θυμός του. Αλλ’ αν ο Ιεχωβά σκοπεύη να τιμωρήση μερικά πλάσματά του λόγω της εσφαλμένης πορείας των, και αυτά αισθάνονται πραγματικά θλίψι, μεταμελούνται για τ’ αμαρτήματά των και δεν έχουν φθάσει στο σημείο απ’ όπου δεν υπάρχει μετάνοια, τότε ο Ιεχωβά θ’ αλλάξη σκέψι απέναντί των και θα εκδηλώση έλεος γι’ αυτούς· θα λυπηθή. Έτσι αντί να επιφέρη επάνω των θλίψι ή περαιτέρω θλίψι θα δώση σ’ αυτούς ανακούφισι.
Ο Ιεχωβά Θεός το έχει πράξει αυτό με τους Ισραηλίτας στην εποχή των κριτών των: «Εσπλαγχνίσθη ο Ιεχωβά εις τους στεναγμούς αυτών εξ αιτίας των καταθλιβόντων αυτούς.» (Κριτ. 2:18, ΜΝΚ) Έτσι συνέβη και στην περίπτωσι των κατοίκων της Νινευή. Ο Ιεχωβά είχε αποφασίσει την καταστροφή των λόγω της μεγάλης πονηρίας των. Όταν, όμως, μετεμελήθησαν ειλικρινά κατόπιν, του κηρύγματος του Ιωνά σ’ αυτούς, ο Ιεχωβά «ελυπήθη,» άλλαξε τη διανοητική του κατάστασι απέναντι των «περί του κακού, το οποίον είπε να κάμη εις αυτούς· και δεν έκαμεν αυτό.»—Ιωνάς 3:8-10, ΜΝΚ.
Κατόπιν των ανωτέρω, πώς πρέπει να εννοήσωμε τις εκφράσεις που βρίσκονται στις Γραφές για την αντίληψι ότι ο Ιεχωβά Θεός δεν αισθάνεται μεταμέλεια;—Αριθμ. 23:19· 1 Σαμ. 15:29· Ψαλμ. 110:4.
Αυτές οι εκφράσεις πρέπει να γίνη κατανοητό ότι εφαρμόζονται σε μερικές συγκεκριμένες περιπτώσεις υπό εξέτασιν. Παραδείγματος χάριν, ο Βαλαάμ υπεχρεώθη να προφητεύση ότι ο Ιεχωβά δεν επρόκειτο ν’ αλλάξη γνώμη ή να αισθανθή λύπη για την ευημερία που είχε υπ’ όψιν του για το έθνος του Ισραήλ, παρ’ όλες τις προσπάθειες του Βασιλέως Βαλάκ να κάμη τον Βαλαάμ να καταρασθή τον Ισραήλ. (Αριθ. 23:19, ΜΝΚ) Όταν ο Βασιλεύς Σαούλ απεδείχθη ότι ήταν άπιστος, ο προφήτης του Θεού είπε σ’ αυτόν ότι ο Ιεχωβά ‘δεν θέλει λυπηθή’ ή αλλάξει τη γνώμη Του όσον αφορά την απόρριψί του. (1 Σαμ. 15:29, ΜΝΚ) Και ο Ιεχωβά Θεός ορκίσθη για να μη λυπηθή ή αλλάξη γνώμη όσον αφορά τον σκοπό του να καταστήση τον Υιόν του ιερέα εις τον αιώνα κατά την τάξιν του Μελχισεδέκ.—Ψαλμ. 110:4.
Σήμερα, όπως στην εποχή του Νώε, ο Ιεχωβά Θεός έχει και πάλι αποφασίσει την καταστροφή ενός πονηρού συστήματος πραγμάτων. Λόγω της μεγάλης πονηρίας αυτού του συστήματος, αυτός δεν θα λυπηθή ούτε θ’ αλλάξη διανοητική στάσι. Αποτελεί προνόμιο όλων των αφιερωμένων Χριστιανών διακόνων του να ηχήσουν την προειδοποίησι ώστε εκείνοι που αγαπούν τη δικαιοσύνη ν’ αποχωρισθούν απ’ αυτό το πονηρό σύστημα πραγμάτων προτού είναι πάρα πολύ αργά, για να λάβουν έτσι το έλεος του Ιεχωβά Θεού, όπως ακριβώς το έλαβαν ο Νώε και η οικογένειά του.—Σοφον. 2:3.
● Έχοντας υπ’ όψιν την δήλωσι του Θωμά, στο εδάφιο Ιωάννης 20:25, εκαρφώθη ο Ιησούς μ’ ένα καρφί στο κάθε χέρι;—Ι.Β., Ταϊβάν. (Δημοκρατία της Κίνας).
Ύστερ’ από την ανάστασί του ο Ιησούς εμφανίσθηκε σε μερικούς μαθητάς, αλλά ο απόστολος Θωμάς δεν ήταν παρών. Όταν του ελέχθη τι συνέβη, ο Θωμάς απήντησε: «Εάν δεν ιδώ εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων, και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων, και βάλω την χείρα μου εις την πλευράν αυτού, δεν θέλω πιστεύσει.» (Ιωάν. 20:25) Επειδή ο Θωμάς ανέφερε ήλους (στον πληθυντικό), μερικοί διερωτήθηκαν αν ένα καρφί διεπέρασε το καθένα από τα χέρια του Χριστού.
Αν διαβάσωμε μόνο τις Γραφικές αφηγήσεις της πραγματικής σταυρώσεως, πολύ λίγα θα μάθωμε όσον αφορά το πώς εσταυρώθη ο Ιησούς. Οι συγγραφείς του Ευαγγελίου αναφέρουν μόνο ότι σταυρώθηκε ή δέθηκε επάνω στο ξύλο. Δεν λέγουν στις αφηγήσεις των για τη σταύρωσι πώς αυτό επραγματοποιήθη, αν αυτό έγινε με το να διαπερασθή βιαίως μέρος του σώματος του Χριστού με τον πάσσαλο, με το να προσδεθή στον πάσσαλο ή με το να καρφωθή επάνω σ’ αυτόν.—Ματθ. 27:35· Μάρκ. 15:25· Λουκ. 23:33· Ιωάν. 19:18.
Εν τούτοις, μετά την ανάστασι του Ιησού, το σχόλιο του Θωμά στο εδάφιο Ιωάννης 20:25 δείχνει σαφώς ότι τα χέρια του Ιησού είχαν καρφωθή επάνω στο ξύλο. Αλλά με ποιο τρόπο; Δεν γνωρίζομε. Η Αγία Γραφή δεν λέγει αν τα χέρια του είχαν καρφωθή το ένα επάνω στο άλλο μ’ ένα μόνο καρφί που διεπέρασε και τα δύο, ή το ένα παραπλεύρως του άλλου μ’ ένα χωριστό καρφί το καθένα. Αν αυτό το τελευταίο συνέβη, τότε γίνεται αντιληπτό ότι η παρατήρησις του Θωμά εφαρμόζεται μόνο στα χέρια του Ιησού.
Υπάρχει, όμως, και μια άλλη πιθανότης, που δεν μπορεί ν’ αποκλεισθή. Πολλοί λόγιοι πιστεύουν ότι ένα καρφί ή καρφιά διεπέρασαν τα πόδια του Ιησού, στερεώνοντας τα απ’ ευθείας στον πάσσαλο ή σε κάποια μικρή προεξοχή που ήταν καρφωμένη επάνω στον πάσσαλο. Ο ίδιος ο Ιησούς ανεφέρθη στις πληγές που υπήρχαν στα χέρια και στα πόδια του σε μια άλλη περίπτωσι όταν εμφανίσθηκε στους μαθητάς. Για να τους πείση ότι πράγματι αυτός ήταν ο αναστημένος Ιησούς, είπε: «Ιδέτε τας χείρας μου και τους πόδας μου, ότι αυτός εγώ είμαι.» (Λουκ. 24:39) Ο Θωμάς δεν ανέφερε συγκεκριμένα τους πόδας του Ιησού. Αλλά το σχόλιό του για «τον τύπον των ήλων» είναι πιθανόν να περιελάμβανε τα χέρια και τα πόδια του Χριστού, μολονότι μόνο τα χέρια κατονομάζονται.
Συχνά στις εκδόσεις της Εταιρίας Σκοπιά ο Ιησούς απεικονίζεται ως σταυρωμένος μ’ ένα μόνο καρφί περασμένο και στα δυο του χέρια κι ένα άλλο καρφί που διαπερνά και τα δυο του πόδια. Αυτό αποτελεί μόνο την αντίληψι ενός καλλιτέχνου, αλλά είναι πολύ δυνατόν να είναι αυτός ο τρόπος που σταυρώθηκε ο Ιησούς.
Μολονότι αυτές οι τεχνικής φύσεως λεπτομέρειες παρουσιάζουν κάποιο ενδιαφέρον, το κυριώτερο ζήτημα, που πρέπει να έχη ένας υπ’ όψιν του σχετικά με τον θάνατο του Ιησού, είναι το τι αυτός επέτυχε. Ένα σημείο είναι ότι έθεσε τέρμα στην υποχρέωσι τηρήσεως του Μωσαϊκού νόμου, διότι ο Θεός «αφήρεσεν αυτό εκ του μέσου, προσηλώσας αυτό επί του σταυρού.» (Κολ. 2:14) Με την ακεραιότητα του προς τον Θεό ακόμη και στη διάρκεια της αγωνίας και του θανάτου επάνω στο ξύλο, ο Ιησούς απέδειξε ότι μπορούν άνθρωποι να υπηρετούν τον Ιεχωβά από αγάπη πιστά, άσχετα με οποιουσδήποτε πειρασμούς και πιέσεις που φέρει ο Σατανάς. Και ο θάνατος του Ιησού επί του ξύλου επρομήθευσε το αντίλυτρο, την τιμή της απελευθερώσεως από τη δουλεία στην αμαρτία και το θάνατο του ανθρωπίνου γένους που ασκεί πίστι.—1 Τιμ. 2:5, 6· 2 Κορ. 5:14, 15.